Οι ελληνογερμανικές σχέσεις στις γελοιογραφίες του 19ου αιώνα Διαχρονικό χιούμορ


 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Οι ελληνογερμανικές σχέσεις στις γελοιογραφίες του 19ου αιώνα
Διαχρονικό χιούμορ

Του  Γιάννη Αντωνόπουλου,ιστορικού και σκιτσογράφου 

Η δημοσίευση ενός σκίτσου του Τάσου Αναστασίου στην εφημερίδα "Αυγή" που παρουσίαζε τον υπουργό οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανκ Σόιμπλε σαν αξιωματικό της Βέρμαχτ προκάλεσε πολλαπλές αντιδράσεις από εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους αφετηρίες.
Φυσικά το συγκεκριμένο σκίτσο δεν είναι ούτε το πρώτο ούτε το τελευταίο που δημοσιεύεται στα ελληνικά ΜΜΕ συνδέοντας πρόσωπα της γερμανικής πολιτικής σκηνής με το σκοτεινό ναζιστικό παρελθόν της Γερμανίας (τη μερίδα του λέοντος σε αυτές τις αναγωγές κατέχει η καγκελάριος Μέρκελ). Από την άλλη, πλεονάζει κατά τα τελευταία χρόνια η κάθε λογής αναπαραγωγή στερεοτύπων κατά της Ελλάδας και των Ελλήνων από μερίδα του κίτρινου γερμανικού τύπου, που ορισμένες φορές παίρνει τον χαρακτήρα ανοιχτής ανθελληνικής προπαγάνδας.

Οι γελοιογραφίες έχουν πρωταγωνιστήσει στην καλλιέργεια αυτών των εκατέρωθεν στερεοτύπων, διαδραματίζοντας έναν «επιθετικό έως ύπουλο ρόλο» (σύμφωνα με τον Γερμανό ελληνιστή καθηγητή κ. Hans Eideneier) [1].

Όμως οι γελοιογραφίες που στηλιτεύουν, έστω με υπερβολικό τρόπο, τη γερμανική πολιτική στην Ελλάδα, δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Είναι σχεδόν τόσο παλιές όσο οι ελληνογερμανικές σχέσεις!

Στη δεκαετία του 1890, δηλαδή κατά τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα, οι αφορμές για τέτοιου είδους πικρή σάτιρα από τον ελληνικό σατιρικό τύπο ήταν πολλές. Το ίδιο και οι αφορμές για την όξυνση των σχέσεων του ελληνικού κράτους με το τότε γερμανικό Ράιχ. Μέσα από ορισμένες επιλεγμένες γελοιογραφίες εκείνης της περιόδου θα επιχειρήσουμε να περιηγηθούμε σε μια δύσκολη εποχή για το ελληνικό κράτος, η οποία κατά πολλούς παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με το σήμερα.

Η πτώχευση και οι "Γερμανοεβραίοι τραπεζίτες"

Η χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας το 1893 αποτέλεσε μια τέτοια αφορμή που επιδείνωσε ραγδαία τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Γερμανία. Ο λόγος είναι απλός: η γερμανική κεφαλαιαγορά είχε καλύψει κατά την προηγούμενη δεκαετία τα 3/5 του ελληνικού εξωτερικού χρέους. Επομένως κατά την κήρυξη πτώχευσης, η Γερμανία αποτελούσε τον μεγαλύτερο δανειστή της Ελλάδας. Ήταν ένα σαφές πλήγμα για τους Γερμανούς κατόχους ελληνικών κρατικών χρεογράφων, αξίας περίπου 200 εκατομμυρίων μάρκων, αλλά και για τα γερμανικά συμφέροντα στην Ελλάδα γενικότερα.

Μετά την πτώχευση η κυβέρνηση Τρικούπη ανέλαβε τη διαπραγμάτευση των όρων του πτωχευτικού συμβιβασμού με τους δανειστές, λαμβάνοντας σχετική εξουσιοδότηση από τη Βουλή. Στα τέλη Μαΐου του 1894 έφτασαν στην Αθήνα τρεις πληρεξούσιοι των επιτροπών των ομολογιούχων της Αγγλίας (M. E. Grant Duff), της Γαλλίας (J. Ornstein) και της Γερμανίας (Max Staevie). Οι διαπραγματεύσεις αποδείχτηκαν δύσκολες, καθώς οι ξένοι πληρεξούσιοι έθεταν όρους τους οποίους η ελληνική κυβέρνηση θεωρούσε απαράδεκτους. [2]

