Le Goff, Jacques, 1924-2014




 Ο Ζακ Λε Γκοφ, από τους κυριότερους εκπροσώπους της σχολής της "Νέας Ιστορίας", γεννήθηκε το 1924 στην Τουλόν. Απόφοιτος της Ecole Normale Superieure, agrege της ιστορίας, γίνεται το 1962 διευθυντής σπουδών και από το 1972-1975 πρόεδρος του VΙου τμήματος της Ecole Pratique des Hautes Etudes που ιδρύθηκε λίγα χρόνια πριν από τον Fernand Braudel. Από το 1975 ως το 1977 ήταν πρόεδρος της Ανώτατης Σχολής Κοινωνικών Επιστημών (Ecole Pratique des Hautes Etudes en Sciences Sociales) που διαδέχθηκε το VIo τμήμα. Η ενασχόλησή του με το ίδρυμα αυτό σηματοδοτεί την επιθυμία του να ανανεώσει τη μεσαιωνική ιστορία με τη συνδομή των κοινωνικών επιστημών. Αυτός ο προσανατολισμός διαφαίνεται στο έργο του "La Civilisation de l' occident medieval" (1964) που δημιούργησε και κατέστησε δημοφιλή μια καινούργια άποψη για το Μεσαίωνα, περισσότερο σύνθετη αλλά και ταυτοχρόνως περισσότερο ελκυστική. Από το έτος 1969 είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού "Annales". Η συμβολή του Λε Γκοφ στη μεσαιωνική ιστορία περιέχει δύο πτυχές. Πρώτον συγκροτεί μια κοινωνική ιστορία της μεσαιωνικής πόλης. Ο Marc Bloch ήταν ο πρώτος που πρότεινε την αντικατάσταση της επίσημης και θεσμικής ιστορία της φεουδαρχίας από μια κοινωνική προσέγγιση, ακολουθούμενος από δύο γενιές ειδικών (George Duby, Robert Fossier, Pierre Toubert). Οι έρευνες του όμως αφορούσαν κυριώς την αγροτική ιστορία. O Λε Γκοφ πρώτος οικοδόμησε μια κοινωνική ιστορία της πόλης και με το βιβλίο του "Les Intellectuels au Moyen Age" (1957) άνοιξε νέα πεδία ερεύνας. Το ενδιαφέρον του Λε Γκοφ για την πόλη μαρτυρούν και τα έργα του "L' Histoire de la France urbaine" (σε συνεργασία με τον Georges Duby, 1980) και "L' Homme medieval" (1989). Δεύτερον, ο Λε Γκοφ συνέβαλε αποφασιστικά σε μια ιστορία των μεσαιωνικών νοοτροπιών, αξιοποιώντας τη συμβολή της ανθρωπολογία, συνδέοντας μεταξύ τους πεδία ως τότε διακριτά όπως τη θεολογία με τις εμπορικές και βιοτεχνικές δραστηριότητες ("La Naissance du purgatoire", 1981, "La Bourse et la vie" 1986) και χρησιμοποιώντας πηγές φαινομενικά περιθωριακές ή ελάσσονες: τη λογοτεχνία, τους θρύλους, τα κηρύγματα, τις εικόνες, τις τελετουργίες ("Pour un autre Moyen Age", 1977, "L' Imaginaire medieval, 1985). Παράλληλα ο Λε Γκοφ ασχολήθηκε και με την ιστοριογραφία: "Faire de l' Histoire" με τον Nora (1974), "La Nouvelle Histoire" με τους Chartier και Revel (1978), "Histoire et Memoire" (1988). Στα ελληνικά έχουν εκδοθεί τα βιβλία του: "Ήρωες και θαυμαστά του Μεσαίωνα" (Κέδρος), "Το πουγκί και η ζωή" (Κέδρος), "Η ωραιότερη ιστορία του έρωτα" (Κριτική), "Οι διανοούμενοι στο Μεσαίωνα" (Κέδρος), "Ιστορία και μνήμη" (Νεφέλη), "Η Ευρώπη" (Ελληνικά Γράμματα), "Για έναν άλλο Μεσαίωνα" (Ελληνικά Γράμματα), "Ο πολιτισμός της μεσαιωνικής Δύσης" (Βάνιας), "Η Ευρώπη γεννήθηκε τον Μεσαίωνα;" (Πόλις), καθώς και τα βιβλία "Η γένεση της σύγχρονης επιστήμης στην Ευρώπη" (Ελληνικά Γράμματα) και "Το έργο της Ιστορίας" (Κέδρος-Ράππα), τα οποία επιμελήθηκε.

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ:

(2008)Το φαντασιακό στο Μεσαίωνα, Κέδρος
(2006)Η Ευρώπη γεννήθηκε τον Μεσαίωνα;, Πόλις
(2005)Ήρωες και θαυμαστά του Μεσαίωνα, Κέδρος
(2004)Το πουγκί και η ζωή, Κέδρος
(2002)Οι διανοούμενοι στο μεσαίωνα, Κέδρος
(1998)Ιστορία και μνήμη, Νεφέλη
(1997)Η Ευρώπη, Ελληνικά Γράμματα
(1994)Για έναν άλλο μεσαίωνα, Ελληνικά Γράμματα
(1993)Ο πολιτισμός της μεσαιωνικής Δύσης, Βάνιας

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα

(2009)Μια ιστορία του σώματος στον Μεσαίωνα, Κέδρος
(2008)History on Stage, Το Ροδακιό
(2008)Ο Μεσαίωνας, Νεφέλη
(2004)Η ωραιότερη ιστορία του έρωτα, Κριτική


