Οι αυταπάτες δεν αφορούν τον Τσίπρα, αλλά την αντιπολίτευση .
Όταν βγαίνει ο Βενιζέλος και κατακεραυνώνει τον Τσίπρα, ομολογουμένως με πολύ συγκροτημένο λόγο και επιχειρήματα, η μεγαλύτερη μερίδα του λαού δε θέλει να ακούσει τον Βενιζέλο και δεν κατανοεί τα όσα τεχνικά λέγει. Σε αυτή τη μερίδα των πολιτών ευδοκιμεί ένα είδος αλλεργίας προς αυτό που έχει εγγραφεί στο υποσυνείδητό τους ως παλαιό και διεφθαρμένο. Την στιγμή που επιτίθεται στον Τσίπρα ο κάθε Βενιζέλος, αυξάνεται εκθετικά η συμπάθεια προς τον Τσίπρα.
Αλέξης Τσίπρας (8/5/2016): «μπορείτε να μας κατηγορήσετε για αυταπάτες, όχι ότι δεν τηρήσαμε την εντολή και είπαμε ψέματα». Η αποστροφή του πρωθυπουργού, στην τελευταία ομιλία του στο Κοινοβούλιο, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων από την αντιπολίτευση. Κατηγορήθηκε για αφέλεια και ανοησία, επειδή παραδέχθηκε αδυναμία κατανόησης της πραγματικότητας, υπονομεύοντας το κύρος του ως πρωθυπουργός. Παραδέχθηκε, είπαν, ότι είναι ανίκανος, ώστε να μην αποδεχθεί τον χαρακτηρισμό του ψεύτη. Φίλος μου, έμπειρος πολιτικός αναλυτής, μου ανέφερε εμφατικά ότι ο Τσίπρας προέβη σε μοιραίο λάθος, το οποίο σήμανε την αρχή της πτώσης του. Προσωπικά, θα ήθελα να συγχαρώ αυτόν που έγραψε τη συγκεκριμένη φράση του πρωθυπουργού. Ειλικρινέστατα, πρόκειται για τεράστιο πολιτικό νου, ο οποίος κατήγαγε θρίαμβο με αυτή του την έμπνευση. Αν κάποιος τρέφεται με αυταπάτες, αυτή είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, η αντιπολίτευση και σε καμιά των περιπτώσεων ο Τσίπρας.
Στα λόγια κάποιου οφείλουμε να διαχωρίζουμε τη ρητορική επιφάνεια από το νοηματικό βάθος. Ιδίως στην πολιτική, τα σημαντικότερα μηνύματα είναι τα υπόρρητα, αυτά που εννοούνται. Ο Τσίπρας έχει βασίσει όλη του την στρατηγική, από τον καιρό που ήταν ακόμα ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο λεγόμενο«ηθικό πλεονέκτημα». Αυτό του έδωσε τη νίκη στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, αυτό του χάρισε σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, αυτό τον κρατά ζωντανό στον πολιτικό στίβο. Οι κοινωνικές ομάδες που τον στηρίζουν θέλουν πρωτίστως να τιμωρήσουν τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας. Τους φορτώνουν όλη την ευθύνη της χρεοκοπίας, της απαξίωσης του κράτους, υπαρκτών και φανταστικών σκανδάλων. Τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας δεν παραδέχθηκαν όσο θαρραλέα επιθυμεί ο λαός τις ευθύνες τους και δεν είπαν με τρόπο κατανοητό στις ευρείες μάζες την αλήθεια για τα αίτια και τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Για το μεγαλύτερο μέρος των πολιτών, συνειδητά ή ασύνειδα, τα κόμματα διαχωρίζονται βάσει ενός απλούστατου κριτηρίου: «αυτά που έχουν κυβερνήσει και μας οδήγησαν στην καταστροφή» και τα «κυβερνητικά άφθαρτα». Όσοι δοκιμάζουν να ανταπαντήσουν ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν λύνει, αλλά παράγει προβλήματα, αντιμετωπίζονται με το αφοπλιστικό: «γιατί, οι άλλοι θα τα έκαναν καλύτερα; Τους είδαμε και αυτούς».