Οι γελοιογραφίες που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Σκριπ [3] σχολιάζουν με ιδιαίτερα σκωπτικό τρόπο την άφιξη των αντιπροσώπων. Ένα σκίτσο του φύλλου της 29/5/1893 παρομοιάζει τις σκληρές διαπραγματεύσεις για τον συμβιβασμό με μια διελκυστίνδα μεταξύ Τρικούπη και αντιπροσώπων, επισημαίνοντας τον κίνδυνο στο τέλος “το σκοινί να κοπή”. (Εικ. 1)


Σε διαφορετικό μήκος κύματος, η θρυλική εφημερίδα Νέος Αριστοφάνης [4] καυτηριάζει τους χειρισμούς Τρικούπη θεωρώντας τους δουλοπρεπείς. Συγκεκριμένα, παρουσιάζει τον Τρικούπη σε δύο καρέ, καταρχήν να ζητάει και άλλα δάνεια από τους αντιπροσώπους, ενώ στη συνέχεια να τους υποκλίνεται. (Εικ. 2)


Η πληγωμένη εθνική αξιοπρέπεια είναι η πραγματική διάσταση που προβάλλεται στις γελοιογραφίες του Νέου Αριστοφάνη. [5] Σε προηγούμενο φύλλο του παρομοιάζει τον οικονομικό έλεγχο με ένα σφαγείο, στο οποίο είναι κρεμασμένο το γυμνό σώμα της Ελλάδας και οι τρεις πληρεξούσιοι (ο Γερμανός πρώτος από αριστερά) ακονίζουν τα χασαπομάχαιρά τους. (Εικ. 3)


Η αφαίμαξη του ανθρώπινου σώματος ως κυριολεκτική απόδοση των δημοσιονομικών μέτρων και περιορισμών που επιβλήθηκαν για την ανόρθωση της χρεοκοπημένης ελληνικής οικονομίας είναι ένα μοτίβο που συναντάται συχνά στις γελοιογραφίες. Στις αρχές του 1895 ο Νέος Αριστοφάνης [6] δημοσιεύει μια λιθογραφία που παρουσιάζει τρία ζώα με τα εθνικά χαρακτηριστικά των Ευρωπαίων αντιπροσώπων (ο Γερμανός ξεχωρίζει από το χαρακτηριστικό πρωσικό κράνος) να πίνουν το αίμα που αναβλύζει από τα σωθικά ενός Έλληνα με τη φυσιογνωμία του Τρικούπη. Πίσω του στέκεται μια καμηλοπάρδαλη που φέρει το στέμμα και το μουστάκι του βασιλιά Γεωργίου. Η απεικόνισή του μάλλον υπαινίσσεται τις ευθύνες του ανώτατου άρχοντα για την τότε κατάσταση της χώρας. (Εικ. 4)


Ένα άλλο μοτίβο που συναντάται συχνά στις γελοιογραφίες είναι οι περίφημοι «Γερμανοεβραίοι (ή “Εβραιογερμανοί”) τραπεζίτες». Πρόκειται βέβαια για τους εβραϊκού θρησκεύματος Οθωμανούς τραπεζίτες της Κωνσταντινούπολης που είχαν συμμετάσχει στις χορηγήσεις δανείων προς την Ελλάδα. Οι τραπεζίτες που ζητούν την αποπληρωμή των δανείων τους από το χρεοκοπημένο βασίλειο ταυτίζονται με τη Γερμανία, αποκτώντας το προσωνύμιο των «Γερμανοεβραίων». Σε μια γελοιογραφία του Νέου Αριστοφάνη [7] οι «Γερμανοεβραίοι», διατηρώντας όλα τα στερεοτυπικά χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αντισημιτικής εικονογραφίας και ενδεδυμένοι την περιβολή των Εβραίων Οθωμανών, παρουσιάζονται να ζητούν από τον αυτοκράτορα Γουλιέλμο να τους «βοηθήση να πάρουν από το ψοφήμι και ό,τι δεν τους ανήκει ακόμη». (Εικ. 5) Το «ψοφήμι» δεν είναι άλλο από ένα γαϊδούρι (που συμβολίζει τον ελληνικό λαό) εξαντλημένο από τα πολυάριθμα, ογκώδη φορτία με τα δάνεια και τους τόκους που του έχουν φορτώσει.


Εξίσου μελαγχολικό είναι και το θέμα της λιθογραφίας [8] που απεικονίζει τη βίαιη μοιρασιά του ελληνικού λαού (με τη μορφή ενός φουστανελοφόρου αδύνατου άνδρα) ανάμεσα στους πληρεξουσίους των τριών πιστωτριών χωρών: Αγγλία, Γερμανία και Γαλλία. (Εικ. 6) Τη σκηνή παρακολουθεί από μακριά η Ελλάδα, ενώ ο ήλιος στο βάθος φέρει τη φράση «Το πρότυπον της Ανατολής», κάνοντας μια ειρωνική αναφορά σε σχετική δήλωση του βασιλιά Γεωργίου. Εδώ βέβαια η φράση λειτουργει ως οξύμωρο σχήμα καταδεικνύοντας την αντίφαση με την πραγματικότητα.


