Eπίλογος της φάρσας ή αντίλογος στην τραγωδία;
(...)
Η εργασία βρίσκεται υπό καθεστώς «τρόμου και αθλιότητας». Χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με τις κατακτήσεις που αποτυπώνονταν στο εργατικό δίκαιο κατακρεουργημένες, οι εργάτες και οι εργαζόμενοι, οι γεωργοί με μικρή ιδιοκτησία, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροεπιχειρηματίες υφίστανται την «οικονομία της φρίκης» με όλο και πιο βάναυσο τρόπο.
(...)
Τα κανόνια της προπαγάνδας από τα χρόνια της ψεύδους ευμάρειας ως τα χρόνια της ξεδιάντροπης σκλαβιάς βαράνε συστηματικώς την προσωπικότητα και τον ψυχισμό του εργαζόμενου. Τον γεμίζουν κόμπλεξ. «Μαζί τα φάγαμε». «Λαϊκιστή». «Εσύ φταις για τη χρεωκοπία της μεταπολίτευσης». Πρόκειται για μπαράζ άνευ προηγουμένου. Μόνον που αυτό το μπαράζ σπάει τη ραχοκοκαλιά της χώρας, οδηγεί στην κατάρρευση της κοινωνίας, ακόμα και στον διαμελισμό της πατρίδας. Αυτοί που έχουν σκλαβώσει τον λαό, τον έχουν ταυτοχρόνως αφοπλίσει. Γκαουλάιτερς της δεκάρας και Κουίσλινγκς, αμολάνε δεκάρικους υπέρ του έθνους, λένε ότι διαπραγματεύονται, ενώ δέχονται μόνον διαταγές, λένε ότι το Μνημόνιο μας ήρθε εξ ουρανού για τις αμαρτίες μας, ενώ οι ίδιοι υπήγαγαν την Ελλάδα σε καθεστώς οικονομικής και πολιτικής κατοχής.
(...)
Η βαρειά άμυνα της χώρας και το μέλλον της είναι οι εργαζόμενοι. Οι εργαζόμενοι, όταν νοιώθουν την πατρίδα σαν το σπίτι τους κι όχι σαν έναν μοχθηρό μηχανισμό που τους λεηλατεί και σκορπίζει τον τρόμο, την απογοήτευση και την απελπισία. Οι εργαζόμενοι, η ανασυγκρότηση των συνδικάτων τους σε ταξική βάση, η «επιστροφή» τους στην πολιτική με υψηλές απαιτήσεις (κυρίως εις ό,τι αφορά τα προγράμματα των κομμάτων της Αριστεράς), είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αντισταθεί, να ανατάξει και να αντιστρέψει τα πράγματα.
(...)
Αυτό που κυρίως πλήττεται από την Τρόικα στη χώρα μας, και πλήττεται με όρους πολέμου, είναι η εργασία. Η εργασία καταστρέφεται σε όλες τις εκφάνσεις της ανηλεώς και μεθοδικώς. Από την εποχή Σημίτη με τις «ευέλικτες μορφές εργασίας», τους «απασχολήσιμους» και τους «σταζιέρ», φθάσαμε σήμερα στην εποχή... Ντίκενς, με τους εργαζόμενους να έχουν ξαναγίνει σκλάβοι.
Η εργασία βρίσκεται υπό καθεστώς «τρόμου και αθλιότητας». Χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με τις κατακτήσεις που αποτυπώνονταν στο εργατικό δίκαιο κατακρεουργημένες, οι εργάτες και οι εργαζόμενοι, οι γεωργοί με μικρή ιδιοκτησία, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροεπιχειρηματίες υφίστανται την «οικονομία της φρίκης» με όλο και πιο βάναυσο τρόπο.
(...)
