Το αίτημα της αλληλεγγύης
Το τελευταίο βιβλίο του Γερμανού φιλοσόφου Γιούργκεν Χάμπερμας, στο οποίο συγκεντρώνει άρθρα και παρεμβάσεις του για την οικονομική κρίση και την Ευρωπαϊκή Ενωση, είναι μια θερμή συνηγορία υπέρ της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης (ιταλική έκδοση: «Nella spirale tecnocratica», Laterza, 2014). Ο Χάμπερμας επεξεργάζεται και προτείνει μια πολιτική αντίληψη της αλληλεγγύης, ανεξάρτητη από το δίκαιο ή την ηθική, η οποία βασίζεται στο κοινό συμφέρον όλο και πιο αλληλεξαρτώμενων λαών και κρατών. Οι πλουσιότερες και ισχυρότερες χώρες της Ευρώπης πρέπει να πειστούν ότι είναι αναγκαίο να βοηθούν τις χώρες που δοκιμάζονται από την κρίση, προκειμένου να διατηρηθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση ως πολιτική κοινότητα ικανή να προσφέρει σε όλους (και όχι μόνον στους πλουσιότερους, όπως συμβαίνει σήμερα) μεγάλα πλεονεκτήματα.
Ο Γερμανός φιλόσοφος ασκεί αυστηρή κριτική στις νεοφιλελεύθερες και τεχνοκρατικές ελίτ που καθορίζουν τους προσανατολισμούς της ευρωπαϊκής πολιτικής. Καυτηριάζει ιδιαίτερα την πολιτική «μυωπία» της Ανγκελα Μέρκελ και την ανεύθυνη επιμονή με την οποία αυτή προσπαθεί να επιβάλει σε όλες τις χώρες τη συνταγή της λιτότητας. Επισημαίνει μάλιστα ότι η πολιτική της Μέρκελ δεν βλάπτει μόνον την Ευρώπη αλλά και την ίδια τη Γερμανία. Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γιούργκεν Χάμπερμας.
Οι επιθέσεις στην αλληλεγγύη μεταξύ των πολιτών προκαλούν αγανάκτηση. Προκαλεί οργή, για να αναφέρουμε ένα παράδειγμα, ο φοροφυγάς, όταν δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του προς την πολιτική κοινότητα, μολονότι συνεχίζει ατάραχα να απολαμβάνει τα πλεονεκτήματά της. Βέβαια, η φοροδιαφυγή είναι και μια παράβαση του ισχύοντος δικαίου. Στην αγανάκτηση που πλήττει εκείνον που επωφελείται εκφράζεται όμως και μια διαψευσμένη προσδοκία αλληλεγγύης· εκείνη που εκδηλώνεται με την περιφρόνηση για όλους τους φοροφυγάδες Ντεπαρντιέ αυτού του κόσμου, οι οποίοι αποφεύγουν τη φορολόγηση μεταφέροντας στο εξωτερικό, εντελώς νόμιμα, την κατοικία τους ή τη βιομηχανία τους. Στην ιστορία του κοινωνικού κράτους είδαμε πως οι προσδοκίες αλληλεγγύης μπορούν να μετατραπούν σε νομικές αξιώσεις.
Ακόμα και σήμερα είναι ζήτημα αλληλεγγύης, και όχι δικαίου, το να καθορίσουμε με πόση «ανισότητα» θέλουν να συνεχίσουν να ζουν οι πολίτες ενός εύπορου έθνους. Δεν είναι το κράτος δικαίου αυτό που μπορεί να βάλει ένα φρένο στον αυξανόμενο αριθμό των νέων χωρίς εργασία, των ανέργων και των υποαπασχολούμενων, των υπερηλίκων με συντάξεις πείνας, των μητέρων που μεγαλώνουν μόνες τους τα παιδιά τους και εξαρτώνται από τη δημόσια αρωγή. Μόνον η πολιτική ενός νομοθέτη, που είναι ευαίσθητη στις κανονιστικές αξιώσεις της δημοκρατικής ιδιότητας του πολίτη, μπορεί να μετατρέψει τα αιτήματα αλληλεγγύης των περιθωριοποιημένων (ή των συνηγόρων τους) σε αληθινά κοινωνικά δικαιώματα.