Η οικονομική πολιτική του Τρικούπη προκάλεσε τη λαϊκή δυσαρέσκεια, ενώ οι εφημερίδες της εποχής του επέρριπταν την αποκλειστική ευθύνη για την πτώχευση. Τελικά στις 10 Ιανουαριου 1895 η κυβέρνησή του παραιτήθηκε, παρότι διέθετε κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Στην εικ. 7 ο Τρικούπης παρουσιάζεται ως «δανειοχαύτης» που, έχοντας καταναλώσει δεκάδες φιάλες κρασιού, εξεμεί το περιεχόμενό τους υπό μορφή... δανείων. Είναι ενδιαφέρον ότι στο κεφάλι του φοράει ένα είδος καπέλου που αποτελεί συνδυασμό του βρετανικού γούνινου κράνους, του γαλλικού σκούφου και του γερμανικού κράνους (με το χαρακτηριστικό κεντρί να προεξέχει), παραπέμποντας στις τρεις πιστώτριες χώρες. [9]


 Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης υπήρξε ο νικητής των εκλογών της 16ης Απριλίου 1895. Πρώτο μέλημα της κυβέρνησής του ήταν να εισάγει το νομοσχέδιο «Περί υπηρεσίας του δημοσίου χρέους» και να καταθέσει κάποιες προτάσεις ως βάση για εκ νέου διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα.

Ο Νέος Αριστοφάνης [10] τον απεικονίζει με στολή αρλεκίνου να προσπαθεί να υπερπηδήσει τα παλούκια που αντιπροσωπεύουν τις τρεις χώρες προέλευσης των ομολογιούχων, υπό τα ειρωνικά βλέμματα των ξένων (Εικ. 8). Μεγαλύτερο παλούκι είναι αυτό των «εβραιογερμανών πιστωτών».


Σε άλλο σκίτσο [11], που δημοσιεύεται ενώ εξελίσσονται οι συνομιλίες ανάμεσα στους ομολογιούχους και την κυβέρνηση, παρωδείται ο μύθος του Πάρη και του μήλου της Έριδας (Eικ. 9). Σύμφωνα με αυτό, ο Δηλιγιάννης προσφέρει σε τρεις ημίγυμνες κοπέλες (που αντιπροσωπεύουν τις τράπεζες των Γάλλων, των Άγγλων και των Εβραιο-γερμανών πιστωτών) ένα χρυσό μήλο με τη φράση «Δέχεσθε 10 τοις εκατό;». Πρόκειται για το ποσοστό του τόκου των δανείων -πολύ μικρότερο βέβαια σε σχέση με αυτό που διεκδικούσαν οι πληρεξούσιοι. Κωμικοτραγική λεπτομέρεια: στα κλαδιά του δέντρου “Ελλάς” κάτω από το οποίο κάθεται ο Δηλιγιάννης, κρέμεται ένα άδειο πορτοφόλι που γράφει “Χρεοκοπία”.


 Εμπνευσμένη από την περίοδο των διαπραγματεύσεων είναι και η γελοιογραφία της... «φιλικής συνεννοήσεως περί του συμβιβασμού» [12] που απεικονίζει τον Έλληνα πρωθυπουργό σαν γάτα περικυκλωμένη από άγριους σκύλους που θέλουν να την κατασπαράξουν (Εικ. 10). Ανάμεσα στους τέσσερες σκύλους-πιστωτές του πρώτου πλάνου, διακρίνονται στα αριστερά ένας «Εβραιογερμανός», αλλά και ένας σκέτος «Εβραίος».


