Συμφωνία Λονδίνου:27 Φεβρουαρίου 1953
Πρωτοφανής μείωση χρέους στα χρονικά του 20ου αιώνα, αφού έφθασε, στα επίπεδα του 62,6% του συνολικού χρέους του γερμανικού κράτους.
1953 London -AGREEMENT ON GERMAN EXTERNAL DEBTS
27/2/1953 Λονδίνο :
Η γερμανική αντιπροσωπεία, πανευτυχής, υπογράφει την ευεργετική για την χώρα της, Συμφωνία, μεταξύ της Ο.Δ. της Γερμανίας και 21 κρατών. Η πείρα της τραγικής αποτυχίας της Συνθήκης των Βερσαλλιών, που οδήγησε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και ο αναμφισβήτητος αμερικανικός ρεαλισμός οδήγησαν στην μεγαλύτερη διαγραφή χρέους, που έγινε, ποτέ στον 20ο αιώνα και απετέλεσε την βάση εκκίνησης του μεταπολεμικού γερμανικού οικονομικού θαύματος, το οποίο δεν θα είχε συντελεσθεί, εάν δεν είχε υπάρξει αυτή η συμφωνία, που αφάνισε το 62,6% του τότε, γερμανικού δημόσιου χρέους. Αυτή την πραγματικότητα οι Γερμανοί την ξεχνούν. Όχι, όμως οι Έλληνες. Το οικονομικό θαύμα των Γερμανών έγινε δυνατό, επειδή δεν αναγκαστήκαν να πληρώσουν αποζημιώσεις, τα κατοχικά δάνεια και τα έξοδα κατοχής. Εμείς οι Έλληνες το γνωρίζουμε, πολύ καλά. Με δεδομένες τις υπάρχουσες συνθήκες και εν όψει της ακαμψίας των Γερμανών, που αρνούνται την, μέσω του seigniorage, χρηματοδότηση του ελληνικού δημόσιου χρέους από τους θεσμούς της ευρωζώνης, καιρός είναι η ελληνική στάση να αλλάξει και να τεθούν και πάλι, επί τάπητος, οι σχετικές διεκδικήσεις.
27/2/1953 Λονδίνο :
Η γερμανική αντιπροσωπεία, πανευτυχής, υπογράφει την ευεργετική για την χώρα της, Συμφωνία, μεταξύ της Ο.Δ. της Γερμανίας και 21 κρατών. Η πείρα της τραγικής αποτυχίας της Συνθήκης των Βερσαλλιών, που οδήγησε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και ο αναμφισβήτητος αμερικανικός ρεαλισμός οδήγησαν στην μεγαλύτερη διαγραφή χρέους, που έγινε, ποτέ στον 20ο αιώνα και απετέλεσε την βάση εκκίνησης του μεταπολεμικού γερμανικού οικονομικού θαύματος, το οποίο δεν θα είχε συντελεσθεί, εάν δεν είχε υπάρξει αυτή η συμφωνία, που αφάνισε το 62,6% του τότε, γερμανικού δημόσιου χρέους. Αυτή την πραγματικότητα οι Γερμανοί την ξεχνούν. Όχι, όμως οι Έλληνες. Το οικονομικό θαύμα των Γερμανών έγινε δυνατό, επειδή δεν αναγκαστήκαν να πληρώσουν αποζημιώσεις, τα κατοχικά δάνεια και τα έξοδα κατοχής. Εμείς οι Έλληνες το γνωρίζουμε, πολύ καλά. Με δεδομένες τις υπάρχουσες συνθήκες και εν όψει της ακαμψίας των Γερμανών, που αρνούνται την, μέσω του seigniorage, χρηματοδότηση του ελληνικού δημόσιου χρέους από τους θεσμούς της ευρωζώνης, καιρός είναι η ελληνική στάση να αλλάξει και να τεθούν και πάλι, επί τάπητος, οι σχετικές διεκδικήσεις.
(...)
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Γερμανία έχει υποστεί και έχει πυροδοτήσει τις μεγαλύτερες χρεωκοπίες, από τον μεσοπόλεμο και μετά, με τελευταία την στάση πληρωμών του 1990, όταν ο καγκελάριος Helmut Kohl αρνήθηκε να υλοποιήσει την Συμφωνία , που είχε υπογραφεί το 1953, στο Λονδίνο και είχε ρυθμίσει το προπολεμικό γερμανικό χρέος, με έναν τρόπο που ευνοούσε, σκανδαλωδώς, την Γερμανία. Η συμφωνία έλεγε ότι, μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών, οι γερμανικές πολεμικές αποζημιώσεις θα γίνονταν αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης, κάτι το οποίο η, τότε, γερμανική κυβέρνηση το αρνήθηκε, με αποτέλεσμα η Γερμανία να πληρώσει, μετά το 1990, με την συγκατάθεση των Η.Π.Α. - Βρετανίας - Γαλλίας - Ρωσίας, ελάχιστες αποζημιώσεις, χωρίς να πληρώσει, ούτε τα αναγκαστικά δάνεια, που είχε συνάψει, με τις διορισμένες από την ίδια, κυβερνήσεις των κατεχόμενων χωρών, ούτε και τα έξοδα της Κατοχής.
