ΤΟΥΡΚΙΑ: Μετά το πραξικόπημα... (6ο)

1.Κώστας Ράπτης:
 Πού οδηγούνται οι ευρωτουρκικές σχέσεις; 

2.Γιώργος Καπόπουλος:
Βαρόμετρο το Ιντσιρλίκ.

3.John Butler και Dov Friedman:
Οι ρίζες της ισχύος των γκιουλενιστών στην Τουρκία.
Το πραξικόπημα και μετά από αυτό.

4.LANDON THOMAS Jr
Η τρομοκρατία και το πραξικόπημα δεν έκαμψαν τους επενδυτές στην Τουρκία  

  5.Turkey-Military Coup ,15/7/2016 
  ΝΕΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ
 F-16  βομβαρδίζουν το αρχηγείο της αστυνομίας 

6.Marc Pierini:
Μπορεί η Ρωσία να πάρει με το μέρος της την Τουρκία,  εναντίον της Δύσης; 

7.Valentin Vasilescu:
 Πώς θα μπορούσε να υλοποιηθεί η προσέγγιση μεταξύ της Τουρκίας και της Ρωσίας;

  8.Bloomberg Businessweek:
Θα γλυτώσει η δημοκρατία από την εκκαθάριση του Ερντογάν;  

9.Nezavisimagia Gazeta:
 Η Μόσχα και η Άγκυρα επανεκκινούν τον αγωγό Turkish Stream.
Φόβοι Μόσχας  για νέες κυρώσεις εναντίον της αλλά και για νέα ενδεχόμενη πισώπλατη μαχαιριά του Ερντογάν. 





      
 Πού οδηγούνται οι ευρωτουρκικές σχέσεις; 

Οι αναστατώσεις της περιόδου μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου ανέδειξαν σε τέτοιο βαθμό τις αντιφάσεις της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, που δεν θα μπορούν για πολύ ακόμη αυτές να κρύβονται κάτω από το χαλί.

Καταλύτης υπήρξε ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού της Αυστρίας Christian Kern ο οποίος σε τηλεοπτική συνέντευξή του χαρακτήρισε σενάριο "διπλωματικής φαντασίας” την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. και μάλιστα πρότεινε την επίσημη διακοπή των ευρωτουρκικών ενταξιακών διαπραγματεύσεων στη Σύνοδο Κορυφής του επόμενου μήνα.

Επικαλέστηκε δε ως επιχείρημα ο Αυστριακός καγκελάριος τις πενιχρές δημοκρατικές επιδόσεις της Τουρκίας οι οποίες, όπως είπε, δεν δικαιολογούν υποψηφιότητα ένταξης στην Ε.Ε. Ο επίσης προερχόμενος από τους Σοσιαλδημοκράτες υπουργός Άμυνας Hans Peter Doskozil, διέκρινε αναδυόμενα "σημάδια δικτατορίας” στην Τουρκία, ζητώντας και αυτός την διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

Η Αυστρία βέβαια είναι μία χώρα η οποία ουδέποτε αντιμετώπισε με θέρμη το ζήτημα της τουρκικής ένταξης. Άλλωστε, η χώρα πρόκειται τον Οκτώβριο να διεξαγάγει εκ νέου προεδρικές εκλογές, μετά την δικαστική ακύρωση της προηγούμενης ψηφοφορίας, όπου η ήττα του υποψήφιου της ακροδεξιάς υπήρξε οριακή.

Είναι προφανώς αυτό το στοιχείο που έχει υπόψη του ο Τούρκος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ömer Çelik όταν υποστηρίζει, αντιδρώντας στις δηλώσεις Kern, ότι αυτές πλησιάζουν την "ακροδεξιά ρητορική”. "Υπάρχει διαφορά” πρόσθεσε "ανάμεσα στο να ασκεί κανείς κριτική στην Τουρκία, το οποίο είναι δημοκρατικό δικαίωμα, και στο να τάσσεται κανείς συνολικά κατά της Τουρκίας”.

Περισσότερο ενδιαφέρον είναι ωστόσο το πώς αντέδρασαν όσοι, εκ πρώτης όψεως, δεν συμμερίζονται τις ανησυχίες της Βιέννης.

Σοβαρό λάθος εξωτερικής πολιτικής χαρακτήρισε τυχόν διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων ο πρόεδρος της Κομισιόν Jean Claude Juncker. "Σεν νομίζω ότι θα βοηθούσε το να πούμε μονομερώς στην Τουρκία ότι διακόπτουμε τις συνομιλίες” τόνισε, έχοντας ωστόσο ήδη προειδοποιήσει ότι "η Τουρκία στην κατάσταση που βρίσκεται προς το παρόν δεν μπορεί να γίνει μέλος της Ε.Ε. και σίγουρα όχι εάν επαναφέρει την θανατική ποινή”.

Με άλλα λόγια, οι Βρυξέλλες αναμένουν από την Άγκυρα να κάνει πρώτη το βήμα της ρήξης, με μία χειρονομία η οποία και θα διασώζει το "ηθικό πλεονέκτημα” της ευρωπαϊκής πλευράς. Είναι πολύ αμφίβολο αν οι Τούρκοι ιθύνοντες θα κάνουν στην ευρωπαϊκή πλευρά αυτή τη χάρη.

Η αναπληρώτρια εκπρόσωπος του προέδρου της Κομισιόν Mina Andreeva, πάλι, προτίμησε περισσότερο "τεχνική” φρασεολογία. Υπενθύμισε ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις αποτελούν διαδικασία "ανοικτού τύπου”, δηλ. χωρίς προδιαγεγραμμένη έκβαση, γνωστοποίησε ότι "αυτή τη στιγμή δεν διεξάγονται διαβουλεύσεις για το άνοιγμα περαιτέρω ενταξιακών κεφαλαίων”, εφόσον κάτι τέτοιο προϋποθέτει την ομοφωνία των κρατών-μελών, και υπενθύμισε ότι "η Τουρκία ως υποψήφια προς ένταξη χώρα πρέπει να σέβεται τις βασικές αρχές του ευρωπαϊκού κεκτημένου και συγκεκριμένα ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου και τις θεμελιώδεις ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος ελέγχων και ισορροπιών και του διαχωρισμού των εξουσιών”.

Το να παρουσιάζεται όμως η ενταξιακή διαδικασία ως υπόθεση εκπλήρωσης προαπαιτουμένων δεν αναιρεί το πολύ διαφορετικό γεγονός ότι η "ομοφωνία των κρατών-μελών” αποτελεί βαθύτατα πολιτική υπόθεση.

Και η ομοφωνία αυτή έχει χαθεί εδώ και μία δεκαετία σχεδόν, αφότου ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Nicholas Sarkozy έκανε σαφές ότι η ένταξη της Τουρκίας θα αποτελέσει αντικείμενο δημοψηφίσματος στη χώρα του. Έκτοτε, το ξέσπασμα της κρίσης της Ε.Ε. έχει καταστήσει απολύτως απαγορευτική τη συζήτηση για περαιτέρω διεύρυνση.

Ωστόσο, η αλήθεια δεν ομολογείται από καμία πλευρά. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Βρυξέλλες εξακολουθούν να θεωρούν, για τις ανάγκες της ευρωτουρκικής συμφωνίας για το προσφυγικό, "ασφαλή τρίτη χώρα” την Τουρκία, όπου λ.χ. μόλις εντοπίσθηκε αποκεφαλισμένο και διαμελισμένο στην Κωνσταντινούπολη το πτώμα ενός ομοφυλόφιλου Σύρου πρόσφυγα.

"Αυτό που είπε ο Αυστριακός καγκελάριος το συμμερίζονται πολλοί ομόλογοί του. Αλλά μέχρι τώρα ο καθένας πρόσεχε πολύ να μην το πεί” παρατηρεί προς την Wall Street Journal o Marc Pierini, πρώην αντιπρόσωπος της Ε.Ε. στην Τουρκία.

Ο "τουρκοσκεπτικισμός” δεν αφορά πλέον μόνο τις δεξιότερα του κέντρου ευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις, ενώ και στη Βρετανία, κατεξοχήν θιασώτη της τουρκικής ένταξης μέχρι τώρα, η αντιπαράθεση πριν από το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στο ζήτημα της ενδεχόμενης κατάργησης της βίζας για τους Τούρκους πολίτες.

Στην πραγματικότητα, η προοπτική πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε. έχει αθορύβως εκπνεύσει από καιρό – αν και η δύναμη της αδράνειας στις Βρυξέλλες επιβάλλει διαιώνιση των δρομολογημένων διαδικασιών, μέχρις ότου ενδεχομένως, η ίδια η Άγκυρα παραδεχθεί ότι δεν υπάρχει πλέον λόγος να τηρούνται τα προσχήματα.

Διότι μπορεί για την ευρωπαϊκή πλευρά η Τουρκία να είναι "πολύ μεγάλη, πολύ φτωχή και πολύ διαφορετική” (δηλ. ένα κράτος που οικονομικά θα έχει μεγάλες ανάγκες και πολιτικά ηγετικό ρόλο σε ένα σχήμα που επί έξι δεκαετίες οικοδομούν άλλοι), αλλά και για τους Τούρκους ιθύνοντες η ενταξιακή προοπτική εξάντλησε τη χρησιμότητά της – κυρίως με τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις που ξεδόντιασαν το παλιό στρατογραφειοκρατικό κατεστημένο.

Να στρέψει συνολικά την πλάτη στην Ε.Ε. η Τουρκία δεν το διανοείται, πόσω μάλλον που οι "28” απορροφούν το 40% των εξαγωγών της. Όμως σε περαιτέρω μεταρρυθμίσεις δεν ενδιαφέρεται να προχωρήσει – ιδίως στον βαθμό που θεωρεί ότι αυτές απειλούν την εθνική συνοχή της,λόγω κουρδικού ζητήματος.

Ήδη από το 2013 ο Tayyip Erdogan είχε προτείνει την εκδοχή μιας ειδικής εταιρικής σχέσης, επικαλούμενος μάλιστα το παράδειγμα της Βρετανίας, η οποία δεν ανήκε στην ευρωζώνη. Γνωρίζουμε όλοι πώς εξελίχθηκε έκτοτε το βρετανικό ζήτημα. Ο Βρετανός υφυπουργός Εξωτερικών ήταν πάντως ο μόνος Ευρωπαίος πολιτικός που επισκέφθηκε την Άγκυρα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου - την ίδια ώρα που η ηπειρωτική Ευρώπη μαίνεται εναντίον των αντιδημοκρατικών τάσεων του Erdogan και η τουρκική κοινωνία υποψιάζεται δυτικό δάκτυλο πίσω από το αποτυχημένο πραξικόπημα.

Κατά πολλούς, το να ορισθεί ως ρητός στόχος η διαμόρφωση μιας ειδικής εταιρικής σχέσης θα έλυνε πολλά από τα προβλήματα στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Όμως, ο φόβος ότι ο Erdogan ενδεχομένως προσανατολίζεται σε μια γεωπολιτική στροφή μακριά από τη Δύση, αλλά και η εξάρτηση της Ε.Ε. από την συμφωνία για το προσφυγικό, αποτρέπει προς το παρόν την παραδοχή της αλήθειας.

Του Κώστα Ράπτη
5/8/2016





Βαρόμετρο το Ιντσιρλίκ

«Τι είδους στρατηγικοί εταίροι είμαστε όταν φιλοξενείτε κάποιον του οποίου την έκδοση έχω ζητήσει;», αναρωτήθηκε προχθές ο Ερντογάν, σε μια ακόμη κλιμάκωση της ρητορικής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ.

Αν κάποιοι προβληματίζονταν για τα αποτελέσματα της επίσκεψης τη Δευτέρα 1η Αυγούστου στη βάση του Ιντσιρλίκ και στην Αγκυρα του στρατηγού Ντάνφορθ, επικεφαλής του Μεικτού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ, την απάντηση την έδωσε ο Πρόεδρος της Τουρκίας που, εκτός των παραπάνω, τόνισε ότι το σενάριο του πραξικοπήματος γράφτηκε στο εξωτερικό.

Έτσι προβάλλει και ο πραγματικός λόγος της επίσκεψης Ντάνφορθ που δεν θα μπορούσε να είναι τίποτε άλλο, παρά μια επί τόπου καταγραφή των πολιτικών και επιχειρησιακών προϋποθέσεων για την ομαλή λειτουργία της Βάσης του Ιντσιρλίκ, που είναι η κύρια βάση απογείωσης των μαχητικών αεροσκαφών των ΗΠΑ που επιχειρούν κατά των Τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτος στη Συρία και στο Ιράκ και όχι μόνον.

