Ο Θαυμαστός καινούριος κόσμος.

(...)
με μια γεωπολιτική, κυρίως, προσέγγιση το συμπέρασμα ήταν πως δεν επρόκειτο η Ελλάδα να εξωθηθεί στα άκρα. Το Bloomberg και οι Financial Times, τα Ευαγγέλια του Αμερικανικού και του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού, συνέκλιναν προς τις ίδιες διαπιστώσεις. Μια πληθώρα διεθνούς φήμης οικονομολόγων συνέδραμε στις ελληνικές προσπάθειες και αυτό προοιωνίζεται κάτι σημαντικό: 
η σκληρή πολιτική λιτότητας του διδύμου Μέρκελ-Σόϊμπλε δεν μπορεί να έχει μακρύ βίο. Σήμαινε και κάτι άλλο. Η αμερικανογερμανική αντιπαράθεση δεν περιορίζετο μόνο στο θέμα της Ουκρανίας, αλλά και στην αποδοχή ενός περισσότερο κεϋνσιανού οικονομικού μοντέλου.
(...)


 
 Η υπόθεση της επίτευξης συμφωνίας, αυτής καθ εαυτής, με την Ευρωζώνη, έπαψε να με απασχολεί, εδώ και 15 ημέρες, όταν με μια γεωπολιτική, κυρίως, προσέγγιση το συμπέρασμα ήταν πως δεν επρόκειτο η Ελλάδα να εξωθηθεί στα άκρα. Το Bloomberg και οι Financial Times, τα Ευαγγέλια του Αμερικανικού και του Ευρωπαϊκού καπιταλισμού, συνέκλιναν προς τις ίδιες διαπιστώσεις. Μια πληθώρα διεθνούς φήμης οικονομολόγων συνέδραμε στις ελληνικές προσπάθειες και αυτό προοιωνίζεται κάτι σημαντικό: η σκληρή πολιτική λιτότητας του διδύμου Μέρκελ-Σόϊμπλε δεν μπορεί να έχει μακρύ βίο. Σήμαινε και κάτι άλλο. Η αμερικανογερμανική αντιπαράθεση δεν περιορίζετο μόνο στο θέμα της Ουκρανίας, αλλά και στην αποδοχή ενός περισσότερο κεϋνσιανού οικονομικού μοντέλου.

Παρέμενε το θέμα της μορφής και του περιεχομένου της Συμφωνίας, το οποίο, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν είναι σαφές. Ωστόσο, η κυβέρνηση υπαναχώρησε από τις αρχικές της θέσεις και προσγειώθηκε στην πραγματικότητα, πράγμα που δεν εξέπληξε τους προσεκτικούς παρατηρητές.

‘Ενας νέος, «θαυμαστός καινούριος κόσμος» διαγράφεται και, μακάρι, ο Άλντους Χάξλεϋ να μην επιβεβαιωθεί και πάλι. Σε αντίθεση με τον Όργουελ (1984), που φοβόταν ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που μισούμε, ο Χάξλεϋ υποστήριζε, με το διαχρονικό έργο του, ότι θα μας καταστρέψουν αυτά που αγαπάμε.

Η κυβέρνηση, είχε και έχει τη συμπαράσταση ολόκληρου του ελληνικού λαού και των πολιτικών κομμάτων στη διαπραγμάτευσή της με την ευρωζώνη. Μία σειρά συμπτώσεων, διευκόλυνε το έργο της. Η αποφασιστικότητα που δείχνει δεν είναι άμοιρη της γνώσης και της ανάλυσης αυτού του παρασκηνίου. Αυτό καταγράφεται στα υπέρ της. Δεν είναι δεδομένο ότι η ανάλυση του διεθνούς παράγοντα μπορεί να γίνει από το πολιτικό προσωπικό όλων των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Οι λαλίστατοι προκάτοχοι της σημερινής κυβέρνησης, δεν τα είχαν καταφέρει. Ίσως, λόγω της αλαζονείας τους ότι τα γνωρίζουν όλα, ίσως λόγω της υπεροψίας που τους παρείχε η εξουσία και χρησιμοποιούσαν σε κρίσιμες θέσεις ανθρώπους περιορισμένου βεληνεκούς.

