Οι ελίτ καταστρέφουν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πως να καταπολεμηθεί η λογική της αποσύνθεσης;
του Ιβάν Κράστεφ
© New Eastern Europe 5/2015, αναδημοσίευση Eurozine -
Ο ξεχωριστός Βούλγαρος πολιτικός αναλυτής Ιβάν Κράστεφ ρίχνει μια διαπεραστική ματιά στη βαθειά πολιτική πτυχή της ευρωπαϊκής κρίσης. Βλέπει την απειλή που αντιπροσωπεύει σήμερα το ολισθηρό έδαφος προς τη «μεταδημοκρατία», για την οποία έγκαιρα και ηχηρά μας έχουν προειδοποιήσει στοχαστές όπως ο Κόλιν Κράουτς, ο Γιούργκεν Χάμπερμας και άλλοι.
Η ιστορία είναι γεμάτη με παραδείγματα για το πώς ξεκινά η πολιτική λογική της διάσπασης και αποσύνθεσης, γράφει. Μήπως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι το επόμενο θύμα; «Να είστε σίγουροι ότι θα είναι», προειδοποιεί ο Κράστεφ, εφ' όσον το ευρωπαϊκό εγχείρημα εξακολουθήσει να είναι ένα ασφαλές καταφύγιο για τις ελίτ, στο οποίο οι απλοί πολίτες δεν μπορούν να ασκούν κανέναν έλεγχο.
Μια από τις κύριες πτυχές στην όλη πλοκή της σημερινής συζήτησης για την Ευρώπη είναι η εξής: είμαστε υπερβολικά ευρωκεντρικοί και έτσι δεν καταλαβαίνουμε ότι δεν γινόμαστε σαφείς και κατανοητοί στους άλλους. Η ουκρανική διαμάχη είναι ένα τέλειο παράδειγμα, μιας και γίνεται αντιληπτή με εντελώς διαφορετικούς τρόπους εντός και εκτός Ευρώπης. Προφανώς, η σημερινή κρίση στην Ευρώπη, η οποία μας συνοδεύει τα τελευταία επτά χρόνια, είναι πολύ διαφορετική από άλλες κρίσεις που συνέβησαν στον κόσμο. Θυμάμαι όταν η κρίση άρχισε το 2008. Σε μια συνομιλία με τον Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο (José Manuel Barroso), τον τότε πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκείνος απευθύνθηκε σ' εμάς τους αναλυτές και εμπειρογνώμονες με μια απλή και σαφή ερώτηση: «Τι μπορείτε να κάνετε για μας;» Η απάντησή μου ήταν εξίσου ξεκάθαρη: «'Οχι πολλά», του είπα με ειλικρίνεια.
Βουλγαρία, 2013
Δεν είμαι ειδικός στο θέμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ωστόσο είμαι ειδικός σε θέματα αποσύνθεσης και διάλυσης. Γνωρίζω πώς καταρρέουν τα πράγματα· αυτό μελετώ σ' όλη μου τη ζωή. Εργαζόμουν στα Βαλκάνια και ξέρω πώς κατέρρευσαν. Πριν από αυτό είχα μελετήσει την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Συνακόλουθα είπα στον Μπαρόζο το εξής: «Αυτό που μπορούμε να σας προσφέρουμε είναι ένα μοντέλο για το πως λειτουργεί η πολιτική λογική της διάσπασης».
Στη συνέχεια, επί δύο σχεδόν χρόνια, διοργανώσαμε σεμινάρια και συζητήσεις στο Ινστιτούτο Ανθρωπιστικών Επιστημών στη Βιέννη. Καλέσαμε ιστορικούς και πολιτικούς για να συμμετάσχουν μαζί μας σε συζητήσεις που αφορούσαν διαφορετικά παραδείγματα αποσύνθεσης, συμπεριλαμβανομένης της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας.