Ο λαός που λάτρεψε τον Νίκο Ξανθόπουλο όταν κατακεραύνωνε την κοινωνία της αδικίας, που αποθέωνε τους αριστερούς συνδικαλιστές στις γενικές συνελεύσεις όταν έκαναν την δακρύβρεχτη αυτοκριτική τους, που προσκολλήθηκε στην κλαμένη φάτσα του μονίμως αδικημένου από την διαιτησία Γιώργου Καραγκούνη, δεν μπορεί παρά να λατρέψει τον Τσίπρα.
Όταν βγαίνει ο Βενιζέλος και κατακεραυνώνει τον Τσίπρα, ομολογουμένως με πολύ συγκροτημένο λόγο και επιχειρήματα, η μεγαλύτερη μερίδα του λαού δε θέλει να ακούσει τον Βενιζέλο και δεν κατανοεί τα όσα τεχνικά λέγει. Σε αυτή τη μερίδα των πολιτών ευδοκιμεί ένα είδος αλλεργίας προς αυτό που έχει εγγραφεί στο υποσυνείδητό τους ως παλαιό και διεφθαρμένο. Την στιγμή που επιτίθεται στον Τσίπρα ο κάθε Βενιζέλος, αυξάνεται εκθετικά η συμπάθεια προς τον Τσίπρα. Ό,τι και να πει, ό,τι και να κάνει ο Τσίπρας, όταν μπαίνει στο στόχαστρο των «κακών» πολιτικών του συστημικού τόξου, αυτομάτως δικαιώνεται. Ο Τσίπρας προσπάθησε πολύ και πέτυχε να εγγραφεί στο υποσυνείδητο μεγάλου μέρους των πολιτών ως ο Γιάννης Πλούταρχος της πολιτικής. Το καλύτερο παιδί, το χαμογελαστό παιδί. Αυτό που έσπασε τα τζάκια και το κατατρέχουν οι παλιάνθρωποι που κατέστρεψαν την χώρα, αυτοί που έφαγαν και τις πέτρες. Όσοι επιτίθενται στον Τσίπρα, λούζονται αυτομάτως το ανάθεμα, πολιτικό και ευρύτερο.
Συνεπώς, ο Τσίπρας προτίμησε συνειδητά να πει ότι υπήρξε θύμα αυταπάτης, παρά να παραδεχθεί ότι είπε ψέματα, γιατί δε θέλει να χάσει το ηθικό του πλεονέκτημα, αυτό που τον έκανε αυτό που είναι και τον συντηρεί στη θέση του. Δεν πρέπει να φανεί ότι εξαπάτησε τον λαό, ότι είναι και αυτός σαν όλους τους προηγούμενους. Στο Κοινοβούλιο σηκώθηκε με αυτοπεποίθηση και είπε στο λαό: «εγώ είχα ένα όραμα, ένα γνήσιο λαϊκό όραμα, για εσάς. Σας το εξήγησα, το πάλεψα, άντεξα τόσους μήνες παλεύοντας μόνος εναντίον τεράτων, πιστεύοντας ειλικρινά ότι μπορώ να νικήσω, να αλλάξω το συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη. Δεν το κατάφερα, όσο και όπως θα ήθελα. Δεν φταίω όμως. Οι άλλοι δεν με άφησαν. Είναι ισχυρότεροι. Δεν σας κορόιδεψα. Όπως και εσείς, πίστεψα και πιστεύω σε ένα καλύτερο και δικαιότερο κόσμο. Θα συνεχίσουμε. Αλλά ψέματα δεν σας είπα, ούτε σας λέγω». Ο λαός που λάτρεψε τον Νίκο Ξανθόπουλο όταν κατακεραύνωνε την κοινωνία της αδικίας, που αποθέωνε τους αριστερούς συνδικαλιστές στις γενικές συνελεύσεις όταν έκαναν την δακρύβρεχτη αυτοκριτική τους, που προσκολλήθηκε στην κλαμένη φάτσα του μονίμως αδικημένου από την διαιτησία Γιώργου Καραγκούνη, δεν μπορεί παρά να λατρέψει τον Τσίπρα. Ο δεσμός που έχει κτίσει ο πρωθυπουργός με τον λαό είναι επενδυμένος με αισθήματα, όχι με λογική. Και ο Τσίπρας θα παραμένει ισχυρός όσο συνεχίζει να συντηρεί το μύθο του ηθικού πλεονεκτήματος, όσο δεν παραδέχεται η κοινή γνώμη ότι και αυτός είπε συνειδητά ψέματα για να κατακτήσει την εξουσία. Αλλά και τότε δεν είμαι πολύ σίγουρος ότι ο ελληνικός λαός θα τον αποκηρύξει, μιας και είναι εξοικειωμένος με την ιδέα ότι όλοι οι πολιτικοί τού έλεγαν ψέματα. Άλλος ένας λοιπόν.
