Andrei Konchalovsky.



Andrei Sergeyevich Mikhalkov-Konchalovsky (Russian: Андре́й Серге́евич Михалко́в-Кончало́вский; born August 20, 1937) is a Russian-American film director, film producer and screenwriter.  He was a frequent collaborator of Andrei Tarkovsky earlier in his career.He is the son of Natalia Konchalovskaya and Sergey Mikhalkov, and brother to Nikita Mikhalkov who is also a well known Russian   film director .
 (...)

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ


2.
Andrei Konchalovsky:

3. 

4.
Films directed by Andrei Konchalovsky:

5.

6.
Facebook: https://www.facebook.com/a.konchalovsky








                       M O V I E S                      

 1. 

Andrei Konchalovsky - ''The Postman's White Nights'',
''Οι λευκές νύχτες του ταχυδρόμου''.

 71ο Φεστιβάλ Βενετίας: Η επιστροφή του Αντρέι Κοντσαλόφσκι
Με την τελευταία ταινία του «Οι λευκές νύχτες του ταχυδρόμου» ο ρώσος σκηνοθέτης υποκλίνεται στον απλό ρώσο πολίτη.



 1.
Η νέα ταινία του Αντρέι Κοντσαλόφσκι, μετά το «πέρασμά» του από το Χόλιγουντ, με τον τίτλο «Οι Λευκές Νύχτες του Ταχυδρόμυ», όχι απλώς επιστρέφει στο ρωσικό κλίμα, αλλά αφιερώνεται σ’ έναν τρόπο ζωής που κοντεύει να εκλείψει και που ο σκηνοθέτης προσπαθεί πεισματικά να διατηρήσει: η ταινία ανήκει στην κατηγορία του «σοσιαλιστικού ρομαντισμού», παρατηρώντας τον πληθυσμό που ζει σε μια απομακρυσμένη περιοχή της βόρειας Ρωσίας, χωρίς κανονική παροχή ηλεκτρισμού και νερού, χωρίς νοσοκομείο, μ’ ένα διαλυμένο σχολείο, αλλά με «αγνή ψυχή» και «ανθρώπινη καλοσύνη». Το παρουσιάζει ωστόσο με εκπληκτική ομορφιά, υποβοηθούμενη από τη φυσική φαντασμαγορία της λίμνης Κενοζέρο και με ακαταμάχητους ήρωες τους πραγματικούς κατοίκους του χωριού.

Ο Λιόκα είναι ο τοπικός ταχυδρόμος, ο μοναδικός σύνδεσμος των κατοίκων του χωριού του με τον έξω κόσμο. Πηγαινοέρχεται με τη μικρή του βάρκα, μεταφέροντας γράμματα, συντάξεις, εκπλήξεις, τα απολύτως απαραίτητα. Με κάθε παράδοση, βρίσκει ευκαιρία να πιει ένα τσάι, ακόμα περισσότερο μερικές βότκες, και κουβεντιάζει με τους συντοπίτες του, από τα 100 μέχρι τα 10, περιγράφοντας χωρίς πολλά λόγια τη ζωή σ’ έναν τόπο ξεχασμένο από το κράτος. Η πρώτη σκηνή της ταινίας περικλείει όλο της το νόημα: ένα πλαστικό τραπεζομάντηλο με λαγουδάκια, κύκνους και λουλούδια, δυο τραχιά χέρια μ’ ένα κομμένο δάχτυλο, φωτογραφίες από περασμένες δεκαετίες κι ένα voice over: όλοι οι γείτονές μου έφυγαν, εγώ προσπάθησα να φτιάξω οικογένεια, αλλά με νίκησε η βότκα.

