Η φυγή των αγαλμάτων
Είναι κατανοητή η ανησυχία του δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη για την τύχη ορειχάλκινων αγαλμάτων και άλλων γλυπτών που βρίσκονται σε «επισφαλή θέση» στην ελληνική πρωτεύουσα· η πείρα των τελευταίων χρόνων δείχνει ότι βρίσκονται στο έλεος κλεφτών και βανδάλων. Ακατανόητο, όμως, είναι ότι φθάσαμε στο σημείο που ο δήμος αναγκάζεται να σκεφτεί πώς θα κρύψει έργα τέχνης για την προστασία τους, όπως συνέβαινε πριν από τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα, όπως αναγκάστηκαν να πράξουν οι Αρχές της Συρίας και του Ιράκ πριν από την επέλαση των τζιχαντιστών. Οσο υπερβολική και αν φαίνεται η σύγκριση, η ουσία είναι ότι η πόλη μας –η καθημερινότητά μας– παραδέρνει από ήττα σε ήττα.
Ζούμε μια κρίση που προηγείται της οικονομικής. Είναι μια κρίση πολιτισμού, η αδυναμία να κρίνουμε τους κινδύνους γύρω μας και να αναλάβουμε δράση για να ξεφύγουμε, για να ενισχύσουμε την κοινωνία και τις δομές της, για να προστατεύσουμε όσα καλά διαθέτουμε. Οταν θα κρύβουμε γλυπτά, όταν αλλάζουμε τα δρομολόγια μαζικών μέσων μεταφοράς για να αποφεύγουμε τις ενέδρες «μπαχαλάκηδων», όταν ανεχόμαστε βανδαλισμούς σε κάθε δημόσιο χώρο (έχετε δει πάρκο με φώτα που δεν είναι σπασμένα;), όταν οδηγοί μοτοσικλετών και αυτοκινήτων θεωρούν προαιρετική την τήρηση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, πόσο θα αργήσει η ημέρα που οι ίδιοι θα φοβόμαστε να βγούμε από τα σπίτια μας επειδή θα αισθανόμαστε απροστάτευτοι; Η απαξία του δημόσιου χώρου –κυρίως η ανοχή γι’ αυτό– είναι η απαξία κάθε μέλους της κοινωνίας. Παντού υπάρχουν μικρές ομάδες ή άτομα που θέλουν να επιβάλουν τη θέλησή τους στους υπόλοιπους, αλλά σπανίως βλέπουμε το σύνολο της κοινωνίας, όπως αυτή εκφράζεται από κρατικούς θεσμούς, να μη λειτουργεί με γνώμονα την προστασία του καθενός και του συνόλου, όπως βλέπουμε στην Ελλάδα.
Βλέποντας την ανοχή και την ολιγωρία της πολιτείας μπροστά σε εγκλήματα εις βάρος του δημόσιου χώρου, φυσικό είναι να σκεφτούμε είτε πώς θα προστατευθούμε είτε πώς θα κρυφτούμε από τον κίνδυνο. Θα τραπούμε σε φυγή ή θα δώσουμε τη μάχη; Στην απουσία της πολιτείας αναγκάζεται ο κάθε ένας να αυτοσχεδιάσει εναντίον της αυθαιρεσίας άλλων. Υποχρεωνόμαστε να αντιμετωπίσουμε το ουσιαστικό δίλημμα της ζούγκλας – φυγή ή σύγκρουση; Ο χαρακτήρας του καθενός κρίνει πώς θα πράξει – με βάση τη συγκυρία, τις επιλογές και το διακύβευμα. Από την πολιτεία, όμως, αναμένουμε μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στην εκπλήρωση της υποχρέωσής της να παρέχει ασφάλεια και τα κοινωνικά αγαθά σε όλους.
Για πολλά χρόνια, η βίαιη διαμαρτυρία και η αντικοινωνική συμπεριφορά ακραίων ομάδων θεωρούνταν σχεδόν φυσιολογικές από αρκετά μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, σαν να ήταν μια –έστω υπερβολική– έκφραση νεανικής επαναστατικότητας. Οταν, όμως, δεν υπάρχει ουσιαστικός εχθρός αλλά ούτε πλαίσιο συμπεριφοράς, αυτή η επιθετικότητα στρέφεται εναντίον του συνόλου. Οταν η πολιτεία δεν αντιδρά, ή το σύνολο θα διαβρωθεί ολότελα ή θα διασπαστεί σε αντιμαχόμενες ομάδες, με ακόμη πιο ολέθριο αποτέλεσμα. Η ομολογία απελπισίας του δήμου ξεκαθαρίζει το τοπίο και θέτει ευθέως το ερώτημα σε όλους: συμφωνούμε στην αλλοίωση της δημόσιας και ιδιωτικής μας ζωής επειδή φοβόμαστε να την προστατεύσουμε; Ή καταλαβαίνουμε, πλέον, ότι ήρθε η ώρα να λειτουργήσουμε ως ενήλικοι και να απαιτήσουμε η πολιτεία να πράξει το ίδιο;
Νίκος Κωνσταντάρας
10/6/2016
http://www.kathimerini.gr/863216/opinion/epikairothta/politikh/h-fygh-twn-agalmatwn