Ulrich Beck
Ο γερμανός κοινωνιολόγος άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 70 ετών
Ούλριχ Μπεκ:Πέθανε ο περίφημος δημιουργός της «κοινωνίας του ρίσκου»
Ήταν πρωτότυπος στοχαστής. Ο γερμανός κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ, που πέθανε ανήμερα Πρωτοχρονιά (ο θάνατός του έγινε γνωστός δυο μέρες αργότερα) σε ηλικία 70 ετών, ενσάρκωνε τον κατά τον Όσκαρ Νεγκτ αυθεντικό τύπο του διανοουμένου – εκείνου του παραγωγού θεωριών. Σαν τέτοιος ήταν ένας ακάματος κυνηγός ιδεών, που εξηγούσαν τον σύγχρονο, παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Με πιο κεντρική τη λεγόμενη «κοινωνία του ρίσκου», όπως λεγόταν και ένα βιβλίο του από το 1986, που χαρακτηρίστηκε ένα από τα 20 σημαντικότερα κοινωνιολογικά έργα του εικοστού αιώνα και τον έκανε με μιας παγκόσμια γνωστό.
Η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, έλεγε, δημιουργεί η ίδια τους κινδύνους που την απειλούν: Ατομικά όπλα, πυρηνικά εργοστάσια, μόλυνση του περιβάλλοντος, «νέφη» πάνω από τις πόλεις, αυτοκινητοδρόμους-λαιμητόμους, κοινωνικές ανισότητες, χρηματιστικές κρίσεις. Ρίσκο δεν σημαίνει όμως αυτόματα καταστροφή, αλλά την έγκαιρη πρόβλεψη της μελλοντικής καταστροφής, που επιτρέπει την αποτροπή της. Ο Μπεκ είχε εκπονήσει μάλιστα και έναν κατάλογο αποτρεπτικών μεθόδων, που περιλάμβανε τη θεωρία των πιθανοτήτων και τη λήψη προληπτικών μέτρων.
Η αποτροπή δεν μπορεί βέβαια να είναι τελεσίδικη. Κι αυτό επειδή η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία υποφέρει από τέσσερις συστημικές ατέλειες, οι οποίες συνεργούν στην αναπαραγωγή του ρίσκου: την υπέρβαση των ορίων (Entgrenzung), την αδυναμία ελέγχου, την ελλιπή αντιστάθμιση των προξενηθείσων ζημιών, και την έλλειψη γνώσης και επίγνωσης των κινδύνων.
Αυτός ακριβώς ο χαρακτήρας του ρίσκου ως «ζόμπι» παρακινούσε τον Μπεκ να αναζητεί όλο και πιο επακριβείς έννοιες για την αντιμετώπισή του. Τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα:
Πρώτον, η ατομικότητα (εντελώς διαφορετική από τον ατομικισμό), που είναι αποτέλεσμα της προϊούσας διάλυσης των παραδοσιακών θεσμών, όπως η οικογένεια, τα φύλα, ή οι τάξεις. Το «ατομικό» άτομο δεν είναι πλέον παράγωγο του περιβάλλοντός του, αλλά, αντίθετα: επιλέγει, «σκηνοθετεί» ή «χειροτεχνεί» το ίδιο τη βιογραφία του. Αυτό φαίνεται και στο θέμα της θρησκείας: Όλο και περισσότερα άτομα απαρνούνται τα θρησκευτικά δόγματα και εγκαταλείπουν τις εκκλησίες για να δημιουργήσουν ένα δικό τους ατομικό «Θεό» - καθ΄εικόνα και κατά ομοίωσή τους.
