Γιατί ο Putin επιτίθεται προσωπικά στον Erdogan;
Ο Ρώσος πρόεδρος Vladimir Putin δεν έχει τη φήμη ανθρώπου που παρασύρεται από τα συναισθήματά του ή που κλείνει εύκολα την πόρτα σε πιθανούς συνομιλητές. Και όμως, τις προηγούμενες ημέρες έκανε ακριβώς αυτό. Ανέλαβε, και μάλιστα στην πιο επίσημη περίσταση της ρωσικής πολιτικής, ήτοι την ετήσια ομιλία του για την "κατάσταση του έθνους” την Πέμπτη, να αποδομήσει προσωπικά τον Τούρκο ομόλογό Tayyip Erdoğan, παρουσιάζοντάς τον ως ηγέτη μιας εγκλήματικής "κλίκας” που στηρίζει τους τζιχαντιστές, διότι επωφελείται από τις συναλλαγές μαζί τους. Μάλιστα, συνόδευσε τους ισχυρισμούς του με μια γερή δόση χλευασμού, διερωτώμενος αν ο Αλλάχ αποφάσισε να τυφλώσει την τουρκική ηγεσία για να την καταστρέψει.
Είχε προηγηθεί τη Δευτέρα, στο περιθώριο της Διάσκεψης για το Κλίμα στο Παρίσι, η δήλωση Putin ότι ο πραγματικός λόγος της κατάρριψης του ρωσικού Suhoi-24 από την τουρκική πολεμική αεροπορία ήταν ακριβώς η επιθυμία να καλυφθούν τα ίχνη των αθέμιτων πετρελαϊκών συναλλαγών Τουρκίας-τζιχαντιστών. Ήταν ένα βήμα παραπέρα από τα όσα έως τότε έλεγε ο Ρώσος πρόεδρος, ο οποίος, έστω και ειρωνικά, άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην γνωρίζει η κορυφή της εξουσίας στην Άγκυρα τα φαινόμενα διαφθοράς που επιτρέπουν το παράνομο διασυνοριακό εμπόριο.
Ακολούθησε την Τετάρτη, σε προετοιμασία προφανώς της ομιλίας Putin την επομένη, η θεαματικά οργανωμένη συνέντευξη Τύπου της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, όπου παρουσιάσθηκαν τρεις οδοί μεταφοράς του "λεηλατημένου” συριακού και ιρακινού πετρελαίου προς την τουρκική επικράτεια και κατονομάσθηκαν ο υιός του Τούρκου προέδρου και ο γαμπρός του (και πλέον υπουργός Ενέργειας της νέας κυβέρνησης Davutoğlu) ως οι εγκέφαλοι μιας "υπέροχης οικογενειακής επιχείρησης”.
Οι υποψίες που περιβάλλουν το περιβάλλον του Tayyip Erdoğan έχουν διατυπωθεί σε ανύποπτο χρόνο, όχι μόνο από την τουρκική αντιπολίτευση, αλλά και από μέσα ενημέρωσης της Δύσης (π.χ. την βρετανική εφημερίδα Guardian). Με αυτή την έννοια, οι ρωσικές καταγγελίες δεν κομίζουν κάτι το πραγματικό νέο, αλλά και δεν δείχνουν να είναι στοιχειοθετημένες σε βαθμό τέτοιο που να "δένουν” την υπόθεση. (Λ.χ. υποστηρίχθηκε ότι μέρος του πετρελαίου διοχετεύεται σε διυλιστήριο της τουρκικής πόλης Μπατμάν, το οποίο όμως ανήκει στον όμιλο Koç, υπεράνω πάσης υποψίας για φιλικές σχέσεις με τον κύκλο του Erdoğan).