Ίσως μια από τις πιο ενδεικτικές αναπαραστάσεις για τις αντιλήψεις μη ευκαταφρόνητου μέρους της ελληνικής κοινωνίας για το πώς εννοούν τον συμβιβασμό οι δανειστές, είναι και αυτή στην εικ. 11: η αγγλο-γαλλο-γερμανική «τρόικα» συζητάει για το πώς η Ελλάδα (ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι) θα αποπληρώσει τα χρέη της. Ο Άγγλος σκέφτεται να την αφαιμάξει με μια σύριγγα, ο Γερμανός να την ακρωτηριάσει αποσπώντας τον μέγιστο τόκο του 32 τοις εκατό, ενώ ο Γάλλος προτείνει να της τοποθετήσει βδέλλες που θα της ρουφήξουν το αίμα, βγάζοντάς τις από ένα δοχείο με την ετικέτα «Έλεγχος». [13]


Ο οικονομικός παράγοντας θα επανέλθει στις γελοιογραφίες του Νέου Αριστοφάνη λίγο αργότερα. Μετά τη σύντομη ευφορία των πρώτων, αναβιωμένων Ολυμπιακών αγώνων που διεξήχθησαν στην Αθήνα και υπό τη βαριά σκιά του επονομαζόμενου «ατυχούς» Ελληνοτουρκικού πολέμου...

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] 
Hans Eideneier, «Ο ενθουσιασμός για την Ελλάδα στη Γερμανία και την Ευρώπη», Ορόσημα ελληνογερμανικών σχέσεων, Πρακτικά ελληνογερμανικού συνεδρίου, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, Αθήνα 2010, σ. 19.

[2]
 Λίνα Λούβη, Η ελληνική οικονομία του 19ου αιώνα με τη γραφίδα των γελοιογράφων, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος - Προγραμμα Ερευνών Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 2011, σ. 177.

[3]
 Εφημ. Σκριπ, 29 Μαΐου 1894.

[4] 
Νέος Αριστοφάνης, 2 Σεπτεμβρίου 1894.

[5] 
Νέος Αριστοφάνης, 19 Αυγούστου 1894.

[6]
 Νέος Αριστοφάνης, 1 Ιανουαρίου 1895.

[7]
 Νέος Αριστοφάνης, 26 Νοεμβρίου 1894.

[8] 
Νέος Αριστοφάνης, 19 Δεκεμβρίου 1894.

[9]
 Νέος Αριστοφάνης, 5 Δεκεμβρίου 1894.

[10]
 Νέος Αριστοφάνης, 6 Οκτωβρίου 1895.

[11] 
Νέος Αριστοφάνης, 15 Δεκεμβρίου 1895.

[12]
 Νέος Αριστοφάνης, 27 Απριλίου 1896.

[13] 
Νέος Αριστοφάνης, 1 Ιανουαρίου 1896.




ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

 Οι ελληνογερμανικές σχέσεις στις γελοιογραφίες του 19ου αιώνα
Διαχρονικό χιούμορ

Του  Γιάννη Αντωνόπουλου,ιστορικού και σκιτσογράφου 

Στο πρώτο μέρος του ειδικού αφιερώματός μας παρουσιάστηκαν ορισμένες γελοιογραφίες από τη σατιρική εφημερίδα Νέος Αριστοφάνης που αποτυπώνουν με τον πιο γλαφυρό τρόπο το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα μετά τη χρεοκοπία του 1893. Οι γελοιογραφίες επιλέχτηκαν με κριτήριο την απεικόνιση της Γερμανίας σε αυτές. Μέσα από την κωμική πλευρά μιας σοβαρής τέχνης επιχειρούμε και στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος να κατανοήσουμε τις ρίζες της σημερινής ιστορικής συγκυρίας, εντοπίζοντας τομές και συνέχειες σε μια εποχή τελείως διαφορετική από τη δική μας, όπου όμως οι σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας τέθηκαν και τότε σε σοβαρή κρίση.