Δεύτερον, η κοσμοπολιτικοποίηση, που είναι πάλι εντελώς διαφορετική από τον κοσμοπολιτισμό. Σε πρόσφατη συνέντευξη του στο «Βήμα» (ίσως η τελευταία που έδωσε πριν πεθάνει) ορίζει τις έννοιες ως εξής:
«Ο κοσμοπολιτισμός είναι θεωρητική κατασκευή, που ανάγεται στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και χρησιμοποιήθηκε στη νεότερη εποχή από όλους τους μεγάλους διαφωτιστές - από τον Ιμάνουελ Καντ ως τον Γιούργκεν Χάμπερμας. Μόνο που ο όρος έχει ένα ψεγάδι: εκείνο της θαυμάσιας αλλά όχι ρεαλιστικής ιδέας. Η κοσμοπολιτικοποίηση, ως πρακτική διαδικασία, δεν έχει σχέση με τον κοσμοπολιτισμό. Με την έννοια αυτή θέλω να δείξω ότι στις αρχές του 21ου αιώνα ζούμε σε μια πραγματικότητα στην οποία δεν έχουν πλέον εφαρμογή οι μέχρι πρότινος ισχύουσες αρχές της συμβίωσης μεταξύ κρατών και ηπείρων. Επιγραμματικά, κοσμοπολιτικοποίηση σημαίνει τον εγκλεισμό των αποκλεισμένων - κάτι που συχνά γίνεται με καταναγκαστικό τρόπο. Ενα παράδειγμα για αυτό είναι τα εκατομμύρια άτομα από χώρες του Τρίτου Κόσμου, που για να επιζήσουν αναγκάζονται να πουλάνε σωματικά τους όργανα, όπως νεφρά, μάτια, ή συκώτι, σε πλούσιους ασθενείς στη Δύση. Το αποτέλεσμα είναι μια μοντέρνα μορφή συμβίωσης: η συγχώνευση δύο άνισων κόσμων μέσω της ιατρικής τεχνολογίας. Στα σώματα των ατόμων συνενώνονται ήπειροι, ράτσες, τάξεις, έθνη και θρησκείες. Μουσουλμανικά νεφρά καθαρίζουν χριστιανικό αίμα, άσπροι ρατσιστές αναπνέουν με πνεύμονες μαύρων. Ετσι προκύπτει ο λεγόμενος "βιοπολιτικός κοσμοπολίτης". Τέτοια λιγότερο φρικιαστικά δείγματα εγκλεισμού του αποκλεισμένου βλέπουμε άπειρα στην καθημερινή ζωή, για παράδειγμα, στα ράφια των καταστημάτων, που είναι γεμάτα με προϊόντα, που προέρχονται από την αδυσώπητη εκμετάλλευση των κατοίκων του Τρίτου Κόσμου από δυτικές επιχειρήσεις. Και αυτό αποτυπώνεται στα παγκόσμια ρίσκα, που εφορμούν στη ζωή μας: κλιματική αλλαγή, φτώχεια, πυρηνικά όπλα, χρηματιστική κρίση».
Και αναφερόμενος στις επιπτώσεις της κοσμοπολιτικοποίησης στην Ελλάδα προσθέτει:
«Η κατάσταση στην Ελλάδα επηρεάζεται άμεσα από τις αποφάσεις που λαμβάνουν οι χρηματιστές σε άλλα μέρη του κόσμου. Αλλά και εδώ ισχύει η αμφισημία: από τη μία βλέπουμε ανθρώπους, όπως τους τραπεζίτες, να δρουν διακρατικά και να επηρεάζουν τη μοίρα εκατομμυρίων κατοίκων άλλων χωρών, από την άλλη όμως πολλά από τα "θύματά" τους να αντιδρούν ταυτιζόμενα είτε με τις δημοκρατικές δομές και την εθνική κυριαρχία της χώρας τους είτε με ευρωσκεπτικιστικά κινήματα».
Τρίτον, η μεταμόρφωση, η τελευταία «κρεασιόν» του Μπεκ, στην οποία αφιέρωσε το τελευταίο βιβλίο του, που πρόκειται να εκδοθεί στα αγγλικά τον ερχόμενο Φεβρουάριο. Στην ίδια συνέντευξη έδινε τον εξής ορισμό: «Η μεταμόρφωση είναι έννοια που συνδυάζει την κατάρρευση μιας παλιάς τάξης πραγμάτων με το κανονιστικό πλαίσιο μιας υπό εκκόλαψη καινούργιας. Για τις κοινωνικές επιστήμες, η νέα τάξη πραγμάτων δεν είναι μονόπλευρη αλλά αμφίσημη. Παράδειγμα, η αλλαγή του κλίματος: Η αναζήτηση γρήγορων πολιτικών λύσεων δεν οδήγησε ως τώρα πουθενά - προκαλεί μόνο αμφιβολίες, για να μην πω απόγνωση. Αν όμως εγκαταλείψουμε την εμμονή σε εύκολες λύσεις και αποδεχθούμε ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί παγκόσμιο ρίσκο, που εμπεριέχει ταυτόχρονα τη δυνατότητα πρόληψης της καταστροφής, θα διαπιστώσουμε πως η αλλαγή αυτή δεν απειλεί μόνο το μέλλον μας αλλά έχει αλλάξει και το παρόν μας. Η ιδέα της μεταμόρφωσης αλλάζει εδώ και τώρα τις προϋποθέσεις για την απόκρουση της καταστροφής. Στη θέση του παλιού κανονιστικού ορίζοντα μπαίνει ένας καινούργιος. Στη βάση του μπορούμε να αναζητήσουμε κατόπιν λύση για το κλιματικό πρόβλημα παίρνοντας υπόψη τα συμφέροντα των φτωχών χωρών και οργανώνοντας με νέο τρόπο την κατανάλωση και τον καπιταλισμό».