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Erdoğan, που αντιμετωπίζει δια της ποινικής δικαιοσύνης την παραμικρή υποτιθέμενη προσβολή του προσώπου και του αξιώματός του στο εσωτερικό, έσπευσε να δηλώσει έτοιμος να παραιτηθεί, αν αποδειχθούν οι κατηγορίες της ρωσικής πλευράς – ζητώντας, σε αντίθετη περίπτωση, το ίδιο από τους Ρώσους ιθύνοντες. Ο δε Τούρκος πρωθυπουργός Ahmet Davutoğlu έκανε λόγο για "προπαγάνδα σοβιετικού Τύπου”.
Οι δηλώσεις του μεν Erdoğan έγιναν από το Κατάρ του δε Davutoğlu από το Αζερμπαϊτζάν: όλως τυχαίως, δηλαδή, από χώρες που θα μπορούσαν να μετριάσουν την εξάρτηση της Τουρκίας από το ρωσικό φυσικό αέριο. Ο Amos Hochstein, ο άνθρωπος του State Department για τη ενεργειακή διπλωματία μπορεί να είναι ευτυχής. Πρόκειται άλλωστε για τον ίδιο Αμερικανό αξιωματούχο, ο οποίος έσπευσε να υποβαθμίσει τις ρωσικές καταγγελίες δηλώνοντας ότι είναι "αμελητέος” τόσο ο όγκος του διασυνοριακά διακινούμενου πετρελαίου, όσο και των κερδών που αποφέρει...
Ζητείται πολιτική ερμηνεία
Δεν αποκλείεται καθόλου να προκύψουν το επόμενο διάστημα από πολλές πλευρές στοιχεία που να διευρύνουν και να βαθαίνουν τις ρωσικές καταγγελίες. Όμως, προς το παρόν τα ερωτήματα που αυτές γεννούν είναι πρωτίστως πολιτικά - στον βαθμό που καταστρέφουν προκαταβολικά την δυνατότητα μιας μελλοντικής αποκατάστασης των σχέσεων με μια χώρα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τη Ρωσία και με έναν ηγέτη με τον οποίο ο Putin αφιέρωσε μία δεκαετία οικοδόμησης ισχυρών προσωπικών σχέσεων.
Μέχρι και τις αρχές της εβδομάδας, η δυνατότητα αυτή να αποκλιμακωθεί η κατάσταση παρέμενε ανοιχτή, όπως φανερώνουν οι δίχως ανταπόκριση προσπάθειες του Erdogan να συνομιλήσει τηλεφωνικά με τον Putin ή, αντιστρόφως, η "οδός διαφυγής” που άφηνε ο τελευταίος ανοιχτή, ζητώντας δημοσίως τη συγγνώμη της Άγκυρας σε "υψηλό επίπεδο”.
Είναι δυνατόν να πιστεύει η Ρωσία ότι μπορεί να προκαλέσει την πτώση του Erdogan τη στιγμή που αυτός βρίσκεται μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου στον κολοφώνα της ισχύος του; Έγινε ξαφνικά αντιγραφέας της λογικής της "αλλαγής καθεστώτος” και των κυρώσεων, από τις οποίες η ίδια έχει τόσο δοκιμασθεί, όπως δεν παρέλειψε να σημειώσει ο Ahmet Davutoğlu;
Ή μήπως το ανέβασμα των τόνων επιβλήθηκε από κάποια παράπλευρη τουρκική πρόκληση; Ως τέτοια θα μπορούσε να εκληφθεί, η παρακολούθηση ρωσικού πλοίου από τουρκικό υποβρύχιο στα Δαρδανέλλια και η χαρακτηριστική καθυστέρηση που παρατηρήθηκε στις 29 Νοεμβρίου κατά την διέλευση των Στενών του Βοσπόρου από ρωσικά πλοία – με γραφειοκρατική κωλυσιεργία που τυπικά άφηνε απαραβίαστες τις προβλέψεις της Σύμβασης του Μοντρέ (1936).
