Επιδρομικός πόλεμος, “το υπέρτατο διεθνές έγκλημα”: Πραξικόπημα, εισβολή, κατοχή…

Μέσα σε μια γενιά ο κυπριακός λαός έζησε ένα αντιαποικιακό αγώνα, μια εμφύλια σύγκρουση, ένα πραξικόπημα – το υπέρτατο εσωτερικό έγκλημα – και ένα επιδρομικό πόλεμο – το υπέρτατο διεθνές έγκλημα. Ο κυπριακός λαός δικαιούται απαιτεί και πρέπει να έχει ένα ελεύθερο μέλλον σε μια δημοκρατική πατρίδα. Ζητά και απαιτεί μια Κύπρο ενιαία και δημοκρατική.




Στις Δίκες της Νυρεμβέργης (Nuremberg Trials- die Nurnberger Prozesses) καταδικάστηκαν σε θάνατο, σε ισόβια και σε μακρόχρονη φυλάκιση όλα εκείνα τα μέλη του Γερμανικού Ναζιστικού κινήματος που συνέλαβαν, οργάνωσαν και εκτέλεσαν τον επιδρομικό πόλεμο 1939-1945 που αιματοκύλισε την Ευρώπη και τον κόσμο. 

Η πιο σημαντική κατηγορία εναντίων της ηγεσίας των Ναζί ήταν πως υπήρξαν οργανωτές “επιδρομικού πολέμου” (“war of aggression”) δηλαδή ενός μη αμυντικού πολέμου, ενός πολέμου που δεν ήταν αναγκαίος, ενός “πολέμου επιλογής” (“war of choice”), ενός πολέμου κατάκτησης. Οι οργανωτές του μπορούσαν να επιλύσουν τα οποία προβλήματα που αντιμετώπιζε η Γερμανία με διάφορους ειρηνικούς τρόπους αλλά επέλεξαν να τα επιλύσουν με την χρήση βίας δηλαδή μέσω ενός πολέμου κατάκτησης.

Στην ποιό σημαντική του τοποθέτηση το Δικαστήριο περιέγραψε ως εξής τον “επιδρομικό πόλεμο”: “Ο πόλεμος είναι ουσιαστικά κάτι το κακό. Οι συνέπειές του δεν περιορίζονται μόνο στα εμπόλεμα κράτη αλλά επηρεάζουν ολόκληρο τον κόσμο. Για το λόγο αυτό η πρόκληση επιδρομικού πολέμου (“war of aggression”) δεν είναι απλά ένα διεθνές έγκλημα. Είναι το υπέρτατο διεθνές έγκλημα το οποίο διαφέρει από τα άλλα εγκλήματα διότι εμπεριέχει το κακό στο σύνολό του”.

Πρόσφατα και μετά από επτά περίπου χρόνια έρευνας, ολοκληρώθηκε και δόθηκε στη δημοσιότητα η Έκθεση Τσίλκοτ για το ρόλο της Μεγάλης Βρεττανίας επί πρωθυπουργίας Τόνυ Μπλέρ αναφορικά με τον πόλεμο του 2003 κατά του Σαντάμ Χουσέιν και την συνεργασία του Βρετανού πρωθυπουργού με την αμερικανική κυβέρνηση και του Προέδρου Μπούς για την οργάνωση και διεξαγωγή του πολέμου. Το συμπέρασμα του υπεύθυνου για την σύνταξη της έκθεσης του, Sir John Chilcot, ενός επιφανούς νομικού στον οποίο δόθηκε εντολή για τη διερεύνηση του ζητήματος υπήρξε καταπέλτης. Κατά τον Τσίλκοτ η κυβέρνηση του Τόνυ Μπλέρ εσκεμμένα παραπλάνησε τον βρετανικό λαό και συνομωσιακά οργάνωσε με τις Ηνωμένες Πολιτείες ένα “επιδρομικό πόλεμο” παραβιάζοντας κατάφορα τη διεθνή έννομη τάξη. Υπενθυμίζω εδώ πως και ο τότε ΓΓ του ΟΗΕ Κόφι Ανάν χαρακτήρισε τον πόλεμο του 2003 ως παράνομο και πως παραβίαζε την καταστατική Χάρτα του ΟΗΕ. Η Χάρτα είναι μια διεθνής συνθήκη που προγράφει τον πόλεμο ως εργαλείο επίλυσης διαφορών ανάμεσα στα κράτη και η οποία Χάρτα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του μεταπολεμικού διεθνούς συστήματος.

