Πότε θα στείλουν οι Τούρκοι το Μπαρμπαρόσα στο Καστελόριζο
Τα πήγαινε-έλα του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Μπαρμπαρόσα εντός της κυπριακής ΑΟΖ, ως επίδειξη στρατιωτικοπολιτικού τσαμπουκά μπορεί να συνιστούν έμπρακτη αμφισβήτηση του δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της, αλλά δεν είναι χωρίς πολιτικό κόστος για την Άγκυρα. Η σύνοδος κορυφής Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου στο Κάιρο εδραιώνει τη στρατηγική σχέση των τριών χωρών και έρχεται να συμπληρώσει την τριγωνική στρατηγική σχέση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ.
Τα δύο αυτά τρίγωνα μπορεί να μην το προβάλουν, αλλά εμμέσως πλην σαφώς έχουν αντιτουρκικό χαρακτήρα. Η νεοοθωμανική στρατηγική δεν τίναξε στον αέρα μόνο την άλλοτε στρατηγική σχέση Τουρκίας-Ισραήλ. Τίναξε στον αέρα και τις –άλλοτε από πολύ καλές έως στενές– σχέσεις της Τουρκίας με την Αίγυπτο.
Το Ισραήλ κατέβαλε προσπάθειες να γεφυρώσει το χάσμα με την Άγκυρα, αλλά οι Ερντογάν και Νταβούτογλου δεν του άφησαν περιθώρια. Η αυτοκρατορική στάση και οι ηγεμονικές βλέψεις τους υποχρέωσαν το Τελ Αβίβ να ενσωματώσει στη στρατηγική του τη ρήξη με την Τουρκία και να εδραιώσει την προνομιακή σχέση του με τη Λευκωσία και την Αθήνα.
Η επίσκεψη και οι δηλώσεις του Ισραηλινού υπουργού Εξωτερικών Λίμπερμαν τις προηγούμενες ημέρες στην Κύπρο, σε συνδυασμό με την επικείμενη επίσκεψη του προέδρου Αναστασιάδη στο Ισραήλ, σηματοδοτεί τις νέες ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Και η τριμερής σύνοδος κορυφής στο Κάιρο εντάσσεται και εδραιώνει αυτές τις ισορροπίες.
Η περίπτωση της Αιγύπτου είναι διαφορετική από αυτή του Ισραήλ, αλλά έχει κοινό παρονομαστή. Η Άγκυρα είχε επενδύσει πολλά στους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Θεωρούσε δικαιολογημένα ότι ο ισλαμιστής πρόεδρος Μόρσι θα έπεφτε στην αγκαλιά της. Έτσι και έγινε. Δεν ήταν μόνο η κοινή σουνιτική ταυτότητα που τον ώθησε προς τα εκεί. Ήταν και η ανάγκη του να εξισορροπήσει την έκδηλη καχυποψία της Δύσης και να βρει εξωτερικά στηρίγματα για να εδραιώσει την ασταθή εξουσία του.
Μεταξύ των άλλων, η κυβέρνηση των Αδελφών Μουσουλμάνων υπέγραψε το 2012 συμφωνία, η οποία επέτρεπε στην Τουρκία να χρησιμοποιεί το αιγυπτιακό έδαφος ως βάση για την προώθηση των εξαγωγών της στην Αφρική. Το νέο καθεστώς στην Αίγυπτο όχι μόνο δεν ανανέωσε την εν λόγω συμφωνία, αλλά και σχεδόν έκλεισε την αιγυπτιακή αγορά για τα τουρκικά προϊόντα.
Ο στρατηγός Σίσι δεν αντιμετωπίζει τις σχέσεις με την Άγκυρα μόνο ως ζήτημα εξωτερικής πολιτικής. Οι νεοοθωμανοί αντιπροσωπεύουν μία απειλή για το καθεστώς του, επειδή είναι το εξωτερικό στήριγμα των εσωτερικών αντιπάλων του, των Αδελφών Μουσουλμάνων. Ο Ερντογάν αντέδρασε με οργή στην ανατροπή του προέδρου Μόρσι, όχι βεβαίως λόγω δημοκρατικής ευαισθησίας, αλλά επειδή έχασε το πιο κρίσιμο γεωπολιτικό έρεισμα.