Αρκεί κανείς να σημειώσει ότι ακόμη και η Τεχεράνη, που βρίσκεται σε συντονισμό και συναντίληψη με τη Μόσχα, δείχνει να ανησυχεί για τη δυναμική της ρώσο-τουρκικής αντιπαράθεσης και προσφέρεται, δια στόματος συνεργατών του Αγιατολαχ Hamenei, να λειτουργήσει ως μεσολαβητής.
Με το βλέμμα στην "επόμενη μέρα”
Πιθανότατα, τα πραγματικά κίνητρα της Μόσχας έχουν να κάνουν με ό,τι εκτυλίσσεται στο κύριο θέατρο της αντιπαράθεσης, δηλ. τη Συρία, για την οποία ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών John Kerry, τόσο στη Σύνοδο του ΟΑΣΕ στο Βελιγράδι, όσο και κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα εκφράστηκε με αξιοσημείωτη αισιοδοξία. Προέβλεψε ο επικεφαλής του State Department ότι μια συμφωνία ΗΠΑ-Ρωσίας στο ζήτημα της πολιτικής μετάβασης στη Συρία, θα επιτρέψει τον τερματισμό της κρίσης εντός ολίγων μηνών, ενθαρρύνοντας σειρά κρατών και οντοτήτων της περιοχής να συνδράμουν την προσπάθεια καταπολέμησης του Ισλαμικού Κράτους με χερσαίες δυνάμεις. Ακόμη και ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας Laurent Fabius, που έως τώρα πρωτοστατούσε στις εκκλήσεις για απομάκρυνση του Bashar al-Assad, έκανε στροφή, προτάσσοντας ως πρώτη προτεραιότητα μια πολιτική διαδικασία με εγγυήσεις για το μέλλον.
Αν όντως επίκειται μια ευρύτερη συνεννόηση, τότε η Ρωσία έχει κάθε λόγο να απαξιώσει προκαταβολικά (ιδίως στα μάτια του δυτικού ακροατηρίου) κάθε φιλοδοξία της Άγκυρας να έχει λόγο για την "επόμενη μέρα”. Και μέχρι τότε, έχει πολύ περισσότερους λόγους να αποτρέψει κάθε επιχειρησιακή πρωτοβουλία στο "Όρος των Τουρκομάνων” και στα περιβόητα "98 χιλιόμετρα” των τουρκοσυριακών συνόρων, ανάμεσα στα κουρδικά "καντόνια” του Αφρίν και του Κομπάνι, όπου η Τουρκία επείγεται να δημιουργήσει "ασφαλή ζώνη”. Αν η ειρήνευση είναι ρεαλιστική προοπτική, το ποια εδάφη κατέχει ποιά πλευρά τη στιγμή που θα σιγήσουν τα όπλα είναι το μεγαλύτερο διαπραγματευτικό χαρτί.
Η "κουρδική διάσταση"
Τη σημασία της "κουρδικής διάστασης” των τεκταινομένων υπογραμμίζουν οι δηλώσεις του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Sergei Lavrov από το Βελιγράδι ότι ο καλύτερος τρόπος για να τερματισθεί ο εφοδιασμός των τζιχαντιστών από τα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία και το Ιράκ είναι η αξιοποίηση των "συγκεκριμένων δυνατοτήτων” που προσφέρονται επί του εδάφους, ήτοι των κουρδικών δυνάμεων, που θα μπορούσαν να ενισχυθούν τόσο από την ρωσική αεροπορία όσο και από τον υπό τις ΗΠΑ διεθνή συνασπισμό. Το σφράγισμα των συνόρων είναι θέμα το οποίο πλέον εγείρει και η Ουάσιγκτον δια στόματος του προέδρου Obama και του επικεφαλής του Πενταγώνου Ashton Carter.
