H ευρωπαϊκή οικονομική κρίση ως εργαλείο μετασχηματισμού και οι δυνατές απαντήσεις (και η ειδικότερη περίπτωση της ελληνικής κρίσης-καταστροφής)
‘Εξη χρόνια μετά το ξέσπασμα της μεγάλης χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης του 2008-09, κανένα από τα θεμελιώδη αίτια που την προκάλεσαν δεν αντιμετωπίστηκε. Αντίθετα, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι θεσμοί της ΕΕ ενέτειναν ακριβώς τις πολιτικές «απελευθέρωσης» που είναι στη ρίζα της κρίσης, «φιλελευθεροποιώντας» περαιτέρω μια πλήρως «απορρυθμισμένη» οικονομία.
Η κρίση του 2008 οφείλεται στις επί δεκαετίες διαρκείς «απελευθερώσεις» και «αποφορολογήσεις» του κεφαλαίου, ιδίως της χρηματιστικής του πτέρυγας, που έφτασε να υφαρπάξει εμμέσως (δια των παραγώγων αλλά και της επιβολής μονεταριστικών κανόνων, όπως στο ευρώ) την εθνική, κρατική λειτουργία της έκδοσης χρήματος, αλλά και συγκροτείται ταυτόχρονα σε υπερεθνική πολιτική δύναμη, όπως το «παγκόσμιο κόμμα» της Goldman Sachs, στελέχη της οποίας τοποθετήθηκαν σε όλη την κλίμακα των κυβερνητικών και υπερεθνικών θεσμών σε Ευρώπη και Αμερική. Ο ιστορικά πρωτοφανής έλεγχος των παγκόσμιων ΜΜΕ και των εξαγορασμένων «διανοουμένων», πανεπιστημιακών κλπ. από τη ολιγαρχία του χρήματος θέτει ταυτόχρονα τις βάσεις ενός παγκόσμιου ολοκληρωτισμού.
Η γιγάντωση του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους χρησιμοποιήθηκε επί δεκαετίες για να συγκαλύψει τα οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης, ενός συστήματος πλήρως απελευθερωμένης παγκοσμίως μεταφοράς κεφαλαίων και εμπορευμάτων, αλλά και των δραστηριοτήτων του χρηματιστικού κεφαλαίου. Με το ξέσπασμα της κρίσης το όπλο του χρέους και η απειλή της χρεωκοπίας χρησιμοποιούνται πλέον για να γίνει αποδεκτή η μαζική πτώση των κοινωνικών στάνταρτς στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.
Κυβερνήσεις και ευρωπαϊκοί θεσμοί αρνήθηκαν να κάνουν (εννοείται «υγιή») αντικυκλική παρέμβαση στην οικονομική συγκυρία, προσέθεσαν και άλλα χρέη στα ήδη υπέρογκα ιδιωτικά και δημόσια χρέη της Ευρώπης, αύξησαν περαιτέρω την κοινωνική ανισότητα και τη φτώχεια στην ήπειρο. Σε μερικές χώρες-“πιλότους”, όπως η Ελλάδα, κατεδάφισαν ριζικά το κοινωνικό κράτος και υπονόμευσαν εξίσου ριζικά τη δημοκρατία, εγκαθιστώντας μια βαθιά άνιση έως αποικιακή σχέση στο ίδιο το εσωτερικό της ΕΕ. Το ελληνικό πρόγραμμα δεν είναι κάποιο λάθος ή υπερβολή – γιατί τότε θα το διόρθωναν. Είναι ο εμβρυουλκός του μεγάλου μετασχηματισμού της ηπείρου, με τρόικες που θα κυβερνάνε ή κυβερνήσεις που θα κάνουν τα ίδια φοβούμενες ότι θα έρθουν οι τρόικες. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να βγει ποτέ από το πρόγραμμα, εκτός αν αποφασίσει να κάνει την νεώτερη «έξοδο του Μεσολογγίου».
