Η παγκοσμιοποίηση; Επινοήθηκε κατά την ελληνιστική εποχή!


Αποτελεί ξεχωριστή χαρά και τιμή για τη στήλη μας να φιλοξενεί σήμερα έναν σπουδαίο ιστορικό που μελετά την ελληνική αρχαιότητα, διεθνώς αναγνωρισμένο για τις πρωτοποριακές μελέτες του σχετικά με την κοινωνία, τον πολιτισμό και τις θρησκείες της ελληνιστικής εποχής – τον καθηγητή Αγγελο Χανιώτη.
Αφορμή γι’ αυτήν τη συνέντευξη είναι η έναρξη την επόμενη εβδομάδα, στις 25/1/2016, του νέου κύκλου πανεπιστημιακών μαθημάτων Ιστορίας που θα δώσει ο επιφανής ιστορικός στο πλαίσιο του προγράμματος «Mathesis» των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης.
Για τη σημασία αυτών των δωρεάν διαδικτυακών μαθημάτων έχουμε ήδη μιλήσει εκτενώς τόσο με τον κβαντικό φυσικό και πρόεδρο των ΠΕΚ Στέφανο Τραχανά όσο και με την ιστορικό Μαρία Ευθυμίου («Εφ.Συν.», 24/10/2015 και 30/11/2015).
Ζητήσαμε από τον Α. Χανιώτη να μας μιλήσει για το αντικείμενο και τους στόχους αυτού του Β΄ κύκλου μαθημάτων που έχουν γενικό τίτλο «Η μακρά ελληνιστική εποχή: ο ελληνικός κόσμος από τον Αλέξανδρο στον Αδριανό».

⚫ Για τα πανεπιστημιακά μαθήματα ιστορίας του διαδικτυακού προγράμματος «Mathesis» επιλέξατε τον τίτλο «Η μακρά ελληνιστική εποχή: ο ελληνικός κόσμος από τον Αλέξανδρο στον Αδριανό». Οι ιστορικοί τοποθετούν συνήθως το τέλος της ελληνιστικής εποχής το 30 π.Χ. Τι σας έκανε να επεκτείνετε αυτήν την ιστορική περίοδο έως την εποχή του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού;

Στην ιστορική επιστήμη κάθε χωρισμός σε περιόδους είναι διαδικασία αυθαίρετη, όσο κι αν υπάρχουν αδιαμφισβήτητες τομές. Μια τέτοια τομή στην πολιτική ιστορία του αρχαίου κόσμου είναι όντως το έτος 30 π.Χ. Σημαδεύει την κατάκτηση του τελευταίου μεγάλου ελληνιστικού βασιλείου (της πτολεμαϊκής Αιγύπτου) και την εγκαθίδρυση ενός μοναρχικού πολιτεύματος στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

Ωστόσο, αυτή η τομή δεν έχει καμιά σημασία για τη θρησκεία, δεν επηρεάζει σημαντικά τους πολιτικούς θεσμούς των πόλεων και αφορά σε πολύ μικρό βαθμό την κοινωνία και τον πολιτισμό. Σε όλους αυτούς τους τομείς παρατηρούμε αλλαγές πολύ νωρίτερα από το 30 π.Χ. Το έτος αυτό δεν είναι τομή ούτε και για τη ρωμαϊκή κυριαρχία στον ελληνικό κόσμο, αφού σε κάποιες ελληνικές περιοχές η ρωμαιοκρατία αρχίζει ήδη από το 146 π.Χ. και άλλες περιοχές θα γίνουν ρωμαϊκές επαρχίες πολύ μετά το 30 π.Χ.

Κυρίως, όμως, πολλά φαινόμενα που παρατηρούμε στην «κυρίως» ελληνιστική εποχή φθάνουν στην ολοκλήρωσή τους στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες: π.χ. ο «ευεργετισμός», η πολιτική κυριαρχία μιας ολιγαρχίας ή η ύπαρξη ευρέων οικονομικών δικτύων. Η περίοδος από τον Αλέξανδρο έως τον θάνατο του Αδριανού (138 μ.Χ.) έχει περισσότερες συνέχειες παρά τομές. Γι’ αυτό καλό είναι να εξετάζεται ενιαία.