Η Αίγυπτος κατέχει δεσπόζουσα θέση στον αραβικό κόσμο. Εάν παρέμενε στην τουρκική σφαίρα επιρροής, το νεοοθωμανικό όραμα θα αποκτούσε υπόσταση. Πολύ περισσότερο εάν το καθεστώς Άσαντ ανατρεπόταν και τη θέση του έπαιρνε ένα σουνιτικό καθεστώς ελεγχόμενο από την Άγκυρα. Όλα αυτά θα συνδυάζονταν με τον απόλυτο έλεγχο της βόρειας Κύπρου και με την προσδοκία του Ερντογάν να θέσει την ελεύθερη Κύπρο σε γεωπολιτική ομηρία μέσω της επιβολής ενός σχεδίου τύπου Ανάν.
Ας σημειωθεί ότι στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου ζήτησε συνάντηση με τον Αιγύπτιο ομόλογό του Σελίμ για να γεφυρώσει κάπως το χάσμα. Η απάντηση, όμως, ήταν αρνητική, λόγω των προσβλητικών δηλώσεων του Ερντογάν για τον πρόεδρο Σίσι.
Αντιμετωπίζοντας την Τουρκία ως απειλή, το καθεστώς Σίσι δεν είχε άλλη επιλογή από το να στραφεί προς τη Λευκωσία και την Αθήνα. Τον προσανατολισμό του αυτό ενισχύουν και δύο πρόσθετοι παράγοντες: Ο πρώτος είναι ότι έχει ήδη διαμορφωθεί και λειτουργεί παραλλήλως το τρίγωνο Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ. Ο δεύτερος είναι η διογκούμενη δυσφορία της Δύσης προς το δίδυμο Ερντογάν-Νταβούτογλου.
Ο δρόμος, άλλωστε, είχε ανοίξει πριν μία δεκαετία, όταν η Αίγυπτος και η Κυπριακή Δημοκρατία συμφώνησαν στην οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ με βάση την αρχή της μέσης γραμμής. Το Κάιρο αποδέχθηκε αυτή την αρχή, επειδή εκείνη την εποχή την επικαλείτο στις διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με τη Σαουδική Αραβία. Δεν μπορούσε, λοιπόν, να εμφανισθεί με δύο γραμμές. Όπως και στην περίπτωση του κυπροϊσραηλινών σχέσεων, η ανακάλυψη των ενεργειακών κοιτασμάτων πρόσθεσε στο γεωπολιτικό και το γεωοικονομικό κίνητρο.
Τα δύο τρίγωνα (Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ και Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος) προκαλούν έντονη ανησυχία στην Άγκυρα, επειδή διαμορφώνουν συνθήκες που την απομονώνουν πολιτικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι, άλλωστε, μόνο οι τοπικές δυνάμεις που παίζουν εναντίον της. Είναι και η Ρωσία, η οποία αντιμετωπίζει πλέον την Τουρκία ως αντίπαλο.
Η έμμεση πλην σαφής σύγκρουσή τους στο μέτωπο της Συρίας και η έμμεση πλην σαφής υποστήριξη της Άγκυρας προς τους τζιχαντιστές έχει επηρεάσει τη στάση της Μόσχας έναντι του Ερντογάν. Σύμφωνα με πληροφορίες του ρωσικού πρακτορείου Ιτάρ Τας, ο πρόεδρος Πούτιν χαρακτήρισε (στο πλαίσιο των πρόσφατων συζητήσεων της Λέσχης Βαλντάϊ στο Σότσι) το νεοοθωμανικό καθεστώς σοβαρή απειλή για τη διεθνή ασφάλεια και κίνδυνο για την περιφερειακή σταθερότητα. Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι η Ρωσία θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα για να εμποδίσει τον Ερντογάν να προκαλέσει τυχοδιωκτικές περιπέτειες στη Μέση Ανατολή.
