Μπορεί το Βrexit να είναι το τέλος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης;



(Φωτ.: Βρυξέλες, Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016 - Ο Βρεττανός πρωθυπουργός, David Cameron, από τη 2η ημέρα της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε για το προσφυγικό ζήτημα.)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται κυριολεκτικά στο μάτι του κυκλώνα. Οι κρίσεις που αντιμετωπίζει είναι πολλές και όλες μεταξύ τους αλληλένδετες. Μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας, δύσκολα μπορούσε κανείς να φανταστεί πως θα ήταν τελικά τόσο μακρυά από το πέμπτο και τελευταίο στάδιο της ολοκλήρωσής της, αυτό της πολιτικής ενοποίησης. Κάποτε, ο Jacques Chirac (πρώην Πρόεδρος και πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας) είχε πει, μεταξύ σοβαρού και αστείου, πως «η Μεγάλη Βρετανία έχει προσφέρει στην Ε.Ε, μόνο τη νόσο των τρελών αγελάδων», θέλοντας να δείξει τον έντονο ευρωσκεπτικισμό της Βρετανίας απέναντι σε οτιδήποτε αφορά την Ε.Ε.

Ο διάσημος αναλυτής George Friedman, σε πρόσφατη ομιλία του στην Πολωνία, έθεσε τα χρόνια κατά τα οποία υπήρξε Ε.Ε. Κατά τη γνώμη του, η Ένωση ως οντότητα που αντοποκρινόταν στο όνομά της και στις λειτουργίες που αναφέρονται στο Κοινοτικό Δίκαιο, είχε μια διάρκεια 17 ετών. Από το 1991 μέχρι και το 2008. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Ε.Ε, πέραν από το διμερές τους επίπεδο, αφορούν συνολικά τη δομή της Ε.Ε, η οποία από Ευρώπη των θεσμών, οδεύει ξανά στην Ευρώπη των συσχετισμών ισχύος.

Τι κερδίζουν προς το παρόν οι Βρετανοί

Αναφορικά με την πρωταρχική συμφωνία μεταξύ Ε.Ε. και Μεγάλης Βρετανίας, υπάρχουν ήδη ορισμένα δεδομένα. Πρώτον, η Μεγάλη Βρετανία εξασφάλισε την εξαίρεσή της από την περαιτέρω ενσωμάτωσή της στην Ε.Ε. Επίσης, η Μεγάλη Βρετανία δεν οφείλει να συμμορφωθεί με το κοινοτικό κεκτημένο, αναφορικά με τις κοινωνικές παροχές προς Ευρωπαίους μετανάστες. Το μεγάλο ζήτημα που αφορά την ανεξαρτησία του City του Λονδίνου φαίνεται επίσης να είναι μέσα στις παραχωρήσεις της Ε.Ε προς το Λονδίνο, προκειμένου να αποφευχθεί το Brexit. Όλα τα παραπάνω συμπληρώνονται από δύο πολύ σημαντικά ζητήματα, τα οποία επιδιώκει να κατοχυρώσει η Μεγάλη Βρετανία από τις διαπραγματεύσεις της με την Ε.Ε. Το Λονδίνο επιθυμεί να εξαιρεθεί από τη νομισματική πολιτική της Ε.Ε. για κράτη εκτός Ευρωζώνης και, ταυτόχρονα, να μπορεί το Βρετανικό Κοινοβούλιο να έχει δικαίωμα αρνησικυρίας πάνω σε κοινοτικούς νόμους.

