Το ευρώ και η Ευρώπη


Κι όμως ο Τσίπρας δικαιώνεται από τους Γερμανούς συντηρητικούς.

Δηλαδή η ιταλική πίεση που εξασκείται τελευταία, ως προς την συναλλαγματική σκληρότητα του ευρώ, εξανάγκασε τη γερμανική άποψη επί των οικονομικών, να ενδώσει και ν’ αρχίσει δειλά δειλά να μιλάει για το σκληρό ευρώ, που έχει καθιερωθεί κι ενοχλεί την αύξηση των εξαγωγών των φτωχών.

Στη συζήτηση μπήκε και η Γαλλία, που πλήττεται αρκετά το τελευταίο διάστημα. Ζητώντας λοιπόν δημοσιονομικές χαλαρώσεις για να σπάσει η λιτότητα, η γερμανική κυβέρνηση θεώρησε ότι για το σκληρό ευρώ φταίει η ΕΚΤ κι όχι η πολιτική της Γερμανίας. Με δυό λόγια πάει να πετάξει από πάνω της το βάρος των κατακρίσεων, που έχει επιβάλλει αναντίρρητα το γερμανικό δημοσιονομικό μοντέλο τιθάσευσης και κοντρολαρίσματος της ευρωζώνης. «Εμείς εφαρμόζουμε ό,τι μας υποδεικνύουν» λέει η Μέρκελ.

Πηγαίνετε λοιπόν στον Ντράγκι, αυτός ξέρει. Στις 6 Σεπτεμβρίου του 2012, μεσούσης της μεγάλης κρίσης, ο Μάριο Ντράγκι εκφράζοντας την άποψη των ευρωπαίων τραπεζιτών δήλωσε ορθά κοφτά: Η αξία του κοινού νομίσματος έχει μια μονόδρομη κατεύθυνση. Προς τα πάνω!

Με τα πιο απλά λόγια, δεν ακολουθούμε το παράδειγμα των ΗΠΑ και Ιαπωνίας. Δεν κόβουμε νομίσματα, αλλά διαχειριζόμαστε τα υπάρχοντα. Όποιος είναι ικανότερος εκμεταλλεύεται τις ευκαιρίες και κερδίζει τα περισσότερα ευρώ.

Απ’ αυτή λοιπόν τη ρουλέτα, η μπίλια λες κι είχε συνήθεια να σταματά σ’ εκείνα που ποντάρει η Γερμανία.

Όμως η οικονομία δεν είναι δογματικές αγκυλώσεις σε στερεότυπα και φοβίες, αλλά ένα πεδίο ανοικτών μυαλών και ρηξικέλευθων αποφάσεων.

Με το χρήμα που έπεσε στην αμερικανική αγορά και στην αντίστοιχη ιαπωνική, τελικά το ευρώ βρέθηκε  εκτεθειμένο, από την γρηγοράδα προσαρμογής που επέδειξαν οι δυό συγκεκριμένες οικονομίες.

Υποτιμήθηκε λοιπόν σε σχέση με το δολάριο 9% την περασμένη βδομάδα, ενώ έχει χάσει μια αξία γύρω στο 25% σε σχέση με την Ιαπωνία. Τα δυό ισχυρά ανταγωνιστικά νομίσματα ανεβαίνουν κι ο χρυσός πέφτει. Πώς όμως γίνεται τελικά και το ευρώ συνεχίζει να είναι ακριβό νόμισμα;

Ο Στίγκλιτς  σε μια ομιλία του την περασμένη βδομάδα στη Ρώμη, διατύπωσε την πανθομολογούμενη άποψη,  ότι το ευρώ δεν είναι νόμισμα συναλλαγών, αλλά πολιτικό μέσον για την ομογενοποίηση της ευρωζώνης και κατ’ επέκταση της Ε.Ε. Δηλαδή η γερμανική οικονομία εντέχνως, παρά τις συναλλαγματικές αδυναμίες του ευρώ, το κρατάει υψηλά, γιατί ως συμφέρον αποθεματικό νόμισμα, έχει γίνει το καλύτερο αποκούμπι των παγκόσμιων αποταμιεύσεων. Αυτό λοιπόν κάνει καλό στην ΕΚΤ και στις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, αλλά εξασθενεί τις μικρότερες και κυρίως των φτωχότερων κρατών της ευρωζώνης, που χρειάζονται περισσότερα αποθέματα ευρώ να καλύψουν (να δανειστούν), για τις ανάγκες τους, μια και δεν έχουν την πολυτέλεια των εξαγωγών οι ασθενείς οικονομίες, που θα τους φέρει χρήμα στα ταμεία. Δηλαδή εν ολίγοις έχουμε μια αναδιανομή των ευρώ, που παράγει (και κερδίζει) η πλούσια Ευρώπη και στη συνέχεια δανείζει και τροφοδοτεί τις ασθενέστερες οικονομίες, μέσω φυσικά των δημοσιονομικών υποχρεώσεων που επιβάλλει.