Αυτή η σύμπτωση, έχει διεθνή ιστορική και διπλωματική αναφορά και ορολογία. Λέγεται coincidence και διατυπώθηκε για πρώτη φορά ως απάντηση στο ιστορικό ερώτημα γιατί η μετάβαση στη νεοτερικότητα εμφανίστηκε στην Ευρώπη και όχι σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου που διέθετε και πιο εκλεπτυσμένο πολιτισμό.    Η απάντηση φαίνεται να βρίσκεται στη «χρονική σύμπτωση», στην coincidence, οικολογικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτισμικών και πολιτικών προϋποθέσεων. Αυτές οι προϋποθέσεις συνέτρεξαν και σήμερα με την ανάδειξη της ελληνικής κυβέρνησης και της σκληρής, πλην όμως, αποτελεσματικής, σε ότι αφορά τα ρεαλιστικά χαρακτηριστικά της, διαπραγμάτευσης.

Πιεζόμενος, προφανώς, από αυτήν την πραγματικότητα, ο κ. Σόϊμπλε, διέπραξε το ατόπημα: απέρριψε την τελευταία ελληνική πρόταση εισπράττοντας τις επιφυλάξεις ακόμη και της καγκελαρίου του. Όλα αυτά δεν γίνονται χάριν της Ελλάδος Υπάρχει η κινούσα παρασκηνιακή δύναμη.

Αν ο κ. Σόϊμπλε ακολουθούσε τον Πλάτωνα και ήταν λίγο σοφός, χαρακτηριστικό που πρέπει να έχουν οι πολιτικοί ηγέτες, θα γνώριζε ότι ο σπουδαίος συμπατριώτης του, ο Γκαίτε είχε πει:  “in der Beschränkung zeigt sich erst der Meister” ο άρχοντας θριαμβεύει με την εγκράτεια ή η ευφυία ξέρει πότε να σταματήσει

Ο άνθρωπος που δημιούργησε τη Γερμανία, ο σιδηρούς καγκελάριος Όττο Φον Μπίσμαρκ, την ανέδειξε σε μεγάλη δύναμη αλλά όχι σε παγκόσμια απειλή.

Η πασίγνωστη παροιμιώδης φράση του «με σίδερο και με αίμα» (1849) ή «με αίμα και με σίδερο» (1866) δεν αναφερόταν στον πόλεμο αλλά στον κρατικό προϋπολογισμό και στα κοινωνικά ζητήματα.

Ως κορυφαίος πολιτικός του 19ου αιώνα κατόρθωσε να συλλάβει ακόμα και τους περιορισμούς της ίδιας της πολιτικής, και δεν έτρεφε τη φιλοδοξία «να ελέγξει την πορεία των γεγονότων, αλλά μόνο να την εκτρέψει σε ορισμένες περιπτώσεις»

Οι σημερινοί διάδοχοι του Μπίσμαρκ, ωστόσο, δεν εφαρμόζουν παρόμοια αυτοσυγκράτηση.

Συμβιβασμός θα επέλθει αλλά, σε μια ρεαλιστική, για όλους βάση.

Ως εδώ καλά. Από δω και πέρα αρχίζουν οι προβληματισμοί για την πολιτική της κυβέρνησης.

Φρονίμως ποιούσα, ύψωσε την αυτοπεποίθηση και το αίσθημα υπερηφάνειας του ελληνικού λαού, κάτι το οποίο, ο λαός, το είχε μεγάλη ανάγκη. Και είναι ακατανόητο- δείχνει, μάλιστα και έναν εκφυλισμό- αυτό που ορισμένοι υποστηρίζουν: θα πεινάμε αλλά θα είμαστε υπερήφανοι. Δεν γνωρίζουν στοιχειωδώς τους νόμους της ιστορίας.

