Τι σημαίνει το ξαφνικό ειδύλλιο μεταξύ Πούτιν - Ερντογάν;
Τι σημαίνει το ξαφνικό ειδύλλιο μεταξύ Πούτιν - Ερντογάν;
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡ’ ΟΛΙΓΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΡΙΨΗ ΤΟΥ ΣΟΥΧΟΙ, ΣΤΙΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ
Βρισκόμαστε μπροστά σε ειδύλλιο Ρωσίας-Τουρκίας με δυναμική ανατροπής συμμαχιών; ‘Η σε μια Ρεαλπολιτίκ συγκυριακής συνεργασίας, όπου η κάθε μια πλευρά έχει διαφορετικές προτεραιότητες και άνισα περιθώρια ελιγμών;
Η αντιστροφή του κλίματος στις διμερείς σχέσεις της Μόσχας με την Αγκυρα που κορυφώθηκε με τις συμφωνίες ενεργειακής συνεργασίας που υπέγραψαν τη Δευτέρα 10 Οκτωβρίου στην Κωνσταντινούπολη ο Πούτιν με τον Ερντογάν εντυπωσιάζει, καθώς πριν από περίπου ένα χρόνο είχαμε το θερμό επεισόδιο της κατάρριψης του Σουχόι από την τουρκική αεροπορία στη μεθόριο Τουρκίας-Συρίας που οδήγησε σε τουριστικό μποϊκοτάζ και εμπορικά αντίποινα του Κρεμλίνου στην Τουρκία.
Μόνο μια ματιά στο παρελθόν των τελευταίων δυόμισι αιώνων στις σχέσεις των δύο χωρών μπορεί να μας βοηθήσει να διακρίνουμε τις σταθερές από τις μεταβλητές, τη μακρά συνέχεια από την παρένθεση και την εξαίρεση.
Τα πρώτα βήματα επαναπροσέγγισης Τουρκίας - Ρωσίας είχαν γίνει δύο βδομάδες πριν από το πραξικόπημα με μια συγγνώμη του Ερντογάν για την κατάρριψη του Σουχόι. Η προσέγγιση επιταχύνθηκε δραματικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και την άμεση και ξεκάθαρη στήριξη του Κρεμλίνου στον Ερντογάν.Από τότε μέχρι και σήμερα επιβεβαιώθηκε ότι είναι αδύνατη έστω και μια σταδιακή εξομάλυνση των σχέσεων Ουάσιγκτον - Άγκυρας: Η πίεση για έκδοση του Γκιουλέν, οι θεωρίες συνωμοσίας που δείχνουν τις ΗΠΑ ως ενορχηστρωτή όχι μόνον του πραξικοπήματος, αλλά ως σπόνσορα Ανεξαρτήτου Κουρδιστάν, και από την άλλη μεριά η βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να εκδοθεί ο Ιμάμης από την Πενσιλβανία, ούτε να διακοπεί η αμερικανική στήριξη στους Κούρδους της Συρίας, στήνουν το ιδανικό σκηνικό για μια τουλάχιστον επικοινωνιακή φαντασμαγορική προβολή από τους Πούτιν - Ερντογάν μιας αναβαθμισμένης διμερούς σχέσης.
Όμως αν για τον Ερντογάν η προσέγγιση με την Μόσχα είναι σήμερα ο μόνος δυνατός τακτικός ελιγμός για να σπάσει την πρωτοφανή διεθνή και περιφερειακή απομόνωση στην οποία βρέθηκε η Τουρκία από τους μικρομεγαλισμούς του «Στρατηγικού Βάθους», για τον Πούτιν υπάρχουν σαφείς κόκκινες γραμμές, που δεν μπορεί να υπερβεί στην προσέγγισή του με την Αγκυρα:
• Να μην εγκλωβισθεί σε μη αντιστρέψιμη αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ και να διαφυλάξει τα κεκτημένα μιας τρίχρονης διμερούς προσέγγισης στη Μέση Ανατολή.
• Να περιφρουρήσει τις καλές σχέσεις Μόσχας - Τεχεράνης. Με το Ιράν και συμμάχους του από το Ιράκ και το Λίβανο η Ρωσία στηρίζει τον Ασαντ στη Συρία, ενώ την ίδια στιγμή η Τουρκία βρίσκεται απέναντι στην Τεχεράνη, τους συμμάχους της, αλλά και τις ΗΠΑ στη Μοσούλη.
Είναι σαφές ότι η σχέση είναι ετεροβαρής, καθώς ο Ερντογάν δεν έχει άλλη πλην της στενής συνεργασίας με τη Μόσχα, επιλογή, για να σπάσει τη διεθνή και περιφερειακή απομόνωση της χώρας του, ενώ για τον Πούτιν τα περιθώρια ελιγμών είναι πολλαπλάσια.
