Η Ουρουγουάη δείχνει τον «πράσινο δρόμο».
Η Ουρουγουάη δείχνει τον «πράσινο δρόμο»
Οι ενεργειακές επενδύσεις στη χώρα τα τελευταία πέντε χρόνια εκτινάχθηκαν στα 7 δισ. δολάρια ή αλλιώς στο 15% του ετήσιου ΑΕΠ της
Καθώς ο πλανήτης επιχειρεί το δύσκολο έργο της μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, μια μικρή χώρα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού κάνει τη μετάβαση να φαίνεται παιδιάστικα απλή και προσιτή. Σε λιγότερο από 10 χρόνια η Ουρουγουάη έχει μειώσει δραστικά το αποτύπωμα άνθρακά της δίχως κρατικές επιχορηγήσεις ή υψηλότερα κόστη για τον καταναλωτή, σύμφωνα με τον επικεφαλής Δημοσίων Υπηρεσιών για την Κλιματική Αλλαγή Ραμόν Μέντες. Λέει μάλιστα ότι τώρα που οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρέχουν το 94,5% του ηλεκτρισμού της χώρας, οι τιμές είναι χαμηλότερες από ό,τι στο παρελθόν σε σχέση με τον πληθωρισμό. Υπάρχουν επίσης λιγότερες περικοπές ρεύματος επειδή μια διαφοροποιημένη σύνθεση ενεργειακών πηγών σημαίνει μεγαλύτερη προσαρμοστικότητα σε ανομβρίες.
Η ιστορία ήταν πολύ διαφορετική μόλις πριν από 15 χρόνια. Στις αρχές του νέου αιώνα το πετρέλαιο αντιπροσώπευε το 27% των εισαγωγών της Ουρουγουάης και ένας νέος αγωγός θα ξεκινούσε να προμηθεύει φυσικό αέριο από την Αργεντινή.
Πλέον το σημαντικότερο στοιχείο στον ισολογισμό εισαγωγών είναι οι ανεμογεννήτριες, τα εξαρτήματα των οποίων καταλαμβάνουν πολύ χώρο στα λιμάνια της χώρας στον δρόμο προς την εγκατάστασή τους.
Η βιομάζα και η ηλιακή ενέργεια έχουν επίσης επεκταθεί. Πέρα από την υπάρχουσα υδροηλεκτρική ενέργεια, αυτό σημαίνει ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αντιπροσωπεύουν σήμερα το 55% της συνολικής σύνθεσης των ενεργειακών πηγών της χώρας (συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων για τις μεταφορές) σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο του 12%.
Παρά τον σχετικά μικρό πληθυσμό της (μόλις 3,4 εκατομμύρια), η Ουρουγουάη έχει κερδίσει παγκόσμια εύσημα τα τελευταία χρόνια. Θέσπισε πρωτοποριακή νομοθεσία για τη μαριχουάνα νομιμοποιώντας την, καινοτόμησε στον αυστηρό έλεγχο του καπνού και εισήγαγε μερικές από τις πιο φιλελεύθερες πολιτικές στη Λατινική Αμερική αναφορικά με τις αμβλώσεις και τον γάμο των ατόμων ιδίου φύλου.
Τώρα απολαμβάνει αναγνώριση για την πρόοδο σχετικά με την απεξάρτηση της οικονομίας της από τον άνθρακα. Εχει εγκωμιαστεί από την Παγκόσμια Τράπεζα και την Οικονομική Επιτροπή για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, ενώ η WWF συμπεριέλαβε την Ουρουγουάη στη λίστα της με τους «Ηγέτες πράσινης ενέργειας» δηλώνοντας δημοσίως: «Η χώρα καθορίζει παγκόσμιες τάσεις όσον αφορά τις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
Ramón Méndez, Uruguay’s head of climate policy:
‘What we’ve learned is that renewables is just a financial business.’