Συναφή με ένα επιδρομικό πόλεμο και εμπίπτωντας στην ίδια κατηγορία είναι και τα εγκλήματα εναντίων της ειρήνης, εγκλήματα εναντίων την ανθρωπότητας, το έγκλημα της γενοκτονίας και εγκλήματα βιασμού και ανήθικων επιθέσεων. Στην συγκεκριμένη περίπτωση του Τόνυ Μπέρ η Έκθεση Τσίλκοτ δεν τον κατονομάζει εγκληματία πολέμου. Όμως περισσότερα από ενενήντα κράτη έχουν ενσωματώσει στο εσωτερικό τους δίκαιο πρόνοιες για τέτοια εγκλήματα πολέμου και είναι θέμα χρόνου κάποιο δικαστήριο να εκδόσει ένταλμα σύλληψής του. Υπενθυμίζω εδώ πως ένας θαρραλέος δικαστής στη Ισπανία εξέδωσε, πριν μερικά χρόνια, ένα τέτοιο ένταλμα σύλληψης κατά του πρώην προέδρου της Χιλής, του δικτάτορα Πινοσέτ, για την πραξικοπιματικά ανατροπή και δολοφονία του νόμιμα εκλεγμένου Προέδρου της Χιλής Αλλιέντε, και για τα εκλήματα που διέπραξε το δικτατορικό του καθεστώς κατά του λαού της Χιλής και κατά της ειρήνης. Ο Πινοσέτ χαρακτηρίστηκε “εχθρός της ανθρωπότητας” (“hostis humanis generis”) και δεν είχε που να κρυφτεί.

Εαν ένας επιδρομικός πόλεμος είναι το “υπέρτατο διεθνές έγκλημα”, τότε ένα πραξικόπημα κατά της δημοκρατικής τάξης είναι το “υπέρτατο εσωτερικό έγκλημα”.

Ένα τέτοιο διττό έγκλημα συντελέστηκε κατά του κυπριακού λαού τον Ιούλιο του 1974. Τα παλικάρια της φακής και της αμερικανικής δεξιάς σε Ελλάδα και Κύπρο συνέλαβαν οργάνωσαν και υλοποίησαν το αντιδημοκρατικό και προδοτικό πραξικόπημα κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος την 15η Ιουλίου. Και στις 20 Ιουλίου η Τουρκία ολοκλήρωσε το έγκλημα με το δικό της: με τον επιδρομικό πόλεμο κατάκτησης του Ιουλίου και Αυγούστου. Ως συνέπεια του διττού αυτού εγκλήματος η Κύπρω απώλεσε, μέσα σε ένα μήνα, το ένα τοις εκατό του πληθυσμού της (5,000 άτομα) σχεδον τα μισά της εδάφη και πάνω από τα 55% των ακτών της. Το υλικό κόστος της εισβολής αγγίζει τα εκατό δις δολλάρια.

