ΑΥΣΤΡΙΑ:Josef Melchior: «Η διάβρωση του καρτέλ εξουσίας έφερε την Ακροδεξιά»



«Η επιτυχία της Ακροδεξιάς στην Αυστρία πάει χέρι-χέρι με την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη και τη διάβρωση του καρτέλ εξουσίας των δύο κεντρώων κομμάτων, του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος και του κεντροαριστερού Σοσιαλδημοκρατικού, η οποία ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν ο Γεργκ Χάιντερ ανέλαβε την ηγεσία του τότε φιλοναζιστικού και τώρα ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας».

Αυτά υποστήριξε μιλώντας στο «Βήμα» ο  Γιόζεφ Μελχιόρκαθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Βιέννης, με αφορμή την τρομακτική επιτυχία που σημείωσε το ακροδεξιό και ξενοφοβικό Κόμμα της Ελευθερίας κατά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών στην Αυστρία.

Συγκεντρώνοντας το 36% των ψήφων ο υποψήφιος του κόμματος   Norbert Hofer ε νδέχεται να είναι ο επόμενος πρόεδρος της αυστριακής δημοκρατίας αν κερδίσει στον δεύτερο γύρο την ερχόμενη Κυριακή. Στην περίπτωση που επαληθευτεί αυτό το άκρως ανησυχητικό σενάριο, στην επόμενη κυβέρνηση της Αυστρίας δεν αποκλείεται να συμμετάσχει και ένα ακροδεξιό κόμμα, ενδεχόμενο δίχως προηγούμενο στη μεταπολεμική ιστορία της Δυτικής Ευρώπης.

Κοινωνική και οικονομική ανασφάλεια

Σύμφωνα με τον αυστριακό ακαδημαϊκό, υπάρχουν δύο πηγές δυσφορίας τις οποίες κατάφερε να εκμεταλλευτεί το Κόμμα της Ελευθερίας: «η ολοένα αυξανόμενη κοινωνική και οικονομική ανασφάλεια και το καρτέλ εξουσίας που δημιούργησαν τα δύο κεντρώα κόμματα, οι Σοσιαλδημοκράτες και το Λαϊκό Κόμμα, τα οποία κατείχαν τον έλεγχο του κράτους για περισσότερο από μια εβδομηκονταετία».

Λαμβάνοντας όμως υπόψη πως ο υποψήφιος του κυβερνώντος Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος κατέλαβε στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών την τέταρτη θέση με ποσοστό 11,2%, αποδεικνύεται επίσης πως η άνοδος της Ακροδεξιάς οφείλεται και στην αποτυχία της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας, γεγονός που αναγνώρισε μέσω της παραίτησής του ο πρώην καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν.

Πού οφείλεται όμως αυτή η σταδιακή παρακμή του αυστριακού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος; Ο κ. Μελχιόρ εντοπίζει τους εξής τρεις λόγους:

Πρώτον, η εγκατάλειψη του κεϊνσιανισμού, η ιδιωτικοποίηση μεγάλου μέρους της εθνικής βιομηχανίας από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και έπειτα και η περιορισμένη ανάπτυξη έθεσαν τους Σοσιαλδημοκράτες σε μειονεκτική θέση. «Κατάφεραν να περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις του κύματος του νεοφιλελευθερισμού αλλά δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν ένα εναλλακτικό όραμα για ένα περισσότερο δίκαιο μέλλον. Επιπροσθέτως το κόμμα δεν αντιμετώπισε αποτελεσματικά νέες προκλήσεις όπως η εργασιακή επισφάλεια, η διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών και το Μεταναστευτικό» εξήγησε ο κ. Μελχιόρ, επισημαίνοντας επίσης πως «οι Σοσιαλδημοκράτες εστίασαν περισσότερο στη διατήρηση των θέσεων εξουσίας που κατείχαν τα στελέχη τους στον κρατικό μηχανισμό».

«Τελευταίο προπύργιο είναι οι ηλικιωμένοι»

Δεύτερον, σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε και το γεγονός ότι «το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα δεν ανταποκρίθηκε κατάλληλα και στις αλλαγές που σημειώθηκαν στην κοινωνική σύνθεση του εκλογικού σώματος, χάνοντας την επαφή με τα μέλη της εργατικής τάξης αλλά και με τους νέους, τους διανοουμένους και τη διαρκώς διευρυνόμενη ομάδα των ασταθών ψηφοφόρων, με αποτέλεσμα το τελευταίο προπύργιό του να είναι οι ηλικιωμένοι».