Photograph: Jeon Heon-Kyun/EPA
Συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα
Παγιώνοντας αυτή τη φήμη ο κ. Μέντες μετέβη στο Παρίσι, στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα, μεταφέροντας μία από τις πιο φιλόδοξες εθνικές δεσμεύσεις του κόσμου: την περικοπή κατά 88% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ως το 2017 σε σύγκριση με τον μέσο όρο που ίσχυε για την περίοδο 2009-2013.
Στην επίτευξη αυτού του στόχου δεν περιλαμβάνονται τεχνολογικά θαύματα, ενώ η πυρηνική ενέργεια είναι παντελώς απούσα και καμία νέα υδροηλεκτρική ενέργεια δεν έχει προστεθεί για πάνω από δύο δεκαετίες. Αντί όλων αυτών, όπως ισχυρίζεται, το κλειδί της επιτυχίας είναι μάλλον πληκτικό αλλά ενθαρρυντικά αναπαραγόμενο: σαφήνεια στον τρόπο λήψης αποφάσεων, υποστηρικτικό ρυθμιστικό περιβάλλον και ισχυρή συνεργασία μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Ως αποτέλεσμα οι ενεργειακές επενδύσεις στην Ουρουγουάη τα τελευταία πέντε χρόνια - κυρίως στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αλλά και στο υγραέριο - εκτινάχθηκαν στα 7 δισ. δολάρια ή αλλιώς στο 15% του ετήσιου ΑΕΠ της χώρας. Αυτό ισοδυναμεί με τον επί πέντε φορές μέσο όρο στη Λατινική Αμερική και με το επί τρεις φορές συνιστώμενο από τον οικονομολόγο για το κλίμα Νίκολας Στερν παγκόσμιο μερίδιο.
«Αυτό που αποκομίσαμε είναι ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι απλώς μια οικονομική επιχείρηση» λέει ο κ. Μέντες. «Τα κόστη κατασκευής και συντήρησης είναι χαμηλά, επομένως, εφόσον παράσχεις στους επενδυτές ένα ασφαλές περιβάλλον, το εγχείρημα καθίσταται πολύ ελκυστικό».
Αγροτοβιομηχανικά εργοστάσια με βιοκαύσιμα
Τα αποτελέσματα είναι εμφανή στον αυτοκινητόδρομο 5 από το Μοντεβιδέο προς τα βόρεια. Σε λιγότερο από 200 μίλια περνά κανείς τρία αγροτοβιομηχανικά εργοστάσια που λειτουργούν με βιοκαύσιμα, καθώς και τρία αιολικά πάρκα. Το μεγαλύτερο από αυτά είναι το ισχύος 115 MW εργοστάσιο Peralta, το οποίο κατασκευάστηκε και διευθύνεται από τη γερμανική εταιρεία Enercon. Οι τεράστιες ανεμογεννήτριές του - ύψους 108 μέτρων η καθεμιά - δεσπόζουν πάνω από λιβάδια γεμάτα βοοειδή και στρουθοκαμήλους.
Πέραν του αξιόπιστου ανέμου - 8 μίλια/ώρα περίπου κατά μέσον όρο -, ο κυριότερος πόλος έλξης για τους ξένους επενδυτές όπως η Enercon είναι μια εγγυημένη από τη δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού σταθερή τιμή για 20 χρόνια. Επειδή τα κόστη συντήρησης είναι χαμηλά (μόλις 10 υπάλληλοι) και σταθερά, αυτό το γεγονός από μόνο του εγγυάται κέρδος.
Ως αποτέλεσμα οι ξένες επιχειρήσεις σχηματίζουν ουρά προκειμένου να εξασφαλίσουν την υπογραφή συμβολαίων για αιολικά πάρκα. Ο ανταγωνισμός πιέζει προς τα κάτω τις υποβαλλόμενες προσφορές μειώνοντας το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κατά περισσότερο από 30% τα τελευταία τρία χρόνια. Ο Κρίστιαν Σέφερ, επιβλέπων τεχνικός στην Enercon, δήλωσε ότι η εταιρεία ελπίζει να επεκταθεί, ενώ μια άλλη γερμανική εταιρεία, η Nordex, έχει ήδη κατασκευάσει ένα ακόμη μεγαλύτερο εργοστάσιο βορειότερα κατά μήκος του αυτοκινητοδρόμου 5. Φορτηγά που μεταφέρουν ανεμογεννήτριες, πύργοι και ελικοειδή πτερύγια αποτελούν πλέον συνηθισμένο θέαμα στους δρόμους της χώρας.