Θεωρητικά, ο Μπεκ είχε εγκαταλείψει, όπως αναφέρθηκε ήδη, πολλές κεντρικές κοινωνιολογικές έννοιες του εικοστού αιώνα, όπως τάξη και ταξικοί αγώνες. Τα σημερινά μεγάλα προβλήματα της ανθρωπότητας ήταν για αυτόν υπερταξικά. «Το νέφος, ή η ακτινοβολία του Τσερνόμπιλ δεν κάνουν καμιά διάκριση ανάμεσα στους καπιταλιστές και τους προλετάριους» συνήθιζε να λέει.
Ακόμη οξύτερη ήταν η κριτική που ασκούσε στο λεγόμενο «μεθοδικό εθνικισμό», στην ακόμη κυρίαρχη αντίληψη στις κοινωνικές επιστήμες, σύμφωνα με την οποία το εθνικό κράτος αποτελεί τη μόνιμη αφετηρία της κοινωνιολογικής ανάλυσης. Το κράτος, όπως και οι τάξεις, ήταν για αυτόν σκέτος αναχρονισμός, ο οποίος μπαίνει εμπόδιο στη λύση των κοινών «υπερκρατικών» προβλημάτων. Η λύση των τελευταίων μπορεί έτσι να βρεθεί όχι απλώς μέσω διακρατικών συνεργειών, αλλά κυρίως μέσω της υπέρβασης του εθνικού κράτους.
Στην Ευρώπη, η υπέρβαση αυτή άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά μέσω της ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Μπεκ ήταν φανατικός οπαδός της. Σε αυτήν έβλεπε το πλαίσιο για την πραγμάτωση του ονείρου του: μιας ένωσης ευρωπαίων κοσμοπολιτών, απελευθερωμένων από τα εθνικά, εθνικιστικά και κρατικιστικά στερεότυπα.
Ο ίδιος διερωτόταν: Γιατί μόνο μια ενωμένη Ευρώπη, και όχι αμέσως μια ενωμένη υφήλιος – που θα πραγμάτωνε πλήρως τον κοσμοπολιτισμό;
Η απάντησή του ήταν: Η Ευρώπη είναι μόνο η αρχή. Σε αυτήν υπάρχουν ήδη οι βασικές πολιτικές και κοινωνικές προϋποθέσεις για την προώθηση του κοσμοπολιτικού οράματος. Με τον καιρό θα μπορούσαν να υπάρξουν παρόμοια σχήματα και σε άλλα μέρη του κόσμου.
Όχι λίγοι κριτικοί, μεταξύ των οποίων και ο πρώην συνεργάτης του Άρμιν Νασέκι, υποστηρίζουν, ότι ο Μπεκ είναι μονόπλευρος, με την έννοια, πρώτον: Ότι δίνει αδικαιολόγητα μεγάλη έμφαση στις υποκειμενικές αντιλήψεις των ανθρώπων, οι οποίες μάλιστα θα μπορούσαν να αλλάξουν προς το καλύτερο υπό την κατάλληλη καθοδήγηση - αλλάζοντας έτσι και τον κόσμο. Και δεύτερον, ότι παραγνωρίζει τις «άκαμπτες» κοινωνικές υπερδομές και την καθοριστική τους επίδραση στη ζωή και τη συνείδηση των ανθρώπων.
Παρόλα αυτά, οι θεωρίες του φέρνουν καινούρια πνοή στη σύγχρονη σκέψη. Όχι παράξενο έτσι, ότι ορισμένοι αριστεροί διανοητές επιχειρούν να τη μεταδώσουν και στον κλασικό μαρξισμό αξιοποιώντας, για παράδειγμα, τη μεθοδολογία της «κοινωνίας του ρίσκου».
Πολιτικά, ο Μπεκ κινούταν ανάμεσα στους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους. Σε αυτούς απεύθυνε εξ άλλου και τις θεωρίες του: Στους ηγέτες τους, για να τις έχουν ως βάση για την πολιτική τους, στους ψηφοφόρους τους, για να τις χρησιμοποιούν ως πυξίδα για τον καθημερινό βίο τους – ως συνειδητοί κοσμοπολίτες στο πλαίσιο μιας «τυφλής» κοσμοπολιτικοποιημένης κοινωνίας.