Τρίτον, στην αποτυχία των αυστριακών Σοσιαλδημοκρατών συνέβαλε και η απουσία κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας μιας ισχυρής ηγεσίας«Από την ανανέωση του μεγάλου συνασπισμού μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών και του αυστριακού Λαϊκού Κόμματος οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες έδιναν την εντύπωση ότι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση στις διαπραγματεύσεις με τον πολιτικό τους εταίρο, θυσιάζοντας πάρα πολλές από τις σοσιαλδημοκρατικές απόψεις τους και επιδιώκοντας την αναρρίχησή τους σε θέσεις εξουσίας εις βάρος των ψηφοφόρων» επεσήμανε ο κ. Μελχιόρ. Και προσέθεσε ότι «η αλλαγή στάσης των Σοσιαλδημοκρατών σχετικά με ζητήματα όπως η χρηματοπιστωτική κρίση και η αντιμετώπιση του Μεταναστευτικού ενίσχυσε την εικόνα μιας αδύναμης ηγεσίας».

Ακροδεξιό αφήγημα με απλές εξηγήσεις

Ο πρώην καγκελάριος και πρώην ηγέτης του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Βέρνερ Φάιμαν αποπειράθηκε να κερδίσει το χαμένο έδαφος και να περιορίσει την άνοδο του Κόμματος της Ελευθερίας αλλάζοντας άρδην την πολιτική της κυβέρνησης όσον αφορά τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης. Αποδείχτηκε ωστόσο πως ήταν ήδη πολύ αργά για να αλλάξει την αρνητική γνώμη των Αυστριακών.

«Το Κόμμα της Ελευθερίας απέδωσε την αυξανόμενη ανασφάλεια στην ΕΕ, στα ανοιχτά σύνορα και στους ξένους, εντείνοντας έτσι τους υπαρκτούς φόβους (των Αυστριακών) και συνθέτοντας ένα αφήγημα που παρείχε μια απλή εξήγηση για τις κύριες οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που σημειώθηκαν. Επικρίνοντας τη σχεδόν ηγεμονική άσκηση της εξουσίας από τα δύο κεντρώα κόμματα δημιούργησε μια αρνητική εικόνα για αυτά παρουσιάζοντάς τα ως κόμματα διεφθαρμένα τα οποία εξυπηρετούν αποκλειστικά τα δικά τους συμφέροντα και προστατεύουν τα προνόμια συγκεκριμένων ομάδων όντας ταυτόχρονα ανίκανα να προβούν στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Παρότι η άνοδος του Κόμματος της Ελευθερίας άρχισε με συχνές αναφορές στο εθνικοσοσιαλιστικό παρελθόν, η ηγεσία του αντιλήφθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ότι έπρεπε να αποστασιοποιηθεί από ακραίες θέσεις και να ανοιχτεί στην ολοένα διευρυνόμενη ομάδα των ψηφοφόρων διαμαρτυρίας. Απομακρύνθηκαν στελέχη του κόμματος που προέβαιναν σε ρατσιστικά σχόλια και υιοθετήθηκε μια ηπιότερη ρητορική, περισσότερο εθνικιστική παρά ρατσιστική, μέσω της οποίας γίνεται λόγος περισσότερο για την άμεση δημοκρατία αντί για μια τρίτη (αυταρχική) δημοκρατία και επισημαίνεται η διαφορά μεταξύ των "καλών" προσφύγων και των "κακών" (με οικονομικά κίνητρα) μεταναστών» είπε ο αυστριακός πανεπιστημιακός.

Ο παραιτηθείς καγκελάριος Φάιμαν έστρεψε - και μάλιστα απότομα - το τιμόνι προς τα δεξιά καταφέροντας έτσι το τελειωτικό χτύπημα στο κόμμα του καθώς «η υιοθέτηση ενός ακόμη πιο αυστηρού καθεστώτος για το άσυλο δεν ήταν αρκετή για να περιορίσει την άνοδο του Κόμματος της Ελευθερίας. Αυτή η στροφή 180 μοιρών δίχασε μεν τη βάση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, ενώ απέτυχε να μεταπείσει όσους πίστευαν εξαρχής ότι η θέση του Κόμματος της Ελευθερίας ήταν σωστή».

Και η καλή εικόνα της αυστριακής οικονομίας; ρωτήσαμε τον συνομιλητή μας. «Οι σχετικά καλοί οικονομικοί δείκτες της Αυστρίας έχουν ελάχιστη σημασία την ώρα που αυξάνεται η ανεργία, οι πραγματικοί μισθοί παραμένουν στάσιμοι και στην κοινωνία διαχέεται ένα κλίμα ανασφάλειας» μας απάντησε.

