Διχασμένη η Πολωνία στο σταυροδρόμι της εξωτερικής πολιτικής



Στο οκτάμηνο του 2015 υποβλήθηκαν στην Πολωνία 6.700 αιτήσεις ασύλου, ως επί το πλείστον από Τσετσένους, Ουκρανούς και Γεωργιανούς. Ωστόσο, μόνο σε 471 από αυτούς (συμπεριλαμβανομένων 153 Σύρων και 37 Ιρακινών) χορηγήθηκε το καθεστώς του πρόσφυγα. Ένα προβλεπόμενο κύμα μετανάστευσης από την Ουκρανία κατά την διάρκεια του πολέμου στο ανατολικό τμήμα της χώρας, προς το παρόν, δεν έχει πραγματοποιηθεί. Σε σύγκριση με την Ουγγαρία, τη Γερμανία ή την Αυστρία, η έκθεση της Πολωνίας στην κρίση των προσφύγων είναι αμελητέα. Και όμως, η κρίση έχει χτυπήσει την πολωνική κοινωνία και την πολιτική σε εξαιρετικό βαθμό. Απειλεί να εμβαθύνει τους διαχωρισμούς της σε ολόκληρη την κοινωνία και δημιουργεί μια τεράστια απρόβλεπτη πρόκληση, τόσο για την θέση της Πολωνίας στην Ευρώπη, όσο και την εξωτερική πολιτική της χώρας.

Η Πολωνία παραμένει μια βαθιά διχασμένη και ατομικοποιημένη κοινωνία με πολύ χαμηλά ποσοστά εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών της. Σύμφωνα με μια μελέτη από τον κοινωνιολόγο Michal Bilewicz, το 23% των Πολωνών δεν γνωρίζει κανένα πρόσωπο που να εκπροσωπεί διαφορετικές πολιτικές απόψεις. Ο  Bilewicz κάνει λόγο για δύο αντιτιθέμενες "ηθικές φυλετικών κοινοτήτων" στην πολωνική κοινωνία, που μετά βίας επικοινωνούν μεταξύ τους. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κοινότητες αυτές βασίζονται σε διαφορετικές ηθικές βάσεις: η πρώτη σχετίζεται με την "φροντίδα"  που τονίζει την ανάγκη της προστασίας των άλλων, ακόμη και όταν θέτει υπό αμφισβήτηση υπάρχουσες παραδόσεις ή την κυριαρχία, ενώ η δεύτερη βασίζεται στην "πίστη" η οποία δίνει προτεραιότητα στην ενίσχυση της εθνικής κοινότητας και τονίζει την υπεροχή της. 

Περιττό να πούμε ότι, η κρίση των προσφύγων είναι μια πρόκληση που χτυπά στη μέση αυτών των διαιρέσεων, αντιμετωπίζει τα συναισθήματα και τα ένστικτα που αντηχούν για τις δύο ομάδες και τα θέτει σε αντιπαράθεση μεταξύ τους. Η γεφύρωση του χάσματος μεταξύ αυτών των δύο συγκρουόμενων κοινοτήτων παραμένει ένα κρίσιμο εθνικό καθήκον. Η σύγκρουσή τους αποκαλύπτεται τακτικά στις συζητήσεις που κυριαρχούν στην πολωνική δημόσια σφαίρα, όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση ή η τραγωδία του πολωνικού αεροπλάνου στο Σμολένσκ. Η ενασχόληση με την προσφυγική κρίση πιθανότατα θα ενισχύσει, αντί να περιορίσει, τη διαίρεση. 

Και αυτή η διαίρεση μπορεί, επίσης, να εμβαθύνεται και σε άλλους τομείς. Πολύς λόγος γίνεται στην Πολωνία για μια στροφή προς τον συντηρητισμό, ιδιαίτερα μεταξύ της νεότερης γενιάς, μια θέση που έχει επικυρωθεί σε κάποιο βαθμό από δημοσκοπήσεις που παρουσιάζουν μια αύξηση του αυτοπροσδιορισμού ως "δεξιοί" μεταξύ των Πολωνών πολιτών. Υπάρχει επίσης μια αυξανόμενη αίσθηση ανασφάλειας, έλλειψη ελπίδας για το μέλλον, αποξένωση και δυσπιστία προς την πολιτική τάξη στη νεότερη γενιά που οδήγησε σε απροσδόκητα αποτελέσματα στις προεδρικές εκλογές του Μαΐου: η επιτυχία της δεύτερης σειράς πολιτικού Andrzej Duda του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη, καθώς και το συγκλονιστικό 20% για έναν νεοφερμένο στην πολιτική, του σταρ της ροκ Pawl Kukiz, του οποίου οι λαϊκιστικές κατά του κατεστημένου και εθνικιστικές απόψεις υποστηρίχθηκαν από το 40% των νεότερων ψηφοφόρων. Στο σύνολό τους, όλοι αυτοί οι παράγοντες δεν αποτελούν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για μια αντιπαράθεση με τους "άλλους", είτε πρόκειται για πραγματικότητα είτε για φαντασία. 