Γελοιογραφίες και γερμανικός ιμπεριαλισμός

Η πολιτική γελοιογραφία αποτελεί διαχρονικά ένα ιδιαίτερα δυναμικό εκφραστικό μέσο. Ήδη από τον 19ο αιώνα συνιστά έναν «σημαντικό φορέα έκφρασης της πολιτικής κουλτούρας, αντικατοπτρίζοντας πιστότατα, μολονότι πολλές φορές απλουστευτικά, τις κυρίαρχες θέσεις και απόψεις μια μερίδας της κοινής γνώμης, που διαμορφώνεται ή εκφράζεται μέσω του τύπου» [1] ακροβατώντας ανάμεσα στην πολιτική ιστορία και το λαϊκό θυμικό. Εξέχον παράδειγμα σατιρικού τύπου απ’ όπου προέρχεται η πλειονότητα των γελοιογραφιών, αποτελεί για την τελευταία δεκαπενταετία του 19ου αιώνα η σατιρική εικονογραφημένη εφημερίδα Νέος Αριστοφάνης (εξέλιξη του Αριστοφάνη των ετών 1874-1883). Η ιμπεριαλιστική πολιτική της Γερμανίας ήταν ένας από τους αγαπημένους στόχους των γελοιογραφιών του Νέου Αριστοφάνη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κυκλοφορίας του, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μια διαχρονική σταθερά ως προς την αντιμετώπιση των σχέσεων Ελλάδας και Γερμανίας. Συνήθως η Γερμανία απεικονίζεται στο πλευρό των άλλων ευρωπαϊκών Δυνάμεων, ξεχωρίζοντας από το χαρακτηριστικό αυτοκρατορικό κράνος του πρωσικού στρατού. Και αν η εικόνα των λοιπών Ευρωπαίων διαφοροποιείται ανάλογα με τη συγκυρία, η παρουσία του Γερμανού αποπνέει πάντα μια βλοσυρότητα. Η απεικόνισή του είναι αδιαφοροποίητα στερεοτυπική: ο Γερμανός, είτε ως σιδηρούς καγκελάριος, είτε ως πιστωτής που αφαιμάσσει τη χρεωκοπημένη ελληνική οικονομία, είτε, αργότερα, σε μεταγενέστερα έντυπα, ως ιμπεριαλιστής των Κεντρικών Δυνάμεων, εμφανίζεται διαχρονικά ως δυνάστης, καταπιεστής, άδικος απέναντι στα ελληνικά εθνικά δικαια και σύμμαχος των «προαιώνιων εχθρών του ελληνισμού» (Βουλγάρων, Τούρκων ή όποιων άλλων αναδεικνύει η εκάστοτε συγκυρία).

Η παρακάτω γελοιογραφία προέρχεται από την εποχή της πολεμικής επιστράτευσης του Δηλιγιάννη που προέκυψε μετά την κρίση της Ανατολικής Ρωμυλίας και οδήγησε στον ναυτικό αποκλεισμό των ελληνικών παραλίων από μοίρα των Μεγάλων Δυνάμεων. Απεικονίζει έναν πιτσιρικά με φουστανέλα να απειλεί να τινάξει το καράβι της Ευρώπης στον αέρα, εάν δεν γίνουν δεκτές οι εθνικές διεκδικήσεις της Ελλάδας.

Οι Ευρωπαίοι, με διαφοροποιήσεις, έχουν στραμμένα τα όπλα τους προς τον άτακτο Έλληνα, υποδηλώνοντας τους ευρωπαϊκούς εκβιασμούς έναντι του ατίθασου βασιλείου.

Ο Γερμανός καγκελάριος Όττο φον Μπίσμαρκ διακρίνεται βλοσυρότερος όλων, δεξιά από το κατάρτι.


Λεζάντα σκίτσου: 
-Βρε παληόπαιδο ρίξε το δαυλό στη θάλασσα για θα σε πνίξωμεν.
-Μη μ' εγκίξετε γιατί θ' ανάψω τη φωτιά και θα καούμε όλοι. [2] 

Η Γερμανία και η Μεγάλη Ιδέα

Η χρεοκοπία του ελληνικού κράτους το 1893 ήρθε να προστεθεί στις εθνικές ταπεινώσεις των προγενέστερων ετών. Οι εξελίξεις στη Νοτιοανατολική Ευρώπη πριν και μετά το Συνέδριο του Βερολίνου (1878) ήταν καταφανώς αρνητικές για το καχεκτικό βασίλειο. Η κυριότερη συνέπειά τους ήταν ότι αναζωπύρωσαν τις εστίες ανάφλεξης των Βαλκανίων και ανέδειξαν τους ανερχόμενους εθνικισμούς, σαφώς ανταγωνιστικούς προς τις μεγαλοϊδεατικές βλέψεις του ελληνικού βασιλείου. Η γερμανική αυτοκρατορία που δημιουργήθηκε το 1871 μετά την ενοποίηση των 36 γερμανόφωνων κρατιδίων υπό την ομπρέλα της Πρωσίας, δεν άργησε να εμπλακεί εμμέσως στις ελληνικές υποθέσεις μετά την πρώτη μεγάλη κρίση του Ανατολικού Ζητήματος (1875-1877). Η εμπλοκή αυτή έλαβε πιο επιθετικό χαρακτήρα μετά την παραίτηση του Μπίσμαρκ το 1890, διαδραματίζοντας έναν αρνητικό προς τις ελληνικές επιδιώξεις ρόλο, τόσο στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, όσο και σε αυτά της οικονομίας. Ήδη το Ράιχ του "Σιδηρού Καγκελάριου" είχε προσανατολιστεί από τη δεκαετία του 1880 «φιλοτουρκικά», προς μια οικονομική πολιτική «διείσδυσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία της γερμανικής εξαγωγικής βιομηχανίας και των γερμανικών τραπεζών». [3] Όταν ανέλαβε ο νέος Κάιζερ, η σύγκρουση της Weltpolitik του με τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα προέκυψε αναπόφευκτα στον βαθμό που η ιμπεριαλιστική Γερμανία επιδίωξε μια ακόμα πιο ενεργή ανάμιξη στην Εγγύς Ανατολή. Το αίσθημα αδικίας της Ελλάδας επιτείνεται στην ιδέα ότι το «Ευρωπαϊκό Κονσέρτο», παρόλες τις παραφωνίες του, στο θέμα του Ανατολικού Ζητήματος παίζει τον κοινό του σκοπό «εις λογαριασμόν της Τουρκίας», όπως περιγράφει σχετική γελοιογραφία που δημοσιεύτηκε στον Νέο Αριστοφάνη (η Ελλάδα παρατηρεί έκπληκτη και απομονωμένη, τον χορό της Τουρκίας στον σκοπό των Ευρωπαίων οι οποίοι φορούν οθωμανικές ενδυμασίες. Ο Γερμανός καγκελάριος διακρίνεται στους καθιστούς, τρίτος εκ δεξιών). [4]


