Η χίμαιρα της ανάπτυξης τροφοδότησε τη δυστυχία



Ο ΚΑΡΛΟΣ ΤΑΪΜΠΟ, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, αναλύει τις αντιφάσεις που έχουν συσσωρευτεί από ένα μοντέλο που έχει μοναδικό στόχο την άμετρη παραγωγή και κατανάλωση
Είναι εύλογο ότι δεν μπορεί να υπάρξει αποανάπτυξη αν παράλληλα δεν αμφισβητηθεί η καπιταλιστική τάξη, όπως και οι διαστάσεις της εκμετάλλευσης και της αδικίας τις οποίες εμπεριέχει

Φαντάζει ίσως παράδοξο να μιλάμε για «αποανάπτυξη» εν μέσω κρίσης, ωστόσο η οπτική του συγγραφέα καταδεικνύει ότι τα σημερινά δεινά του παγκόσμιου καπιταλισμού και η δυστυχία που βιώνουν εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αποτελούν την οξεία έκφραση των αντιφάσεων που έχουν συσσωρευτεί από ένα μοντέλο με μοναδικό στόχο την άμετρη παραγωγή και κατανάλωση. Η αέναη οικονομική μεγέθυνση έχει ταυτιστεί με την «ανάπτυξη», έννοια που έχει μετατραπεί σε φετίχ, βραχυκυκλώνοντας όλους τους προβληματισμούς για τους στόχους και τα ηθικά μέσα που χρησιμοποιεί η ανθρωπότητα για να εξασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης στους σημερινούς κατοίκους του πλανήτη, αλλά και, περισσότερο, να εξασφαλίσει ένα εξίσου βιώσιμο μέλλον για τις επόμενες γενιές.

Επιπλέον, ο Τάιμπο λέει ότι η έννοια της «ανάπτυξης» έχει ταυτιστεί στο μυαλό των ανθρώπων με την «πρόοδο», η οποία με τη σειρά της είναι η σύγχρονη χίμαιρα που κυνηγάμε, επιβαίνοντας σ’ ένα τρένο.




Η επανάσταση

Ωστόσο, επικαλούμενος τον Β. Μπένγιαμιν, τονίζει ότι «Η επανάσταση δεν είναι ένα τρένο που ξεφεύγει, αλλά το να ξέρεις πότε να τραβήξεις χειρόφρενο». Ετσι, ουσιαστικά καταλήγει στο συμπέρασμα, στο οποίο και ο Αντρέ Γκορζ είχε οδηγηθεί μερικές δεκαετίες νωρίτερα, ότι η λύση πρέπει να συνοψίζεται στην εξίσωση «λιγότερο και καλύτερα», δηλαδή στο πρότυπο μιας ζωής που προσεγγίζει μια «λιτή αφθονία» και ταυτόχρονα διεκδικεί περισσότερο ελεύθερο χρόνο για την ανάπτυξη της ατομικότητας.



Ο Κάρλος Τάιμπο, συγγραφέας του βιβλίου «Η πρόταση της αποανάπτυξης: καπιταλισμός, κρίση και βαρβαρότητα», το οποίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων, βρίσκεται στην Αθήνα και θα μιλήσει αύριο, Τρίτη, στην ΕΣΗΕΑ, στις 7 το απόγευμα. Τη διοργάνωση της εκδήλωσης έχουν τρία συνεταιριστικά εγχειρήματα: η «Εφημερίδα των Συντακτών», οι Εκδόσεις των Συναδέλφων και ο Συνεταιρισμός για την Αλληλέγγυα Οικονομία «Συν-Αλλοις». Το παρακάτω απόσπασμα είναι κεφάλαιο του βιβλίου.

«Το πρόταγµα της αποανάπτυξης δεν έχει την παραµικρή σχέση µε µιαν ανάλαφρη και αντικοινωνική περιβαλλοντολογία. Εντελώς στην αντίθετη κατεύθυνση, βασίζεται στην ακλόνητη προαίρεση να συνδυάσει τη ριζοσπαστική περιβαλλοντολογία µε τους διαρκείς κοινωνικούς αγώνες. Υπό αυτή την έννοια, οφείλουµε να αντικρούσουµε τη λογική του καπιταλισµού προσβλέποντας σε έναν διττό στόχο: να σώσουµε τον πλανήτη και να σώσουµε το ανθρώπινο είδος.