Πέρα από τη διαφορά μεταξύ αλληλεγγύης από τη μια μεριά και δικαίου και ηθικής από την άλλη, υπάρχει ωστόσο πάντοτε ένας στενός εννοιολογικός δεσμός μεταξύ «πολιτικής δικαιοσύνης» και «αλληλεγγύης». Στην Πορτογαλία, στα τέλη του 2012 και στις αρχές του 2013, ο συντηρητικός πρόεδρος Καβάκο Σίλβα ζήτησε από το Συνταγματικό Δικαστήριο να εξετάσει τον προϋπολογισμό λιτότητας που η κυβερνητική πλειοψηφία (πολιτικά συγγενής προς αυτόν) είχε μόλις εγκρίνει, επειδή δεν του φαίνονταν αποδεκτές –από την άποψη της πολιτικής δικαιοσύνης– οι κοινωνικές συνέπειες του προγράμματος που είχαν επιβάλει οι δανειστές. Ενεργώντας έτσι, ο πρόεδρος μετέφρασε στη γλώσσα της πολιτικής δικαιοσύνης εκείνες τις ταραχές και εκείνες τις μαζικές διαμαρτυρίες στους δρόμους, που στις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση ζητούν αλληλεγγύη τόσο από τις ελίτ της χώρας όσο και από τις λεγόμενες πιστώτριες χώρες. […]
Διαφορετικά από αυτό που συμβαίνει με την «ηθικότητα», η «αλληλεγγύη» έχει ως αντικείμενο ένα πλαίσιο ζωής που δεν προέρχεται τόσο από το παρελθόν, αλλά μάλλον πρέπει να οργανωθεί πολιτικά για το μέλλον. Εφαρμοζόμενη στην πολιτική δομή, αυτή η συνιστώσα «ενεργητικής στράτευσης» γίνεται προφανής όταν περνάμε –κατά την ανάλυση των εννοιών– από το αφηρημένα αναλυτικό επίπεδο σε μιαν ιστορική εξέταση της εξέλιξης των ιδεών. Είναι παράξενο, αλλά η έννοια της αλληλεγγύης εμφανίζεται πολύ αργά στην ιστορία, μόνον στην πρόσφατη εποχή, ενώ ήδη στις αρχαίες αυτοκρατορίες, ξεκινώντας από το 3000 π.Χ., συζητούσαν συνήθως για τη νομοθεσία και για το δίκαιο/άδικο. Βέβαια, ο όρος αλληλεγγύη ανευρίσκεται ήδη στο ρωμαϊκό δίκαιο (στο ποινικό δίκαιο που αναφέρεται στα χρέη). Μόνον όμως με αφετηρία τη Γαλλική Επανάσταση του 1789 παίρνει πολιτικό νόημα, στην πραγματικότητα συνδεόμενο αρχικά με το σύνθημα «αδελφοσύνη».
Ως σύνθημα μάχης, η fraternité προέρχεται από την ανθρωπιστική γενίκευση μιας συνείδησης που γεννήθηκε από τις παγκόσμιες θρησκείες. Ανάγεται δηλαδή σε εκείνη την εμπειρία (διευρύνοντας τις προοπτικές της) με βάση την οποία η δική μας τοπική κοινότητα βιωνόταν ως τμήμα μιας οικουμενικής κοινότητας όλων των πιστών. Αυτό είναι το βαθύτερο νόημα της ιδέας της αδελφοσύνης· είναι μια ιδέα που προκύπτει από την ανθρωπιστική εκκοσμίκευση μιας θρησκευτικής έννοιας. Η έννοια της αλληλεγγύης γεννιέται από μια συγκεκριμένη ιστορική κατάσταση: οι επαναστάτες τη διεκδικούν στην προσπάθειά τους να ανακτήσουν και να ανασυγκροτήσουν εκείνες τις παραδοσιακές σχέσεις εμπιστοσύνης που έχουν πληγεί από τις καταιγιστικές διαδικασίες του εκσυγχρονισμού.
