Το αυγό του Κολόμβου
Η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση δεν καταργούσε μόνο τα σύνορα. Θέσπιζε επίσης έναν νέο μετα-κανονιστικό χώρο όπου οι νέοι κεφαλαιούχοι μπορούν να κινούνται έξω από κάθε έννομη τάξη και από κάθε Πολιτεία
Μια φορά και έναν καιρό υπήρχαν κοινωνίες, κράτη, επικράτειες, νόμοι και, προσχηματικές έστω, συλλογικές συνειδήσεις. Αρχοντες και αρχόμενοι, πλούσιοι και φτωχοί, εργαζόμενοι, άνεργοι και κεφαλαιούχοι μετείχαν σε ένα κοινό φαντασιακό γίγνεσθαι. Ολοι αποδέχονταν πως έπρεπε να αναλάβουν ένα μέρος του κόστους ενός κοινού ιστορικού πεπρωμένου. Τα αναπαλλοτρίωτα ατομικά τους δικαιώματα προστατεύονταν στους κόλπους μιας δεδομένης Πολιτείας όπου οι πολίτες είχαν «καθήκον» να υπακούουν στον νόμο, να στρατεύονται αμυνόμενοι «περί πάτρης» και να πληρώνουν φόρους ο καθένας «ανάλογα με τις δυνάμεις του». Στο συμβολικό τουλάχιστον επίπεδο, το έθνος, το κράτος και η κοινωνία συνόψιζαν την ύπατη συλλογική αξία.
Στο μέτρο που μπορούσαν βέβαια, οι ισχυροί απέφευγαν να ανταποκρίνονται στις πολιτειακές τους υποχρεώσεις. Πλήρωναν άλλους να πολεμούν στη θέση τους, προσέφευγαν στις υπηρεσίες στρατιών δικηγόρων για να καταστρατηγούν τον νόμο επ’ ωφελεία τους και αντιστέκονταν σθεναρά σε κάθε αύξηση των φορολογικών βαρών. Βαθμιαία, όμως, οι καιροί άλλαζαν. Οι προεκτάσεις της ανισοποιητικής δυναμικής της ανεξέλεγκτης ελεύθερης αγοράς αποδείχτηκαν καταλυτικές. Στον εικοστό αιώνα, τα προνόμια των κρατούντων φάνηκε να κλονίζονται. Κυρίως μετά τη Ρωσική Επανάσταση, ο κίνδυνος της ανατροπής ελλόχευε παντού. Το σύστημα δεν μπορούσε πια να αναπαράγεται δίχως τη συνεχή παρέμβαση των πολιτικών εξουσιών προς την κατεύθυνση της στοιχειώδους ανακούφισης των θυμάτων της συσσώρευσης.
Ετσι, με τη θέσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων και την εμπέδωση των κοινωνικών κρατών, η Ευρώπη οδηγήθηκε σε νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Η κοινωνική αλληλεγγύη, η συνεχής ανακατανομή πόρων και η προστασία των αδυνάτων εγκαινίαζαν έναν νέο «συναινετικό» και ιδεολογικά συνεκτικό κοινωνικο-πολιτικό πολιτισμό. Εναν πολιτισμό που απαιτούσε τη συνεχή επέκταση των δημόσιων μηχανισμών και τη θεαματική διόγκωση του κοινωνικού του κόστους. Το τίμημα ήταν όμως βαρύ.
Στο εξής, η συντήρηση της κοινωνικής συνοχής και της πολιτικής συναίνεσης απαιτούσε τη συνεχή αύξηση των φορολογικών βαρών. Για να είναι, λοιπόν, δυνατόν να προστατεύονται οι αδύναμοι, οι ισχυροί υποχρεώθηκαν να εκχωρούν στο κράτος πολύ περισσότερα απ’ ό,τι πριν. Δεν είναι τυχαίο ότι σε ορισμένες χώρες, στα ανώτατα εισοδηματικά κλιμάκια οι φορολογικοί συντελεστές προσέγγιζαν το 90%.