Λοιποί τίτλοι

(2004)Rossi, Paolo, Η γένεση της σύγχρονης επιστήμης στην Ευρώπη, Ελληνικά Γράμματα [επιμέλεια]
(1998)Eco, Umberto, 1932-, Η αναζήτηση της τέλειας γλώσσας, Ελληνικά Γράμματα [επιμέλεια σειράς]
(1998)Du Jourdin, Michel Mollat, Η Ευρώπη και η θάλασσα, Ελληνικά Γράμματα [επιμέλεια σειράς]
(1998)Tilly, Charles, Οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις, Ελληνικά Γράμματα [επιμέλεια σειράς]
(1997)Benevolo, Leonardo, Η πόλη στην Ευρώπη, Ελληνικά Γράμματα [επιμέλεια σειράς]
(1997)Montanari, Massimo, Πείνα και αφθονία στην Ευρώπη, Ελληνικά Γράμματα [επιμέλεια σειράς]
(1988)Το έργο της ιστορίας, Κέδρος - Ράππα [επιμέλεια]
(1988)Το έργο της ιστορίας, Κέδρος - Ράππα [επιμέλεια]
(1983)Το έργο της ιστορίας, Κέδρος - Ράππα [επιμέλεια]

ΠΗΓΗ:http://www.biblionet.gr/author/6055/Jacques_Le_Goff


Χορός χωρικών σε μεσαιωνικό χωριό. The Granger Collection, New York (από την Britannica)
ΧΟΡΌΣ ΧΩΡΙΚΏΝ ΣΕ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΌ ΧΩΡΙΌ. 
THE GRANGER COLLECTION, NEW YORK 
(ΑΠΌ ΤΗΝ BRITANNICA)