Σημειώνεται ότι η φιλική προς την Άγκυρα (σε αντίθεση προς τους Κούρδους της Συρίας) κυβέρνηση Barzani στο αυτονομημένο βόρειο Ιράκ, έσπευσε να καλύψει την Άγκυρα, δηλώνοντας ότι είναι δικές της οι εξαγωγές πετρελαίου που φωτογράφισε το Γενικό Επιτελείο της Ρωσίας, ενώ αντίθετα η κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης δηλώνει έτοιμη να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για κλοπή του εθνικού της πλούτου επί τη βάσει των ρωσικών αποκαλύψεων. Ομοίως, η αντικατάσταση με νέες δυνάμεις του τουρκικού τάγματος το οποίο υποστηρίζει τις κουρδοκρατούμενες περιοχές στα ανοιχτά της Μοσούλης έγινε δεκτή από τη Βαγδάτη με καταγγελίες για παραβίαση της ιρακινής κυριαρχίας.
Επιστροφή στην αγκαλιά της Δύσης
Οι υψηλοί τόνοι από ρωσικής πλευράς έχουν πάντως το αποτέλεσμα να σπρώχνουν την Άγκυρα πιο βαθιά στην αγκαλιά της Δύσης, από την οποία παρεξέκλινε τα προηγούμενα χρόνια με κινήσεις όπως η παραγγελία αντιπυραυλικών συστημάτων από την Κίνα, η συμφωνία για το αγωγό ρωσικού φυσικού ρωσικού αερίου Turkish Stream ή και το ενδιαφέρον του Erdoğan για ένταξη της χώρας του στον Οργανισμό της Σαγκάης. Μπροστά στην προοπτική μιας δυνάμει ανεξέλεγκτης Τουρκίας με φιλοδοξίες να ηγεμονεύσει σε όλο τον ισλαμικό κόσμο, ακόμη και αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι απαραιτήτως ενοχλητικό ούτε καν για την ίδια τη Μόσχα.
Του Κώστα Ράπτη
6-12-2015
http://www.capital.gr/diethni/3086395/giati-o-putin-epitithetai-prosopika-ston-erdogan
Η Τουρκία αλλάζει
Η Τουρκία φθάνει στα όριά της, μετά την αλλοπρόσαλλη πολιτική των τελευταίων χρόνων. Στο εσωτερικό, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επενδύει στον διχασμό και στον έλεγχο κάθε πιθανής πηγής αντίρρησης για να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση του στην προεδρία, ενώ στην εξωτερική πολιτική οι αυτοσχεδιασμοί και συναισθηματισμοί οδήγησαν σε επιδείνωση των σχέσεων σε όλα τα μέτωπα. Η μόνη διέξοδος είναι η επιστροφή στη δυτική πορεία της χώρας και στη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων της πρώτης περιόδου της διακυβέρνησης Ερντογάν.
«Η επανάληψη των λαθών θα οδηγήσει την Τουρκία σε διάλυση», προειδοποίησε ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Αγκυρας, Baskin Oran, σε συνέδριο στην Ουάσιγκτον την περασμένη Πέμπτη. Ο Οράν επισήμανε ότι μετά τις διαδηλώσεις για τη διάσωση του πάρκου Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, το 2013, και μετά τις σοβαρές καταγγελίες για διαφθορά του Ερντογάν και του στενού του κύκλου, ο πρόεδρος πιέζει προς την κατεύθυνση του ενός ανδρός αρχή. Επίσης, προωθεί την «ισλαμοποίηση» της παιδείας, ισοπεδώνει τους θεσμούς που ελέγχουν ο ένας τα όρια της εξουσίας του άλλου (τα checks and balances που λέμε) και διχάζει τον λαό ολοένα περισσότερο, επενδύοντας στην ανασφάλεια και στη στήριξη από «ισλαμοεθνικιστές».
