Helmut Schmidt (1918-2015)




Σε ηλικία 96 ετών πέθανε ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ στο Αμβούργο. Ο Σμιτ πέθανε στο Αμβούργο το απόγευμα της Τρίτης.

Διατέλεσε καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας από το 1974 έως το 1982.

Την είδηση του θανάτου του Σοσιαλδημοκράτη πολιτικού έκανε γνωστός γιατρός του. 

Το τελευταίο διάστημα ο Χέλμουτ Σμιτ αντιμετώπιζε έντονα προβλήματα υγείας. Μάλιστα, τις τελευταίες ημέρες η κατάσταση της υγείας του είχε χειροτερεύσει.

Όπως αναφέρει η γερμανική εφημερίδα Die Welt, η κόρη του Σμιτ, Σουζάνα, ταξίδεψε από τη Βρετανία -όπου ζει- στο Αμβούργο για να δει τον πατέρα της.



Ο Χέλμουτ Σμιτ, μανιώδης καπνιστής, 
είχε ανακοινώσει μόλις τον Σεπτέμβριο ότι κόβει το τσιγάρο.

Ένας από τους σημαντικότερους γερμανούς πολιτικούς και ο πιο γνωστός μανιώδης καπνιστής της Γερμανίας, ο Χέλμουτ Σμιτ γεννήθηκε στο Αμβούργο το 1918.

Ιστορικό στέλεχος του SPD, πριν γίνει καγκελάριος είχε διατελέσει υπουργός Άμυνας -στον μεγάλο συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών - Φιλελευθέρων - και υπουργός Οικονομικών.

Ποτέ δεν έκρυψε τα λόγια του, αλλά η ιδιότητά του αυτή δεν ήταν ικανή να μειώσει τη δημοτικότητά του. Μάλιστα, συχνά είχε ψηφιστεί ως ο πιο δημοφιλής πολιτικός της μεταπολεμικής Γερμανίας, παρά το γεγονός ότι πολλοί τον θεωρούσαν απόλυτο στις απόψεις του.

Ερωτηθείς σε συνέντευξη τη γνώμη του για την ηγεσία της γερμανίδας καγκελαρίου, ο Σμιτ είπε: «Θα μου πάρει ώρα να σκεφτώ μια διπλωματική απάντηση». Πιο καυστικός ήταν όταν ρωτήθηκε για τον τότε υπουργό Εξωτερικών Γκίντο Βεστερβέλε: «Δεν μπορείτε σοβαρά να περιμένετε να σας απαντήσω» σημείωσε με καυστικό τρόπο.

Στην ιστορία έχει μείνει και η σκληρή στάση του απέναντι στην οργάνωση Φράξια Κόκκινος Στρατ (RAF). Απέναντι στα αιτήματα της RAF, ο Σμιτ ήταν ανένδοτος. Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι ήθελε να δείξει την ικανότητα του κράτους να προστατεύει τους πολίτες απέναντι στους κινδύνους.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Χέλμουτ Σμιτ είχε χαρακτηρίσει «ανεπιθύμητη» μία έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ.
  Η συνέντευξη στο Αθηναϊκό Πρακτορείο και οι αναφορές στην Ελλάδα

Είχε, πάντως, σημειώσει: «Πρέπει να σας ομολογήσω, ότι οπωσδήποτε δεν θα δεχόμουν την Ελλάδα στην ευρωζώνη. Ήμουν πολύ επιφυλακτικός κάποτε, όταν η Ελλάδα έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, ταυτόχρονα με την Ισπανία και την Πορτογαλία. Γνώριζα πολύ καλά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Του είχα μεγάλη εμπιστοσύνη. Ωστόσο, γνώριζα ότι οι Έλληνες εφοπλιστές δεν πλήρωναν αρκετούς φόρους στην πατρίδα τους και αυτό το γεγονός απέκλειε να ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Μπορεί για την ένταξη στην ΕΟΚ να το άφησα στην άκρη, αλλά δεν θα έβαζα την Ελλάδα στην ευρωζώνη».