Σε σύγκριση με τις περισσότερες άλλες μικρές χώρες με υψηλά ποσοστά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η ενεργειακή σύνθεση εδώ ποικίλλει. Ενώ η Παραγουάη, το Μπουτάν και το Λεσότο εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από την υδροηλεκτρική και η Ισλανδία από τη γεωθερμική ενέργεια, η Ουρουγουάη διαθέτει τέτοιο ενεργειακό φάσμα που την καθιστά πιο ανθεκτική στις αλλαγές του κλίματος.
Αιολικά πάρκα όπως αυτό του Peralta τροφοδοτούν πλέον υδροηλεκτρικούς σταθμούς ώστε τα φράγματα να μπορούν να διατηρούν τα αποθέματά τους για μεγάλο χρονικό διάστημα έπειτα από βροχερές περιόδους. Σύμφωνα με τον Μέντες, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της ευαισθησίας στην ξηρασία κατά 70% - καθόλου ευκαταφρόνητο πλεονέκτημα αν λάβουμε υπόψη ότι ένα έτος ξηρασίας κόστιζε στο παρελθόν στη χώρα σχεδόν το 2% του ΑΕΠ της.
Αυτό δεν είναι το μοναδικό όφελος για την οικονομία. «Για τρία χρόνια δεν έχουμε εισαγάγει ούτε μία κιλοβατώρα» λέει ο Μέντες. «Είχαμε συνηθίσει να εξαρτιόμαστε από τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από την Αργεντινή, πλέον όμως κάνουμε εξαγωγές σε αυτούς. Το περασμένο καλοκαίρι τους πουλήσαμε το ένα τρίτο της παραγωγής μας σε ηλεκτρική ενέργεια».
Υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος μπροστά. Ο τομέας των μεταφορών εξακολουθεί να εξαρτάται από το πετρέλαιο (το οποίο αντιπροσωπεύει το 45% της συνολικής ενεργειακής σύνθεσης). Η βιομηχανία όμως σήμερα - ως επί το πλείστον ο τομέας της μεταποίησης γεωργικών προϊόντων - τροφοδοτείται κυρίως από μονάδες συμπαραγωγής βιομάζας.
Ο Μέντες απέδωσε την επιτυχία της Ουρουγουάης σε τρεις βασικούς παράγοντες: στην αξιοπιστία (μια σταθερή δημοκρατία που ποτέ δεν έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις της ως προς τα χρέη της, επομένως καθίσταται ελκυστική για μακροπρόθεσμες επενδύσεις), στις φυσικές συνθήκες που βοηθούν το εγχείρημα (καλός άνεμος, αρκετή ηλιακή ακτινοβολία και μεγάλη ποσότητα βιομάζας προερχόμενη από τη γεωργία) και ισχυρές δημόσιες επιχειρήσεις (που αποτελούν αξιόπιστο εταίρο για τις ιδιωτικές εταιρείες).
Μολονότι κάθε χώρα στον κόσμο δεν είναι σε θέση να αναπαραγάγει αυτό το μοντέλο, ο Μέντες τονίζει: «Η Ουρουγουάη απέδειξε ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας μπορούν να μειώσουν το κόστος παραγωγής και να καλύψουν πάνω από το 90% της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια χωρίς να χρειάζονται αποθέματα άνθρακα ή πυρηνικούς σταθμούς ενέργειας, ενώ ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά σε αυτό το πεδίο».
