Ο γερμανικός ηγεμονισμός.



Η  Πύλη του Βρανδεμβούργου  στο Βερολίνο.

Lucien Calvie
La question allemande. 
Histoire et actualite.
Παρίσι, Editions du Cygne, 2016, 
σελ. 111, τιμή 15 ευρώ   


  Ο γερμανικός ηγεμονισμός    

Ο γάλλος πανεπιστημιακός Λυσιέν Καλβιέ θέτει το θέμα της ακμάζουσας Γερμανίας και αναλύει καταστάσεις, όπως το κατοχικό δάνειο

Ο τίτλος «Το γερμανικό ζήτημα. Ιστορία και επικαιρότητα» θυμίζει κάπως το περίφημο «Ανατολικό ζήτημα». Μόνο που το αιτούμενο εκεί ήταν η διαδοχή στα εδάφη της φθίνουσας τότε οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αντίθετα, εδώ εξετάζεται το θέμα της ακμάζουσας Γερμανίας και του σημερινού ηγεμονισμού που τη διακρίνει. Ηγεμονισμού με οικονομικά χαρακτηριστικά και μέσω αυτών επιβολής πολιτικών επιλογών και ελέγχου.

Ο συγγραφέας είναι γάλλος γερμανιστής, πανεπιστημιακός, από παλαιά στρατευμένος στο σοσιαλιστικό κόμμα. Είναι ειδικευμένος μελετητής στην Ιστορία των Ιδεών στον γερμανόφωνο χώρο, κυρίως στο πώς Γάλλοι και Γερμανοί αντιλαμβάνονται ο ένας τον άλλον, ήδη από το 1789. Ο συνδυασμός αυτός αποτυπώνεται χαρακτηριστικά και στη φωτογραφία του εξωφύλλου, όπου εικονίζεται η παρισινή πλατεία του Βερολίνου (Pariser Platz) με την πύλη-σύμβολο του Βρανδεμβούργου στο βάθος.

Τον συγγραφέα χαρακτηρίζει η πολιτική ευαισθησία ενός Γάλλου, που παράλληλα είναι ειδικός, εξαιρετικά ενήμερος για τη σημερινή πραγματικότητα στην άλλη πλευρά του Ρήνου. Τα ερωτήματα που θέτει είναι πολλά: Διαφαίνεται διάθεση επανόδου στο σχήμα της Αγίας Γερμανικής Αυτοκρατορίας; Πόσο γερμανική μπορεί να είναι η Ευρωπαϊκή Ενωση, με τις πολλές ιδιαιτερότητες και τους διάφορους εθνικισμούς; Στο ερώτημα αυτό είναι βαρύνουσα η ανάλυση της αντίληψης για την εθνικότητα και την ιθαγένεια βάσει της λεγόμενης εξ αίματος καταγωγής, ιδιαίτερα διαδεδομένης στην παραδοσιακή νοοτροπία των Γερμανών. Ποιες μπορεί να είναι οι σοβιετικές καταβολές και αιτίες του σημερινού γερμανικού ηγεμονισμού (τα δυτικά ανοίγματα του Γκορμπατσόφ) και πώς συνέβαλε σε αυτόν και η Γαλλία (οι επιλογές των Ντε Γκωλ και Μιτεράν);

Φιλέλληνας, ο συγγραφέας αναφέρεται και στην Ελλάδα, την πρόσφατη επικαιρότητα και την οικονομική κρίση. Αφιερώνει μάλιστα και χωριστό κεφάλαιο: «To αποτύπωμα του γερμανικού ποδιού, από τη Γιουγκοσλαβία στην Ελλάδα». Ο Calvié εδώ παραλληλίζει τη γερμανική στάση προς τις δύο χώρες. Βλέποντας μια συνέχεια στη σημερινή πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης, την ερμηνεύει με βάση τη σθεναρή αντίσταση Ελλήνων και Γιουγκοσλάβων κατά την περίοδο 1940-1944, στην οποία σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν τα αντίστοιχα κομμουνιστικά κόμματα. Ετσι, θεωρεί αυτή την πολιτική και ως ένα ξεκαθάρισμα ακόμη και παλαιών λογαριασμών μεταξύ γερμανικής ηγεμονίας, Ελλάδας και Σερβίας, συνέχειας της τότε Γιουγκοσλαβίας. Επίσης, δεν κρίνει τυχαίο και το ότι η πρόταση για το Grexit προήλθε από τη σλοβένικη αντιπροσωπεία. Σημειώνει, μάλιστα, ότι ο σλοβένος πρωθυπουργός Miro Cerar παρομοίωσε ρητά την τρέχουσα ελληνική κυβερνητική πολιτική με εκείνη των τότε γιουγκοσλάβων κομμουνιστών.

Ο Calvié έχει καλή γνώση των ελληνικών πραγμάτων. Πρόσωπα, όπως ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο Μανώλης Γλέζος, ο Αντώνης Σαμαράς, ακόμη και η Πηνελόπη Δέλτα, παρουσιάζονται αναφορικά με τους ρόλους που έχουν κατά καιρούς διαδραματίσει. Επίσης, ο συγγραφέας γνωρίζει και αναλύει καταστάσεις, όπως το κατοχικό δάνειο (και την πάγια άρνηση αναγνώρισης αυτού του χρέους από τις μετέπειτα γερμανικές κυβερνήσεις) και οι ομαδικές εκτελέσεις αμάχων (Δίστομο, Καλάβρυτα, Ανω Βιάννος). Τα προβάλλει ως τεκμήρια των ανθελληνικών θέσεων της τότε ναζιστικής Γερμανίας. Μάλιστα, βλέπει μια συνέχεια αυτής της νοοτροπίας στη διαχείριση του σημερινού ελληνικού προβλήματος από τη γερμανική κυβερνητική πολιτική. Επίσης, καυτηριάζει τον ανθελληνικό ρόλο που επωμίζεται το γνωστό ταμπλόιντ «Das Bild».

Χρειάζεται να διατυπωθεί, όμως, μια επιφύλαξη: αυτή η ηγεμονική πολιτική, όπως αναλύεται στο βιβλίο, σίγουρα δεν εκφράζει όλους τους Γερμανούς σήμερα, τόσο μέσα στην Bundestag, όσο και μεταξύ - μειοψηφίας έστω - εκλογέων.

Πολλά τα ερωτήματα που θέτει το βιβλίο, με πρωταρχικό εκείνο του ηγεμονισμού. Οι προβληματισμοί του συγγραφέα συγκλίνουν σε πολλά σημεία με δικούς μας. Επειδή στηρίζονται σε τρίτες πηγές και άλλες οπτικές, οι προσεγγίσεις του παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για εμάς. Αυτό καθιστά το βιβλίο σημαντικό για τον έλληνα αναγνώστη. Ετσι, φρονώ ότι αξίζει να μεταφραστεί και να του γίνει προσιτό.

 Σταύρος Περεντίδης,
ομότιμος καθηγητής Ιστορίας των Θεσμών του Παντείου Πανεπιστημίου.  

  29/10/2016 

http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=839893