Οπως ήταν φυσικό, ήδη από την πρώτη μέρα, η ταξική αντίδραση του κεφαλαίου υπήρξε έντονη. Μετά όμως την κατάρρευση του Τείχους του Βερολίνου και την αποδυνάμωση του αντίπαλου δέους, οι οικονομικές ολιγαρχίες ανέκτησαν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Κηρύσσοντας τον πόλεμο ενάντια στην «υπερφορολόγησή» τους, άρχισαν να υπονομεύουν συστηματικά τα κοινωνικά κράτη που οργάνωναν την ανακατανομή των πόρων. Αυτός ακριβώς είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Ο διάχυτος αντικρατισμός, η δημοσιονομική λιτότητα, η περιστολή των κοινωνικών παροχών, η ραγδαία ανατροπή των κοινωνικών κατακτήσεων και η προϊούσα ετερονομία του πολιτικού εντάσσονται στο ίδιο ιστορικό πλαίσιο. Στο όνομα του μεγιστοποιητικού ανταγωνισμού, τίποτε δεν επιτρέπεται να αμβλύνει τις αδυσώπητες ετυμηγορίες της ελεύθερης αγοράς. Στο εξής, ως ανεπηρέαστα ορθολογικές και «αμερόληπτες», οι αγοραίες λύσεις αντιμετωπίζονται ως «θεοδικίες».
Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό. Πράγματι, υπό την πίεση της κυμαινόμενης δημοκρατικής γνώμης, οι τάσεις θα μπορούσαν ίσως κάποτε να αναστραφούν. Η μακροπρόθεσμη απαλλαγή του κεφαλαίου από αδόκητες παρεμβάσεις προϋπέθετε την πλήρη αυτονόμησή του από οποιαδήποτε πολιτική εξουσία. Ιδεωδώς, ο ιδιωτικός πλούτος έπρεπε λοιπόν να μπορεί να συσσωρεύεται έξω και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε κανονιστική τάξη. Η «λύση» τελικώς αποδείχτηκε τόσο απλή όσο το αυγό του Κολόμβου. Δίπλα στις «κλειστές» επικρατειακές μορφές κοινωνικής οργάνωσης θα επινοηθούν οι ιστορικά καινοφανείς «εξωχώριες» μετα-επικρατειακές μορφές. Ως «οιονεί κράτη» οι μορφές αυτές οριοθετούνται αρνητικά, από το γεγονός ότι δεν υπόκεινται σε καμιά «κανονική» κυριαρχία. Αυτή υπήρξε η άρρητη προέκταση της ελεύθερης διακίνησης του κεφαλαίου όπως κατοχυρώθηκε με τη «συναίνεση της Ουάσινγκτον». Οι εξωχώριοι παράδεισοι σήμαναν το τέλος της αναγκαίας δομικής συνάρθρωσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και στη δεσμευτική πολιτική. Και αυτό ακριβώς ήταν το αιτούμενο.
Με αυτήν την έννοια, η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση δεν καταργούσε μόνο τα σύνορα. Θέσπιζε επίσης έναν νέο μετα-κανονιστικό χώρο όπου οι νέοι κεφαλαιούχοι μπορούν να κινούνται έξω από κάθε έννομη τάξη και από κάθε Πολιτεία. Το περιπλανώμενο χρήμα δεν υπόκειται πια σε περιορισμούς, σε όρια, σε ελέγχους και σε αξιακές προδιαγραφές. Σαν τους αλήστου μνήμης πειρατές, οι κεφαλαιούχοι μπορούν πια να αρμενίζουν δίχως Θεό και δίχως αφέντη στα ξέφραγα ανοιχτά πέλαγα αποθηκεύοντας τους συσσωρευμένους θησαυρούς τους σε υπαρκτά ή ίσως και ανύπαρκτα ερημονήσια που κανείς δεν γνωρίζει και κανείς δεν μπορεί να αγγίξει.
Οι «καθαρές» κανονιστικές δεσμεύσεις των Κρατών Δικαίου αμβλύνονται ή και εξαερώνονται όταν από κοινού όλα αυτά τα κράτη παραιτούνται από οποιαδήποτε παρεμβατική ή κανονιστική δικαιοδοσία. Στα αγκυροβόλια που αποθηκεύεται ο πλούτος, δεν υπάρχει λοιπόν πια θέμα νομιμότητας ή δικαιοσύνης. Η πραγματική λειτουργία των «εξωχώριων» οντοτήτων είναι το ξέπλυμα ενός χρήματος που δεν έχει πια χρώμα. Οι «παράδεισοι» είναι «καθαρτήρια» ή ίσως και φαιά «λοιμοκαθαρτήρια».
27-12-2014
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ
http://www.efsyn.gr/arthro/aygo-toy-kolomvoy