Παρά το θετικό κλίμα για τη συμφωνία μεταξύ της Μεγάλης Βρετανίας και της Ε.Ε., υπάρχουν και κάποια άλλα ζητήματα. Ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, David Cameron, φαίνεται να παραχώρησε στην Ε.Ε ένα σημαντικό αντάλλαγμα προκειμένου να λάβει τις παραπάνω δεσμεύσεις των Βρυξελλών. Δεν ζήτησε μεταρρυθμίσεις στις Συνθήκες της Ε.Ε., κάτι που θα έφερνε μεγάλες δυσκολίες στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών. Μολονότι η Ε.Ε. εμφανίζεται ως «χαμένη» στις διαπραγματεύσεις με τη Μεγάλη Βρετανία, διατηρεί μέσα από το Ευρωκοινοβούλιο το δικαίωμα να ακυρώσει την όποια συμφωνία επιτευχθεί τελικά μεταξύ των δύο πλευρών.

Μάλιστα, οι τελευταίες σφυγμομετρήσεις δείχνουν πάλι τον βρετανικό λαό να θεωρεί την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε. ως την καλύτερη επιλογή για τη χώρα. Πέραν όμως από τα διμερή ζητήματα που προκύπτουν, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Ε.Ε. διέπονται και από άλλες, πολύ σημαντικές, διαστάσεις. Ταυτόχρονα, ο δήμαρχος του Λονδίνου, Boris Johnson, στηρίζει την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε., κάτι που ουσιαστικά σημαίνει πως η Βρετανία, μέχρι το δημοψήφισμα, πιθανόν να επανέλθει, ζητώντας κάτι παραπάνω από την Ε.Ε.

Ο θεσμός του έθνους-κράτους παίρνει πάλι τα ηνία;

Το ευρωπαϊκό όραμα των μέσων του 20ου αιώνα φαίνεται σήμερα να μοιάζει ουτοπικό. Η εξελισσόμενη προσφυγική κρίση το αποδεικνύει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, πως τα έθνη-κράτη και παράλληλα, μέλη της Ε.Ε, δεν έχουν εμπιστοσύνη στον χειρισμό της προσφυγικής κρίσης, όπως αυτός συντονίζεται από τις Βρυξέλλες. Η διαφωνία της Γερμανίας με τη Γαλλία για τους τρόπους επίλυσης δείχνει επίσης πως ο γαλλο-γερμανικός άξονας δεν είναι πλέον σταθερός. Τα όσα φαίνεται να κατοχυρώνει η Μεγάλη Βρετανία από τη συμφωνία της με την Ε.Ε. δείχνουν πως η Μεγάλη Βρετανία επιθυμεί να προστατεύσει την εργασία στη χώρα της και να αυτονομηθεί από τη συμμετοχή της στις κοινές πολιτικές δράσης της Ε.Ε.

Ο πραγματικός κίνδυνος που απορρέει από αυτήν τη συμφωνία, είτε λάβει χώρα τον Ιούνιο το Brexit, είτε αποφευχθεί, είναι πως καθίσταται δυνατόν άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε, για άλλους ή για παρεμφερείς λόγους, να αιτηθούν καθεστώτα «ειδικών» και «a la carte» συμφωνιών με την Ε.Ε. Η κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ε.Ε. όσον αφορά την οικονομία και την προσφυγική κρίση προσφέρεται για ένα κλίμα ευρωσκεπτικισμού. Χώρες που θεωρούν πως η Μεγάλη Βρετανία δεν θα έπρεπε να έχει ειδική μεταχείριση θα μπορούν να επικαλεστούν την αρχή της μη διάκρισης, προκειμένου να αποσπάσουν οφέλη από τις Βρυξέλλες. Η άνοδος στην εξουσία κομμάτων που πολιτεύονται με ακραίο ευρωσκεπτικισμό (και βρίσκονται και στα δύο άκρα του πολιτικού χάρτη) θα βρουν προσχήματα ή και επιχειρήματα προκειμένου να επαληθεύσουν τις πολιτικές τους θέσεις.