Η συζήτηση για τους πρόσφυγες ενεργοποιεί πολυεπίπεδες ανησυχίες σχετικά με την ταυτότητα. Η μετανάστευση είναι κάτι καλό ή λάθος; Τί σημαίνει το να είσαι Πολωνός; Σε τί είδους κοινωνία θέλουμε να ζούμε, ανοικτή, ελεύθερη, φιλελεύθερη ή ενάντια στην "διαφορετικότητα" ως απειλή στην "συλλογικότητα"; Προφανώς, αυτές οι επιλογές δεν είναι μαύρο και άσπρο. Αλλά όλα αυτά είναι ερωτήματα που υπάρχουν στο παρασκήνιο της παρούσας συζήτησης, σε μια κοινωνία που ποτέ πριν δεν τις είχε απαντήσει. Υπάρχει μια εντυπωσιακή απουσία σοβαρής δημόσιας συζήτησης για την πολιτική της ενσωμάτωσης, μαζί με τις δηλώσεις κορυφαίων πολιτικών που προτείνουν (και ελπίζουν) ότι οι πρόσφυγες και άλλοι μετανάστες θα απολαύσουν μόνον προσωρινά την πολωνικήν φιλοξενία και θα εξαφανιστούν πάλι σε ένα όχι μακρινό μέλλον. Κάποιοι Γερμανοί υποστηρίζουν ότι η ένταξη των εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών θα είναι μια εθνική πρόκληση μεγέθους συγκρίσιμου με την ενοποίηση της χώρας. Στην Πολωνία η πρόκληση θα είναι να ανοίξει το μυαλό για διαφορετικές έννοιες του έθνους, της κοινωνίας και της κοινότητας. 

Και η προσφυγική κρίση έρχεται, καθώς η ευρωπαϊκή πολιτική της Πολωνίας φτάνει σ’ ένα σταυροδρόμι. Από το 2007, η Πολωνία επεδίωξε να είναι μέρος του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι, αλλά τώρα η μετανάστευση είναι ένα μόνον από τα πεδία στα οποία η Πολωνία έχει απομακρυνθεί από το κέντρο της πολιτικής της ΕΕ. Η Βαρσοβία δεν είναι πλέον ο αρχιτέκτονας την Ostpolitik της ΕΕ, είναι σε πορεία σύγκρουσης με το Βερολίνο και το Παρίσι για το κλίμα, δεν θα ενταχθεί στην Ευρωζώνη σύντομα, αγωνίζεται για να γίνει μέρος της διαδικασίας της ενοποίησης της αμυντικής βιομηχανίας της ΕΕ και έχει (λόγω της διένεξης Ρωσίας-Ουκρανίας) ειδικές και όχι ευρέως διαδεδομένες ανησυχίες για την ασφάλεια. Η ευθυγράμμιση της Πολωνίας με τις χώρες του Βίσεγκραντ για τη μετανάστευση έρχεται σε μια στιγμή που η αντιπολίτευση του Κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη έριξε την ιδέα του υποβιβασμού της συνεργασίας με την Γερμανία και τη Γαλλία υπέρ ενός συνασπισμού της Κεντρικής-Ανατολικής-Νότιας Ευρώπης. Η προσφυγική κρίση και η διαφωνία με τη Γερμανία σχετικά με τις ποσοστώσεις και το χειρισμό της κρίσης φαίνεται να ωθεί περαιτέρω την Πολωνία σε αυτό το μονοπάτι. 

Τέλος, η κρίση των προσφύγων αμφισβητεί ορισμένες θεμελιώδεις υποθέσεις σχετικά με την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας της Πολωνίας. Η επίσημη γραμμή που παρουσιάζεται από την κυβέρνηση (αλλά και από την αντιπολίτευση) δίνει έμφαση στην αντιμετώπιση των βασικών αιτίων των νεότερων κυμάτων της μετανάστευσης στην πρώτη θέση (γεωπολιτική αναστάτωση στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική) και όχι τα συμπτώματά τους (που θα αντιμετωπιστούν, μεταξύ άλλων, από το υποχρεωτικό σύστημα μετεγκατάστασης που απορρίπτει η Βαρσοβία). 