Το υλικό κόστος είναι ωστόσο το λιγότερο. Στη διάρκεια του πραξικοπήματος τα παλικάρια της φακής, με στολές παραλλαγής και καλασινίκοφ κυκλοφορούσαν σε κρατικά ιδρύματα και στους δρόμους και συνελάμβαναν και σκοτώναν αυθαίρετα. Όταν όμως πάτησε ο Αττίλας πήγαν στο Τροόδος για να … οργανώσουν την αντίσταση. Η δε ηγετική τους ομάδα πήγε έρποντας στο αμερικανό πρέσβη- τον Αύγουστο λίγες μέρες πριν τη δεύτερη εισβολή- και τον θερμοπαρακαλούσε για τη διαμεσολάβηση της Αμερικής με του Τούρκους. Στη δε έκθεση του προς την Ουάσιγκτον ο αμερικανός πρέσβης έγραφε πως τους βρήκε πολύ “μετριοπαθείς” και έτοιμους για συμβιβασμούς με την Άγκυρα. Δεν ήταν, έγραφε, τόσο “εξτρεμιστές” όσο τους θεωρούσε ο Μακάριος. Τους “αδικούσε” λέει ο Μακάριος και ήταν σίγουρος για πολύ μεγάλους “συμβιβασμούς” εκ μέρους τους στο μέλλον!

Ένας μέρος της σημερινής τραγωδίας στον πολύπαθο αυτό τόπο είναι η οργανωμένη προσπαθεία να ξεχαστεί το διττό έγκλημα του Ιουλίου του 1974, διότι λένε η μνήμη ξύνει πληγές και χαλά το κλίμα για τη επίλυση του κυπριακού. Από τη μια οι πραξικοπηματίες και η συνωμοταξία τους θέλουν και ζητούν να ξεχαστεί το προδοτικό πραξικόπημα – το υπέρτατο εσωτερικό έγκλημα- και τα εgκλήματα που διέπραξαν. Από τη άλλη έχουμε τους οπαδούς της οποίας λύσης που ζητούν και απαιτούν να ξεχαστεί το “υπέρτατο διεθνές έγκλημα” και να μην ξύνονται και πληγές των εγκλημάτων του Αττίλα.

Έχουμε δηλαδή εδώ στη πράξη μια ανίερη συμμαχία μεταξύ των πραξικοπηματιών και των θιασωτών του Αττίλα. Καλυτέρο πρόσφατο παράδειγμα υπήρξε η αντίδραση των υποστηρικτών της “Τουρκικής ειρήνης” στην Κύπρο για τις αποκαλύψεις του Σενέρ Λεβέντ σχετικά με δολοφονίες αιχμαλώτων πολέμου που τους έθαψαν ζωντανούς σε ποτάμια στη Τουρκία για να εξαφανίσουν με το καιρό τα ίχνη τους. (Όσοι γνωρίζουν ιστορία αναγνωρίζουν πως με το ίδιο τρόπο- και για να μη ξοδεύονται σφαίρες- δολοφονούσαν και του Αρμένιους στη Τουρκία πριν εκατό χρόνια).

Η συνωμοταξία της οποίας λύσης με επικεφαλής τον Άκη Λόρδο, τούτη τη φορά, έσχισαν τα ιμάτιά της και τα οπίσθιά τους, ταυτόχρονα, απαιτώντας την πολιτική κεφαλή του Σενέρ επί πινάκι, γιατί έκανε μια τέτοια αποκάλυψη “χαλώντας” το κλίμα! Τι θα πουν ο κύριος Λόρδος και η παρέα του όταν αποκαλυφθούν, οσονούπω, και οι λεπτομέρειες της σφαγής της 23 Αυγούστου 1974 των αιχμαλώτων του γηπέδου της Κερύνειας; Από τους 200 αιχμάλωτους αφέθηκαν ελεύθεροι 30, οι δε υπόλοιποι σφαγιάστηκαν. Πιθανό να είναι αυτοί που βρίσκονται σε μαζικό τάφο στη αυλή του Αποστόλου Βαρνάβα. Και για του οποίους ξαναγράψε ο Λεβέντ. Και αρκετών των οποίων τα κόκκαλα μετακινήθηκαν αργότερα με μπουλτόζες και πετάχτηκαν στη θάλασσα.