Ευρώπη: προς τον Τρίτο Κόσμο
Επί μισό αιώνα, το μεγάλο επιχείρημα της Δύσης απέναντι στον «σοβιετικό κομμουνισμό» ήταν η “ευτυχία”, το υψηλό βιοτικό επίπεδο, η ασφάλεια και οι ελευθερίες του «δυτικού πολίτη και καταναλωτή». Ο τρίτος κόσμος καλούνταν να ακολουθήσει το παράδειγμα των ανεπτυγμένων δυτικών χωρών και όχι βέβαια του κομμουνισμού για να ανεβάσει το επίπεδό του προσεγγίζοντας σταδιακά το επίπεδό της Δύσης.
‘Ηδη, με την πτώση του «σοβιετικού κομμουνισμού», το 1989-91, μεγάλα τμήματα του πρώην «σοσιαλιστικού κόσμου» κατρακύλησαν στον «τρίτο κόσμο». Στη θέση του τείχους του Βερολίνου υψώθηκε στην Ευρώπη ένα αόρατο αλλά ακόμα ψηλότερο Τείχος του Χρήματος. Οι κάτοικοι της Ανατολικής Ευρώπης γνώρισαν μια πολύ σημαντική απώλεια των κοινωνικών τους κατακτήσεων και, σε μερικές περιπτώσεις, όπως π.χ. στη Μολδαβία, την Ουκρανία, τα Βαλκάνια, μια άνευ προηγουμένου κοινωνική καταστροφή, περνώντας, από μια δήθεν «προλεταριακή» δικτατορία σε μια μαφιόζικη, ολιγαρχική δήθεν «δημοκρατία».
Μετά την έκρηξη της οικονομικής κρίσης, το 2008-09, για πρώτη φορά στην ιστορία, το ζήτημα του τρίτου κόσμου αντιστράφηκε. Δεν αναζητούνται τώρα τρόποι σταδιακής προσέγγισης του «τρίτου» προς τον «πρώτο» κόσμο, προς το επίπεδο ευημερίας και ελευθεριών του, όπως γινόταν, ή τουλάχιστο λεγόταν, μεταξύ 1945 και 1991. Το ζήτημα που τίθεται τώρα είναι πως, εν ονόματι της «ανταγωνιστικότητας», θα προσεγγίσουν σταδιακά οι αναπτυγμένες δυτικές χώρες τα κοινωνικά και πολιτικά στάνταρτς του «Τρίτου Κόσμου». Οι δυνάμεις του κεφαλαίου, ιδίως του χρηματιστικού, και οι πολιτικοί του εκπρόσωποι απαιτούν από τους ευρωπαϊκούς λαούς να εγκαταλείψουν τα σημαντικότερα κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά τους επιτεύγματα. Ο μηχανισμός του Χρέους και οι «Τρόικες» των Πιστωτών, που αναλαμβάνουν τη διακυβέρνηση ολόκληρων χωρών, τείνουν να στερήσουν κάθε ουσίας τους ακόμα δημοκρατικούς τυπικά κρατικούς και πολιτικούς θεσμούς της Ευρώπης, μεγάλο «καύχημα» της Δύσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και της αντιπαράθεσης με τον «υπαρκτό σοσιαλισμό». Ακόμα όμως κι εκεί που δεν έχουν τοποθετηθεί «Τρόικες», κοινοβούλια και κυβερνήσεις είτε είναι άμεσα εξαρτημένα από το Χρήμα, είτε νομοθετούν και δρουν υπό τη Δαμόκλειο Σπάθη του χειραγωγημένου «αυτοματισμού» των «Αγορών», της παγκόσμιας «Αυτοκρατορίας του Χρήματος», των μεγάλων οικογενειών του Πλούτου που υποκαθιστούν τώρα τους βασιληάδες της εποχής πριν από τη Γαλλική Επανάσταση.
