Η Ευρώπη ξανά μονόδρομος


Η απώλεια της Ρωσίας και της Κίνας ως εξαγωγικών διεξόδων κυρίως για τη Γερμανία και την Ολλανδία και δευτερευόντως για τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ολλανδία αποτελεί την ισχυρότερη πίεση για διόρθωση της άκαμπτης δημοσιονομικής λιτότητας και για μέτρα τόνωσης της ζήτησης.



Από την άνοιξη του 2010, την έκρηξη δηλαδή της κρίσης στην Ευρωζώνη, μέχρι και τις αρχές του 2014 όταν ξέσπασε η σύγκρουση στην Ουκρανία, η Γερμανία ζούσε με τη βεβαιότητα ή καλύτερα την ψευδαίσθηση ότι διαθέτει μια εναλλακτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης επιλογή, το διμερές εμπόριο και τη στενή διμερή συνεργασία με τη Ρωσία και την Κίνα.

Για να είμαστε ακριβής, οι εξαγωγές της Γερμανίας προς τη Ρωσία και την Κίνα δεν πρόβαλαν τόσο πολύ ως εναλλακτική της ευρωπαϊκής εμβάθυνσης, λύση, όσο ως η παράμετρος που έδινε στο Βερολίνο το περιθώριο να θέτει αυστηρούς όρους για μια μη αντιστρέψιμη και χωρίς επιφυλάξεις γερμανική συμμετοχή προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της ημιτελούς ΟΝΕ με δημοσιονομική και πολιτική ενοποίηση.

Έτσι οι εξαγωγές προς τη Ρωσία και την Κίνα όχι απλώς ισορροπούσαν, αλλά ήταν σε απόλυτα μεγέθη πολλαπλάσιες των απωλειών στον Νότο της Ευρωζώνης, που λόγω της λιτότητας και του αποπληθωρισμού που είχε επιβάλει το Βερολίνο απορροφούσαν λιγότερα γερμανικά προϊόντα!

Η μαγική λύση είχε βρεθεί και η Γερμανία δεν ήταν υποχρεωμένη να εφαρμόσει τη συνταγή των ΗΠΑ μετά το 1945, που με το Σχέδιο Μάρσαλ στην ουσία χρηματοδότησαν την απορρόφηση της πλεονάζουσα βιομηχανικής παραγωγής κυρίως από την κατεστραμμένη στον πόλεμο Δυτική Ευρώπη.

Η ωραία αυτή ατμόσφαιρα άρχισε να διαλύεται από τα τέλη Νοεμβρίου του 2013 όταν στο Βίλνιους της Λιθουανίας οι 28 της Ε.Ε. με βαρύνουσα ευθύνη του Βερολίνου πρότειναν στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ την Ανατολική Εταιρική Σχέση που σε ό,τι αφορά την Ουκρανία ήταν επί της ουσίας μια τελεσιγραφική πρόταση, που συνοψιζόταν στο δίλημμα ή με τις Βρυξέλλες ή με τη Μόσχα.

Το αποτέλεσμα ήταν η σύγκρουση στην Κριμαία και στην Ανατολική Ουκρανία και η επιβολή από την Ε.Ε. τον Ιούνιο του 2014 κυρώσεων απέναντι στην Ρωσία και αντιποίνων του Κρεμλίνου ένα φαύλο κύκλο που παγώνει τη στενή οικονομική συνεργασία Βερολίνου - Μόσχας και πλήττει κατά κύριο λόγο τις γερμανικές εξαγωγές και επενδύσεις στην αχανή ευρασιατική αυτή επικράτεια. Οι κυρώσεις παρατάθηκαν πρόσφατα και δεν υπάρχει ορατή προοπτική μερικής και πολύ περισσότερο συνολικής άρσης τους και σε κάθε περίπτωση η πρωτοβουλία κινήσεων προς την κατεύθυνση αυτή ανήκει στις ΗΠΑ και όχι στην Γερμανία ή στην Ε.Ε.

Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί η διαπίστωση ότι η επιβράδυνση της ανάπτυξης στην Κίνα δεν είναι παροδικό ή συγκυριακό φαινόμενο, όπως δείχνει και η αδυναμία της κυβέρνησης στο Πεκίνο να ελέγξει με συνεχείς παρεμβάσεις την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου.

Όπως μάλιστα τονίζει τραπεζικός αναλυτής στο χθεσινό φύλλο των Financial Times, η δυναμική των εξελίξεων στην Κίνα δείχνει ότι η επιβράδυνση είναι μέρος της δομικής προσαρμογής σε ένα μοντέλο λιγότερο εντατικής ανάπτυξης και όχι απλώς μια κυκλική ύφεση.

Μια επιβράδυνση μακράς διαρκείας πλήττει καίρια τη Γερμανία, αλλά και τη Γαλλία και την Ολλανδία, που δεν έχουν πλέον άλλη εναλλακτική λύση για να εξισορροπήσουν τις απώλειές τους παρά την αύξηση της ζήτησης εντός Ευρωζώνης και Ε.Ε. από την ίδια την εσωτερική γερμανική αγορά μέχρι τις χώρες του Νότου.

Η απώλεια της Ρωσίας και της Κίνας ως εξαγωγικών διεξόδων κυρίως για τη Γερμανία και την Ολλανδία και δευτερευόντως για τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ολλανδία αποτελεί την ισχυρότερη πίεση για διόρθωση της άκαμπτης δημοσιονομικής λιτότητας και για μέτρα τόνωσης της ζήτησης.

Τόνωση της ζήτησης εντός της Γερμανίας, ώστε να ισορροπήσει το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας με τη Γαλλία και τον Νότο και ταυτόχρονη τόνωση της ζήτησης στην Ιβηρική και στην Ιταλία, μοναδικών διεξόδων άμεσης εξισορρόπησης της ταυτόχρονης απώλειας της προώθησης εξαγωγών προς Ρωσία και Κίνα.

Ισχυρή πίεση

Η απώλεια της Ρωσίας και της Κίνας ως εξαγωγικών διεξόδων κυρίως για τη Γερμανία και την Ολλανδία και δευτερευόντως για τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ολλανδία αποτελεί την ισχυρότερη πίεση για διόρθωση της άκαμπτης δημοσιονομικής λιτότητας και για μέτρα τόνωσης της ζήτησης.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
5-8-2015