Στην εικονογραφία της εποχής, η Ελλάδα συχνά παρομοιάζεται με καράβι που προσπαθεί να σταθεί εν μέσω θυελλωδών ανέμων σε ένα φουρτουνιασμένο πέλαγος. Σε μια εικόνα με τέτοια θεματική, το καράβι με τη γαλανόλευκη επιχειρεί να προσεγγίσει το αλυτρωτικό όνειρο (την Κωνσταντινούπολη;) δυσχεραινόμενο όμως από τους αντίθετους ανέμους που προκαλούν αφενός οι Δυνάμεις, αφετέρου οι ελληνικοί κρατικοί θεσμοί (της Εκκλησίας συμπεριλαμβανομένης). Από τα κύματα του πελάγους ξεπροβάλλουν δύο πελώρια ψάρια με τα σκουφιά της Γαλλίας και της Ρωσίας. Ο φουστανελοφόρος λαϊκός άνθρωπος της εικόνας σκέφτεται με πολύ πιο απλό τρόπο τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει το πλοιάριο για να φτάσει στον προορισμό του, με τη βοήθεια των ψαριών. Εδώ, εν προκειμένω, έχουμε να κάνουμε με άλλη μια απόδειξη για το πόσο περίπλοκα και ατελέσφορα θεωρούσε ο εκδότης του Νέου Αριστοφάνη Πηγαδιώτης τα μέσα της διεθνούς διπλωματίας. [5] 


Το 1896 θα κορυφωθεί η πρώτη φάση των αντιαρμενικών διωγμών οργανωμένων από τον Αβδούλ Χαμίτ Β’. Οι μαζικές εκτελέσεις εκατοντάδων χιλιάδων Αρμενίων που έλαβαν χώρα κατά την τελευταία διετία θα προκαλέσουν αποτροπιασμό στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Το αντιτουρκικό κλίμα που δημιουργήθηκε αποτυπώνεται εύστοχα στη λιθογραφία του Νέου Αριστοφάνη, με τους Ευρωπαίους ηγέτες ως «σωτήρες», να ομονοούν μπροστά στο δράμα του αρμενικού λαού, έχοντας απομονώσει τον «τύραννο» της Κωνσταντινούπολης. Ο Γερμανός καγκελάριος απεικονίζεται εδώ τέταρτος από αριστερά. [6]



Κρητικό ζήτημα και ελληνοτουρκικός πόλεμος

Ο απόηχος των σφαγών στην Αρμενία θα προκαλέσει όμως και μια σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων που συνδέονται με τις εθνικές εκκρεμότητες της Ελλάδας: στις αρχές του 1896 οι Κρήτες θα προβούν σε νέα εξέγερση αιτούμενοι την επαναφορά του καθεστώτος αυτονομίας της Συνθήκης της Χαλέπας που είχε ανασταλθεί το 1889 από τον ίδιο σουλτάνο που διέταξε τους διωγμούς των Αρμενίων. Όμως οι εκκλήσεις των Κρητών στις ευρωπαϊκές Δυνάμεις δεν στάθηκαν ικανές να τις πείσουν να μεσολαβήσουν στην Πύλη προς όφελός τους. Ειδικά η Γερμανία απέκλεισε κάθε βοήθεια, πιστή στο δόγμα ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μάλιστα επέρριψε κάθε ευθύνη στην Ελλάδα για την αναζωπύρωση του Κρητικού ζητήματος υπονομεύοντας ταυτόχρονα τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για εξεύρεση λύσης. Ένα σκίτσο του Νέου Αριστοφάνη σατιρίζει την εμμονή του Γερμανού αυτοκράτορα κατά της κρητικής εξέγερσης: «Είμ’ εγώ ο Γουλιέλμος ο ατρόμητος... και όμως / εις το άκουσμα της Κρήτης με καταλαμβάνει τρόμος» λέει ο Κάιζερ, ενώ μια γυναίκα που φέρει το όνομα της Κρήτης εξέρχεται από ένα σεντούκι με ανάγλυφη τη μορφή του Αβδούλ Χαμίτ Β’ σαν νεκροκεφαλή. [7] 