Η βάση του Ιντσιρλίκ που κατασκευάσθηκε στη δεκαετία του ’50 ήταν και είναι το νευραλγικό κέντρο της παρουσίας των ΗΠΑ στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή. Την εποχή του Ψυχρού ΄Πολέμου φιλοξενούσε πυρηνικά όπλα -μέρος των οποίων αποσύρθηκε μετά την απόσυρση των αντίστοιχων σοβιετικών πυραύλων από την Κούβα στα τέλη του 1962-αλλά και ήταν η βάση εφόρμησης των κατασκοπευτικών αεροσκαφών U-2, που από μεγάλο ύψος φωτογράφιζαν στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην ΕΣΣΔ.

Από τη βάση του Ιντσιρλίκ το 1960 απογειώθηκε και το αεροσκάφος με πιλότο τον Πάουερς που κατερρίφθη στη συνέχεια από τη σοβιετική αεράμυνα και είχε σαν πολιτική παρενέργεια τη ματαίωση της Τετραμερούς Διάσκεψης Κορυφής των Νικητών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Γαλλίας και Βρετανίας. Σήμερα, στη βάση, το στρατιωτικό προσωπικό των ΗΠΑ είναι περίπου δύο χιλιάδες, ενώ υπάρχει παρουσία και άλλων χωρών-μελών του ΝΑΤΟ.

Τη βάση του Ιντσιρλίκ ο Ερντογάν κατήγγειλε από την πρώτη στιγμή ως έδρα του πραξικοπήματος. Η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος είχε διακοπεί για δύο εικοσιτετράωρα, οι εγκαταστάσεις της βάσης είχαν περικυκλωθεί από δυνάμεις της Αστυνομίας και της Στρατοχωροφυλακής και ο Τούρκος διοικητής της συνελήφθη.

Η Βάση είχε ξανάρθει στην επικαιρότητα τον φθινόπωρο του 2014, όταν η Αγκυρα καθυστερούσε την παροχή έγκρισης για διεξαγωγή βομβαρδισμών κατά των Τζιχαντιστών από τις ΗΠΑ, προσπαθώντας να παρεμποδίσει την ενίσχυση των Κούρδων της Βορειοανατολικής Συρίας από την Ουάσιγκτον.

Η χρήση της βάσης από τις ΗΠΑ και η σκληρή αντιαμερικανική ρητορική του Ερντογάν είναι ασύμβατες, καθώς διαχέουν το μήνυμα ότι ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας μπορεί να λέει ό,τι θέλει χωρίς κόστος, γιατί παρέχει αναντικατάστατες διευκολύνσεις στην Ουάσιγκτον.

Στην πραγματικότητα η επιμονή των ΗΠΑ το φθινόπωρο του 2014 να χρησιμοποιήσουν τη βάση του Ιντσιρλίκ είχε περισσότερο πολιτική παρά επιχειρησιακή βαρύτητα:

Πολιτική, καθώς καθιστώντας τουρκικό έδαφος ορμητήριο επιθέσεων κατά των Τζιχαντιστών τερματιζόταν και η συνέχιση της στήριξης των τουρκικών υπηρεσιών προς τους Τζιχαντιστές.

Μειωμένη επιχειρησιακή βαρύτητα γιατί πρώτο το Ιντσιρλίκ μπορεί να αντικατασταθεί την επόμενη μέρα από τις δύο κυρίαρχες βρετανικές βάσεις στην Κύπρο και δεύτερον, τον ίδιο ρόλο μπορούν με την ίδια αποτελεσματικότητα να διαδραματίσουν τα αεροπλανοφόρα του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ.

Ετσι, με δεδομένο ότι ο Ερντογάν θα συνεχίσει να καταγγέλλει τις ΗΠΑ ως σεναριογράφους του πραξικοπήματος και σχεδόν ανοικτά τον Φετουλάχ Γκιουλέν ως μαριονέτα της CIA, η Ουάσιγκτον θα έχει κάθε πολιτικό και επιχειρησιακό κίνητρο είτε να υποβαθμίσει την παρουσία της στο Ιντσιρλίκ, είτε ακόμη χειρότερο για την Αγκυρα να «παγώσει» κάθε δραστηριότητα με ορμητήριο τη βάση.

Με δύο λόγια, κάθε απόφαση των ΗΠΑ για απεξάρτηση από το Ιντσιρλίκ θα είναι η τελευταία προειδοποιητική βολή προς τον Ερντογάν.

Ουδείς αναντικατάσταστος

Η χρήση της βάσης από τις ΗΠΑ και η σκληρή αντιαμερικανική ρητορική του Ερντογάν είναι ασύμβατες, καθώς διαχέουν το μήνυμα ότι ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας μπορεί να λέει ό,τι θέλει χωρίς κόστος, γιατί παρέχει αναντικατάστατες διευκολύνσεις στην Ουάσιγκτον.

Γιώργος Καπόπουλος
4/8/2016

http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=27689&subid=2&pubid=114082234



Στην φωτογραφία, υποστηρικτές του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν ανεμίζουν τουρκικές σημαίες κατά την διάρκεια μιας φιλοκυβερνητικής συγκέντρωσης στην Κολωνία, στις 31 Ιουλίου 2016. THILO SCHMUELGEN / REUTERS

  Οι ρίζες της ισχύος των γκιουλενιστών στην Τουρκία

Το πραξικόπημα και μετά από αυτό

Η αλόγιστη συμπεριφορά της κυβέρνησης του ΑΚΡ μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα υπηρέτησε τους πολιτικούς σκοπούς της, αλλά μείωσε την αξιοπιστία της. Το ότι η κυβέρνηση του ΑΚΡ είναι εγγενώς αναξιόπιστη, όμως, δεν την καθιστά εντελώς λάθος. Λίγοι αμφισβητούν τις προσπάθειες του κινήματος του Gulen να εισέλθει στην δομή της στρατιωτικής ισχύος από την δεκαετία του 1980 και μετά.

Δύο εβδομάδες μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία [1], εξακολουθούν να υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με την πλήρη έκταση της συνωμοσίας και με το ποιοί, ακριβώς, είχαν εμπλακεί. Παρ’ όλα αυτά, είναι δυνατόν να γίνουν κάποιες βάσιμες εικασίες.

Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) έχει κατηγορήσει τον –διαμένοντα στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ- ιεροκήρυκα Fethullah Gulen και τους οπαδούς του. Η συνεχιζόμενη πάλη για την εξουσία μεταξύ του AKP και των γκιουλενιστών καθιστά αυτήν την κατηγορία ύποπτη, αν και αυξανόμενες αποδείξεις δείχνουν ότι υψηλόβαθμοι οπαδοί του Γκιουλέν ήταν στενά συνδεδεμένοι με τον σχεδιασμό και την εκτέλεση της απόπειρας πραξικοπήματος. Οι αποδείξεις θέτουν έτσι ακανθώδεις προκλήσεις για την Τουρκία και τον εταίρο της, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Τουρκία θα φιλοτεχνήσει την αντίδρασή της για να μεγιστοποιήσει τα εγχώρια πολιτικά πλεονεκτήματα, αν και οι αποφάσεις της θα έχουν ίσως μεγαλύτερη συνέπειες για τις συγκρούσεις με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΚΚ) και την Συρία. Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συμβιβαστούν με έναν επιχειρησιακό συνεργάτη [που βρίσκεται] σε αναβρασμό και την πιθανότητα ότι το πραξικόπημα είχε διαταχθεί ή εμπνευσθεί στο έδαφος των ΗΠΑ από έναν μόνιμο κάτοικο.

Η περίπλοκη ιστορία της κυβέρνησης του ΑΚΡ με το κίνημα Gulen [2] έχει ξανακερδίσει την προσοχή μετά την απόπειρα πραξικοπήματος. Ξεκινώντας το 2002, τα δύο διαφορετικά πολιτικά ισλαμιστικά κινήματα ένωσαν τις δυνάμεις τους για να ηγηθούν της Τουρκίας σε πολιτικό επίπεδο, να επανδρώσουν την γραφειοκρατία της, και να υποτάξουν τον υπερδραστήριο στρατό σε πολιτικό έλεγχο. Η πάλαι ποτέ συμμαχία λειτούργησε καλά. Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, άσκησε την πολιτική εξουσία και οι γκιουλενιστές οχυρώθηκαν στις δημόσιες υπηρεσίες, την αστυνομία, τις εισαγγελικές Αρχές και την δικαστική εξουσία. Εν τω μεταξύ, το κίνημα Γκιουλέν σκάρωσε δίκες για το θεαθήναι για να καθαρίσει τον στρατό και την γραφειοκρατία από τους πιο ριζοσπαστικούς αντιπάλους του κοινού τους πολιτικού σχεδίου. Ωστόσο, αποκλίνοντα συμφέροντα και ανταγωνιστικά σχέδια στην εξουσία οδήγησαν σε σύγκρουση. Οι γκιουλενιστές ξεκίνησαν έρευνες για διαφθορά εναντίον των κορυφαίων του ΑΚΡ. Ο Ερντογάν ανταπέδωσε με την εκκαθάριση των γκιουλενιστών από την γραφειοκρατία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τον επιχειρηματικό κόσμο - μια προσπάθεια που ήταν σε εξέλιξη όταν πυροδοτήθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου.



Μέλη του Πατριωτικού Κόμματος φωνάζουν συνθήματα καθώς διαδηλώνουν κατά της επίσκεψης του Αμερικανού αρχηγού του Γενικού Επιτελείου στρατηγού Joseph F. Dunford μπροστά από την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Άγκυρα, την 1η Αυγούστου 2016. UMIT BEKTAS / REUTERS

Η αλόγιστη συμπεριφορά της κυβέρνησης του ΑΚΡ μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα υπηρέτησε τους πολιτικούς σκοπούς της, αλλά μείωσε την αξιοπιστία της. Μέσα σε λίγες ώρες από την έναρξη της απόπειρας πραξικοπήματος, ο Ερντογάν και ανώτερα κυβερνητικά στελέχη είχαν ήδη κατηγορήσει τον Γκιουλέν για την ενορχήστρωση της συνωμοσίας [3] -μια αναμενόμενη κίνηση που, ωστόσο, δημιουργεί αμφιβολίες για την αξιοπιστία της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση στην συνέχεια διεύρυνε και ενέτεινε τις εν εξελίξει εκκαθαρίσεις της. Εκτός από τους 8.600 στρατιωτικούς που συνελήφθησαν επίσημα [4] και τους 15.000 που κρατούνται [5], η κυβέρνηση απέλυσε δεκάδες χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους [6] ισχυριζόμενη ότι είχαν διασυνδέσεις με το κίνημα.

Η κυβέρνηση υπονόμευσε επίσης την αξιοπιστία της λόγω της μεταχείρισης των κρατουμένων. Ο αντισυνταγματάρχης Levent Türkkan, κορυφαίος βοηθός του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Hulusi Akar, ομολόγησε ότι ήταν ένας γκιουλενιστής [7] και ότι το κίνημα ήταν πίσω από το πραξικόπημα. Ωστόσο, φωτογραφικές αποδείξεις φαίνεται να δείχνουν ότι ο Türkkan είχε βασανιστεί ενώ κρατείτο –στιγματίζοντας την ομολογία και καθιστώντας την άκυρη. Πράγματι, η Διεθνής Αμνηστία έχει λάβει πολλές αναφορές για συστηματική βάναυση μεταχείριση κρατουμένων [8] γεγονός που υπονομεύει την αξιοπιστία της τουρκικής κυβέρνησης.

Το ότι η κυβέρνηση του ΑΚΡ είναι εγγενώς αναξιόπιστη, όμως, δεν την καθιστά εντελώς λάθος.

Λίγοι αμφισβητούν τις προσπάθειες του κινήματος του Gulen να εισέλθει στην δομή της στρατιωτικής ισχύος από την δεκαετία του 1980 και μετά. Το περιοδικό Nokta -μια έκδοση σθεναρά ευθυγραμμιζόμενη με τον Κεμαλισμό, την κοσμική, ιδρυτική ιδεολογία του τουρκικού κράτους- δημοσίευσε μια έκθεση της διείσδυσης των γκιουλενιστών στον στρατό το 1986. «Σφίξτε τα δόντια σας και κρύψτε τον εαυτό σας μέχρι να είστε επιτελείς», φέρεται να δήλωσε ένας παλαιότερος γκιουλενιστής σε έφηβους στρατιωτικούς μαθητές που είχε υπό την ευθύνη του. «Προσευχηθείτε [μόνο] με τα μάτια σας. Από την δεκαετία του 2000, η Τουρκία θα είναι στο χέρι μας».

