Το βρώμικο χρήμα των πλούσιων χωρών
(...)
οι 27 από τις 34 χώρες του ΟΟΣΑ δεν διαθέτουν επαρκείς πληροφορίες για την ιδιοκτησία των επιχειρήσεων και καμία δεν συμμορφώνεται πλήρως με τις υποδείξεις για την πρόληψη του ξεπλύματος χρήματος.(...)Στα μισά κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ δεν έχει ασκηθεί καμία δίωξη _ πιθανή ένδειξη απάθειας ή ανικανότητας. (...)πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ έδειξε ότι και οι πλούσιες χώρες έχουν ευθύνη επειδή δεν υιοθετούν και δεν εφαρμόζουν νόμους για να εντοπίζουν και να σταματούν τις παράνομες μεταφορές χρημάτων.
(...)
Λιγότερος από έναν χρόνο απομένει για την προθεσμία επίτευξης των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας που καθόρισε ο ΟΗΕ το 2000. Η ακραία φτώχεια έχει περιοριστεί στο μισό. Αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα όσον αφορά τους στόχους για την υγεία, την παιδεία, το περιβάλλον και την ισότητα μεταξύ δύο φύλων. Τι φταίει για την καθυστέρηση στους τομείς αυτούς;
Ένας τρόπος για να επισπευσθεί η διαδικασία είναι περιοριστούν τα μεγάλα χρηματικά ποσά που ρέουν παράνομα έξω από τις αναπτυσσόμενες χώρες προς τραπεζικούς λογαριασμούς χωρών του ΟΟΣΑ. Εκείνοι που δέχονται τα χρήματα αυτά είναι εξίσου υπεύθυνοι για αυτή την τραγική κατάσταση με εκείνους που την προκαλούν. Αλλά μπορούμε να σταματήσουμε, και να αναστρέψουμε, αυτές τις εκροές.
Υπολογίζεται ότι ένα τρισεκατομμύριο δολάρια, σχεδόν το ένα τρίτο του ΑΕΠ της Αφρικής, φεύγει από τις αναπτυσσόμενες χώρες τον χρόνο _ αν και το πραγματικό μέγεθος αυτών των κρυφών εμβασμάτων είναι αδύνατο να βρεθεί.
Μια προφανής αιτία των εκροών αυτών είναι η κακή διακυβέρνηση των αναπτυσσόμενων χωρών. Όμως πρόσφατη έρευνα του ΟΟΣΑ έδειξε ότι και οι πλούσιες χώρες έχουν ευθύνη επειδή δεν υιοθετούν και δεν εφαρμόζουν νόμους για να εντοπίζουν και να σταματούν τις παράνομες μεταφορές χρημάτων.
Οι κυβερνήσεις ενδιαφέρονται για δύο είδη παράνομων χρηματικών ροών. Μετρητά από εγκληματικές δραστηριότητες _ όπως παράνομη διακίνηση ανθρώπων και ναρκωτικών, λαθρεμπόριο και διαφθορά _ και από φοροδιαφυγή.
Και στις δυο περιπτώσεις, τα παράνομα χρήματα απαιτούν πρόσβαση στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα προκειμένου να βρουν ένα ασφαλές καταφύγιο. Δεν είναι προς το συμφέρον των κρατών να επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Οσοι ξεπλένουν χρήματα ή φοροδιαφεύγουν θα σταματήσουν τις δραστηριότητές τους αν εκτεθούν στο σκληρό φως της χρηματοπιστωτικής διαφάνειας. Δυστυχώς, ούτε οι χώρες με την καλύτερη διακυβέρνηση δεν μπορούν να δουν την πλήρη εικόνα.
Ας πάρουμε την περίπτωση του φέρυ μποτ «Scandinavian Star» στο οποίο ξέσπασε πυρκαϊά καθ' οδόν προς την Δανία το 1990, και σκοτώθηκαν 159 άτομα. Παρά την 25ετή αστυνομική έρευνα στη Νορβηγία, ακόμη δεν έχουν προσδιοριστεί οι πραγματικοί ιδιοκτήτες του πλοίου.
Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει: οι 27 από τις 34 χώρες του ΟΟΣΑ δεν διαθέτουν επαρκείς πληροφορίες για την ιδιοκτησία των επιχειρήσεων και καμία δεν συμμορφώνεται πλήρως με τις υποδείξεις για την πρόληψη του ξεπλύματος χρήματος. Προτεραιότητα λοιπόν για τις φορολογικές και νομικές αρχές είναι να ανακαλύψουν σε ποιον ανήκει τι και από πού προέρχονται όσα του ανήκουν.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα μέσω της παγκόσμιας διακυβέρνησης και συνεργασίας. Ευτυχώς υπάρχει αυξανόμενη πολιτική βούληση να αντιμετωπιστούν αυτά τα ζητήματα. Πρόσφατα το G-8 και το G-20 συμφώνησαν να μοιράζονται φορολογικές πληροφορίες. Οι κυβερνήσεις άρχισαν να κλείνουν τα παραθυράκια και να αναγκάζουν τις εταιρείες να δημοσιοποιούν τα πλήρη στοιχεία των ιδιοκτητών τους.
Οι επιτυχίες αυτές μπορεί να αποτρέψουν το έγκλημα, αλλά μέχρι ενός σημείου. Υπολογίζεται ότι ένα τρισεκατομμύριο δολάρια τον χρόνο συνεχίζει να πληρώνεται ως μίζες σε κρατικούς λειτουργούς από εταιρείες και εύπορους ιδιώτες. Στα μισά κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ δεν έχει ασκηθεί καμία δίωξη _ πιθανή ένδειξη απάθειας ή ανικανότητας. Αν αυτά τα εγκλήματα δεν τιμωρούνται αυστηρά, οι ανέντιμες εταιρείες θα συνεχίσουν να αψηφούν τον νόμο ενώ οι υπεύθυνες εταιρείες, αφού θα έχουν χάσει δουλειές αρνούμενες να πληρώσουν μίζες, ίσως αρχίσουν να ξανασκέφτονται κατά πόσον η ηθική προσέγγιση έχει εμπορικό νόημα.
Ολοι έχουμε ρόλο να παίξουμε στην αλλαγή στάσης και συμπεριφοράς. Δεν αρκεί να κατηγορούμε τις αναπτυσσόμενες χώρες για τα προβλήματα στη διακυβέρνησή τους. Οι χώρες του ΟΟΣΑ πρέπει να μοιραστούν την ευθύνη και να εκπληρώσουν τις δικές τους υποχρεώσεις αντί να αποστρέφουν το βλέμμα.
Η διαφθορά διαβρώνει την εμπιστοσύνη στους χρηματοοικονομικούς μας θεσμούς, βγάζει το χειρότερο ακόμη και στους καλύτερους από εμάς και είναι ηθικά απεχθής. Πρέπει να πάρουμε πιο σοβαρά τους ίδιους μας τους κανόνες και τις ευθύνες μας.
Erik Solheim,
πρώην υπουργός Ανάπτυξης Νορβηγίας,
πρόεδρος της Επιτροπής Αναπτυξιακής Βοήθειας του ΟΟΣΑ
ΤΟ ΒΗΜΑ - THE PROJECT SYNDICATE