Στην φωτογραφία (1977) ο Σμιτ σερβίρει καφέ στον τότε έλληνα πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οι δύο άνδρες είχαν αναπτύξει φιλική σχέση.

Ο Σμιτ ήταν πολύ καλός ρήτορας και η ζωή του αντικατοπτρίζει τη ζωή στη μεταπολεμική Γερμανία. Γεννήθηκε λίγο μετά την ατιμωτική ήττα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο πατέρας του Γκουστάβ ήταν δάσκαλος και η μητέρα του νοικοκυρά με καλλιτεχνική φύση. Είδε την άνοδο των Ναζί, εντάχθηκε στη χιτλερική νεολαία και υπηρέτησε στον γερμανικό στρατό κρύβοντας το γεγονός ότι ο παππούς του είναι εβραίος και ανήλθε πολιτικά σε μία διχασμένη Γερμανία. Ο Σμιτ και ο πατέρας του πλαστογράφησαν έγγραφα, προκειμένου να κρύψουν το γεγονός ότι ο παππούς του ήταν εβραίος. Την αλήθεια για την καταγωγή του αποκάλυψε πολλά χρόνια αργότερα.

Αντίθετα με τους προκατόχους του, οι σχέσεις του με τις ΗΠΑ δεν ήταν τόσο φιλικές, ενώ όπως αναφέρουν οι New York Times δεν έκρυβε την αντιπάθειά του για τον τότε αμερικανό πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ, ενώ ήταν επιφυλακτικός απέναντι στον Ρόναλντ Ρίγκαν.

Σε συνεργασία με τον γάλλο πρόεδρο Βαλερί Ζισκάρ Ντ' Εστέν κατάφερε να απαλύνει την κακή γνώμη των Ευρωπαίων για τη Γερμανία, η οποία είχε αναπτυχθεί εξαιτίας του ναζιστικού παρελθόντος της χώρας.

Όπως αναφέρουν οι New York Times, τα λάθη πολιτικής του -η απροθυμία του να παραδεχθεί τα λάθη του- οδήγησαν το γερμανικό Κοινοβούλιο στο να τον διώξει μετά από οκτώ χρόνια στην καγκελαρία. Οι επικριτές του θεωρούσαν ότι ήταν υπερβολικά «πρόθυμος» να βοηθήσει τη Ρωσία, ενώ δεν βοήθησε την πολιτική του καριέρα και η κριτική που ασκούσε στην Ουάσινγκτον.

Ο Σμιτ δεν φοβόταν να συγκρουστεί και με τους βουλευτές. Το 1982, η Μπούντεσταγκ αποφάσισε να τον «καρατομήσει» και να βάλει στη θέση του τον Χέλμουτ Κολ




Ο Χέλμουτ Σμιτ ήταν συμπαθής στους Γερμανούς και για έναν ακόμα λόγο: εξαιτίας της συζύγου του Χανελόρε Σμιθ, βιολόγου και βοτανολόγου, η οποία ήταν ιδιαίτερα αγαπητή στους γερμανούς πολίτες. Μάλιστα, το όνομά της έχει δοθεί σε λουλούδια στη Λατινική Αμερική και την Αφρική.

Με τη σύζυγό του γνωρίζονταν από παιδιά. Παντρεύτηκαν το 1942.

Το 1949 έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικούς Κόμματος της Γερμανίας και υπηρέτησε στην κυβέρνηση του Αμβούργου, πριν εισέλθει στην κεντρική πολιτική σκηνή.


Μετά την αποχώρησή του από την πολιτική σκηνή, υπήρξε συν-εκδότης του Die Zeit και έδινε συνεντεύξεις και ομιλίες.

«Πολιτικό θεσμό» της Γερμανίας χαρακτήρισε τον πρώην καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ η Άνγκελα Μέρκελ.

