Η τελευταία και καλύτερη ελπίδα της Ευρώπης



Το πρόγραμμα που ανακοίνωσε χθες ο Μάριο Ντράγκι και αποτελεί προσπάθεια να ανασυρθεί η ευρωπαϊκή οικονομία από την ύφεση έρχεται με καθυστέρηση μηνών, είναι μικρό σε σύγκριση με τα αντίστοιχα σε ΗΠΑ και Ιαπωνία, και περίπλοκο για να ικανοποιήσει πολιτικές σκοπιμότητες. Ισως, όμως, είναι η τελευταία και καλύτερη ελπίδα της Ευρώπης να μη διολισθήσει σε μία ακόμη χαμένη δεκαετία, με την υψηλή ανεργία και τους γεωπολιτικούς κινδύνους που συνεπάγεται κάτι τέτοιο.

Το πρόγραμμα είναι μεγαλύτερο από τις προσδοκίες των αναλυτών, ενώ οι λεπτομέρειές του καταδεικνύουν πως η ΕΚΤ είναι αποφασισμένη να μην υποκύψει στις πολιτικές πιέσεις (ιδιαιτέρως της Γερμανίας) και να μην αχρηστεύσει τα όπλα της φοβούμενη μήπως επιδοτήσει τον άσωτο δανεισμό των Ευρωπαίων του Νότου. Η κίνησή της ήταν αρκετή για να εξωθήσει ανοδικά τις ευρωπαϊκές αγορές μετοχών και πτωτικά το ευρώ, δηλαδή να επιτύχει ακριβώς αυτό που ήλπιζε ο κ. Ντράγκι. Αναμφίβολα ο κ. Ντράγκι επέδειξε μεγάλη ευστροφία στους ελιγμούς του για να να εξωθήσει μια διασπασμένη επιτροπή κεντρικών τραπεζιτών σε ένα πρόγραμμα πολύ μεγαλύτερο και πιο επιθετικό από όσο θα μπορούσαν να εγκρίνουν ακόμη και πριν από λίγες εβδομάδες.

Το ερώτημα είναι αν το πρόγραμμα θα αποδειχθεί επαρκές και οι λεπτομέρειες είναι πολύ σημαντικές. Η επιτυχία του θα εξαρτηθεί από το αν οι συμβιβασμοί που έγιναν θα αποδειχθούν αρκετά δευτερεύοντες ώστε να μην υπονομεύσουν τους στόχους του και από το αν επέτυχαν να σοκάρουν τόσο τους πολιτικούς ταγούς της Ευρώπης, ώστε να τους πείσουν πως είναι πιο επικίνδυνο να κρύβουν τα χρήματά τους από να τα επενδύσουν.

Εκ πρώτης όψεως, το σχέδιο του κ. Ντράγκι αντιγράφει τον τρίτο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης που ανακοίνωσε η αμερικανική Federal Reserve τον Σεπτέμβριο του 2012 και μάλλον συνεισέφερε στην επιτάχυνση της αμερικανικής οικονομίας την τελευταία διετία. Τα δύο προγράμματα σχεδιάστηκαν με ανοικτό ορίζοντα, με μηνιαίες αγορές ομολόγων αξίας δισεκατομμυρίων και την υπόσχεση να συνεχιστούν μέχρι ότου επιτευχθεί ένας συγκεκριμένος στόχος.

Υπάρχουν δύο μεγάλες διαφορές:

Πρώτον, το πρόγραμμα της ΕΚΤ έχει καθυστερήσει. Οταν η Fed τράβηξε τη σκανδάλη το 2012, ο ετήσιος πληθωρισμός στις ΗΠΑ ήταν 1,6%, λίγο πιο κάτω από τον στόχο του 2%. Η οικονομία αναπτυσσόταν με σταθερό ρυθμό. Αντιθέτως η ΕΚΤ έχει σπαταλήσει τα τελευταία δυόμισι χρόνια αναζητώντας κατά τα φαινόμενα κάθε είδους δικαιολογία για να αποφύγει τη χθεσινή κίνησή της και να περιοριστεί σε μια σειρά ημίμετρα. Τα αίτια της διαφοράς αυτής έγκειται στον διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνονται οι δύο πλευρές τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού, αλλά και σε σύνθετους πολιτικούς παράγοντες. Ιδιαιτέρως στο ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρώπης και οι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας απεχθάνονται την ιδέα να χρησιμοποιηθεί η κεντρική τράπεζα για να κατανείμει τον κίνδυνο ανάμεσα σε διαφορετικές χώρες.