Θα μπορούσα να είχα τοποθετήσει το τέλος αυτής της «μακράς ελληνιστικής εποχής» στο έτος 212 μ.Χ., όταν όλοι οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας απέκτησαν το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη. Προτίμησα ωστόσο τον Αδριανό για έναν σημαντικό λόγο: είναι ο αυτοκράτορας που ιδρύει το «Πανελλήνιον», ένα συνέδριο όλων των ελληνικών πόλεων, κλείνοντας έτσι έναν κύκλο που ξεκίνησε ο Μέγας Αλέξανδρος με την πανελλήνια εκστρατεία του. Με τον φιλέλληνα Αδριανό οι Ελληνες συμφιλιώνονται οριστικά με τη ρωμαϊκή κυριαρχία, χωρίς να χρειαστεί να αποβάλουν την ελληνική τους πολιτιστική συνείδηση.

⚫ Ωστόσο, η καινοτομία της προσέγγισής σας δεν εξαντλείται στη χρονολογική διεύρυνση. Για παράδειγμα, χρησιμοποιείτε συστηματικά την ποίηση του Καβάφη ως εργαλείο κατανόησης του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς της ελληνιστικής εποχής! Πώς όμως μετουσιώνεται η ποίηση του Καβάφη σε ιστορική μαρτυρία;


Ο ίδιος ο Καβάφης είχε εξομολογηθεί ότι είναι ποιητής ιστορικός που άκουγε μέσα του φωνές να του λένε ότι μπορεί να γράψει ιστορία. Δύο ιστορικές περίοδοι τον σαγήνευαν περισσότερο: η ελληνιστική εποχή και η ύστερη αρχαιότητα. Θα του θύμιζαν μάλλον την Αλεξάνδρειά του, η μία με τη συνύπαρξη γλωσσών και πολιτισμών, η άλλη με την αντιπαράθεση θρησκειών.

Εχοντας εντρυφήσει στις αρχαίες πηγές, ο Καβάφης δείχνει μια απαράμιλλη ικανότητα στο να κατανοεί τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ελληνιστικής εποχής και να τα συμπυκνώνει σε μια εικόνα.

Σε πολλές του προσεγγίσεις είναι έναν αιώνα πιο μπροστά από τους επαγγελματίες ιστορικούς της εποχής του.

Ενδιαφέρεται λόγου χάριν για τη θεατρική συμπεριφορά ελληνιστικών μοναρχών, την πολυπολιτισμικότητα και τον επαναπροσδιορισμό ταυτοτήτων, ή για την απροσδιόριστη προσδοκία μιας αλλαγής σε εποχή κρίσης.

Η ποίηση του Καβάφη δεν αποτελεί ιστορική μαρτυρία, είναι όμως ιστορική προσέγγιση.

Και κάτι άλλο: ο Καβάφης διαλέγεται με την αρχαιότητα έχοντας τη ματιά του στο δικό του σήμερα, όπως οφείλει να κάνει και ένας καλός ιστορικός.

Οταν ο Καβάφης μας μεταφέρει στην απόμακρη αρχαιότητα, δημιουργεί ένα αίσθημα ασφαλούς απόστασης από το φαινόμενο το οποίο εξετάζει· γρήγορα όμως κατανοούμε πως η καυστική του παρατήρηση τελικά στόχο έχει σύγχρονους τρόπους συμπεριφοράς. Λυπάμαι που ο περιορισμένος χρόνος στα μαθήματα δεν μου επέτρεψε να αναλύσω περισσότερα από τα σχετικά ποιήματά του.

⚫ Γιατί επιλέξατε να εστιάσετε στην ελληνιστική εποχή; Και τι ακριβώς εννοείτε όταν λέτε ότι η ελληνιστική εποχή αποτελεί μια «πρώιμη περίοδο παγκοσμιοποίησης»;

Ο όρος «παγκοσμιοποίηση» είναι σύγχρονος, όχι όμως η ιδέα!

Γύρω στο 150 π.Χ. ο ιστορικός Πολύβιος παρατηρούσε ότι από το 219 π.Χ. και μετά όλα τα γεγονότα που συνέβαιναν στη Μεσόγειο, από την Ιβηρική χερσόνησο και τη βόρεια Αφρική ώς την Ιταλία και την Ασία, συνδέονταν άρρηκτα.

Χρησιμοποιεί σχετικά τον όρο «συμπλοκή». Αυτή η συμπλοκή όντως κορυφώνεται τότε, αλλά οι ρίζες της βρίσκονται στις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου.