Πιο πίσω από τη Γαλλική Επανάσταση
Η κατάσταση που έχει σήμερα προκύψει στην Ευρώπη συνιστά τη σοβαρότερη απειλή που εμφανίστηκε, μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και την ήττα του φασισμού, κατά του βιοτικού επιπέδου, της λαϊκής κυριαρχίας, των κοινωνικών, αλλά επίσης και των πολιτικών, ανθρώπινων και εθνικών δικαιωμάτων που απολαμβάνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες. ‘Όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκε η οικονομική και κοινωνική κρίση, που απειλεί τώρα να επανέλθει πολύ δριμύτερη από το 2008-09, αλλά χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται η ίδια η κρίση, σε συμφωνία με την κλασική νεοφιλελεύθερη «στρατηγική του σοκ», εναντίον των ευρωπαϊκών λαών και των επιτευγμάτων τους. Οι χώρες της ευρωπαϊκής «περιφέρειας», η μισή Ευρώπη στην πραγματικότητα, γνωρίζουν άνευ προηγουμένου οικονομική οπισθοδρόμηση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, χώρας-πειραματόζωου για όλη τη ήπειρο, η οικονομική και κοινωνική καταστροφή που συντελέσθηκε ήδη, μετρούμενη με την πτώση του ΑΕΠ και την αύξηση της ανεργίας, αλλά και όλους τους δείκτες του συστήματος περίθαλψης, ασφάλισης, εκπαίδευσης, εθνικής άμυνας της χώρας, ως αποτέλεσμα της αποικιακής διακυβέρνησης από μια τρόικα πιστωτών και ενός οργουελιανού προγράμματος δήθεν «διάσωσης» ξεπέρασε ακόμα και τα σημαντικότερα ιστορικά προηγούμενα στην ιστορία του καπιταλισμού, αυτά δηλαδή του Μεγάλου Κραχ στις Ηνωμένες Πολιτείες και της δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία την περίοδο πριν από την άνοδο του Χίτλερ (1929-33). Σε μια παγκόσμια κατάταξη που έκανε το ΒΒC, αναγκάστηκε να προστρέξει στη Λιβερία και το Τατζικιστάν στις πρόσφατες πολεμικές περιόδους, για να βρει ταχύτερη πτώση από την ελληνική.
‘Όλα αυτά μάλιστα συνέβησαν χωρίς η Ελλάδα να οδηγηθεί τουλάχιστον σε μια μείωση του υπέρογκου δημόσιου χρέους της το οποίο αντιθέτως αυξήθηκε κατά σχεδόν 50% ως ποσοστό του ΑΕΠ, μεταξύ 2010 και 2014, ή σε μια βελτίωση της ανταγωνιστικότητας ή της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού ή της οικονομίας της, που είναι σήμερα σε πολύ χειρότερη κατάσταση από το 2010. Πιο σημαντικές από τις υλικές ήταν όμως οι ηθικές απώλειες στην ελληνική περίπτωση, η προσπάθεια δηλαδή να «τσακιστεί», με μεθόδους που θυμίζουν Κάφκα, η αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του ελληνικού λαού, θεμέλιο του δημοκρατικού αιτήματος στη νεώτερη εποχή.
Η σκιά του νέου ολοκληρωτισμού
Στην πραγματικότητα, αυτό που συνέβη στην Ευρώπη μετά το 2009-10 ήταν ότι μια συμμαχία των ανώτερων τάξεων της «Ευρω-Γερμανίας» και της παγκόσμιας «Αυτοκρατορίας του Χρήματος», με τη συνδρομή θεσμών όπως το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η ευρωπαϊκή Κομισιόν, και με εξέχοντα ρόλο τόσο της γερμανικής κυβέρνησης, όσο και της Goldman Sachs, χρησιμοποίησαν την κρίση για να επιτεθούν στις βασικές κατακτήσεις των ευρωπαϊκών λαών μετά τη νίκη επί του φασισμού, το 1945, αν όχι για να βάλουν τις βάσεις για την ανατροπή των κατακτήσεων του Διαφωτισμού και των μεγάλων ευρωπαϊκών επαναστάσεων. Δεν είναι μόνο ή κυρίως οι όποιες υλικές απώλειες. Είναι κυρίως μια μείζων ηθική και πολιτιστική «αντεπανάσταση» που θέλει να καταστρέψει στους ευρωπαϊκούς λαούς την αυτοπεποίθηση, την πίστη τους ότι μπορούν να κυβερνήσουν τον εαυτό τους, αντί να κυβερνώνται από τερατώδεις και παράλογες, σκοταδιστικές και ολοκληρωτικές δυνάμεις ενός Χρήματος όλο και λιγότερο σχετιζόμενου με την αξία, την παραγωγή, την κοινωνία και τον ‘Ανθρωπο. Αν ένα τέτοιο σχέδιο δεν συναντήσει σύντομα μεγάλες λαϊκές αντιστάσεις, κινδυνεύει να μας οδηγήσει σε μια νέα, εξαιρετικά επικίνδυνη μορφή μεταμοντέρνου ολοκληρωτισμού, όπως αυτή που περιγράφουν στα βιβλία τους συγγραφείς όπως ο Ζαμιάτιν, ο Χάξλευ, ο ‘Οργουελ ή ο Κάφκα.
