«Δεν είναι ύλη η ποίηση, είναι λίγος αέρας»




«Στην ψυχρή του Μουσείου αίθουσα, την κλεμμένη, ωραία, κοιτώ μοναχή Καρυάτιδα. Το σκοτεινό γλυκύ της βλέμμα επίμονα εστραμμένο έχει στο σφριγηλό του Διονύσου σώμα (σε στάση ηδυπαθείας σμιλευμένο) που δυο βήματα μόνον απέχει» 
«Βρετανικό μουσείο (Ελγίνου μάρμαρα)»
ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
 (ακαδημαϊκός, ποιήτρια)

-----------------------------------------------
Δεν είναι ποιητικό θέμα, αλλά μπορεί κάλλιστα να αποβεί, λόγω του χειρισμού των μέσων, που είτε διαθέτουμε είτε εφευρίσκουμε εκείνη την ώρα, λόγω δυσκολίας, λόγω ελλείψεως. Είμαστε σαν αυτούς που πνίγονται και πιάνουν ένα σωσίβιο
-----------------------------------------------

 «Να υπάρχει μια ώρα αφιερωμένη στην ποίηση, ο καθηγητής με μαθητές να διαβάζουν ποιήματα. Να γίνει πρώτα μια φιλία της ακοής με αυτό τον ήχο, αυτό το ρυθμό, αυτό είναι πριν απ' όλα» ** Ενα μπέρδεμα γίνεται πολύ μεγάλο, διότι δεν αποχωρίζεται κανείς εύκολα το εγώ του και γι' αυτό και δεν πετυχαίνουν πολύ οι σχέσεις, οι συμβιώσεις, γιατί είναι τα δύο εγώ που παντρεύονται και όχι οι δύο άνθρωποι

Το ποίημα-εισιτήριο της ποιήτριάς μας Κικής Δημουλά στην Ακαδημία Αθηνών. Η ίδια αναφέρθηκε στην ύψιστη διάκρισή της, στην Τέχνη της, στο ρόλο του πνευματικού ανθρώπου και στη διδασκαλία της ποίησης στα σχολεία μιλώντας προ ημερών σε μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα. Δίπλα της, ο ζωγράφος και ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Σωτήρης Σόρογκας, ο οποίος δήλωσε «θαυμαστής της ποιήσεως της Κικής Δημουλά, απέναντι στην οποία διατηρώ και ένα βαθύ αίσθημα ευγνωμοσύνης και αγάπης, για όσα μου πρόσφερε και μου προσφέρει πάντοτε με την απέραντη τρυφερότητά της, που έχει ριζωμένο στον πυρήνα της το πένθος της ζωής».

Οι δύο δημιουργοί -«συλλέκτες των εγκαταλείψεων και των εγκαταλελειμμένων»- μοιράστηκαν με τους έφηβους μαθητές τούς προβληματισμούς, τις ανησυχίες και τις απόψεις τους για την τέχνη και την πνευματική ζωή του τόπου. Απαντώντας στις ερωτήσεις των μαθητών, μεταξύ άλλων, τόνισαν τον εσωτερικό διάλογο μεταξύ όλων των τεχνών, το ρόλο της σπουδής και της Παιδείας, τη σημασία της ευγένειας ως ύψιστης αρετής. Για τους τόπους της σιωπής στη ζωγραφική του Σωτήρη Σόρογκα η Κική Δημουλά υπογράμμισε πως είναι «γαλιφιές εκλεκτές και εκλεπτυσμένες διπλωματίες με τις οποίες ξορκίζει τη φθορά καλοπιάνοντάς την, υμνολογώντας την με την κατανυκτική του τέχνη».

* Διδάσκεται η ποίηση;