Tacuinum Sanitatis, 15ος αιώνας

TACUINUM SANITATIS, 15ΟΣ ΑΙΏΝΑΣ


ΣΧΕΤΙΚΑ

(...)
Δεινός γνώστης του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, ο Λε Γκοφ αναπτύσσει τη θεωρία ότι ο Μεσαίωνας είναι η «εποχή που αποτέλεσε την αποφασιστική στιγμή της γέννησης, των παιδικών και νεανικών χρόνων» της Ευρώπης, «χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι άνθρωποι εκείνων των αιώνων είχαν ποτέ διανοηθεί ή είχαν καμιά διάθεση να οικοδομήσουν μια ενωμένη Ευρώπη». Η ιδέα της μεσαιωνικής καταγωγής της Ευρώπης παρουσιάστηκε τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από δύο Γάλλους ιστορικούς, ιδρυτές του περιοδικού Annales, που ανανέωσε την ιστοριογραφία: τον Μαρκ Μπλοχ (μέντορα του Λε Γκοφ) και τον Λουσιέν Φεμπρ. Ο Μεσαίωνας είναι για τους συγκεκριμένους ιστορικούς, όπως και για τον Λε Γκοφ, σημείο καμπής διότι σηματοδότησε την ιδέα περί μεταφοράς εξουσίας και πολιτισμού από την Ανατολή στη Δύση και το αίσθημα υπεροχής της δυτικής ευρωπαϊκής κουλτούρας που κατέχει πολλούς Ευρωπαίους κατά τους επόμενους αιώνες. Σήμερα η «Κ» προδημοσιεύει αποσπάσματα από το Προοίμιο του βιβλίου που τιτλοφρείται «H εποχή πριν από τον Μεσαίωνα».
Η σύγκρουση των πολιτισμών
Η αντίθεση Ανατολής και Δύσης (με την οποία συγχέεται η Ευρώπη) ενσαρκώνει για τους αρχαίους Ελληνες τη θεμελιώδη σύγκρουση των πολιτισμών. (…) Κατά τον Ιπποκράτη, οι Ευρωπαίοι είναι θαρραλέοι αλλά και επιθετικοί και πολεμοχαρείς, ενώ οι Ασιάτες είναι μετρημένοι, καλλιεργημένοι αλλά και φιλειρηνικοί, και μάλιστα άνθρωποι χωρίς δυναμισμό. Οι Ευρωπαίοι αγαπούν την ελευθερία και είναι έτοιμοι να πολεμήσουν, ακόμη και να πεθάνουν, γι' αυτήν. Το πολιτικό καθεστώς που προτιμούν είναι η δημοκρατία, ενώ οι Ασιάτες δέχονται άνετα τη δουλεία, αρκεί να έχουν την άνεση και την ησυχία τους.
Αυτή η εικόνα των ανθρώπων της Ανατολής επιβίωσε στον χρόνο, και τον 18ο αιώνα οι Ευρωπαίοι φιλόσοφοι θα τη χρησιμοποιήσουν για να σκαρώσουν τη θεωρία της φωτισμένης δεσποτείας, πολιτικού καθεστώτος που πίστευαν ότι ταίριαζε καλύτερα στην Ασία· πάνω στον ίδιο άξονα, ο μαρξισμός του 19ου αιώνα θα ορίσει έναν ασιατικό τρόπο παραγωγής ως βάση των αυταρχικών καθεστώτων. Η μεσαιωνική κοινωνία, κοινωνία όπου συμβίωναν πολεμιστές και χωρικοί, δεν θα διαψεύσουν τον Ιπποκράτη: με τα επικά άσματά της (chansons de geste) θα κληροδοτήσει στην Ευρώπη την εικόνα του εκχριστιανισμένου πολεμικού ήρωα.
Οι δύο Ανατολές και το 1204
Η αρχαία Ελλάδα άφησε, λοιπόν, διπλή κληρονομιά στην Ευρώπη: την αντίθεση με την Ανατολή, την Ασία, και το μοντέλο της δημοκρατίας. Ο Μεσαίωνας αγνόησε το δημοκρατικό μοντέλο, που στην Ευρώπη θα επανεμφανιστεί σε βελτιωμένη εκδοχή μόλις με τη Γαλλική Επανάσταση. Η αντίθεση με την Ανατολή θα ενισχυθεί, αντίθετα, στη μεσαιωνική Δύση· ή, μάλλον, ο Μεσαίωνας θα θεωρήσει ότι υπάρχουν δύο Ανατολές. Η πρώτη, η πιο κοντινή, είναι ο ελληνικός βυζαντινός κόσμος. Ο κόσμος αυτός έχει κληρονομήσει από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία την αντίθεση μεταξύ Ελλήνων και Λατίνων. Σ' αυτήν προσθέτει την ολοένα μεγαλύτερη αντίθεση μεταξύ ρωμαϊκού και ορθόδοξου χριστιανισμού, και δεν νιώθει, στην πραγματικότητα, ίχνος χριστιανικής αλληλεγγύης. Ακραία έκφραση αυτής της εχθρότητας έχουμε το 1204, όταν οι Λατίνοι της Δ΄ Σταυροφορίας στρέφονται προς την Κωνσταντινούπολη για να την κατακτήσουν και να τη λεηλατήσουν.
Η κληρονομιά της Αρχαιότητας
Ανάμεσα σε όσα κληρονόμησαν από την Αρχαιότητα, μεταβίβασαν και συχνά αναβίωσαν οι άνθρωποι του Μεσαίωνα, πρέπει να διακρίνουμε τέσσερα κύρια στοιχεία. Το πρώτο είναι η αρχαία ελληνική κληρονομιά. Αυτή κληροδοτεί στον Μεσαίωνα τη φυσιογνωμία του ήρωα, που, όπως θα δούμε, εκχριστιανίζεται και γίνεται μάρτυρας και άγιος· τον ανθρωπισμό, που επίσης τροποποίησε ο χριστιανισμός σε τέτοιο βαθμό ώστε να μιλάμε, τον 12ο αιώνα, για «χριστιανικό σωκρατισμό»· το θρησκευτικό οικοδόμημα, τον ναό που γίνεται εκκλησία, είτε κατόπιν καταστροφής είτε κατόπιν μεταβολής της χρήσης του· τον οίνο, που με τη μεσολάβηση των Ρωμαίων γίνεται το ποτό της αριστοκρατίας και το ιερό υγρό της χριστιανικής λειτουργίας. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν, εκτός από την «πόλιν», μακρινό πρόγονο της μεσαιωνικής πόλης, η λέξη «δημοκρατία», που δεν θα βρει την ενσάρκωσή της παρά μόνο μετά τον Μεσαίωνα, και, φυσικά, το όνομα Ευρώπη. Πολύ πιο πλούσια είναι η ρωμαϊκή κληρονομιά, καθώς η μεσαιωνική Ευρώπη προέρχεται κατευθείαν από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η πρώτη βασική κληρονομιά είναι η γλώσσα, φορέας πολιτισμού. Η μεσαιωνική Ευρώπη μιλάει και γράφει στα λατινικά, και όταν η λατινική γλώσσα υποχωρεί μπροστά στις λαϊκές γλώσσες μετά τον 10ο αιώνα, οι λεγόμενες ρομανικές γλώσσες -γαλλική, ιταλική, ισπανική και πορτογαλική- συντηρούν αυτή τη γλωσσική κληρονομιά. (…) Επιπλέον, οι Ρωμαίοι κληροδοτούν στους ανθρώπους του Μεσαίωνα την αρχιτεκτονική, την οποία θα ανακαλύψουν εκ νέου και θα αναπτύξουν οι ίδιοι οι κληρονόμοι, περίπου από το έτος 1000 και μετά. (…) Από τη ρωμαϊκή Αρχαιότητα προέρχεται επίσης, έχοντας υποστεί μεταβολές, η σχέση αντίθεσης και συμπληρωματικότητας μεταξύ πόλης και υπαίθρου. (…)
Πρέπει να αναφέρουμε και μια παρακαταθήκη που διαδόθηκε στον Μεσαίωνα με πιο διακριτικό, ενίοτε μάλιστα και ασυνείδητο τρόπο. Είναι η ινδοευρωπαϊκή ιδέα περί τριμερούς διάκρισης των λειτουργιών της κοινωνίας, η οποία, όπως απέδειξε ο Georges Dumezil είχε γνωρίσει ευρεία διάδοση από αρχαιοτάτων χρόνων. (…) Μια τελευταία παρακαταθήκη υψίστης σημασίας είναι η κληροδότηση της Βίβλου. (…) Κατά τον Μεσαίωνα η Βίβλος θεωρείται και χρησιμοποιείται ως εγκυκλοπαίδεια που περικλείει όλη τη γνώση την οποία μετέδωσε ο Θεός στον άνθρωπο. Συνιστά επίσης βασικό εγχειρίδιο Ιστορίας το οποίο, μετά τους πατριάρχες και τους προφήτες, δείχνει ότι το νήμα της ιστορίας ξετυλίγεται από την εγκαθίδρυση της βασιλείας με τον Σαούλ και τον Δαβίδ. Η αναβίωση του ιερού χρίσματος από τους Πεπινίδες και τους Καρολιγγειανούς σφραγίζει την επιστροφή στην κανονική ροή της ιστορίας, σύμφωνα με τις επιθυμίες του Θεού. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η ιστορική μνήμη, βασικό στοιχείο της ευρωπαϊκής συνείδησης, έχει διπλή καταγωγή: γεννήθηκε με τον αρχαίο Ελληνα Ηρόδοτο, πατέρα της Ιστορίας, αλλά και με τη Βίβλο.
[ Le Goff, Jacques: «Η Ευρώπη γεννήθηκε τον Μεσαίωνα;» ]