Ο αποικισμός της Ασίας, η δημιουργία των βασιλείων των Διαδόχων και η αυξημένη κινητικότητα πληθυσμών δημιούργησαν ένα δίκτυο γεωγραφικών περιοχών που συνδέονταν μέχρι κάποιο βαθμό πολιτικά, αλλά πολύ περισσότερο πολιτιστικά και οικονομικά. Με τον πόθο του να φτάσει στα πέρατα της οικουμένης στην Ανατολή, ο Αλέξανδρος άνοιξε νέους ορίζοντες.

Την ίδια περίπου εποχή ένας άλλος Ελληνας, ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης, αναζητούσε τα πέρατα της οικουμένης στη Δύση, κατεχόμενος από το πνεύμα αναζήτησης που χαρακτηρίζει μια ολόκληρη εποχή τους.

Τα οικονομικά δίκτυα σταδιακά διευρύνθηκαν και γύρω στο 100 π.Χ. εκτείνονταν από την Ισπανία ώς την Ινδία. Με την πολιτική ενοποίηση του μεγαλύτερου μέρους της Ευρώπης, της βόρειας Αφρικής και της Εγγύς Ανατολής από τους Ρωμαίους δημιουργείται μια έννοια οικουμενικότητας.

Αυτή η οικουμένη χαρακτηρίζεται από κοινή πολιτιστική έκφραση. Η ελληνική γλώσσα κυριαρχεί στη ρωμαϊκή Ανατολή, η λατινική στη Δύση.

Φυσικά, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τη δική μας παγκοσμιοποίηση, κάτω από την ομοιόμορφη επιφάνεια επιβιώνουν τοπικές ταυτότητες και πολιτιστικές ιδιαιτερότητες.

Αυτά τα θέματα θα τα αναπτύξω περισσότερο στα επόμενα διαδικτυακά μαθήματα που θα έχουν ως αντικείμενο, μεταξύ άλλων, τη μνήμη και τη θρησκεία.

⚫ Τα μαθήματά σας εστιάζουν λοιπόν όχι μόνο στους πολιτικούς, κοινωνικούς θεσμούς, αλλά και στα νέα γνωσιακά και θρησκευτικά πρότυπα που αναδύθηκαν τότε. Αλήθεια, σε τι διαφοροποιείται η ελληνιστική κοσμοθεώρηση από εκείνη της κλασικής εποχής;

Αυτή τη διαφοροποίηση μπορούμε να τη διαπιστώσουμε εξετάζοντας τις λέξεις του συρμού που οι Ελληνες αυτής της περιόδου χρησιμοποιούν στα δημόσια κείμενά τους για να δηλώσουν αυτά που τους απασχολούν.

Κάθε εποχή έχει τέτοιες λέξεις, όπως π.χ. σήμερα «διαφάνεια», «διαπλοκή», «ανθρωπιστική κρίση» κ.λπ.

Και στα ελληνιστικά κείμενα υπάρχουν τέτοιες λέξεις, όπως «επαύξησις», «ζήλος», «σπουδή», «φαίνεσθαι», «επιφάνεια», «ευεργέτης», «σωτήρ», «παράδοξον», «τύχη».

Κάποιες από αυτές φανερώνουν την επιθυμία αύξησης και διεύρυνσης παραδεδομένων στοιχείων – π.χ. γιορτές γιορτάζονταν ανέκαθεν, οι ελληνιστικές γιορτές είναι όμως μεγαλύτερες σε διάρκεια και αριθμό συμμετεχόντων, εντυπωσιακότερες ως προς τα θεάματα και τη διακόσμηση. Παρατηρούμε μια ένταση στην έκφραση –αλλά και στη θεατρική επίδειξη– του συναισθήματος.

Ενα παράδειγμα: το αίσθημα του φόβου ανάγεται στις βιολογικές καταβολές του ανθρώπινου είδους. Θα περιμένουμε όμως έως το 308 π.Χ. για να βρούμε την πρώτη αναφορά της λέξης «φόβος» σε ένα δημόσιο κείμενο. Αυτό που αλλάζει δεν είναι το συναίσθημα, αλλά η επιθυμία έκφρασής του.

