Έτσι γίνονται έρευνες και δημοσκοπήσεις: «Γαλέρα και σκλάβοι»
Bαγγέλης Παπαβασιλείου
Χρήστος Τολιάδης
Τυγχάνει να γνωρίζουμε ορισμένα πράγματα από τον χώρο, οπότε διαβάζοντας το κείμενο που ακολουθεί, ήμασταν σε θέση να επιβεβαιώσουμε ότι ο συγγραφέας έχει δίκιο και σίγουρα δεν υπερβάλλει. Μπορεί το επιχείρημα που προσφέρει ο νόμος «προσφοράς και ζήτησης» όντως να «σαλπίζει» υποχώρηση για τα αποκαλούμενα ως «εργασιακά δικαιώματα», όμως υπάρχουν και κάποια ηθικά όρια, που ο καθένας βάζει στον εαυτό του.
Και όπως φαίνεται, στην περίπτωση τουλάχιστον που περιγράφεται παρακάτω, στο συγκεκριμένο «μαγαζί» η κατάσταση θυμίζει λίγο αυτή με τα προσχολικής ηλικίας παιδάκια στη διάθεση πολυεθνικών στα πιο φτωχά τμήματα της Ασίας. Θα ενδιαφερόταν άραγε η επώνυμη και γνωστή στους «παροικούντες» μητρική εταιρία, εάν δημοσιοποιηθούν οι επώνυμες καταγγελίες; Ποιος ξέρει. Ορισμένοι είναι εξαιρετικά χοντρόπετσοι.
Ακολουθεί το απόλυτα αληθινό άρθρο. ΠΗΓΗ: «http://antifasistiko.wordpress.com», διότι η έννοια του φασισμού μπορεί να δεχθεί πολλές ερμηνείες και περιεχόμενα.
Πολλά υπάρχουν για να σχολιαστούν αυτήν την περίοδο. (Βασικά συνειδητοποιούμε μέρα με τη μέρα, ότι θα έπρεπε να υπάρχει μια ολόκληρη ομάδα σύνταξης που θα έγραφε ακατάπαυστα καταδεικνύοντας γιατί σχεδόν όλη η “επικαιρότητα” μπορεί άνετα να είναι τροφή για αντιφασιστικά σχόλια…). Δεν έχουμε μεγάλη ομάδα και δεν έχουμε πολύ χρόνο επίσης.
Αυτή τη φορά θα πούμε μια ιστορία προσπαθώντας να αποφύγουμε αυτές τις φράσεις-κλισέ όπως “εργασιακός μεσαίωνας” και “σύγχρονα στρατόπεδα εργασίας”. Ο συντάκτης αυτού του άρθρου δουλεύει σε ένα τέτοιο, το οποίο το ονομάζει “γαλέρα”. Ο συντάκτης έχοντας πια ξεχάσει (ή έστω αναβάλλει για να δηλώσουμε ελπίδα) τα όνειρά του για εύρεση εργασίας πάνω στο αντικείμενο των σπουδών του και ξέροντας πως δεν έχει πολλές επιλογές μπήκε σε μια σύγχρονη γαλέρα.