Σημεία επερχόμενης κατάρρευσης
Τρία σημαντικά θέματα προέκυψαν από αυτές τις συζητήσεις, πολύ χρήσιμα για να κατανοήσουμε την τρέχουσα κρίση στην Ευρώπη. Το πρώτο είναι το γεγονός ότι η κατάρρευση έρχεται απρόβλεπτα. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμη και ένα ή δύο χρόνια πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, όλοι θεωρούσαν αδιανόητο ένα τέτοιο γεγονός. Ας σκεφτούμε μόνον το εξής: μια ομάδα ανώτερων εμπειρογνωμόνων του αμερικανικού Πενταγώνου, η οποία είχε μέσα στους κόλπους της τις πιο έμπειρες αυθεντίες σε θέματα Σοβιετικής Ένωσης, δήλωσε τον Δεκέμβριο του 1990 ότι οι πιθανότητες να καταρρεύσει η Σοβιετική Ένωση ήταν περίπου 20 %. Στο ίδιο πνεύμα, τα κομμουνιστικά κόμματα ισχυρίζονταν ότι λόγω της πολύ μεγάλης αλληλεξάρτησης [των Δημοκρατιών και των εθνών που συναποτελούσαν την Σοβιετική Ένωση], η διάλυση της ΕΣΣΔ δεν ήταν δυνατή και δεν είχε κανένα νόημα. Όπως έδειξαν τα γεγονότα που συνέβησαν μετά, συμβαίνουν συχνά πολλά πράγματα που από οικονομική άποψη δεν έχουν νόημα.
Για να διατυπώσουμε αυτό το σημείο με άλλο τρόπο: ένα μέρος του προβλήματος που έχουμε σήμερα, είναι ότι θεωρούμε την Ευρωπαϊκή Ένωση ως κάτι ανεπίστρεπτα δεδομένο. Όσο πιο πολύ το κάνουμε αυτό, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος της διάλυσης της. Η πεποίθηση ότι κάτι δεν μπορεί να καταρρεύσει, οδηγεί σε συμπεριφορές υψηλού κινδύνου.
Το δεύτερο θέμα που προέκυψε από τις συζητήσεις στη Βιέννη ήταν ότι η αποσύνθεση έρχεται πάντοτε ως αποτέλεσμα μιας εσωτερικής αιτίας. Και ενώ πράγματι ο συνασπισμός πολιτικών δυνάμεων που αντιστρατεύεται την ολοκλήρωση δεν υπερισχύει ποτέ του συνασπισμού που την υποστηρίζει (ακόμη και στην περίπτωση της Σοβιετικής Ένωσης, η πλειοψηφία ήθελε η Σοβιετική Ένωση να διατηρηθεί), δημιουργείται ένας ορισμένος τύπος πολιτικής δυναμικής, η οποία αναπτύσσει μια δική της λογική. Είναι η λογική που αρχίζει να οικοδομείται και να γαλουχείται μόνη της μέσα στην κοινωνία.
Το τρίτο χαρακτηριστικό που προέκυψε από τις συζητήσεις μας ήταν η εξής παρατήρηση: τα μεγάλα εγχειρήματα δεν αρχίζουν να καταρρέουν από την περιφέρεια. Συνακόλουθα, δεν θα διαλύσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση η Βουλγαρία ή η Ελλάδα, όσο σκληρά και άν το προσπαθήσουν. Η αποσύνθεση αρχίζει από το κέντρο. Αρχίζει να συμβαίνει όταν οι κερδισμένοι αρχίζουν να έχουν την αίσθηση ότι είναι οι χαμένοι από αυτό το εγχείρημα. Αυτός είναι ο λόγος που η Πολωνία θεωρείται για πολλούς μια τόσο σημαντική χώρα για την Ευρώπη. Εάν η Πολωνία, η οποία συχνά θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους ωφελημένους της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αρχίσει να κάνει δεύτερες σκέψεις για το σχέδιο της ΕΕ, αυτή η αίσθηση θα συμπαρασύρει στη συνέχεια και άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, να αρχίσουν και αυτές να αμφισβητούν το εγχείρημα.