«Ο Χέλμουτ Σμιτ ήταν ένας πολιτικός θεσμός της δημοκρατίας μας. Και ήταν και για μένα ένας θεσμός. Κάποιος του οποίου την συμβουλή και την άποψη θεωρούσα σημαντικές», δήλωσε η γερμανίδα καγκελάριος -που είχε συχνά δεχθεί τις επικρίσεις του Σμιτ- και αναφέρθηκε στην συμβολή του στην ευρωπαϊκή ιδέα, στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, αλλά και στις σημαντικές διεθνείς πρωτοβουλίες του, οι οποίες, όπως είπε, έχουν επίδραση ακόμη και σήμερα.

Επιμέλεια: Αγγελική Στελλάκη
Newsroom ΔΟΛ
http://news.in.gr/world/article/?aid=1500038480



O ασυμβίβαστος καγκελάριος της πράξης

Οι Γερμανοί εκτιμούσαν τον Χέλμουτ Σμιτ για την ευφυΐα του, ενώ α
πολάμβανε διεθνώς σεβασμό για τους πολιτικούς και οικονομικούς του χειρισμούς. Ο πρώην καγκελάριος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών.

Μέχρι την τελευταία στιγμή προτιμούσε τις ξεκάθαρες κουβέντες.
 Παρ’ όλα αυτά, ή μάλλον εξαιτίας αυτού, εκτιμήθηκε όσο κανένας άλλος.
 Ακόμη και σήμερα παρέμενε στις δημοσκοπήσεις ο πιο αγαπημένος πολιτικός της νεότερης γερμανικής ιστορίας, παρά την συχνά άκαμπτη και αδιάλλακτη εικόνα που έβγαινε προς τα έξω. Σε μια τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε εν μέσω της ευρωκρίσης είχε πει για τις διαχειριστικές ικανότητες της καγκελαρίου Μέρκελ: «Θα αμφιταλαντευόμουν πολύ μέχρι να βρω μια διπλωματική απάντηση». Ο Χέλμουτ Σμιτ σπανίως μασούσε τα λόγια του. Ακόμη κι όταν εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική σκηνή συνέχισε να σχολιάζει τα πολιτικά πράγματα ασκώντας σκληρή κριτική. Για τη σύγχρονη Γερμανία είχε πει: «Η χώρα μας βρίσκεται στο κέντρο αυτής της μικρής ηπείρου και είναι σε άθλια κατάσταση». Για την ευρωπαϊκή πολιτική στην ουκρανική κρίση: «Γεωπολιτικά παιδιαρίσματα». Για το αν ο Μπαράκ Ομπάμα είναι σπουδαίος πρόεδρος είχε επίσης πει: «Έτσι διατυπωμένο δεν θα το προσυπέγραφα». Ο Χέλμουτ Σμιτ έβλεπε με κριτική ματιά την εξέλιξη της ΕΕ, την μετεξέλιξη της Γερμανίας σε πολυπολιτισμική κοινωνία καθώς και την αποστολή γερμανικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν.

«Το γερμανικό φθινόπωρο»

Πολλοί Γερμανοί συνδέουν το όνομα του Σμιτ με τον άνθρωπο που το φθινόπωρο του 1977 κατάφερε να αντιμετωπίσει χωρίς φόβο την τρομοκρατία της Φράξιας – Kόκκινου Στρατού (RAF). Η δράση της RAF είχε φτάσει στο αποκορύφωμά της με την απαγωγή του προέδρου του Συνδέσμου Εργοδοτών Χανς-Μάρτιν Σλάιερ καθώς και την αεροπειρατεία του αεροσκάφους Landshut της Lufthansa στην πρωτεύουσα της Σομαλίας, Μογκαντίσου. Στόχος των δύο τρομοκρατικών ενεργειών ήταν η άσκηση πίεσης για την αποφυλάκιση μελών της RAF από τις γερμανικές φυλακές. Ο Χέλμουτ Σμιτ παρέμεινε, παρά την πίεση, ανένδοτος. 
Ήθελε να αποδεικνύει κάθε στιγμή την «ικανότητα του κράτους να προστατεύει τους πολίτες του έναντι των κινδύνων» και με αυτόν τον τρόπο θεμελίωνε τη συνεπή του στάση. Το σημαντικότερο γι´ αυτόν ήταν να διατηρήσει ακλόνητη την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στην ικανότητα του κράτους να προστατεύει τους πολίτες. Αυτό εν προκειμένω σήμαινε για τον Σμιτ ότι δεν μπορούσε «να αφήσει ελεύθερους τους τρομοκράτες». Έτσι, αναθέτοντας σε έναν κομάντο των ειδικών δυνάμεων να θέσει τέρμα στην αεροπειρατεία, πήρε μια ριψοκίνδυνη απόφαση, η οποία τελικά οδήγησε σε αίσιο τέλος.

