Γεωπολιτικές συμπληγάδες


 Κάθε μέσο, ακόμα και ιδιωτικό δείπνο, χρησιμοποίησε ο Ομπάμα για να πείσει τη Μέρκελ και τους λοιπούς Ευρωπαίους να βοηθήσουν την Αθήνα ώστε να επιστρέψει στην ανάπτυξη και να καταστήσει βιώσιμο το χρέος της

Οι επαναλαμβανόμενες παρεμβάσεις του αμερικανικού παράγοντα για την εξεύρεση λύσης στο αδιέξοδο μεταξύ Βρυξελλών και Αθήνας, αλλά και η πρόσκληση του Αλέξη Τσίπρα από τον Βλαντίμιρ Πούτιν στη Μόσχα στις 8 Απριλίου είναι δύο μόνον από τις ενδείξεις ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κόμβο αντικρουόμενων γεωπολιτικών συμφερόντων, κατάσταση που εγκυμονεί κινδύνους, αλλά και προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες εναλλακτικών κινήσεων.

Ο Μπαράκ Ομπάμα στην τελευταία του συνομιλία με την Ανγκελα Μέρκελ, την Τετάρτη, τάχθηκε υπέρ της προσπάθειας να επιτευχθεί μια «ρεαλιστική συμφωνία», ώστε «να επιστρέψει η Ελλάδα στην ανάπτυξη εντός της ευρωζώνης». Ο Αμερικανός πρόεδρος σε όλη τη διάρκεια της προεδρίας του, από το 2008, θεωρεί την τρέχουσα ως τη «βαθύτερη οικονομική κρίση από τη Μεγάλη Υφεση» του 1929.

Την τελευταία πενταετία βρίσκεται σταθερά «απέναντι» στον τρόπο διαχείρισής της από τους Ευρωπαίους ηγέτες και, κυρίως, τη Γερμανία, τονίζοντας ότι πρέπει να ακολουθήσουν μια επεκτατική πολιτική και όχι να εμμένουν στο δόγμα της λιτότητας. «Είναι αλήθεια ότι δεν μπορείς να συνεχίσεις να ξεζουμίζεις χώρες που βρίσκονται σε ύφεση. Κάποια στιγμή πρέπει να υπάρξει μια στρατηγική ανάπτυξης, προκειμένου αυτές οι χώρες να μπορέσουν να αποπληρώσουν τα χρέη τους και να μειώσουν κάποια από τα ελλείμματά τους», δήλωσε προ ημερών στο CNN όταν ρωτήθηκε για την Ελλάδα.

Ηδη από τον Μάιο του 2010, και αφού είχε προηγηθεί η επίσκεψη Παπανδρέου (τον Μάρτιο) στον Λευκό Οίκο, ο Ομπάμα εξέφραζε από τη Ρωσία την ανησυχία του για την κατάσταση της Ελλάδας και την ευρωπαϊκή κρίση. «Είμαι πολύ ανήσυχος γι’ αυτά που συμβαίνουν στην Ευρώπη», έλεγε, υπογραμμίζοντας τον κίνδυνο να μεταδοθεί η κρίση στις παγκόσμιες αγορές.

Εναν χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 2011, σ’ ένα ιδιωτικό δείπνο στην Ουάσινγκτον, έχοντας απέναντί του την Ανγκελα Μέρκελ, παρότρυνε τη γερμανική ηγεσία και τους λοιπούς Ευρωπαίους να βοηθήσουν την Αθήνα να επιστρέψει στην ανάπτυξη και να καταστήσει βιώσιμο το χρέος της.

Ο κίνδυνος

Εχοντας υπόψη του το υψηλό ποσοστό ανεργίας στη χώρα του και την αύξηση του χρέους της χαρακτήριζε την κρίση της ευρωζώνης «κόντρα άνεμο» που μπορεί να πλήξει την αμερικανική οικονομία. Ηταν τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς που ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Τίμοθι Γκάιτνερ, προκαλούσε την οργισμένη αντίδραση των Ευρωπαίων, όταν στο Eurogroup στην Πολωνία τούς είπε χωρίς περιστροφές να σταματήσουν τις θεωρίες περί κατάρρευσης της ευρωζώνης και τους επισήμανε τον κίνδυνο επέκτασης της κρίσης σε περίπτωση εξόδου της Ελλάδας.

Ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012, στις 8 Ιουνίου, ο Αμερικανός πρόεδρος στην ενημέρωση Τύπου, καλούσε αφ’ ενός τους Ελληνες να παραμείνουν στην ευρωζώνη, αναγνωρίζοντας τις θυσίες που έχουν κάνει, αφ’ ετέρου τους Ευρωπαίους να βοηθήσουν την Ελλάδα να υπερβεί τα προβλήματά της.