Η δύναμη του Ερντογάν πηγάζει από την έως προσφάτως επιτυχημένη πορεία της χώρας και από τα λάθη των προηγούμενων κυβερνήσεων. «Οι άνθρωποι φοβούνται την επιστροφή του κεμαλικού κράτους», επισήμανε ο Οράν, στο συνέδριο για την Τουρκία που οργάνωσαν το Middle East Institute της Ουάσιγκτον και το γερμανικό ίδρυμα Friedrich Ebert. Επίσης, η νέα ισλαμική μπουρζουαζία που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια δεν θέλει να χάσει τα προνόμιά της. Αλλοι «σύμμαχοι», επισήμανε, είναι η Ε.Ε., «επειδή φοβάται το προσφυγικό πρόβλημα», και οι ΗΠΑ, «επειδή θέλουν τη χρήση της βάσης Incirlik». Ο καθηγητής ήταν ευθύς, ωμός.
Ο Koray Caliskan, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Bogazici, επισήμανε την τακτική του Ερντογάν να ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης αλλά και να αποκλείει τον διάλογο σε όλα τα επίπεδα, μέσα σε μια στρατηγική «αέναης κρίσης». Ο Τσαλισκάν επισήμανε την οργανωτική δεινότητα του ΑΚΡ, του κόμματος που ίδρυσε ο Ερντογάν, όπου οι τοπικοί υπεύθυνοι σε όλη τη χώρα γνωρίζουν έναν-έναν τους ψηφοφόρους. Προσέθεσε, όμως: «Το ΑΚΡ δεν έχει καμία εναλλακτική από τον αυταρχισμό, και γι’ αυτό θα χάσει». Το ερώτημα είναι πότε θα αλλάξει αυτή η πορεία.
Η απάντηση ήρθε από έναν από τους πιο έμπειρους πρώην διπλωμάτες της Τουρκίας, τον Unal Cevikoz: όταν δεν μένει άλλη επιλογή. Ο Τσεβικόζ μιλούσε για την εξωτερική πολιτική, σημειώνοντας ότι απ’ όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Ερντογάν, το 2002, η εσωτερική πολιτική καθορίζει την εξωτερική όσο ποτέ πριν. Είναι η πρώτη φορά που η εξωτερική πολιτική ελέγχεται από την ιδεολογία, και αυτή η ιδεολογία είναι ο «πανισλαμισμός», είπε. Αυτός ήταν ο λόγος που η Αραβική Ανοιξη πρόσφερε στον Ερντογάν την ευκαιρία να δει εαυτόν ως νέας μορφής χαλίφη, ενώ η Τουρκία ενεπλάκη στις εξελίξεις σε πολλές άλλες χώρες, στηρίζοντας μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Αυτό έφερε την Αγκυρα σε σύγκρουση, μεταξύ άλλων, με τη σημερινή κυβέρνηση στην Αίγυπτο και με το καθεστώς Ασαντ στη Συρία. Η εμπλοκή στη Συρία είναι καθοριστική, επειδή η Αγκυρα δεν κατάλαβε τον κίνδυνο του «Ισλαμικού Κράτους», βλέποντάς το στην αρχή ως μια αντίδραση των σουνιτών εναντίον της επέλασης των σιιτών στην περιοχή, αλλά και επειδή απέτυχε σε όλους τους στόχους της. Με την ένταση που προκλήθηκε από την πρόσφατη κατάρριψη ρωσικού βομβαρδιστικού από τουρκικό αεροσκάφος, ο Τσεβικόζ είπε: «Η Τουρκία ανακαλύπτει πάλι τη συμμαχία με το ΝΑΤΟ, τη σημασία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τη σημασία των πολιτικών ασφαλείας της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Αυτά δεν τα καταλαβαίνει οικειοθελώς, αλλά επειδή δεν έχει άλλη επιλογή».
Η Γκιονούλ Τολ (Gonul Tol), διευθύντρια του Κέντρου Τουρκικών Μελετών του Middle East Institute, περιέγραψε το «σενάριο-εφιάλτη» για την Τουρκία που εξελίσσεται στη Συρία. Ενώ στόχος της ήταν να ρίξει τον Ασαντ και να αποτρέψει την ενίσχυση των Κούρδων, η συμμαχία των Αμερικανών με τους Κούρδους της Συρίας (τους οποίους έχει βομβαρδίσει η Τουρκία) και η εμπλοκή με τη Ρωσία έχουν περιπλέξει τα πράγματα. «Η Τουρκία σήμερα έχει ανάγκη τους δυτικούς συμμάχους όσο ποτέ άλλοτε. Εως τώρα δεν ήταν τόσο πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Δύση».
