Οι «αγαθές προθέσεις» της ΕΕ για τις εργασιακές σχέσεις
Τις διαπραγματεύσεις μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτικών οργανώσεων προσπαθεί να αναζωογονήσει ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ
Βρυξέλλες, Αποστολή
Τον κοινωνικό διάλογο - δηλαδή, τις διαπραγματεύσεις μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτικών οργανώσεων - προσπαθεί να αναζωογονήσει ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ 30 χρόνια μετά την έναρξή του σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο πρόεδρος της Επιτροπής παρουσίασε με τυμπανοκρουσίες την επανέναρξη του κοινωνικού διαλόγου την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, όμως τα συνδικάτα, αν και χαιρετίζουν την κίνηση αυτή που είναι απολύτως απαραίτητη σε καιρό κρίσης, εκφράζουν την ανησυχία ότι ο διάλογος ενδέχεται να εξαντληθεί σε μια - χρήσιμη - ανταλλαγή απόψεων και να μη μεταφραστεί σε συγκεκριμένα μέτρα.
Σε έκθεση που έδωσε αυτή την εβδομάδα στη δημοσιότητα η Επιτροπή για τη διετία 2013-14 είναι εμφανές ότι η Ελλάδα είναι το κράτος-μέλος ανάμεσα στα 28 όπου οι εργασιακές σχέσεις έχουν πληγεί (μακράν) περισσότερο από την κρίση. Το 2008 το 85% των ελλήνων εργαζομένων (ιδιωτικού και δημόσιου τομέα) καλυπτόταν από συλλογικές συμβάσεις, ενώ το 2013 το ποσοστό αυτό έπεσε στο 40%.
Στο ίδιο διάστημα η κάλυψη των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις αυξήθηκε στο Βέλγιο από 95% στο 100%, στη Γαλλία και στην Αυστρία σχεδόν στο 100% και στη Δανία, στην Ολλανδία, στη Σουηδία και στη Φινλανδία από άνω του 80% σε άνω του 90%.
«Χρειαζόμαστε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για να βρούμε κοινές λύσεις» δήλωσε η αρμόδια επίτροπος Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων Μαριάν Τάισεν, τονίζοντας ότι «οι χώρες όπου ο κοινωνικός διάλογος παρέμεινε ισχυρός έχουν τις καλύτερες και πιο ανταγωνιστικές οικονομίες» στην ΕΕ. Ερωτηθείσα από «Το Βήμα» πώς σκέπτεται να ενισχύσει την Ελλάδα, όπου ο διάλογος μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτών έχει καταρρεύσει, απάντησε: «Εμείς στο ευρωπαϊκό επίπεδο επιθυμούμε ο κοινωνικός διάλογος να λειτουργεί σε όλα τα κράτη-μέλη. Γι' αυτό διαθέτουμε πόρους από το κοινωνικό ταμείο, καθώς και έμπειρους ανθρώπους έτοιμους να παράσχουν συμβουλές αν μας ζητηθούν».
Τόσο η κυρία Τάισεν όσο και ο επίτροπος Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί απέφυγαν να δεσμευθούν για συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης των συνδικάτων, δηλαδή της πλευράς που πηγαίνει αποδυναμωμένη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων λόγω της υψηλής ανεργίας. Ενα τέτοιο γενικό μέτρο θα ήταν τα συμφωνηθέντα από τις δύο πλευρές του κοινωνικού διαλόγου να αποτελέσουν ευρωπαϊκή οδηγία και να είναι υποχρεωτικό να περάσουν στις εθνικές νομοθεσίες των «28». Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται προς το παρόν να βρίσκεται στο τραπέζι, πόσω μάλλον ειδικότερη στήριξη της νέας ελληνικής κυβέρνησης στην πρόθεσή της να επαναφέρει τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, καθώς και τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ.
Οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών οργανώσεων - ιδίως των μεγάλων επιχειρήσεων και σε μικρότερο βαθμό των μικρομεσαίων και των εταιρειών κοινής ωφελείας - επαναλάμβαναν συνεχώς την ανάγκη για αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Αφού αυτή δεν ενισχύθηκε από τη μείωση των μισθών, σήμερα ζητούν να μειωθούν επίσης οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές και η φορολόγηση των επιχειρήσεων («που "ποινικοποιούν" τη δημιουργία θέσεων εργασίας»), καθώς και το ενεργειακό κόστος.
Σύμφωνα με την Μπερναντέτ Σεγκόλ, επικεφαλής της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC), «ο κοινωνικός διάλογος χρειάζεται νέα ώθηση γιατί την τελευταία δεκαετία αποδυναμώθηκε. Τα μέτρα της τρόικας - συνεχίζω να την αποκαλώ "τρόικα" και όχι "θεσμοί" - τον κατήργησαν. Στην Ελλάδα καταπατήθηκαν τελείως οι νόρμες που ορίζει ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO). Προκειμένου όμως ο διάλογος να μην είναι ένας διάλογος κωφών, πρέπει να καταλήξει σε ευρωπαϊκές οδηγίες» που θα υιοθετηθούν από τη νομοθεσία των κρατών-μελών. Οι εργοδότες όμως απεχθάνονται οποιαδήποτε ενίσχυση της νομοθεσίας και αντιστέκονται σθεναρά σε αυτό το ενδεχόμενο.
Για το θέμα τοποθετήθηκε και ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτςθυμίζοντας ότι η ΕΕ έχει αφιερώσει 700 δισ. ευρώ για τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος αλλά μόνο 6 δισ. για την καταπολέμηση της ανεργίας. Συνέχισε με μια αναφορά στους γονείς του «που θυσίασαν τα πάντα για μένα και τα τέσσερα αδέλφια μου. Ο πατέρας μου έκανε πρώτη φορά διακοπές σε ηλικία 60 ετών. Το δέχθηκε όμως για να προσφέρει μια καλύτερη ζωή, καλύτερες σπουδές στα παιδιά του. Σήμερα ζητείται από τη γενιά μου να δεχθεί χαμηλότερους μισθούς, υψηλότερους φόρους και χειρότερες υπηρεσίες για να σώσουμε τις τράπεζες. Και τα παιδιά μας είναι άνεργα».
Κλείνοντας την «επίσημη έναρξη» του κοινωνικού διαλόγου - που δεν πρέπει να συγχέεται με τον διάλογο με την κοινωνία των πολιτών - ο Γιούνκερ εξέφρασε την επιθυμία να γίνει «ο πρόεδρος του κοινωνικού διαλόγου»: «Εχω το όνειρο η Ευρώπη να αποκτήσει κοινωνική διάσταση» είπε, χωρίς όμως, ούτε αυτός, να δεσμεύεται προς το παρόν για κάτι παραπάνω πέρα από το ότι θα ενισχύσει τον διάλογο μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτικών ενώσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
ΤΑΝΙΑ ΜΠΟΖΑΝΙΝΟΥ
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=683243
7-3-2015
Σ Χ Ε Τ Ι Κ Α