Από την Ε.Ε των πολλών ταχυτήτων, στην Ευρώπη των πολλών περιφερειών;

Τα μεγάλα προβλήματα που έχουν ανακύψει εντός της Ε.Ε, εκτός από την επιστροφή των «εθνικών πολιτικών» και την αποτυχία πολλών κοινών δράσεων των χωρών εντός της Ε.Ε, παρουσιάζουν και άλλο ένα χαρακτηριστικό, καθαρά γεωγραφικό. Ο ολιστικός διαχωρισμός μεταξύ Βορρά και Νότου φαίνεται να είναι ανεπαρκής για να εξεταστούν τα ζητήματα που αφορούν την Ε.Ε. Οι χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης διαφοροποιούνται στη σύλληψη των όσων ζητημάτων έχουν ανακύψει, τόσο με τις χώρες της Νότιας Ευρώπης, όσο και με τις αντίστοιχες του Βορρά.

Οι μικρές υπο-περιφέρειες της Γηραιάς Ηπείρου (με δυσδιάκριτα ακόμη τα χαρακτηριστικά που μπορούν να τις ομογενοποιήσουν ως υπο-περιφέρειες) φέρνουν στο προσκήνιο μια παράλληλη συζήτηση στην Ε.Ε με αυτήν της «Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων». Τη συζήτηση της «Ευρώπης των πολλών περιφερειών». Μια Ε.Ε. που –υποθετικά– θα μπορούσε να παρέχει ξεχωριστά καθεστώτα σε κάθε υπο-περιφέρεια, ίσως μπορούσε να βρει νέους τρόπους για να προχωρήσει στην ολοκλήρωση. Παρόλα αυτά, εκείνο που προσώρας λείπει από την Ε.Ε. είναι μια minimum ατζέντα η οποία να περιλαμβάνει τα ζητήματα στα οποία συμφωνούν και οι 28 εταίροι. Ακολούθως, να ξεκαθαριστούν στην πράξη, και όχι στη θεωρία, οι αποκλειστικές με τις συντρέχουσες αρμοδιότητες.

Εν κατακλείδι, ακόμη και αν ο David Cameron δε ζήτησε κάποιες τροποποιήσεις στο πρωτογενές Ευρωπαϊκό Δίκαιο, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ε.Ε. σε συνδυασμό με τη ραγδαία άνοδο του ευρωσκεπτικισμού και τη διαφορετική επιρροή που έχει κάθε πρόβλημα της Ε.Ε., σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές της Γηραιάς Ηπείρου, καθιστά βέβαιη μια συζήτηση που θα αφορά μια ευρύτερη συζήτηση για την αναθεώρηση ορισμένων ζητημάτων. Το Brexit, ανεξάρτητα από το αν λάβει χώρα ή όχι, σαν ζήτημα θα προστεθεί σε αυτά της οικονομικής κρίσης, του δημοκρατικού ελλείμματος που παρουσιάζει η Ε.Ε. από το 2008 και μετά της προσφυγικής κρίσης και της μεταναστευτικής πολιτικής, της ασφάλειας και της άμυνας της Ε.Ε. από ασύμμετρες απειλές κτλ. Αν «τέλος» ορίζεται η εξέλιξη της Ε.Ε. ανάλογα με τα προβλήματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στο σύγχρονο πολιτικό περιβάλλον, τότε αυτό σίγουρα πλησιάζει. Αν πάλι το «τέλος» ορίζεται ως κατάρρευση, η μη άλλαγή/εξέλιξη της Ε.Ε, θα υπακούσει και αυτή στον «Δαρβίνειο κανόνα», που υποστηρίζει πως «ο,τι δεν εξελίσσεται παύει να υπάρχει».

Του Αλέξανδρου Δρίβα*
 25 Φεβρουαρίου 2016 

* Ο κ. Αλέξανδρος Δρίβας είναι Υποψήφιος Διδάκτορας Διεθνών Σχέσεων στο Παν/μιο Πελοποννήσου - συντονιστής στο Παρατηρητήριο Ανατολικής Μεσογείου στον Τομέα Ρωσίας Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ).