Η δεύτερη μεγάλη διαφορά από το αμερικανικό πρόγραμμα είναι πως η ΕΚΤ παλινωδεί με τον καταμερισμό του κινδύνου στην Ευρώπη. Το μέγα ερώτημα είναι εάν θα αναλάβει η Ευρώπη στο σύνολό της ή η εκάστοτε εθνική κεντρική τράπεζα τις όποιες ζημίες προκύψουν από αναδιαρθρώσεις ομολόγων που αγοράστηκαν στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Η γερμανική κυβέρνηση προτιμά να παραμείνουν οι κίνδυνοι στα εθνικά λογιστικά βιβλία. Για ποιο λόγο θα έπρεπε η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας να πληρώσει τον λογαριασμό εάν πτωχεύσει η Πορτογαλία;

Το πρόβλημα είναι πως έτσι η ΕΚΤ δεν αποτελεί δανειστή ύστατης προσφυγής εάν κάθε χώρα της Ευρωζώνης μείνει μόνη της μόλις πάνε άσχημα τα πράγματα. Επί οκτώ χρόνια, από τη στιγμή που άρχισαν να γίνονται αισθητοί οι πρώτοι τριγμοί της χρηματοπιστωτικής κρίσης, οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες ήταν οι πρώτες που αντέδρασαν. Το καλό σε αυτό ήταν πως κινήθηκαν πιο αποφασιστικά και δυναμικά από τους εκλεγμένους πολιτικούς. Το κακό είναι πως τα εργαλεία που χρησιμοποίησαν δεν ήταν κατάλληλα για τις προκλήσεις. Η τελευταία αυτή κίνηση του κ. Ντράγκι παραμένει σταθερά σε αυτήν τη γραμμή.

ΝELL IRWIN  
 ''THE NEW YORK TIMES''


23-1-2015





 Οι τρεις προϋποθέσεις για την αγορά ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ

Με καθυστέρηση και υπό τρεις προϋποθέσεις θα συμπεριληφθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων (QE) που θα ξεκινήσει να εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) από τον Μάρτιο. Βάσει των όσων ανακοίνωσε χθες η ΕΚΤ και ο πρόεδρός της, Μ. Ντράγκι, η Ελλάδα θα επωφεληθεί του προγράμματος εφόσον:

1. Υπάρχει κάποιο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που εφαρμόζει.

2. Να έχει ολοκληρωθεί με επιτυχία ο έλεγχος της τρόικας. «Κατά τη διάρκεια των ελέγχων στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής βοήθειας ενός κράτους-μέλους της Ευρωζώνης, η επιλεξιμότητα (σ.σ. των ομολόγων στο QE) θα παρατείνεται μόνο στην περίπτωση θετικού αποτελέσματος του ελέγχου», αναφέρει η ΕΚΤ στις χθεσινές ανακοινώσεις της.

3. Να έχουν αποπληρωθεί τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ και τα οποία λήγουν τον Ιούλιο.

Εφόσον πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, τότε η ΕΚΤ θα συμπεριλάβει την Ελλάδα στο πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων. Ωστόσο αυτή τη στιγμή δεν είναι καθόλου σαφείς όλες οι λεπτομέρειες του προγράμματος και του πώς θα εφαρμοστεί, γεγονός το οποίο αφήνει ανοικτό σε διάφορες ερμηνείες και υπολογισμούς το τελικό ποσό των ελληνικών ομολόγων που θα μπορούσε να αγοράσει η ΕΚΤ.

