Εμπάργκο κατά Ρωσίας: “Γιατί η Ελλάδα δεν έκανε ότι και η Φινλανδία”;
Πολύς λόγος και μεγάλη ανησυχία για τις επιπτώσεις που θα έχει για την Ελλάδα το ρωσικό εμπάργκο. Έντονη κριτική προς την κυβέρνηση η οποία ακολούθησε κατά γράμμα όλες τις κυρώσεις που αποφάσισε η ΕΕ κατά της Μόσχας και προκάλεσαν τα “αντίποινα” Πούτιν, με αρνητικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία.Θα μπορούσε να είχε τηρήσει άλλη στάση η Ελλάδα;Η Άννα Λιάτσου σε ανάλυσή της για την “Σύγχρονη Ρωσία” υποστηρίζει πως υπήρχε άλλος δρόμος. Ο “φινλαδικός” δρόμος.Διαβάστε τι γράφει:
“Η Φινλανδία, μέλος της ΕΕ, εξαρχής ήταν κατά των Δυτικών κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας. Η Ελλάδα, αντίθετα, αν και με μεγάλο κόστος για την οικονομία της, υπέρ. Κι’ όμως, η Φινλανδία είναι περισσότερο θωρακισμένη οικονομικά, ενώ η Ελλάδα λιγότερο.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα που διαθέτει στενούς οικονομικούς δεσμούς με τη Ρωσία. Η οικονομική κατάστασή της, είναι αναμφίβολα κατά πολύ χειρότερη από αυτή της Φινλανδίας. Αρα, οι Δυτικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, και τα ρωσικά αντίμετρα, θα την βλάψουν ιδιαίτερα.
Αρκεί να θυμηθούμε ότι, παρά τη σοβαρή οικονομική κρίση, οι εμπορικές συναλλαγές της με τη Ρωσία έφτασαν το 2013 τα 7 δις. δολ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πούτιν, στη συνάντησή του με τον Ελληνα πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, λίγο μετά την ολοκλήρωση της 32ης διάσκεψης κορυφής Ρωσίας-ΕΕ (η Ελλάδα προήδρευε στην ΕΕ, στο Α΄ μισό του 2014), ανέφερε ότι «εντυπωσιάζουν τα αποτελέσματα στον τουριστικό τομέα, καθώς ένα εκατομμύριο 200 χιλιάδες Ρώσοι επισκέφθηκαν πέρυσι την Ελλάδα». Απαντώντας, ο κ.Σαμαράς τόνισε ότι «δεν υπάρχει στασιμότητα στις σχέσεις της Ευρώπης με τη Ρωσία, αλλά αντιθέτως, αυτές αναπτύσσονται». Επίσης, ο Ελληνας πρωθυπουργός εξέφρασε την προσδοκία να μετάσχει η Ρωσία στις ιδιωτικοποιήσεις στην Ελλάδα, και ειδικότερα στους σιδηροδρόμους. Αυτός ο διάλογος μεταξύ των δύο ηγετών διημείφθη στις 28 Ιανουαρίου 2014. Κι’ όμως, μόλις πέντε μήνες μετά, η Ελλάδα δήλωσε την υποστήριξή της στις πρώτες κυρώσεις κατά της Ρωσίας(!).
Η Ελλάδα «γυμνή», χωρίς αποθέματα;
Συγκρίνοντας τη στάση της Ελλάδας και της Φιλανδίας στον «πόλεμο των κυρώσεων», είναι σκόπιμο να παρατεθούν τα λόγια του διευθυντή του φινλανδικού Κέντρου Στρατηγικών Αποθεμάτων, Ίλκι Κανάνεν, ο οποίος ανέφερε: «Σήμερα, το 70% περίπου της ενέργειας που καταναλώνει η Φιλανδία το προμηθεύεται από τη Ρωσία. Σχεδόν όλη η ποσότητα αργού πετρελαίου, άνθρακα και φυσικού αερίου εισάγεται από τη Ρωσία. Μέχρι τώρα οι κυρώσεις δεν έχουν επηρεάσει σημαντικά στα στρατηγικά αποθέματα. Για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, η Φιλανδία διαθέτει αρκετά μεγάλα αποθέματα σε περίπτωση κρίσης.