Βλέπουμε επίσης πιο έντονα από ποτέ ένα αίσθημα εξάρτησης του ανθρώπου από δυνάμεις που δεν μπορεί να ελέγξει, είτε αυτές οι δυνάμεις είναι βασιλείς, αυτοκράτορες και πλούσιοι ευεργέτες, είτε είναι οι συγκυρίες και η επενέργεια των θεών.

Γενικά θα έλεγα ότι όλα τα στοιχεία της ελληνιστικής κοσμοθεωρίας προϋπάρχουν σε κάποιο βαθμό, αλλά αυτό που αλλάζει είναι η ένταση, οι διαστάσεις, το μέγεθος.

⚫ Επικρατεί η εντύπωση ότι η ελληνιστική εποχή ήταν μια περίοδος παρακμής, αν τη συγκρίνουμε με την κλασική αρχαιότητα. Στα μαθήματά σας, ωστόσο, θέλετε να αναδείξετε τις βαθύτατες κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές που συντελέστηκαν τότε σε όλους τους τομείς: από την επιστήμη-τεχνολογία μέχρι την πολιτική εξουσία και τη θρησκευτικότητα. Τελικά, ήταν περίοδος παρακμής ή, αντίθετα, εκρηκτικής ανάπτυξης όλων των δυνατοτήτων του κλασικού ελληνικού πολιτισμού;

Η εικόνα της παρακμής οφείλεται κυρίως στη διαδεδομένη αθηνοκεντρική προσέγγιση της αρχαιότητας. Από τη σκοπιά της Αθήνας, που σταδιακά έχασε κάθε πολιτική σημασία και την πρωτοκαθεδρία της ως πολιτιστικό κέντρο, φυσικά και η ελληνιστική εποχή είναι περίοδος παρακμής.

Οι συγγραφείς που απαρτίζουν τον «κανόνα» των ρητόρων, ιστορικών, φιλοσόφων και τραγικών είναι συγγραφείς που έζησαν σε μια περίοδο 150 χρόνων στην κλασική Αθήνα. Επίσης είναι περίοδος παρακμής για τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Ωστόσο, αν κοιτάξουμε το σύνολο του ελληνισμού και αν λάβουμε υπόψη όχι τα έργα που σώθηκαν, αλλά τα έργα που χάθηκαν –τις κωμωδίες του Μενάνδρου, που όσες έφτασαν ώς εμάς σώθηκαν κατά τύχη, το φιλοσοφικό έργο του Επικούρου, που το γνωρίζουμε κυρίως έμμεσα, τα ιατρικά συγγράμματα, τις τεχνολογικές και μαθηματικές ανακαλύψεις– μόνο για περίοδο παρακμής δεν μπορούμε να μιλάμε.

Σε καμιά άλλη εποχή δεν υπήρξαν τόσες πολλές ελληνικές πόλεις· σε καμιά άλλη εποχή δεν μιλήθηκε η ελληνική γλώσσα από τόσο μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της «οικουμένης» όσο στη «μακρά ελληνιστική εποχή».

Αλλά και τίποτε άλλο να μην είχαν να επιδείξουν οι Ελληνες της ελληνιστικής εποχής, και μόνο η δημιουργία του Μουσείου της Αλεξάνδρειας και της βιβλιοθήκης του, ο θεσμικός ρόλος της οποίας ήταν η συστηματική συλλογή και φύλαξη κάθε έργου λογοτεχνίας και σκέψης, χωρίς λογοκρισίες και μισαλλοδοξία, θα αρκούσε για να τους κατατάξει στους πιο αναπτυγμένους πολιτισμούς που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.

⚫ Οι σύγχρονοι Ελληνες διδάσκονται και γνωρίζουν ανεπαρκώς την ιστορία τους. Μπορούν τα διαδικτυακά μαθήματα ιστορίας, όταν είναι επιστημονικά και μεθοδολογικά άρτια όπως στην περίπτωση του προγράμματος «Mathesis», να αναπληρώσουν αυτό το παιδαγωγικό κενό; Ή μήπως ο απρόσωπος και μαζικός χαρακτήρας της ηλεκτρονικής παιδείας δεν συνάδει με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης που είναι απαραίτητη για τη διαμόρφωση ιστορικής συνείδησης;

Εχοντας διδάξει επί 30 χρόνια στη Γερμανία, Αγγλία, Αμερική, Αυστραλία και Ελλάδα, μπορώ να πω ανεπιφύλακτα ότι τίποτα δεν μπορεί να αναπληρώσει την ατμόσφαιρα που δημιουργείται στην αίθουσα διδασκαλίας.