Το Σίτι δεν φοβάται μόνο το Brexit 

Η τοποθέτηση του δημάρχου του Λονδίνου, Μπόρις Τζόνσον, υπέρ της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση έχει επιτείνει την αγωνία στο Σίτι του Λονδίνου. Εντούτοις, το κυρίαρχο χρηματοπιστωτικό κέντρο της Γηραιάς ηπείρου έχει να αντιμετωπίσει πολύ σοβαρότερες απειλές από το εάν οι Βρετανοί εισακούσουν τον δήμαρχο του Λονδίνου και αποχωρήσουν από την Ε.Ε. Πάντως, μία τέτοια έκβαση στο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου είναι βέβαιο πως δεν θα βοηθήσει τους χρηματοπιστωτικούς κύκλους της βρετανικής πρωτεύουσας. Λόγου χάριν, η Μπάρμπαρα Μπέτσερ, αναλύτρια της Deutsche Bank επισημαίνει: «Μία έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ενωση θα σημάνει αβεβαιότητα σχετικά με το εάν θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη Βρετανία ως κόμβο παροχής τραπεζικών υπηρεσιών στην Ευρώπη. Αυτό θα έχει επιπτώσεις όχι μόνον για τις δραστηριότητες στην Ε.Ε. των βρετανικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά και για τις δραστηριότητες των τραπεζών διεθνώς τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ε.Ε.».

Ενδεχομένως ορισμένα τραπεζικά ιδρύματα να μεταφέρουν τα κεντρικά τους γραφεία στην ηπειρωτική Ευρώπη ή να μετακινήσουν θέσεις εργασίας, όπως αναφέρει η Deutsche Bank. Ανάλογες επισημάνσεις είχαν κάνει κατ’ ιδίαν από πέρυσι υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη. Ο επικεφαλής της HSBC μίλησε ανοιχτά στις αρχές της εβδομάδας, δηλώνοντας ότι η τράπεζά του μετά ένα Brexit θα μετακινήσει σχεδόν 1.000 θέσεις εργασίας στο Παρίσι. Ωστόσο, παρά τις συγκεκαλυμμένες ή και τις όχι και τόσο συγκεκαλυμμένες απειλές, το Σίτι ήδη τελεί υπό πίεση σε θέματα θέσεων εργασίας και στο πώς θα προασπιστεί την κυρίαρχη παρουσία του στην Ευρώπη. Κι αυτό συνέβαινε ακόμα και προτού τεθεί θέμα με την Ε.Ε. Λόγου χάριν, ειδικά μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση τα μεγάλα τραπεζικά ιδρύματα περιστέλλουν τα τμήματά τους στα πάγια εισοδήματα και τις συναλλαγές σε εμπορεύματα ως απάντηση στις δέσμες ρυθμίσεων, οι οποίες καθιστούν αυτές τις δραστηριότητες λιγότερο επικερδείς. Στις κορυφαίες διεθνούς βεληνεκούς επενδυτικές τράπεζες τα έσοδα από τη διαχείριση των παγίων εισοδημάτων και τα επίπεδα προσωπικού υποχώρησαν κατά 30% από το 2010 έως το 2015.