Η ναρκοθέτηση του διπλωματικού πεδίου από το Βερολίνο, καθώς και η παρακυβερνητική δράση της «Εθνικής Εταιρείας» οδήγησαν τελικώς τα πράγματα στην κήρυξη ελληνοτουρκικού πολέμου στις 6 Απριλίου 1897. Είχε προηγηθεί η αποβίβαση ελληνικών στρατευμάτων στην Κρήτη. Ένθερμος σύμμαχος της Υψηλής Πύλης κατά της Ελλάδας υπήρξε και πάλι το Βερολίνο, καταφέρνοντας να περάσει τις θέσεις του και σε όσες Δυνάμεις ακόμα αναγνώριζαν κάποια ελαφρυντικά στην ελληνική πλευρά, όπως η Ρωσία και η Αυστροουγγαρία. [8] Η τόσο απροκάλυπτα φιλοτουρκική στάση της Γερμανίας αποτέλεσε την έμπνευση για το επόμενο σκίτσο που απεικονίζει τον Βίλχελμ Β’ με οθωμανική ενδυμασία και ένα τεράστιο γιαταγάνι να ετοιμάζεται να αποκεφαλίσει την Ελλάδα (μια γυναίκα με ένα κεφάλι και πολλά σώματα που παραπέμπουν στις «αλύτρωτες πατρίδες»). [9] 


Η σφοδρή ήττα της Ελλάδας μετά τον «ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο» (που έληξε ένα μήνα αργότερα με παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων), την ανάγκασε να δεχτεί τους πολύ δυσμενείς όρους, απεκδυόμενη μεγάλο μέρος της εθνικής κυριαρχίας της. «Η νίκη έχει πολλούς πατέρες, αλλά η ήττα είναι ορφανή», αναφέρει ένα μεταγένεστερο γνωμικό. Και αυτό φαίνεται να ίσχυσε απόλυτα στην ήττα του 1897, καθώς η ελληνική κοινωνία δεν ήθελε να αποδεχτεί ότι ο εξαρχής προδιαγεγραμμένος ως προς τα αποτελέσματά του πόλεμος προέκυψε από τον ξέφρενο ενθουσιασμό μιας αλυτρωτικά αφιονισμένης κοινής γνώμης. Απεναντίας, οι ευθύνες της ήττας καταλογίστηκαν αφενός στην ανεπάρκεια της κυβέρνησης Δηλιγιάννη και του βασιλιά Γεώργιου, αφετέρου στην υπονόμευση εκ μέρους των Μεγάλων Δυνάμεων. Αποκαλυπτική ως προς αυτή την αντίληψη είναι η εικόνα με τη λεζάντα «Οι εργάται της ήττας της Ελλάδος» που απεικονίζει τους ηγέτες της Αυστροουγγαρίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας να έχουν παγιδεύσει την Ελλάδα επιτρέποντας στον σουλτάνο να της αποφέρει θανάσιμες μαχαιριές. (Ο Γερμανός Κάιζερ αποδίδεται -και εδώ- ως μανιακός ανθέλληνας που προσπαθεί να σκοτώσει την Ελλάδα πριν τον σουλτάνο (;), στραγγαλίζοντάς την. Από το βάθος παρακολουθούν απαθείς το φονικό ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο βασιλιάς Γεώργιος Α'. [10] 