Μέσα σε μια γενιά ο κυπριακός λαός έζησε ένα αντιαποικιακό αγώνα, μια εμφύλια σύγκρουση, ένα πραξικόπημα – το υπέρτατο εσωτερικό έγκλημα – και ένα επιδρομικό πόλεμο – το υπέρτατο διεθνές έγκλημα. Ο κυπριακός λαός δικαιούται απαιτεί και πρέπει να έχει ένα ελεύθερο μέλλο σε μια δημοκρατική πατρίδα. Ζητά και απαιτεί μια Κύπρο ενιαία και δημοκρατική.

Μάριος Ευρυβιάδης
21/7/2016





                        ΣΧΕΤΙΚΑ                       




Η ταινία-ντοκιμαντέρ του Μιχάλη Κακογιάννη: 
 Attila '74: The Rape of Cyprus (1975)


Πώς ένας Αυστραλός σκηνοθέτης γύρισε το 2011 την πιο ρεαλιστική 

ταινία για την εισβολή στην Κύπρο

Κύπρος, 1974. Μια οικογένεια προσπαθεί να προστατευτεί από τις τούρκικες δυνάμεις που έχουν καταλάβει το νησί και βρίσκει καταφύγιο σε ένα εγκαταλειμμένο παλάτι της Οθωμανικής εποχής. Ένας νεαρός Τουρκοκύπριος στρατιώτης τους ανακαλύπτει και έρχεται αντιμέτωπος με το σκληρό πρόσωπο του πολέμου και τον δικό του, τραγικό ρόλο μέσα σε αυτόν.

Αυτή είναι η υπόθεση της μικρού μήκους ταινίας «The Palace» (Το Παλάτι), του Αυστραλού σκηνοθέτη Anthony Maras, η οποία κυκλοφόρησε το 2011 και μέχρι σήμερα έχει συγκεντρώσει μια πλειάδα βραβείων και διακρίσεων ανά τον κόσμο. Όπως καταλάβατε, η ιστορία του «The Palace» βασίζεται στα όσα συνέβησαν στην Κύπρο κατά την Τούρκικη εισβολή στις 20 Ιουλίου του 1974, όταν περίπου σαράντα χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες, με την υποστήριξη της Τούρκικης Αεροπορίας και του ναυτικού, εισέβαλαν παράνομα στο νησί και έδιωξαν περίπου 200.000 Κύπριους από τα σπίτια τους ενώ άφησαν πίσω τους 4.000 νεκρούς και 1.619 αγνοούμενους.
Ο Maras και το συνεργείο του γύρισαν μεγάλο κομμάτι της ταινίας στην Πράσινη Γραμμή της Κύπρου, που ακόμα χωρίζει το νησί στα δύο, ανάμεσα σε ένοπλους φρουρούς, ρημαγμένα από τον πόλεμο κτίρια και τεταμένες διαπραγματεύσεις του ΟΗΕ που, τότε, 37 χρόνια μετά την εισβολή, δεν είχαν καταφέρει ακόμα να καταλήξουν σε μια λύση που να ικανοποιεί και τις δύο πλευρές -μια κατάσταση που συνεχίζεται, άλλωστε, μέχρι και σήμερα.