Ουσιαστικά, η Συμφωνία του Λονδίνου της 27/2/1953, η οποία έγινε, κάτω από την πίεση και με την επιμονή των Η.Π.Α., ελάφρυνε δραστικά το δημόσιο χρέος της Γερμανίας, μειώνοντάς το, από 38,8 δισ. μάρκα (συνολικά, με εκτοκισμό, 22,6 δισ. μάρκα, για το προπολεμικό χρέος και 16,2 δισ. μάρκα, για το μεταπολεμικό χρέος), σε 14,5 δισ. μάρκα (7,5 δισ. μάρκα, για το προπολεμικό και 7 δισ. μάρκα, για το μεταπολεμικό δημόσιο χρέος). Μια μείωση, η οποία υπήρξε πρωτοφανής, στα χρονικά του 20ου αιώνα, αφού έφθασε, στα επίπεδα του 62,6% του συνολικού χρέους του γερμανικού κράτους.
Επιπλέον, η συμφωνία προέβλεπε ότι οι πληρωμές μπορούσαν να ανασταλούν, εάν υπήρχε μια δυσμενής μεταβολή των συνθηκών, που περιόριζε την διαθεσιμότητα των πόρων, στην γερμανική οικονομία, οπότε η Γερμανία είχε το δικαίωμα να ζητήσει επαναδιαπραγμάτευση των όρων αποπληρωμής του εναπομείνατος δημόσιου χρέους της. Για να διασφαλιστεί ότι η οικονομία της Δυτικής Γερμανίας θα επαναλειτουργούσε οι πιστωτές της έθεσαν, ως αρχή, ότι η Γερμανία θα έπρεπε να ήταν σε θέση να αποπληρώσει το χρέος αυτό, διατηρώντας, παράλληλα, ένα υψηλό επίπεδο ανάπτυξης και πραγματικής βελτίωσης της διαβίωσης του γερμανικού πληθυσμού. Δέχθηκαν, δηλαδή, αποπληρωμή, χωρίς να φτωχαίνει η χώρα και ο πληθυσμός της.
Έτσι, οι δανειστές δέχτηκαν ότι η Γερμανία θα πλήρωνε, είτε στο εθνικό της νόμισμα, το μάρκο, είτε σε σκληρό νόμισμα. Επίσης, δέχτηκαν ότι η Γερμανία θα μπορούσε να μειώσει τις εισαγωγές της και να παράγει δικά της προϊόντα, αντί να τα εισάγει, συμφωνώντας να μειώσουν τις εξαγωγές τους, προς αυτήν, ενώ επέτρεψαν, στην Γερμανία, να πωλεί τα προϊόντα της, στο εξωτερικό, για να επιτύχει ένα θετικό εμπορικό ισοζύγιο, επειδή, στις αρχές του 1950, η γερμανική οικονομία είχε αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο, αφού η αξία των εισαγωγών ξεπερνούσε εκείνη των εξαγωγών).
Οι σχετικές διατάξεις της Συμφωνίας του Λονδίνου υπήρξαν σαφέστατες (σελ. 12 της Συμφωνίας) :
«Η ικανότητα της Γερμανίας να πληρώσει τις δημόσιες και ιδιωτικές οφειλές της, δεν σημαίνει μόνο την ικανότητα να πραγματοποιεί τακτικές πληρωμές, σε γερμανικά μάρκα, χωρίς πληθωριστικές συνέπειες, αλλά, επίσης, ότι η οικονομία της χώρας μπορεί να ανταποκριθεί, στις υποχρεώσεις της, με βάση το παρόν ισοζυγίου πληρωμών της. Ο υπολογισμός της ικανότητας αποπληρωμής της Γερμανίας απαιτεί να αντιμετωπιστούν μερικά προβλήματα, όπως:
1) Η μελλοντική παραγωγική ικανότητα της Γερμανίας, ιδίως όσον αφορά την παραγωγική ικανότητα των εξαγωγών της, καθώς και η ικανότητα υποκατάστασης των εισαγωγών,
2) Η δυνατότητα της πώλησης των γερμανικών προϊόντων στο εξωτερικό,
3) Οι μελλοντικές πιθανές εμπορικές συνθήκες,
4) Τα δημοσιονομικά και εσωτερικά οικονομικά μέτρα που θα απαιτηθούν για την διασφάλιση πλεονάσματος (superavit) από τις εξαγωγές».