Mια σπουδαία πολιτική καριέρα που ξεκίνησε ξαφνικά
  
O Xέλμουτ Σμιτ ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία αρχικά στη γενέτειρά του, το Αμβούργο, όπου ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του τοπικού υπ. Εσωτερικών. 
Η ικανότητα του στη διαχείριση κρίσεων φάνηκε το 1962 όταν κλήθηκε να αντιμετωπίσει τις συνέπειες μεγάλης καταστροφικής πλημμύρας με τη συνδρομή του γερμανικού στρατού. Η είσοδός του στην κεντρική πολιτική σκηνή της Δυτικής Γερμανίας έγινε το 1964, όταν ανέλαβε τη θέση του επικεφαλής της Κ.Ο. του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD). Στην πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών-Φιλελευθέρων (FDP) με καγκελάριο τον Βίλλυ Μπραντ, διετέλεσε υπ. Άμυνας. Εκεί αναδείχθηκε και το ταλέντο του στη διαχείριση κρίσιμων θεμάτων εθνικής ασφάλειας. Μετά την παραίτηση Μπραντ από την καγκελαρία το 1974, ο Χέλμουτ Σμιτ ήταν ο αδιαμφισβήτητος διάδοχος. Για τον ίδιο δεν ήταν ένα εύκολο έργο. «Ο Βίλλυ Μπραντ δημιούργησε στον γερμανικό λαό απίστευτα υψηλές προσδοκίες», είχε πει. Η πετρελαϊκή κρίση του 1973 και η συνακόλουθη ύφεση δημιουργούσαν αρνητικές προϋποθέσεις για την άσκηση πολιτικής. O Xέλμουτ Σμιτ αντιμετώπισε τα δύσκολα προβλήματα που βρήκε μπροστά του με δυναμισμό και αποφασιστικότητα. Ο γερμανικός λαός τον τίμησε με την ψήφο του δύο φορές, το 1976 και το 1980.

Η δύσκολη σχέση με το SPD

Η σχέση του Σμιτ με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα όλα τα χρόνια της πολιτικής του πορείας δεν ήταν ρόδινη. Ο Σμιτ θεωρούνταν ένας «δεξιός» Σοσιαλδημοκράτης, που δε δίσταζε να αγνοεί ακόμη και τις αποφάσεις των συνεδρίων του κόμματος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και τις αρχές της δεκαετίας του 1980 τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της λεγόμενης «διπλής απόφασης» του ΝΑΤΟ και της εγκατάστασης αμερικανικών πυρηνικών πυραύλων στη Δυτική Γερμανία. Για το λόγο αυτό ο Σμιτ ήρθε αντιμέτωπος με την αντίδραση πολλών μελών του κόμματός του αλλά και πολλών πολιτών που βγήκαν στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι. To SPD έκτοτε έδινε πολιτικό έρεισμα στη διακυβέρνηση Σμιτ με δισταγμό, μέχρι που διαχώρισε τελικά τη θέση του, όταν ο Σμιτ αποχώρησε από την καγκελαρία το 1982.
Μετά την αποχώρησή του από την κεντρική πολιτική σκηνή ο Σμιτ δεν έμεινε άπραγος. Υπήρξε συνεκδότης της εφημερίδας Die Zeit και δεν σταμάτησε να δίνει ομιλίες για θέματα διεθνούς πολιτικής και οικονομίας. Τα πρόσωπα που τον διαδέχθηκαν στην κορυφή της ηγεσίας του SPD δεν τον ενδιέφεραν. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του Γκέρχαρντ Σρέντερ, συνέδραμε στον προεκλογικό αγώνα των Σοσιαλδημοκρατών. Στη συνέχεια επέλεξε να μείνει στο παρασκήνιο μέχρι που το 2011 έκανε την έκπληξη, τασσόμενος υπέρ του συμπαίκτη του στο σκάκι, Πέερ Στάινμπρουκ που διεκδικούσε τότε την καγκελαρία. «Αυτός μπορεί», είχε πει ο Σμιτ για τον Στάινμπρουκ, επιβεβαιώνοντας έτσι κατά ένα τρόπο την ικανότητά του Στάινμπρουκ να διεκδικήσει την καγκελαρία. Λίγο αργότερα, συμμετείχε μετά από δώδεκα χρόνια απουσίας στο συνέδριο του SPD, με μία αξιοπρόσεκτη ομιλία. Σε κάθε περίπτωση, παρά τις προσωπικές επιλογές και την έντονη διαφοροποίησή του από την κεντρική γραμμή του SPD, ο Χέλμουτ Σμιτ παρέμεινε μέχρι το θάνατό του ένας πεπεισμένος εκφραστής της σύγχρονης Σοσιαλδημοκρατίας.