Εδινε έμφαση μάλιστα στο γεγονός ότι η Ε.Ε. είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Το θέμα προφανώς και μας αφορά. Εάν υπάρξει μειωμένη ζήτηση για τα προϊόντα μας σε μέρη όπως το Παρίσι ή η Μαδρίτη, τότε θα υπάρξουν λιγότερες δουλειές για τους παραγωγούς μας σε μέρη όπως το Πίτσμπουργκ ή το Μιλγουόκι».

Οι επανειλημμένες παρεμβάσεις των Αμερικανών για το ελληνικό ζήτημα έχουν πιθανώς να κάνουν και με τον ρόλο μοχλού που βλέπουν για την Ελλάδα. Ισως για την Ουάσινγκτον η νέα κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι ένας απρόσμενος σύμμαχος στην προσπάθεια για αλλαγή πολιτικής της ηγεμονεύουσας Γερμανίας και αναπροσανατολισμό της ευρωπαϊκής πολιτικής επί το... αμερικανικότερο.

«Τώρα είναι η ώρα για την κυβέρνηση Ομπάμα, τους προοδευτικούς του Κογκρέσου και όλης της χώρας να ενώσουν τις φωνές τους σ’ ένα ηχηρό κάλεσμα για να σωθεί η Ευρώπη από την τρέλα της», έγραφε προ ημερών η Washington Post.

Οι «διευκολύνσεις»

Επίσης δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι για τις ΗΠΑ ο γεωπολιτικός παράγοντας είναι πάντα ένας από τους σημαντικότερους. Μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα συνιστούσε έναν απρόβλεπτο κίνδυνο, δεδομένης της θέσης της στο ΝΑΤΟ και των διαχρονικών «διευκολύνσεων» που παρέχει στις εκστρατείες της Συμμαχίας.

Εσχάτως δε η χώρα μας έχει αποκτήσει νέα προστιθέμενη αξία λόγω της γεωγραφικής της εγγύτητας με τα αποθέματα υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα, σε ένα αποσταθεροποιημένο περιβάλλον όπως αυτό που συνιστούν η Λιβύη, η Μέση Ανατολή, η Συρία, η Ουκρανία, αλλά και τα Δ. Βαλκάνια, μια πιθανή κατάρρευση της Ελλάδας θα ήταν ουσιαστικό πλήγμα για την ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή.

Οπως έλεγε πρόσφατα διπλωματική πηγή στην Αθήνα, «είναι εντυπωσιακό πως όποιος επιστρέφει από ταξίδι στις ΗΠΑ, με τελευταίο τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, κάνει ιδιαίτερη αναφορά στους γεωπολιτικούς κινδύνους της κρίσης».

Από την άλλη, πρόσφατα η Αμερικανίδα βοηθός υπουργός Εξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ, μιλώντας στο Ινστιτούτο Μπρούκινγκς, διευκρίνισε ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν κανένα πρόβλημα και θέλουν την Ελλάδα να έχει μια κανονική σχέση με τη Ρωσία. «Η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν πολύ χρήσιμη για την αποστολή μηνυμάτων προς τη Ρωσία. Ετσι, μια σχέση ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Ρωσία ήταν πολύ χρήσιμη στο παρελθόν. Και θα ήθελα να συνεχιστεί».

Παράλληλα, η Ουάσινγκτον επιθυμεί να βάλει σφήνα στην οικονομική σχέση Βερολίνου-Μόσχας, η οποία, παρά τις κυρώσεις, κινείται σε πολλά διαφορετικά επίπεδα, με πρώτο αυτό της ενέργειας. Αλλωστε ο Γερμανός ΥΠΕΞ, Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ, στο πρώτο συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε, λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία της νέας ελληνικής κυβέρνησης, είχε στηρίξει τις ελληνικές θέσεις υπέρ της μη επέκτασης των κυρώσεων στη Ρωσία.

Οι σκέψεις αυτές γίνονται στο πλαίσιο της εκτίμησης ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα επιδιώξει να παίξει το χαρτί της νέας κυβέρνησης για να προκαλέσει ρήγματα τόσο στη συνοχή της Ε.Ε. όσο και στη σχέση Ευρώπης-Αμερικής, με απώτερο στόχο τη χαλάρωση της θηλιάς που προκαλούν οι κυρώσεις στη ρωσική οικονομία.

Σ’ αυτό το πλαίσιο δημοσιεύματα επισήμαιναν ότι ο πρώτος πρέσβης που έγινε δεκτός από τον Ελληνα πρωθυπουργό ήταν ο Ρώσος, αλλά και ότι ο Αλέξης Τσίπρας, ο Νίκος Κοτζιάς και ο Πάνος Καμμένος έλαβαν άμεσα πρόσκληση για επίσκεψη στη Μόσχα.

Σ’ αυτό το σύνθετο σκηνικό καλείται να κινηθεί η κυβέρνηση Τσίπρα, με κύριους «συμπρωταγωνιστές» Γερμανία, ΗΠΑ και Ρωσία.

21.03.2015 
  Τάσος Τσακίρογλου
http://www.efsyn.gr/arthro/geopolitikes-sympligades