Ο Αντρέι Κοντσαλόφσκι είναι ένας εξαιρετικά ικανός και λυρικός σκηνοθέτης: η ταινία του κάνει τα μαγικά τοπία ν’αποκτούν διάσταση ομιλούντος χαρακτήρα, το παράδοξο χιούμορ του που θυμίζει Καουρισμάκι ελαφραίνει την ατμόσφαιρα, πατώντας στην τραγική ειρωνεία. Ο ερασιτέχνης πρωταγωνιστής, ο αληθινός ταχυδρόμος του χωριού, άλλωστε, κοιτάζει συνεσταλμένα την κάμερα, μ’ ένα χαρακωμένο πρόσωπο που θυμίζει μελαγχολικό κλόουν. Βγαλμένη από τη Ρωσία που προσπαθεί, αυτά τα χρόνια, να επαναπροσδιορίσει την πολιτική της κατεύθυνση, η ταινία μπορεί ακόμα και να προσβάλλει με τη συνειδητή αφέλειά της, ζωγραφίζοντας με ξυλομπογιές μια ζωή που βρίσκεται πιο κοντά στο απόλυτο σκοτάδι, παρά στα παστέλ χρώματα της ταινίας. Αλλά το σινεμά είναι και εικόνα και αίσθηση και σ’ αυτά ο Κοντσαλόφσκι θυμίζει ότι, όταν θέλει και για τους λόγους που θέλει, μπορεί να γίνει μαγικός.















 2.
Ευχάριστη έκπληξη εφέτος στη Μόστρα η εμφάνιση μετά από πολλά χρόνια απουσίας του ρώσου κινηματογραφικού δημιουργού Αντρέι Κοντσαλόφσκι. Ο δημιουργός της «Σιβηριάδας», των «Εραστών της Μαρίας» και του «Τρένου της μεγάλης φυγής» παρουσιάζει την 41η ταινία του με τίτλο «Οι λευκές νύχτες του ταχυδρόμου» που είναι γυρισμένη εξ ολοκλήρου στον ρωσικό Βορρά και με ερασιτέχνες ηθοποιούς στους ρόλους. Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Αλεξέι, ενός ταχυδρόμου ο οποίος είναι ο μοναδικός σύνδεσμός των κατοίκων ενός απομονωμένου χωριού με τον υπόλοιπο κόσμο. Η ανατροπή θα γίνει όταν η γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος αποφασίζει να εγκαταλείψει το χωριό και να φύγει για τη μεγαλούπολη. Αυτό που θα ακολουθήσει είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας του Αλεξέι, μέσα από το οποίο ο Κοντσαλόφσκι υμνεί την πολυτιμότητα του πάτριου εδάφους.

Ο Αντρέι Κοντσαλόφσκι συνέλαβε την ιδέα της ταινίας διαβάζοντας στο Διαδίκτυο ένα άρθρο για την περίπτωση ενός ταχυδρόμου της ρωσικής υπαίθρου. Η στατιστική που εμφανιζόταν στο ίδιο άρθρο ήταν πραγματικά εντυπωσιακή γιατί έλεγε ότι τα τελευταία πέντε χρόνια τα χωριά της Ρωσίας έχουν μειωθεί από 51.000 σε 34.000. Σε πολλά από αυτά τα χωριά οι κάτοικοι δεν υπερβαίνουν τους 10 και αυτοί οι άνθρωποι έχουν πραγματικό πρόβλημα επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο αφού οι δρόμοι βρίσκονται σε άθλια κατάσταση και η πρόσβαση σε υπηρεσίες άμεσης ανάγκης, όπως για παράδειγμα τα νοσοκομεία, είναι εξαιρετικά δύσκολη.

«Σε πολλές περιπτώσεις ο ταχυδρόμος είναι στην κυριολεξία ο μόνος κρατικός εκπρόσωπος σε αυτά τα χωριά» είπε ο σκηνοθέτης, επισημαίνοντας τον πολλαπλό ρόλο του. «Δεν μεταφέρει μόνο αλληλογραφία και συντάξεις αλλά φαγητό, φάρμακα, εργαλεία και πετρέλαιο. Και όλα αυτά δεν βρίσκονται στις αρμοδιότητές του αλλά γίνονται επειδή έχει τη διάθεση να βοηθήσει τους συνανθρώπους του».

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Κοντσαλόφσκι συνεργάζεται με ερασιτέχνες ηθοποιούς, κάτι που έκανε για να παραμείνει πιστός στην ντοκιμαντερίστικη δομή του σεναρίου (η «Ιστορία της Αζια», το «Σπίτι των τρελών» και το «Kurochka Ryaba» είναι ταινίες στις οποίες δεν εμφανίζονται γνωστοί ηθοποιοί). Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη η έρευνα και μόνο για τον κατάλληλο ταχυδρόμο που παίζει στην ταινία διήρκεσε οκτώ μήνες. Το όνομά του, Αλεξέι Τριαπίτσκιν.