Ακόμη, σε περίπτωση διαφορών, με τους δανειστές, αρμόδια, για την επίλυσή τους, ήσαν τα γερμανικά δικαστήρια. Στην Συμφωνία αναφέρεται, ρητά, ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, «τα γερμανικά δικαστήρια μπορούν να αρνηθούν την εκτέλεση απόφασης ενός αλλοδαπού δικαστηρίου ή Αρχής διαιτησίας». Τέτοια περίπτωση οριζόταν να είναι, όταν «η εκτέλεση της απόφασης αντιτίθεται προς τη δημόσια τάξη».
Ακόμη, η εξυπηρέτηση του χρέους εξαρτιόταν από την πρόοδο της ανοικοδόμησης της χώρας και τα έσοδα από τις εξαγωγές, αφού η σχέση μεταξύ της εξυπηρέτησης του χρέους και των εσόδων, από τις εξαγωγές, δεν έπρεπε να είναι μεγαλύτερη, από το 5%. Κάτι τέτοιο, στην πραγματικότητα, δεν συνέβη, αφού, στην πράξη, από το 1959, μόλις το 4,2% των ετήσιων εσόδων της Γερμανίας, από τις εξαγωγές, θα προσανατολισθούν, στην εξυπηρέτηση του χρέους. Επιπροσθέτως, έγινε μια δραστική μείωση των επιτοκίων του γερμανικού δημόσιου χρέους, τα οποία κυμάνθηκαν μεταξύ 0 και 5%
Αλλά και αυτό, στην πορεία του χρόνου, ατόνησε, αφού ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού χρέους εξοφλήθηκε, με γερμανικά μάρκα, δηλαδή με νέο χρήμα, που εξέδιδε η Bundesbank.
Έτσι, η Γερμανία έγινε αυτό, που είναι, σήμερα. Και αν είναι αυτό, που είναι, αυτό το χρωστάει στις Η.Π.Α., οι οποίες, μετά τους δύο παγκόσμιους πόλεμους, παραιτήθηκαν, από τις τεράστιες χρηματικές απαιτήσεις τους.
Ακόμη, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η μεσοπολεμική Γερμανία κατόρθωσε να επιζήσει, από το 1924, μέχρι το 1929, αποκλειστικά, με δανεικά, από τις Η.Π.Α., για τις αποζημιώσεις του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, αλλά και για να μπορέσει να λειτουργήσει, σαν κράτος. Επρόκειτο για ένα δανειστικό σχήμα, που κατέρρευσε, με την κρίση του 1929-1932. Τα χρήματα των δανείων των Η.Π.Α. χάθηκαν, η ζημιά για τους Αμερικανούς ήταν τεράστια, όπως τεράστιες ήσαν και οι συνέπειες, για την παγκόσμια οικονομία, αφού τα γερμανικά χρέη της δεκαετίας του 1930 ισοδυναμούν, με το κόστος της βαθιάς χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.
Έτσι, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, οι Η.Π.Α. δεν έθεσαν και φρόντισαν να μην θέσει κανείς, από τους νικητές του πολέμου, έναντι της Γερμανίας, αξιώσεις για αποζημίωση. Σχεδόν όλες οι σχετικές απαιτήσεις αναβλήθηκαν, μέχρι να γίνει η ενοποίηση των δύο Γερμανιών, που προέκυψαν, ως αποτέλεσμα του Ψυχρού Πολέμου - μια ενοποίηση, η οποία ήταν άδηλο το πότε και το εάν θα γινόταν. Αυτό ήταν κρίσιμο, για την Γερμανία και πάνω σε αυτό το γεγονός, στηρίχθηκε το γερμανικό μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα, αφού τα θύματα της γερμανικής κατοχής αποποιήθηκαν του δικαιώματός τους, για αποζημιώσεις.
(...)
(...)
ΒΙΝΤΕΟ:
΄΄Η παράδοξη σχέση δανειστών και οφειλετών΄΄.
- Dr. Heiner Flassbeck: ''Germany is asking debtor countries to repay their debts but at the same time preventing them from doing it''
Ένα πολύ καλό βίντεο, για την Συμφωνία του Λονδίνου της 27/2/1953, που οδήγησε, στον οικονομικό απεγκλωβισμό της Γερμανίας, μέσα από την δραστική μείωση του δημόσιου χρέους της. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει θέσει το θέμα, δημόσια, όσον αφορά τον χειρισμό του ζητήματος του ελληνικού δημόσιου χρέους, με πρότυπο την Συμφωνία εκείνης της εποχής. Το μόνο, που έχει να κάνει, είναι να επιμείνει, στην θέση του αυτή. Όσο και αν αυτό δυσαρεστεί τους ευρωζωνίτες...
ΔΕΙΤΕ περισσότερα στην ΠΗΓΗ του ανωτέρω κειμένου της αναρτήσεως:
http://tassosanastassopoulos.blogspot.gr/2013/12/2721953-20122013-london-agreement-srm.html