ΣΑΚΗΣ ΜΑΛΑΒΑΚΗΣ
http://www.tovima.gr/world/article/?aid=800871
21/5/2016

                          Σ Χ Ε Τ Ι Κ Α                           



  Προεκλογικό ντιμπέιτ χωρίς… δημοσιογράφους στην Αυστρία    
Όχι μόνο πολιτικές αλλά και τηλεοπτικές εκπλήξεις επιφυλάσσουν οι προεδρικές εκλογές στηνΑυστρία. Μία εβδομάδα πριν από τον δεύτερο γύρο, οι δύο υποψήφιοι αναμετρήθηκαν σε ένα ντιμπέιτ χωρίς κανόνες αλλά και χωρίς… δημοσιογράφους!
Το σκηνικό θυμίζει υπόγειο αθηναϊκό θέατρο. Στην αρχή σκοτάδι. Ξαφνικά ανάβουν οι προβολείς και το φιλοθεάμον κοινό αντικρίζει το λιτό σκηνικό: ένα τραπέζι και δύο καρέκλες, κουρτίνα στο βάθος της σκηνής. Ο Νόρμπερτ Χόφερ από το ακροδεξιό Κόμμα των Ελευθέρων (FPÖ) και ο Αλεξάντερ φαν ντερ Μπέλεν από το κόμμα των Πρασίνων κάθονται ο ένας απέναντι στον άλλον, σιωπηλοί. 
Μοιράζονται μία καράφα με νερό. Μία τελευταία ματιά στις σημειώσεις. Μόλις ακουστεί το κουδούνι, ή μάλλον το γκογκ της έναρξης, θα αρχίσει η ρητορική μονομαχία των δύο υποψηφίων χωρίς παρουσιαστή, χωρίς δημοσιογράφους, χωρίς συγκεκριμένες ερωτήσεις, χωρίς έλεος. Μοναδική τους υποχρέωση είναι να τηρήσουν τον συνολικό τηλεοπτικό χρόνο των 45 λεπτών. Η δημόσια τηλεόραση ORF απουσιάζει, το ντιμπέιτ φιλοξενείται στον ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό ATV.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, το ασυνήθιστοτηλεοπτικό πείραμα θα έδινε το στίγμα αυτών των προεδρικών εκλογών αν δεν υπήρχε ένα ακόμη πιο ασυνήθιστο πολιτικό διακύβευμα: για πρώτη φορά ένας ακροδεξιός υποψήφιος διεκδικεί με αξιώσεις την προεδρία της μεταπολεμικής Αυστρίας, για πρώτη φορά τα παραδοσιακά κόμματα καταρρέουν, για πρώτη φορά ένας «Πράσινος» υποψήφιος προσπαθεί να συνενώσει τις μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις, υψώνοντας ανάχωμα στην επέλαση των εθνολαϊκιστών. 
Από τα πρώτα λεπτά η ρητορική μονομαχία θυμίζει αγώνα πυγμαχίας. Ο Χόφερ, πρώην μάνατζερ της Lauda Air και διδάσκαλος της ρητορικής, είναι ο πυγμάχος που ψάχνει το γρήγορο χτύπημα και δουλεύει με τα πόδια, προσπαθεί να εκνευρίσει τον αντίπαλο με την ενεργητικότητά του. Ο φαν ντερ Μπέλεν, καθηγητής πανεπιστημίου, είναι ο μποξέρ που δίνει τον ρυθμό και δουλεύει με τον χρόνο, προσπαθεί να εκνευρίσει τον αντίπαλο με την αυτοκυριαρχία του.
Επί 45 λεπτά οι δύο υποψήφιοι μιλούσαν περισσότερο επί προσωπικού και λιγότερο για τις πολιτικές θέσεις τους. Ο φαν ντερ Μπέλεν κατηγόρησε τον αντίπαλό του ότι «δεν έχει ιδέα από οικονομική πολιτική» για να πάρει την απάντηση ότι εκείνος «δεν έχει δουλέψει ποτέ στην ελεύθερη οικονομία». Ο Χόφερ θεωρεί ότι ο αντίπαλός του «ψεύδεται» γιατί αυτοπροβάλλεται ως ανεξάρτητος υποψήφιος. 
Ο φαν ντερ Μπέλεν επιμένει ότι έχει μπροστά του την προσωποποίηση του αυταρχισμού. «Εγώ κοιτάω την Αυστρία, εσείς όχι» αντιτείνει ο Χόφερ, επισείοντας την απειλή μίας αόρατης συνωμοσίας κατά των Αυστριακών, στην οποία πρωταγωνιστούν τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα και - ακόμα χειρότερα - οι Βρυξέλλες. 