Ολη η ταινία γυρίστηκε στον Βορρά στην περιοχή Αρκχανγελσκ, όπου βρίσκεται η μεγάλης έκτασης λίμνη Κενοζέρο και ένα τεράστιο εθνικό πάρκο. Η λίμνη είναι περικυκλωμένη από πολλά χωριουδάκια και η απόσταση του ενός από το άλλο είναι εξίσου μεγάλη. Η ομορφιά της ρωσικής φύσης στη συγκεκριμένη περιοχή δεν έπαιξε ρόλο ώστε να γίνουν εκεί τα γυρίσματα. Απλώς ο ταχυδρόμος βρέθηκε εκεί, επομένως ο δικός του χώρος θα γινόταν ο χώρος και της ταινίας. Οι μόνοι επαγγελματίες ηθοποιοί της ταινίας είναι η Ιρίνα Ερμόλοβα και ο Τιμούρ Μπονταρένκο που σύμφωνα με την ιστορία επισκέπτονται το χωριό από την πόλη.

Η γραφή του σεναρίου του «Ταχυδρόμου» άλλωστε άρχισε μετά την ανεύρεση του πρωταγωνιστή της ταινίας. «Ποτέ δεν υπήρξε πραγματικό σενάριο, παρά μόνο μια γραμμή αφήγησης» είπε η Ελενα Κισέλαβα, σεναριογράφος της ταινίας. «Ακόμα και αυτή η γραμμή όμως άλλαξε περί τις 25 φορές από τη στιγμή που άρχισαν τα γυρίσματα γιατί ήταν αδύνατον να προβλέψει κανείς τα γεγονότα της επόμενης μέρας, τα οποία είχαν πάντοτε ενδιαφέρον».

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1.http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=628379
2.http://flix.gr/news/venice-2014-postmans-white-nights.html

 

ΟΛΟΚΛΗΡΗ η ταινία στη Ρωσική γλώσσα :




 2. 

Andrei Konchalovsky-''Maria's Lovers'' ,1984.

-Αμερικάνικη ταινία, σκηνοθεσία Αντρέι Κοντσαλόφσκι με τους: Ναστάζια Κίνσκι, Τζον Σάβατζ, Ρόμπερτ Μίτσαμ
 -Οι «Εραστές της Μαρίας» είναι η πρώτη ταινία του Κοντσαλόφσκι στη Δύση, που όμως φέρει έκδηλα τα σημάδια της σοβιετικής «ψυχής» του, καθώς σ’ όλη τη διάρκεια του φιλμ σπάνια έχεις την αίσθηση ότι η ταινία διαδραματίζεται στη μεταπολεμική Αμερική. Ταυτόχρονα, οι χαρακτήρες των ηρώων και ο ρυθμός της ταινίας θυμίζει έντονα τον κινηματογράφο των ανατολικών χωρών. Η αποκάλυψη όμως της ταινίας είναι η Ναστάζια Κίνσκι, που πραγματοποιεί εδώ την καλύτερη εμφάνισή της. Δίπλα της ο Ρόμπερτ Μίτσαμ, στο σύντομο αλλά δυνατό ρόλο του μέθυσου πατέρα, ενώ και οι ερμηνείες των Τζον Σάβατζ και Κιθ Καραντάιν είναι αξιόλογες και εναρμονισμένες στο πνεύμα της ταινίας.



Με επίκεντρο μια μικρή Αμερικάνικη πόλη, μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πνευματικά και συναισθηματικά «τσακισμένη», το φιλμ "Οι Εραστές της Μαρίας" (Maria's Lovers, 1984) του Αντρέι Κοντσαλόφσκι, εστιάζει στον Άιβαν, έναν καταρρακωμένο στρατιώτη που επιστρέφει σπίτι, κοντά στον αλκοολικό πατέρα του και στη χαμένη αγάπη του, τη Μαρία. Ο ήρωας (ένας υποδειγματικός σε «υπόγεια ένταση» Τζων Σάβατζ) παλεύει να «επουλώσει» όχι μόνο τα χαμένα χρόνια του πολέμου, αλλά και τα σημάδια που άφησαν τα τελευταία στην ψυχή του. Η σκέψη της Μαρίας (Ναστάζια Κίνσκι) είναι η μόνη που τον κρατάει μακριά από τις φρικαλεότητες του πολέμου που θα αντικρύσει, ωστόσο επιστρέφοντας θα βρει την τελευταία με έναν άλλο στρατιώτη, τον Αλ (Βίνσεντ Σπάνο).