Σε ιδεολογικό επίπεδο, η συσπείρωση αυτή της ελληνικής κοινωνίας θα είναι επι μακρόν το ισχυρό χαρτί της κυβέρνησης και στην εσωτερική πολιτική της, για την οποία οι ενδείξεις που υπάρχουν δεν δίνουν και τα πλέον ενθαρρυντικά μηνύματα. Μάλλον, θα λέγαμε, πως είναι ένα έργο που το έχουμε ξαναδεί.

Στην παιδεία, ο αρμόδιος υπουργός έχει παραγνωρίσει, μέχρι στιγμής, τα πολλά και ουσιαστικά προβλήματά της και ασχολείται με την πειραματική εκδοχή της, στην οποία ανακάλυψε χιτλερική αντίληψη επειδή οι μαθητές χρειάζεται να δώσουν εξετάσεις για να περάσουν στα πειραματικά σχολεία. Λες και αυτό είναι το ζήτημα, οι εξετάσεις. Όποιον λειτουργό της μέσης εκπαίδευσης και αν ρωτούσες είχε έτοιμη τη λύση στο θέμα αυτό. Αντί για εξετάσεις, κλήρωση. Τα πειραματικά σχολεία δεν είναι σχολεία για αρίστους. Πειραματίζονται για νέες μορφές εκπαίδευσης και αυτός ο πειραματισμός δεν μπορεί να γίνει μόνο με αρίστους. Τόσο απλό. Το ανήγαγε, όμως, σε μείζον ζήτημα.

Το ίδιο και στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Σκέφτεται να επαναφέρει σε ισχύ κάτι που, μεταπολιτευτικά, τα κατέστρεψε. Τη συμμετοχή των φοιτητών στην ψηφοφορία για την εκλογή των Πανεπιστημιακών Οργάνων και, ίσως, τη συμμετοχή τους και στα ίδια τα όργανα. Αυτό αποτέλεσε μια από τις κύριες αιτίες της αποδόμησής τους. Ένα διακομματικό παρασκήνιο το οποίο δεν θα ήθελα να χαρακτηρίσω, εκμηδένισε τη λειτουργία τους. Όλα, ακόμη και τα μαθήματα, τα μεταπτυχιακά, τα διδακτορικά, οι θέσεις των καθηγητών κλπ κλπ ήταν θέμα διακομματικής συναλλαγής.

Η εικόνα με τον αρμόδιο υπουργό να υποστηρίζει ότι οι ιδιωτικοποιήσεις θα σταματήσουν και όπου έγιναν θα υπάρξει υπαναχώρηση, ακόμη και στο λιμάνι του Πειραιά με την Cosco, και λίγες ημέρες αργότερα να διαψεύδεται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, δεν είναι καθόλου κολακευτική. Ούτε, βεβαίως, και η πρόθεση της κυβέρνησης να μεταφέρει το κόστος των κόκκινων δανείων αντί για  τις τράπεζες, αν θέλει να κάνει κοινωνική πολιτική, στις πλάτες των πολιτών. Διότι αυτό θα γίνει. Στο τετράμηνο ή εξάμηνο διάστημα που θα πάρει παράταση η Ελληνική κυβέρνηση από την ευρωζώνη θα εξαγγείλει μια σειρά μέτρων, που αν ισχύσει το πρόγραμμα δεν θα μπορούσε να τα υποστηρίξει.

Το κόμμα που κυβερνά συντίθεται από πολλές τάσεις. Κάποιες από αυτές θα είναι εξοικειωμένες με την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο στην Κίνα. Αν τους ρωτήσει ο κ. Τσίπρας, θα τον πληροφορήσουν πως κατά την εξέλιξή της οι Εθνοφρουροί του ξέφυγαν και χρειάστηκε να σταματήσει τις διώξεις κατά των δεξιών «προδοτών» και να τους καταστείλει.

Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα που δίνουν λύσεις.

 ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ
22-2-2015





Σ Χ Ε Τ Ι Κ Α