»Για να το πούµε µε άλλα λόγια, ας βάλουµε τον Μαρξ στην ουσία του ζητήµατος. Οπως ήδη έχουµε αναφέρει, στον κύριο όγκο του έργου του Μαρξ ξεχωρίζει µια οπτική κατάφορτη µε καταχρηστική έµφαση στο εργοστάσιο, την παραγωγή, τους καπιταλιστές και τους προλετάριους, παραµελώντας πλήρως ζωτικά προβλήµατα που ταλαιπωρούν τον πλανήτη, όπως τα όρια του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων. Ο Ερνέστο Μπαλντούτσι έχει επισηµάνει ότι, εκτός από τις αντιφάσεις που συναντάµε στην ανάλυση του Μαρξ για την παραγωγική διαδικασία, µας αποκαλύπτονται και οι αντιφάσεις στη διαδικασία µε την οποία ο άνθρωπος µεταµορφώνει τη φύση. Ενώ “οι µεν πρώτες άφηναν αλώβητη την παγκόσµια διαδικασία της βιοµηχανικής επανάστασης θέτοντας σε αµφισβήτηση µόνο τη σχέση ανάµεσα στους βασικούς συντελεστές της, τον καπιταλιστή και τον εργάτη, οι δεύτερες αµφισβητούν τη βιοµηχανική διαδικασία καθαυτή”. Παρ’ όλα αυτά, αυτή η αναµφίλεκτη έλλειψη στο έργο του Μαρξ δεν πρέπει επ’ ουδενί να µας οδηγεί στην απαξίωση του υπόλοιπου έργου του, ιδιαίτερα την κριτική της µισθωτής εργασίας και του εµπορεύµατος, της εκµετάλλευσης, αλλά και του ίδιου του καπιταλισµού. Μάλιστα, αυτό ακριβώς αποτέλεσε ένα πολύ σηµαντικό ψεγάδι στην πρόταση που διατυπώνουν αρκετά πράσινα κόµµατα, τα οποία διακατέχονται συνήθως από ένα είδος περιβαλλοντολογικού αναγωγισµού και καταλήγουν να υποβαθµίζουν όλα τα υπόλοιπα θέµατα. Στις συγκεκριµένες πολιτικές δυνάµεις, και στους πνευµατικούς µέντορές τους, οφείλουµε το ότι η συζήτηση για το φυσικό περιβάλλον έχει αποκτήσει κεντρικό χαρακτήρα, ωστόσο αυτό δεν πρέπει να γίνεται µε τίµηµα να απαξιώνονται οι αγώνες για µια άλλη κοινωνία αναφορικά µε την εργασία και την εκµετάλλευση.

»Με άλλα λόγια, είναι εύλογο ότι δεν µπορεί να υπάρξει αποανάπτυξη αν παράλληλα δεν αµφισβητηθεί η καπιταλιστική τάξη, όπως και οι διαστάσεις της εκµετάλλευσης, της αδικίας και της ανισότητας τις οποίες εµπεριέχει. Σύµφωνα µε τον Καστοριάδη, “η οικολογία είναι ανατρεπτική διότι θέτει σε αµφισβήτηση το καπιταλιστικό φαντασιακό που κυριαρχεί στον κόσµο. Αρνείται τον βασικό του λόγο ύπαρξης, σύµφωνα µε τον οποίο το πεπρωµένο µας είναι η ασταµάτητη αύξηση της παραγωγής και της κατανάλωσης. Καταδεικνύει τον καταστροφικό αντίκτυπο της καπιταλιστικής λογικής στο φυσικό περιβάλλον και στη ζωή των ανθρώπων”. Να τονίσουµε ότι η αποανάπτυξη αυτή καθαυτή φαίνεται να βάλλει –πέρα ακόµα και από τις προθέσεις των υποστηρικτών της– κατευθείαν στα θεµέλια της λογικής της καπιταλιστικής συσσώρευσης, της λογικής ενός συστήµατος που επιµένει να καταστρέφει τον πλανήτη όπως ακριβώς καταστρέφει την κοινωνική ζωή και οτιδήποτε συλλογικό.

»Η πρόταση για µια εναλλακτική κοινωνία που συµβαδίζει µε την αποανάπτυξη εµπεριέχει τη γέννηση ενός κόσµου σαφέστατα προσανατολισµένου να προσπεράσει το σύµπαν του καπιταλισµού. Από την άλλη, είναι αλήθεια ότι, παρ’ όλο που η αµφισβήτηση της κοινωνίας της ανάπτυξης εµπεριέχει την αµφισβήτηση του καπιταλισµού, η αµφισβήτηση του καπιταλισµού δεν ενέχει αναγκαστικά και την αµφισβήτηση της ανάπτυξης.




Η παρομοίωση

»Πρέπει να στρέψουµε την προσοχή µας και σε ακόµα μια διάσταση, που θεµελιώνεται σε µια γνωστή ρήση του Βάλτερ Μπένγιαµιν: “Η επανάσταση δεν είναι ένα τρένο που ξεφεύγει, αλλά το να ξέρεις πότε να τραβήξεις χειρόφρενο”. [...] Ο Μαρξ ταύτιζε τις επαναστάσεις µε “ατµοµηχανές της Ιστορίας”, ωστόσο η παροµοίωση αυτή “παρέµενε αιχµάλωτη της µυθολογίας της ανάπτυξης, κατά την οποία οι σιδηρόδροµοι, έκφραση της βιοµηχανικής κοινωνίας, εικόνα της εξουσίας και της ταχύτητας, είχαν γίνει το σύµβολο στη διάρκεια του 19ου αιώνα.

»Υστερα όμως από τις ράγες του Μπίρκεναου, ύστερα από τις σιδηροτροχιές που άπλωσαν οι Ζεκ στη Σιβηρία, οι ατµοµηχανές δεν θύµιζαν πια την επανάσταση” (Εντσο Τραβέρσο). Αντίθετα, η επανάσταση επιβίωσε ως χειρόφρενο, και αυτό δεν θα µπορούσε επ’ ουδενί να γίνει αντιληπτό αν προηγουµένως δεν είχε καταστεί επιτακτική η ανάγκη να επανα­κτήσουµε το πρόγραµµα για µια αυτοδιευθυνόµενη σε όλες τις βαθµίδες κοινωνία, ως αποτέλεσµα, βέβαια, της ακλόνητης επιθυµίας και της βούλησης που υιοθετούνται και εκφράζονται από τους περισσότερους ανθρώπους».


ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: 
ΤΑΣΟΣ ΤΣΑΚΙΡΟΓΛΟΥ 
http://www.efsyn.gr/?p=155709


ΣΧΕΤΙΚΑ