9.«Oμορφιά, δικαιοσύνη, τάξη: Να πού στηρίχθηκαν οι πολιτισμοί»:

Mια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του Ζακ Λε Γκοφ 

για την κουλτούρα και τον πολιτισμό, 

τη γέννηση των πολιτισμών, 

τη σημασία των πόλεων, 

 τον Μαρξ, τον Μπρωντέλ, 

το σώμα στον μεσαιωνικό πολιτισμό, 

την 

παγκοσμιοποίηση
Η συνέντευξη δόθηκε στο στον Nicolas Truong και δημοσιεύθηκε στηLe Monde στις  21.1.2014 με τον εξής πρόλογο: “Mεσαιωνολόγος διεθνούς εμβέλειας, με μνημειώδες έργο, ο Ζακ Λε Γκοφ εξέδωσε τα τελευταία χρόνια σειρά μελετών: Le Moyen Ageet l’ Argent [Ο Μεσαίωνας και το χρήμα, Perrin2010],Alarecherchedutempssacré. Jacques de Voragine et la Légende dorée  [Αναζητώντας τον ιερχρόνο. Ο Ζακ ντε Βοραζίν και ο χρυσός θρύλος, Perrin, 2011], Le Moyen Age expliqué en images  [ΟΜεσαίωνας μέσαα πό εικόνες Seuil, 2013] και πιο πρόσφατα, στις 9 Ιανουαρίου, το:  Faut-il vraiment découper l’histoire en tranches [Είναι στ’ αλήθεια αναγκαίο να κόβουμε την ιστορία σε κομμάτια; Seuil, 2014]“.
Μετάφραση:  Μαρία Καλαντζοπούλου
saloni
 Γιατί αναλάβατε να «υιοθετήσετε» τη σειρά Ιστορία και Πολιτισμοί (συνέκδοση του Νational Geographic και της Le Monde), προλογίζοντάς την;
Αυτή η συλλογή μου φαίνεται πως απαντά σε μια θεμελιώδη εκδοτική ανάγκη στον τομέα της ιστορίας: να τεθεί στη διάθεση μεγάλου αριθμού αναγνωστών ένα σύνολο γνώσης που, χωρίς να αποποιείται το εμπερίστατο, είναι αναγκαίο για την παίδευση του υπεύθυνου πολίτη του σήμερα. Αυτό μου φαίνεται ότι αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία,καθώς σε κάποιες χώρες, ανάμεσα στις οποίες και η Γαλλία, παρατηρούμε ότι η ιστορία συρρικνώνεται μέσα στην εκπαίδευση. Πρόκειται για ένα λάθος που με ανησυχεί, γιατί η ιστορία είναι ατομικά και συλλογικά αναγκαία για την κατανόηση του κόσμου και του δικού μας ρόλου στη λειτουργία του.
Συμπεριλαμβάνοντας και την αρχαία και τη μεσαιωνική ιστορία;
Η γνώση του αρχαίου και μεσαιωνικού παρελθόντος πρέπει να αποκτήσει ξανά σημασία και δύναμη επιρροής: η ύπαρξή μας ζει από κληρονομιές, κι αυτές οι κληρονομιές δεν αποτελούν μια απλή νοσταλγική επιστροφή στο παρελθόν. Είναι, και πρέπει να είναι, ένα εφαλτήριο για το μέλλον. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, το τμήμα που αφορά τη μακρά διάρκεια είναι κυρίαρχο. Νομίζω εξάλλου πως στα χρόνια που έρχονται, θα είναι σημαντικό να αποκτήσουμε ειδικούς σ’ αυτό που σήμερα αποκαλούμε προϊστορία, για την οποία πιστεύω πως, χάρη ιδιαίτερα στην αρχαιολογία, θα ανακαλύψουμε νέες μαρτυρίες που θα μας επιτρέψουν να απαντήσουμε καλύτερα στην ερώτηση: «Από πού προερχόμαστε;»
Οι ιστορικοί μπορούν να συνεισφέρουν κυρίως δύο πράγματα. Το πρώτο είναι να μας βοηθήσουμε να γνωρίσουμε τις κληρονομιές. Αν και δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιο νόημα στην Ιστορία, παρ’ όλα αυτά η Ιστορία ζει εν μέρει στις κληρονομιές που πρέπει να γνωρίζουμε για να μπορούμε να τις αξιοποιούμε και να τις χρησιμοποιούμε. Από άλλη σκοπιά, η γνώση της Ιστορίας και το ιστορικό πνεύμα μας διαμορφώνουν ώστε να χρησιμοποιήσουμε καλύτερα εκείνο που συνιστά ένα θεμελιώδες δεδομένο της ατομικής και συλλογικής μας ύπαρξης: τον χρόνο. Ο κόσμος αλλά και εμείς οι ίδιοι, εξελισσόμαστε, αλλάζουμε· και σε αυτούς τους μετασχηματισμούς, τους δίνει μορφή η Ιστορία. Η Ιστορία ως υλικό γνώσης είναι αυτό που μας επιτρέπει να δούμε προοπτικά και τους σημερινούς μετασχηματισμούς.
Τι είναι αυτό που διακρίνει τον πολιτισμό από την κουλτούρα;
