Η Οικονομία στο Δικαστήριο


Πρόσφατα το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας στην Καρλσρούη παρέπεμψε στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υπόθεση για τη νομιμότητα ή μη του προγράμματος ΟΜΤ, δηλαδή της επαναγοράς ομολόγων κρατών όπως η Ισπανία, η Ιταλία από την ΕΚΤ, το οποίο είχε αποφασιστεί τον Σεπτέμβριο του 2012 από τον Μάριο Ντράγκι μετά τη δήλωσή του πως θα κάνει τα πάντα για να σώσει το ευρώ. 
Τριάντα επτά χιλιάδες Γερμανοί έχουν προσφύγει εναντίον της ΕΚΤ διότι θεωρούν πως είχε υπερβεί τις αρμοδιότητές της (ultra vires act), διότι οι ευρωπαϊκές συνθήκες τής επέτρεπαν μόνο νομισματική πολιτική, ενώ το πρόγραμμα επαναγοράς θεωρήθηκε οικονομική πολιτική για την οποία είναι αρμόδια μόνον τα κράτη. Το Συνταγματικό Δικαστήριο, με ψήφους 6-2, αποφάσισε ότι η πράξη της ΕΚΤ ήταν πέραν των αρμοδιοτήτων της αλλά θεώρησε πιο κομψό να παραπέμψει το ζήτημα για συμβουλευτική ερμηνεία στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΑΕΔ) στο Λουξεμβούργο. Η μειοψηφία θεώρησε πως η προσφυγή έπρεπε να απορριφθεί κηρύσσοντας το δικαστήριο αναρμόδιο για αυτό το ζήτημα το οποίο είναι αρμοδιότητα της κυβέρνησης και της Βουλής. Αυτό το σκεπτικό είναι η ρεαλιστική θέση σε τέτοια ζητήματα έκτακτης ανάγκης. Το ίδιο δικαστήριο είχε απορρίψει προσφυγή το 2011 κατά του πακέτου διάσωσης της Ελλάδας. 
Η απόφαση του ΑΕΔ θεωρείται ότι θα είναι θετική για την ΕΚΤ. Το γερμανικό Ανώτατο Δικαστήριο όμως θα πάρει τη δική του απόφαση. Είναι η πρώτη φορά που το Συνταγματικό Δικαστήριο παραπέμπει υπόθεση στο ΑΕΔ και για κάποιους αυτό υποδεικνύει την αποδοχή της προτεραιότητας του ευρωπαϊκού Δικαίου έναντι του γερμανικού. Για άλλους είναι συνήθης πρακτική την οποία υιοθετεί το γερμανικό δικαστήριο. Πρακτικά, αυτό που έχει συμβεί είναι πως η ΕΚΤ πήρε τον Σεπτέμβριο του 2012 μια απόφαση να «απειλήσει» τις αγορές με απεριόριστη εξαγορά ομολόγων της περιφέρειας, ώστε να μειώσει το διαφορικό επιτόκιο μεταξύ αυτών και των επιτοκίων των κεντρικών χωρών. Μέχρι τώρα αυτό επέτυχε. Η απόφαση του δικαστηρίου σκιαγραφεί τον τρόπο με τον οποίο θα θεωρούσε την κίνηση αυτή της ΕΚΤ νόμιμη. Πρώτον, τα ομόλογα αυτά δεν θα επιδέχονταν κούρεμα, δεύτερον, ότι θα πρέπει να αποφεύγονται οι εμπλοκές για τη διαμόρφωση τιμών στις αγορές και τρίτον, πως δεν θα πρέπει να υπάρξει απεριόριστη εξαγορά ομολόγων. Μέχρι στιγμής η ΕΚΤ δεν έχει αγοράσει κανένα ομόλογο κράτους της περιφέρειας. 
Αυτό επίσης το οποίο έχει τεθεί σε αμφισβήτηση είναι και η νομιμότητα του Μηχανισμού Ευρωπαϊκής Σταθερότητας (500 δισ. ευρώ), ο οποίος δεν έχει ούτε και αυτός ενεργοποιηθεί. 
Το ΑΕΔ θα χρειαστεί από έξι έως δεκαοκτώ μήνες για να αποφασίσει. Αρα περιμένουμε τελεσίδικη απόφαση από τη γερμανική πλευρά μετά δύο χρόνια. 