Ο διδάσκων χρειάζεται να βλέπει τα πρόσωπα και τις αντιδράσεις των διδασκομένων, και οι διδασκόμενοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διακόψουν, να ρωτήσουν, να διαφωνήσουν, να οδηγήσουν το μάθημα σε μιαν άλλη κατεύθυνση.

Ωστόσο, καμιά αίθουσα διδασκαλίας δεν χωράει 3.000 φοιτητές – τόσες είναι μέχρι στιγμής οι εγγραφές στο μάθημά μου. Κανένα πανεπιστήμιο, ιδίως στη σημερινή συγκυρία, δεν μπορεί να έχει ειδικούς για κάθε διδακτικό αντικείμενο.

Κανένα πρόγραμμα ακαδημαϊκών ανταλλαγών δεν μπορεί να δώσει σε όλους τους φοιτητές την ευκαιρία να ακούσουν το μάθημα κάποιου που δεν διδάσκει στο πανεπιστήμιό τους.

Καμιά προφορική διδασκαλία δεν δίνει στον διδασκόμενο την ευκαιρία να ακούσει για δεύτερη φορά κάτι που δεν κατάλαβε. Και καμιά σχολή δεν μπορεί να δεχθεί όλους όσοι θα ήθελαν να παρακολουθήσουν μόνο ένα διδακτικό αντικείμενο.

Ο απρόσωπος και μαζικός χαρακτήρας όντως ενοχλεί· ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, στο μάθημά μου δεν μιλάω από χειρόγραφο – αν και έχω σημειώσεις.

Δεν παρουσιάζω κάτι «στημένο»· και δεν ντρέπομαι για τα σαρδάμ, τα κομπιάσματα, τις επαναλήψεις και τις ασυνταξίες που είναι αναπόφευκτα επακόλουθα του προφορικού λόγου.

Η μεγάλη δυναμική των διαδικτυακών μαθημάτων είναι ότι μπορούν να καλύψουν κενά που υπάρχουν σε μια χώρα της οποίας η μέση εκπαίδευση παρέχει ελλιπή γνώση και τα πανεπιστήμια έχουν υποστεί μια άνευ προηγουμένου αφαίμαξη και συνεπώς αδυνατούν να εντάξουν στο διδακτικό τους πρόγραμμα όλα τα ενδεδειγμένα αντικείμενα.

Ποτέ δεν θα έκανα διαδικτυακά μαθήματα στην Αμερική, επειδή εκεί θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως πρόσχημα για τη μείωση θέσεων!
Οσο για την κριτική σκέψη και τη συνείδηση, το διαδικτυακό μάθημα είναι σαν ένα βιβλίο.

Δεν μπορείς να πιάσεις συζήτηση μαζί του, αλλά μπορείς να πάρεις ερεθίσματα και να διαφωνήσεις. Το «φόρουμ» των μαθημάτων δίνει τη δυνατότητα σε όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται να κάνει με τις παρατηρήσεις του το μάθημα διαδραστικό.

Ποιος είναι

Ο ΄Αγγελος Χανιώτης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1959. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Χαϊδελβέργης.
Δίδαξε επί σειρά ετών Αρχαία Ιστορία στα Πανεπιστήμια Νέας Υόρκης, Χαϊδελβέργης και Οξφόρδης. Διετέλεσε αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Χαϊδελβέργης και Εταίρος του All Souls College της Οξφόρδης.
Από το 2010 κατέχει την έδρα Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο περίφημο Ινστιτούτο Ανωτάτων Σπουδών στο Πρίνστον.
Με το ερευνητικό και συγγραφικό του έργο, που έχει τιμηθεί με αμέτρητα βραβεία τόσο στο εξωτερικό όσο και στην Ελλάδα, έχει ανανεώσει την εικόνα που έχουμε για την ελληνιστική εποχή.
Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης το σημαντικό βιβλίο του «Θεατρικότητα και δημόσιος βίος στον ελληνιστικό κόσμο».

ΜΗΧΑΝΕΣ ΤΟΥ ΝΟΥ

Σπύρος Μανουσέλης
21/1/2016

http://www.efsyn.gr/arthro/i-pagkosmiopoiisi-epinoithike-kata-tin-ellinistiki-epohi