Σύγχρονα ψέματα και αρχαίες αλήθειες. Για μια οντολογική αναθεώρηση της Δύσης

 Nicolas Poussin - “Et in Arcadia ego”, 1639
Ο δυτικός πολιτισμός βρίσκεται στους αντίποδες του ελληνικού πολιτισμού. Πράγμα που έχει δύο συνέπειες. Η πρώτη είναι ο αποκλεισμός του ελληνικού πολιτισμού. Το διαχρονικό Contra Errores Graecorum. Η δεύτερη συνέπεια είναι η  αδυναμία των Ελλήνων «να γίνουν κράτος» (“ευρωπαϊκού” τύπου εννοείται) –παρά τη σφοδρή τους επιθυμία.
 Τη γνώση αυτή την οφείλουμε, πρωτίστως, στο έργο των Κώστα Παπαϊωάννου, Κορνήλιου Καστοριάδη και Κώστα Αξελού. Το οντολογικό κεκτημένο του έργου τους, τη γνώση της οντολογικής ασυμμετρίας δυτικού και ελληνικού πολιτισμού, την αναδεικνύει η κ. Μαγγιώρου στο ως άνω βιβλίο, προκειμένου να την κάνει πυξίδα πολιτικού προσανατολισμούΣτη βάση αυτή μας προσφέρει μια οντολογική ανάλυση της Δύσης απροσδόκητη, για μένα τουλάχιστο. Η οντολογική πολιτική ανάλυση συνιστά και την καινοτομία που εισάγει το βιβλίο στην πολιτική σκέψη. Η εφαρμογή της μάλιστα στα διάφορα κεφάλαια του βιβλίου, αποδεικνύει μια εντυπωσιακή ευρετικότητα. Είναι ένα από τα πολύ σπάνια εκείνα βιβλία, που εισάγουν τον αναγνώστη στον τρόπο του αληθινού πολιτικού σκέπτεσθαι.
Στο κείμενο που ακολουθεί, θα αποδελτιώσω ορισμένα στοιχεία, α) για την οντολογική υποδομή του δυτικού πολιτισμού, β) για το οντολογικό ιστορικό του,  και γ) για τα σύγχρονη κοσμοϊστορικής σημασίας παλινωδία του.
1. Η οντολογική υποδομή της Δύσης
Η θεμελίωση του πολιτισμικού πεδίου προϋποθέτει την παραδοχή μιας από τις εξής τρεις και μόνο οντολογικές επιλογές:
Α’. Δεν υπάρχει το Εγώ ως ον, υπάρχει μόνο το Εμείς, τα Άτομα είναι εφήμερα μέλη τουΛατινική επιλογή.
Β’. Μόνο τα Εγώ – Άτομα υπάρχουν.  Το Εμείς δεν είναι ον, αλλά επίφαση όντος, σύμβαση.Γερμανική επιλογή.
Γ’. Τόσο τα Άτομα όσο και το Εμείς συν-υπάρχουν, ως όντα     διαφορετικού επιπέδου.Ελληνική επιλογή.
Ο γλωσσικός επιθετικός προσδιορισμός των τριών επιλογών δικαιολογείται από το γεγονός, ότι οι ευρωπαϊκοί λαοί που έχτισαν πολιτισμό πάνω σ’ αυτές, ήταν αντίστοιχα, λατινόφωνοι, γερμανόφωνοι και ελληνόφωνοι. Αλλά ας δούμε από πιο κοντά τον ουσιαστικό προσδιορισμό των τριών επιλογών.
α) Το λατινικό Εμείς
Οι αρχαίοι Λατίνοι θεοποίησαν το Εμείς τους. Η Ρώμη είναι Οντότητα θεϊκή. Η δεσποτική κοινωνική ιεραρχία της είναι ιερή και απαραβίαστη. Όπως και η πολιτικο-θρησκευτική κεφαλή της, ο PontifexMaximus. Ως μοναδική και αιώνια ιερή Οντότητα, η Ρώμη αξιώνει την παγκόσμια κυριαρχία. Πολιτική ιδεολογία της είναι ο Ουνιβερσαλισμός.
Οντολογικώς ομόλογο του λατινικού είναι και το Εμείς του αφρο-ασιατικού Δεσποτισμού, όπως της αρχαίας Αιγύπτου και της αρχαίας Κίνας. Ομόλογός  τους είναι επίσης ο εβραϊκός οντολογικός μονισμός του «εκλεκτού λαού». Μόνο που ο δικός του ουνιβερσαλισμός είναι εσχατολογικός. (Θα λάβει σάρκα και οστά, όταν έρθει ο «Μεσσίας» και θα θέσει όλα τα έθνη υπό το πέλμα της Σιών.) 