Στους χώρους αποθήκευσης υπάρχουν οι αναγκαίες ποσότητες σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο, σιτηρά, φάρμακα και βιομηχανικές πρώτες ύλες». Μπορεί η Ελλάδα να καυχηθεί για ανάλογα αποθέματα τη δεδομένη χρονική στιγμή; Είναι πιθανό, η ελληνική κυβέρνηση να έχει πάρει κάποιες εγγυήσεις, για παράδειγμα τη διατήρηση του τουριστικού ρεύματος από τη Ρωσία. Αναμφίβολα, η αγάπη των Ρώσων για τους Έλληνες, τον ελληνικό πολιτισμό, την ιστορία και τα ιερά κειμήλια, είναι μεγάλη, ωστόσο, δεν θα ήταν κακό να υπολογιστεί και το ισοδύναμο σε απόλυτους οικονομικούς όρους, πριν την υποστήριξη των κυρώσεων.
Αρδην, αλλαγή στάσης
Πρόσφατα, στο Σότσι, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε για τον εμφύλιο στην Ουκρανία, ότι «οι νεκροί είναι χιλιάδες, όπως χιλιάδες είναι και οι τραυματίες, ενώ δεν υπάρχει πόσιμο νερό και ηλεκτρικό. Η διασφάλιση της λειτουργίας των νοσοκομείων, γηροκομείων και άλλων υποδομών κοινωνικού χαρακτήρα, είναι αδύνατη. Έτσι, έστω και αργά, αρχίζουν να μιλούν τη γλώσσα της αλήθειας και εκείνοι, οι οποίοι αρχικά τηρούσαν αρκετά συγκρατημένη στάση για τα όσα συμβαίνουν».
Η αλλαγή των διαθέσεων των Δυτικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης κατέστη δυνατή -σύμφωνα με τον ίδιο- χάρη στη δουλειά των ρώσων δημοσιογράφων που επί πολλούς μήνες καλύπτουν με ευσυνειδησία τα γεγονότα στη Νοτιοανατολική Ουκρανία. Ετσι, ακόμη και εκείνοι που προηγουμένως τηρούσαν επιφυλακτική στάση, άρχισαν να αντιμετωπίζουν διαφορετικά τα γεγονότα στο Ντονέτσκ και στο Λουγκάνσκ. Απόδειξη γι’ αυτό αποτελεί η τελευταία συνοπτική έκθεση του ΟΗΕ για την κατάσταση στην περιοχή. Η εικόνα, αναφέρει ο Λαβρόφ, είναι πολύ θλιβερή.
Ωστόσο, μεταστροφή δεν έχει σημειωθεί μόνο στη στάση των ΜΜΕ. Στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις Βρυξέλλες στις 15 Αυγούστου, κατέστη σαφές ότι μια σειρά από χώρες αρνούνται να υϊοθετήσουν τη μελλοντική επιβολή νέων κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, μετά από το Προεδρικό Διάταγμα που υπέγραψε ο Πούτιν για εμπάργκο στα αγροτικά προϊόντα. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι μετά τη συνάντηση οι υπουργοί της ΕΕ τυπικά συμφώνησαν ότι «οι λόγοι για την επιβολή των περιοριστικών μέτρων εξακολουθούν να παραμένουν σε ισχύ».
Η Φινλανδία στην πρώτη γραμμή
Αλλωστε, αρκετοί υπουργοί, όπως και αρχηγοί ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών, τάχθηκαν κατηγορηματικά κατά της επιβολής νέων κυρώσεων. Την παραμονή της συνάντησης στις Βρυξέλλες, ο πρωθυπουργός της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, μιλώντας στον τηλεοπτικό φινλανδικό σταθμό Yle, δήλωσε ότι η χώρα του δεν θα επιβάλει οποιεσδήποτε κυρώσεις κατά της Ρωσίας ως ανταπάντηση. Ο Στουμπ τόνισε ότι η θέση αυτή έχει γνωστοποιηθεί στην ηγεσία της ΕΕ και στη γερμανίδα καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ. «Η επιστολή μου προς αυτούς -δήλωσε συγκεκριμένα ο φινλανδός πρωθυπουργός- είχε δύο κύρια σημεία: Πρώτον, δεν πρόκειται να επιβάλλουμε κανενός είδους κυρώσεις ως αντίμετρα. Δεύτερον, ο γεωργικός τομέας μας έχει ανάγκη από βοήθεια». Επίσης, χαρακτήρισε καλές και αμοιβαία επωφελείς τις διμερείς σχέσεις με τη Ρωσία.
Ο Στουμπ είπε ακόμα ότι οι καλές εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία είναι σημαντικότερες για τον φινλανδικό λαό, από ό,τι ο πόλεμος των κυρώσεων, τον οποίο δεν ξεκίνησε η Φινλανδία, και οι αιτίες του δεν συνδέονται με τη χώρα του. Μια δήλωση που ηχεί γενναία και ταυτόχρονα πατριωτική. Να σημειωθεί ότι την Παρασκευή επισκέφθηκε τη Ρωσία ο πρόεδρος της Φιλανδίας, Σαούλι Νιινίστο, ο οποίος δήλωσε πως ο λόγος της επίσκεψής του είναι να συνομιλήσει για την εξεύρεση λύσης στην ουκρανική κρίση, και να συνδράμει στη σταθεροποίηση της κατάστασης ώστε να κλείσει «ο κύκλος των αρνητικών γεγονότων». Υπενθυμίζουμε ότι το 2012 το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ Ρωσίας και Φιλανδίας ανήλθε στα 20 δις. δολάρια.