Παρά την επικοινωνιακή φαντασμαγορία της πρόσφατης συνάντησης Πούτιν - Ερντογάν, η διμερής ισορροπία είναι πιο δυσμενής για την Αγκυρα και από την περίοδο 1919-1926 και από την περίοδο 1964-65.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία
Από τα μέσα και μετά του 18ου αιώνα μέχρι και τον τελευταίο Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1876-7 η Ρωσία υπήρξε σταθερά ο αποφασιστικός παράγων της συνεχούς εδαφικής συρρίκνωσης και γεωπολιτικής υποβάθμισης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Πρώτα η Ρωσία τερμάτισε την οθωμανική κυριαρχία στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και τον Καύκασο και στη συνέχεια σταδιακά συνέβαλε στη χειραφέτηση της Ελλάδας μετά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1829 και τη Συνθήκη της Αδριανουπολης, αναδιπλώθηκε προσωρινά στον Κριμαϊκό Πόλεμο το 1853-6, όταν στο πλευρό του Σουλτάνου προσέτρεξαν η Βρετανία και η Γαλλία και τέλος με τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1876-7 και τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου τερμάτισε την κυριαρχία της Υψηλής Πύλης στην Ευρώπη, με τη δημιουργία Μεγάλης Βουλγαρίας, μια τάξη πραγμάτων που ακυρώθηκε τον επόμενο χρόνο στο συνέδριο του Βερολίνου.
Σε όλη τη διαδρομή των ρωσικών κατακτήσεων από τις ακτές της σημερινής Ουκρανίας και Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα μέχρι και τον Καύκασο, οι Τουρκόφωνοι Μουσουλμάνοι σε μεγάλο ποσοστό κατέφυγαν σε περιοχές της σημερινής Τουρκίας, καθώς ακολούθησαν συγκρούσεις δεκαετιών μεταξύ ρωσικών δυνάμεων και γηγενών κατοίκων.
Την ίδια εποχή σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα η Τσαρική Αυτοκρατορία απλωνόταν και στην Κεντρική Ασία, στη συντριπτική της πλειονότητα τουρκόφωνη και μουσουλμανική.
Αν η Οθωμανική Αυτοκρατορία άντεξε τον ρωσικό επεκτατισμό για ενάμιση περίπου αιώνα, το οφείλει στη Μεγάλη Βρετανία που ήθελε να αποτρέψει την κάθοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο και κυρίως τον έλεγχο των Στενών από μια ανταγωνιστική Μεγάλη Δύναμη.
Η επέκταση και ισχυροποίηση της Ρωσίας είναι σε παράλληλη πορεία με τη συρρίκνωση και παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ δίχως υπερβολή οι δύο Αυτοκρατορίες κατέστησαν η μια για την άλλη ενσαρκώσεις του φόβητρου του «προαιώνιου εχθρού».
Στη σκιά του ρωσικού επεκτατισμού οι Σουλτάνοι-Χαλίφηδες, οι πρόγονοι των οποίων είχαν φθάσει στα τείχη της Βιέννης απειλώντας με κατάκτηση την Ευρώπη των Σταυροφόρων, βρήκαν στη Βρετανική Αυτοκρατορία αλλά και άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις τη δύναμη αντίστασης της διαρκούς επέκτασης της Τσαρικής Ρωσίας προς Νότον.
Μέτωπο των ηττημένων
Τον Νοέμβριο του 1918 η νεαρή τότε Σοβιετική Ρωσία αλλά και η Οθωμανική Αυτοκρατορία είναι ταυτόχρονα ηττημένες: Η Οθωμανική Αυτοκρατορία σύμμαχος της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας στον Πρώτο Παγκόσμο Πόλεμο και η Σοβιετική Ρωσία που υπέγραψε τη Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ με τη Γερμανία τον Φεβρουάριο του 1918 και θεωρήθηκε από τους Συμμάχους ότι άλλαξε στρατόπεδο.
Στη Ρωσία μαίνεται ο εμφύλιος πόλεμος και η ξένη επέμβαση και σε ό,τι απέμεινε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία βρίσκονται οι δυνάμεις κατοχής των νικητών της Ελλάδας, της Βρετανίας , της Ιταλίας και της Γαλλίας. Τίποτε το περίεργο λοιπόν που ο πρώτος σύμμαχος του Κεμάλ είναι ο Λένιν, με την κυβέρνηση των Μπολσεβίκων να ενισχύει στο μέτρο των δυνατοτήτων της με όπλα και πολεμοφόδια την κυβέρνηση της Αγκύρας.