Το άμεσο μέλλον θα δείξει εάν ο ίδιος ο πρόεδρος έχει το σθένος να αλλάξει πορεία, εάν θα υπάρξουν άνθρωποι γύρω του που θα τολμήσουν να τον ωθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση, ή εάν η Τουρκία οδεύει χωρίς φρένο προς το άγνωστο.
ΝΙΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ
6-12-2015
http://www.kathimerini.gr/841163/opinion/epikairothta/politikh/h-toyrkia-allazei
Η Τουρκία αλλάζει
Η Τουρκία φθάνει στα όριά της, μετά την αλλοπρόσαλλη πολιτική των τελευταίων χρόνων. Στο εσωτερικό, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επενδύει στον διχασμό και στον έλεγχο κάθε πιθανής πηγής αντίρρησης για να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση του στην προεδρία, ενώ στην εξωτερική πολιτική οι αυτοσχεδιασμοί και συναισθηματισμοί οδήγησαν σε επιδείνωση των σχέσεων σε όλα τα μέτωπα. Η μόνη διέξοδος είναι η επιστροφή στη δυτική πορεία της χώρας και στη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων της πρώτης περιόδου της διακυβέρνησης Ερντογάν.
«Η επανάληψη των λαθών θα οδηγήσει την Τουρκία σε διάλυση», προειδοποίησε ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Αγκυρας, Baskin Oran, σε συνέδριο στην Ουάσιγκτον την περασμένη Πέμπτη. Ο Οράν επισήμανε ότι μετά τις διαδηλώσεις για τη διάσωση του πάρκου Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, το 2013, και μετά τις σοβαρές καταγγελίες για διαφθορά του Ερντογάν και του στενού του κύκλου, ο πρόεδρος πιέζει προς την κατεύθυνση του ενός ανδρός αρχή. Επίσης, προωθεί την «ισλαμοποίηση» της παιδείας, ισοπεδώνει τους θεσμούς που ελέγχουν ο ένας τα όρια της εξουσίας του άλλου (τα checks and balances που λέμε) και διχάζει τον λαό ολοένα περισσότερο, επενδύοντας στην ανασφάλεια και στη στήριξη από «ισλαμοεθνικιστές».
Η δύναμη του Ερντογάν πηγάζει από την έως προσφάτως επιτυχημένη πορεία της χώρας και από τα λάθη των προηγούμενων κυβερνήσεων. «Οι άνθρωποι φοβούνται την επιστροφή του κεμαλικού κράτους», επισήμανε ο Οράν, στο συνέδριο για την Τουρκία που οργάνωσαν το Middle East Institute της Ουάσιγκτον και το γερμανικό ίδρυμα Friedrich Ebert. Επίσης, η νέα ισλαμική μπουρζουαζία που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια δεν θέλει να χάσει τα προνόμιά της. Αλλοι «σύμμαχοι», επισήμανε, είναι η Ε.Ε., «επειδή φοβάται το προσφυγικό πρόβλημα», και οι ΗΠΑ, «επειδή θέλουν τη χρήση της βάσης Incirlik». Ο καθηγητής ήταν ευθύς, ωμός.