Τα κανόνια της προπαγάνδας από τα χρόνια της ψεύδους ευμάρειας ως τα χρόνια της ξεδιάντροπης σκλαβιάς βαράνε συστηματικώς την προσωπικότητα και τον ψυχισμό του εργαζόμενου. Τον γεμίζουν κόμπλεξ. «Μαζί τα φάγαμε». «Λαϊκιστή». «Εσύ φταις για τη χρεωκοπία της μεταπολίτευσης». Πρόκειται για μπαράζ άνευ προηγουμένου. Μόνον που αυτό το μπαράζ σπάει τη ραχοκοκαλιά της χώρας, οδηγεί στην κατάρρευση της κοινωνίας, ακόμα και στον διαμελισμό της πατρίδας. Αυτοί που έχουν σκλαβώσει τον λαό, τον έχουν ταυτοχρόνως αφοπλίσει. Γκαουλάιτερς της δεκάρας και Κουίσλινγκς, αμολάνε δεκάρικους υπέρ του έθνους, λένε ότι διαπραγματεύονται, ενώ δέχονται μόνον διαταγές, λένε ότι το Μνημόνιο μας ήρθε εξ ουρανού για τις αμαρτίες μας, ενώ οι ίδιοι υπήγαγαν την Ελλάδα σε καθεστώς οικονομικής και πολιτικής κατοχής.
(...)
Η βαρειά άμυνα της χώρας και το μέλλον της είναι οι εργαζόμενοι. Οι εργαζόμενοι, όταν νοιώθουν την πατρίδα σαν το σπίτι τους κι όχι σαν έναν μοχθηρό μηχανισμό που τους λεηλατεί και σκορπίζει τον τρόμο, την απογοήτευση και την απελπισία. Οι εργαζόμενοι, η ανασυγκρότηση των συνδικάτων τους σε ταξική βάση, η «επιστροφή» τους στην πολιτική με υψηλές απαιτήσεις (κυρίως εις ό,τι αφορά τα προγράμματα των κομμάτων της Αριστεράς), είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αντισταθεί, να ανατάξει και να αντιστρέψει τα πράγματα.
(...)
Αυτό που κυρίως πλήττεται από την Τρόικα στη χώρα μας, και πλήττεται με όρους πολέμου, είναι η εργασία. Η εργασία καταστρέφεται σε όλες τις εκφάνσεις της ανηλεώς και μεθοδικώς. Από την εποχή Σημίτη με τις «ευέλικτες μορφές εργασίας», τους «απασχολήσιμους» και τους «σταζιέρ», φθάσαμε σήμερα στην εποχή... Ντίκενς, με τους εργαζόμενους να έχουν ξαναγίνει σκλάβοι.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα, στην εποχή της «ελεύθερης αγοράς», του «ανταγωνισμού» και της «δημιουργικής λογιστικής», δεν έχει προηγούμενο παρά μόνο σε βάρβαρες εποχές, σε συνθήκες πολέμου ή (της πιο στυγερής)αποικιοκρατίας, με στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και πολιτικοστρατιωτικής κατοχής.
Η εργασία βρίσκεται υπό καθεστώς «τρόμου και αθλιότητας». Χωρίς συλλογικές συμβάσεις, με τις κατακτήσεις που αποτυπώνονταν στο εργατικό δίκαιο κατακρεουργημένες, οι εργάτες και οι εργαζόμενοι, οι γεωργοί με μικρή ιδιοκτησία, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροεπιχειρηματίες υφίστανται την «οικονομία της φρίκης» με όλο και πιο βάναυσο τρόπο.
Υπάρχουν 1.500.000 άνεργοι. Πολλοί απ’ αυτούς δεν θα ξαναπιάσουν δουλειά ποτέ. Επίσης πολλοί απ’ αυτούς τους ανέργους, νεότεροι στην ηλικία, δεν μπορούν να «αρχίσουν τη ζωή τους», και πολλοί δεν θα την «αρχίσουν» ποτέ. Μακροχρόνιοι άνεργοι. Ηδη «εξόριστοι» από την ίδια τους τη ζωή εδώ και χρόνια. Εργαζόμενοι χωρίς συμβάσεις, αιχμάλωτοι της μαύρης εργασίας, εργαζόμενοι με σύμβαση μιας μέρας. Εργαζόμενοι των 300 ευρώ τον μήνα. Εργαζόμενοι απλήρωτοι επί μήνες. Περί τα 4.000.000 οι φτωχοί, χιλιάδες οι αυτόχειρες.