Η συμμαχία της Μόσχας ήταν πολύτιμη βοήθεια για τον Κεμάλ, με τις δύο χώρες να υπογράφουν Συνθήκη Φιλίας στα τέλη του 1925, την εποχή που η Τουρκία βρισκόταν σε αντιπαράθεση με το υπό βρετανική διοίκηση Ιράκ για την πλούσια σε πετρέλαια περιοχή της Μοσούλης και η Σοβιετική Ένωση είχε εκλάβει το Σύμφωνο του Λοκάρνο μεταξύ Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Βρετανίας ως νέα επέμβαση για ανατροπή του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Επιστροφή στην αφετηρία
Στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η ΕΣΣΔ και προσωπικά ο ίδιος ο Στάλιν αντιμετωπίζουν την Τουρκία ως de facto σύμμαχο της Γερμανίας, παρά την προσχηματική ουδετερότητα που κράτησε ο διάδοχος του Κεμάλ, Ινονού.
Απαιτούν την επιστροφή των δύο τουρκικών επαρχιών του Καρς και Αρνταχάν που είχε κατακτήσει η Ρωσία στον πόλεμο του 1876-7 και αναγκάσθηκαν να παραχωρήσουν το 1920 οι Μπολσεβίκοι στην Τουρκία και ταυτόχρονα απαιτεί τη δημιουργία στρατιωτικής και ναυτικής βάσης στα Στενά.
Τα παραπάνω διευκολύνουν την πλήρη στροφή Ινονού προς τις ΗΠΑ, την κάλυψη της Τουρκίας από το δόγμα Τρούμαν και τέλος την ταυτόχρονη με την Ελλάδα ένταξή της στο ΝΑΤΟ το 1952.
Ετος-ορόσημο το 1964 για τις σχέσεις της Αγκυρας με τη Μόσχα
Το 1964 δείχνει να ξεκινά πολύ άσχημα για τις διμερείς σχέσεις Τουρκίας - ΕΣΣΔ λόγω του Κυπριακού που βρίσκεται ξανά σε ανάφλεξη μετά τις διακοινοτικές συγκρούσεις του Δεκεμβρίου του 1963, τις προσπάθειες ΗΠΑ - Βρετανίας για αποστολή δύναμης του ΝΑΤΟ στη Μεγαλόνησο και τις συνεχείς απειλές του πρωθυπουργού Ινονού για απόβαση της Τουρκίας στην Κύπρο. Με τον Μακάριο να απορρίπτει κάθε νατοϊκή λύση και να ζητά ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ, αλλά και στήριξη από το στρατόπεδο των αδεσμεύτων, η Μόσχα είναι απέναντι στην
Αγκυρα και στο πλευρό της Λευκωσίας.
Μέχρι την επιστολή του προέδρου των ΗΠΑ Τζόνσον προς τον Ινονού που απειλεί την Τουρκία σε περίπτωση μονομερούς στρατιωτικής ενέργειας σε βάρος της Κύπρου με καταγγελία στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά και με μη παροχή συμμαχικής βοήθειας και αλληλεγγύης σε περίπτωση απειλών και ενεργειών της ΕΣΣΔ κατά της Τουρκίας. Οι Κεμαλιστές του Ινονού και η στρατιωτική ηγεσία θυμούνται την δεκαετία του ’20 και προχωρούν σε μεγάλο άνοιγμα που είναι ευπρόσδεκτο από τη Σοβιετική Ενωση, γίνονται ανταλλαγές επισκέψεων των ηγετών των δύο χωρών, ενώ ο επικεφαλής της σοβιετικής διπλωματίας Γκρομίκο σε μια στροφή 180ο τάσσεται υπέρ της Ομοσπονδίας ως της καλύτερης λύσης για το Κυπριακό, ένα δώρο στην Αγκυρα αδιανόητο τότε και για την Ουάσιγκτον και για το Λονδίνο.
Στήριξη από το Κρεμλίνο
Τα πρώτα βήματα επαναπροσέγγισης Τουρκίας - Ρωσίας είχαν γίνει δύο εβδομάδες πριν από το πραξικόπημα με μια συγγνώμη του Ερντογάν για την κατάρριψη του Σουχόι. Η προσέγγιση επιταχύνθηκε δραματικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα και την άμεση και ξεκάθαρη στήριξη του Κρεμλίνου στον Ερντογάν.
Αναβάθμιση σχέσης
Η πίεση για έκδοση του Γκιουλέν, οι θεωρίες συνωμοσίας που δείχνουν τις ΗΠΑ ως ενορχηστρωτή όχι μόνον του πραξικοπήματος, αλλά ως σπόνσορα Ανεξαρτήτου Κουρδιστάν, και από την άλλη μεριά η βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να εκδοθεί ο Ιμάμης από την Πενσιλβανία, ούτε να διακοπεί η αμερικανική στήριξη στους Κούρδους της Συρίας, στήνουν το ιδανικό σκηνικό για μια τουλάχιστον επικοινωνιακή φαντασμαγορική προβολή από τους Πούτιν - Ερντογάν μιας αναβαθμισμένης διμερούς σχέσης.
Του Γιώργου Καπόπουλου
17/10/2016
http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26511&subid=2&pubid=114192138