Αντιδρώντας στην είδηση, υπάρχουν τουλάχιστον δύο απόψεις: Η μία ότι με το να απορρίψει στην ουσία τη νομιμότητα του σχεδίου της ΕΚΤ το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο θέτει σε νέο κίνδυνο τη σταθερότητα του ευρώ. Γιατί εάν έως την τελική ετυμηγορία παρουσιαστεί μια κρίση η οποία θα απαιτήσει τη χρήση του ΟΜΤ, είναι αμφισβητήσιμο εάν ο μηχανισμός θα μπορούσε να λειτουργήσει τουλάχιστον με τη συμμετοχή της Γερμανίας. Η γερμανική Κεντρική Τράπεζα θα απόσχει από τον μηχανισμό στήριξης της ΕΚΤ λόγω της επικείμενης πιθανής απόφασης για αναθεώρηση των όρων όπως έχουν ήδη προδιαγραφεί. Από την άλλη πλευρά, άλλοι αναλυτές θεωρούν πως το ζήτημα είναι πολιτικό παιχνίδι το οποίο δεν θα έχει επίπτωση σε μια τέτοια κρίση. Το «Σπίγκελ» και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρούν θετική την απόφαση αυτή. Αντίθετα, άλλοι λένε πως «η απόφαση αυτή υπενθυμίζει σε όλους πως η ευρωζώνη δεν είναι η όαση ασφαλείας ούτε ο αυτονόητος επενδυτικός προορισμός που φαίνεται από τη μέχρι τώρα πορεία των αγορών» ή θεωρούν την απόφαση «βόμβα» στην αυλή της ΕΚΤ ή ότι «είναι μια γενική επίθεση κατά της στρατηγικής διάσωσης της Ευρώπης». Τέλος, κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι με αυτήν την απόφαση η Γερμανία υπονομεύει το ευρώ. Πάντως οι αγορές αντέδρασαν μάλλον θετικά. 
Ολα τα παραπάνω συνθέτουν μια πραγματικότητα την οποία πολλοί Ελληνες και κυρίως οι πολιτικοί της χώρας, ασχέτως ιδεολογικής τοποθέτησης, αγνοούν ή θέλουν να αγνοούν. Στις ατέρμονες συζητήσεις για το ευρώ, τη δραχμή, μέσα ή έξω από την Ευρώπη, δεν έχουν διευκρινιστεί μερικά βασικά σημεία. Η Ε.Ε., πέραν των άλλων, είναι νομική ένωση. Το ζήτημα των νομικών δεσμεύσεων μεταξύ των κρατών-μελών και των δικαιοδοσιών των εθνικών δικαστηρίων έναντι αποφάσεων των οργάνων της Ε.Ε., όπως η ΕΚΤ, για πολιτικές οι οποίες στηρίζουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έκανε την εμφάνισή του ως καθοριστικό για τη συνέχεια ή όχι του ιστορικού αυτού εγχειρήματος. 
Η Γερμανία από την αρχή της κρίσης έχει παίξει ένα παιχνίδι που θα το χαρακτήριζε κανείς μακιαβελικό, αφήνοντας τις κρίσεις να διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς να προτείνει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για το σύνολο της ευρωζώνης. Παίζοντας με τις εξελίξεις, στην πραγματικότητα παίζει αυτό το παιχνίδι το οποίο όμως είναι κενό περιεχομένου, γιατί ο Μακιαβέλι στην πολιτική του θεωρία είχε στο κέντρο της κάθε πολιτικής πράξης τον ηγεμόνα και ένα συγκεκριμένο σκοπό. Η Γερμανία δεν υπήρξε ποτέ ηγεμονική δύναμη ούτε είναι. Στην πραγματικότητα ισχύει το αμερικανικό: «γ### την Ευρώπη», δηλαδή τη Γερμανία, για το ζήτημα της Ουκρανίας. 
Αυτή η αγοραία αναφορά της Αμερικανίδας υφυπουργού υπογραμμίζει τη θέση της Γερμανίας έναντι των πράγματι μεγάλων δυνάμεων. Η κίνηση του Συνταγματικού Δικαστηρίου εκφράζει τις εσωτερικές αντιφάσεις και αδυναμίες μιας χώρας, η οποία με τόσο κόπο έχτισε μεταπολεμικά μαζί με τους άλλους Ευρωπαίους την Ε.Ε., την ενωμένη Γερμανία, το ευρώ και μια ισχυρή παραγωγική οικονομία. H Ε.Ε., δίχως σταθερότητα και βασικές αρχές αλληλεγγύης, όχι βέβαια με το «λεφτά υπάρχουν», με επικεφαλίδες α λα «Bild» και «Focus», σε συνδυασμό με πωλήσεις α λα Siemens, δεν έχει πολλά περιθώρια ύπαρξης.
 Ν. Α. Μπινιάρης,
 συγγραφέας
http://www.efsyn.gr/?p=175836