Όλοι στη μικρή κοινωνία είναι γοητευμένοι από την απαστράπτουσα Μαρία, ανάμεσά τους ο πατέρας του ήρωα, θαυμάσια ερμηνευμένος από τον αγέρωχο Ρόμπερτ Μίτσαμ, και ένας διερχόμενος τροβαδούρος – κιθαρωδός (Κηθ Κάρανταϊν), αυτός όμως που η Μαρία αγαπάει πραγματικά είναι ο Άϊβαν, ο οποίος δυστυχώς αποδεικνύεται "ανίκανος" στο κρεβάτι ακόμα και μετά το γάμο τους. Το φιλμ διακρίνεται για την εκπληκτικά «τρυφερή» σκηνοθετική ματιά του Κοντσαλόφσκι, τη «φλεγόμενη» ερμηνεία της Κίνσκι και την φωτογραφική του αρτιότητα. Συνιστά ένα συγκινητικό πορτρέτο κατάδυσης στην προσωπική αποξένωση και την αλλοτρίωση που επιφέρει ο πόλεμος στις ψυχές των ανθρώπων, και παράλληλα μια από τις καλύτερες κινηματογραφικές εμφανίσεις της Κίνσκι.

Οι σκηνές ανάμεσα στην Κίνσκι και τον Σάβατζ είναι πολύ καλοδουλεμένες, καθώς αμφότεροι καταδύονται ολοένα και περισσότερο σε ένα λαβύρινθο αμφιβολίας, ματαιωμένης προσμονής και ανεκπλήρωτης σεξουαλικής έντασης. Ο Σάβατζ αποδίδει έξοχα την «εσωτερική πάλη» που βιώνει ο ήρωάς του, ενώ το φιλμ «απογειώνεται» και στις σκηνές που μοιράζονται η Κίνσκι με τον Μίτσαμ, ο οποίος «ατενίζει» το αντικείμενο του πόθου του με μια λαχτάρα και μια επιθυμία εξαιρετικά... «σπάνια» πλέον στο σύγχρονο σινεμά. Η εμβόλιμη παρουσία του περιπλανώμενου μουσικού δρα ολίγον αποπροσανατολιστικά από την κύρια αφηγηματική γραμμή του φιλμ, δίνει ωστόσο στην ηρωίδα την ...«διέξοδο» που αναζητά για να «ανθίσει» η σεξουαλικότητά της, η οποία και εντέλει την κυριεύει.

Είναι αυτή η ίδια «καταπιεσμένη σεξουαλικότητα» της ηρωίδας που θα δώσει στο φιλμ την κορυφαία σκηνή του, μια στιγμή «απογείωσης» με την Κίνσκι μόνη της στην κρεβατοκάμαρά της. Μια από τις πιο «ζωντανές» ερωτικές και πανέμορφα φιλμαρισμένες σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου, με την σκηνοθεσία του Κοντσαλόφσκι να την «καταγράφει» μαγικά, σαγηνευτικά, χωρίς να αισθάνεσαι λεπτό ότι «συμβιβάζεται» ούτε ο ίδιος, ούτε η κάμερά του. Και μια κορυφαία ερμηνευτικά στιγμή της ίδιας της Κίνσκι, που κατορθώνει αντιμέτωπη μονάχα με την κάμερα και τον εαυτό της να «εξωτερικεύσει» όλη την «εσωτερική ερημιά» της ηρωίδας της.