Με αυτή την αφετηρία ασκούσε αυστηρότατη κριτική στην Άνγκελα Μέρκελ για την ευρωπαϊκή κυρίως πολιτική της στο πλαίσιο της κρίσης. Το δοκίμιό του «Μερκιαβέλι» (από Μέρκελ και Μακιαβέλι) από το 2012 έπαιρνε σε πρώτη γραμμή παράδειγμα την Ελλάδα για να δείξει τις καταστροφικές επιπτώσεις της πολιτικής της λιτότητας.
Ανάλογα συχνά ήταν και τα ερωτήματά του για την κατάσταση των Ελλήνων στις συνεντεύξεις που είχε δώσει τα τελευταία χρόνια στο «Βήμα».
Στην τελευταία από αυτές εξέφρασε την απορία, γιατί δεν υπάρχει κανένα κίνημα αλληλεγγύης ανάμεσα στα θύματα της κρίσης στην Ελλάδα, που να είναι ταυτόχρονα φιλευρωπαϊκό. Στην παρατήρηση του υπογράφοντα, ότι υπάρχουν εκατοντάδες δίχτυα πολιτών, που ασκούν καθημερινά έμπρακτη αλληλεγγύη, και ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού συνεχίζει να πιστεύει σε μια Ευρώπη ισότιμων πολιτών, η απάντησή του ήταν, ότι θα φροντίσει να μάθει περισσότερα γι αυτά στο άμεσο μέλλον.
Ο απροσδόκητος θάνατό του την ημέρα της Πρωτοχρονιάς ματαίωσε οριστικά αυτό το σχέδιό του.
04/01/2015
Χειλάς Νίκος
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=664428
Σ Χ Ε Τ Ι Κ Α
1.
Ulrich Beck
2.
Ούλριχ Μπεκ: «Η Γερμανία είναι ένα πολιτικό τέρας»
Τι υποστηρίζει ο γνωστός γερμανός κοινωνιολόγος στο νέο του βιβλίο «Γερμανική Ευρώπη»
Η κρίση στην ευρωζώνη γέννησε ένα πολιτικό τέρας: τη Γερμανία. Αυτό υποστηρίζει ο γερμανός κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ στο νέο του βιβλίο «Γερμανική Ευρώπη».
«Η νέα γερμανική ισχύς στην Ευρώπη δεν βασίζεται στη δύναμη όπως στο παρελθόν. Δεν χρειάζεται όπλα για να επιβάλει την θέλησή της στις άλλες χώρες. Δεν χρειάζεται να εισβάλει, όμως είναι πανταχού παρούσα», γράφει ο Μπεκ στη «Γερμανική Ευρώπη».
Σε συνέντευξή του προς τον «Guardian», ο Μπεκ υποστηρίζει ότι η Γερμανία προσπαθεί να δώσει ένα ηθικό μάθημα στην Κύπρο: «Ο πόνος εξαγνίζει. Ο δρόμος που περνά από την κόλαση, ο δρόμος που περνά από την λιτότητα, οδηγεί στον παράδεισο της οικονομικής ανάκαμψης», λέει. Πρόκειται για ένα πολύ γερμανικό μάθημα που απορρέει από την φιλοσοφία του Μαρτίνου Λούθηρου και του Μαξ Βέμπερ και βασίζεται στην προτεσταντική ηθική.
Τι κερδίζουν όμως οι Γερμανοί διδάσκοντας στους υπόλοιπους Ευρωπαίους πώς να διοικούν τις οικονομίες τους; Σύμφωνα με τον Μπεκ, η κυριαρχία της Γερμανίας στην Ευρώπη έδωσε στη χώρα μια νέα αίσθηση ταυτότητας ύστερα από δεκαετίες ενοχών για τους Ναζί, απελευθερώνοντάς τη από αυτό που αποκαλεί «σύνδρομο του ποτέ πια» - ποτέ πια ολοκαύτωμα, ποτέ πια φασισμός, ποτέ πια μιλιταρισμός.
Ολα για τον Vergangenheitsbewaltigung (που σημαίνει, σε ελεύθερη μετάφραση, αγώνα για συμβιβασμό με το παρελθόν) - ιδίως τον ναζιστικό. «Οι Γερμανοί δεν επιθυμούσαν πλέον να θεωρούνται ρατσιστές και πολεμόχαροι», λέει ο Μπεκ. «Προτίμησαν να γίνουν οι δάσκαλοι και οι ηθικοί διαφωτιστές της Ευρώπης».