Σε μία γενικότερη προσέγγιση, η ασθενική αύξηση εσόδων στον τραπεζικό κλάδο προσδίδει μεγαλύτερη έμφαση στις δαπάνες ως τον καλύτερο τρόπο να ενισχυθεί η κερδοφορία. Τα έσοδα από την επενδυτική τραπεζική έχουν καταβαραθρωθεί 15% από το 2010 και μέχρι σήμερα, εντούτοις τα κόστη εξακολουθούν με επιμονή να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα ανεξαρτήτως απολύσεων. Η εξέλιξη αυτή υποδηλώνει ότι επίκεινται περισσότερες περικοπές θέσεων εργασίας. Εν τω μεταξύ, το διογκούμενο κόστος των προσλήψεων στο Λονδίνο δυσχεραίνει και το να παραμείνει μεγάλος αριθμός εργαζομένων εκεί, όταν θα αναλάβουν να το κάνουν άλλες πόλεις. Η βρετανική πρωτεύουσα είναι υπεράνω πάσης αμφιβολίας η ακριβότερη πόλη για ενοικίαση επαγγελματικών χώρων στην Ευρώπη. Κατά μέσο όρο τα ετήσια κόστη μίσθωσης φθάνουν τα 122 δολάρια το τετραγωνικό εν συγκρίσει με τα 56,75 δολάρια στο Παρίσι και τα 53,25 δολάρια στη Φρανκφούρτη, σύμφωνα με έρευνα του κτηματομεσιτικού ομίλου Knight Frank. Η αύξηση του κόστους διαμονής εκτινάσσει και το κόστος ζωής με τη μέση τιμή κατοικίας στο Λονδίνο να ανέρχεται 13% τον Δεκέμβριο από τον Δεκέμβριο του 2014 στις 431.053 στερλίνες. Τέλος, αναφέρεται πως ήδη μεγάλες επενδυτικές τράπεζες έχουν μετακινηθεί σε μικρότερες πόλεις της Βρετανίας, όπως το Μπερνμάουθ, το Μπέρμιγχαμ και το Μάντσεστερ, αλλά και σε τοποθεσίες σε άλλες χώρες.


DUNCAN MAVIN, LIONEL LAURENT / BLOOMBERG
 http://www.kathimerini.gr/850665/article/oikonomia/die8nhs-oikonomia/to-siti-den-fovatai-mono-to-brexit




Το Λονδίνο μετά το Brexit

Οι πόλεις δεν ακμάζουν για πάντα. Απλώς δείτε τη Βενετία τον 15ο αιώνα, τη Φιλαδέλφεια τον 18ο ή ακόμη τη Βιέννη τον 19ο.

Πρόκειται για ένα μάθημα το οποίο έχει λησμονηθεί, φοβούνται ορισμένοι Λονδρέζοι, αναφορικά με την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Καθώς οι τραπεζίτες όπου στηρίζεται ο πλούτος του Λονδίνου προειδοποιούν ότι θα μπορούσαν να αποχωρήσουν, ο δήμαρχος της πόλης διαφωνεί: Ο Μπόρις Τζόνσον έχει δηλώσει ότι υποστηρίζει την εκστρατεία υπέρ της εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε., όπως άλλωστε και ο Ζακ Γκόλντσμιθ, ο οποίος φιλοδοξεί να τον διαδεχθεί. Δεν υπάρχουν αμφιβολίες για τη σημασία του Λονδίνου. Η οικονομία του έχει μέγεθος 650 δισ. δολάρια και αντιστοιχεί σχεδόν στο ένα τέταρτο του βρετανικού ΑΕΠ ενώ έχει σχεδόν το ίδιο μέγεθος με την οικονομία της Αργεντινής ή της Πολωνίας. Το βασικό αντεπιχείρημα όσων υποστηρίζουν την αποχώρηση από την Ε.Ε. είναι ότι η επιτυχία του Λονδίνου ως οικονομικού και πνευματικού κέντρου είναι παγκόσμια και διαρκής ασχέτως των μεταβαλλόμενων συνθηκών.