Οι πρόσφατες ασκήσεις του ρωσικού ναυτικού στην Ανατολική Μεσόγειο ήταν ένα μήνυμα ότι η Μόσχα όχι μόνο θα συνεχίσει να στηρίζει το καθεστώς Άσαντ, αλλά και θα είναι παρούσα στην περιοχή ως παράγοντας αποτροπής της τουρκικής επιθετικότητας. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ ο πρόεδρος Πούτιν απεχθάνεται πολιτικά τον πρόεδρο Αναστασιάδη, τον προσκάλεσε να επισκεφθεί τον Ιανουάριο τη Μόσχα ακριβώς για να στείλει το μήνυμα ότι στηρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.
Το πρόβλημα για τον Ερντογάν δεν είναι μόνο η αντιπαλότητα της Ρωσίας και τα δύο τρίγωνα. Στην πραγματικότητα, τίποτα δεν του βγαίνει. Η Λιβύη έχει μετατραπεί σε «μαύρη τρύπα», αλλά και εκεί οι περισσότερες φατρίες αρνούνται την τουρκική κηδεμονία. Η Αλγερία και το Μαρόκο τηρούν επιφυλακτική στάση έναντι της νεοοθωμανικής Τουρκίας.
Το μόνο έρεισμά της στο Μαγκρέμπ ήταν η Τυνησία, αλλά κι αυτό χάθηκε μετά την εκλογική ήττα των ισλαμιστών. Της έχουν απομείνει η Χαμάς στη Γάζα και το Κατάρ. Η Σαουδική Αραβία δεν καλοβλέπει τον Ερντογάν, επειδή τον θεωρεί ανταγωνιστή στην κούρσα για το ποιος θα ασκεί επιρροή στο σουνιτικό τόξο. Δεν είναι τυχαία, βεβαίως, η πρόσφατη παταγώδης αποτυχία της Τουρκίας να εκλεγεί μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Οι Άραβες ακούνε με μεγάλη επιφύλαξη δηλώσεις όπως αυτή του Νταβούτογλου: «Στην ιστορική πορεία του αγίου έθνους μας, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σηματοδοτεί τη γέννηση μίας παγκόσμιας δύναμης και την αποστολή της για τη δημιουργία μιας νέας παγκόσμιας τάξης… Ότι χάσαμε στην περίοδο 1911-23 (περίοδος διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), από όποιες χώρες αποσυρθήκαμε, θα συναντηθούμε πάλι με τους αδελφούς μας σ’ αυτές τις χώρες» (Απρίλιος 2012).
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για τους νεοοθωμανούς, όμως, είναι η επιδείνωση των σχέσεών τους με τη Δύση. Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι έχουν ανάγκη την Τουρκία στη Μέση Ανατολή και ως εκ τούτου δεν στρέφονται εναντίον της. Το γυαλί, όμως, έχει ραγίσει. Δεν εμπιστεύονται πλέον τον Ερντογάν. Τον θεωρούν περισσότερο μέρος του προβλήματος παρά μέρος της λύσης κι αυτό κάποια στιγμή θα αποτυπωθεί και πρακτικά στην πολιτική τους. Προς το παρόν, όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, τηρούν ποντιοπιλατική στάση στο ζήτημα της τουρκικής πρόκλησης.
Αυτό είναι το γεωπολιτικό περιβάλλον, εντός του οποίου το Μπαρμπαρόσα παραβιάζει την κυπριακή ΑΟΖ. Ο Κύπριος υπουργός Εξωτερικών Κασουλίδης εκμεταλλεύθηκε το κλίμα σχετικής απομόνωσης της Άγκυρας για να υφάνει ένα διπλωματικό δίχτυ με σκοπό να ακυρώσει ολοσχερώς τον τουρκικό ισχυρισμό ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι «εκλιπούσα». Αντιθέτως, με το δίχτυ που υφαίνεται όχι μόνο υποστηρίζει τα κυριαρχικά δικαιώματά της, αλλά και προσπαθεί να «πουλήσει» στη Δύση μία νέα αντίληψη για τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, στο κέντρο της οποίας είναι η Κυπριακή Δημοκρατία.