Ο πολιτισμός βασίζεται στην έρευνα και την έκφραση μιας ανώτερης αξίας, σε αντίθεση με την κουλτούρα που συνοψίζεται σε ένα σύνολο εθίμων και συμπεριφορών. Η κουλτούρα είναι γήινη, ενώ ο πολιτισμός είναι υπερβατικός. Η ομορφιά, η δικαιοσύνη, η τάξη (ordre)… Να πού στηρίχθηκαν οι πολιτισμοί. Πάρετε για παράδειγμα τις εργασίες στη γη: η κουλτούρα θα παραγάγει το χρήσιμο, το ρύζι, εκεί όπου ο πολιτισμός θα γεννήσει την ομορφιά, με τη δημιουργία των κήπων.
Στην Άπω Ανατολή, οι διαφορές ανάμεσα στον κινεζικό και τον ιαπωνικό πολιτισμό εκφράζονται στη δομή των κήπων τους. Ο κινεζικός κήπος αγαπά την αταξία και το μυστικό, ενώ ο ιαπωνικός είναι πολύ τακτοποιημένος και παραχωρεί μια σημαντική θέση στο στοιχείο του νερού. Μαντεύουμε τις θρησκευτικές και πνευματικές τους επιρροές, μιας κι αυτές εκφράζουν δύο πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις του θρησκευτικού, έχοντας, από τη μια, μια θρησκεία μυστηρίου, τον κινεζικό ταοϊσμό, και απ’ την άλλη, μια θρησκεία του φωτός, τον ιαπωνικό σιντοϊσμό.
Αλλά, για να δούμε ένα πιο κοντινό μας παράδειγμα, υπάρχει έντονη διαφορά ανάμεσα στον αγγλικό και στον γαλλικό κήπο: ο πρώτος είναι άτακτος, ένα ρομαντικό μέρος, ευνοεί την ονειροπόληση, ενώ ο δεύτερος είναι πολύ αυστηρά φτιαγμένος και δομημένος, είναι ένας καρτεσιανός κήπος, χτισμένος πάνω στο πεδίο του ορθολογισμού. Η κουλτούρα ευνοεί την ιδέα της χρηστικότητας, της ασφάλειας και του πλούτου, σε αντίθεση με τον πολιτισμό, για τον οποίο το πνευματικό και το αισθητικό έχουν μεγαλύτερη αξία.
Πώς γεννιούνται οι πολιτισμοί;
Οι πολιτισμοί είναι ανθρώπινοι, επομένως τα ανθρώπινα όντα ή οι ανθρώπινοι θεσμοί είναι αυτοί που ευνοούν την εκκόλαψή τους. Αλλά τίθεται το ερώτημα του τόπου: Πού γεννιούνται οι πολιτισμοί; Η πόλη είναι, για μένα, το δίχως άλλο, η μεγάλη εστία του πολιτισμού. Όσο για τα άτομα, μπορούμε να συνδέσουμε τη γέννηση του πολιτισμού με την επιθυμία εξουσίας των ατόμων· η πρόσκληση και οι δυσκολίες που περιτριγυρίζουν τους ισχυρούς που δημιουργούν γύρω τους την επιθυμία να ανυψώσουν το κύρος τους και να επανισχυροποιήσουν την κυριαρχία τους. Η επιθυμία των φαραώ να επιβιώσουν απ’ το θάνατο μέσα από τα κειμήλιά τους, δημιούργησε τις πυραμίδες. Οι θρησκείες είναι οι μεγαλύτεροι παραγωγοί πολιτισμού. Σκεφτείτε τον ρόλο των ναών (temples) σε μια σειρά πολιτισμών, στους Αζτέκους, στους Ίνκας και στους Μάγιας, όπως και στη Δύση, όπου η εκκλησία, η οποία πολύ νωρίς αντικατέστησε τον ναό, υπήρξε ένα σημαντικό στοιχείο για το πέρασμα από τον αρχαίο στον μεσαιωνικό, χριστιανικό και σύγχρονο πολιτισμό. Είναι λοιπόν η φιλοδοξία και η αναζήτηση ανώτερων αξιών αυτό που μετατρέπει μια κουλτούρα σε πολιτισμό.
«Εμείς οι άλλοι πολιτισμοί, γνωρίζουμε πια πως είμαστε θνητοί» Πως πρέπει να κατανοήσουμε σήμερα αυτή τη φράση του Πωλ Βαλερύ, γραμμένη το 1919?
Πάνω απ’ όλα είναι μια αντίδραση στην συμφορά και στις καταστροφές του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Πίσω απ’ αυτές τις λέξεις υπάρχει η ιδέα ότι τα μνημεία, οι θεσμοί και οι πόλεις μπορούν να υποστούν υλικές καταστροφές που να συμπαρασύρουν και τις αξίες τους. Δεν πρόκειται για υπόθεση· αντίθετα είναι πιθανό ορισμένοι πολύ παλιοί πολιτισμοί της προ-Κολομβιανής Αμερικής ή της Αφρικής να εξαφανίστηκαν εξαιτίας πολέμων. Αλλά μετέπειτα ο Πωλ Βαλερύ ταυτίζει τον πολιτισμό με το ανθρώπινο σώμα, η ιδέα του βίαιου και καταστροφικού θανάτου αντικαθίσταται απ’ αυτήν της εξασθένησης, του αργού θανάτου. Οι πολιτισμοί μπορεί να εξαφανίστηκαν γιατί δεν κατάφερναν πια να διατηρήσουν ένα επίπεδο γεννητικότητας ικανό να επιμηκύνει την παρουσία των ανθρώπινων κοινοτήτων που εξέφρασαν αυτούς τους πολιτισμούς, ή να δημιουργήσουν αγαθά για κατανάλωση επαρκή για την επιβίωσή τους. Στην πράξη, οι πολιτισμοί ζουν πάνω σε μια γη όπου η φυσική τους ύπαρξη δεν είναι εντελώς εξασφαλισμένη απέναντι σε καταστροφές.