Καθώς οι γκιουλενιστές αυξήθηκαν μέσα στις τάξεις του στρατού κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και του 1990, το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο άρχισε να χρησιμοποιεί τις εξαμηνιαίες συναντήσεις σχεδιασμού για να ξεριζώνει υπόπτους ως γκιουλενιστές από το σώμα των αξιωματικών. Αυτές οι απομακρύνσεις ήταν ένα ακατέργαστο μέσο, καθώς αναμφίβολα παραβλέπονταν πολλοί υποστηρικτές του κινήματος και μπορεί να ενέπλεκαν κακώς άλλους.

Μόλις το AKP και το κίνημα του Γκιουλέν ένωσαν τις δυνάμεις τους, η απομάκρυνση γκιουλενιστών από τον στρατό περιορίστηκε, ανοίγοντας απαράμιλλο χώρο για το κίνημα. Οι γκιουλενιστές εργάστηκαν για την εξάλειψη όλων των εμποδίων στην πορεία τους προς την εξουσία -συνήθως με την χρήση παράνομων τακτικών για να επιτύχουν τους στόχους τους. Οι εικονικές δίκες για τις υποθέσεις Εργκένεκον και Βαριοπούλα, του 2008 και 2010 αντίστοιχα –οι οποίες χρησιμοποίησαν κατασκευασμένα και φυτεμένα στοιχεία για να παγιδέψουν ανώτερους στρατιωτικούς αξιωματικούς για απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης- είναι μόνο τα πιο διαβόητα παραδείγματα μιας σκοτεινής προσπάθειας που ξεκίνησε πολύ νωρίτερα.

Το 2005, ένα βιβλιοπωλείο βομβαρδίστηκε στην μικρή κουρδική πόλη Şemdinli, φαινομενικά από τις τοπικές στρατιωτικές δυνάμεις. Όταν η υπόθεση έφτασε στο δικαστήριο, το κατηγορητήριο -γραμμένο από έναν εισαγγελέα ύποπτο για γκιουλενιστή - επεκτάθηκε για να περιλάβει κατηγορίες για «θέσπιση [παράνομης] οργάνωσης» κατά του διοικητή των χερσαίων δυνάμεων και δύο άλλων στρατηγών. Για να αποφευχθεί μια φιλονικία με τον στρατό, ο Ερντογάν παρενέβη και απέλυσε τον εισαγγελέα. Ο δικηγόρος των στρατηγών, Vedat Gülşen, θα ισχυριστεί αργότερα ότι αυτό ήταν «το πρώτο σχέδιο του Οργανισμού Γκιουλενικής Τρομοκρατίας κατά των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων».

Πιο πρόσφατα, στην περίπτωση της Στρατιωτικής Κατασκοπείας του 2011, βασικοί ναύαρχοι είχαν κατηγορηθεί για την οργάνωση μιας συμμορίας που παρείχε ανήλικες, παράνομα διακινηθείσες και τοξικομανείς πόρνες σε αξιωματικούς του ναυτικού, και στην συνέχεια τους εκβίαζε να προσκομίζουν στοιχεία προς πώληση σε ξένες υπηρεσίες πληροφοριών. Φέτος, τα δικαστήρια απάλλαξαν όλους τους υπόπτους, και οι εισαγγελείς άνοιξαν μια νέα υπόθεση ερευνώντας ισχυρισμούς ότι αξιωματικοί που συνδέονται με γκιουλενιστές είχαν κατασκευάσει τα στοιχεία. Ένας συνταγματάρχης ονόματι Muharrem Köse είχε απορρίψει μερικά από τα στοιχεία [9] στην αρχική υπόθεση. Μερικοί στις δυνάμεις ασφαλείας ισχυρίζονται τώρα ότι ήταν ο εγκέφαλος [10] της απόπειρας πραξικοπήματος του περασμένου μήνα.

Με κάθε νέα ποινική δίωξη που στόχευε ανώτερους στρατιωτικούς, άνοιγαν νέες θέσεις αξιωματικών. Οι γκιουλενιστές αξιωματικοί –όχι πια υποκείμενα προς απομάκρυνση- ήταν έτοιμοι να καλύψουν τα κενά. Όπως λειτούργησαν και σε άλλα κυβερνητικά όργανα, οι γκιουλενιστές επεδίωξαν πρώτα τον έλεγχο των βασικών θέσεων στις υπηρεσίες πληροφοριών και στους ανθρώπινους πόρους. Μέχρι την δεκαετία του 2010 -παρά την ρήξη μεταξύ ΑΚΡ και κινήματος Γκιουλέν το 2013 και τις επακόλουθες εκκαθαρίσεις σε όλο το εύρος της κοινωνίας- οι αξιωματικοί που πιστευόταν ότι συνδέονται με το κίνημα είχαν προωθηθεί με έναν εκπληκτικό ρυθμό.

Πάντοτε φοβούμενη τα κίνητρα και τις δυνατότητες των γκιουλενιστών, μια ομάδα ανώτερων αξιωματικών του στρατού που στοχεύθηκε στις κατασκευασμένες έρευνες της «Βαριοπούλας» ξεκίνησε την κατάρτιση μιας μυστικής λίστας συναδέλφων του για τους οποίους αισθάνονταν βέβαιοι ότι είχαν συμπάθειες στους γκιουλενιστές. Ο κατάλογος αυτός, του οποίου το Foreign Affairs έχει λάβει ένα αντίγραφο, δεν είναι πλήρης: Δεν περιέχει ονόματα από την Πολεμική Αεροπορία, για παράδειγμα, όπου οι συντάκτες της λίστας πιθανότατα δεν είχαν πηγές. Επίσης, σίγουρα δεν περιλαμβάνει πολλούς αξιωματικούς οι οποίοι έκρυψαν επιτυχώς την υποταγή τους από τους συναδέλφους τους. Κρισίμως όμως, η λίστα όντως προσφέρει ουσιαστικά συγκλίνοντα αποδεικτικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς ότι οι γκιουλενιστές ενορχήστρωσαν το αποτυχημένο πραξικόπημα.

Ακόμη και παρά τις ισχυρότατες αρνήσεις, η προετοιμασμένη λίστα των υπόπτων ως γκιουλενιστών αποτελεί ισχυρό προγνωστικό για το ποιοι αξιωματικοί θα συμμετείχαν στην απόπειρα πραξικοπήματος. Αυτό υποδηλώνει είτε ότι το κίνημα ενθάρρυνε τους υποστηρικτές του να ενταχθούν στην απόπειρα πραξικοπήματος είτε ότι εξωτερικοί παράγοντες που συσχετίζονται έντονα με την συμμετοχή στο κίνημα του Γκιουλέν -όπως η διαρκής πικρία προς το ΑΚΡ- αύξησαν σημαντικά τις πιθανότητες ότι οι εν λόγω αξιωματικοί θα επιλέξουν να συμμετάσχουν.

Εκτός από τον Köse, η λίστα περιλαμβάνει μερικούς από εκείνους για τους οποίους υπάρχουν υπόνοιες ότι είναι μεταξύ των ηγετών του πραξικοπήματος, καθώς και αξιωματικούς που επέβλεψαν υποστηρικτικές προς το πραξικόπημα στρατευμάτων˙ βοήθησαν να απαγάγουν τον Akar, τον επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου˙ συνέλαβαν συναδέλφους τους ανώτερους αξιωματικούς˙ και επέβαλλαν στρατιωτικό νόμο σε πόλεις της Τουρκίας. Ο κατάλογος περιλαμβάνει 23 αξιωματικούς στον βαθμό του ναυάρχου ή του στρατηγού που έχουν τεθεί υπό κράτηση -περίπου το 20% του συνολικού αριθμού των ανώτατων αξιωματικών που έχουν συλληφθεί μέχρι στιγμής. Μια χούφτα αξιωματικών από τον κατάλογο των ύποπτων ως γκιουλενιστών βγήκε εναντίον του πραξικοπήματος στα πρώτα του στάδια. Ίσως οι κατηγορίες εναντίον τους να ήταν ψευδείς, αλλά μπορεί να υποδηλώνουν ότι το κίνημα του Γκιουλέν είναι μια λιγότερο συνεκτική οντότητα από ό, τι ισχυρίστηκαν ορισμένοι.

Η μαρτυρία του αρχηγού του στρατού, Akar, εγείρει περαιτέρω ερωτήματα. Ο Akar πιστεύει ότι οι απαγωγείς του ήταν «μέλη της [γκιουλενιστικής] οργάνωσης», και μάλιστα, αρκετά από τα ονόματά τους περιλαμβάνονται στον κατάλογο που καταρτίστηκε από τους ομολόγους του πολύ πριν από το πραξικόπημα. Ο Akar ισχυρίστηκε επίσης ότι ένας απαγωγέας, ο στρατηγός Hakan Evrim, πρότεινε να μιλήσει τηλεφωνικά ο ίδιος με τον Fethullah Gulen. Ωστόσο, ο Gulen και τα ανώτερα κλιμάκια του κινήματος εικάζεται ότι θα έκαναν τις επικοινωνίες τους με εφαρμογές κρυπτογραφημένων μηνυμάτων πολύ πριν από την απόπειρα πραξικοπήματος. Περαιτέρω, ο Akar υποδεικνύει τον Ακίν Öztürk -έναν συνταξιούχο διοικητή της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας που δεν πιστεύεται ότι είναι γκιουλενιστής. Οι αρχικές αναφορές στα κρατικά μέσα ενημέρωσης ενισχύουν τον ισχυρισμό αυτόν, αλλά ο Öztürk αργότερα βγήκε μπροστά -δείχνοντας άσχημα χτυπημένος μετά από μια περίοδο κράτησης- για να αρνηθεί την οποιαδήποτε εμπλοκή του. Εμείς παραμένουμε αβέβαιοι για το ποια πρόσωπα όντως διέταξαν την απόπειρα πραξικοπήματος.

Οι αντικρουόμενες πληροφορίες για τις νομικές συνέπειες του αποτυχημένου πραξικοπήματος υπονομεύουν επίσης τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης του ΑΚΡ για την αποκλειστική ευθύνη των γκιουλενιστών. Η κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσης τόνισαν ότι μια μικρή μειοψηφία εντός του στρατού πραγματοποίησε την επίθεση, και ότι ο ίδιος ο στρατός εκτιμά ότι συμμετείχε μόλις το 1,5% των ανδρών του [11]. Από την άλλη πλευρά, πάνω από το 40% των στρατηγών και ναυάρχων [12] έχουν αποταχθεί από τις Ένοπλες Δυνάμεις, ως αποτέλεσμα του πραξικοπήματος. Στον ζήλο της να εκκαθαρίσει αξιωματικούς που δεν φάνηκε ούτε να λαμβάνουν μέρος στο πραξικόπημα, ούτε να προκάλεσαν υποψίες ως γκιουλενιστές, η κυβέρνηση φαίνεται να έχει αποδυναμώσει την δική της αφήγηση ότι το πραξικόπημα ήταν εξ ολοκλήρου ένα σχέδιο των οπαδών του Gulen.


Ο διαμένων στις ΗΠΑ κληρικός Fethullah Gulen στο σπίτι του στο Saylorsburg, στην Πενσυλβάνια, στις 29 του Ιουλίου του 2016. CHARLES MOSTOLLER / REUTERS

Ίσως η κυβέρνηση δεν προσπαθεί να στήσει ένα γερό επιχείρημα, αλλά αντίθετα προσπαθεί να κατασκευάσει μια αφήγηση που εξυπηρετεί έναν υψηλότερο σκοπό. Πέρα από τις συνεχιζόμενες εκκαθαρίσεις, έχει προσθέσει αναδρομικά περασμένες τραγωδίες και σκάνδαλα στην αφήγησή της για το κίνημα του Gulen. Πάρτε την σφαγή στο Uludere το 2011, στην οποία η κυβέρνηση σκότωσε με αεροπορική επιδρομή 34 εθνοτικούς Κούρδους χωρικούς που μετέφεραν εμπορεύματα πέρα από τα σύνορα, εκλαμβάνοντάς τους ως μαχητές του ΡΚΚ. Εκείνη την εποχή, το κράτος δεν ανέλαβε την ευθύνη για το περιστατικό και προσπάθησε να το θάψει. Δέκα ημέρες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, ο υπουργός Ενέργειας, Berat Albayrak, ανακοίνωσε ότι η υπόθεση θα ξανανοίξει και θα επανεξεταστεί [13] για τις πιθανές συνδέσεις της με την λεγόμενη γκιουλενιστική τρομοκρατική οργάνωση. Όσο περισσότερο η κυβέρνηση Ερντογάν καταφέρνει να αποσείσει ευθύνες για κοινωνικές ρήξεις στην Τουρκία, τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητές της να αναπλάσει την τουρκική πολιτική, όπως η ίδια επιθυμεί.