Πριν από δυο δεκαετίες, «η Γερμανία μετά την επανένωση ήταν όπως η Ελλάδα σήμερα, με τελματωμένη οικονομία και πέντε εκατομμύρια άνεργους», γράφει ο «Guardian». Ομως, χάρη στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα και την προτεσταντική αντίληψη ότι ο πόνος εξαγνίζει, οι Γερμανοί τα κατάφεραν. Σήμερα, λέει ο Μπεκ, η επανένωση της Γερμανίας χρησιμοποιείται σαν το μοντέλο της γερμανικής διαχείρισης κρίσεων στην Ευρώπη. Ως επικεφαλής της ισχυρότερης οικονομικής δύναμης της ηπείρου, η Ανγκελα Μέρκελ υπαγορεύει τους όρους με τους οποίους οι χώρες της ευρωζώνης λαμβάνουν χρηματική βοήθεια, διαβρώνοντας τη δημοκρατική αυτονομία της ελληνικής, της ιταλικής και της ισπανικής Βουλής. Ο Μπεκ την αποκαλεί «Μερκιαβέλι» - από τον Μακιαβέλι. Είναι η μη εστεμμένη βασίλισσα της Ευρώπης, η Βασίλισσα Μερκιαβέλι Α' της Ευρώπης, προσθέτει.
«Ηδη υπάρχει μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων, με τους ευρωπαίους πιονιέρους στην ευρωζώνη και τους υπόλοιπους, όπως η Βρετανία, να μην συμμετέχουν πραγματικά στην λήψη αποφάσεων. Ο Ντέιβιντ Κάμερον δεν συνειδητοποιεί ότι μετακινείται το κέντρο της ισχύος στην Ευρώπη αλλά αντίθετα επικεντρώνεται στην αποχώρηση από την Ευρώπη. Αυτό είναι αφροσύνη», αναφέρει.
Οπως είναι αναμενόμενο, σαν καλός Γερμανός που επιθυμεί να βάλει ένα τέλος στους ποταπούς εθνικισμούς, ο Μπεκ συνιστά στις δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης να τερματίσουν την μη δημοκρατική βασιλεία της Βασίλισσας Μερκιαβέλι. Μέχρι σήμερα, η χρηματική βοήθεια είναι συνδεδεμένη με τη λιτότητα και τη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι στο μέλλον πρέπει να συνδεθεί με την ετοιμότητα μιας χώρας να υποστηρίξει ένα νέο, πανευρωπαϊκό κοινωνικό συμβόλαιο που θα καταρτιστεί για να διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας, να διευρύνει την ελευθερία και να προωθήσει τη δημοκρατία.
«Ενδεχομένως ακούγομαι απελπιστικά ουτοπιστής και αφελής. Γιατί όμως να μην είμαστε ουτοπιστές και αφελείς. Δείτε την εναλλακτική», τονίζει.
Το νέο βιβλίο του Ούλριχ Μπεκ "Από τον Μακιαβέλι στη Μέρκιαβελι. Η γερμανική Ευρώπη και οι στρατηγικές εξουσίας της κρίσης" έχει, ταυτόχρονα με τα γερμανικά, εκδοθεί ήδη και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση από το πρωτότυπο και με πρόλογο της αναπληρώτριας καθηγήτριας του συνταγματικού δικαίου Νέδας Αθ. Κανελλοπούλου - Μαλούχου.
Five minutes with Ulrich Beck:
“Germany has created an accidental empire”
Χειλάς Νίκος
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=664428
Σ Χ Ε Τ Ι Κ Α
1.
Ulrich Beck
2.
Ούλριχ Μπεκ: «Η Γερμανία είναι ένα πολιτικό τέρας»
Τι υποστηρίζει ο γνωστός γερμανός κοινωνιολόγος στο νέο του βιβλίο «Γερμανική Ευρώπη»
Η κρίση στην ευρωζώνη γέννησε ένα πολιτικό τέρας: τη Γερμανία. Αυτό υποστηρίζει ο γερμανός κοινωνιολόγος Ούλριχ Μπεκ στο νέο του βιβλίο «Γερμανική Ευρώπη».
«Η νέα γερμανική ισχύς στην Ευρώπη δεν βασίζεται στη δύναμη όπως στο παρελθόν. Δεν χρειάζεται όπλα για να επιβάλει την θέλησή της στις άλλες χώρες. Δεν χρειάζεται να εισβάλει, όμως είναι πανταχού παρούσα», γράφει ο Μπεκ στη «Γερμανική Ευρώπη».