Η διπλωματική δυναμική που έχει αναπτυχθεί με τα δύο τρίγωνα (προσεχώς ενδέχεται να συμπεριλάβει και την Ιορδανία) έχει φέρει στο τραπέζι και το ακανθώδες ζήτημα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Η ελληνική θέση είναι ότι το σύμπλεγμα του Καστελόριζου όχι μόνο διαθέτει δικαίωμα σε θαλάσσιες ζώνες, όπως προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά και έχει πλήρη επήρεια, δηλαδή η οριοθέτηση πρέπει να γίνει με βάση την αρχή της μέσης γραμμής.
Μέχρι πρότινος, το Κάιρο ήταν πολύ επιφυλακτικό στο να συνάψει τέτοια συμφωνία, λόγω των αντίθετων θέσεων της Τουρκίας. Η αιγυπτιακή διπλωματική γραφειοκρατία διατηρεί την επιφυλακτικότητά της, αλλά το καθεστώς Σίσι φαίνεται ότι ξεπερνάει αυτούς τους ενδοιασμούς. Η σύνοδος κορυφής δεν πρόκειται, βεβαίως, να παραγάγει συμφωνία οριοθέτησης, αλλά θα φανεί εάν θα ανάψει ή όχι το πράσινο φως.
Εάν υπογραφεί συμφωνία οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών Ελλάδας-Αιγύπτου, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι το Μπαρμπαρόσα θα μετακομίσει σύντομα νοτίως του Καστελόριζου για να αμφισβητήσει εμπράκτως την ελληνική υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ.
Πώς θα αντιδράσει τότε η Αθήνα; Η Ελλάδα δεν είναι η μικρή και με αμελητέες στρατιωτικές δυνατότητες Κυπριακή Δημοκρατία για να αντιδράσει μόνο με διπλωματικά μέσα. Εάν δεν εμποδίσει τις έρευνες του Μπαρμπαρόσα θα υποστεί πολιτική ήττα. Από την άλλη πλευρά, το ισοζύγιο ισχύος με την Τουρκία δεν ήταν ποτέ τις τελευταίες δεκαετίες τόσο δυσμενές για την Ελλάδα.
Με άλλα λόγια, η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με την Αίγυπτο θα προκαλέσει ως απάντηση έμπρακτες τουρκικές προκλήσεις. Η Αθήνα οφείλει να μετρήσει προσεκτικά τα ρίσκα. Είναι σκόπιμο να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία, αλλά κατά τρόπο που δεν θα μετατραπεί σε πολιτικό μπούμεραγκ. Θα πρέπει η οριοθέτηση να γίνει κατά τρόπο που να διοχετεύσει τις αντιρρήσεις της Άγκυρας στην κοίτη του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης κι όχι σε στρατιωτικού τύπου προκλήσεις και τετελεσμένα.
Τα πήγαινε-έλα του Μπαρμπαρόσα μπορεί να αμφισβητούν το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τον ενεργειακό πλούτο της, αλλά δεν προκαλούν τετελεσμένο. Θα πρόκυπτε τετελεσμένο εάν το τουρκικό πολεμικό ναυτικό εμπόδιζε τη διεξαγόμενη γεώτρηση από την κοινοπραξία της ιταλικής ΕΝΙ και της κορεατικής ΚΟGAS στο θαλάσσιο οικόπεδο 9.
Μία τέτοια εξέλιξη, ωστόσο, θεωρείται απίθανη, επειδή θα έστρεφε όλες τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες εναντίον της Τουρκίας. Οι κολοσσοί της ενέργειας έχουν συμφέρον να μη δημιουργηθεί τέτοιο προηγούμενο και έχουν τη δυνατότητα να ασκούν αποφασιστική επιρροή στις δυτικές κυβερνήσεις. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η Άγκυρα έχει λάβει τα μηνύματα.