Άλλοι, έχουν επίσης πρόθυμα μοχλεύσει την αφήγηση για την συνωμοσία των γκιουλενιστών. Ο Selahattin Demirtas, ο πρόεδρος του κουρδικού προσανατολισμού Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (HDP) κατηγόρησε το κίνημα ότι ηγήθηκε των στρατιωτικών επιχειρήσεων [14] που διεξήχθησαν εναντίον του (κουρδικής πλειοψηφίας) νοτιοανατολικού τμήματος της χώρας από τα τέλη του περασμένου έτους. Οι επιχειρήσεις -εγκεκριμένες και εκτελεσθείσες υπό τις διαταγές του ΑΚΡ- σκότωσαν εκατοντάδες πολίτες [15] και εκτόπισαν 350.000 περισσότερους. Υπέβαλλαν ολόκληρες πόλεις σε πολύμηνες απαγορεύσεις κυκλοφορίας από το σούρουπο μέχρι την αυγή και ακόμη και 24ωρες απαγορεύσεις κυκλοφορίας μερικές φορές. Η ανακατεύθυνση της λαϊκής οργής από τον Ντεμιρτάς σηματοδοτεί το ενδιαφέρον του για την επανάληψη της κουρδικής ειρηνευτικής διαδικασίας που διακόπηκε το καλοκαίρι του 2015 -μετατρέποντας το αποτυχημένο πραξικόπημα σε ένα χέρι που τείνει προς την κυβέρνηση.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετωπίζουν επίσης μια κρίσιμη απόφαση για το θέμα της έκδοσης του Γκιουλέν. Μέχρι σήμερα, η Τουρκία δεν έχει ζητήσει επισήμως από τις Ηνωμένες Πολιτείες να εξετάζουν τα στοιχεία και να πάρουν μια απόφαση έκδοσης -παρότι αυτό δεν έχει σταματήσει την τουρκική κυβέρνηση από το να λέει στο κοινό της τα αντίθετα. Ωστόσο, η Ουάσιγκτον πρέπει να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο αυτό. Εκεί, η κατευθυντήρια αρχή θα είναι απλή: Να ακολουθηθεί το γράμμα του νόμου. Αν το νομικό πρότυπο για μια έκδοση δεν πληρείται, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πρέπει να ικανοποιήσουν την επιθυμία της Τουρκίας για εκδίκηση.

Ούτε, όμως, θα πρέπει οι Ηνωμένες Πολιτείες να προστατέψουν τον Gulen εάν τα στοιχεία αγγίξουν τα όρια του νόμου. Για όλες τις προσανατολισμένες στην υπηρεσία διδασκαλίες του, την δέσμευσή του για διαθρησκειακές δραστηριότητες και την υποτιθέμενη θρησκευτική μετριοπάθειά του, η επιρροή του Gulen είναι αιτία για πραγματική ανησυχία. Οι οπαδοί του έχουν δημιουργήσει δίκτυα επιδοτούμενων από το κράτος αλλά ανεξάρτητων διοικητικά σχολείων που εμπλέκονται -τουλάχιστον- σε παράνομες δραστηριότητες, νόθευση διαγωνισμών, και πιθανές παραβιάσεις των βίζα H-1B [16]. Έχουν οικοδομήσει άνετες πολιτικές σχέσεις με όλους, από τα τοπικά σχολικά συμβούλια μέχρι το Καπιτώλιο -με ενδείξεις οικονομικών παρατυπιών σε όλο το μήκος της διαδρομής.

Μια άρνηση να εκδοθεί ο Gulen θα σοκάρει πολλούς στην Τουρκία και θα εντείνει τον ήδη υστερικό αντι-αμερικανισμό [17] στα υπέρ του ΑΚΡ μέσα μαζικής ενημέρωσης -τροφοδοτώντας φημολογία περί τεκτονικών μετατοπίσεων στην συμμαχία. Ωστόσο, το να στοιχηματίζει κάποιος για ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα ήταν παράλογο. Η Τουρκία έχει εργαστεί για την επιδιόρθωση των τεταμένων διεθνών σχέσεών της με μια αναθεωρημένη, μετα-ακτιβιστική εξωτερική πολιτική. Η προσπάθεια θέρμανε τις σχέσεις με την Ρωσία και το Ισραήλ, και προβλέπει σταθερούς ρεαλιστικούς δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι δίκαιο να αναρωτηθεί κανείς, όμως, για τις διαβρωτικές επιπτώσεις της αντι-αμερικανικής, αντι-Δυτικής στάσης της Τουρκίας. Μια σχέση 70 ετών είναι πολύ πιο πολύτιμη από την χρήση ουσιαστικά ανταλλάξιμων στρατιωτικών βάσεων. Η Τουρκία δεν θα πρέπει να υπερεκτιμά την δύναμη της θέσης της, ενώ θα αναγνωρίζει ό, τι εξακολουθεί να έχει: Μια μακρόχρονη, θεσμική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες που θα κάνει καλά να την διατηρήσει.



Ο JOHN BUTLER είναι ανεξάρτητος αναλυτής με δεκαετή εμπειρία ειδικά για την Τουρκία.Ο DOV FRIEDMAN είναι ειδικός για την Τουρκία και το Κουρδιστάν. Εργάζεται ως διευθυντής για τις ΗΠΑ στην Middle East Petroleum, μια βρετανο-τουρκική ενεργειακή εταιρεία. Οι απόψεις που παρατίθενται στο παρόν κείμενο ανήκουν προσωπικά στους αρθρογράφους.

04/08/2016

Σύνδεσμοι:

Copyright © 2016 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.





Η τρομοκρατία και το πραξικόπημα δεν έκαμψαν τους επενδυτές 

στην Τουρκία 

Εκ πρώτης όψεως, η χρονική συγκυρία ίσως να μην είναι κατάλληλη, ώστε να επενδύσει κανείς στην Τουρκία. Τρομοκράτες πραγματοποίησαν επίθεση στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης, το αποτυχημένο πραξικόπημα προκάλεσε ερωτήματα σχετικά με την πολιτική σταθερότητα, ενώ οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει την Τουρκία. Ολα αυτά έχουν συμβεί σε διάστημα δύο εβδομάδων. Οπότε πού καταγράφηκαν την περασμένη εβδομάδα οι μεγαλύτερες αποδόσεις στην παγκόσμια οικονομία; Το μαντέψατε. Στις τουρκικές μετοχές και στα τουρκικά ομόλογα, τα οποία ανέβηκαν κατά 6,6% και κατά 3,8%, αντίστοιχα, σε όρους δολαρίου, σύμφωνα με τη Merrill Lynch.

Οι αναδυόμενες αγορές είναι γνωστές για την έντονη μεταβλητότητά τους, ωστόσο αυτή η άνοδος στην Τουρκία, όσο βραχύβια και αν αποδειχθεί, φέρνει στο προσκήνιο το ρίσκο που είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν οι επενδυτές, όταν κρατικά ομόλογα συνολικού ύψους 11 τρισ. δολαρίων έχουν αρνητική απόδοση. Γι’ αυτό, λοιπόν, μπορεί να είναι ελκυστικό το δεκαετές τουρκικό ομόλογο που προσφέρει απόδοση 9% ακόμη και σε μια χώρα με πληθωρισμό 8,7% και με νόμισμα που συνεχώς υποτιμάται. Μετοχές και ομόλογα σε αναδυόμενες αγορές σημειώνουν εκρηκτική άνοδο, με τη Βραζιλία (άνοδος του χρηματιστηρίου κατά 54% σε όρους δολαρίου από την αρχή του έτους) και τη Νότια Αφρική (άνοδος 24% την ίδια περίοδο) να δείχνουν τον δρόμο. Η άνοδος οφείλεται εν μέρει στην αλλαγή διάθεσης των επενδυτών που επέλεξαν να αγοράσουν μαζικά περιουσιακά στοιχεία σε αυτές τις χώρες. Συνολικά, οι μετοχές των αναδυόμενων αγορών είναι πολύ πιο φθηνές από τις μετοχές στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Η μερική ανάκαμψη των τιμών του πετρελαίου, η πολιτική ηρεμία στη Βραζιλία και η εντεινόμενη εικασία ότι οι κινεζικές αρχές δεν θα επιτρέψουν την κατάρρευση του κινεζικού νομίσματος, έπαιξαν και αυτά τον ρόλο τους.

Αιτία αυτής της ξαφνικής επένδυσης σε περιουσιακά στοιχεία που κρύβουν υψηλό ρίσκο είναι η πίεση που νιώθουν πολλοί οργανισμοί, από μεγάλα συνταξιοδοτικά ταμεία μέχρι ασφαλιστικές εταιρείες, να ανακαλύψουν αποδόσεις σε έναν κόσμο μηδενικών ή αρνητικών αποδόσεων. «Σε μέρη όπως η Ευρώπη, η Βρετανία και οι ΗΠΑ έχει μεγάλο ρίσκο, αλλά καμιά ανταμοιβή. Στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει ρίσκο, αλλά τουλάχιστον ανταμείβεσαι γι’ αυτό», λέει ο κ. Γκέιβιν Σέρκιν, αναλυτής αναδυόμενων αγορών στη Frontier Funds στο Λονδίνο. Η απόδοση των κρατικών ομολόγων που είχε εκδώσει η Μογγολία στο απόγειο της κρίσης εμπορευμάτων, έχει μειωθεί από το 16% τον Μάρτιο στο 8% και συνεπώς έχει αυξηθεί ανάλογα η αξία τους. Μια άλλη αγορά που δεν θα πήγαινε κανείς εύκολα είναι η ρωσική, όπου οι μετοχές έχουν ανέβει κατά 20% από την αρχή του έτους σε όρους δολαρίου. Ενας σημαντικός παράγοντας που βρίσκεται πίσω από αυτές τις ανόδους, όπως λένε διαχειριστές χαρτοφυλακίων, είναι η αίσθηση ότι τα νομίσματα αυτών των χωρών που έχουν δεχθεί ισχυρές πιέσεις από την ανατίμηση του δολαρίου τα προηγούμενα χρόνια, έχουν πια αρχίσει να ανακάμπτουν.

Οι επενδυτές βρίσκουν επίσης ευκαιρίες σε σοβαρές εταιρείες στις αναδυόμενες αγορές, οι οποίες εταιρείες έχουν καταφέρει να βελτιώσουν την κερδοφορία τους τα τελευταία χρόνια και παρ’ όλα αυτά οι μετοχές τους εξακολουθούν να είναι κατά 30% φθηνότερες από αυτές αντίστοιχων εταιρειών στις ανεπτυγμένες αγορές. «Παρατηρούμε πραγματική αλλαγή κλίματος. Και δεν χρειάζεται να ψάξει κανείς πολύ ώστε να ανακαλύψει καλές περιπτώσεις με χαμηλή αποτίμηση», λέει ο Νικ Ρόμπερτσον, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Aberdeen Asset Management με υπό διαχείριση κεφάλαια ύψους 420 δισ. δολαρίων. Σύμφωνα με το τραπεζικό λόμπι IIF τον Ιούλιο είχαμε εισροή κεφαλαίων 25 δισ. δολ. στις αναδυόμενες αγορές. Η Ασία και η Λατινική Αμερική απορρόφησαν την πλειονότητα αυτών των κεφαλαίων. Αν υπολογίσει κανείς και τις εισροές 13 δισ. δολ. του Ιουνίου, τότε παρατηρούμε έντονη αλλαγή διάθεσης μετά μια περίοδο με τις μεγαλύτερες εκροές κεφαλαίων από τις αναδυόμενες αγορές. Μετά το Brexit οι επενδυτές είχαν αναζητήσει ασφάλεια, επιλέγοντας ιαπωνικά, ευρωπαϊκά και αμερικανικά κρατικά ομόλογα, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει η απόδοσή τους. Ξαφνικά οι αποδόσεις της τάξης του 10% που προσέφεραν τα κρατικά ομόλογα σε Βραζιλία, Νότιο Αφρική και Τουρκία άρχισαν να φαντάζουν ελκυστικές.