β) Το γερμανικό Εμείς
Στον οντολογικό αντίποδα της Ρώμης εμφανίζονται τα στίφη των γερμανικών πολεμικών φυλών. Το Εμείς τους, υπό την περιστασιακή ηγεσία ενός πολέμαρχου – αγελάρχη, εδράζεται στον άκρατο ατομικισμό. Συνεχίζεται ως φεουδαρχικό, ολοκληρώνεται ως καπιταλιστικό και σήμερα, ως «νεοφιλελεύθερο» και «νεοσυντηρητικό» διεκδικεί την «παγκόσμια διακυβέρνηση». Διαχρονικός του άξονας: ο οντολογικός μονισμός του Εγώ.
γ) Το ελληνικό Εμείς
Οι όροι, που θα απέδιδαν με ακρίβεια τον αντιδιαμετρικό χαρακτήρα των δύο αυτών τρόπων θέσμισης της σχέσης Εμείς – Εγώ, είναι ο όρος Κολεκτιβισμός και ο όρος Ατομοκεντρισμός. Το νόημά τους είμαστε σε θέση να το καταλάβουμε, επειδή ζούμε στο εσωτερικό της πόλωσής τους.
Την τρίτη όμως οντολογική θέση, είναι αδύνατο να την καταλάβουμε με τον ίδιο τρόπο, επειδή ο πολιτισμός της έχει καταστραφεί προ πολλού. Για την τρέχουσα γεννά συνελλήνων είναι απλώς αδιανόητη. Μόνο μέσω του τι είναι η κολεκτιβιστική και η ατομοκεντρική κοινωνικότητα μπορούμε να φτάσουμε σε κάποια κατανόηση του επιπέδου Γ’. Κι αυτό μόνο θεωρητικά.
Το κλειδί μας το δίνουν δύο καίριοι ορισμοί του Αριστοτέλη: Ότι «ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό». Και ότι «άνθρωπος μόνος ή θηρίο ή θεός». Δεν είναι  τυχαίο, λέει η κ. Μαγγιώρου, ότι οι Γερμανοί μετέφρασαν τον πρώτο ορισμό, ως «ζώο κοινωνικό». Εξίσωσαν δηλαδή το «πολιτικό» με το «κοινωνικό». Έτσι όμως μηδένισαν αυτό που για τους Έλληνες ήταν η οντολογική διαφορά της ανθρώπινης από τη ζωική κοινωνικότητα. Ενέπεσαν έτσι -οι μεταφραστές και τάχα «κληρονόμοι» του ελληνικού πολιτισμού- στον δεύτερο ορισμό του Αριστοτέλη: για το Άτομο, ως «θηρίο», που νομίζει ότι είναι αυθύπαρκτο ον, δηλαδή «θεός». 
Και οι δύο ορισμοί του Αριστοτέλη, διευκρινίζει η κ. Μαγγιώρου, συνδέονται με την ελληνική ταύτιση ηθικής, πολιτικής και φρόνησης. Ταύτιση, που είναι αδιανόητη, όχι μόνο για τα «πλήρη ελευθερίας βουλήσεως – φιλελεύθερα» άτομα του επιπέδου Β’, αλλά και για τα «απαθή – δουλοπρεπή» άτομα του επιπέδου Α’, επειδή τα μεν στερούνται «ορθής ορέξεως», τα δε «ορθού λόγου». Πράγμα που συνεπάγεται, ότι στους μεν Λατίνους κυριαρχεί ο διπλός καταναγκασμός φύσης-εξουσίας, άρα ο Θεός-Νόμος, στους δε Γερμανούς κυριαρχεί το «θηρίο εντός τους» (λόγω «κοινής με τα ζώα αίσθησης» και «ανόητης ορέξεως, που καταστρέφει και τους καλύτερους»).
Το τραγικό είναι, ότι ο –ήδη καθιερωμένος- μηδενισμός της οντολογικής διαφοράς μεταξύ της ανθρώπινης και ζωικής κοινωνικότητας, αναδεικνύει ως πρότυπο για την ανθρώπινη κοινωνικότητα, τις φωλιές των τερμιτών. Σκεφθείτε πόσο ασύλληπτα υψηλή είναι εκεί η αντικειμενοποιημένη σε «κοινωνικό σύστημα» νοημοσύνη, ώστε το «σύστημα να λειτουργεί από μόνο του». Δίχως να έχει ανάγκη τη σκέψη, την επινοητικότητα και την πρωτοβουλία εκάστου ατόμου – τερμίτη. Συγκρίνετέ το κατόπι με την αυτονομημένη ανάπτυξη της Τεχνόσφαιρας και την υποκατάσταση της κοινωνικότητας από τους απρόσωπους μηχανισμούς της.