Ο δεύτερος τρόπος για να δημιουργήσει η Άγκυρα τετελεσμένο είναι να εγκαταστήσει πλατφόρμα γεώτρησης και άντλησης εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Αν και υπάρχουν τέτοιες δηλώσεις, το εγχείρημα δεν είναι εύκολο. Καμία πετρελαϊκή εταιρεία δεν πρόκειται να συμπράξει σε μία τόσο κραυγαλέα παρανομία. Κατά συνέπεια, ο μόνος δρόμος είναι οι Τούρκοι να αγοράσουν πλατφόρμα. Κι αυτό, όμως, είναι δύσκολο. Ακόμα κι αν βρει πλατφόρμα να αγοράσει, θα χρειαστεί πολύ χρόνο.
Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, η τρέχουσα τουρκική πρόκληση θα παραμείνει στο ίδιο επίπεδο, χωρίς κλιμάκωση. Με άλλα λόγια, το Μπαρμπαρόσα θα κάνει τις βόλτες του για το διάστημα που έχουν προγραμματισθεί οι έρευνες και τον Δεκέμβριο θα αποχωρήσει.
Η Λευκωσία δεν έχει λόγο, λοιπόν, να υποκύψει στις πιέσεις και να δώσει αντάλλαγμα για την αποχώρηση του Μπαρμπαρόσα από την κυπριακή ΑΟΖ. Το αντάλλαγμα που της ζητάνε είναι να σταματήσουν οι γεωτρήσεις και να μετατραπεί σε αντικείμενο διαπραγμάτευσης το μοίρασμα του ενεργειακού πλούτου. Την απαίτηση αυτή δεν την προβάλει μόνο η Άγκυρα. Την προβάλουν και η Ουάσιγκτον και πολλοί Ευρωπαίοι.
Ο ειδικός σύμβουλος για το Κυπριακό του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, μάλιστα, έφθασε στο σημείο να πει ότι και οι δύο πλευρές πρέπει να δώσουν κάτι για να εκτονωθεί η ένταση. Αποσιώπησε, βεβαίως, το γεγονός ότι η ένταση προκλήθηκε λόγω της τουρκικής επιθετικότητας.
Λόγω της στενής σχέσης του με την Ουάσιγκτον, ο πρόεδρος Αναστασιάδης πίστευε ότι οι Αμερικανοί θα θωράκιζαν πολιτικά το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκμεταλλευθεί τα ενεργειακά κοιτάσματά της και θα απέτρεπαν τουρκικές προκλήσεις. Όπως έχουμε, όμως, προαναφέρει, αυτοί τηρούν ποντιοπιλατική στάση. Όχι μόνο δεν καταδικάζουν ευθέως την ωμή παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ, αλλά και εμμέσως πλην σαφώς την χρησιμοποιούν για να προωθήσουν το μοίρασμα του ενεργειακού πλούτου.
Ακόμα χειρότερη είναι η στάση του Λονδίνου. Στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής, ο Κάμερον έφθασε στο σημείο να αναρωτηθεί εάν η Κυπριακή Δημοκρατία έχει ΑΟΖ πριν λυθεί το Κυπριακό! Στο πλαίσιο της ΕΕ οι Βρετανοί κάνουν ό,τι μπορούν για να αποτρέψουν κινήσεις καταγγελίας της Τουρκίας. Παραλλήλως, προσπαθούν να εμποδίσουν την επιχειρούμενη από τη Λευκωσία διασύνδεση των ενταξιακών διαπραγματεύσεών της Τουρκίας με τη συμπεριφορά της έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η στάση του αμερικανοβρετανικού παράγοντα και ορισμένων Ευρωπαίων διευκολύνει τον Ερντογάν να χειρισθεί την κρίση που ο ίδιος προκάλεσε στην Κύπρο από σχετικά πλεονεκτική θέση. Από την άλλη πλευρά, όμως, η πολιτική του έχει σε μεγάλο βαθμό βλάψει τη δημόσια εικόνα της Τουρκίας και την έχει απομονώσει πολιτικά στον περίγυρό της. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι αποκλείεται κλιμάκωση των προκλήσεων. Ο τυχοδιωκτισμός, άλλωστε, εμφυλοχωρεί στη νεοοθωμανική φαντασίωση.
11/11/14
του Σταύρου Λυγερού
“Πρώτο Θέμα”