Ισως όμως το μεγαλύτερο μάθημα που μπορεί να δώσει η Ουρουγουάη είναι η σημασία του δυναμικού τρόπου λήψης αποφάσεων. Οπως έχει συμβεί σε πάρα πολλά συνέδρια του ΟΗΕ για το κλίμα, η Ουρουγουάη είχε στο παρελθόν παραλύσει από μια φαινομενικά ατελείωτη και γεμάτη ένταση συζήτηση σχετικά με την ενεργειακή πολιτική. Ολα αυτά άλλαξαν όταν η κυβέρνηση συμφώνησε τελικά σε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο που απέσπασε διακομματική στήριξη. «Επρεπε να βιώσουμε μια κρίση για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Σπαταλήσαμε 15 χρόνια με λανθασμένες θέσεις» δήλωσε ο Μέντες. «Το 2008 όμως θέσαμε σε εφαρμογή μια μακροπρόθεσμη ενεργειακή πολιτική που κάλυπτε τα πάντα. Στο τέλος ξεκαθαρίσαμε την κατάσταση».
Αλλοι «μικροί γίγαντες» των ανανεώσιμων πηγών
Η Ουρουγουάη λαμβάνει το 94,5% του ηλεκτρισμού της από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Πέρα από τις παλαιές εγκαταστάσεις υδροηλεκτρικής ενέργειας, μια αρκετά ισχυρή επένδυση στην αιολική ενέργεια, στη βιομάζα και στην ηλιακή ενέργεια τα τελευταία χρόνια αύξησε σε ποσοστό 55% το μερίδιο αυτών των πηγών στη συνολική ενεργειακή σύνθεση σε σύγκριση με τον παγκόσμιο μέσο όρο του 12% και του περίπου 20% στην Ευρώπη.
Η Κόστα Ρίκα σημείωσε νωρίτερα αυτόν τον χρόνο ένα ρεκόρ 94 συνεχόμενων ημερών δίχως χρήση ορυκτών καυσίμων για την προμήθεια ηλεκτρισμού χάρη σε ένα μείγμα περίπου 78% υδροηλεκτρικής, 12% γεωθερμικής και 10% αιολικής ενέργειας. Η κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο να φτάσει στο 100% την εξάρτησή της από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ως το 2021. Ο τομέας των μεταφορών όμως ακόμη δεν ωφελείται από αυτές.
Η Ισλανδία έχει το πλεονέκτημα ότι είναι ένα νησί ηφαιστείων, γεγονός το οποίο της επέτρεψε να αξιοποιήσει γεωθερμικές πηγές για το 85% της θέρμανσής της και - με τη βοήθεια της υδροηλεκτρικής ενέργειας - το 100% του ηλεκτρισμού της. Αυτό την κατέστησε τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν παραγωγό πράσινης ενέργειας στον κόσμο.
Η Παραγουάη διαθέτει ένα τεράστιο υδροηλεκτρικό φράγμα στο Itaipu, το οποίο προμηθεύει το 90% του ηλεκτρισμού της χώρας.
Το Λεσότο λαμβάνει το 100% του ηλεκτρισμού του από μια σειρά φραγμάτων τα οποία έχουν επίσης επάρκεια σε απόθεμα για εξαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη Νότια Αφρική.
Οι άφθονοι υδροηλεκτρικοί πόροι του Μπουτάν παράγουν ένα πλεόνασμα ηλεκτρικής ενέργειας το οποίο αντιπροσωπεύει πάνω από το 40% των εσόδων της χώρας λόγω των εξαγωγών της. Η υπερβολική εξάρτηση όμως από μια πηγή μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα. Σε περιόδους ξηρασίας πρέπει να εισάγει ενέργεια από την Ινδία.
Watts Jonathan
* Το άρθρο δημοσιεύεται στο πλαίσιο της συμμετοχής του «Βήματος» στο διεθνές δίκτυο Climate Publisher's Network, μια συνεργασία εφημερίδων από όλον τον κόσμο για την προώθηση θεμάτων που αφορούν το κλίμα του πλανήτη. Το πρωτότυπο κείμενο με τίτλο «Uruguay makes dramatic shift to nearly 95% electricity from clean energy» δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «The Guardian».
Μετάφραση: Alexia Kefalas/
Αναδημοσιεύεται από το ''ΒΗΜΑ''
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=761310