Ο γραικυλισμός υπονομεύει την αξιοπρέπεια γενεών και γενεών


Τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας στην Γερμανία, αναφορικά με την κατάσταση στην Ελλάδα, περνούν ακόμη και αυτή την περίοδο της έντασης ανάμεσα στις δύο χώρες σχεδόν απαρατήρητα από το ελληνικό σύστημα πληροφόρησης: η αδυναμία του διπλωματικού σώματος, ο πολιτικός πρωτογονισμός της ελληνικής δημοσιότητας, η χειραγωγημένη δημοσιογραφία, δεν επιτρέπουν μια πιο εμπεριστατωμένη εικόνα για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει η γερμανική πολιτική τάξη, η οργανική διανόηση και γενικότερα η γερμανική κοινωνία τη χώρα και το λαό μας.
Από την άλλη η ελληνική δημοσιότητα καχεκτική, ελεγχόμενη και κατευθυνόμενη αδυνατεί να παρακολουθήσει το γερμανικό «εργαστήριο της βίας», το οποίο εξυφαίνει διάφορα εφιαλτικά σενάρια για το μέλλον της πατρίδας μας: η εντός Ελλάδος πόλωση δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τα πράγματα – από τη μία ένας αδύναμος αντιγερμανισμός, ο οποίος επιχειρηματολογεί σε μια αγοραία και αφελή ιδιόλεκτο (γκάουλαϊτερ, τέταρτο Ράιχ κλπ), από την άλλη μια  πολιτική και πολιτισμική στάση γραικυλισμού. Ο τελευταίος αποδέχεται άκριτα την πατερναλιστική βία του Βερολίνου και προπαγανδίζει την πλήρη υποταγή του ελληνικού λαού στα γερμανικά κελεύσματα: σύμπασα σχεδόν η πολιτική τάξη της μεσευρωπαϊκής χώρας επιχειρεί να επιβάλλει τα δικά της συμφέροντα ως πολιτικώς «αντικειμενική ανάγκη» στους Έλληνες, χρησιμοποιώντας φυσικώς ως εκβιαστικό μέσο τη… θηλιά της οικονομικής ασφυξίας [Βλ. σχετικά και το άρθρο μου στο Διαδίκτυο, Η πληγή Χίτλερ δεν κλείνει έτσι…]
Ο ελληνικός γραικυλισμός, σε μια προσπάθεια να αποδείξει την προθυμία του για «συνεργασία», τροφοδοτεί το γερμανικό «εργαστήριο της βίας» με «επιχειρήματα»: αν παρακολουθήσει κανείς εκφράσεις και χαρακτηρισμούς που αφορούν την ελληνική κατάσταση τους τελευταίους μήνες στον γερμανικό τύπο και γενικώς στη γερμανική δημοσιότητα, θα προσκρούσει αμέσως στην χαρακτηριστική ιδιόλεκτο του γραικυλισμού – είναι μια παλιά διαπίστωση του δημοκρατικού πνεύματος ότι ο πατριωτισμός δεν ευδοκιμεί σε μια χώρα υπό κατοχή [βλ. Αλέξις ντε ΤοκβίλΗ δημοκρατία στην Αμερική]. Η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς στην καμπή μιας τέτοιας εξέλιξης: ο γραικυλισμός ως πολιτική συμπεριφορά και πράξη συμβάλλει καθημερινά στην εξαφάνιση του πατριωτικού αισθήματος, δηλαδή της απαραίτητης προϋπόθεσης για τη λειτουργία μιας δημοκρατίας – το ελληνικό σύνταγμα είναι απολύτως σαφές σε αυτό το σημείο ως προς την στάση που υποχρεούνται να τηρούν οι Έλληνες πολίτες: “Η τήρηση του συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκτονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία”, άρθρο 120,4). Ο γραικυλισμός ως πολιτική πρακτική, ακυρώνει στην πράξη κάθε έννοια «συνταγματικού πατριωτισμού», εφόσον καθοδηγεί τους πολίτες εκτός του πνεύματος αντίστασης που απαιτεί το ελληνικό σύνταγμα.



Ο Έλληνας ιστορικός Χάγκεν Φλάισερ, έδωσε μια συνέντευξη στην on line έκδοση του γερμανικού περιοδικού DER SPIEGEL και συγκεκριμένα στον δημοσιογράφο Manfred Ertel[15 Μαΐου 015  Griechenland und Russland: “Aetschich hab noch einen grossen Bruder] Η συνέντευξη αφήνει στον αναγνώστη και δη στον σχετικό με τα της ιστορίας αναγνώστη μια πικρή γεύση απογοήτευσης: θα μπορούσε κανείς να αντιδικήσει με τον καθηγητή του πανεπιστημίου της Αθήνας για τη σημασία κάποιων αρχείων, για την ιστορική επιστήμη στη χώρα μας, για τις πολιτικές διεκδικήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, για την επεξεργασία του ιστορικού μας παρελθόντος, αλλά αυτό θα καταντούσε μονότονο και θα αφορούσε ζητήματα που ενδιαφέρουν μόνο στενούς κύκλους εξειδικευμένων επιστημόνων – σε άλλο σημείο βρίσκεται το προκλητικό στοιχείο της συγκεκριμένης συνέντευξης. Στην ιδεολογία του γραικυλισμού, η οποία τελευταίως, υπό το πρόσχημα του «ευρωπαϊσμού», ευδοκιμεί σε μεγάλα τμήματα της εγχώριας διανόησης: τα οποία τμήματα εμπλέκονται πολύ συχνά και άμεσα στο πολιτικό γίγνεσθαι, είτε με την συμμετοχή τους σε πολιτικά κόμματα, είτε με τις δημόσιες τοποθετήσεις τους μέσα από το καθεστωτικό (περιττό να αναφέρω και τον αυτονόητο χαρακτηρισμό διεφθαρμένο) σύστημα πληροφόρησης – ο Χάγκεν Φλάισερ ήταν από τους πρώτους που δημοσιοποίησε την στήριξή του στο νεοσύστατο κόμμα «Το Ποτάμι» του δημοσιογράφου Σταύρου Θεοδωράκη.

Το συγκεκριμένο κόμμα έχει αναλάβει εργολαβικά την υπονόμευση της εθνικής προσπάθειας για την απαγκίστρωση της χώρας από το δόκανο του χρέους: υπό αυτό το πρίσμα αντιλαμβάνομαι και το συνολικό περιεχόμενο της συνέντευξης του «ποταμίσιου» Χάγκεν Φλάισερ στο περιοδικό DER SPIEGEL – αντιλαμβάνομαι το δικαίωμα κάθε Έλληνα πολίτη να εκφράζει δημόσια και ελεύθερα την γνώμη του για την πολιτική κατάσταση της χώρας και πολύ περισσότερο να διατυπώνει ελεύθερα τις κριτικές του απόψεις για τους πολιτικούς χειρισμούς της κυβέρνησης. Αντιλαμβάνομαι και την άκομψη, πολλές φορές  χυδαία και προσβλητική γλώσσα, που χρησιμοποιείται συχνά στην ελληνική δημοσιότητα: όλα τα πράγματα θέλουν το χρόνο, τη φροντίδα  και την καλλιέργειά τους – αλλά επ΄ ουδενί δεν αντιλαμβάνομαι τις προσβλητικές εκφράσεις σε ξένα μέσα ενημέρωσης – και μάλιστα σε εκείνα μιας χώρας με την οποία, καλώς ή κακώς, βρισκόμαστε σε αντιπαράθεση – για την εκλεγμένη κυβέρνηση του κοινού της πατρίδας μου.

Δε θέλω να χαρακτηρίσω τις δηλώσεις για την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής πολιτικής της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά διερωτώμαι σε τι εξυπηρετούν οι αναφορές σε υπαρκτά ή υποτιθέμενα αδιέξοδα της ελληνικής διπλωματίας, αναφορικά με τις ελληνορωσικές σχέσεις; Ούτε επίσης αντιλαμβάνομαι σε τι ωφελούν στην ενημέρωση του γερμανικού κοινού, οι υποτιμητικές εκφράσεις για την ελληνική κυβέρνηση και οι αναφορές σε «ανώριμους εφήβους» (χαρακτηρισμό που χρησιμοποίησε το πρώτο δεκαήμερο μετά την αλλαγή κυβέρνησης και ο «δασκαλεμένος», από τους γνωστούς-αγνώστους εντός Ελλάδος, ευρωβουλευτής της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) στο ευρωκοινοβούλιο). Και επειδή με τη μετάφραση της γερμανικής λέξης υπήρξε πρόβλημα, αναφέρω ότι το «έφηβος» είναι η κομψή εκδοχή της στη γλώσσα μας: σε αυτή τη συνάφεια χρησιμοποιούνταν όμως παλαιότερα  και η προερχόμενη από την αγγλική λέξη «τεντυμπόης» – και οι συνδηλώσεις που συνοδεύουν αυτή τη λέξη δεν είναι καθόλου κολακευτικές. 

Εκτός και αν ο Χάγκεν Φλάισερ, θεωρεί ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι άντρο ανώριμου τεντιμποϊσμού και πρόκαμε για αυτό να ενημερώσει το γερμανικό λαό για τους ανώριμους φωνασκίες  που «παίζουν» με τα χρήματά του, αλλά και να τους καθησυχάσει, εφόσον ο Μοσχοβίτης «μεγάλος αδελφός» των τεντυμπόιδων, δεν έδειξε σημάδια για κάποια «μεγάλη βοήθεια».  Δεν έχουμε ανάγκη να λέμε τα παράπονά μας στον «μεγάλο αδελφό» μας, μπορούμε να σπάσουμε τα μούτρα μας και τα μούτρα άλλων μόνοι μας, αλλά δεν είναι αυτό το ζήτημα.

Επειδή, όμως, είμαι τύπος ανθρώπου που η περιέργεια του τρώει συνεχώς τα σωθικά, θα περιμένω να γράψει ο Χάγκεν Φλάισερ εκείνη τη σάτιρα, για την υπόθεση της αγοράς των ιστορικών αρχείων, μιας και τη θεωρεί τόσο εύκολη υπόθεση: στο κάτω-κάτω η σάτιρα είναι μια ανακάλυψη των Ελλήνων, οπότε δεν πρέπει να έχουμε φοβίες – η υποτίμηση της αγοράς των ιστορικών αρχείων (δέχομαι ως καλόπιστος αναγνώστης και υποψιασμένος πολίτης, όλες τις ενστάσεις που προβάλλει στη γερμανική εφημερίδα ο ιστορικός, αλλά …) συνδέεται μήπως και με την διαμαρτυρία του κόμματος «Το Ποτάμι» για την «παρουσία» του κινηματογραφικού υλικού,  από την περίοδο της Κατοχής, στο μετρό της Αθήνας;
Και επειδή δε θέλω να αναιρώ τον εαυτό μου: εάν θέλουν οι Γερμανοί να «επεξεργαστούν» την ιστορία τους, αναφορικά με την Ελλάδα, μπορούν να το κάνουν στη χώρα τους – να δημιουργήσουν εκεί ένα ίδρυμα για την «επιστημονική και μιντιακή επεξεργασία της γερμανικής Κατοχής». Δε νομίζω να τους εμπόδιζε και να τους εμποδίζει κανείς…
Όσον αφορά τους Έλληνες και την Ελλάδα πρέπει να σταματήσει αυτή η όψιμη φιλευσπλαχνία και οι απαξιωτικές προτάσεις περί «μέτρων υποδομών με συμβολική και πρακτική σημασία για τις κοινότητες των θυμάτων» και όλη η φλυαρία περί «επανόρθωσης» (Wiedergumachung): η γερμανική πλευρά είχε όλα τα χρόνια την ευκαιρία και το χρόνο να αποκαταστήσει τη σχέση της με τα εγκλήματα που διέπραξαν οι νάτσηδες στην Ελλάδα (οΧάγκεν Φλάισερ γνωρίζει πολύ καλά , ότι οι Έλληνες ήδη από την επαύριο της απελευθέρωσης προέβαιναν στη διάκριση ανάμεσα στους Νάτσι και τους Γερμανούς), αλλά δεν το έκαμαν. Εάν έχουν προβλήματα με τη «συνείδησή» τους και εάν θέλουν να ενισχύσουν την «αντιχιτλερική ιδεολογία» στις νεότερες γενιές στη χώρα τους, μπορούν να το κάνουν με πολλούς τρόπους, αλλά όχι με την οικονομική επανόρθωση, εντέλει με τη συμβολική μετατροπή των απογόνων των θυμάτων σε σκλάβους της νέας γερμανικής ιστορικής μεγαθυμίας: οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, οπότε η ελληνική πλευρά για λόγους εθνικής αξιοπρέπειας θα πρέπει να διεκδικήσει δικαστικά όσα δικαιούται (ίσως και να μην δικαιούται), είτε αυτά αφορούν το κατοχικό δάνειο, ή τις αποζημιώσεις του πολέμου.

Τα «μεγαλόψυχα» περί ιδρυμάτων και «επεξεργασίας» του ιστορικού παρελθόντος δε διασφαλίζουν καμία θέση στον… παράδεισο, ούτε φυσικά και καλές σχέσεις μεταξύ υποτιθέμενων φίλων. Ο Χάγκεν Φλάισερ, μπορεί να κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση για «μαξιμαλισμό», αλλά θα πρέπει να αναλογιστεί ότι και ο εκδημοκρατισμός της μεταπολεμικής Γερμανίας,  ένας «μαξιμαλισμός» ήταν… Η στάση της σημερινής γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στην Ελλάδα, δεν είναι απλώς μια ιδεολογικοπολιτική εμμονή, αλλά και μια εκδήλωση αχαριστίας προς τους ευεργέτες του γερμανικού λαού (αλλά ας μην ξύνουμε παλιές μεταπολεμικές πληγές, γιατί υπάρχουν πολλά ακόμη για επεξεργασία από τη γερμανική πλευρά, που δεν είναι καθόλου ευχάριστα).

Για αυτό όσοι κινούμαστε πνευματικά, από επιλογή και όχι από ανάγκη, ανάμεσα στους δύο λαούς, θα πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί σε αυτά που λέμε (δημοσίως), που προτείνουμε και που κάνουμε…

Όμηρος Ταχμαζίδης,
  μέλος του Ε.Γ. της «Σοσιαλιστικής Προοπτικής»
http://www.anixneuseis.gr/?p=118748



Text-to-speech function is limited to 100 characters