Θα λέγατε όπως ο Μαρξ, ότι σε κάθε τεχνολογία αντιστοιχεί και μια κοινωνική οργάνωση και ότι ο μύλος, για παράδειγμα, συμβολίζει τη φεουδαλική κοινωνία;
Υπάρχει αλήθεια σ’ αυτή τη φράση του Μαρξ. Τη σύγχρονη σκέψη –ακόμα κι αν έχει απομακρυνθεί από μια συστηματική και στενή εφαρμογή της σκέψης του Μαρξ– την έχει σφραγίσει η αντίληψή του για τη σημασία της οικονομίας στην ιστορία. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω πως μια δημιουργία, μια εξαφάνιση ή μια μεταλλαγή στον πολιτισμό απαιτεί χρόνο. Πρέπει να συνδέσουμε την ιστορία και την εξέλιξη των πολιτισμών με το ξεδίπλωμα του χρόνου. Ένας πολιτισμός χρειάζεται χρόνο για να δημιουργηθεί, να εξελιχθεί, να μετασχηματιστεί ή να μεταδώσει στοιχεία του ως κληρονομιά. Μέσα στην ιστορία και τη σκέψη γύρω απ’ τους πολιτισμούς, η ιδέα της κληρονομιάς είναι θεμελιώδης. Ένας πολιτισμός συχνά απαρτίζεται από στρώματα ή από κληροδοτημένες αξίες, παραδόσεις που εγγράφονται στον χρόνο. Οι άνθρωποι είναι πάντα κληρονόμοι.
Υπάρχει μια έννοια που συχνά καταχρώμαστε είναι η έννοια της επανάστασης. Μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι επαναστάσεις είναι πολύ σπάνιες. Εκτός από τη Γαλλική και την επανάσταση των μπολσεβίκων, βλέπω ελάχιστες αλλαγές που είναι ταυτόχρονα παγκόσμιες και βίαιες. Κι όπως ο Φρανσουά Φυρέ, νομίζω πως η Γαλλική Επανάσταση διήρκεσε όλο τον 19ο αιώνα. Πυροδοτήθηκε φυσικά στα τέλη του 18ου αιώνα, αλλά όλα τα κύματα που κατέστρεψαν το παρελθόν κι επέτρεψαν τη γέννηση μιας νέας κοινωνίας χρειάστηκαν χρόνο για να δώσουν τα αποτελέσματά τους. Αντίστοιχα, η επανάσταση των μπολσεβίκων δεν άλλαξε απ’ τη μια μέρα στην άλλη τον χώρο της Ρωσίας, ενός μέρους της Ανατολικής Ευρώπης και της Ασίας.
Υπάρχει μια δυναμική των πολιτισμών, αντίστοιχη μ’ αυτό που ο Φερνάν Μπρωντέλ (1902-1985) ονόμαζε δυναμική του καπιταλισμού;
Η δυναμική των πολιτισμών έχει πολυάριθμες πηγές. Μια απ’ αυτές είναι η φυσική ανάγκη. Η ανάγκη της τροφής μπορεί να γεννήσει έναν πολιτισμό στον οποίο ένα τρόφιμο ή μια μορφή μαγειρικής λαμβάνει μια εξαιρετικά μεγάλη αξία, όπως το ρύζι ή το καλαμπόκι. Αλλά η δυναμική των πολιτισμών έγκειται εξίσου και στην ανάγκη επικοινωνίας. Ανάμεσα στα ουσιωδέστερα εργαλεία των πολιτισμών βρίσκουμε τους χερσαίους και θαλάσσιους δρόμους. Πυλώνας του πορτογαλικού πολιτισμού, για παράδειγμα, υπήρξε ο δρόμος της θάλασσας.
Βέβαια, είναι αυτονόητο ότι οι διανοητικές και πνευματικές ανάγκες έχουν επίσης παίξει θεμελιώδη ρόλο. Το σχολείο, για παράδειγμα, υπήρξε σημαντικό εργαλείο στην ιστορία των πολιτισμών, διαδίδοντας μια γνώση που επέτρεψε και επιτρέπει τη διατήρηση ενός ζωντανού πολιτισμού· μεταδίδει κληρονομιές και ταυτόχρονα προετοιμάζει τις αλλαγές τους. Η παιδαγωγική σοφία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των εκπολιτιστικών χαρισμάτων της αρχαίας Ελλάδας, απ’ το σχολείο του παιδαγωγού του χωριού μέχρι εκείνο του Σωκράτη και των μεγάλων φιλοσόφων της Αθήνας. Και σήμερα, αυτό που αποκαλούμε «έρευνα» παίρνει μέρος σ’ αυτό τον εμπλουτισμό του πολιτισμού, ενός πολιτισμού τεχνολογικού και επιστημονικού.
Ο μεσαιωνικός πολιτισμός διατήρησε μια αμφίσημη σχέση με το σώμα, ένα σώμα αποκηρυγμένο, κρυμμένο και απαξιωμένο και ταυτόχρονα δοξασμένο όπως αυτό του Χριστού. Υπάρχουν εντάσεις με δυναμική στο εσωτερικό της Ιστορίας και των πολιτισμών;