Ο Al Ruddy, παραγωγός ταινιών όπως «O Νονός» και «Million Dollar Baby», είχε πει τότε για την ταινία «Το “The Palace” είναι κινηματογράφος πρώτης κατηγορίας και αποδεικνύει πως o Anthony είναι ένας από αυτούς τους εξαιρετικά σπάνιους δημιουργούς με μεγάλο όραμα και τη δυνατότητα να το εκπληρώσουν. 
Το γεγονός πως έγραψε, σκηνοθέτησε, ανέλαβε την παραγωγή και το μοντάζ αυτής της ταινίας, δεν αφήνουν περιθώριο αμφιβολίας για την τεράστια συμβολή του στο έργο».
Λίγα χρόνια πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα του The Palace, ο Maras έπαιρνε συνεντεύξεις από Κύπριους πρόσφυγες στο πλαίσιο της εκτεταμένης έρευνας που έκανε για την ταινία. Κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης, άκουσε μια ιστορία που τον στοιχειώνει μέχρι και σήμερα.
«Μου είπαν για μία νεαρή Κύπρια μητέρα που ήρθε αντιμέτωπη με ένα αδιανόητο δίλημμα», θυμάται ο Maras στο blog που έγραψε για λογαριασμό της Huffington Post το 2011. «Ενώ τα τούρκικα στρατεύματα περικύκλωναν το σπίτι της, το μωρό της δεν σταματούσε να κλαίει. Και αυτή έπρεπε να αποφασίσει ανάμεσα στο να το αφήσει να κλαίει και να υποστεί τις συνέπειες ή να προσπαθήσει να το σωπάσει για να μην τους ανακαλύψουν, κλείνοντας το στόμα του με το χέρι της και ρισκάροντας έτσι να το σκοτώσει. Έκτοτε δεν κατάφερα να βγάλω αυτή την ιστορία από το μυαλό μου».
Αυτό το ανατριχιαστικό σενάριο έγινε και το πρώτο βασικό κομμάτι της ιστορίας του «The Palace». «Η ταινία είναι αντιπολεμική και υπέρ της δικαιοσύνης. Μιλά για τους πολίτες και τους στρατιώτες που ήρθαν αντιμέτωποι και για το πώς οι ζωές τους συνδέθηκαν», λέει ο Maras. «Μας ενδιέφερε περισσότερο η ιστορία των ανθρώπων και όχι τόσο η πολιτική πλευρά της κατάστασης. 

Επικεντρωθήκαμε στο τι σημαίνει ο πόλεμος για τους απλούς ανθρώπους. Τους πολίτες. Τι σημασία έχει ο πόλεμος για μια μητέρα και το παιδί της; Τι σημαίνει ο πόλεμος σε έναν νεαρό στρατιώτη που δεν θέλει να βρίσκεται εκεί; Η ταινία μας είχε να κάνει με το πώς λειτουργούν οι άνθρωποι στις πιο αφύσικες καταστάσεις, δηλαδή στο θάνατο και στην καταστροφή».


Ο Maras ενδιαφερόταν από μικρός για το θέμα των προσφύγων και της ανθρώπινης κατάστασης εν καιρό πολέμου. Όταν ήταν ακόμα φοιτητής στο University of California, κατάφερε με τις πρώτες, μικρού μήκους ταινίες του να κερδίσει σημαντικές διακρίσεις από μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ. Η πρώτη του ταινία, η μικρού μήκους «Azadi» που αφηγούνταν μια οδυνηρή προσφυγική ιστορία σε ένα κέντρο κράτησης, ήταν υποψήφια για Best Short Film στα Australian Film Institute Awards -τα Όσκαρ της Αυστραλίας, σαν να λέμε. Τελικά κέρδισε το εν λόγω βραβείο με την επόμενη μικρού μήκους του, το νουάρ «Spike Up».
Το «The Palace» αντιμετώπισε αρκετά εμπόδια μέχρι να ολοκληρωθεί, με μεγαλύτερο αυτό του budget. Ο λόγος; «Τα λεφτά που είχαμε εξασφαλίσει από την ελληνική κυβέρνηση και από ιδιώτες, εξαφανίστηκαν με την ελληνική οικονομική κρίση», λέει ο Maras. Καταφέρνοντας να συγκεντρώσουν μια κάποια οικονομική βοήθεια από το Adelaide Film Festival Investment Fund και το South Australian Film Corporation, ο Maras και οι συνεργάτες του δεν το έβαλαν κάτω. 
«Έπρεπε να εκμεταλλευτούμε με σωστό τρόπο και το κάθε δολάριο. Όταν προβάλαμε την ταινία στους ανθρώπους που είχαν ζήσει εκείνη την εμπειρία, μας είπαν ξανά και ξανά πως είχαμε δημιουργήσει κάτι που έμοιαζε και είχε την αίσθηση και τη μυρωδιά του 1974».
Ο Maras πήρε συνεντεύξεις από περισσότερους από 75 Τουρκοκύπριους και Ελληνοκύπριους κατά την έρευνά του για την ταινία, όλοι τους επιζώντες της εισβολής του '74.