Οι «Αγορές» και, πίσω τους, όσοι ελέγχουν το μεγάλο χρηματιστικό κεφάλαιο θέτουν τους ευρωπαϊκούς λαούς ενώπιον των ενδεχομένων κινδύνων είτε να εξαναγκαστούν σε υποταγή σε μια Ευρωπαϊκή ‘Ενωση που μετατρέπεται σε υπο-δομή μιας ολοκληρωτικής «Αυτοκρατορίας του Χρήματος», είτε να αντιμετωπίσουν ξεχωριστά ο καθένας και από θέση αδυναμίας και ανισότητας την επίθεση των αγορών.
Πόλεμος με τη Ρωσία
Παράλληλα με τις οικονομικές εξελίξεις και τους «πολέμους χρέους» στην Ευρώπη, μια συμμαχία νεοσυντηρητικών (των πιο εξτρεμιστικών δυνάμεων δηλαδή του διεθνούς κατεστημένου, άμεσα υπεύθυνων για τους πολέμους, το χάος και την καταστροφή όλου σχεδόν του αραβικού κόσμου) και μιας πτέρυγας του «βαθέος κράτους» των ΗΠΑ (Μπρζεζίνσκι) συνέβαλε, με πρωτοφανείς επεμβάσεις στα εσωτερικά της Ουκρανίας, στη φωτιά ενός εμφυλίου πολέμου στο κέντρο της Ευρώπης, διαταράσσοντας τις σχέσεις της δυτικής Ευρώπης με τη Ρωσία κατά τρόπο πρωτοφανή ακόμα και για τα δεδομένα του Ψυχρού Πολέμου. Πρέπει να γυρίσουμε στην κρίση του Βερολίνου για να ξαναβρούμε μια τόσο εχθρική ατμόσφαιρα στην ήπειρο. Επί Στάλιν, Χρουστσώφ και Μπρέζνιεφ τα δυτικά κράτη είχαν γενικά καλύτερες σχέσεις με τη Ρωσία από ότι έχουν σήμερα! Τα μεγάλα ευρωπαϊκά ΜΜΕ, στα χέρια επίσης μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας, εξαπέλυσαν μια υστερική καμπάνια εναντίον της Μόσχας που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις χειρότερες σελίδες προπαγάνδας του Ψυχρού Πολέμου και που αντανακλά την τόσο μεγάλη και επικίνδυνη υποχώρηση της δημοκρατίας στις κοινωνίες μας. ‘Οσο για τον κίνδυνο μιας πυρηνικής αναμέτρησης, αν και παραμένει βασικά χαμηλός, είναι πάντως τώρα ο υψηλότερος μετά το 1989.
Από την εποχή που ο Πρόεδρος Ντε Γκωλ μιλούσε για μια Ευρώπη «από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια» και ο Καγκελλάριος Βίλλυ Μπράντ υιοθετούσε την περίφημη Οστπολιτίκ, από την εποχή ακόμα που Σιράκ, Σρέντερ και Πούτιν ενωνόντουσαν εναντίον του πολεμικού τυχοδιωκτισμού των ΗΠΑ στο Ιράκ, η συνεννόηση Δύσης και Ανατολής στην Ευρώπη υπήρξε η βασικότερη προϋπόθεση της ευρωπαϊκής ευημερίας και ανεξαρτησίας. Αντίθετα, οι πόλεμοι χρέους στο εσωτερικό της ΕΕ, ο θερμός εμφύλιος στην Ουκρανία, ο ψυχρός πόλεμος με τη Ρωσία ως μόνο δυνατό αποτέλεσμα θα έχουν, εφόσον συνεχιστούν και κλιμακωθούν, την εμπέδωση της κυριαρχίας εξωτερικών δυνάμεων στην Ευρώπη, όπως συνέβη και στο παρελθόν με τον πρώτο και δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Οι κλιμακούμενες ενδο-ευρωπαϊκές συγκρούσεις σε συνδυασμό με την επίθεση κατά του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, της σημαντικότερης κατάκτησης του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπως και της ευρωπαϊκής δημοκρατίας ανοίγουν τον δρόμο σε μια Ευρώπη κυριαρχούμενη από τις δυνάμεις του Χρήματος και των ΗΠΑ.