Το φιλμ τέλος, «αποτυπώνει» έξοχα και μια από τις πιο κρίσιμες και σημαντικές στιγμές της Αμερικάνικης κοινωνικής ιστορίας. Κι αν αναλογιστεί κανείς ότι χρειάστηκε ένα Ρώσο σκηνοθέτη, ένα Γάλλο σεναριογράφο (Ζεράρ Μπραχ), έναν Ισπανό διευθυντή φωτογραφίας και μια Γερμανίδα πρωταγωνίστρια για να ολοκληρωθεί, το κάνει ακόμα πιο ιδιαίτερο. Οι "Εραστές της Μαρίας" θα παραμένουν πάντα για μένα ένα από τα μεγάλα «χαμένα» φιλμ της δεκαετίας του ’80, και πάντα θα με εκπλήσσει η «βουβή» υποδοχή που του επιφύλαξε το κοινό. Γυρισμένο με ένα σχετικά χαμηλό προϋπολογισμό και σε διάστημα λιγότερο από δύο μήνες στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ, το φιλμ - που αποτελεί και την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του σκηνοθέτη - δεν έτυχε ποτέ της προσοχής που του άξιζε. Κρίμα, γιατί πρόκειται για ένα σπάνιο δείγμα εκκεντρικού, εύγευστου και αρωματικού κινηματογραφικού «τρύγου», εξαιρετικής εσοδείας.


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ 
1.http://www.imdb.com/name/nm0464846/
2.https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CF%81%CE%AD%CE%B9_%CE%9A%CE%BF%CE%BD%CF%84%CF%83%CE%B1%CE%BB%CF%8C%CF%86%CF%83%CE%BA%CE%B9
3.ΚΕΙΜΕΝΟ:http://filmcracker.blogspot.gr/2013/07/marias-lovers-1984-andrei-konchalovsky.html
4.ΦΩΤΟ:https://www.google.com/search?q=MARIA%27S+LOVERS+++Konchalovsky&biw=1920&bih=969&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ved=0CAYQ_AUoATgKahUKEwinhrnu3uLHAhUBthoKHR5HB4A
5.http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=628379





3.

Andrey Konchalovsky - ''Assia and the Hen with the Golden Eggs'',''Курочка Ряба''.

This Russian-French comedy examines the effects of capitalism and democracy upon a Russian peasant village. It was filmed in the rural village of Bezvodnoye, the setting of this film's 1967 precursor "Asya's Happiness." The outspoken peasant woman Asya returns in this new episode which begins with her walking along a road explaining why democracy doesn't work. Her husband is an alcoholic who lives with a gypsy. Her son works on the black market for the mob. He was part of a theft involving a rare golden egg from the Hermitage Museum in St. Petersburg. Asya's opinions seem to be well founded. In the village crime has increased, inflation is rising, and local authorities are ineffectual. Many locals are so angry at the town Capitalist for running his mill 24-hours per day that they stage a demonstration and begin waving pro-Communist banners. Asya's pet chicken begins to grow and speak. 



After directing seven films in the U.S., Andrei Konchalovsky makes an inauspicious return to his native Russia with “Ryaba, My Chicken,” a forced comedy on the interesting theme of the effects of the new democracy on Russian peasants. Pic will get attention thanks to the director’s name and rep, but the strident tone and sometimes unintentionally risible attempts at comedy will earn it mixed reviews and business at best.

Actually, Konchalovsky is not only returning to Russia here but to his second feature film, the long-banned “Asya’s Happiness,” which he filmed in the small farming community of Bezvodnoye in 1967.

Soviet censors banned the film, apparently because the peasants were presented in an overly naturalistic manner and the collective was shown in a negative light (there was also a childbirth scene that offended the blue noses). Pic was not available for screening until the coming of glasnost in the late ’80 s.

The new film, shot in the same village, reintroduces the feisty peasant woman Asya, though with a different actress in the role: Inna Churikova is the new Asya (Iya Savinna was the original). But the tone of the new film is almost completely different from the earlier one, which was handled in semi-docu style with many non-pro actors and improvised scenes. This time around, the director goes for comedy to depict the changes of the last couple of years.

Pic starts promisingly with Asya herself explaining, in a long monologue as she trudges along a country road, how democracy is, in her view, not working. (There’s rampant inflation, increased crime, breakdown of authority, and people are generally worse off.) Her ex-husband (a repeat performance by Alexander Surin) now lives with a gypsy and is a hopeless alcoholic, and their son (the baby born in the first film) is now a selfish black-marketeer involved with the Russian mob and the theft of a priceless golden egg from the Hermitage Museum in St. Petersburg.