Η συντηρητική άποψη των Γερμανών οικονομολόγων λέει, ότι ένα υποτιμημένο ευρώ, δίνει τη δυνατότητα περισσοτέρων εξαγωγών, αλλά μειώνει και τις εισαγωγές, γιατί πλέον τα εξωτερικά προϊόντα δεν είναι δελεαστικά, αφού η συναλλαγματική αλλαγή του ευρώ προς τα κάτω, κάνει τα εξωτερικά νομίσματα να ισχυροποιούνται ως προς το ευρώ. Αυτό είναι μια μορφή προστατευτισμού και δημιουργεί προς μια εσωστρεφή ευρωπαϊκή οικονομία, που τελικά θα κερδίσει εκείνος ο Ευρωπαίος, που μπορεί να πουλάει φτηνότερα τα δικά του προϊόντα. Είναι δηλαδή ένα χτύπημα στην γερμανική οικονομία, που θ’ αναγκαστεί να κατεβάσει το κόστος της, για να γίνει ανταγωνιστική, απολύοντας έτσι προσωπικό και ρίχνοντας την ποιότητα των προϊόντων. Το γερμανικό προϊόν θα χάσει τη σημερινή πλεονεκτική του μονοκρατορία, σε σχέση με το ιταλικό ή το αντίστοιχο γαλλικό ανταγωνιστικό προϊόν. Αν δεν υπάρξει  λοιπόν σαφής καταμερισμός προϊόντων,  σε μια εσωτερική αγορά, θα ξεσπάσει εμπορικός ανταγωνισμός, μια και οι χώρες παράγουν παρόμοια προϊόντα, με χαμηλότερο κατά περίσταση κόστος. Αυτό δεν συμφέρει για κανένα λόγο τη συνοχή της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής. Στο τέλος όλοι θα βγουν χαμένοι, αφού θα χαθεί η οικονομική σταθερότητα.

Από την μία λοιπόν έχουμε την υπεροχή των Γερμανών, που δεν θέλουν χάσουν τα τρέχοντα πλεονεκτήματα που έχουν εξασφαλίσει κι από την άλλη τις έντονες φωνές διαμαρτυρίας των χαμένων από την κρίση  Ο Στίγκλιτς προτείνει η Γερμανία να εγκαταλείψει το ευρώ, για να σωθούν οι άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης. Μια εναλλακτική άποψη που αρχίζει να εμφανίζεται μετά από τις πιέσεις, είναι εκείνη της υιοθέτηση από την ΕΚΤ της πολιτικής που έχει η ελβετική εθνική τράπεζα, για να καθοριστούν επί τέλους λογικά οι ισοτιμίες των νομισμάτων έναντι του ευρώ. Δηλαδή να κοιταχτεί καλύτερα η οικονομία του εμπορίου, αφήνοντας κατά μέρους την δογματική προσήλωση στη σκληρή λιτότητα. Μια πολιτική που εφαρμόζεται όχι με βάση τις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς, αλλά από το φόβο, ότι σε διαφορετικές οικονομίες αν δεν υπάρξουν αυστηρά πειθαρχημένα βήματα, ο πληθωρισμός θα τινάξει το κοινό οικοδόμημα στον αέρα.

Γι αυτό λοιπόν αυτός ο αποπληθωρισμός, δεν αφήνει πλέον το χρήμα να τρέξει ελεύθερα στην αγορά. Άρα καταλήγοντας, έχουμε το κοινό μας όραμα για μια καλύτερη Ευρώπη, σε δυό σκέλη. Σ’ εκείνο των τραπεζιτών και σ’ εκείνο των κοινωνικών διαστάσεων, μέσω της κρίσης που βιώνουν οι λαοί. Δυό διαφορετικοί κόσμοι, μέσα σε μια συσκευασία! Την αγαπημένη μας Ευρώπη. 

ΥΓ.  Οι σκέψεις και οι προθέσεις των Γερμανών οικονομολόγων,  δημοσιεύονται στη έκδοση της “Welt am Sonntag”.

 Μαΐου 14, 2014  
 Μιχάλης Μιχελής