Κατά το συμφέρον το «δημόσιο συμφέρον»;


Το Mισθοδικείο (3 δικαστές, 3 καθηγητές ΑΕΙ και 3 δικηγόροι) έκρινε αντισυνταγματική την τελευταία μνημονιακή περικοπή των αποδοχών των δικαστών και παράλληλα αναγνώρισε το αφορολόγητο του 25% των αποδοχών τους, όπως συμβαίνει με τους βουλευτές, με επιχείρημα την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα ισοτιμία των τριών κρατικών λειτουργιών (εξουσιών).
Μεταξύ των σκέψεων και συγκρίσεων στις οποίες προχώρησε το Mισθοδικείο είναι ότι «μειώσεις μπορούν να γίνουν για λόγους δημοσίου συμφέροντος, αλλά οι αποδοχές των τριών εξουσιών πρέπει να παραμείνουν ίσες» και «δεν επιτρέπεται να επιβαρύνονται οι ίδιες κατηγορίες πολιτών, όπως οι μισθωτοί που είναι, κατά κανόνα, συνεπείς στις φορολογικές τους υποχρεώσεις». Είναι η πρώτη φορά που μνημονιακός νόμος κρίνεται στην Ελλάδα αντισυνταγματικός, κατά πλειοψηφία, από δύο συνθέσεις του Μισθοδικείου, στη μία εκ των οποίων η πρόεδρος ήταν η εισηγήτρια στο ΣτΕ κατά την εκδίκαση των προσφυγών κατά του πρώτου Μνημονίου.
Ειδικότερα, η πλήρης Ολομέλεια του ΣτΕ δέχθηκε την εισήγηση και έκρινε ότι συνάδουν τόσο με το Σύνταγμα όσο και με τις Διεθνείς Συμβάσεις τα περιοριστικά μέτρα που επιβάλλει το Μνημόνιο, όπως είναι οι περικοπές των αποδοχών, συντάξεων, επιδομάτων κ.λ.π. Σε άλλο σημείο της απόφασης αναφέρεται ότι λόγοι δημοσίου συμφέροντος δικαιολογούν αυτές τις περικοπές στις αποδοχές, οι οποίες είναι μέσα σε βιώσιμα επίπεδα, στο πλαίσιο «ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προωθήσεως διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας». Υπογράμμιζε επιπλέον ότι «η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα ληπτέα μέτρα για την αντιμετώπιση της επ’ αυτού διαπιστωθείσης κρίσιμης δημοσιονομικής καταστάσεως υπόκεινται σε οριακό, μόνο, δικαστικό έλεγχο». Ο νομοθέτης, δηλαδή ουσιαστικά η εκάστοτε κυβέρνηση, θα μπορούσε να νομοθετεί κατά την απόλυτη κρίση της, χωρίς πρακτικά να αντιμετωπίζει τον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας.
Πολλά συνέβησαν μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης αυτής από το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας, ερχόμενα σε αντίθεση με τα ειωθότα, ακόμη και στην προδικασία, προς καθησυχασμό ότι όλα έβαιναν καλώς μπροστά στις δύσκολες συγκυρίες που αντιμετώπιζε η χώρα. Ολα λοιπόν, κατά το ΣτΕ, καλώς καμωμένα. Μέτρα συνταγματικά, χάριν του «δημοσίου συμφέροντος», το οποίο κι’ αυτό, όπως τόσες άλλες ουσιαστικές λέξεις, με σαφή νοηματικό χαρακτήρα, έχουν αλλοιωθεί, χρησιμοποιούμενο ανάλογα με τις περιστάσεις, τα πρόσωπα και τις καταστάσεις. Σ’αυτόν λοιπόν τον καταιγισμό κατάδηλα αντισυνταγματικών μέτρων, και όχι οριακών, σε σημείο που το Σύνταγμα να έχει την τύχη οποιοδήποτε απλού νόμου, κάποιοι, δυστυχώς, εξακολουθούν να το επικαλούνται κατά το δοκούν. Ιδιαίτερα η πολιτική ελίτ, η οποία εξακολουθεί να απολαμβάνει τα ιδιαίτερα προκλητικά προνόμια, που ούτε σε τριτοκοσμικές χώρες φυλάρχων δεν συναντάται. Δικαίως κατ’ αρχήν διαμαρτύρονται οι δικαστικοί λειτουργοί επικαλούμενοι τη μη ισότιμη αντιμετώπισή τους από την Πολιτεία. Βεβαίως, προ πολλού, οι διακρίσεις των εξουσιών έχουν απορροφηθεί από την εκτελεστική, η οποία ασυδοτεί, προσπαθώντας με διάφορους τρόπους να αποφύγει τον δικαστικό έλεγχο. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κάποιος τις ντροπολογίες που χαρίζουν πρόστιμα εκατομμυρίων, αναστέλλουν ποινικές διώξεις, παραγράφουν υποθέσεις, απαλλάσσουν των αστικών-ποινικών ευθυνών συγκεκριμένες κατηγορίες προσώπων. Ποιος όμως νοιάζεται…
Το «δημόσιο συμφέρον» είναι ο οδηγός για κάθε πράξη, ανήθικη ή παράνομη, που μεταβαπτίζεται σε νόμιμη. Χάριν του δημοσίου συμφέροντος…
Αλίμονο στους αδύναμους οι οποίοι πληθύνονται, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, όπως το εννοούν οι κρατούντες.
Ναι! Οι δικαστές έχουν αδικηθεί μισθολογικά, αλλά όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η ανεξαρτησία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τις δικαστικές αποδοχές επειδή ο νομοθέτης «δεν εξέτασε τις επιπτώσεις στη λειτουργία της Δικαιοσύνης για την εξασφάλιση της δικαστικής ανεξαρτησίας που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα», όπως αναφέρεται και στην απόφαση του Μισθοδικείου. Ο δικαστής είναι ανεξάρτητος, ούτως ή άλλως, και δικάζει κατά συνείδηση. Ο ανέντιμος και ανήθικος θα εξακολουθεί να είναι τέτοιος, όσα χρήματα και να έχει.
Η Δικαιοσύνη στάθηκε ψηλά στη συνείδηση του Ελληνα πολίτη όταν στις δύσκολες στιγμές έκανε την υπέρβασή της. Οταν όρθωσε το ηθικό της ανάστημα. Αυτή είναι και η έννοια του κράτους δικαίου. Να ελέγχεται η αυθαιρεσία του κράτους δυνάστη, όπως συμβαίνει σήμερα, που Σύνταγμα και νόμοι καταπατούνται βάναυσα. Κυρίως απ’ αυτούς που τάχθηκαν να φυλάνε Θερμοπύλες και αποδείχθηκαν Εφιάλτες.
Ποιος θέλει, είναι το ερώτημα, ανεξάρτητη Δικαιοσύνη;
– Ουδείς απ’ όσους κραυγάζουν γι’ αυτήν…

 Δ. Παξινός, 
 πρώην πρόεδρος ΔΣΑ.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_
2_18/01/2014_546230