Μια ζούγκλα καθημερινού φασισμού που επιβλήθηκε και επιβάλλεται διά των όπλων (χρεών, δανείων, τόκων) και εξωραΐζεται από την πιο αδίστακτη προπαγάνδα όλων των εποχών. Οι νέοι ξενιτεύονται, ενώ για τις εργαζόμενες γυναίκες ούτε λόγος να γίνεται. Μαγαζιά που έκλεισαν, μαγαζιά που δεν θα ξανανοίξουν, μαγαζιά που θα κλείσουν. Μια κόλαση μέσα στην οποίαν καίγεται η εργασία και ο πολιτισμός της. Ομως η εργασία είναι η
ραχοκοκαλιά μιας χώρας. Οι συνθήκες, οι νόμοι και οι τρόποι με τους οποίους διεξάγεται η εργασία καθορίζουν την παραγωγή, την οικονομία, την πολιτική και τον πολιτισμό μιας χώρας. Με την εργασία τσαλακωμένη, την αξιοπρέπεια της εργασίας εκμηδενισμένη και τον πλούτο που παράγει η εργασία κλεμμένον, η παραγωγή υποβαθμίζεται, η οικονομία γίνεται ένας Μολώχ που τρώει ανθρώπους, η πολιτική αποξενώνεται απ’ τον λαό και ο πολιτισμός εκχυδαΐζεται. Κι όχι μόνον. Αλλά όλα αυτά τα φαινόμενα-συμπτώματα-συνέπειες βαίνουν διαρκώς επί τα χείρω. Κάθε μέρα εξαρθρώνεται και κάτι ακόμα, κάτι αποδομείται εξ όσων έχουν απομείνει. Η επιμονή της Τρόικας για τα εργασιακά (συνεπώς και για το Ασφαλιστικό) εντάσσεται στις κύριες παραμέτρους αυτού του ανηλεούς πολέμου.
Αν δούμε την ιστορία της κρίσης, θα διαπιστώσουμε ότι είναι μια ιστορία καταστροφής της εργασίας. Τα υπόλοιπα είναι παράπλευρες απώλειες. Το φορολογικό σύστημα, οι δημόσιες δαπάνες, το τραπεζικό σύστημα, η διοίκηση συντίθενται από μεταβλητές που σήμερα μπορεί να ’ναι έτσι κι αύριο αλλοιώς - με τη σταθερά όμως της συστηματικής καταστροφής της εργασίας, αυτές οι μεταβλητές μόνον σε αρνητική κατεύθυνση μπορούν να κινούνται.
Η καταστροφή των εργασιακών σχέσεων οδηγεί τους ανοχύρωτους πλέον εργαζόμενους στον φόβο. Φοβισμένοι εργαζόμενοι σημαίνουν περιδεή κοινωνία. Ετοιμη να αποδεχθεί ρατσιστικά ιδεολογήματα περί τους εργαζόμενους, για «τεμπέληδες» και «διεφθαρμένους». Ανεπαισθήτως στην αρχή και ξετσίπωτα στη συνέχεια, μεγάλο μέρος της κοινωνίας αποδέχεται ότι «ορισμένους» (όλο και πιο πολλούς) δεν τους «αντέχει η οικονομία». Ετσι «νομιμοποιείται» ο αποδεκατισμός, η έκπτωση των πολιτών, όσων τους βρίσκει το βόλι, σε καθεστώς παρία, απόκληρου, λεπρού.
Τα κανόνια της προπαγάνδας από τα χρόνια της ψεύδους ευμάρειας ως τα χρόνια της ξεδιάντροπης σκλαβιάς βαράνε συστηματικώς την προσωπικότητα και τον ψυχισμό του εργαζόμενου. Τον γεμίζουν κόμπλεξ. «Μαζί τα φάγαμε». «Λαϊκιστή». «Εσύ φταις για τη χρεωκοπία της μεταπολίτευσης». Πρόκειται για μπαράζ άνευ προηγουμένου. Μόνον που αυτό το μπαράζ σπάει τη ραχοκοκαλιά της χώρας, οδηγεί στην κατάρρευση της κοινωνίας, ακόμα και στον διαμελισμό της πατρίδας. Αυτοί που έχουν σκλαβώσει τον λαό, τον έχουν ταυτοχρόνως αφοπλίσει. Γκαουλάιτερς της δεκάρας και
Κουίσλινγκς, αμολάνε δεκάρικους υπέρ του έθνους, λένε ότι διαπραγματεύονται, ενώ δέχονται μόνον διαταγές, λένε ότι το Μνημόνιο μας ήρθε εξ ουρανού για τις αμαρτίες μας, ενώ οι ίδιοι υπήγαγαν την Ελλάδα σε καθεστώς οικονομικής και πολιτικής κατοχής.