LANDON THOMAS Jr / THE NEW YORK TIMES
  05.08.2016  

http://www.kathimerini.gr/870153/article/oikonomia/die8nhs-oikonomia/h-tromokratia-kai-to-pra3ikophma-den-ekamyan-toys-ependytes-sthn-toyrkia





 Turkey-Military coup ,15/7/2016  

  ΝΕΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ 

 Ένα νέο ντοκουμέντο από τη νύχτα του πραξικοπήματος στην Τουρκία, που δείχνει F-16 να βομβαρδίζουν το αρχηγείο της αστυνομίας, έρχεται στο φως της δημοσιότητας.
Στην αρχή του ντοκουμέντου φαίνεται η κινητοποίηση των τουρκικών αρχών με σκοπό να παρεμποδιστεί η πρόσβαση των πραξικοπηματιών στο κτίριο. Στη συνέχεια ένα στρατιωτικό όχημα απομακρύνει τα περιπολικά, πριν γίνει η έφοδος των πραξικοπηματιών στο κτίριο.Στο τέλος, στρατιώτες ανταλλάζουν πυρά με οπαδούς του Ερντογάν, την ίδια στιγμή που τα F-16 βομβαρδίζουν το κτίριο





 Μπορεί η Ρωσία να πάρει με το μέρος της την Τουρκία, 

 εναντίον της Δύσης; 

Στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος στην Τουρκία στις 15 Ιουλίου και των συνακόλουθων αποριών στους δυτικούς στρατιωτικούς κύκλους, έχουν δημιουργηθεί ερωτήματα για την αξιοπιστία της Άγκυρας στο ΝΑΤΟ και στη συμμαχία εναντίον του αυτοαποκαλούμενου Ισλαμικού Κράτους. Το ερώτημά μου σήμερα είναι διαφορετικό: Το εδώ και χρόνια παιχνίδι της Ρωσίας να υπονομεύσει την συνοχή της ΕΕ, το status των ΗΠΑ ως μεγάλη υπερδύναμη, ή τον ρόλο του ΝΑΤΟ, θα βρει γόνιμο έδαφος στην μετά το πραξικόπημα Τουρκία; Μια υπόθεση είναι πως η Ρωσία μπορεί να επιδιώξει μια μακροπρόθεσμη κίνηση game-changing και να δελεάσει την Τουρκία για να απομακρυνθεί από τη Δύση, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης γεωπολιτικής αναδιαμόρφωσης.

Στην Τουρκία, το κράτος και ο λαός είναι σε σοκ, ο στρατός αναδιοργανώνεται και μια ευρείας κλίμακας εκκαθάριση είναι σε εξέλιξη. Τα αντί-δυτικά αισθήματα είναι σε άνοδο μεταξύ αρκετών πολιτικών και ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Υπάρχει ανησυχία στη σκέψη ότι οι δυτικές δυνάμεις αξιολογούν την πιθανή ζημιά του πραξικοπήματος στον δεύτερο μεγαλύτερο συμβατικό στρατό του ΝΑΤΟ, τις πιθανές συνέπειες για την άμυνα της Ευρώπης και τις επιπτώσεις στις επιχειρήσεις της συμμαχίας κατά του Ισλαμικού Κράτους.

Η Ρωσία από την πλευρά της έχει μια μακρά πολιτική να προκαλεί το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, για παράδειγμα μέσω της παρενόχλησης της άμυνας του ΝΑΤΟ ανά την Ευρώπη ή μέσω των καλών της σχέσεων με τις πιο δυναμικές αντίευρωπαϊκές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό έδαφος, ας πούμε στην Γαλλία, στην Ουγγαρία ή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ομοίως, η ρωσική στρατιωτική επέμβαση στη Συρία που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2015, ανέδειξε μια επιθυμία να αντισταθμιστεί η δυτική επιρροή στη Μέση Ανατολή, εκτός από τη διάσωση του καθεστώτος του Σύριου προέδρου Bashar al-Assad.

Σε αυτό το περίπλοκο υπόβαθρο, οι πρόεδροι της Ρωσίας και της Τουρκίας θα συναντηθούν στην Αγία Πετρούπολη στις 9 Αυγούστου.

Ο πρώτος τους στόχους θα είναι να κλείσουν τη διαφωνία που προέκυψε από την κατάρριψη ενός ρωσικού αεροσκάφους πάνω από τουρκικό έδαφος το Νοέμβριο του 2015. Οι εξαγωγές, οι κατασκευαστικές συμβάσεις και ο τουρισμός έχουν επηρεαστεί άσχημα από τις ρωσικές κυρώσεις που ακολούθησαν, επομένως η συμφιλίωση θα φέρει ευπρόσδεκτα οικονομικά οφέλη στην Τουρκία. Επίσης, η Ρωσία –ήδη ένας μεγάλος εταίρος της Τουρκίας στον ενεργειακό κλάδο, παρέχοντας το 58% της τουρκικής κατανάλωσης αερίου και κατασκευάζοντας ένα εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας- θα μπορούσε να ξεκινήσει εκ νέου εργασίες στον αγωγό Turkish Stream που έχει ανασταλεί κατά μήκος της Μαύρης Θάλασσας, κάτι που θα δώσει ώθηση στην Τουρκία ως προμηθευτή αερίου στην Ευρώπη.

Οι δύο ηγέτες θα συζητήσουν άλλη μια σειρά θεμάτων: αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους και η μελλοντική πολιτική διευθέτηση στη Συρία. Οι απαιτήσεις της Μόσχας να σφραγιστούν τα σύνορα μεταξύ Τουρκίας και της ελεγχόμενης περιοχής από το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία, δεν διαφέρουν πολύ από τις παρόμοιες απαιτήσεις της Δύσης. Αλλά οι συζητήσεις για το μέλλον του καθεστώτος του Assad και τον ρόλο των Κούρδων της Συρίας, θα είναι πιο λεπτές.

Δεδομένου του κυρίαρχου ρόλου της Ρωσίας στη διάσωση του καθεστώτος στη Δαμασκό και της διαμόρφωσης του στρατιωτικού και διπλωματικού τοπίου στη Συρία από τον Σεπτέμβριο του 2015, υπάρχει πολύ μικρή πιθανότητα η Άγκυρα να μπορεί να αλλάξει την άποψη της Μόσχας για μια πολιτική μετάβαση στη Συρία. Το τίμημα για μια πραγματική ρωσό-τουρκική συμφιλίωση μπορεί να είναι η αποδοχή από την Άγκυρα ότι η καλύτερη φόρμουλα για τη λήξη του συριακού εμφυλίου πολέμου και την συγκράτηση του Ισλαμικού Κράτους, είναι να διατηρηθεί το καθεστώς στη θέση του, μαζί με τον Assad, του οποίου η μοίρα θα αποφασιστεί τελικά από ρωσικού τύπου ελεύθερες εκλογές.

Παρεμπιπτόντως, μια εξέλιξη της πολιτικής της Άγκυρας προς την απροκάλυπτη αποδοχή του καθεστώτος του Assad θα μπορούσε να χαλαρώσει κάποιες εντάσεις στο εσωτερικό, καθώς το κύριο κόμμα αντιπολίτευσης στην Τουρκία, το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP), έχει εδώ και καιρό θεωρήσει το καθεστώς του Assad ως εγγυητή της ασφάλειας της Τουρκίας.

Σε ό,τι αφορά τους Κούρδους της Συρίας, οι οποίοι αυτή τη στιγμή είναι οι καλύτεροι εταίροι της Ρωσίας και των ΗΠΑ στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους, η Άγκυρα θα θέλει πιθανώς να αποκτήσει εγγυήσεις ότι ο μαχητικός ρόλος των Μονάδων Λαϊκής Προστασίας (YPG), του ένοπλου βραχίονα του Κόμματος Δημοκρατική ένωση των Κούρδων της Συρίας ((PYD) δεν συνδέεται με τις δραστηριότητες του ΡΚΚ στην Τουρκία. Εάν δεν είναι εφικτές τέτοιες εγγυήσεις, η Μόσχα και η Άγκυρα θα πρέπει να συμφωνήσουν ότι διαφωνούν.

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το αποτέλεσμα των συνομιλιών της Αγίας Πετρούπολης θα είναι μια μεγάλη ευκαιρία για να διαπιστωθεί που βρίσκεται η Τουρκία σχετικά με το μέλλον της Συρίας και της μάχης κατά του Ισλαμικού Κράτους.

Αλλά μπορεί να υπάρχει ένα ακόμη μεγαλύτερο παιχνίδι. Όπως το Βερολίνο, οι Βρυξέλλες, το Παρίσι και η Ουάσιγκτον, η Μόσχα αμέσως υποστήριξε τη νομιμότητα των εκλεγμένων οργάνων στην Τουρκία στον απόηχο της αποτυχημένης προσπάθειας πραξικοπήματος. Αλλά σε αντίθεση με τις δυτικές πρωτεύουσες, η Μόσχα δεν ασχολήθηκε πολύ με τα όσα αφορούσαν το κράτος δικαίου. Μια τάση προς μια πιο αυταρχική ηγεσία στην Τουρκία, μία με λιγότερους ελέγχους και ισορροπίες από οποιαδήποτε άλλη δυτική δημοκρατία, δεν είναι κάτι που ανησυχεί πολύ τον Ρώσο πρόεδρο Vladimir Putin. Αντιθέτως, τον βοηθάει να δείξει ότι το ρωσικό στυλ δυναμικής διακυβέρνησης είναι χρήσιμο στην Τουρκία, σε μια στιγμή που η ΕΕ και οι ΗΠΑ συνεχίζουν να υπενθυμίζουν στην Άγκυρα το δικό τους brand της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Την ίδια στιγμή, η τουρκική ηγεσία προχωράει με την αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεών της, την εξάλειψη των συνωμοτικών δυνάμεων εντός του κράτους και της κοινωνίας, και την οργάνωση ενός εκτελεστικού προεδρικού συστήματος, πιο κοντά στην φύση της πολιτικής αρχιτεκτονικής του Κρεμλίνου παρά αυτού στη Γαλλία ή στις ΗΠΑ. Ενώ τα κάνει αυτά, η Άγκυρα επίσης χρειάζεται αποδείξεις στήριξης από τρίτες χώρες.

Στην Αγία Πετρούπολη, μια ευκαιριακή σύγκλιση απόψεων θα μπορούσε να προκύψει μεταξύ των δύο ηγετών, με διαφορετικούς λόγους για τον καθένα. Αν και ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών αναγκάστηκε στις 30 Ιουλίου να δηλώσει ότι οι σχέσεις με την Ρωσία και με την Δύση δεν ήταν εναλλακτικές λύσεις, ο πειρασμός για την Τουρκία θα είναι να χρησιμοποιήσει τη δική της συμφιλίωση με την Άγκυρα για να κάνει τους Δυτικούς να ντραπούν για την δική τους αντίδραση στην απόπειρα πραξικοπήματος της Τουρκίας, ή ως μια ευκαιρία για την προώθηση του πλαισίου της ευρασιατικής πολιτικής της Ρωσίας.

Γεγονός παραμένει ότι η Τουρκία επιχειρεί εντός δύο βασικών αρχών: ο μεγαλύτερος της οικονομικός εταίρος είναι μακράν η ΕΕ, με λίγες βιώσιμες εναλλακτικές. Και ο αποδεδειγμένος εταίρος στην άμυνα είναι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Εκτός του ενεργειακού τομέα, σήμερα λίγα πράγματα στην ρωσική οικονομική ή στρατιωτική έλξη της μπορούν να συναγωνιστούν με αυτές τις πραγματικότητες, εκτός από μια καθαρά πολιτική αφήγηση.