Εάν η οικονομία είναι μια θάλασσα (που στην παρούσα περίοδο έχει τρικυμιώδη νερά), οι γαλέρες είναι οι σχεδόν όλες οι επιχειρήσεις. Οι κατώτεροι σε ιεραρχία εργαζόμενοι, που συνήθως είναι και η πλειοψηφία, αποτελούν τους σύγχρονους σκλάβους, που τραβάνε κουπί για να ξελασπώσουν την εταιρία. Το deal είναι προφανές: Σου δίνω δουλειά ενώ δεν είχες (άνω του 50% η ανεργία στους νέους), κι εσύ θα κάνεις ό,τι σου ζητήσω. Συνήθως οι απαιτήσεις είναι παράλογες. Αν δεν σ’ αρέσει, υπάρχει πάντα κάποιος άλλος να σε αντικαταστήσει. Άρα, αν πραγματικά θέλεις να ζήσεις αξιοπρεπώς (στις ελεύθερες ώρες που σου απομένουν), τότε πρέπει να θυσιάσεις ένα κομμάτι της αξιοπρέπειάς σου (ή και ολόκληρη), τις ώρες που δουλεύεις. Καλά μέχρι εδώ;
Στη δική μου γαλέρα, οι σκλάβοι που τραβάμε κουπί, είμαστε όλοι “ενοικιαζόμενοι”. Για να κυριολεκτήσω, αυτό που εννοώ είναι ότι θεωρούμαστε μισθολογικά ως ελεύθεροι επαγγελματίες συνεπώς, κάθε μήνα ανανεώνουμε την σύμβαση. Πληρωνόμαστε με το κομμάτι. Είμαστε “ερευνητές”. Και η εταιρία, κάνει δημοσκοπήσεις. Άρα ενοχλούμε ασύστολα τον κόσμο, κάνοντας έρευνες.
Η συμφωνία μας δεν ορίζει ούτε για πόσες ώρες τη μέρα θα ενοχλούμε τον κόσμο, ούτε με ποιόν τρόπο. Τυπικά ορίζει πόσα κομμάτια πρέπει να φέρουμε εις πέρας, τα οποία δεν έχουν καμία απολύτως σημασία στην πράξη. Απλώς δεσμευόμαστε να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. Άμα δεν σ’ αρέσει η συμφωνία, δεν την υπογράφεις και δεν δουλεύεις. (Την τελευταία πρόταση, δεν χρειάζεται να την επαναλαμβάνω συνέχεια, ισχύει σε οτιδήποτε γράφεται: Άμα δεν σ’ αρέσει, δεν δουλεύεις).
Κάθε μέρα στη γαλέρα, μας ανακοινώνεται ο αριθμός των χιλιομέτρων που πρέπει να διανύσουμε και συνήθως έχει κακοκαιρία. Διαιρώντας με τον αριθμό των εργαζομένων, αντιστοιχούν σε συγκεκριμένο αριθμό ερευνών για τον καθένα. Ο αριθμός είναι παράλογος. Όποιος βγάζει λίγες, κατά την επίσης αυθαίρετη κρίση της υπευθύνου, είναι περίπου δακτυλοδεικτούμενος και υφίσταται μεγάλη πίεση να παρατείνει την διάρκεια της εργασίας του, γιατί κατά τη λογική της εταιρίας, αναγκάζει τους συναδέλφους του να βγάλουν περισσότερες. (Τους ελεύθερους επαγγελματίες, υπενθυμίζω…). Αν δεν πιάνουμε το στόχο ως σύνολο δούλων, η ψυχολογική πίεση φτάνει στα όρια της βίας σε ένα περιβάλλον εργασίας που είναι επιεικώς άθλιο. Λείπει απλώς το κουπί, που το ρόλο του, παίζει ένα ακουστικό.
Τελευταία ημέρα της εβδομάδας και ο στόχος πιάστηκε παρά 3 συνεντεύξεις. Οι συνεντεύξεις αφορούσαν τον βαθμό ικανοποίησης από εταιρίες καρτοκινητής. Μου ζητείται λοιπόν από την επιβλέπουσα, εάν έχω κάποιον γνωστό ή φίλο με το συγκεκριμένο πακέτο επικοινωνίας σε συγκεκριμένη εταιρία. Απαντάω πως έχω, και μου ζητείται να πάρω συνέντευξη.
Όπερ και εγένετο. Ο φίλος μου, μου είπε ότι έχει άλλους δύο που έχουν το ίδιο πακέτο, ώστε να με βοηθήσει. Κρατάω τα τηλέφωνα, και τα δίνω στην επιβλέπουσα. Μου λέει με προφανή απορία: “Καλά, δεν θέλεις να τις κάνεις εσύ;” “Όχι, έχω ήδη κάνει τέσσερα και τελείωσε η βάρδια μου. Δώσε τα σε κάποιον που δεν έχει κάνει πολλά”. Με κοιτάει απορημένη. Αντί να κάνει αυτό που ήθελα, φωνάζει ότι υπάρχουν δύο διαθέσιμα τηλέφωνα από εμένα και αν τα θέλει κάποιος. Είχα ήδη φύγει έξω, για να πάρω καθαρό αέρα. Δεν γουστάρω να ακούσω ευχαριστώ για κάτι που απλώς το θεωρώ αυτονόητο.