Δύο πολύ σημαντικοί περιορισμοί (οι οποίοι ισχύουν για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης) είναι ότι η ΕΚΤ δεν θα αγοράζει ομόλογα:

• που θα ξεπερνούν το 33% του συνολικού εμπορεύσιμου χρέους της κάθε χώρας,

• που θα ξεπερνούν το 25% της αξίας του κάθε ομολόγου.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών της Τράπεζας της Ελλάδος, συνολικά μέσω του QE, το ευρωσύστημα θα μπορούσε να αγοράσει περί τα 4-5 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων έως το τέλος του συγκεκριμένου προγράμματος. Επίσης, στελέχη του οικονομικού επιτελείου υπολόγιζαν ότι σε πρώτη φάση -και εφόσον εκπληρωθούν οι τρεις προϋποθέσεις- θα μπορούσαν να γίνουν αγορές της τάξης του 1 δισ. ευρώ.

Πάντως, σύμφωνα με αναλυτές, αυτή τη στιγμή το πρόγραμμα QE φαίνεται πως είναι «κλειστό» για την Ελλάδα φέτος. Οπως σημειώνουν, το εμπορεύσιμο χρέος της χώρας ανέρχεται σε 64,7 δισ. ευρώ και αποτελείται από τα ελληνικά ομόλογα που είναι στην αγορά (37,5 δισ. ευρώ) και εκείνα που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ (27,2 δισ. ευρώ). Αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ ήδη κατέχει το 42% των ελληνικών ομολόγων που είναι υπό διαπραγμάτευση, γεγονός που αποκλείει την Ελλάδα από τις αγορές ομολόγων λόγω του ότι ξεπερνά το όριο του 33%.

Αν αποπληρωθούν τα ομόλογα του Ιουλίου και του Αυγούστου που συνολικά ανέρχονται σε 6,7 δισ. ευρώ, τότε το συνολικό εμπορεύσιμο χρέος της Ελλάδας μειώνεται στα 58 δισ. ευρώ εκ των οποίων η ΕΚΤ θα κατέχει τα 20,5 δισ. ευρώ. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση η ΕΚΤ θα έχει στο χαρτοφυλάκιό της το 35,3% των ελληνικών ομολόγων που είναι υπό διαπραγμάτευση.

Ωστόσο στελέχη με γνώση της κατάστασης σημειώνουν ότι υπάρχουν πολλές τεχνικές λεπτομέρειες που θα πρέπει να εξειδικευτούν στην πορεία και επισημαίνουν ότι ο κ. Ντράγκι δήλωσε ότι εφόσον εκπληρωθούν οι τρεις προϋποθέσεις που ανέφερε, τότε η Ελλάδα θα υπαχθεί στο πρόγραμμα QE.

Αλλωστε, αυτή τη στιγμή οι μοναδικοί επίσημα αποτυπωμένοι όροι του προγράμματος δεν είναι αρκετοί για να καταλήξει κάποιος σε ασφαλή συμπεράσματα για το τι μπορεί να συμπεριληφθεί και τι όχι στο QE.

Πάντως, η αγορά έδειξε να δέχεται με θέρμη τα νέα από την ΕΚΤ. Αμέσως μετά τις ανακοινώσεις οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων άρχισαν να υποχωρούν, παρά το γεγονός ότι όλοι γνώριζαν για τις προϋποθέσεις έναρξης αγοράς ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Στο πλαίσιο αυτό, η απόδοση του 10ετούς ομολόγου υποχώρησε χθες στο 8,96% από 9,45% που ήταν προχθές, του 5ετούς ομολόγου στο 9,77% από 10,3% και του 3ετούς ομολόγου στο 10,38% από 11,34%.

Είναι σαφές ότι το όφελος της Ελλάδας όταν θα αρχίσει να αγοράζει η ΕΚΤ ελληνικά ομόλογα θα είναι πολύ μεγάλο, αν αναλογιστεί κανείς ότι μόνο στην ανακοίνωση του προγράμματος η αντίδραση ήταν θετική.

23-1-2015

ΠΗΓΗ
http://www.kathimerini.gr/
800611/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/oi-treis-proupo8eseis-gia-thn-agora-ellhnikwn-omologwn-apo-thn-ekt