Βραχυπρόθεσμα, μια εύκολη διπλωματική κίνηση για την Ρωσία θα μπορούσε να αποτελείται από μια επαναπροσέγγιση μεταξύ του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης και της Τουρκίας –πέρα από το καθεστώς "εταίρου διαλόγου" που απολαμβάνει αυτή τη στιγμή η Τουρκία. Αυτό θα μπορούσε να ικανοποιεί την υπερηφάνεια και στις δύο πλευρές, χωρίς να κοστίσει πολύ. Μακροπρόθεσμα, εάν η Ρωσία αποφάσισε να συζητήσει με την Τουρκία μια συνεργασία για πολιτικά και αμυντικά θέματα, θα είναι μέρος ενός πολύ ευρύτερου παιχνιδιού ανά την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Του Marc Pierini
5/8/2016

Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ:
 http://carnegieeurope.eu/strategiceurope/?fa=64235





Πώς θα μπορούσε να υλοποιηθεί η προσέγγιση 

μεταξύ της Τουρκίας και της Ρωσίας;

Η απόφαση της Ρωσίας να παρέμβει με την αεροπορία της στη Συρία είχε για τακτικό στόχο την υποστήριξη της νόμιμης κυβέρνησης του Μπασάρ αλ-Άσαντ στον αγώνα του ενάντια σε μια εξωτερική εισβολή με επιλεγμένους μισθοφόρους, οπλισμένους, εκπαιδευμένους και εισηγούμενους στη Συρία από τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αγγλία, τη Γαλλία, την Τουρκία και το Ισραήλ. Ο μακροπρόθεσμος στρατηγικός στόχος της Ρωσίας είναι να υπονομεύσει την κυριαρχία των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και η μαζική επιστροφή της Ρωσίας στην περιοχή αυτή, μετά από απουσία 30 ετών.

 Η μέθοδος που επέλεξε η Ρωσία αποδείχτηκε εξαιρετικά αποτελεσματική, καθώς οι ρωσικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί δημιούργησαν ρωγμές εντός των μισθοφορικών δυνάμεων, επιτρέποντας αμέσως στα στρατεύματα του Συριακού Αραβικού στρατού να αναπτυχθεί και να δράσει, απελευθερώνοντας περισσότερο από το 50% του εδάφους που είχε κατακτηθεί από τον εχθρό.

Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ απέτυχαν να δημιουργήσουν έναν στρατό από αντιπάλους για την καταπολέμηση του Συριακού Αραβικού στρατού. Μια αλλαγή στη στρατηγική των ΗΠΑ έγινε τον Ιανουάριο 2016, όταν άρχισαν αεροπορικοί βομβαρδισμοί για υποστήριξη των κουρδικών χερσαίων δυνάμεων στη Συρία, ήτοι κουρδικές ομάδες που διοικούνται από ειδικές δυνάμεις των ΗΠΑ, σηματοδοτώντας ένα σημείο καμπής στις τουρκο-αμερικανές σχέσεις επειδή ο εχθρός Νο 1 της Τουρκίας είναι οι Κούρδοι. Η απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως μια προσπάθεια για την εξάλειψη του προέδρου Ρετζέπ Ερντογάν από την εξουσία, ακριβώς επειδή ο τελευταίος δεν δέχεται τη δημιουργία, από τους Αμερικανούς, ενός κουρδικού κράτους που καλύπτει το 45% του σημερινού εδάφους της Τουρκίας [[1] ].




Ποιες μπορούν να είναι οι συνέπειες του πραξικοπήματος;

Καθίσταται ολοένα και πιο σαφές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν μια μνημειώδη γκάφα έναντι της Τουρκίας, και για να αποφευχθεί η επανάληψη των γεγονότων της 15ης Ιουλίου 2016, ο Ερντογάν κατευθύνθηκε προς μια αναγκαστική επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία . Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία θα ζητήσει την έξοδο της από το ΝΑΤΟ, αλλά ο Ερντογάν θα επωφεληθεί από τις πληροφορίες που θα παρέχονται, προς συμφέρον της Ρωσίας και της Τουρκίας, από τη Ρωσική Υπηρεσία Πληροφοριών Εξωτερικού (SVR) και τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών GRU, για να εξολοθρευτεί κάθε απόπειρα πραξικοπήματος που θα σχεδιαστεί από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της. Κατά τη διάρκεια του στρατιωτικού πραξικοπήματος στην Τουρκία, το τουρκικό κέντρο δορυφορικών επικοινωνιών υπέστη επιθέσεις από επιθετικά ελικόπτερα των πραξικοπηματιών, μαζί με ηλεκτρονική παρεμβολή που έγινε κατά ενός από τους πιο σημαντικούς δορυφόρους παγκόσμιας ισχύος της Τουρκίας. Τουρκικές πηγές αναφέρουν ότι η Ρωσία προσέφερε αμέσως στον Ερντογάν απεριόριστη πρόσβαση στο δίκτυο των στρατιωτικών δορυφόρων της για να είναι σε θέση να διοικήσει τα στρατεύματα που του είχαν παραμείνει πιστά, και να επιτρέψει την ανταλλαγή πληροφοριών εντός της MIT.


Σαν να θέλει να επιβεβαιώσει αυτή την υπόθεση, η Ρωσία αποφάσισε να επαναλάβει την κατασκευή τεσσάρων πυρηνικών αντιδραστήρων των 1.200 μεγαβάτ στην επαρχία της Μερσίνας στις ακτές της Μεσογείου και του αγωγού Turkish Stream, κάτω από τη Μαύρη Θάλασσα. Η Τουρκία θα επιτρέπεται να επαναλάβει τις εξαγωγές προς τη Ρωσία, που είχαν διακοπεί λόγω της κατάρριψης του βομβαρδιστικού Su-24 στις 24 Νοέμβριου 2015 στη Συρία, οι οποίες αντιπροσωπεύουν 30 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.

Τι θα μπορούσε να διεκδικήσει η Τουρκία από τη Ρωσία σε αντάλλαγμα;

Κατ 'αρχάς, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, κάλεσε τις μισθοφορικές ομάδες του Κυβερνείου του Χαλεπίου να σταματήσουν τις μάχες. Αυτό επιβεβαιώνει την ευθυγράμμιση της πολιτικής της Τουρκίας με εκείνη της Ρωσίας όσον αφορά τη συμμόρφωση με το ψήφισμα 2254 του ΟΗΕ, για τη διατήρηση στην εξουσία της νόμιμης κυβέρνησης της Συρίας που αντιπροσωπεύεται από τον Μπασάρ αλ-Άσαντ. Αυτό σημαίνει ότι κατά πάσα πιθανότητα η Τουρκία θα ασφαλίσει το σύνολο των συνόρων με τη Συρία, θα σταματήσει την υποστήριξη της στους αντιπάλους του Μπασάρ αλ Άσαντ και δεν θα επιτρέψει τη διέλευση άλλων νεοσύλλεκτων, όπλων και πυρομαχικών για τις τρομοκρατικές ομάδες που υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία, τη Γαλλία και το Ισραήλ.



Μια συνέπεια της συμμόρφωσης της Τουρκίας με το ψήφισμα 2254 του ΟΗΕ θα είναι η αποχώρηση της από τον συνασπισμό κατά του Ισλαμικού Κράτους, που σημαίνει την απαγόρευση κάθε μη εξουσιοδοτημένης πτήσης από τη νόμιμη κυβέρνηση της Συρίας, ήτοι τη κυβέρνηση του Μπασάρ αλ-Άσαντ, στο εναέριο χώρο της Συρίας από τις τουρκικές αεροπορικές βάσεις. Πιο συγκεκριμένα, η Τουρκία θα ενημερώσει τις ΗΠΑ σχετικά με την ακύρωση της άδειας της 13ης Οκτώβριου 2014 για τη χρήση της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ ως κύρια επιχειρησιακή βάση του συνασπισμού κατά του ΙΚ· αυτή η αεροπορική βάση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί από τις ΗΠΑ για άλλους σκοπούς. Η ίδια ανακοίνωση θα σταλεί στη Γερμανία για την ακύρωση της άδειας της 25ης Απριλίου 2016. Το Ιντσιρλίκ απέχει μόλις 180 χλμ από την Ιεράπολη (Manbij) της Συρίας, πόλη που περικυκλώθηκε από τους Κούρδους, και 400 χιλιόμετρα από τη Ράκκα (Raqqa), πρωτεύουσα της ομάδας του ισλαμικού κράτους. 
Για να μπορέσουν να βομβαρδίσουν στόχους του ισλαμικού κράτους στη Συρία και το Ιράκ, οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Σαουδική Αραβία θα πρέπει να μετακινήσουν αλλού τα αεροσκάφη τους που συμμετέχουν στο συνασπισμό κατά του ΙΚ. Πρέπει να σημειωθεί ότι το Ιντσιρλίκ δεν είναι βάση του ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ έχει βάση στη Σμύρνη στην δυτική Τουρκία, έδρα ενός από τα πέντε κεντρικά επιτελεία του ΝΑΤΟ (Landcom), που υπάγεται στην Ανώτατη Δίοικηση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Επιπλέον, η Σμύρνη στεγάζει μια άλλη σημαντική αεροπορική βάση του αμερικανικού στρατού.

Η πιο βολική αεροπορική βάση για τον συνασπισμό κατά του ΙΚ φαίνεται να είναι το Al Azraq στην Ιορδανία, έδρα δύο ιορδανικών μοιρών F-16. Υπάρχουν επίσης σε αυτή τη βάση, 20 F-16 από το Μπαχρέιν, 8 F-16 από την Ολλανδία και το Βέλγιο, γαλλικά αεροσκάφη Mirage 2000, μη επανδρωμένα αεροπλάνα αναγνώρισης MQ-9 Reaper των ΗΠΑ. 
Η ανάπτυξη των αεροσκαφών στο Al Azraq, η μετακίνηση και η τοποθέτηση του εξοπλισμού παροχής υπηρεσιών εδάφους θα πάρει αρκετούς μήνες, κατά τους οποίους ο συνασπισμός θα εκτελέσει λιγότερες αποστολές. Το Al Azraq βρίσκεται 700-800 χλμ από τους στόχους του ισλαμικού κράτους στη Συρία και το Ιράκ, και για τη διεξαγωγή κτυπημάτων σε στόχους του ισλαμικού κράτους, τα αεροσκάφη του συνασπισμού θα πρέπει να ανεφοδιαστούν εν πτήση.

Πάντα στο πλαίσιο της συμμόρφωσης της Τουρκίας με το ψήφισμα 2254 των Ηνωμένων Εθνών, το Πεντάγωνο δεν θα μπορεί να προμηθεύει πλέον τους Κούρδους, από την ξηρά, σε όπλα και πυρομαχικά, ούτε να παρέχει εκπαιδευτές των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων μέσω της Τουρκίας. Η αμερικανική βάση του Rmeilane στη συριακή επαρχία Χασακέ της Συρίας στην κουρδική ελεγχόμενη περιοχή, όπου το Πεντάγωνο λαμβάνει ενισχύσεις, μπορεί και να απομονωθεί.


Το τρίτο στάδιο το οποίο θα μπορούσαν να συμφωνήσουν ο Πούτιν και ο Ερντογάν θα είναι η συμμετοχή μέρους του στόλου των 196 τουρκικών αεροσκαφών F-16C για τη διεξαγωγή επιθέσεων παράλληλα με ρωσικά βομβαρδιστικά στη Συρία. Στην αρχή, κοινές αποστολές θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν από το ρωσικό κέντρο ελέγχου στο κυβερνείο της Λατάκειας στη Συρία. Η τουρκική αεροπορία θα μπορούσε να διεξάγει, με τους Ρώσους, αεροπορικές επιδρομές στην επαρχία του Χαλεπίου. Αυτές οι επιδρομές θα βοηθούσαν το Συριακό Αραβικό στρατό να καθαρίσει την επαρχία του Χαλεπίου από τους τρομοκράτες της. Η Τουρκική Πολεμική Αεροπορία μπορεί και να λάβει επιπλέον καθήκον για βομβιστική επίθεση κατά στόχων του ΙΚ έτσι ώστε να επιτρέπει στο Συριακό Αραβικό στρατό να προχωρήσει από την Παλμύρα προς τη Ράκκα, για να απελευθερώσει το κέντρο, τα ανατολικά και τα βορειοανατολικά της Συρίας.



Την ίδια στιγμή, οι Ρώσοι θα πείσουν τον Άσαντ να επαναλάβει τη συνεργασία με την Τουρκία σχετικά με τη Συνθήκη των Αδάνων της 20ης Οκτωβρίου 1998. Η Συνθήκη αυτή επέτρεπε στην Τουρκία να διεξάγει αεροπορικές επιδρομές της ή να συλλάβει Κούρδους τρομοκράτες σε ένα βάθος 50 χιλιομέτρων στο εσωτερικό της Συρίας. Συχνά, μετά τη διάπραξη επιθέσεων στην Τουρκία, οι Κούρδοι τρομοκράτες έβρισκαν καταφύγιο στη βόρεια Συρία. Στη συνέχεια, οι αεροπορικές επιδρομές της τουρκικής αεροπορίας θα εξουδετερώσουν τις δυνάμεις των Αράβων και Κούρδων μαχητών του YPG / SDF οι οποίοι είναι όλοι, από τη σκοπιά της Δαμασκού, ομάδες ανταρτών που υποστηρίζεται από τις ειδικές δυνάμεις των τεσσάρων δυτικών χώρων (Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία). 
Η αεροπορία του συνασπισμού κατά του ΙΚ υπό τη διοίκηση των Αμερικανών θα αναγκαζόταν είτε να προειδοποιήσει είτε να συντονίσει τις αποστολές της με τους Ρώσους και τους Τούρκους.