Ο Τσίπρας προσπάθησε πολύ και πέτυχε να εγγραφεί στο υποσυνείδητο μεγάλου μέρους των πολιτών ως ο Γιάννης Πλούταρχος της πολιτικής. Το καλύτερο παιδί, το χαμογελαστό παιδί.
Ο Τσίπρας κινδυνεύει περισσότερο από την τακτική του να προσπαθεί εσχάτως να υποδυθεί τον τεχνοκράτη πρωθυπουργό. Αρχίζει να αναφέρεται σε αριθμούς, ποσοστά, οικονομικές ορολογίες κ.ο.κ. Πρόσφατα τον ακούσαμε, στο υπουργικό συμβούλιο, να εκστομίζει κάτι για μηχανισμό two pack και six pack. Θα ήταν πιο αυθεντικός και πειστικός στο μέρος της κοινής γνώμης που απευθύνεται αν μιλούσε για τον θρυλικό ράπερ Tupac, παρά για μηχανισμούς δημοσιονομικής στήριξης με τέτοιο «νεοφιλελεύθερο» λεξιλόγιο. Ο λαός του δεν θέλει έναν Τσίπρα τεχνοκράτη, θέλει το καλύτερο παιδί. Αν ο Τσίπρας βενιζελοποιηθεί από την άσκηση της εξουσίας και την εμπλοκή του με το διεθνές πολιτικό-οικονομικό περιβάλλον, θα καταλογραφηθεί και αυτός στο παλαιό και διεφθαρμένο, υποκείμενος στις ανάλογες συνέπειες. Ειδάλλως, η αντιπολίτευση θα πρέπει να συνηθίσει στην ιδέα ότι μέχρι να πιστωθεί ο Τσίπρας την οικονομική δυσπραγία, την ανέχεια των πολιτών που επιτείνουν οι πολιτικές του, θα παραμένει κραταιός και τροπαιοφόρος εκλογικά.
Η αντιπολίτευση έχει επιλέξει ένα πολύ στενό ορίζοντα για να απευθύνεται, το ποσοστό του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, το οποίο υπήρξε και παραμένει μειοψηφικό, είτε αρέσει είτε όχι. Όσο κουνάει το δάχτυλο στον Τσίπρα, δεν θα καταφέρει τίποτα. Όσο καταγγέλλει τους διορισμούς και τις τακτοποιήσεις ημετέρων του ΣΥΡΙΖΑ, μεγάλη μερίδα πολιτών δεν ενοχλείται, αλλά αντίθετα βλέπει μια ευκαιρία να τακτοποιήσει τα παιδιά της. Παρότι ο Τσίπρας δηλώνει άθεος, είναι τελικά ο καλύτερος στα θρησκευτικά. Κατάλαβε πλήρως την αξία του βιβλικού «ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται» και απολαμβάνει τους καρπούς του, την αγάπη και στήριξη της πλειοψηφίας του λαού. Όσο η αντιπολίτευση επιμένει να του κουνά το δάχτυλο, να έχει δηλαδή τον ρόλο του Φαρισαίου στην βιβλική παραβολή, η κοινωνική της δυναμική θα παραμένει περιορισμένη.
Γιώργος Στείρης
Επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ
12/5/2016
Το σκοινί που θα τον κρεμάσει
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε εκλογές, υιοθετώντας μια ιδέα που δεν ήταν εξ αρχής δική του. Η τελευταία ψηφοφορία στη Βουλή έδειξε ότι δεν θα γίνουν. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχασε κανέναν βουλευτή. Συνεπώς η γαλάζια στρατηγική δεν αποδίδει.