Ζλάτιου Μπογιατζίεφ: Πριγκίπισσα Ατέχ και οι ονειροκυνηγοί
Ζλάτιου Μπογιατζίεφ: Πριγκίπισσα Ατέχ και οι ονειροκυνηγοί
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ελίτ της Ευρώπης θα πρέπει να επιβάλουν μια «ταυτότητα» στους λαούς της. Άν το κάνουν, θα επιβάλουν μια τεχνητή δομή στην κοινωνία, η οποία δεν ταιριάζει με την πραγματικότητα και δεν θα αντέξει. Στην Ευρώπη, παρ' όλα αυτά, έχουν ήδη γίνει πολλές προσπάθειες για να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή ταυτότητα, παρόμοια με «εθνική ταυτότητα». Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες έχουν αποτύχει και θα συνεχίσουν να αποτυγχάνουν. Πάντα θα υπάρχουν διαιρέσεις στην Ευρώπη, όπως αναπτύχθηκαν στην περίπτωση του πολέμου στο Ιράκ το 2003, τότε που η Ανατολή και η Δύση της Ευρώπης είχαν τηρήσει διαφορετική στάση, ή και τώρα, με την κρίση στην Ουκρανία. Αυτή τη φορά η Ευρώπη είναι διαιρεμένη μεταξύ του Βορρά και του Νότου. Ο Νότος δεν ενδιαφέρεται να μετατραπεί η Ευρώπη σε ένα εγχείρημα αντι-Πούτιν. Αυτό το συναίσθημα δεν προέκυψε επειδή στο νότιο ήμισυ της Ευρώπης υπάρχει κάποια μεγάλη συμπάθεια για τον Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά επειδή ο Νότος δεν πιστεύει ότι [στη σύγκρουση Ρωσίας και Ουκρανίας] διακυβεύεται κάτι σημαντικό για την Ευρώπη. Τα κράτη του Νότου ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για την μεταναστευτική κρίση, παρά για τους αυτονομιστικούς στρατούς τους φιλικούς προς τον Πούτιν που δρούν σε μια περιορισμένη περιοχή της Ουκρανίας.
Ωστόσο πιστεύω ότι η ουκρανική κρίση θα οδηγήσει στην οικοδόμηση μιας νέας ταυτότητας στην Ευρώπη. Όμως δεν θα είναι οικοδόμηση ταυτότητας των Ευρωπαίων, αλλά μάλλον των Ουκρανών. Βλέπουμε ήδη ότι γεννιέται ένα νέο ουκρανικό έθνος. Δυστυχώς αυτή είναι επίσης και μια ευκαιρία για οικοδόμηση μιας [διαφορετικής και πιο επιθετικής] ταυτότητας στη Ρωσία. Θα αρχίσουμε να παρατηρούμε μια νέα, πιο ακραία ρωσική εθνική ταυτότητα, που θα προκύψει ως αποτέλεσμα της κρίσης με την Ουκρανία και της προπαγάνδας που εκπέμπει το Κρεμλίνο στους πολίτες του.
Ένα νέο παράδοξο
Έχει επίσης αναδειχθεί ένα νέο παράδοξο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ως αποτέλεσμα τόσο της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης όσο και της κατάστασης στην Ουκρανία. Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες του εξευρωπαϊσμού ευρέων τομέων της πολιτικής, ενώ ταυτόχρονα βλέπουμε την ανάδυση ενός ανανεωμένου εθνικού συναισθήματος στο επίπεδο των εθνικών κρατών. Πολίτες σ' όλη την Ευρώπη έχουν αρχίσει να βλέπουν με απογοήτευση την ΕΕ. Παρατηρούμε τώρα πώς μπορούν να επανασχεδιαστούν η αλληλεγγύη και οι ενδοευρωπαϊκές διαχωριστικές γραμμές. Οι Γερμανοί δεν είναι πρόθυμοι να κάνουν για τους Έλληνες ό,τι έκαναν για τους Ανατολικογερμανούς στη δεκαετία του 1990. Επιπλέον, η στάση της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα δεν ήταν απόφαση μόνον μιας κυβέρνησης ή ενός κόμματος, αλλά απέρρεε από μια γενική συναίνεση σχετικά με την αντιμετώπιση της Ελλάδας. Και αυτή η συναίνεση δεν περιορίζεται στη Γερμανία, αλλά είναι επίσης ευρέως διαδεδομένη στα περισσότερα κράτη της ΕΕ.
Το 1992, στο βιβλίο του The European Rescue of the Nation State, ο Βρετανός ιστορικός της οικονομίας Alan Milward τάχθηκε εναντίον της θέσης που υποστηρίζει ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα καταστρέψει το έθνος-κράτος. Και πράγματι, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση νομιμοποίησε εκ νέου τα εθνικά κράτη. Ένα από τα αποτελέσματα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η κατάρρευση του εθνικού κράτους [με την υποταγή του στους δύο αντίπαλους συνασπισμούς του διπολικού κόσμου], όμως με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αυτά τα εθνικά κράτη ανέκτησαν τη νομιμοποίησή τους. Σε γενικές γραμμές αυτό συνέβη πριν από δέκα χρόνια περίπου, με την επιτυχημένη προώθηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και στην Κεντρική Ευρώπη, πράγμα που επισημαίνει το γεγονός ότι πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα δεν είναι αποτελέσματα μιας αποτυχίας, αλλά αντίθετα είναι αποτελέσματα της επιτυχίας. Αυτός είναι ο λόγος που είναι τόσο δύσκολο να ανταποκριθούμε σ' αυτά τα προβλήματα.