Ναι, αλλά είναι ποικίλης φύσεως. Η κινεζική σκέψη καλλιεργεί μια ένταση ανάμεσα σε δύο πόλους, το γινγκ και το γιανγκ ενώ η δυτική σκέψη βασίζεται σε μια θεμελιώδη ένταση ανάμεσα στο καλό και το κακό. Για τους Δυτικούς, αυτό μοιάζει πηγαίο, ενώ είναι μια κατασκευή της Ιστορίας που σκέφτηκε πως όλος ο χώρος της σκέψης και της δράσης εξελίσσεται ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενα πεδία, σε σχεδόν μόνιμη σύγκρουση.
Προσωπικά, προσπαθώ να τείνω προς ένα ουδέτερο πεδίο, αλλά γρήγορα αντιλαμβάνομαι ότι δεν μπορούμε να παραμείνουμε πολύ σ’ αυτή την ουδετερότητα. Θα έτεινα επιπλέον να σκέφτομαι ότι υπάρχουν κάποια πράγματα που βρίσκονται ανάμεσα στα δύο, που εισέρχονται τόσο εντός του πεδίου του καλού, όσο και εντός του κακού. Κι αυτή η ποικιλία θέσεων μου μοιάζει πιο κοντά στην πραγματικότητα και επιπλέον εγγυάται την ειρήνη. Υπάρχει εντός των πολιτισμών κάτι οικουμενικό που θα μας επέτρεπε να το εικονογραφήσουμε, και μια ποικιλία που θα αποτυπωνόταν σ’ ένα κινηματογραφικό φιλμ.
Μπορούμε να μιλάμε για «Σύγκρουση των πολιτισμών», όπως έκανε ο Σάμιουελ Φίλλιπς Χάντινγκτον (1927-2008);
Υπήρξαν στην Ιστορία συγκρούσεις πολιτισμών, αλλά το να τις γενικεύσεις –όπως έγινε στο έργο αυτό, για το οποίο έχουμε μιλήσει υπερβολικά–, νομίζω, όπως πολλοί, ότι είναι λάθος. Η περίοδος της αποικιοκρατίας (19ος-20ός αι.) σημαδεύτηκε από συγκρούσεις πολιτισμών, ακριβώς όπως και στην αρχαιότητα, ρήξεις υπήρξαν ανάμεσα στους Έλληνες και τους Πέρσες και στον Μεσαίωνα, κατά τη διάρκεια των μογγολικών εισβολών.
Αντ’ αυτού, και σε αντίθεση με αυτό που πιστεύουμε, οι Μεγάλες Ανακαλύψεις δεν έπαιξαν σημαντικό εκπολιτιστικό ρόλο. Έδωσαν υλική υπόσταση, φυσικά, σ’ έναν διάδρομο επικοινωνίας άγνωστο μέχρι τότε, και σηματοδότησαν τη δυνατότητα για μελλοντικές καινοτομίες στις χώρες που ανακαλύφθηκαν όπως και σ’ εκείνες που τις ανακάλυψαν, καθώς και σ’ όλες τις όμορες περιοχές, αλλά δεν άσκησαν την αναπόδραστη, υποχρεωτική και σημαντική επίδραση που τους αποδίδουμε. Κάποιες ανακαλύψεις δεν πήγαν πολύ μακρύτερα από μια συνάντηση, άλλες χρειάστηκαν πολύ χρόνο για να αποδώσουν τα πιο βαθιά τους αποτελέσματα: η ανακάλυψη της Αμερικής, δεν γίνεται πραγματικά σημαντική παρά προς το τέλος του 18ου αιώνα, με την ίδρυση των ΗΠΑ. Η Νότια Αμερική κατά τον 16ο αιώνα βιώνει ακριβώς τα ίδια με την μεσαιωνική Ευρώπη, αλλά χρειάστηκε να περιμένει τον Μπολίβαρ ώστε η ανακάλυψη να αποδώσει καρπούς.
Κατά τη γνώμη μου, η περίοδος από το τέλος του 15ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 18ου αι., είναι μια υποπερίοδος ενός μακρού Μεσαίωνα, μια υποπερίοδος που γνώρισε νεωτερισμούς που οφείλονται σε μεταναστεύσεις διατροφικών ειδών (ντομάτα, καλαμπόκι κλπ.) αλλά και στην επέκταση της χρήσης των πολύτιμων μετάλλων.
Γιατί λέτε ότι η πόλη είναι το χωνευτήρι των πολιτισμών; Δεν υπάρχουν αγροτικοί πολιτισμοί;
Δεν βλέπω πολλούς. Από τη στιγμή που μιλάμε για πολιτισμό, συναντάμε την πόλη, ακόμα κι αν πρόκειται για πολιτισμούς της αρχαιότητας. Στην αρχαία Αίγυπτο, στις αυτοκρατορίες και τα βασίλεια της Εγγύς Ανατολής, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, τον χριστιανικό κόσμο, την προκολομβιανή Αμερική, την Άπω Ανατολή και τις αρχαίες Ινδίες, παντού οι πόλεις έπαιξαν έναν σημαντικό ρόλο. Η Αρχαία Ελλάδα είχε την Αθήνα, την Σπάρτη, την Κόρινθο… κι ακόμα και οι πολιτισμοί της Μεσοποταμίας υπήρξαν πολιτισμοί των πόλεων. Γιατί; Γιατί η πόλη προσφέρει δύο πράγματα βασικά για τη δημιουργικότητα: το πλήθος και την εγγύτητα. Γι’ αυτό ανάμεσα στους πυλώνες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, συγκαταλέγω την κλίμακα του συνοικισμού. Η πόλη είναι μια συνένωση συνοικιστών.