Τσεχία, Ιταλία, Γαλλία
Η Φιλανδία δεν είναι η μοναδική χώρα που κατακρίνει την επιβολή των κυρώσεων της ΕΕ εις βάρος της Ρωσίας. Ο πρόεδρος της Τσεχίας, Μίλος Ζέμαν, κατηγορεί την ΕΕ διότι αυτή έκανε το πρώτο βήμα, με αποτέλεσμα να υπάρξουν ρωσικές αντικυρώσεις.
«Οι οποιεσδήποτε κυρώσεις -αναφέρει- είναι ένα ανούσιο και αναποτελεσματικό μέτρο, διότι, μετά από αυτές, έπονται αντίμετρα».
Με τη σειρά του, ο ηγέτης του ιταλικού κόμματος «Λέγκα του Βορρά», Ματέο Σαλβίνι, κάλεσε τις Βρυξέλλες να άρουν τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Αυτός, μίλησε σε πολύ πιο συναισθηματικό τόνο σε σύγκριση με τους ηγέτες της Φιλανδίας και Τσεχίας, ωστόσο, είναι γεγονός ότι η οικονομική κατάσταση στην Ιταλία -ακόμη και πριν από την επιβολή των ρωσικών αντικυρώσεων- κάθε άλλο παρά καλή ήταν. «Μόνον οι ανόητοι στις Βρυξέλλες και στη Ρώμη θα μπορούσαν να εφαρμόσουν οικονομικές κυρώσεις απέναντι στη Ρωσία. Ποιος θα αποζημιώσει τους παραγωγούς μας; Ο Ματέο Ρέντσι; Η Μέρκελ;», διερωτάται ο γραμματέας του κόμματος, υποστηρίζοντας «ότι πρέπει να αρθούν άμεσα οι κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας».
Κατά τη συνάντησή του με τον Πούτιν, ο ηγέτης του κόμματος «Κίνημα για τη Γαλλία», Φιλίπ ντε Βιλιέ, εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η πολιτική που ασκούν οι Βρυξέλλες δεν βρίσκει την υποστήριξη των ίδιων των λαών της Ευρώπης. «Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν -σημείωσε- είναι ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο στις καρδιές των Ευρωπαίων. Είναι ένας άνθρωπος τον οποίο θεωρούν πολύ καλύτερο παράδειγμα προς μίμηση σε σχέση με τους περισσότερους ευρωπαίους ηγέτες και υψηλόβαθμους αξιωματούχους. Οι Γάλλοι αγρότες γνωρίζουν και κατανοούν πολύ καλά ποιος άρχισε αυτό τον πόλεμο και ποιος άνοιξε αυτόν τον κύκλο των κυρώσεων και αντικυρώσεων που επεκτείνεται όλο και πιο πολύ. Ξέρουν πολύ καλά ότι είναι οι ευρωπαίοι Επίτροποι από τις Βρυξέλλες, οι οποίοι ακολουθούν τυφλά ό,τι τους υπαγορεύουν οι Αμερικανοί».
Άραγε υπό αυτές τις συνθήκες, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ μπορούν ακόμα να ελπίζουν ότι τρίτες χώρες -εκτός ΕΕ- ή χώρες σε καθεστώς ένταξης στην ΕΕ, θα σταματήσουν τη συνεργασία τους με τη Ρωσία ή δεν θα την επεκτείνουν; Ρητορικό το ερώτημα, αφού οι περισσότερες από αυτές τις χώρες, αμέσως μετά τα Δυτικά μέτρα, δήλωσαν πρόθυμες να αυξήσουν τις εμπορικές συναλλαγές τους με τη Ρωσία. Παρά ταύτα, οι Βρυξέλλες επιμένουν. Μάλιστα, στα συμπεράσματα της προ ημερών συνάντησης των υπουργών στις Βρυξέλλες, υπάρχει η ακόλουθη φράση: «Η ΕΕ αναμένει ότι οι τρίτες χώρες και οι υποψήφιες χώρες θα απέχουν από κινήσεις για την ανάπτυξη νέων εμπορικών σχέσεων» με τη Ρωσία”.
www.onalert.gr
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ:
http://www.anixneuseis.gr/?p=96132