Ως αποτέλεσμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης βλέπουμε τώρα τις περιφερειακές ταυτότητες να αναδύονται και να ασκούν πίεση στο εθνικό κράτος, όπως συμβαίνει στη Σκωτία ή στην Καταλονία. Για παράδειγμα, οι Καταλανοί λένε το εξής: εφόσον μπορούν κάλλιστα να είναι ένα τμήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε γιατί θα πρέπει να είναι και τμήμα της Ισπανίας; Αυτή ήταν και η στάση της Σκωτίας. Τώρα είναι στιγμές στις οποίες τα εθνικά κράτη αμφισβητούνται από την επιτυχία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης· και αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά.
Ίσως το πιο σημαντικό είναι μια νέα τάση που αναπτύσσεται στην Ευρώπη: μια εξέγερση ενάντια στις [οικονομικές και πολιτικές] ελίτ. Κατά τη γνώμη μου, αυτή η εξέγερση αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη. Αυτό το είδος συναισθήματος που στρέφεται εναντίον των ελίτ γίνεται όλο και ισχυρότερο, χωρίς να υπάρχει μια σαφής ατζέντα που να μας λέει θετικά τι θέλουν στην πραγματικότητα εκείνοι που εξεγείρονται. Ωστόσο είναι σαφές ότι η διαιώνιση του status quo ένα μόνον πράγμα θα καταφέρει: θα κάνει πιο οργισμένη αυτή την κοινωνική ομάδα. Μια επίπτωση του γεγονότος αυτού μπορούμε ήδη να δούμε σε πολλές πρόσφατες ευρωπαϊκές εκλογές, με τις ψήφους διαμαρτυρίας να διαδίδονται ευρέως.
Κύματα διαμαρτυρίας
Αυτή την εξέγερση τη βλέπουμε επίσης στα κύματα των διαδηλώσεων που σάρωσαν την Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Συνακόλουθα, το χειρότερο πράγμα που μπορεί να συμβεί στο ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι να οριοθετηθεί και περιχαρακωθεί ως ένα έργο των ευρωπαϊκών ελίτ. Αν η ΕΕ παύσει να είναι ένα εγχείρημα για την Ευρώπη και γίνει ένα εγχείρημα για τις ελίτ της, τότε θα πρέπει να αναμένουμε ακόμη μεγαλύτερη εξέγερση. Σε τέτοια περίπτωση, μια επίθεση εναντίον των ελίτ θα είναι μια επίθεση που μπορεί να καταστρέψει το ευρωπαϊκό εγχείρημα ως όλον. Αυτό θα συμβεί παρά το γεγονός ότι οι άνθρωποι που διαδηλώνουν στους δρόμους δεν είναι κατ' ανάγκη αντι-ευρωπαίοι· κατά κάποιο τρόπο, είναι η γενιά με το πιο φιλοευρωπαϊκό πνεύμα που είχαμε σ' όλη την ιστορία της ηπείρου.
Το 2013 είχαμε δύο μεγάλα κύματα διαμαρτυρίας στη Βουλγαρία. Το πρώτο τον Φεβρουάριο: εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι στην ύπαιθρο, οργανωμένοι μέσω των social media και χωρίς τη συμμετοχή κανενός πολιτικού κόμματος ή συνδικαλιστικής ένωσης, διαμαρτυρήθηκαν για την εξωφρενικά υψηλή τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτοί οι άνθρωποι που κατέλαβαν τους δρόμους δεν απαίτησαν την παραίτηση της κυβέρνησης, αλλά απλώς ήθελαν μείωση των τιμών. Το κίνημα δεν είχε ηγέτες. Δεν είχαν κανένα σαφές πολιτικό μήνυμα και στις διαδηλώσεις τραγουδούσαν πατριωτικά τραγούδια από τον 19ο αιώνα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα τους είχε να κάνει με μεγάλες εταιρείες ενέργειας από την Αυστρία ή την Τσεχική Δημοκρατία, οι οποίες αποτελούν τους σημαντικότερους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας στη Βουλγαρία. Το μήνυμα προς τις ελίτ της χώρας, το οποίο θα μπορούσε εκ πρώτης όψεως να θεωρηθεί αρκετά εθνικιστικό, ήταν το εξής: «Είμαστε Βούλγαροι, ακριβώς όπως και σεις. Γιατί δεν ενδιαφέρεστε για μάς»;