Βαλεντίνος Βασιλέσκου

Μετάφραση Ρουμανικά-Γαλλικά, Avic – Réseau International 
Μετάφραση Γαλλικά-Ελληνικά, Κριστιάν Ακκυριά για τον Ινφογνώμονα Πολιτικά
6.8.2016

[1] WHY DID ERDOGAN BECOME AN ANTI-EUROATLANTICIST? 
( http://katehon.com/article/why-did-erdogan-become-anti-euroatlanticist )

Valentin Vasilescu,
πιλότος της αεροπορίας, πρώην αναπληρωτής διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων στο αεροδρόμιο του Otopeni (Ρουμανία), αποφοίτησε από την Ακαδημία Στρατιωτικών Σπουδών στο Βουκουρέστι το 1992.


http://reseauinternational.net/comment-pourrait-se-concretiser-le-rapprochement-entre-la-turquie-et-la-russie/

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ:
http://infognomonpolitics.blogspot.gr/2016/08/blog-post_70.html#more

 



 Θα γλυτώσει η δημοκρατία από την εκκαθάριση του Ερντογάν;  

Το απόγευμα της 6ης Μαΐου ο Τούρκος δημοσιογράφος Can Dundar μιλούσε σε έναν τηλεοπτικό ρεπόρτερ έξω από το δικαστικό μέγαρο Caglayan της Κωνσταντινούπολης, όταν πρόσεξε έναν άνδρα με μουστάκι και μπλε αντιανεμικό να προχωρά προς το μέρος του κρατώντας ένα όπλο. Ο Dundar είναι ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας "Cumhuriyet", που ανήκει στα λίγα τουρκικά μέσα που διατηρούν ανοιχτά επικριτική στάση απέναντι στην κυβέρνηση. Ο ίδιος και ο συνάδελφός του στην "Cumhuriyet", Erdem Gul, περίμεναν να ακούσουν τις ποινές τους έπειτα από μια πολύμηνη ποινική δίκη. Ο σωματοφύλακας του Dundar είχε παραμείνει μέσα στο κτίριο κατά το διάλειμμα του δικαστηρίου. Βλέποντας το όπλο, ο τηλεοπτικός ρεπόρτερ φώναξε: "Τρέξτε".

Ο άνδρας με το μουστάκι πυροβόλησε δύο φορές φωνάζοντας "προδότη!". Ο Dundar πήδηξε στο πλάι και έσκυψε πίσω από τον ρεπόρτερ, που έκανε κίνηση να τον προστατεύσει. Η σύζυγος του Dundar, Dilek, άρπαξε τον δράστη από το δεξί χέρι και ένας βουλευτής που στεκόταν κοντά "γράπωσε" τον άνδρα από πίσω. Ο Dundar, τρέχοντας, απομακρύνθηκε μερικά βήματα, μετά επιβράδυνε και κοίταξε πίσω. Ήταν αλώβητος, αν και μια σφαίρα είχε γδάρει το πόδι του τηλεοπτικού ρεπόρτερ.

Ο 55χρονος Dundar έγινε αρχισυντάκτης της "Cumhuriyet" τον Φεβρουάριο του 2015. Η καταδίκη του τον Μάιο –ο Dundar είναι εναγόμενος σε τόσο πολλές ταυτόχρονες υποθέσεις που έχει χάσει το μέτρημα– ήταν το αποτέλεσμα ενός ρεπορτάζ, έναν χρόνο πριν, που περιέγραφε αναλυτικά πώς η εθνική μυστική υπηρεσία της Τουρκίας περνούσε λαθραία όπλα στη γειτονική Συρία, προμηθεύοντας κατά πάσα πιθανότητα ισλαμιστές αντάρτες που πολεμούσαν ενάντια στις δυνάμεις του προέδρου Μπασάρ αλ-Άσαντ. Μετά τη δημοσίευση του ρεπορτάζ, ο πρόεδρος της Τουρκίας και πρώην πρωθυπουργός, Ρετζέπ Ταγίπ Eρντογάν, βγήκε στην τηλεόραση και υποσχέθηκε ότι οι υπεύθυνοι για το δημοσίευμα "θα πληρώσουν βαρύ τίμημα".

Κατάφωρες παραβιάσεις

Η Τουρκία δεν είχε ποτέ πραγματική ελευθεροτυπία. Έχει μακρά παράδοση λογοκρισίας, ειδικά όσον αφορά τις "εύφλεκτες" πολιτικές της αναφορικά με τις θρησκευτικές και εθνικές μειονότητές της. Και αυτό συνέβαινε πριν από την αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, που ξεκίνησε με μαχητικά αεροσκάφη να ηχούν στον ουρανό της Άγκυρας και στρατιωτικές μονάδες στην Κωνσταντινούπολη να κλείνουν και τις δύο γέφυρες του Βοσπόρου. Οι μάχες μεταξύ πολιτών, αστυνομικών και στρατιωτών άφησαν πίσω τους 290 νεκρούς και 1.400 τραυματίες. Το πραξικόπημα απέδειξε, επίσης, το θάρρος των Τούρκων δημοσιογράφων: Το προσωπικό του CNN Turk αψήφησε ένα ελικόπτερο γεμάτο πραξικοπηματίες που εμφανίστηκαν και κατέλαβαν τα στούντιο και ένας φωτογράφος της φιλοκυβερνητικής ημερήσιας εφημερίδας "Yeni Safak" έπεσε νεκρός από πυρά στον δρόμο.

Πολλοί στην Τουρκία ανησυχούν ότι η αποτυχημένη κατάληψη της εξουσίας θα επιταχύνει απλώς το τέλος της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας στη χώρα. Οι Τούρκοι δημοσιογράφοι περιγράφουν ένα κλίμα πολύ χειρότερο απ' ό,τι μπορούν να ανακαλέσουν στη μνήμη τους. Τα τηλεοπτικά κανάλια που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση αφαιρέθηκαν από κρατικό ραδιοτηλεοπτικό δορυφόρο – ένα εξ αυτών, το φιλοκουρδικό IMC TV, κόπηκε εν μέσω ζωντανής συνέντευξης των Dundar και Gul. Οι ξένοι δημοσιογράφοι έχουν απελαθεί και απαγορεύεται η είσοδός τους στη χώρα και το περασμένο φθινόπωρο ένας όχλος με επικεφαλής έναν επιφανή νεαρό πολιτικό στο κόμμα του Ερντογάν όρμησε δύο φορές στα γραφεία της εφημερίδας "Hurriyet" στην Κωνσταντινούπολη. Ο Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα κατατάσσουν την Τουρκία στην 151η θέση σε σύνολο 180 χωρών στον Διεθνή Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου, ανάμεσα στο Τατζικιστάν και τη Δημοκρατία του Κογκό.

Στο πλαίσιο του νόμου που ποινικοποιεί την προσβολή του ηγέτη του έθνους, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν ασκηθεί περισσότερες από 2.000 διώξεις κατά δημοσιογράφων, σκιτσογράφων, εκπαιδευτικών, της πρώην Μις Τουρκίας, ακόμα και κατά μαθητών. Τις πρώτες μέρες μετά το πραξικόπημα είδαμε μαζικές εκκαθαρίσεις. Δεκάδες χιλιάδες στον στρατό, στην αστυνομία και στο δικαστικό σώμα έχουν απολυθεί ή βρίσκονται υπό κράτηση – σε 21.000 εκπαιδευτικούς έχει αφαιρεθεί η άδειά τους και έχουν ζητηθεί οι παραιτήσεις των πρυτάνεων σε όλα τα πανεπιστήμια της χώρας. Πολλές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες έχουν μπλοκαριστεί και έχουν ακυρωθεί οι άδειες μετάδοσης σε 24 τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς. Ο Ερντογάν και οι υποστηρικτές του χαρακτηρίζουν αυτά τα μέτρα αναγκαία για να μην καταρρεύσει η χώρα.

 Bloomberg Businessweek  
Απόδοση: Αναστασία Κυριανίδη-Νικολαΐδη​​

*Αναδημοσίευση από το "Κεφάλαιο" της 30ης Ιουλίου.
http://www.capital.gr/businessweek/3146464/tha-glutosei-i-dimokratia-apo-tin-ekkatharisi-tou-erntogan

 7/8/2016  



 Η Μόσχα και η Άγκυρα επανεκκινούν τον αγωγό Turkish Stream.

Φόβους για νέες κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας αλλά και για νέα ενδεχόμενη πισώπλατη μαχαιριά του Ερντογάν, εκφράζει με άρθρο της η ρωσική εφημερίδα nezavisimagia gazeta σχετικά με την επανέναρξη των συνομιλιών για τον αγωγό "Τουρκικό ρεύμα", μεταξύ Ρωσίας- Τουρκίας.

Τι λέει όμως το άρθρο αναλυτικά:

Την ερχόμενη εβδομάδα στην Αγία Πετρούπολη θα πραγματοποιηθεί συνάντηση του Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντιμίρ Πούτιν και του Προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η συνάντηση μεταξύ των δύο ηγετών επιβεβαιώθηκε νωρίτερα από το Κρεμλίνο. Δεν αποκλείεται ότι ένα από τα κύρια θέματα των συνομιλιών θα είναι η επανεκκίνηση του έργου της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου «Turkish Stream» που αναβλήθηκε λόγω της επιδείνωσης των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. 

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προς το παρόν αντιμετωπίζει αυτές τις προοπτικές,με σκεπτικισμό θεωρώντας ότι το έργο θα ενισχύσει και άλλο την ήδη ισχυρή θέση της «Gazprom» στην ΕΕ. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι φοβούνταν επίσης μην υποπέσουν σε «τουρκική εξάρτηση» μετά την έναρξη της λειτουργίας του αγωγού. Η ουκρανική πλευρά, με τη σειρά της, ελπίζει ότι η ΕΕ θα έχει αρκετή πολιτική βούληση για να εμποδίσει την υλοποίηση αυτού του έργου φυσικού αερίου - για παράδειγμα, μέσω των νέων αντι-ρωσικών κυρώσεων.

Δηλώσεις της Μόσχας και της Άγκυρας σχετικά με την ενδεχόμενη επανέναρξη της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου «Turkish Stream» αντιμετωπίστηκαν με ανησυχία από την ΕΕ, διότι η εφαρμογή του θα αυξήσει την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, ανέφερε το Reuters, επικαλούμενο διπλωματικές πηγές στην ΕΕ. Σύμφωνα με μία από αυτές, μετά την έναρξη της λειτουργίας του «Turkish Stream» η Ρωσία δεν θα έχει πλέον ανάγκη να χρησιμοποιεί την ουκρανική διαμετακόμιση φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, ενώ άλλοι εναλλακτικοί διάδρομοι μεταφοράς του φυσικού αερίου από την περιοχή της Κασπίας επίσης θα αποκλειστούν. «Η αποκατάσταση της φιλίας της Τουρκίας και της Ρωσίας μπορεί να γίνει πρόβλημα στην περίπτωση που η Ρωσική Ομοσπονδία προτίθεται να αντικαταστήσει την Ουκρανία με την Τουρκία», - τόνισε ένας από τους Ευρωπαίους αξιωματούχους. Πρόσθεσε, επίσης, ότι η Άγκυρα ενδιαφέρεται για τις προμήθειες του φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία.

Οι επιφυλάξεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων εκφράστηκαν όταν η Τουρκία επιβεβαίωσε το ενδιαφέρον της για την υλοποίηση του έργου «Turkish Stream». Ο Υπουργός Οικονομίας της Τουρκίας Νιχάτ Ζεϊμπεκτσί δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι οι πολιτικές αποφάσεις για τα κοινά ρώσο-τουρκικά έργα - το πυρηνικό σταθμό «Ακούγιου» και το αγωγό φυσικού αερίου «Turkish Stream» έχουν ήδη ληφθεί, και η τελική ώθηση για την κατασκευή του αγωγού θα δοθεί στη συνάντηση των αρχηγών κρατών της Ρωσίας και της Τουρκίας, που προγραμματίζεται να πραγματοποιηθεί την 9η Αυγούστου στην Αγία Πετρούπολη. Το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε την ημερομηνία της συνάντησης. Οι Πρόεδροι αναμένεται να συζητήσουν και την κατάσταση γύρω από το αγωγό φυσικού αερίου.