Αλλά δεν μπορεί να γίνει πιστευτό ότι πίσω απ’ αυτές τις διακηρύξεις υπάρχει μια καλοσχεδιασμένη στρατηγική. Στην πραγματικότητα, αν τις πάρουν στα σοβαρά θα πρέπει να επανεξετάσουν εκ νέου μερικά ευκόλως εννοούμενα της Πολωνικής εξωτερικής πολιτικής και να εναντιωθούν σε τάσεις και ένστικτα που την χαρακτηρίζουν τα τελευταία χρόνια. Αφού έχει λάβει μέρος σε αποστολές στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, η Πολωνία τείνει να αποχωρήσει από οποιεσδήποτε στρατιωτικές περιπέτειες στο εξωτερικό. Έχοντας λάβει το όνομά του από τον πρώην πρόεδρο, το "δόγμα Komorowski", λέει ότι η Βαρσοβία θα πρέπει να επικεντρωθεί στην εδαφική άμυνα, ένα συναίσθημα που συμμερίζεται και η αντιπολίτευση και ενισχύεται μαζικά από τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας. Η τελευταία σύγκρουση οδήγησε επίσης σε μια στροφή πίσω στον Ατλαντισμό και σε εμβάθυνση της δυσπιστίας των Ευρωπαίων συμμάχων όπως η Γερμανία ή η Γαλλία για την πολωνική πολιτική ασφάλειας. Η Πολωνία σημείωσε επίσης μια οικονομικοποίηση της εξωτερικής πολιτικής, ειδικά προς μη Ευρωπαίους εταίρους, όπως το Ιράν. 

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ενεργός πολωνική συνεισφορά, αν υπάρξει κάποια,  για την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτίων της μετανάστευσης θα θέσει ορισμένες από αυτές τις τάσεις και τις παραδοχές υπό αμφισβήτηση. Η προσφυγική κρίση δείχνει ότι τα συμφέροντα ασφαλείας της Πολωνίας δεν περιορίζονται στην Ανατολή. Αλλά μήπως η Πολωνία υποστηρίζει πραγματικά την στρατιωτική επιχείρηση εναντίον ISIS ή πιστεύει στη διπλωματία ως το κατάλληλο εργαλείο για να σταματήσει τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία; Αν ισχύει το τελευταίο, τί γίνεται με το ρόλο της Ρωσίας και του Ιράν; Το να μην μιλά (με τη Ρωσία) ή να μιλά μόνο για το εμπόριο (με το Ιράν) μπορεί να μην αποτελεί πια μια εφικτή εναλλακτική λύση αν η Βαρσοβία επρόκειτο να συνδιαμορφώσει την Ευρωπαϊκή απάντηση στην γεωπολιτική αναταραχή στη Μέση Ανατολή. Επίσης, το μέλλον της CSDP, μιας πολιτικής της οποίας η Πολωνία ήταν παραδοσιακά πρωταθλητής, θα μπορούσε να βρίσκεται στην Αφρική (όπως προτείνει ο Nick Witney) όπου η ΕΕ θα πρέπει να γίνει μια πιο ουσιαστική πάροχος ασφάλειας, τουλάχιστον, αν μη τι άλλο για την πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης στις ρίζες της. Οι ΗΠΑ δεν θα βοηθήσουν. Η Βαρσοβία είναι έτοιμη για κάτι τέτοιο; 

Η προσφυγική κρίση άρχισε να αλλάζει την Πολωνία ακόμη και πριν εισέλθουν οι πρώτοι μετανάστες στη χώρα. Τα διλήμματα αυτά προκύπτουν σε ένα πολιτικά φορτισμένο περιβάλλον, καθώς οι κοινοβουλευτικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν στις 25 Οκτωβρίου το πιθανότερο είναι να επιφέρουν μια στροφή προς τα δεξιά. Το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη, η εθνικο-συντηρητική αντιπολίτευση που προηγείται στις δημοσκοπήσεις προειδοποιεί ανοιχτά κατά του εξισλαμισμού και για τις απειλές για την ασφάλεια, αν η Πολωνία επρόκειτο να φιλοξενήσει ακόμη και μερικές χιλιάδες πρόσφυγες. Με την δήλωση του Πολωνού ΥΠΕΞ, μια πολιτική στροφή 180 μοιρών μετά από εβδομάδες δισταγμών, ότι θα είναι σε θέση να δεχθούν ακόμη περισσότερους πρόσφυγες από τους προτεινόμενους από την Επιτροπή στην πρόσφατη πρότασή της, η ερώτηση μετατρέπεται στο κεντρικό και πλέον διχαστικό θέμα στην προεκλογική εκστρατεία. Μένει να δούμε πώς η μελλοντική κυβέρνηση θα χειριστεί τις δεσμεύσεις που είναι πιθανό να αναλάβει ο Πρωθυπουργός Kopacz στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο την Τετάρτη. Αναμφίβολα, αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη θέση και την πολιτική της Πολωνίας στην ΕΕ. 

Του Piotr Buras
24-9-2015

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.ecfr.eu/article/commentary_divided_poland_faces_foreign_policy_crossroads4047