Τον Ιούνιο του 2013 ξέσπασε ένα άλλο κύμα διαδηλώσεων, που αυτή τη φορά επικεντρώθηκαν περισσότερο στην Σόφια. Αυτή η διαμαρτυρία στρέφονταν εναντίον του προφανώς αδιανόητου διορισμού του Ντελιάν Πέεβσκι, ενός Βουλγάρου που ανήκει στην οικονομική ολιγαρχία, στη θέση του διευθυντή της βουλγαρικής υπηρεσίας ασφαλείας. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν για άλλη μια φορά στους δρόμους, χωρίς υποκίνηση από κανένα πολιτικό κόμμα ή συνδικαλιστική οργάνωση. Οι διαδηλωτές είχαν σημαίες της ΕΕ και ζητούσαν να αντιμετωπίζονται ως Ευρωπαίοι. Αλλά όταν συγκρίνουμε αυτές τα δύο διαμαρτυρίες, θα ήταν λάθος να πούμε ότι υπάρχουν δύο Βουλγαρίες (μια υπέρ της ΕΕ και μία πιο εθνικιστική). Στην πραγματικότητα, πολλοί από αυτούς που δραστηριοποιήθηκαν στην πρώτη διαμαρτυρία, συμμετείχαν επίσης και στη δεύτερη. Τόσο η Ευρώπη όσο και ο εθνικισμός έγιναν ένας τρόπος για να απαιτήσει ο λαός λογοδοσία από την πλευρά των ελίτ. Και τα δύο κύματα διαδηλώσεων είχαν την ίδια βασική αίσθηση: ίσως τώρα είμαστε πιο ελεύθεροι σε σχέση με πριν [στο παλιό καθεστώς], όμως έχουμε χάσει τον έλεγχο επί των ελίτ μας.
Από αυτή την άποψη, η καλύτερη επιλογή που έχει η ΕΕ προκειμένου να επιτύχει, είναι να τη βλέπει ο λαός ως εργαλείο για να αποκτήσει έλεγχο επί των ελίτ και όχι ως ένα ασφαλές καταφύγιο για τις ελίτ. Αν η ΕΕ γίνει το δεύτερο, τότε θα δούμε ακόμη μεγαλύτερα επίπεδα απογοήτευσης και δυσαρμονίας μεταξύ των ελίτ και του λαού. Αυτό είναι το δίδαγμα που η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης πρέπει να κατανοήσει τώρα. Στην περίπτωση που αυτό δεν της γίνει μάθημα τώρα, στο μέλλον θα δούμε τη διάλυση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Το άρθρο είναι συντομευμένη μορφή τη διάλεξης που δόθηκε στο forum «Europe with a View to the Future». Η εκδήλωση έγινε στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Αλληλεγγύης του Gdansk (Πολωνία), από 14 έως 15 Μαΐου 2015.
Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο τεύχος της New Eastern Europe το αφιερωμένο στη Σύγκρουση και Επανασυμφιλίωση, 18 μήνες μετά την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας από Ρωσία και την έναρξη της σύγκρουσης στην ανατολική Ουκρανία.
Ο Ιβαν Κράστεφ (1965) είναι πρόεδρος του Centre for Liberal Strategies στη Σόφια και μόνιμος συνεργάτης του Institute for Human Sciences στη Βιέννη. Ιδρυτικό μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR), μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Κέντρου για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ανάλυση (CEPA), του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Ιδρύματος (ECF) και αλλων φορέων.Μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Transit - Europäische Revue.
Από το 2004-2006 ο Ιβάν Κράστεφ υπήρξε ο εκτελεστικός διευθυντής της Διεθνούς Επιτροπής για τα Βαλκάνια υπό την προεδρία του πρώην πρωθυπουργού της Ιταλίας Τζουλιάνο Αμάτο. Ήταν η editor-in-chief της βουλγαρικής έκδοσης του Εξωτερικής Πολιτικής και ήταν μέλος του Συμβουλίου του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών του Λονδίνου (2005-2011). Συνεργασίες σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Οξφόρδη (St. Antony’s College), ΗΠΑ, Βουδαπέστη, Βερολίνο, Ελβετία.
Δημοσιεύσεις του Ι. Κράστεφ στο Centre for liberal strategies - Σόφια (Αγγλικά)
Μετά την Κρίση - Ιβάν Κράστεφ: Το παράδοξο της δημοκρατίας και η κρίση στην Ευρώπη
Αρθρογραφία του Ιβάν Κράστεφ στο National Endowment for Democracy
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ:
21-11-2015