Σε συνέντευξή του προς τον «Guardian», ο Μπεκ υποστηρίζει ότι η Γερμανία προσπαθεί να δώσει ένα ηθικό μάθημα στην Κύπρο: «Ο πόνος εξαγνίζει. Ο δρόμος που περνά από την κόλαση, ο δρόμος που περνά από την λιτότητα, οδηγεί στον παράδεισο της οικονομικής ανάκαμψης», λέει. Πρόκειται για ένα πολύ γερμανικό μάθημα που απορρέει από την φιλοσοφία του Μαρτίνου Λούθηρου και του Μαξ Βέμπερ και βασίζεται στην προτεσταντική ηθική.
Τι κερδίζουν όμως οι Γερμανοί διδάσκοντας στους υπόλοιπους Ευρωπαίους πώς να διοικούν τις οικονομίες τους; Σύμφωνα με τον Μπεκ, η κυριαρχία της Γερμανίας στην Ευρώπη έδωσε στη χώρα μια νέα αίσθηση ταυτότητας ύστερα από δεκαετίες ενοχών για τους Ναζί, απελευθερώνοντάς τη από αυτό που αποκαλεί «σύνδρομο του ποτέ πια» - ποτέ πια ολοκαύτωμα, ποτέ πια φασισμός, ποτέ πια μιλιταρισμός.
Ολα για τον Vergangenheitsbewaltigung (που σημαίνει, σε ελεύθερη μετάφραση, αγώνα για συμβιβασμό με το παρελθόν) - ιδίως τον ναζιστικό. «Οι Γερμανοί δεν επιθυμούσαν πλέον να θεωρούνται ρατσιστές και πολεμόχαροι», λέει ο Μπεκ. «Προτίμησαν να γίνουν οι δάσκαλοι και οι ηθικοί διαφωτιστές της Ευρώπης».
Πριν από δυο δεκαετίες, «η Γερμανία μετά την επανένωση ήταν όπως η Ελλάδα σήμερα, με τελματωμένη οικονομία και πέντε εκατομμύρια άνεργους», γράφει ο «Guardian». Ομως, χάρη στη νεοφιλελεύθερη λιτότητα και την προτεσταντική αντίληψη ότι ο πόνος εξαγνίζει, οι Γερμανοί τα κατάφεραν. Σήμερα, λέει ο Μπεκ, η επανένωση της Γερμανίας χρησιμοποιείται σαν το μοντέλο της γερμανικής διαχείρισης κρίσεων στην Ευρώπη. Ως επικεφαλής της ισχυρότερης οικονομικής δύναμης της ηπείρου, η Ανγκελα Μέρκελ υπαγορεύει τους όρους με τους οποίους οι χώρες της ευρωζώνης λαμβάνουν χρηματική βοήθεια, διαβρώνοντας τη δημοκρατική αυτονομία της ελληνικής, της ιταλικής και της ισπανικής Βουλής. Ο Μπεκ την αποκαλεί «Μερκιαβέλι» - από τον Μακιαβέλι. Είναι η μη εστεμμένη βασίλισσα της Ευρώπης, η Βασίλισσα Μερκιαβέλι Α' της Ευρώπης, προσθέτει.
«Ηδη υπάρχει μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων, με τους ευρωπαίους πιονιέρους στην ευρωζώνη και τους υπόλοιπους, όπως η Βρετανία, να μην συμμετέχουν πραγματικά στην λήψη αποφάσεων. Ο Ντέιβιντ Κάμερον δεν συνειδητοποιεί ότι μετακινείται το κέντρο της ισχύος στην Ευρώπη αλλά αντίθετα επικεντρώνεται στην αποχώρηση από την Ευρώπη. Αυτό είναι αφροσύνη», αναφέρει.
Οπως είναι αναμενόμενο, σαν καλός Γερμανός που επιθυμεί να βάλει ένα τέλος στους ποταπούς εθνικισμούς, ο Μπεκ συνιστά στις δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης να τερματίσουν την μη δημοκρατική βασιλεία της Βασίλισσας Μερκιαβέλι. Μέχρι σήμερα, η χρηματική βοήθεια είναι συνδεδεμένη με τη λιτότητα και τη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι στο μέλλον πρέπει να συνδεθεί με την ετοιμότητα μιας χώρας να υποστηρίξει ένα νέο, πανευρωπαϊκό κοινωνικό συμβόλαιο που θα καταρτιστεί για να διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας, να διευρύνει την ελευθερία και να προωθήσει τη δημοκρατία.