«Είμαι βέβαιος ότι τα ίδια έλεγαν και οι Βενετσιάνοι τραπεζίτες», ανταπαντά ο Κρίστοφερ Κάμινγκς, διευθύνων σύμβουλος της οργάνωσης TheCityUK, η οποία λειτουργεί υπέρ των συμφερόντων της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας. Οι υπέρμαχοι της παραμονής στην Ε.Ε. προειδοποιούν πως ενδεχόμενη έξοδος θα απειλούσε το επιχειρηματικό μοντέλο του Λονδίνου ποικιλοτρόπως. Κατ’ αρχάς, δεν είναι σαφές αν θα εξακολουθήσει να ισχύει η συνθήκη κατά την οποία οι τράπεζες μπορούν να επιχειρούν ανά την Ευρώπη με έδρα το Λονδίνο. Η χρηματοπιστωτική βιομηχανία αποτελεί περίπου το 17% της οικονομίας του Λονδίνου. Οι επικεφαλής των HSBC και ING έχουν προειδοποιήσει ότι θα μετέφεραν θέσεις εργασίας έξω από τη Βρετανία στην περίπτωση που επικρατήσουν οι υποστηρικτές του Brexit. Το Λονδίνο, συνεχίζουν οι υποστηρικτές της παραμονής στην Ε.Ε., όντας πλέον εκτός της κοινής αγοράς των 500 εκατομμυρίων Ευρωπαίων, δεν θα αποτελεί τόσο ελκυστικό προορισμό, ενώ πρακτικά η Βρετανία θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτεί όλες τις εμπορικές της συμφωνίες.

Σύμφωνα με την εταιρεία συμβούλων Deloitte, το Λονδίνο παίζει σήμερα κεντρικότερο ρόλο για την ευρωπαϊκή οικονομία απ’ ό,τι η Νέα Υόρκη για την οικονομία της Βορείου Αμερικής. Στο Λονδίνο έχει το αρχηγείο του το 40% των μεγάλων εταιρειών, ενώ σε αυτό δουλεύει το διπλάσιο ποσοστό υψηλά ειδικευμένων επαγγελματικών σε σχέση με το Παρίσι, τον σημαντικότερο ανταγωνιστή του Λονδίνου. Το δημοψήφισμα για την παραμονή της Βρετανίας στην Ε.Ε. θα διεξαχθεί στις 23 Ιουνίου και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις η μάχη θα είναι αμφίρροπη. Οι Τζόνσον και Γκόλντσμιθ υποστηρίζουν ότι θα είναι διαχειρίσιμα τα προβλήματα που θα προκαλούσε ενδεχόμενη αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε.


Η χρηματοπιστωτική βιομηχανία του Λονδίνου δεν θα απειλούνταν ούτε κατ’ ελάχιστον από την έξοδο, υποστήριξε τη Δευτέρα ο Μπόρις Τζόνσον. «Δεν έχω άλλη ατζέντα εκτός από το τι είναι το καλύτερο για τη χώρα», του απαντούσε την ίδια ημέρα ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον. Ο κ. Γκόλντσμιθ, επίσης Συντηρητικός, έγραψε στην εφημερίδα City AM ότι «δεν έχει νόημα να προσδεθούμε σε μια πολιτική ένωση που βρίσκεται σε παρακμή». Ο αντίπαλός του από το κόμμα των Εργατικών, Σαντίκ Καν, ο οποίος προηγείται στις δημοσκοπήσεις, έχει πει ότι ο Γκόλντσμιθ θέτει «το δόγμα υπεράνω των συμφερόντων των Λονδρέζων» και ότι «έχει επιλέξει να θέσει σε κίνδυνο τη θέση μας ως παγκόσμιας πόλης». Πράγματι το Λονδίνο είναι σήμερα πιο επιτυχημένο και ασκεί μεγαλύτερη επιρροή απ’ ό,τι σε κάθε άλλη στιγμή από τη βικτωριανή εποχή και μετά. Στο Λονδίνο ζει το ένα όγδοο του βρετανικού πληθυσμού, ωστόσο οι Λονδρέζοι συνεισφέρουν το ένα πέμπτο των φορολογικών εσόδων της χώρας. Το Λονδίνο είναι μαζί με τη Νέα Υόρκη τα δύο οικονομικά κέντρα του κόσμου, κατάσταση που δεν πρόκειται να αλλάξει σημαντικά ούτε εκτός Ε.Ε., υποστηρίζει.

MATTHEW CAMPBELL / BLOOMBERG
25/2/2016
http://www.kathimerini.gr/850826/article/oikonomia/die8nhs-oikonomia/to-londino-meta-to-brexit