Το αντιλαμβάνεται καλύτερα όποιος παρακολουθεί τη στήριξη που παρέχουν οι Ευρωπαίοι στην κυβέρνηση. Έχουν λόγους να θέλουν τον σημερινό Πρωθυπουργό για συνομιλητή τους: περνάει εύκολα τα Μνημόνια και τους διευκολύνει στο προσφυγικό που τους καίει...
Αν και οι συνήθεις κολαούζοι διακινούν ότι ο αρχηγός της ΝΔ πάει καβάλα στο άλογο, η στοιχειώδης πολιτική λογική οδηγεί την εκτίμηση ότι θα χρειαστεί να αλλάξει στρατηγική. Αντί να ζητάει από τον Τσίπρα εκλογές και να τον καθιστά έτσι κυρίαρχο των εξελίξεων, θα του δώσει χρόνο -όπως έπρεπε να κάνει εξ αρχής. Σαν να δίνεις σε κάποιον τώρα το σκοινί που θα χρειαστεί για να τον κρεμάσεις αργότερα.
Αυτό σημαίνει ότι η ρητορική των εκλογών, αργά ή γρήγορα, θα εγκαταλειφθεί από τη ΝΔ και ο Κυριάκος θα μετακινήσει την αντιπολιτευτική δράση του σε δυο άλλα μέτωπα: την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική σε συνδυασμό με την ανασυγκρότηση του κόμματος. Σοφή ιδέα.
Εφεξής η κυβέρνηση Τσίπρα θα βρίσκεται σε διαρκή σύγκρουση με την κοινωνία, αλλά και με τον... ΣΥΡΙΖΑ. Ως αντιπερισπασμό ο Πρωθυπουργός θα κλιμακώνει την επίθεση στη διαπλοκή –που είναι πραγματική, δεν την κατασκευάζει κανείς– και θα αναδεικνύει την προβολή την ταξική διάσταση της επιλογών του, εντός του Μνημονίου. Και στα δυο θα δρέψει καρπούς αν δεν τα καταρρίψει εγκαίρως ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως βασικός αντίπαλός του.
Σε ό,τι αφορά τη διαπλοκή ο Μητσοτάκης θα ωφεληθεί αν διαλύσει κάθε ένδειξη ότι στη σύγκρουση του συστήματος Τσίπρα με το σύστημα των οικονομικών παραγόντων που απομυζούν παραδοσιακά το δημόσιο χρήμα κλείνει μάτι στους δεύτερους, όπως του προσάπτει η κυβέρνηση. Το προηγούμενο Καραμανλή είναι ένα καλό παράδειγμα.
Επίσης οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί για πολιτική υπέρ των αδυνάτων και αναδιανομή για λογαριασμό τους, θα ακυρωθούν εφόσον ο πρόεδρος της ΝΔ αναδείξει ότι εντελώς το αντίθετο συμβαίνει: τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και οι μικρομεσαίοι πλήττονται περισσότερο.
Στο εσωκομματικό πεδίο ο πρόεδρος της ΝΔ θα χρειαστεί να επανασυνδεθεί με το -ευρύτερο της ΝΔ- ρεύμα που τον ανάδειξε στην ηγεσία. Δεν θα κερδίσει αν δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η πολιτική του έχει στον πυρήνα της τον ρεβανσισμό της επιστροφής στην εξουσία. Ελάχιστοι, από όσους κρίνουν τις εκλογικές αναμετρήσεις, συγκινούνται στην ιδέα να φύγουν οι λαϊκιστές του Τσίπρα και να επιστρέψουν οι λαϊκιστές του Σαμαρά... Πολύ περισσότερο αν πρόκειται να φέρουν μαζί τους και τα υλικά από την κατεδάφιση του ΠΑΣΟΚ.
Συμπέρασμα. Αν η στρατηγική Μητσοτάκη πρόκειται να αλλάξει, δεν υπάρχει τίποτε πιο χρήσιμο από μια φράση του Μαχάτμα Γκάντι: "Πρέπει να είσαι η αλλαγή που θέλεις να έλθει".
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
12/5/2016
http://www.capital.gr/antilogies/3125033/to-skoini-pou-tha-ton-kremasei