Ζανέτ Ζάιφερτ / Δήμητρα Κυρανούδη
10-11-2015
Deutsche Welle
http://www.dw.com/el/o-%CE%B1%CF%83%CF%85%CE%BC%CE%B2%CE%AF%CE%B2%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B3%CE%BA%CE%B5%CE%BB%CE%AC%CF%81%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CF%81%CE%AC%CE%BE%CE%B7%CF%82/a-18837572








        Σμιτ, Ευρωπαίος χωρίς αστερίσκους    

Δίχως υπερβολή ο πρώην καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας Χέλμουτ Σμιτ που έφυγε προχθές ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος: Πίστευε στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ως στρατηγικό στόχο και δεν την αντιλαμβανόταν ως τακτικό ελιγμό εξυπηρέτησης εθνικών στοχεύσεων.

Η γαλλογερμανική συνεργασία που θεμελίωσαν στα τέλη της δεκαετίας του ’40, αρχές της δεκαετίας του ’50 ο Σουμάν και ο Αντενάουερ είχε ως κινητήρια δύναμη την πίεση των ΗΠΑ για την καλύτερη διαχείριση του σχεδίου Μάρσαλ. 

Επιπλέον η Δημοκρατία της Βόννης ήλπιζε ότι σε μια Γαλλογερμανική Δυτική Ευρώπη θα τερματίζονταν οι επιπτώσεις της ήττας του 1945, ενώ αντίθετα η Γαλλία πίστευε ότι μέσα σε ένα δυτικοευρωπαϊκό πλαίσιο οικονομικής συνεργασίας και ολοκλήρωσης η γερμανική ισχύς θα ήταν υπό έλεγχο.

Η συνεργασία πάγωσε όταν ο Αντενάουερ το 1963 παρά τις μεγαλοστομίες στην υπογραφή του Γαλλογερμανικού Συμφώνου συνεργασίας αρνήθηκε να ακολουθήσει τον Ντε Γκολ στην ανταρσία κατά των ΗΠΑ. Στη συνέχεια μετά το 1969 ο Πομπιντού είδε με δυσπιστία αν όχι με καχυποψία τον Μπραντ να αναζητά τη χειραφέτηση όχι μέσω μιας πιο στενής συνεργασίας με τη Γαλλία για μια πιο χειραφετημένη Δυτική Ευρώπη, αλλά μέσω της Οστπολιτίκ, των ανοιγμάτων δηλαδή απέναντι στη Μόσχα και τους δορυφόρους της.

Έτσι Γαλλία και Δυτική Γερμανία διεκδίκησαν διαδοχικά ρόλο ενδιάμεσου ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, και εκ των πραγμάτων η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση πέρασε σε δεύτερο πλάνο.

Το 1974 ο θάνατος του Πομπιντού έφερε τον Ζισκάρ ντε Εστέν στην Προεδρία της Γαλλίας, ενώ την ίδια εποχή ο εξαναγκασμός του Μπραντ σε παραίτηση μετά την αποκάλυψη σκανδάλου κατασκοπίας ανέδειξε στην Καγκελαρία τον Χέλμουτ Σμιτ.