Ευρωπαϊκή παρακμή
Ενώ συμβαίνουν αυτά, οι κυρίαρχες δυνάμεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, του συνδικαλισμού και των κοινωνικών κινημάτων, αλλά και ευρύτερα, οι πολιτικές δυνάμεις που εκπροσώπησαν ιστορικά ρεύματα μιας σχετικής ευρωπαϊκής αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας, όπως ήταν ο γαλλικός γκωλισμός στην εποχή του, ή και ενσωμάτωσαν κάποια στοιχεία κοινωνικής παράδοσης, μοιάζουν να έχουν εισέλθει από μακρού σε περίοδο βαθειάς παρακμής είτε υποτασσόμενες στο Χρήμα, είτε αδυνατώντας να διαγράψουν μια οποιαδήποτε αποτελεσματική στρατηγική, περιοριζόμενες απελπιστικά σε ένα εθνικό πλαίσιο που είναι σχετικά και πάντως μακροχρόνια ανεπαρκές για να αντιμετωπισθούν οι δυνάμεις μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας που διαθέτει ολοκληρωμένη περιφερειακή και παγκόσμια στρατηγική και μέσα. Αυτή άλλωστε είναι και η βασικότερη αδυναμία της προσέγγισης των δυνάμεων της άκρας, «ριζοσπαστικής» δεξιάς, που συχνά οικειοποιείται στις μέρες μας δημαγωγικά τις έννοιες του ‘Εθνους και του Λαού και που υποστηρίζει ότι είναι δυνατό να βρεθεί αποκλειστικά εθνική λύση στα προβλήματα που θέτει η διεθνής επίθεση του Χρήματος, των Αγορών, σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει μία χώρα ή μία ομάδα χωρών που πιέζεται η ίδια σε βαθμό ανυπόφορο να επιδιώξει μια άμεση «εθνική» λύση. Σημαίνει όμως ότι δύσκολα μπορούμε βάσιμα να ελπίσουμε σε μια μόνιμη και βιώσιμη αντιστροφή της κατάστασης μακροχρόνια «σε μια και μόνη χώρα», παρά μόνο στο επίπεδο τουλάχιστο αρκετών ευρωπαϊκών χωρών.
‘Όλα αυτά επέβαλαν εδώ και καιρό ένα πολύ καλύτερο συντονισμό των δυνάμεων που θέλουν όντως να αντιταχθούν σε αυτήν την πρωτοφανή επίθεση κατά του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Μοιάζουμε όμως, δυστυχώς, να βρισκόμαστε ακόμα σε μια κατάσταση όχι πολύ καλύτερη από τα πρώτα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το μεγαλύτερο τμήμα του ευρωπαϊκού σοσιαλιστικού κινήματος υπέκυπτε στις πολεμοχαρείς σειρήνες και ψήφιζε με ενθουσιασμό τις πολεμικές δαπάνες. Τότε, μόνο μια φούχτα σοσιαλιστές, που είχαν παραμείνει πιστοί στην πολιτική της ειρήνης συναντήθηκαν στις ιστορικές διασκέψεις του Τσίμερβαλντ, του Κένταλ και της Στοκχόλμης για να αντιταχθούν στην ανθρωποσφαγή. Τότε υπετάγησαν στον μιλιταρισμό των καπιταλιστικών κυβερνήσεων, σήμερα, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος των πολιτικών δυνάμεων της ηπείρου έχουν υποταγεί στην Αυτοκρατορία του Χρήματος, καθιστώντας επιτακτική ανάγκη να ξανασυναντηθούν το ταχύτερο και να συντονίσουν τη δράση τους, ενόψει των ταχέως επερχόμενων κρίσεων, οι δυνάμεις που αντιτίθενται σε αυτή την πορεία, επιχειρώντας να συντονίσουν τη δράση τους, να εργασθούν για τη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής εναλλακτικής στη φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και στον «καπιταλισμό της καταστροφής», για να δώσουν κουράγιο στους λαούς που δέχονται την αιχμή της επίθεσης του χρηματιστικού ιδίως κεφαλαίου.