Αλλά ο καθηγητής φαν ντερ Μπέλεν δεν παραλείπει και τα «βελούδινα χτυπήματα» λέγοντας ότι προφανώς ο εθνολαϊκιστής υποψήφιος «δεν έχει μελετήσει επαρκώς το σύνταγμα της χώρας». Ποιος επικράτησε τελικά στην απευθείας τηλεοπτική μονομαχία;
«Και οι δύο ρεζιλεύτηκαν, το προεδρικό αξίωμα ζημιώθηκε» υποστηρίζει ο πολιτικός αναλυτής Τόμας Χόφερ, επισημαίνοντας ότι η ανταλλαγή απόψεων έγινε «σε επίπεδο νηπιαγωγείου». «Οι δύο υποψήφιοι απλώς ξεμπροστιάστηκαν» συμπληρώνει ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Der Standard Τόμας Μάγερ. 
«Και οι δύο κάνουν ό,τι μπορούν για να πέσει κάτω από το 20% το ποσοστό συμμετοχής στον δεύτερο γύρο» σχολιάζουν κάποιοι μέσω Twitter. 
Για τον πολιτικό επιστήμονα Χούμπερτ Ζίκινγκερ είναι ξεκάθαρο πλέον ότι «μία τέτοια συζήτηση δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο» και χωρίς τον δημοσιογράφο ως διαμεσολαβητή. «Ήταν ένα πείραμα που απέτυχε» σχολιάζει η αυστριακή εφημερίδα Kurier.
Κι όμως, δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Αυστριακοί έβλεπαν ντιμπέιτ - μονόπρακτο. Τον Ιανουάριο του 1970 ο καγκελάριος Γιόζεφ Κλάους είχε συμμετάσχει σε παρόμοια τηλεοπτική αναμέτρηση στο πλατό της κρατικής τηλεόρασης, με αντίπαλο τον επικεφαλής της σοσιαλδημοκρατικής αντιπολίτευσης Μπρούνο Κράισκι. 
Δύο υποψήφιοι χωρίς παρουσιαστή, λιτό σκηνικό, ασπρόμαυρη οθόνη, συζήτηση επί της ουσίας. Τελικά ο Κράισκι μάλλον κέρδισε τις εντυπώσεις. 46 χρόνια αργότερα το τηλεοπτικό αποτέλεσμα δεν ήταν ανάλογο. 
Πάντως το ιδιωτικό κανάλι ATV έκανε ό,τι μπορούσε για να μεγιστοποιήσει την τηλεοπτική εμπειρία. Αν στην τηλεοπτική συζήτηση του 1970 ο πρόλογος περιοριζόταν στην ανάγνωση του βιογραφικού των υποψηφίων, η τηλεοπτική εμπειρία του 2016 άρχισε με τα πλάνα των δύο μονομάχων να φτάνουν στο στούντιο, ενώ ακολούθησε εκτεταμένη ανάλυση στην οποία συμμετείχαν πολιτικοί επιστήμονες αλλά και οι σύμβουλοι επικοινωνίας των δύο υποψηφίων. 
Κι όμως, το πείραμα απέτυχε. Μήπως λόγω «ατελείας των οργάνων», δηλαδή του πολιτικού προσωπικού;
http://tvxs.gr/news/eyropi-eop/proeklogiko-ntimpeit-xoris%E2%80%A6-dimosiografoys-stin-aystria
16/5/2016

‘No Nazis in the Hofburg’: Austria poised to elect far-Right president on wave of anti-immigrant anger

Norbert Hofer: is Austria's presidential hopeful a 'wolf in sheep's clothing'?
Rightwing candidate has presented himself as centrist but some commentators warn his charm masks extreme right background

'People have lost hope': young Austrians on the rise of the far right
As the country prepares to vote in Sunday’s presidential election, young people share their thoughts on the Freedom party’s rise and Austria’s future

The Guardian view on European politics: Vienna calling - Editorial
The resignation of the Austrian chancellor, under pressure from a resurgent far right, is frightening in its own right. But it also betrays the chill political winds blowing across a whole continent

  Norbert Hofer 

Facebook - Norbert Hofer