- Εχω παρεξηγηθεί με αυτή την άποψη ότι δεν διδάσκεται, έχω βγει από την εξεταστέα ύλη για κάποια χρόνια, αλλά δεν διδάσκεται και είμαι και πολύ επιφυλακτική με το τι προσφέρει αυτό το σύστημα της δημιουργικής γραφής. Νομίζω ότι ένα χάρισμα εκδηλώνεται ανώριμο, όπως είναι φυσικό, μόλις πρωτοεμφανίζεται, όπως ένα βρέφος, και μετά, με την άσκηση, ωριμάζει ή δεν ωριμάζει ποτέ. Δεν νομίζω ότι μπορεί να σας διδάξει κανείς τον τρόπο της ποίησης, τον τρόπο της ζωγραφικής, αυτή την καλή εύστοχη χρήση της γλώσσας. Είναι θέμα γλώσσας η ποίηση, σε μένα τουλάχιστον οι λέξεις γράφουν ένα ποίημα, αυτές μου το ψιθυρίζουν και πολύ λιγότερο η ιδέα. Είχα πει να μην εξετάζεται η ποίηση ως ύλη που τη δίδαξαν, δεν είναι ύλη η ποίηση, είναι λίγος αέρας. Είπα, να υπάρχει μια ώρα αφιερωμένη στην ποίηση, ο καθηγητής με μαθητές να διαβάζουν ποιήματα. Να γίνει πρώτα μια φιλία της ακοής με αυτό τον ήχο, αυτό το ρυθμό, αυτό είναι πριν απ' όλα. Δεν είναι εξοικειωμένος ένας άνθρωπος να ακούει ποίημα και μάλιστα σήμερα άρρυθμο, παρά μόνον εσωτερικά. Δεν είναι ο Παλαμάς που αποτυπώνεται.

* Τι σας ενέπνευσε για να γράψετε το «Δημόσιο Καιρό»;

- Δεν είχα κάτι συγκεκριμένο, δεν υπήρχε, ζορίστηκα πολύ. Είχα τη μεγάλη αγωνία επειδή δεν νομίζω ότι θα ξαναεπιχειρήσω τέτοιο πράγμα, και εγώ η ίδια έχω μια δυσαρέσκεια μαζί του. Το γιατί δεν το ξέρω, είμαι λίγο δυσαρεστημένη μαζί του. Δεν υπάρχει έμπνευση, υπάρχει έλλειψη εμπνεύσεως που σε κάνει να γράψεις. Το θέμα είναι αυτή η συνεχής αναζήτηση του ερεθίσματος. Αν μια μέρα είναι βροχερή μπορεί να είναι κατάλληλη για να γράψεις, αλλά εγώ θα προτιμήσω να πάω έναν περίπατο, ο οποίος ενδεχομένως να αποδώσει έπειτα από τρία χρόνια σε ποίηση. Είναι λίγο μυστήρια αυτή η ιστορία, όλη η Τέχνη είναι μυστήριο, θελκτικό μυστήριο.

* Λέτε «τώρα θα γράψω»;

- Μπορεί να βλέπω κάτι που να έχει την τάση να με εμπνεύσει, αλλά δεν έχω την όρεξη να κουραστώ. Πρέπει να συμπέσει η διάθεσή μου να γράψω με το ερέθισμα. Δεν είναι σύνηθες αυτό. Δεν υπάρχει έμπευση, νομίζω ότι υπάρχει μια κατάλληλη διάθεση «αχ! να μπορούσα να γράψω». Εμπνευση δεν υπάρχει, διότι και ο θάνατος στο κάτω κάτω της γραφής, τον οποίο αναφέρω και παρεξηγούμαι πολύ, δεν είναι ένα θέμα που εμπνέει. Απλώς εκμεταλλευόμαστε κάποιες ανησυχίες που έχουμε, είτε έχουν πάρει μορφή είτε δεν έχουν πάρει. Ο θάνατος που κυριαρχεί σε αυτό το βιβλίο είναι τρόμος μου. Δεύτερον, είναι έρωτας μεγάλος για τη ζωή. Τρίτον, πουλάω και λίγη παλικαριά σε αυτόν, μολών λαβέ, κάπως έτσι, ξερό.

* Σε τι θέματα αφιερώνεται η ποίησή σας;

- Αν είναι ο έρωτας; Αν είναι ο θάνατος; Η ποίηση δεν είναι το θέμα, είναι ο τρόπος. Αυτό που πρέπει να σχολιάζεται είναι αυτό, εάν πέτυχε, εάν είναι ένας τρόπος που σχηματίζει ποίημα ή όχι. Το θέμα γίνεται ποιητικό εάν ο τρόπος είναι επιτυχημένος, μπορεί να είναι και για ένα σκουπίδι. Επίσης δεν είναι ποιητικό θέμα, αλλά μπορεί κάλλιστα να αποβεί, λόγω του χειρισμού των μέσων, που είτε διαθέτουμε είτε εφευρίσκουμε εκείνη την ώρα, λόγω δυσκολίας, λόγω ελλείψεως. Είμαστε σαν αυτούς που πνίγονται και πιάνουν ένα σωσίβιο.

* Σε ποια ηλικία γράψατε το πρώτο σας ποίημα;

- Ημουν «έμβρυο» 17 ετών, έμβρυο λέγεται αυτό.