 Ήττα και Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος

Σε φαινομενική αντιδιαστολή με τη δολοφονική στάση που φαίνεται να κρατάει η Γερμανία στην παραπάνω γελοιογραφία, η μεσολάβησή της ωστόσο στην Υψηλή Πύλη απέτρεψε την καταβολή εξοντωτικών πολεμικών αποζημιώσεων εκ μέρους της Ελλάδας. Αυτή η μεσολάβηση δεν οφειλόταν σε κάποια αιφνίδια φιλελληνική στροφή της γερμανικής κυβέρνησης, αλλά στην πίεση που δέχτηκε από τους Γερμανούς ομολογιούχους, οι οποίοι φοβούνταν ότι η ήττα θα προκαλούσε τέτοια οικονομική κατάρρευση στο ελληνικό κράτος, που θα το καθιστούσε ανίκανο να εξοφλήσει τους Γερμανούς κατόχους ελληνικών χρεoγράφων. [11] Ο πραγματικός στραγγαλισμός της Ελλάδας στην τότε συγκυρία ήταν οικονομικός, αφού την επαύριον της ήττας η κυβέρνηση Ράλλη (που διαδέχτηκε αυτή του Δηλιγιάννη) υποχρεώθηκε να υποβληθεί σε δυσμενείς όρους διεθνούς ελέγχου για την εξυπηρέτηση του εξωτερικού χρέους της. Ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (Δ.Ο.Ε.) που της επιβλήθηκε βρέθηκε στο στόχαστρο τόσο του ελληνικού τύπου, όσο και των γελοιογραφιών ειδικότερα. Για τον Νέο Αριστοφάνη ο Δ.Ο.Ε. ήταν συνδεδεμένος με το ελληνικό εθνικό ζήτημα, καθώς παρουσιάζει τη Μεγάλη Ιδέα (Μακεδονία, Κρήτη, Κωνσταντινούπολη) ως έναν νεκρό νεαρό άνδρα, αλυσοδεμένο και καταπλακωμένο από έναν βράχο που γράφει «Έλεγχος». Γύρω του, οι αντιπρόσωποι των ομολογιούχων ψάλλουν τη νεκρώσιμη ακολουθία ενδεδυμένοι ως καθολικοί ιερείς. Καθένας από αυτούς κρατάει από ένα τελετουργικό αντικείμενο πάνω στο οποίο αναγράφεται σε εκατομμύρια το ποσό που χρωστάει η Ελλάδα στους ομολογιούχους κάθε χώρας. Ο Γερμανός αντιπρόσωπος ξεχωρίζει βέβαια λόγω του κράνους και των χρωμάτων του Ράιχ (μαύρο-άσπρο- κόκκινο), ενώ την τελετή παρακολουθεί έντρομος ένας φουστανελοφόρος. [12]

Μετά από πολύμηνη διακοπή της κυκλοφορίας του [13] ο Νέος Αριστοφάνης επανέρχεται στο μοτίβο της «θανατικής καταδίκης» παρουσιάζοντας την Ελλάδα να σύρεται από τον Δηλιγιάννη στην αγχόνη του Ελέγχου, στην οποία την οδήγησαν οι «1 δισεκατομμύριο εβραιογερμανικαί απαιτήσεις». Τη σκηνή του απαγχονισμού παρακολουθεί πολυπληθές κοινό ενώ δήμιοι της μελλοθάνατης είναι ο Κάιζερ και ο Τσάρος. [14] 



 ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1]
 Λίνα Λούβη, Η ελληνική οικονομία του 19ου αιώνα με τη γραφίδα των γελοιογράφων, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος - Πρόγραμμα Ερευνών Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 2011, σ. 12.

[2] 
Νέος Αριστοφάνης, 5 Ιουλίου 1886.

[3] 
 Κώστας Λούλος, Η γερμανική πολιτική στην Ελλάδα 1896-1914, Μορφωτικό Ινστιτούτο ΑΤΕ, Αθήνα 1990, σ. 19.

[4] 
Νέος Αριστοφάνης, 15 Σεπτεμβρίου 1891.

[5]
 Νέος Αριστοφάνης, 19 Μαΐου 1891.

[6]
 Νέος Αριστοφάνης, 21 Μαΐου 1897.

[7]
 Νέος Αριστοφάνης, 18 Ιουλίου 1897.

[8]
  Κώστας Ράπτης, «Ελληνο-γερμανικές σχέσεις στη μετα-Οθωνική εποχη πριν και μετά το Συνέδριο του Βερολίνου», Ορόσημα ελληνο-γερμανικών σχέσεων, Πρακτικά ελληνο-γερμανικού συνεδρίου, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, Αθήνα 2010, σ. 98.

[9]
 Νέος Αριστοφάνης, [αγνώστων στοιχείων].

[10] 
Νέος Αριστοφάνης, 4 Ιουλίου 1897.

[11]
 Κώστας Ράπτης, ό.π., σ. 98.

[12]
 Νέος Αριστοφάνης, 27/6/1897.

[13] 
Λίνα Λούβη, Η ελληνική οικονομία..., ό.π., σ. 193.

[14]
 Νέος Αριστοφάνης, 25/3/1899.


 ΠΗΓΗ
http://tvxs.gr/news/taksidia-sto-xrono/oi-ellinogermanikes-ethnikes-tapeinoseis-stis-geloiografies-toy-19oy-aiona

15-3-2015