Οι δύο ηγέτες θα μπορούσαν να μοιρασθούν από κοινού την ώθηση που έδωσαν στη δυτικοευρωπαϊκή τότε ολοκλήρωση, όμως εκ των πραγμάτων ο Σμιτ έπρεπε να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια από ό,τι ο Ζισκάρ ντε Εστέν:
Η Γαλλία με την πολιτική Ντε Γκολ και κυρίως τα πυρηνικά όπλα της είχε τουλάχιστον την επίφαση ότι καλύπτει την εθνική της ασφάλεια χωρίς να εξαρτάται από την προστασία των ΗΠΑ.

Αντίθετα, η Δυτική Γερμανία παρά την Οστπολιτίκ του Μπραντ, τη στενή συνεργασία με τη Μόσχα και την εξομάλυνση των σχέσεων με την Ανατολική Γερμανία δεν μπορούσε να ελέγξει την ένταση από την αντιπαράθεση ΗΠΑ - ΕΣΣΔ που εκτυλισσόταν στα σύνορα των δύο γερμανικών κρατών.

Στο σημείο αυτό ο ρόλος του Σμιτ υπήρξε αποφασιστικός, καθώς αμφισβήτησε ότι υπάρχει αυτόματη εγγύηση της ασφάλειας της Δυτικής Γερμανίας και της Δυτικής Ευρώπης συνολικά από την Ουάσιγκτον. Σε μια ομιλία του το 1977 ανέλυσε εύστοχα ότι οι εξοπλισμοί και τα σενάρια πολέμου των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ έκαναν πιθανή τη διεξαγωγή ενός περιορισμένου πολέμου πυρηνικού και συμβατικού, στο έδαφος των δύο γερμανικών κρατών, με την εθνική επικράτεια των δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων στο απυρόβλητο.

Ο Σμιτ πεπεισμένος Ευρωπαίος μετέβαλε τον μεταπολεμικό δυτικογερμανικό ευρωπαϊκό τακτικισμό σε στρατηγική μονόδρομη επιλογή και συνέβαλε αποφασιστικά στο να επηρεάσει τη Γαλλία του Ζισκάρ προς την ίδια κατεύθυνση.

Ο Χέλμουτ Σμιτ γεννημένος το 1919 υπηρέτησε έξι χρόνια στη Βέρμαχτ και ήταν ο τελευταίος μεταπολεμικός καγκελάριος που έζησε ως προσωπικό βίωμα όχι μόνο τη φρίκη του πολέμου, αλλά το πόσο εύκολα και γρήγορα μπορεί να αποδομηθεί και η πιο εμπεδωμένη σταθερότητα και να υπάρξει διολίσθηση προς τη σύγκρουση.

Έτσι δε, προκαλεί έκπληξη και το ότι από την άνοιξη του 2010 μέχρι και σήμερα ο Σμιτ με την αρθρογραφία του και τις δηλώσεις του υπήρξε έντονα επικριτικός έως απαξιωτικός για την πολιτική των Μέρκελ - Σόιμπλε στη διαχείριση της κρίσης της Ευρωζώνης.

Εγγύηση χωρίς αντίκρισμα

Ο ρόλος του Σμιτ υπήρξε αποφασιστικός, καθώς αμφισβήτησε ότι υπάρχει αυτόματη εγγύηση της ασφάλειας της Δυτικής Γερμανίας και της Δυτικής Ευρώπης συνολικά από την Ουάσιγκτον. Σε μια ομιλία του το 1977 ανέλυσε εύστοχα ότι οι εξοπλισμοί και τα σενάρια πολέμου των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ έκαναν πιθανή τη διεξαγωγή ενός περιορισμένου πολέμου πυρηνικού και συμβατικού, στο έδαφος των δύο γερμανικών κρατών. 

13-11-2015
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27689&subid=2&pubid=113846154



              ΣΧΕΤΙΚΑ