For a while, Konchalovsky presents an interesting if depressing and conservative vision of village life. The activities of a local capitalist timber merchant (well played by the late Victor Mikhailkov) upset the locals — noise from his sawmill keeps them awake at night — to the point that they demonstrate against him with pro-Communist banners and photos of past Soviet leaders.

But after a while, fantasy (Asya’s pet chicken starts to talk and grows to giant proportions) and some unfortunate attempts at broad slapstick (a number of speeded-up chase sequences) spoil the mood completely. The ultimate message of the film is that despite the enormous events of the last few years, basically nothing in Russia will change.


Apart from Mikhailkov, performances are on the strident side, and production values are modest. The decision to include a few b&w sequences from “Asya’s Happiness” proves to be a mistake because the lyrical material from the past is so much better than anything in “Ryaba, My Chicken” itself.

David Stratton

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

https://en.wikipedia.org/wiki/Assia_and_the_Hen_with_the_Golden_Eggs

ΚΕΙΜΕΝΟ:http://variety.com/1994/film/reviews/ryaba-my-chicken-kourotchka-riaba-riaba-ma-poule-1200437109/





4.

Andrey Konchalovsky - ''The Story of Asya Klyachina, Who Loved But Did Not Marry'',1967 

International Federation of Film Critics (FIPRESCI) award – Honorable Mention at the Berlin International Film Festival, 1988. The Nika Award  (Soviet Union) for Best Director, 1989.


 Konchalovsky's best-known Russian film is set on a collective farm. Its humour and lyricism belie the idea that it is propaganda – and go a long way to explaining why the Soviet authorities were so unhappy about it. The mid to late 1960s was the era of a new wave in European cinema. 'Asya's Happiness' stands as a Russian counterpart to the equally personal films made by Czech directors such as Milos Forman and Jiri Menzel; and, indeed, by Ken Loach in Britain.


Asya Klyashina is a cook in a small Russian village, lame and unmarried. During harvest time she works at a field camp where she renews acquaintance with Sasha, a driver returned from the city, who announces that he loves her but has no thought of marriage. Mothers look after their children amid the harvest; the men reminisce about the Patriotic War ("fighting for the Motherland, for Stalin") and about the prison camps after the war. But complications to her life start when Asya discovers she is pregnant by another youth, Stephan. 

Filmed in the great tradition of Soviet realism, ASYA'S HAPPINESS also bears the influence of its time (it was made in 1967, but was previously banned), drawing on contemporary New Wave movements in France, Poland, and Czechoslovakia. It focuses on Savina as the title character, a cheerful, slightly lame young woman who runs the canteen on a collective farm in the steppes of a Siberian province. It is the height of the sun-scorched summer, and men, women, and children alike tend to the harvest. Despite her difficult surroundings, Savina has a zest for life, and her free-spiritedness has resulted in her pregnancy by a fellow farmer, who refuses to marry her. Another worker, who is less handsome and invites her to live in the city, does want to marry Savina, but she cannot surrender herself to a man she does not love.

A simple, straightforward narrative, ASYA'S HAPPINESS is a monument of realism with personal, cinematic flourishes. Two of the film's finest scenes are documentary accounts delivered by nonprofessionals (only the three leads are trained actors): the first by a weather-beaten farmer with a mangled hand who speaks of his war experiences, the second by an aging, defeated man who looks back on a wasted life without love or hope. ASYA'S HAPPINESS is not all depression, however. Much of it is a celebration of film, intensified by Konchalovsky's inspired and energetic camera work. As Asya, Savina shines.

Apparently because Konchalovsky presented his main character as pregnant and unwed--a morally and socially unacceptable characterization--the film was suppressed by Soviet authorities and not released until 1987. With Mikhail Gorbachev's policy of glasnost, the film again saw the light of a projector; Gorbachev even reportedly commented that it was one of the finest films he had seen in the last 10 years.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ
ΚΕΙΜΕΝΟ:http://sovietmovies.blogspot.gr/2010/04/andrei-konchalovsky-asyas-happiness.html