«Ενδεχομένως ακούγομαι απελπιστικά ουτοπιστής και αφελής. Γιατί όμως να μην είμαστε ουτοπιστές και αφελείς. Δείτε την εναλλακτική», τονίζει.
Το νέο βιβλίο του Ούλριχ Μπεκ "Από τον Μακιαβέλι στη Μέρκιαβελι. Η γερμανική Ευρώπη και οι στρατηγικές εξουσίας της κρίσης" έχει, ταυτόχρονα με τα γερμανικά, εκδοθεί ήδη και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση από το πρωτότυπο και με πρόλογο της αναπληρώτριας καθηγήτριας του συνταγματικού δικαίου Νέδας Αθ. Κανελλοπούλου - Μαλούχου.
01/04/2013
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=505513
3.
Five minutes with Ulrich Beck:
“Germany has created an accidental empire”
Are we now living in a German Europe? In an interview with EUROPP editors Stuart A Brown and Chris Gilson, Ulrich Beck discusses German dominance of the European Union, the divisive effects of austerity policies, and the relevance of his concept of the ‘risk society’ to the current problems being experienced in the Eurozone.
How has Germany come to dominate the European Union?
Well it happened somehow by accident. Germany has actually created an ‘accidental empire’. There is no master plan; no intention to occupy Europe. It doesn’t have a military basis, so all the talk about a ‘Fourth Reich’ is misplaced. Rather it has an economic basis – it’s about economic power – and it’s interesting to see how in the anticipation of a European catastrophe, with fears that the Eurozone and maybe even the European Union might break down, the landscape of power in Europe has changed fundamentally.
First of all there’s a split between the Eurozone countries and the non-Eurozone countries. Suddenly for example the UK, which is only a member of the EU and not a member of the Eurozone, is losing its veto power. It’s a tragic comedy how the British Prime Minister is trying to tell us that he is still the one who is in charge of changing the European situation. The second split is that among the Eurozone countries there is an important division of power between the lender countries and the debtor countries. As a result Germany, the strongest economic country, has become the most powerful EU state.
“German Europe” by Ulrich Beck (Polity 2013)
Are austerity policies dividing Europe?
At the same time there are two leading ideologies in relation to austerity policies. The first is pretty much based on what I call the ‘Merkiavelli’ model – by this I mean a combination of Niccolò Machiavelli and Angela Merkel. On a personal level, Merkel takes a long time to make decisions: she’s always waiting until some kind of consensus appears. But this kind of waiting makes the countries depending on Germany’s decision realise that actually Germany holds the power. This deliberate hesitation is quite an interesting strategy in terms of the way that Germany has taken over economically.Indeed they are, in many ways. First of all we have a new line of division between northern European and southern European countries. Of course this is very evident, but the background from a sociological point of view is that we are experiencing the redistribution of risk from the banks, through the states, to the poor, the unemployed and the elderly. This is an amazing new inequality, but we are still thinking in national terms and trying to locate this redistribution of risk in terms of national categories.
The second element is that Germany’s austerity policies are not based simply on pragmatism, but also underlying values. The German objection to countries spending more money than they have is a moral issue which, from a sociological point of view, ties in with the ‘Protestant Ethic’. It’s a perspective which has Martin Luther and Max Weber in the background. But this is not seen as a moral issue in Germany, instead it’s viewed as economic rationality. They don’t see it as a German way of resolving the crisis; they see it as if they are the teachers instructing southern European countries on how to manage their economies.
This creates another ideological split because the strategy doesn’t seem to be working so far and we see many forms of protest, of which Cyprus is the latest example. But on the other hand there is still a very important and powerful neo-liberal faction in Europe which continues to believe that austerity policies are the answer to the crisis.
Is the Eurozone crisis proof that we live in a risk society?
Yes, this is the way I see it. My idea of the risk society could easily be misunderstood because the term ‘risk’ actually signifies that we are in a situation to cope with uncertainty, but to me the risk society is a situation in which we are not able to cope with the uncertainty and consequences that we produce in society.
I make a distinction between ‘first modernity’ and our current situation. First modernity, which lasted from around the 18th century until perhaps the 1960s or 1970s, was a period where there was a great deal of space for experimentation and we had a lot of answers for the uncertainties that we produced: probability models, insurance mechanisms, and so on. But then because of the success of modernity we are now producing consequences for which we don’t have any answers, such as climate change and the financial crisis. The financial crisis is an example of the victory of a specific interpretation of modernity: neo-liberal modernity after the breakdown of the Communist system, which dictates that the market is the solution and that the more we increase the role of the market, the better. But now we see that this model is failing and we don’t have any answers.