Η πόλη βοήθησε να γεννηθεί μια στάση απέναντι στα πράγματα, ένας θεσμός στον οποίο δεν έχουμε αποδώσει αρκετή σημασία μέσα στην Ιστορία: η χειροτεχνία. Η σημασία της ξεκινά στην αρχαιότητα. Στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους, ο άνθρωπος δημιουργός, ο σιδεράς, είναι μια σημαντική προσωπικότητα. Κατασκευάζει το άροτρο, που είναι αναγκαίο στην γεωργία, τα πέταλα των αλόγων και άλλα εργαλεία σημαντικά για την ανάπτυξη του πολιτισμού.
Στον 11ο αιώνα, στη Γαλλία, δύο γεγονότα σχεδόν ταυτόχρονα ανέτρεψαν τον Μεσαίωνα: η γέννηση του χωριού με τη συγκέντρωση των αγροτών σε συνοικισμούς που ακολουθούσαν παρόμοια δομή, με την εκκλησία και το κοιμητήριο στο κέντρο, και τα πρώτα κοινοτικά κινήματα που σηματοδότησαν την ανάληψη της διακυβέρνησής τους από τους κατοίκους των κοινοτήτων, αυτούς που θα αποκαλέσουμε αστούς. Η εγκατάσταση μέσα στις πόλεις δομινικανών και φραγκισκανών αδελφών, των οποίων η δουλειά ήταν να κηρύσσουν, ισχυροποίησε την επικοινωνία. Η πόλη έγινε περισσότερο από ποτέ ένα κέντρο παραγωγής κι έτσι κατάφερε να κατακτήσει όλα τα πλεονεκτήματα που της επέτρεψαν να αποτελέσει κινητήρια δύναμη.
Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν «θερμοί» και «ψυχροί» πολιτισμοί;
Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν περιοχές πιο ζωηρές και δημιουργικές από άλλες, στον οικονομικό, τον καλλιτεχνικό ή τον εκπαιδευτικό τομέα. Για παράδειγμα, μια χώρα που πάντοτε διακρινόταν στην μεσαιωνική Ευρώπη και που ήταν πιο θερμή απ’ την πλειονότητα όλων των άλλων χωρών του χριστιανικού κόσμου, είναι η Ιταλία.
Ποια είναι τα ορόσημα των πολιτισμών;
Πρέπει να διακρίνουμε τα σημερινά ορόσημα απ’ αυτά που έχουν εξαφανιστεί. Αυτά τα οποία ξαναζωντανεύουν οι ιστορικοί, οι ανθρωπολόγοι και οι κοινωνιολόγοι, είναι ποικίλα. Μπορεί να είναι ένα τρόφιμο: υπήρξε στην Ιρλανδία ένας πολιτισμός της πατάτας, μια μεγάλη μερίδα της δραστηριότητας της πόλης περιστρεφόταν γύρω από τα αποτελέσματα της καλλιέργειας της πατάτας. Ο πολιτισμός είναι κάτι πιο παγκοσμιοποιητικό.
Γιατί μιλάτε για παγκοσμιοποίηση στον χρόνο και στον χώρο;
Το πρόβλημα είναι το πρόβλημα του χώρου, της γεωγραφικής περιοχής και των σχέσεων που διατηρούν οι χώροι των πολιτισμών μεταξύ τους. Πρέπει να διακρίνουμε τρία σημαντικά στάδια: την επαφή, την ανταλλαγή και τη συγχώνευση. Η επαφή είναι αυτό που συνέβη κατά την εποχή των Μεγάλων Ανακαλύψεων, εργαλείο των οποίων υπήρξε το πλοίο. Η ανταλλαγή συνέβη ανάμεσα στις ευρωπαϊκές χώρες και στις χώρες που ανακαλύφθηκαν, δημιουργήθηκαν εμπορικές ανταλλαγές, αλλά και πνευματικές. Και μετά έρχεται μια στιγμή όπου ανάμεσα στις δύο χώρες που βρίσκονται σε επαφή και ανταλλαγή, θα συμβεί μια σχεδόν-ομογενοποίηση.
Καμιά περιοχή δεν έχει προς το παρόν γνωρίσει αυτή τη φάση, σε αντίθεση μ’ αυτό που λένε κάποιοι δημοσιογράφοι και πολιτικοί, προφανώς χάρη στην αντίληψή τους για τον εξαμερικανισμό του κόσμου. Νομίζω πως αυτό το φαινόμενο της [πολιτισμικής] συγχώνευσης δεν συμβαίνει ακόμα· βρισκόμαστε πάντα σε φάση ανταλλαγών, αλλά άνισων ανταλλαγών.
Μπορούμε ακόμα να μιλούμε για πολιτισμούς, εκεί όπου δεν απομένει παρά μόνο ένας, ο πολιτισμός του παγκοσμιοποιημένου κόσμου;
Έχουμε μπει σε μια καινούρια περίοδο της Ιστορίας, όπου το βασικό εργαλείο είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Αντιμετωπίζουμε ένα εργαλείο που δεν έχει ακόμα διαδοθεί παντού και δεν έχει φτάσει παντού στο ίδιο σημείο κορεσμού. Νομίζω πως έχουμε για πρώτη φορά, καλύτερα απ’ ότι με το τηλέφωνο ή την τηλεόραση, ένα εργαλείο που θα γίνει σχεδόν παγκόσμιο και θα μπορέσει να υφάνει έναν πολιτισμό από αριθμητικά ψηφία. Σήμερα, δεν είμαστε ακόμα παρά στο στάδιο της επαφής, θα πρέπει να κάνουμε υπομονή για να μάθουμε αν πρόκειται να βοηθήσει στη γέννηση ενός νέου πολιτισμού