* Τα μηνύματα της ποίησής σας;

- Δεν έχω μηνύματα στην ποίηση. Δεν έχω το μήνυμα της πατρίδας παρά μόνο μέσω του ότι υμνώ ένα τοπίο. Τόσο αφαιρετικά, δε λέω ω! πατρίδα εγώ. Δεν είμαι Παλαμάς, δεν είμαι Σολωμός, είμαι ένας πεζός, πεζότατος άνθρωπος, και όταν είναι φθινόπωρο λέω α! τι ωραία λέξη ελληνική το φθινόπωρο. Αυτό είναι το μήνυμα της γλώσσας της ελληνικής που περνάω. Είναι σχεδόν αναπόφευκτο οι άνθρωποι όσο είναι πάνω στη γη να βασανίζονται. Για να συνεχίζεται από καταβολής κόσμου μια τυραννία περίεργη, πάει να πει πως είναι μέσα στον κανόνα και την προϋπόθεση της ζωής, αυτό είναι το μήνυμά μου.

* Τι σας έκανε να ασχοληθείτε με την ποίηση «επαγγελματικά»;

- Το «επαγγελματικά», αγάπη μου, από πού προκύπτει; Δεν είναι επάγγελμα η ποίηση, δεν δηλώνω επάγγελμα ποιήτρια, δούλεψα στην τράπεζα, το επάγγελμά μου ήταν αυτό. Αλλο τώρα εάν έχει κάποια απήχηση και γίνεται μεγάλη κυκλοφορία στο θέμα, είναι μια τάση και μόνο, δεν τη διαλέγουμε εμείς αυτή τη ροπή, την πεζογραφία ή την ποίηση, εκείνη διαλέγει εμάς. Είναι θέμα της ιδιοσυγκρασίας μας.

* Περιμένατε να γίνετε ακαδημαϊκός;

- Καθόλου δεν το περίμενα, θα πω και μια αλήθεια. Δεν το ήθελα από σεβασμό, γιατί εγώ εκεί μέσα είμαι με ξεχωριστά πνεύματα, είναι όλοι επιστήμονες. Εγώ είμαι ένα διακοσμητικό στοιχείο που ενεργεί μόνο στην περίοδο που δίνουμε τα λογοτεχνικά βραβεία, το Ιδρυμα Ουράνη και η Ακαδημία. Περνάω πολύ μεγάλες ενοχές όταν κάθομαι μέσα σε αυτόν το χώρο, αλλά με ήθελε πάρα πολύ εξ αιτίας ενός ποιήματος μόνο, μόνον, ο αείμνηστος Νικόλαος Ματσανιώτης, για το ποίημα για το Βρετανικό μουσείο, για τα ελγίνεια μάρμαρα. Επειδή είχα γράψει αυτό, ήθελε να πάω στην Ακαδημία. Ψηφίστηκα και πήγα. Δεν είναι εύκολο να είσαι μέσα σε ένα πολύ διαφορετικό και πολύ ανώτερό σου επίπεδο.

* Πώς συνυπάρχει μέσα σας ο δημόσιος υπάλληλος και ο ποιητής;

- Αριστα μπορούν, και μάλιστα αυτό το αταίριαστο δεν ξέρετε πόσο βοηθάει. Πώς δραπετεύεις από το ένα για να πας στο άλλο. Μπορούν κάλλιστα, τα καλά μου ποιήματα τα έγραψα όταν ήμουν στην τράπεζα και δούλευα. Και αγανακτούσα που ήμουνα υπάλληλος. Την ώρα της διαδρομής από Παγκράτι - Κυψέλη μέσα στο τραμ όλο και κάτι σκεφτόμουν. Δεν θέλει και πολύ βελούδο η ποίηση, ούτε συνεχώς γίνεται αυτή η δουλειά.

* Ποια συμβουλή θα δίνατε σε ένα δεκαεφτάχρονο παιδί;

