Από τα υπονοούμενα στις μαχαιριές





Τι αναγκάζει μια επικριτική πεθερά να περάσει από τη φάση του απλού υψώματος του φρυδιού «με νόημα» στην απροκάλυπτη απόρριψη; Το ξέσπασμα ενός μεγάλου καβγά (επειδή, ας πούμε, συνελήφθη να παρακολουθεί τη νύφη); Ο χρόνος (ώς εδώ και μη παρέκει); Το πλήρωμά του πάντως ήρθε για τις σχέσεις Αμερικής - Γερμανίας: Για πρώτη φορά από το 2008 το οικονομικό επιτελείο των ΗΠΑ αφήνει τις διακριτικές συστάσεις και κατακρίνει ανοιχτά τη γερμανική στρατηγική αντιμετώπισης της κρίσης.
Αν και η εξαμηνιαία αμερικανική αναφορά για τις παγκόσμιες νομισματικές συνθήκες σπανίως υπεισέρχεται σε θέματα δημοσιονομικής πολιτικής άλλων χωρών, αυτή τη φορά «δεν κρατήθηκε». Είναι πολύ μεγάλη η αμερικανική δυσαρέσκεια με το γερμανικό παράδοξο, το οποίο αναμένει ανάπτυξη στην περιφέρεια της Ευρωζώνης την ίδια ώρα που «την ανταγωνίζεται»: Περιμένει δηλαδή να αυξηθούν οι εξαγωγές της Ελλάδας, για παράδειγμα, χωρίς οι Γερμανοί να αυξήσουν σημαντικά τη ζήτηση για ελληνικά προϊόντα ή υπηρεσίες.
«Η Γερμανία έχει διατηρήσει σε όλη τη διάρκεια της κρίσης ένα μεγάλο πλεόνασμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Το 2012 ήταν μεγαλύτερο αυτού της Κίνας», γράφει η αμερικανική αναφορά. «Ο αναιμικός ρυθμός αύξησης της (γερμανικής) ζήτησης και η έμφαση στις εξαγωγές εμποδίζει την εξισορρόπηση στην Ευρωζώνη, σε μια συγκυρία όπου πολλές άλλες χώρες είναι κάτω από αφόρητη πίεση να μειώσουν τη ζήτηση και τις εισαγωγές τους». Με πιο απλά λόγια, η Ουάσιγκτον λέει πως, αν η Γερμανία συνεχίσει να λειτουργεί «τσιγγούνικα» και αυτοπροστατευτικά, αν δηλαδή αντί να αγοράζει (αφού μπορεί) υπηρεσίες και προϊόντα της περιφέρειας, προτιμά να ενισχύει το πλεόνασμά της εξάγοντας στην περιφέρεια ακόμα περισσότερα δικά της, ρισκάρει να θάψει την Ευρωζώνη και να επιβαρύνει την παγκόσμια οικονομία.
Αυτή η κριτική απευθυνόταν ανέκαθεν προς τη Γερμανία. Είναι πρόσφατη η σχετική σπόντα του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Τζ. Λιου και η οργισμένη απάντηση του Β. Σόιμπλε – στη λογική του «κοίτα ποιος μιλάει». Τώρα, ελλείψει υπουργού, το Βερολίνο απάντησε δι’ ανακοινώσεως του υπουργείου: «Διεθνείς οργανισμοί όπως το ΔΝΤ, ο ΟΟΣΑ και η Κομισιόν έχουν αξιολογήσει θετικά την οικονομική πολιτική της Γερμανίας. Το Ταμείο δεν διαπίστωσε στρεβλώσεις». Θεωρεί μάλιστα την κριτική «ακατανόητη». (Μια απλή αναδρομή σε προηγούμενες συστάσεις του Ταμείου θα βοηθούσε την κατανόηση.) Οι Γερμανοί βιοτέχνες ήταν πιο σκληροί στην απάντησή τους: «Οι αμερικανικές κατηγορίες είναι καθαρές ανοησίες». Ο δε σύνδεσμος των βιομηχάνων απέρριψε την κριτική και απάντησε ότι τα πλεονάσματα είναι «αποτέλεσμα των δημοφιλίας των γερμανικών προϊόντων». Η γερμανική ένωση εξωτερικού εμπορίου αυτοσυγχαίρεται στην ανακοίνωσή της: «Εχουμε πλεονάσματα γιατί είμαστε καλοί…».
Οι Αμερικανοί κατάγονται από την Αφροδίτη, οι Γερμανοί από τον Αρη. Η αλήθεια όμως είναι κάπου στη μέση. Η Γερμανία δείχνει να μην έχει ακόμη αντιληφθεί τον ρόλο που έχει το «κέντρο» σε μια διακρατική ένωση. Μόνο οι αντιδράσεις των σοσιαλδημοκρατών έδειξαν να κατανοούν πως πρέπει να αυξηθεί η ζήτηση στη Γερμανία. Ούτε οι ΗΠΑ μοιάζει να αντιλαμβάνονται την πολιτική πραγματικότητα της Ε.Ε. Η κακή συγκυρία στις σχέσεις Βερολίνου - Ουάσιγκτον δεν προοιωνίζεται συναινετικό, ψύχραιμο διάλογο μεταξύ δύο αντίθετων πλευρών.
Πάντως, την ίδια στιγμή που τα ρήγματα γίνονται πιο εμφανή και δημόσια, σε ένα άλλο επίπεδο η διακρατική συνεργασία συνεχίζεται. Μάθαμε μέσω Ιαπωνίας πως οι απευθείας δίαυλοι δανεισμού (swap lines) που είχαν ανοίξει «εκτάκτως» μετά το ξέσπασμα της κρίσης μεταξύ των 6 μεγάλων κεντρικών τραπεζών, θα συνεχίσουν να υπάρχουν μέχρι νεωτέρας. Η προσωρινή έξτρα ασφάλεια στο πιο θεμελιώδες επίπεδο της οικονομίας, αυτό των κεντρικών τραπεζών, γίνεται μόνιμη.
Η διάταξη δυνάμεων της παγκόσμιας νομισματικής άμυνας παραμένει σε ετοιμότητα. Η γκρίνια, όμως, μεταξύ των συντρόφων κάνει όλο και πιο δυσάρεστη τη συνύπαρξη.

Του Ηλία Σιακαντάρη




ΣXETIKA