We have to make a distinction between a risk society and a catastrophe society. A catastrophe society would be one in which the motto is ‘too late’: where we give in to the panic of desperation. A risk society in contrast is about the anticipation of future catastrophes in order to prevent them from happening. But because these potential catastrophes are not supposed to happen – the financial system could collapse, or nuclear technology could be a threat to the whole world – we don’t have the basis for experimentation. The rationality of calculating risk doesn’t work anymore. We are trying to anticipate something that is not supposed to happen, which is an entirely new situation.
Take Germany as an example. If we look at Angela Merkel, a few years ago she didn’t believe that Greece posed a major problem, or that she needed to engage with it as an issue. Yet now we are in a completely different situation because she has learned that if you look into the eyes of a potential catastrophe, suddenly new things become possible. Suddenly you think about new institutions, or about the fiscal compact, or about a banking union, because you anticipate a catastrophe which is not supposed to happen. This is a huge mobilising force, but it’s highly ambivalent because it can be used in different ways. It could be used to develop a new vision for Europe, or it could be used to justify leaving the European Union.
How should Europe solve its problems?
I would say that the first thing we have to think about is what the purpose of the European Union actually is. Is there any purpose? Why Europe and not the whole world? Why not do it alone in Germany, or the UK, or France?
I think there are four answers in this respect. First, the European Union is about enemies becoming neighbours. In the context of European history this actually constitutes something of a miracle. The second purpose of the European Union is that it can prevent countries from being lost in world politics. A post-European Britain, or a post-European Germany, is a lost Britain, and a lost Germany. Europe is part of what makes these countries important from a global perspective.
The third point is that we should not only think about a new Europe, we also have to think about how the European nations have to change. They are part of the process and I would say that Europe is about redefining the national interest in a European way. Europe is not an obstacle to national sovereignty; it is the necessary means to improve national sovereignty. Nationalism is now the enemy of the nation because only through the European Union can these countries have genuine sovereignty.
The fourth point is that European modernity, which has been distributed all over the world, is a suicidal project. It’s producing all kinds of basic problems, such as climate change and the financial crisis. It’s a bit like if a car company created a car without any brakes and it started to cause accidents: the company would take these cars back to redesign them and that’s exactly what Europe should do with modernity. Reinventing modernity could be a specific purpose for Europe.
Taken together these four points form what you could say is a grand narrative of Europe, but one basic issue is missing in the whole design. So far we’ve thought about things like institutions, law, and economics, but we haven’t asked what the European Union means for individuals. What do individuals gain from the European project? First of all I would say that, particularly in terms of the younger generation, more Europe is producing more freedom. It’s not only about the free movement of people across Europe; it’s also about opening up your own perspective and living in a space which is essentially grounded on law.
Second, European workers, but also students as well, are now confronted with the kind of existential uncertainty which needs an answer. Half of the best educated generation in Spanish and Greek history lack any future prospects. So what we need is a vision for a social Europe in the sense that the individual can see that there is not necessarily social security, but that there is less uncertainty. Finally we need to redefine democracy from the bottom up. We need to ask how an individual can become engaged with the European project. In that respect I have made a manifesto, along with Daniel Cohn-Bendit, called “We Are Europe”, arguing that we need a free year for everyone to do a project in another country with other Europeans in order to start a European civil society.
A more detailed discussion of the topics covered in this article is available in Ulrich Beck’s latest book,German Europe (Polity 2013) Note: This article gives the views of the author, and not the position of EUROPP – European Politics and Policy, nor of the London School of Economics.
ΠΗΓΗ
http://blogs.lse.ac.uk/europpblog/2013/03/25/five-minutes-with-ulrich-beck-germany-has-created-an-accidental-empire/
4.
5.
6.
Τίτλοι στη βάση www.biblionet.gr :
2013) | Από τον Μακιαβέλλι στη Μερκιαβέλλι, Εκδόσεις Πατάκη |
(2005) | Ελευθερία ή καπιταλισμός, Εκδόσεις Καστανιώτη |
(1999) | Τι είναι παγκοσμιοποίηση;, Εκδόσεις Καστανιώτη |
(1996) | Η επινόηση του πολιτικού, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη |
(1999) | Μια ζωή δική μας, Νήσος |