Παράλληλα, ο Υπουργός Ενέργειας Αλεξάντερ Νόβακ στο τέλος της περασμένης εβδομάδας επιβεβαίωσε επίσης ότι οι χώρες έχουν επιστρέψει στη συζήτηση για την κατασκευή δύο γραμμών του αγωγού φυσικού αερίου «Turkish Stream». «Η Τουρκία ενδιαφέρεται να λαμβάνει το φυσικό αέριο απευθείας, παρακάμπτοντας άλλες χώρες διέλευσης, και σ’ αυτό το πλαίσιο το «Turkish Stream» προβλέπει να έχει τουλάχιστον μια γραμμή για τους Τούρκους καταναλωτές - χωρητικότητας 15,75 δις. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου », - εξήγησε ο Υπουργός σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό κανάλι «Ρωσία 24». Η δεύτερη γραμμή του αγωγού φυσικού αερίου, σύμφωνα με τον ίδιο, θα προορίζεται για τους ευρωπαίους καταναλωτές. Και αυτή η γραμμή μπορεί επίσης να περάσει μέσω της Μαύρης Θάλασσας και του εδάφους της Τουρκίας.

Την ίδια ώρα εκτιμάται ότι ο νέος αγωγός φυσικού αερίου τελικά θα κάνει την Τουρκία ένα κομβικό σημείο στο δρόμο του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. «Γενικά στην Τουρκία υπάρχει μεγάλος αριθμός διάφορων έργων (π.χ. αγωγός φυσικού αερίου TANAP από το Αζερμπαϊτζάν ), και μπορούμε να πούμε ότι η Τουρκία θα διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο ως χώρα διαμετακόμισης για τον εφοδιασμό των ευρωπαίων καταναλωτών με φυσικό αέριο», - δήλωσε ο Νόβακ.

Όπως γίνεται εμφανές, αυτός είναι ο παράγοντας που ανησυχεί πολύ την ΕΕ. Ίσως η ΕΕ αρχικά δεν περίμενε τέτοιες ενέργειες από τη Μόσχα και την Άγκυρα, ή δεν υπολόγιζε ότι η αναθέρμανση των σχέσεων μπορεί να συμβεί τόσο γρήγορα. Διεθνείς αναλυτές σαν να μην έχουν εξετάσει το ενδεχόμενο της αποκατάστασης της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Ειδικότερα, οι σύμβουλοι της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, του ΟΗΕ και της κυβέρνησης της Γερμανίας έχουν υπολογίσει τις πιθανές εκπλήξεις που η Ρωσία στο εγγύς μέλλον μπορεί να παρουσιάσει στον κόσμο. Στα έγγραφα περιλαμβάνονται τα πιο απίθανα σενάρια, έως και μια «ένοπλη εισβολή στο Καζακστάν», αλλά όχι αυτά που, όπως φαίνεται, βρίσκονται στην επιφάνεια.

Υπενθυμίζεται ότι το έργο «Turkish Stream» έχει αντικαταστήσει το «South Stream» που έχει κλείσει. Πρόκειται για την κατασκευή ενός αγωγού φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Τουρκία στο βυθό της Μαύρης Θάλασσας και περαιτέρω μέσω του τουρκικού εδάφους ως τα σύνορα με την Ελλάδα. Ως αποτέλεσμα, το αέριο φτάνει μόνο μέχρι τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και, ως εκ τούτου, θεωρητικά, δεν εμπίπτει στους κανόνες της ΕΕ. Παρά το εκδηλωθέν ενδιαφέρον, η διακυβερνητική συμφωνία για τον αγωγό δεν έχει υπογραφεί, και μετά το περιστατικό με το καταρριφθέν από την Τουρκία ρωσικό αεροσκάφος Su-24, το σχέδιο έχει ανασταλεί εντελώς. Την ίδια στιγμή η Τουρκία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά πωλήσεων της «Gazprom» μετά τη Γερμανία. Το 2014, η ρωσική εταιρεία φυσικού αερίου πούλησε για εξαγωγή προς την Τουρκία 27,4 δις. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου.

Το Υπουργείο Ενέργειας της Ρωσικής Ομοσπονδίας αποδίδεται το ενδιαφέρον της Τουρκίας για την κατασκευή του αγωγού, εν τω μεταξύ, και στις πρόσφατες δηλώσεις του Κιέβου σχετικά με την προγραμματισμένη αύξηση του κόστους διαμετακόμισης του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας. «Αν το κόστος της διέλευσης θα είναι υψηλότερο, όπως ισχυρίζονται οι ουκρανοί συνάδελφοί μας, αυτό θα συμπεριληφθεί στο κόστος μεταφοράς και τελικά στις τιμές του φυσικού αερίου για τους καταναλωτές στην Τουρκία», - είπε ο Νόβακ.

Η σύμβαση για τη διαμετακόμιση του ρωσικού φυσικού αερίου με τη «Naftogaz της Ουκρανίας» ισχύει μέχρι το τέλος του 2019, η τρέχουσα ταρίφα είναι 2,5 δολάρια ανά χίλια κυβικά μέτρα ανά 100 χιλιόμετρα. Ταυτόχρονα η «Gazprom» ανακοίνωσε πρόσφατα ότι η τιμή της μεταφοράς φυσικού αερίου μέσω άλλου αγωγού, παρακάμπτοντας την Ουκρανία, - του «Nord Stream» - είναι USD 2,1 ανά 1.000 κυβικά μέτρα ανά 100 χιλιόμετρα.

Η Ουκρανία - η κύρια χώρα διέλευσης για το ρωσικό φυσικό αέριο προς την ΕΕ - την ιδέα της επανεκκίνησης του έργου αντιμετώπισε αρκετά ψυχρά. Ειδικότερα, ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της «Naftogaz της Ουκρανίας» Andrei Kobolev δήλωσε ότι υπάρχουν κίνδυνοι λόγω της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου «Turkish Stream» για την Ουκρανία και την ΕΕ. «Αυτή η κατασκευή μπορεί να επηρεάσει αρνητικά» - παραθέτει τα λόγια του το RBC-Ουκρανίας. «Για την Ουκρανία, το έργο αυτό φέρει κάποιο κίνδυνο. Θα χάσουμε αμέσως κάποιες ποσότητες από τη διέλευση. Οι ποσότητες φυσικού αερίου, που περνούσαν από το έδαφος της Ουκρανίας και έφερναν χρήματα στην οικονομία μας, θα προορίζονται για αλλού», - εξήγησε ο Kobolev.

Ο επικεφαλής της «Naftogaz» αναμένει ότι «σε αυτή την κατάσταση, η θέση της ΕΕ θα είναι το ίδιο σκληρή όπως και με το «South Stream». Ο Kobolev δεν αποκλείει «ότι η ΕΕ θα μπορούσε να αναστείλει το έργο αυτό ή ακόμα και εντελώς να το κλείσει».

Και, σύμφωνα με τον ίδιο, οι πραγματικοί μοχλοί που μπορούν να σταματήσουν τη διαδικασία της κατασκευής του «Turkish Stream» είναι αρκετά απλοί. «Ούτε η Τουρκία ούτε η Ρωσία δεν κατέχουν τεχνολογίες κατασκευής αγωγών βαθέων υδάτων. Μπορούν να το κάνουν μόνο κάποιες ξένες εταιρείες, έτσι ώστε αν υπάρξει ισχυρή επιθυμία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δυτικές χώρες μέσω των κυρώσεων μπορούν να σταματήσουν το έργο. Το ερώτημα είναι κατά πόσο θα υπάρχει σχετική πολιτική βούληση», - τονίζει ο Kobolev.
Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι κάποιες ενέργειες των Βρυξελλών σχετικά με το σχέδιο θα ακολουθήσουν ήδη μετά τη συνάντηση του Προέδρου Πούτιν με τον Τούρκο ομόλογό του. «Παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις στην Τουρκία», - δήλωσε στο Reuters ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Maroš Shevchovich.

Οι ερωτηθέντες από τη «NG» εμπειρογνώμονες, επίσης, συμφωνούν ότι για την ΕΕ το «Turkish Stream» είναι ένα επικίνδυνο έργο. «Η εφαρμογή του «Turkish Stream» θα οδηγήσει στο γεγονός ότι η Άγκυρα θα ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών φυσικού αερίου στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη. Ως αποτέλεσμα, αντί για την εξάρτηση από τη Ρωσία ή την Κασπία, η ΕΕ θα αποκτήσει την «τουρκική εξάρτηση», - λέει ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της μηχανικής εταιρείας «2K» Ιβάν Αντριέφσκι. Λαμβάνοντας υπόψη τις περίπλοκες σχέσεις της Ευρώπης και της Τουρκίας, η ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης της Άγκυρας σαφώς δεν συμφέρει την ΕΕ, λέει ο ίδιος. «Η θέση ενός μεγάλου κομβικού σημείου διανομής φυσικού αερίου θα επιτρέψει στην Τουρκία που τείνει να συγκεντρώσει στο έδαφός της τις ροές του φυσικού αερίου από τη Ρωσία, το Αζερμπαϊτζάν, το Ιράν και το Ισραήλ, να ασκεί πίεση στις Βρυξέλλες σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη στην ΕΕ», - συμφωνεί με τον ίδιο μέλος του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του Συνδέσμου Βιομηχάνων Πετρελαίου και Φυσικού Αερίου της Ρωσίας Eldar Kasaev.

Σύμφωνα με τα όσα πιστεύουν οι ειδικοί, στον παρόντα χρόνο, οι προοπτικές του «Turkish Stream» είναι πιο καλές από ό, τι πριν από τη σύγκρουση μεταξύ της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Τουρκίας. Όμως, τονίζει ο Kasaev, πιο σοφό εκ μέρους της Ρωσίας θα ήταν να μη βιαστεί να προβεί σε θορυβώδεις δηλώσεις, και να περιμένει κατά πόσο οι τουρκικές αρχές επιδείξουν μεγαλύτερη πρωτοβουλία και πραγματικό, και όχι δηλωτικό ενδιαφέρον για το κοινό έργο. «Πρέπει να προσπαθήσουμε να εξυπηρετήσουμε στο έπακρο τα συμφέροντα του δικού μας κράτους, σωστά, χωρίς καμιά απώλεια, να διανεμίσουμε μεταξύ των εταίρων τους πολλούς κινδύνους κατά τη διάρκεια της κατασκευής δαπανηρών αγωγών, και να μη στρέφουμε ανυπόμονο βλέμμα στις τουρκικές ακτές», - πιστεύει ο ίδιος. Ο εμπειρογνώμονας υπενθυμίζει ότι η Ρωσία έχει ήδη κάνει ένα λάθος κατά το αρχικό στάδιο των διαπραγματεύσεων για το «Turkish Stream». «Μετά τη βιαστική παραχώρηση στους Τούρκους της έκπτωσης για το φυσικό αέριο η Ρωσική Ομοσπονδία δεν έχει λάβει ως αντάλλαγμα ούτε την υπογεγραμμένη διακυβερνητική συμφωνία ούτε ένα εγκεκριμένο πακέτο των τεχνικών εγγράφων που απαιτούνται για την υλοποίηση του έργου. Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι ο Ερντογάν δεν θα δώσει ξανά μια «μαχαιριά πισώπλατα» , συνοψίζει ο Eldar Kasaev.


Ως αποτέλεσμα αυτού υπάρχει το ενδεχόμενο, οι διαπραγματεύσεις σχετικά με το «Turkish Stream» να διαρκέσουν πολύ και να είναι δύσκολες. «Η θέση της ΕΕ είναι να διαφοροποιήσει τις προμήθειες του φυσικού αερίου. Το φυσικό αέριο έρχεται από τη Ρωσία μέσω της Ουκρανίας, καθώς και μέσω του «Nord Stream». Ταυτόχρονα ορισμένες χώρες της ΕΕ θεωρούν ότι ένα δεύτερο «Nord Stream» είναι περιττό, εξηγεί ο αναλυτής της «Finam» Alexey Kalachev. - Είναι σαφές ότι υπό αυτές τις συνθήκες ούτε το «South Stream» ούτε το «Turkish Stream» δεν ταιριάζουν με την ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική.

http://www.ellada-russia.gr/news/1/article/7436

5/8/2016