«Η πραγματική ανταμοιβή για έναν σκηνοθέτη», λέει, «είναι η δυνατότητα που του δίνεται να εξερευνήσει τον κόσμο, τις ιστορίες, τους χαρακτήρες και τις προκλήσεις στις ζωές των ανθρώπων. Άκουσα πολλές και διαφορετικές ιστορίες για όσα συνέβησαν το 1974 από ανθρώπους που τα έζησαν από πρώτο χέρι, ανθρώπους που επιβίωσαν αυτών, ανθρώπους που μετανάστευσαν στην Αυστραλία ως πρόσφυγες, Έλληνες και Τούρκοι».
Οι άνθρωποι αυτοί μάλιστα βοήθησαν σημαντικά και πρακτικά στα γυρίσματα της ταινίας. «Ο κόσμος μας άφησε να δανειστούμε τα ρούχα που φορούσαν το '74, τα είχαν ακόμα σε μπαούλα. Το ίδιο συνέβη και με τις τούρκικες στρατιωτικές στολές», λέει ο Maras. Μέχρι και τα όπλα που χρησιμοποίησαν στην ταινία, ήταν κάποια από τα πραγματικά όπλα που χρησιμοποιήθηκαν στην εισβολή. «Η ανθρακαποθήκη μέσα στην οποία κρύβεται η οικογένεια στην ταινία», προσθέτει ο Maras, «είναι μια πραγματική ανθρακαποθήκη που έμεινε ανέπαφη σε ένα φτηνό ξενοδοχείο δίπλα στην Πράσινη Γραμμή. Τα βαρέλια πυρίτιδας και τα όπλα εκεί μέσα δεν έχουν κινηθεί εκατοστό από το 1974».
 Μπορεί η τούρκικη εισβολή στην Κύπρο να έγινε το 1974, ο Maras όμως πιστεύει πως το «The Palace» είναι ακόμα επίκαιρο στο σημερινό πολιτικό προσκήνιο. «Θεωρώ πως είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα που σχετίζεται άμεσα με όσα συμβαίνουν σήμερα στον κόσμο. Η τρομακτική πτυχή αυτής της ιστορίας είναι πως θα μπορούσε να συμβεί σήμερα στα Βαλκάνια, στη Σομαλία, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ». Και η πραγματικότητα των τελευταίων μηνών επιβεβαιώνει τα λεγόμενά του.

Σαράντα δύο χρόνια μετά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, πολλοί από τους Κύπριους που διώχθηκαν από τα σπίτια τους και έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα, εξακολουθούν να βρίσκονται σε εξορία. Ο Maras θυμάται ακόμα την ιστορία που του είπε ένας από αυτούς. «Είχε πει στη γυναίκα του να μην ανησυχεί που άφησε το κοτόπουλο έξω από το ψυγείο. Θα ξεπάγωνε και θα το μαγείρευαν όταν επέστρεφαν σπίτι το βράδυ», αφηγείται ο σκηνοθέτης. «Μέχρι σήμερα, δεν έχουν γυρίσει ακόμη σπίτι τους».
ΝΑΓΙΑ ΚΩΣΤΙΑΝΗ
21/7/2016

http://www.huffingtonpost.gr/2016/07/20/culture-anthony-maras-the-palace_n_11081828.html?utm_hp_ref=greece