Η βαρειά άμυνα της χώρας και το μέλλον της είναι οι εργαζόμενοι. Οι εργαζόμενοι, όταν νοιώθουν την πατρίδα σαν το σπίτι τους κι όχι σαν έναν μοχθηρό μηχανισμό που τους λεηλατεί και σκορπίζει τον τρόμο, την απογοήτευση και την απελπισία. Οι εργαζόμενοι, η ανασυγκρότηση των συνδικάτων τους σε ταξική βάση, η «επιστροφή» τους στην πολιτική με υψηλές απαιτήσεις (κυρίως εις ό,τι αφορά τα προγράμματα των κομμάτων της Αριστεράς), είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αντισταθεί, να ανατάξει και να αντιστρέψει τα πράγματα.
Ο πόλεμος εναντίον της Ελλάδας (και όλων των χωρών της Ενωσης) είναι πόλεμος ταξικός. Τα εθνικά του χαρακτηριστικά ποικίλλουν αναλόγως του τρόπου που οι λαοί της κάθε χώρας οδηγούνται στο σφαγείο. Στην Ευρώπη οικοδομείται μια οικονομική δικτατορία που οδηγεί τις δημοκρατίες σε εκφασισμό. Αν οι εργάτες και οι εργαζόμενοι (ήδη σε ιστορική υποχώρηση ύστερα απ’ την πτώση της ΕΣΣΔ) δεν αντισταθούν (μάλιστα στην Ελλάδα έστω την τελευταία στιγμή, διότι έχουμε φθάσει στα έσχατα), δεν βλέπω ποιος άλλος θα μπορούσε να το κάνει.
Προς τούτο, η αρραγής ενότητα των εργαζομένων είναι προϋπόθεση. Οσοι διασπούν τους εργαζόμενους διά του διαίρει και βασίλευε [γνωστού και ως κοινωνικού αυτοματισμού (!)] τη δουλειά τους κάνουν. Επιδιώκουν τη διαρκή εξομοίωση όλων προς τα κάτω. Εκείνοι, όμως, που ως προϋπόθεση της ενότητας των εργαζομένων βάζουν την ταύτιση των στρατηγικών στόχων της κάθε πολιτικής δύναμης που τους εκφράζει, συντελούν στην καθήλωση όλων μας.
Η κυβέρνηση αυτή αντιμετωπίζει (δηλαδή εμείς υφιστάμεθα) καθημερινώς τις προγραμματισμένες καταστροφές - ήτοι αυτές που έχει συμφωνήσει να μας επισυμβούν διά των μνημονίων. Αντιμετωπίζει όμως, επίσης καθημερινώς, και απρογραμμάτιστες καταστροφές, «παράπλευρες» και «ασύμμετρες». Απότοκες βεβαίως των προγραμματισμένων καταστροφών οι απρογραμμάτιστες, δεν σημαίνει ότι δεν αποσταθεροποιούν ακόμα περισσότερο ένα ήδη χαοτικό σκηνικό. Υπ’ αυτήν την έννοια ο χρόνος λειτουργεί υπέρ τους - και για αυτό τον αγοράζουν με ψέματα για success story, έξοδο απ’ το μνημόνιο και τα συναφή.
Μια στοιχειώδης ενότητα της Αριστεράς, χωρίς κανένα απ’ τα κόμματα που την εκφράζουν να απαρνηθεί την ταυτότητα και τους στόχους του, θα είχε δώσει τέλος σ’ αυτήν τη φάρσα που προκάλεσε και διαχειρίζεται την τραγωδία μας...