- Να γράψει ό,τι έχει διάθεση, ξέρω ότι όλοι οι νέοι γράφουν ποιήματα. Λαβαίνω κάπου 15 ποιητικές συλλογές νέων την ημέρα, οι οποίες έχουν τη μοίρα να μένουν αδιάβαστες διότι δεν επαρκώ. Εξ άλλου από το πρώτο ποίημα καταλαβαίνεις τι συμβαίνει, εάν έχεις φάει τα ψωμιά σου επάνω σε αυτή την τέχνη. Ολοι οι νέοι γράφουν ποιήματα. Ξέρετε ποιος είναι ο λόγος; Μάλλον θέλουμε ως νέοι να ξεφορτωθούμε τον εαυτό μας, μας πιέζει, μας δημιουργεί πολλά προβλήματα και θέλουμε να τον ξεφορτωθούμε όσο και αν ένα από τα προβλήματα του εαυτού μας είναι και η αναζήτηση του άλλου, του συντρόφου. Ενα μπέρδεμα γίνεται πολύ μεγάλο, διότι δεν αποχωρίζεται κανείς εύκολα το εγώ του και γι' αυτό και δεν πετυχαίνουν πολύ οι σχέσεις, οι συμβιώσεις, γιατί είναι τα δύο εγώ που παντρεύονται και όχι οι δύο άνθρωποι. Μη βιάζεστε, εάν κάτι κάνετε, βάλτε το στο συρτάρι σας, θα το δείτε έπειτα από ένα χρόνο. Εγώ απέσυρα, δεν κυκλοφορούν τα πρώτα ποιήματα, τα έβγαλε ένας θείος μου, δεν κυκλοφορούν, ήταν κωμωδία. Μη βιάζεστε, θα τα ξανακοιτάξετε, όχι αμέσως, έπειτα από τρεις μήνες, έπειτα από ένα χρόνο, θα δείτε πόσο δεν θα σας αρέσουν.

* Τι ρόλο έχει παίξει ο Θεός στο έργο σας;

- Είμαι λίγο ασταθής απέναντί του. Μια φαίνεται να με έχει ξεχάσει, δεν ξέρω, έχω μια καλή σχέση μαζί του αλλά δεν του δίνω και πολύ θάρρος. Δεν είμαι ασεβής, είμαι ακριβώς τόσο ευσεβής όσο μπορεί κανείς να είναι προς κάτι που δεν είδε και δεν άγγιξε. Εγώ πρέπει να ελπίζω, είμαι λίγο σαν τον Θωμά. Εχω ανάγκη παρ' όλο που υποτίθεται ότι εξαρτώμαι από τη φαντασία - εάν δεν πατάω στη γη, δεν πετάω.

* Ποια είναι η μεγαλύτερη αρετή του ανθρώπου;

- Η ευγένεια, αυτή έχει μέσα πολλές άλλες. Πάρα πολλές, και την Τέχνη, έχει μέσα όλες τις αρετές. Αν υλοποιούνταν οι σχέσεις μας μέσω ευγενείας, δεν θα υπήρχαν συγκρούσεις και δυστυχία.

5-10-2014

Υπεύθυνος: ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: 
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΟΥΣΗΣ



Εκδηλος ο ενθουσιασμός των μαθητών των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα, 
που υποδέχτηκαν την Κική Δημουλά μαζί με τους δασκάλους τους. 
Αριστερά, ο ζωγράφος Σ. Σόρογκας


ΣΧΕΤΙΚΑ










(...) Υπάρχουν ποιητές μελωδικοί, ρυθμομανείς, συχνά μελομανείς. Χρησιμοποιούν τη λέξη ως νότα, το στίχο ως φράση μελωδική. Υπάρχουν άλλοι που κάνουν να συνηχούν οι λέξεις παίζοντας με τα φωνήεντα και τα σύμφωνα, χωρίς παρ’ όλα αυτά να προδίδουν την ιδέα της σύλληψης, που απευθύνεται μέσω της καρδιάς κυρίως στο νου του αναγνώστη. Η Δημουλά δεν γράφει με εξωτερικά μουσικά ποικίλματα, δεν προσπαθεί να εκβιάσει την αισθητική ενός μελοτραφούς αφτιού και ο ρυθμός της, μακριά από την παραδοσιακή φόρμα του γραμμικού κορσέ, δεν σε υποχρεώνει να προσέχεις το «βηματισμό» του στίχου. 
Ο στίχος της δεν αυθαδιάζει, δεν ωρύεται, δεν στονάρει και δεν στομφάρει. 
Η ποίησή της δεν παραπέμπει μουσικά ούτε στη μεγάλη ορχήστρα με τα ποικίλα χρώματα, ούτε στην μπάντα, ούτε στην ορχήστρα εγχόρδων ούτε στη λαϊκή ή τη δημοτική κομπανία, ούτε βέβαια στην α’ καπέλα άρια ή την ψαλμωδία. 
Αν προσέξει κανείς, πάντα αναζητώντας την κρυμμένη μουσική στην ποίησή της, θα διαπιστώσει πως κυριαρχεί η σιωπή... (...).  

''Συσσωρευτής των ήχων'' 

Κώστας Γεωργουσόπουλος 

http://www.alithia.gr/
newspaper/2008/07052008/07052008,25873.h
tml