Ο πρωτόγονος σοσιαλισμός των τεχνιτών, που είχαν εκδιωχθεί από τα μαγαζιά τους, αντλούσε εν μέρει την ουτοπική του ενέργεια από τις –νοσταλγικά μεταμορφωμένες– αναμνήσεις ενός συντεχνιακού κόσμου που φαινόταν πατερναλιστικά προστατευμένος. […] Η ταξική σύγκρουση στον βιομηχανικό καπιταλισμό θεσμοποιήθηκε μόνον στο πλαίσιο των δημοκρατικά συγκροτημένων εθνικών κρατών. Τα ευρωπαϊκά εθνικά κράτη –που πήραν την τωρινή μορφή των «κοινωνικών κρατών» μόνον αφού έζησαν την εμπειρία δύο καταστροφικών παγκόσμιων πολέμων– διολισθαίνουν σήμερα και πάλι σε συγκρούσεις μέσω της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, υπό την εκρηκτική πίεση αλληλεξαρτήσεων, οι οποίες έχουν γεννηθεί στο οικονομικό πεδίο και αψηφούν τα παλιά εθνικά σύνορα.
Αλλη μια φορά είναι συστημικοί καταναγκασμοί εκείνοι που υπονομεύουν τις παλιές σχέσεις αλληλεγγύης και που μας υποχρεώνουν να ανασυγκροτήσουμε τις κρατικά διαιρεμένες μορφές της πολιτικής ολοκλήρωσης. Αυτή τη φορά οι συστημικές συγκυρίες ενός πολιτικά ακυβέρνητου καπιταλισμού, ο οποίος υποκινείται από τις αχαλίνωτες χρηματοπιστωτικές αγορές, συσσωρεύονται απειλητικές, γεννώντας εντάσεις μεταξύ των κρατών της ευρωζώνης. Από αυτήν την ιστορική προοπτική αντλούν τη νομιμοποίησή τους οι προσδοκίες αλληλεγγύης που εξέφρασε ο Κώστας Σημίτης. Αυτός υποδεικνύει ρητά το δίκτυο των παλιών αλληλεξαρτήσεων, που ζητούν τώρα να διευθετηθούν με μιαν ανασυγκρότηση της πολιτικής ολοκλήρωσης που θα έχει ως κανονιστική αφετηρία μια δίκαιη εξισορρόπηση των πλεονεκτημάτων/μειονεκτημάτων των κρατών μελών. Για να διασωθεί η νομισματική ένωση δεν είναι πλέον αρκετό –μπροστά στις δομικές διαφορές των εθνικών οικονομιών– να χορηγούνται πιστώσεις στα χρεωμένα κράτη, ελπίζοντας ότι καθένα από αυτά θα τα καταφέρει από μόνο του να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας του. Χρειάζεται αντίθετα μια συνεργατική προσπάθεια, η οποία –καθώς θα έχει αναληφθεί από μια κοινή πολιτική προοπτική– θα αυξάνει την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα όλης της ευρωζώνης. Μια προσπάθεια αυτού του είδους υποχρεωτικά θα απαιτήσει από την Ομοσπονδιακή Γερμανία να αναλάβει –βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα– το φορτίο των αναδιανεμητικών πολιτικών. Θα πρόκειται για μιαν υποδειγματική περίπτωση πολιτικής αλληλεγγύης με την έννοια που φωτίσαμε προηγούμενα.
24-1-2015
ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
http://www.efsyn.gr/arthro/aitima-tis-allileggyis