Ο Koray Caliskan, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Bogazici, επισήμανε την τακτική του Ερντογάν να ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης αλλά και να αποκλείει τον διάλογο σε όλα τα επίπεδα, μέσα σε μια στρατηγική «αέναης κρίσης». Ο Τσαλισκάν επισήμανε την οργανωτική δεινότητα του ΑΚΡ, του κόμματος που ίδρυσε ο Ερντογάν, όπου οι τοπικοί υπεύθυνοι σε όλη τη χώρα γνωρίζουν έναν-έναν τους ψηφοφόρους. Προσέθεσε, όμως: «Το ΑΚΡ δεν έχει καμία εναλλακτική από τον αυταρχισμό, και γι’ αυτό θα χάσει». Το ερώτημα είναι πότε θα αλλάξει αυτή η πορεία.
Η απάντηση ήρθε από έναν από τους πιο έμπειρους πρώην διπλωμάτες της Τουρκίας, τον Unal Cevikoz: όταν δεν μένει άλλη επιλογή. Ο Τσεβικόζ μιλούσε για την εξωτερική πολιτική, σημειώνοντας ότι απ’ όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία ο Ερντογάν, το 2002, η εσωτερική πολιτική καθορίζει την εξωτερική όσο ποτέ πριν. Είναι η πρώτη φορά που η εξωτερική πολιτική ελέγχεται από την ιδεολογία, και αυτή η ιδεολογία είναι ο «πανισλαμισμός», είπε. Αυτός ήταν ο λόγος που η Αραβική Ανοιξη πρόσφερε στον Ερντογάν την ευκαιρία να δει εαυτόν ως νέας μορφής χαλίφη, ενώ η Τουρκία ενεπλάκη στις εξελίξεις σε πολλές άλλες χώρες, στηρίζοντας μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως τους Αδελφούς Μουσουλμάνους. Αυτό έφερε την Αγκυρα σε σύγκρουση, μεταξύ άλλων, με τη σημερινή κυβέρνηση στην Αίγυπτο και με το καθεστώς Ασαντ στη Συρία. Η εμπλοκή στη Συρία είναι καθοριστική, επειδή η Αγκυρα δεν κατάλαβε τον κίνδυνο του «Ισλαμικού Κράτους», βλέποντάς το στην αρχή ως μια αντίδραση των σουνιτών εναντίον της επέλασης των σιιτών στην περιοχή, αλλά και επειδή απέτυχε σε όλους τους στόχους της. Με την ένταση που προκλήθηκε από την πρόσφατη κατάρριψη ρωσικού βομβαρδιστικού από τουρκικό αεροσκάφος, ο Τσεβικόζ είπε: «Η Τουρκία ανακαλύπτει πάλι τη συμμαχία με το ΝΑΤΟ, τη σημασία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τη σημασία των πολιτικών ασφαλείας της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Αυτά δεν τα καταλαβαίνει οικειοθελώς, αλλά επειδή δεν έχει άλλη επιλογή».
Η Γκιονούλ Τολ (Gonul Tol), διευθύντρια του Κέντρου Τουρκικών Μελετών του Middle East Institute, περιέγραψε το «σενάριο-εφιάλτη» για την Τουρκία που εξελίσσεται στη Συρία. Ενώ στόχος της ήταν να ρίξει τον Ασαντ και να αποτρέψει την ενίσχυση των Κούρδων, η συμμαχία των Αμερικανών με τους Κούρδους της Συρίας (τους οποίους έχει βομβαρδίσει η Τουρκία) και η εμπλοκή με τη Ρωσία έχουν περιπλέξει τα πράγματα. «Η Τουρκία σήμερα έχει ανάγκη τους δυτικούς συμμάχους όσο ποτέ άλλοτε. Εως τώρα δεν ήταν τόσο πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Δύση».
Το άμεσο μέλλον θα δείξει εάν ο ίδιος ο πρόεδρος έχει το σθένος να αλλάξει πορεία, εάν θα υπάρξουν άνθρωποι γύρω του που θα τολμήσουν να τον ωθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση, ή εάν η Τουρκία οδεύει χωρίς φρένο προς το άγνωστο.
6-12-2015
http://www.kathimerini.gr/841163/opinion/epikairothta/politikh/h-toyrkia-allazei