Ανάγκη ενός «μεταβατικού προγράμματος»
Ήδη, τον Οκτώβριο του 2011, μια πλειάδα προσωπικοτήτων από την Ευρώπη, ανάμεσά τους ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μανώλης Γλέζος και ο Αλέξης Τσίπρας από την Ελλάδα απηύθυναν μια έκκληση διαλόγου και συνεργασίας των δυνάμεων και προσώπων που ενδιαφέρονται να απαντήσουν ενεργά στην επίθεση των «αγορών» στην ήπειρό μας. Δυστυχώς, αυτή η έκκληση έμεινε, με μεγάλη ευθύνη της ηγεσίας των ελληνικών «αντιμνημονιακών» δυνάμεων που θα περίμενε κανείς να είναι οι πιο ενεργές, χωρίς συνέχεια, «ντουφεκιά στον αέρα», κάτι που μπορεί να πληρώσει αύριο πάρα πολύ ακριβά ο ελληνικός λαός. Η διακοπή της μνημονιακής, αποικιακής διακυβέρνησης της χώρας προϋποθέτει σοβαρότατη προετοιμασία, όπως και ευρύτατη αναζήτηση και σύμπηξη συμμαχιών, εντός και εκτός Ε.Ε., σε όλα τα σημεία του ορίζοντα, με όλους τους τύπους επιχειρημάτων. Συνεπάγεται ρήξη με ισχυρά κέντρα της παγκόσμιας εξουσίας. Θα ήταν ασφαλώς προτιμότερο για τη χώρα να μπορούσε να αποφύγει μια τέτοια ρήξη, αλλά δεν θα επιβιώσει αν δεν την αποτολμήσει. ‘Ένα από τα μεγάλα όπλα που διαθέτει εν δυνάμει είναι ότι μπορεί να εκφράσει πολύ ευρύτερες ανάγκες των ευρωπαϊκών κοινωνιών και των γεωπολιτικών δυνάμεων που έχουν συμφέρον από τη διατήρηση των κάπως ανεξάρτητων και κυρίαρχων κρατών της Ελλάδας και της Κύπρου στην ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς όμως, μέχρι τώρα, ουδείς έχει ετοιμαστεί να τα χρησιμοποιήσει.
Δεν αρκούν εξάλλου οι ορθές κατά τα άλλα πολεμικές κατά της «λιτότητας». Πρώτον διότι δεν πρόκειται για «λιτότητα», τουλάχιστο στην περίπτωση της ευρωπαϊκής περιφέρειας και ιδίως της Ελλάδας – και μόνο η χρήση του όρου συνιστά εξωραϊσμό της ασκούμενης εγκληματικής πολιτικής. Εδώ πρόκειται για καταστροφή των όρων αναπαραγωγής του κοινωνικού σχηματισμού, για «γενοκτονία», για «ολοκαύτωμα», για κατάργηση της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας, του έθνους-κράτους που δεν αντικαθίσταται από μια υπερεθνική δημοκρατικά οργανωμένη εξουσία, αλλά από τη δικτατορία των αγορών.