Κάποια παιδιά φεύγοντας, με ρώτησαν τί ακριβώς συνέβη. Τους είπα τί έγινε και γύρισαν με απορία και με κοίταξαν κι αυτοί. Πετάγεται ένας: “Καλά μαλάκας είσαι; Γιατί δεν τα έκανες εσύ; Εδώ φτύνουμε αίμα για να σταυρώσουμε έναν, ειδικά σήμερα”. Του απαντάω: “Είδα ότι υπάρχουν παιδιά που δεν είχαν βγάλει παρά 1 ή 2 και παλεύουν ακόμη. Είπα να τα δώσω”. Κάπου εκεί, τα βλέμματα των περισσοτέρων, με έκαναν να νιώσω εξωγήινος.
Αυτό που με σοκάρει περισσότερο δεν είναι η εταιρία, ούτε η ακραία μορφή καπιταλισμού που ούτε τα προσχήματα αξιοπρέπειας δεν κρατάει. Δεν με σοκάρει η εξουσία της υπεύθυνης που στα μούτρα σε βρίζει, σε εκβιάζει και σε υποτιμάει. Καταλαβαίνω ότι, όλοι είναι φορείς μιας πίεσης που μεταφέρεται από πάνω μέχρι κάτω. Μία πίεση που ξεκινάει από απόλυτα νευρωτικούς εγκεφάλους, που το μοναδικό χημικό στοιχείο που μπορεί να τους ενεργοποιήσει και να τους ικανοποιήσει, είναι το κέρδος και η απληστία. Και μπορεί να διαδοθεί προς τα κάτω, μόνο μέσω επίσης νευρωτικών εγκεφάλων.
Αυτό που με σοκάρει είμαστε εμείς, οι σκλάβοι που τραβάμε κουπί, όπου σε εμάς καταλήγει αυτή η πίεση. Και εδώ είναι η απογοήτευση. Μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες δουλείας, η λογική του κέρδους, ακόμη και εις βάρος κάποιου άλλου που είναι στην ίδια μοίρα με σένα, έχει μπει στα κυκλώματα του μυαλού. Κι εκεί δεν χωράει καμία έννοια αλληλεγγύης. Ή μήπως τελικά έτσι ήταν πάντα;
Πηγαίνοντας για να πάρω το λεωφορείο, σκέφτηκα, αλλά δεν είχα το κουράγιο να αναλύσω, μήπως τελικά, το συνθηματάκι στον τοίχο έχει δίκιο: “Το άλλο μισό της βίας, είναι να την αποδέχεσαι”. Και αυτό το απόφθεγμα του Χατζιδάκι: “Όταν συνηθίζεις το τέρας, αρχίζεις να του μοιάζεις”. Όλοι αυτοί το συνήθισαν λοιπόν; Και τελικά εάν, η ανατροπή αυτού του συστήματος δεν είναι θέμα οικονομικών γνώσεων, είναι απλώς θέμα παιδείας και ΚΥΡΙΩΣ συνειδητοποίησης μιας ολόκληρης κοινωνίας… Η κάτι τέτοιο τέλος πάντων…
ΥΓ. Όταν σας παίρνουν τηλέφωνο από εταιρίες ερευνών, δεν είστε υποχρεωμένοι να συμμετέχετε. Μπορείτε να αρνηθείτε ευγενικά, εάν δεν έχετε χρόνο. Δεν χρειάζεται να βρίζετε τον άνθρωπο που σας κάλεσε. Εξάλλου δεν σας κάλεσε αυτός. Είναι αυτόματη η κλήση.
ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΩΣ