Mariana Mazzucato:Χρειαζόμαστε κυβερνήτες που θα σταθούν στο ύψος των παγκόσμιων προκλήσεων



  «Σήμερα χρειαζόμαστε ένα είδος συμφωνίας μεταξύ των κυβερνήσεων και των εταιρειών, προκειμένου να κάνουμε το καινοτόμο οικοσύστημά μας λιγότερο παρασιτικό και περισσότερο ανταποδοτικό» υποστηρίζει η καθηγήτρια Οικονομικών στο Σάσεξ,  Mariana Mazzucato.

 Η Ματσουκάτο με μια στιβαρή επιχειρηματολογία αποδομεί τον κυρίαρχο μύθο ότι τα κράτη πρέπει ουσιαστικά να κάνουν τον τροχονόμο, να μην εμπλέκονται σε επιχειρηματικά σχέδια και να αφήνουν ανοιχτό χώρο για την ιδιωτική πρωτοβουλία. Αποδεικνύει ότι βασικές καινοτομίες των τελευταίων δεκαετιών είναι αποτέλεσμα κρατικών επενδύσεων σε τομείς όπου οι ιδιώτες δεν ρίσκαραν να επενδύσουν



• Οπως γράφετε στο βιβλίο σας, παγκοσμίως οι κυβερνήσεις έχουν επικεντρώσει στο δημόσιο χρέος, με το επιχείρημα ότι η περικοπή των κρατικών δαπανών θα δώσει ώθηση στις ιδιωτικές επενδύσεις. Ωστόσο, εμείς βλέπουμε το αντίθετο: να κοινωνικοποιείται το ρίσκο των επενδύσεων και να ιδιωτικοποιούνται τα κέρδη. Πώς το σχολιάζετε;

Αυτό είναι το βασικό θέμα του βιβλίου μου «Το επιχειρηματικό κράτος. Ανατρέποντας τους μύθους». Ο λαϊκός μύθος -ότι ο ρόλος του κράτους στην οικονομία συνίσταται μόνο στο να «διευκολύνει», να «μειώνει τους κινδύνους», να ρυθμίζει, να ξοδεύει ή να διοικεί–διαδραματίζει έναν κεντρικό ρόλο σ’ αυτό το πρόβλημα. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική.

Στις χώρες που έχουν πετύχει σε ικανό βαθμό μια ανάπτυξη στηριγμένη στην καινοτομία, αυτή είναι ένα άμεσο αποτέλεσμα των κυβερνητικών επενδύσεων σε όλη την αλυσίδα της καινοτομίας, δημιουργώντας και διαμορφώνοντας νέες αγορές και όχι απλά διορθώνοντάς τες. Με το να μην παραδεχόμαστε τη «δημόσια» πλευρά της διαδικασίας παραγωγής αξίας (το δημόσιο χρήμα πίσω από πολλές καινοτομίες, όπως όλη η έξυπνη τεχνολογία στο Iphone) έχουμε φτάσει στο σημείο να κοινωνικοποιούμε τα ρίσκα, ενώ ιδιωτικοποιούμε τις ανταμοιβές - προσφέροντας το μεγαλύτερο ποσοστό των κερδών στο περίφημο 1%.

• Ενα παράδειγμα;

Το μεγαλύτερο ερώτημα τα τελευταία είκοσι χρόνια ήταν: Πού είναι τα ευρωπαϊκά Googles; Και η απάντηση που συχνά δίναμε είναι ότι η Ευρώπη είχε πολύ μεγάλο κράτος και όχι αρκετή αγορά. Η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο. Οι χώρες που τα πηγαίνουν καλά σήμερα στην Ευρώπη είναι εκείνες που επενδύουν περισσότερο (όχι λιγότερο) σε όλα τα πεδία που αυξάνουν την παραγωγικότητα: στη διαμόρφωση του ανθρώπινου δυναμικού, στην εκπαίδευση, στην έρευνα και στην ανάπτυξη, αλλά και στους δημόσιους θεσμούς. Πρέπει να συζητάμε λιγότερο για τη μείωση των ελλειμμάτων και πολύ περισσότερο για την πραγματική σύνθεση των δημόσιων δαπανών.

• Και η πολιτική της λιτότητας;

Στις τρέχουσες συζητήσεις με επίκεντρο το χρέος και την περικοπή δαπανών, ένας από τους μεγαλύτερους μύθους είναι ότι χώρες σαν την Ελλάδα και την Ιταλία ήταν πολύ «άσωτες», ενώ ένας πιο υπεύθυνος «πυρήνας» [της Ευρώπης] ξέρει πώς και πότε να σφίγγει το ζωνάρι. Αυτό αγνοεί το γεγονός ότι μερικές από τις πλέον αδύναμες χώρες είχαν στην πραγματικότητα πολύ χαμηλά ελλείμματα πριν από την κρίση.

Το μυστικό της οικονομικής επιτυχίας της Γερμανίας δεν συνίσταται στο «σφίξιμο του ζωναριού», αλλά στις μακροπρόθεσμες επενδύσεις της σε τομείς-κλειδιά, όπως η εκπαίδευση, η έρευνα και η διαμόρφωση του ανθρώπινου κεφαλαίου. Παράλληλα συνίσταται στα άριστα θεσμικά «συστήματα» καινοτομίας, περιλαμβανομένης και της κρατικής τράπεζας επενδύσεων KfW, η οποία χορηγεί ενισχυτικά κονδύλια σε καινοτόμες επιχειρήσεις και τομείς, αλλά και στο καλά χρηματοδοτούμενο Ινστιτούτο Fraunhofer, το οποίο υποστηρίζει τους συνδέσμους μεταξύ επιστήμης και βιομηχανίας με συστηματικό και συνεκτικό τρόπο.

Είναι αυτού του είδους οι επενδύσεις και οι θεσμοί που λείπουν από χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία. Εάν άλλες χώρες θέλουν να μιμηθούν την επιτυχία της Γερμανίας, θα τις συμβούλευα να κάνουν ό,τι κάνει και η Γερμανία και όχι αυτό που λέει ότι κάνει!

• Υποστηρίζετε ότι «ανταποκρινόμενα σε κοινωνικές προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή, η νεανική ανεργία ή η ανισότητα, τα κράτη πρέπει να βγουν μπροστά, όχι απλώς διορθώνοντας τις αποτυχίες της αγοράς, αλλά δημιουργώντας ενεργητικά [νέες] αγορές». Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό σ’ ένα διεθνές πλαίσιο στο οποίο κυριαρχούν οι νεοφιλελεύθερες ελίτ;

Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι αυτό είναι που κάνουν ορισμένα κράτη εδώ και καιρό. Συχνά αυτό που κάνουν είναι πολύ διαφορετικό απ’ αυτό που λένε ότι κάνουν. Πού; Σε μέρη όπως η Σίλικον Βάλεϊ (την οποία συχνά μας την παρουσιάζουν σαν αποτέλεσμα επιχειρηματικής επένδυσης και σαν ένα άθροισμα ατομικής επιχειρηματικότητας), τα οποία έχουν ευεργετηθεί από επενδύσεις που έγιναν από οργανώσεις με όραμα και αίσθηση της αποστολής τους στον δημόσιο τομέα και έχουν δημιουργήσει αγορές, τις οποίες δεν τις έχουν απλώς «επιδιορθώσει».

Και όλα αυτά όταν ο ιδιωτικός τομέας ήταν απρόθυμος να μπει σ’ αυτά τα πεδία. Τέτοιου είδους ήταν οι επενδύσεις που μας έδωσαν την επανάσταση ΙΤ – και θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν στο εγγύς μέλλον σε μια «πράσινη επανάσταση» με τη δυνατότητα να μετασχηματίσουν τομείς παγκοσμίως.

Ομως η μελλοντική καινοτομία τίθεται σε κίνδυνο από μια επικρατούσα αφήγηση, η οποία αρνείται και υποτιμά τον ρόλο του κράτους και μ’ αυτό ακριβώς είναι που καταπιάνομαι μέσω της εργασίας μου. Η βασική μου έγνοια είναι να αλλάξω τον τρόπο με τον οποίο συζητάμε για το κράτος και τους δημόσιους οργανισμούς που το αποτελούν, έτσι ώστε να μπορούμε να ανοίξουμε μια νέα συζήτηση πάνω στο πώς μπορούμε να έχουμε το είδος της ανάπτυξης που χρειαζόμαστε και πώς να κάνουμε αυτή την ανάπτυξη περισσότερο περιεκτική.

• Πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι το κράτος ήδη παίρνει πίσω μια ανταπόδοση για τις επενδύσεις του, μέσω της φορολόγησης των κερδών του ιδιωτικού τομέα. Οπως γνωρίζουμε όμως, οι μεγάλες επιχειρήσεις ειδικεύονται στη φοροδιαφυγή, κάτι που κάνουν με τη βοήθεια των κυβερνήσεων. Υπάρχει διέξοδος απ’ αυτόν τον φαύλο κύκλο;

Η καινοτομία είναι βαθύτατα αβέβαιη. Οι περισσότερες προσπάθειες αποτυγχάνουν. Για κάθε «Ιντερνετ» υπάρχουν πολλά «Κονκόρντ» και Solyndras [είδος φωτοβολταϊκών]. Είναι ακριβώς το ίδιο που συμβαίνει και με τις ιδιωτικές επενδύσεις τύπου venture capital, αλλά ενώ τα τελευταία αποτελούν ένα διαρκώς ανανεούμενο κεφάλαιο –καλύπτοντας τις απώλειές τους από τα κέρδη των επιτυχιών τους– το κράτος γελοιοποιείται με τις αποτυχίες του και παίρνει πίσω ελάχιστα όταν επιτυγχάνει.

Οι οικονομολόγοι θα αντιτείνουν ότι το κράτος παίρνει ως αντάλλαγμα τους φόρους ή τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για τους φορολογουμένους, σημαντικά νέα εργαλεία κ.ο.κ. Ωστόσο, δεδομένου τού πόσο χαμηλούς φόρους πληρώνουν αυτές οι επιτυχημένες επιχειρήσεις –και πόσοι από τους φόρους βρίσκονται σήμερα χαμηλά εξαιτίας των πιέσεων (lobbying) απ’ αυτούς τους ίδιους πρωταγωνιστές που ισχυρίζονται ότι είναι οι μοναδικοί που αναλαμβάνουν ρίσκο στην οικονομία– χρειάζεται να κάνουμε καινούργιες σκέψεις σχετικά με το πώς το κράτος μπορεί να συνεχίσει να χρηματοδοτεί την καινοτομία στο μέλλον.

Εχω προτείνει ορισμένους τρόπους, μεταξύ των οποίων: μέσω της διατήρησης ιδίων κεφαλαίων, μιας «χρυσής μετοχής» των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ή μέσω δανείων με ρήτρα εισοδήματος ως προς την αποπληρωμή τους.

• Υπάρχει ένας κυρίαρχος μύθος ότι «η κυβέρνηση που κυβερνά λιγότερο, κυβερνά καλύτερα». Ομως στην πραγματικότητα οι κυβερνήσεις είναι πολύ δραστήριες στην υποστήριξη και την ευνοϊκή μεταχείριση του ιδιωτικού τομέα και των μεγάλων επιχειρήσεων μέσω της νομοθεσίας και των ρυθμίσεων. Μπορεί αυτό να αναστραφεί;

Σε μια περίοδο που οι μεγάλες οικονομίες τρικλίζουν ακόμα εξαιτίας των μετασεισμών της κρίσης και παλεύουν να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες κοινωνικές προκλήσεις των ημερών μας (κλιματική αλλαγή, δημογραφικό, νεανική ανεργία κ.λπ.) όντως χρειαζόμαστε κυβερνήτες που θα σταθούν στο ύψος αυτών των προκλήσεων. Σήμερα έχουμε επίπεδα ρεκόρ στον αποθησαυρισμό των επιχειρήσεων, αλλά και στη χρηματιστικοποίηση.

Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις ξοδεύουν περισσότερα σε πεδία όπως η αγορά ιδίων μετοχών (προκειμένου να τονωθεί η προαίρεση αγοράς μετοχών και οι διευθυντικοί μισθοί) παρά στην καινοτομία. Τα Εργαστήρια Bell (που ανήκουν στην Alcatel-Lucent), σημαντικά εργαστήρια R&D στις ΗΠΑ στα μέσα του περασμένου αιώνα, προήλθαν από μια συμφωνία μεταξύ της AT&T, ενός μονοπωλίου, και της κυβέρνησης.

Η AT&T ήταν υποχρεωμένη να επανεπενδύει τα κέρδη της σε σημαντικές καινοτομίες, σε αντάλλαγμα για το μονοπωλιακό της καθεστώς. Σήμερα χρειαζόμαστε αυτό το είδος πραγματικής συμφωνίας μεταξύ της κυβέρνησης και των εταιρειών, προκειμένου να κάνουμε το καινοτόμο οικοσύστημά μας λιγότερο παρασιτικό και περισσότερο ανταποδοτικό.

• Πιστεύετε ότι είναι δυνατόν σήμερα οι κυβερνήσεις να επιβάλλουν ελέγχους στον χρηματοπιστωτικό τομέα;

Ναι, φυσικά. Οπως έγραψε πριν από πολλά χρόνια ο οικονομολόγος και ιστορικός Πολάνιι, «ο δρόμος προς την ελεύθερη αγορά ανοίχτηκε και έμεινε ανοιχτός από μια τεράστια αύξηση στον συνεχή, κεντρικά οργανωμένο και ελεγχόμενο παρεμβατισμό». Τίποτα δεν έχει αλλάξει και οι χρηματιστηριακές αγορές λειτουργούν σύμφωνα με τους κανόνες που θέτουμε γι’ αυτές ή σύμφωνα με την απουσία τους. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι «μακροπρόθεσμες παθητικές χρηματοδοτήσεις», δηλαδή κρατικές επενδύσεις σε τομείς που δεν αποφέρουν άμεσο κέρδος.

Οντως, είναι σημαντικό ότι ο υπουργός Οικονομικών σας, ο Γιάνης Βαρουφάκης, σκέφτεται να φτιάξει μια ελληνική αναπτυξιακή τράπεζα. Στη Σίλικον Βάλεϊ ήταν η παθητική χρηματοδότηση από την κυβέρνηση που επέτρεψε στη βιοτεχνολογία, τη νανοτεχνολογία και την επανάσταση του Ιντερνετ να συμβούν – και ο ιδιωτικός τομέας μπήκε σ’ αυτές μόνο πολύ αργότερα. Σήμερα στον πράσινο μετασχηματισμό είναι οι δημόσιες τράπεζες, όπως η KfW στη Γερμανία, η BNDES στη Βραζιλία και η CDB στην Κίνα, που παίζουν τον ηγετικό ρόλο.

Επενδύοντας στους τομείς εντάσεως κεφαλαίου και υψηλού ρίσκου στην πράσινη τεχνολογία, βάζουν τα θεμέλια για να κάνει την είσοδό του ο ιδιωτικός τομέας, αφού έχουν εξαλειφθεί το υψηλό ρίσκο και η αβεβαιότητα. Αυτό είναι σημαντικό, αλλά πρέπει να βρούμε έναν νέο τρόπο για να μιλήσουμε σχετικά με τη διαδικασία δημιουργίας πλούτου, έτσι ώστε αυτό που θα κάνει ο δημόσιος τομέας δεν θα είναι μόνον η εξάλειψη του ρίσκου, αλλά η συμμετοχή του και στους κινδύνους και στις ανταμοιβές.





Ποιά είναι

Η Mariana Mazzucato  διδάσκει Οικονομικά της Καινοτομίας στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ. Παράλληλα παρέχει συμβουλές σε ηγέτες ανά τον κόσμο, ενώ είναι μόνιμο μέλος της ομάδας εμπειρογνωμόνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πάνω στην «Καινοτομία για την Ανάπτυξη» (RISE). Εχει διδάξει σε Πανεπιστήμια σε Αγγλία, Αυστραλία, Ιταλία και ΗΠΑ και έχει συγγράψει πέντε βιβλία. Το τελευταίο της με τίτλο «Το επιχειρηματικό κράτος. Ανατρέποντας τους μύθους» (Εκδόσεις Κριτική) μπορείτε να το διεκδικήσετε συμμετέχοντας στον διαγωνισμό βιβλίου στο efsyn.gr

 Τάσος Τσακίρογλου
13-6-2015
http://www.efsyn.gr/arthro/hreiazomaste-kyvernites-poy-tha-stathoyn-sto-ypsos-ton-pagkosmion-prokliseon