Δεύτερο και σπουδαιότερο, η διεκδίκηση διακοπής της «λιτότητας» συνιστά ουσιαστικά μια «συνδικαλιστικού» τύπου διεκδίκηση, όταν δεν συνοδεύεται από την διεκδίκηση σημαντικής αλλαγής του τρόπου οργάνωσης και της ΕΕ και του συστήματος της «παγκοσμιοποίησης» (ΠΟΕ, υπερεθνικοί οργανισμοί κλπ.). ‘Οσοι περιορίζουν τη σύγκρουση μόνο στη «λιτότητα» αφενός δεν αμφισβητούν το όλο σύστημα της παγκοσμιοποίησης και την ευρωπαϊκή του πραγμάτωση («Ευρωπαϊκή ‘Ενωση»), αφετέρου δεν θα αποσπάσουν ούτε τη διακοπή της λιτότητας, που αποτελεί, σε μεγάλο βαθμό, και αποτέλεσμα του τρόπου λειτουργίας του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και συνειδητή επιδίωξη των δυνάμεων που επικρατούν σε αυτό. ‘Όταν εξισώνεις π.χ. τις ανταλλαγές μεταξύ χωρών με μισθούς τριών χιλιάδων και διακοσίων ευρώ, αναγκαστικά σπρώχνεις τις αμοιβές εργασίας των δυτικών στα τριτοκοσμικά επίπεδα, όχι το αντίστροφο, όταν εξισώνεις δραστηριότητες και χώρες που επιτίθενται στο περιβάλλον με δραστηριότητες και χώρες που το σέβονται, εκ των πραγμάτων οδηγείσαι σε γενική πτώση των οικολογικών στάνταρτς, όταν δημιουργείς τη δυνατότητα τεραστίων υπερκερδών μέσω των χρηματιστικών λειτουργιών, οδηγείς σε παρακμή ή μετανάστευση παραγωγικών δραστηριοτήτων, για να δώσουμε μερικά παραδείγματα.
Για να υπάρξει αποτελεσματική αντίσταση και στη λιτότητα και σε όλα τα υπόλοιπα χρειάζεται η σύμπηξη ενός μεγάλου ευρωπαϊκού λαϊκού μετώπου και η επεξεργασία ενός συνεκτικού μεταβατικού προγράμματος, που να διαγράφει μια εναλλακτική πορεία για την Ευρώπη και να αντιμετωπίζει τα φλέγοντα ζητήματα μιας ενδεχόμενης επιστροφής σε μια (νέα όμως) μορφή κεϋνσιανισμού, την εισαγωγή στοιχείων προστατευτισμού, μια συζήτηση για μια διαφορετική μορφή ευρωπαϊκής ενοποίησης, αλλά και για την επαναφορά του ελέγχου του χρήματος από τα κράτη και όχι των κρατών από το χρήμα. Δεν θα υπάρξει εξάλλου δημοκρατική λύση στην ευρωπαίκή και παγκόσμια κρίση χωρίς κάποια μορφή «Σεισάχθειας», που να πλήξει κυρίως τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, πραγματικούς «καρκίνους» σήμερα της παγκόσμιας κοινωνίας. ‘Ηρθε άλλωστε ο καιρός να συζητηθεί το ποιες μπορούν να είναι οι προοπτικές και το είδος της «ανάπτυξης», αλλά και ο «πολιτισμός» του 210υ αιώνα, όπως και μια πολυπολική πολιτική οργάνωση του πλανήτη.
Είναι κρίμα ότι μέχρι τώρα οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις που είδαν να διευρύνεται τόσο πολύ η επιρροή τους λόγω της αντίθεσης στο Μνημόνιο όπως και οι επιστήμονες και διανοούμενοι της χώρας δεν είχαν σχεδόν καμιά συμβολή στους προβληματισμούς που αναφέραμε. Χωρίς επαρκή εθνική και ευρωπαϊκή στρατηγική, ο ελληνικός λαός κινδυνεύει με νέες και μεγαλύτερες καταστροφές.
Αν η Ευρώπη αποτύχει, αν οι λαοί, οι πολιτικοί, οι διανοούμενοί της, δεν μπορέσουν να ορθώσουν ένα τείχος αντίστασης στον επελαύνοντα ολοκληρωτισμό των αγορών, τότε είναι πολύ πιθανό, ένα ενδεχόμενο νέο κύμα της οικονομικής κρίσης να οδηγήσει στην επικράτηση νέων μορφών αυταρχισμού, ολοκληρωτισμού και φασισμού στην ήπειρο, αλλά και σε νέους πολέμους οικονομικούς ή και συμβατικούς, ψυχρούς ή και θερμούς στην Ευρώπη, διευκολύνοντας ταυτόχρονα σημαντικά την επικράτηση ολοκληρωτικών μορφών πλανητικής διακυβέρνησης, ή γεωπολιτικού και οικολογικού Χάους σε ολόκληρο τον πλανήτη, ή και των δύο!
4-1-2015
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
http://konstantakopoulos.blogspot.gr/