Οι οντολογικές επιλογές Α’ και Β’, βρίσκονται στους αντίποδες η μια της άλλης. Η μία βλέπει σκέτο το κοινωνικό Όλον (χωρίς άτομα) και η άλλη σκέτα τα άτομα (τυφλή για το Όλον).  Αλλά, ας μη νομιστεί, πως επειδή το «Εν» κηρύσσει ανύπαρκτα τα «Πολλά», ή επειδή τα «Πολλά» κηρύσσουν ανύπαρκτο το «Εν», αυτά παύουν να «υπάρχουν» στον πολιτισμό τους. Απλώς καταδικάζονται να υπάρχουν κατά τον απρόσωπο – μη ανθρώπινο τρόπο – αυτόν της αυτονομημένης ζωικής κοινωνικότητας. Παράδειγμα είναι η έκβαση της πάλης του γερμανικού Εμείς για την καθυπόταξη των σημασιών του λατινικού Εμείς. Την αποδίδει τέλεια η γνωστή φράση του Νίτσε, «ο θεός πέθανε». Που λέει στην ουσία, ότι η «θεϊκή» αυτοκατανόηση του λατινικού Εμείς, μεταγγίστηκε με πλήρη επιτυχία, από το σώμα της δεσποτικής ιεραρχίας του, στο γερμανικό Εμείς, ως αυτοθεοποίηση του Εγώ. Με αποτέλεσμα, η δομή του γερμανογενούς Εμείς να εργαλειοποιηθεί πλήρως και να γίνει το αυτονομημένο και σαφώς ανεξέλεγκτο Τεχνοσύστημα, που ήδη γνωρίζουμε. Η ολοκλήρωση του επιπέδου ύπαρξης Β’, οδήγησε τελικά στο επίπεδο ύπαρξης Α’, με άλλη μορφή.
Στον ελληνικό πολιτισμό, επισημαίνει η κ. Μαγγιώρου, η θεμελίωση των σημασιών στον Κοινό Λόγο ανθρώπου – κόσμου, γεννά την αγάπη για έξοδο από την κοινή βιολογική ορθολογικότητα ανθρώπου – ζώου. Γεννά δηλαδή την αγάπη για την Πόλιν, όπου το «ευ ζην» επιτελεί την ασύγχυτη και αδιαίρετη ενότητα του Εμείς και του Εγώ, χωρίς να υποβιβάζει ούτε το ένα ούτε το άλλο, επιτυγχάνοντας τη ρήξη με το ζωολογικώς ζην. Πρόκειται για το «επίπεδο – τρόπο ύπαρξης του Εμείς», που ο Καστοριάδης ονομάζει «θεσμίζον κοινωνικό φαντασιακό» και το προσεγγίζει μέσω της ιδιάζουσας στον άνθρωπο ενέργειας του «δημιουργείν». Όπου «δημιουργία» σημαίνει ακριβώς «έργο για τον Δήμο». Συλλογική αυτοδημιουργία. Εδώ το ζωολογικό ζην (το ρυθμιζόμενο από τα «βασικά ένστικτα», σεξ, πείνα και φόβο), μετουσιώνεται σε πολιτικό βίο. Το δε ψυχοκοινωνικό πρόσκτημα της οντολογικής μετουσίωσης, αντιστοιχεί στο «είναι του κόσμου». Στον «τρόπο της του παντός διοικήσεως». Όπου σύμφωνα με τον Εμπεδοκλή, απ’ τα Πολλά το Ένα κι από το Ένα τα Πολλά. Δίχως το «πολιτικό» αυτό οντολογικό πρόσκτημα, ο άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος, κατά την οντολογία του επιπέδου Γ’. Γι’ αυτό στο επίπεδο της Πόλεως ο άνθρωπος αποτελεί «πρόταγμα».
Ο ουσιαστικός προσδιορισμός της ανθρωποποιητικής αυτής οντολογίας, επειδή υπερβαίνει την πόλωση των άλλων δύο, δημιουργώντας ένα τρίτο επίπεδο τρόπου ύπαρξης, μπορεί να αποδοθεί από τον συσχετιστικό όρο «Τριαδική οντολογία».  Που είναι πράγματι Οντολογία, με την αρχαία σημασία της λέξης. Έχουμε έτσι την καίριας ευθυβολίας διατύπωση: «Δύο μεταφυσικές και μια οντολογία»!
γ) Το οντολογικό μηδέν
Η εμπειρία μας από τον μοντερνισμό παλιότερα και από τον μεταμοντερνισμό πρόσφατα, μας αποκάλυψε την πραγματικότητα του οντολογικού μηδενισμού. Μια κατάσταση «κενού», όπου το Εμείς και το Εγώ «αποσυντίθενται». Το οντολογικό μηδέν είναι το μεσοδιάστημα εκείνο, όπου οι άνθρωποι εγκαταλείπουν το οικείο οντολογικό επίπεδο και ένα από τα άλλα δύο δύναται να τους υποδεχθεί. Υπ’ αυτή την έννοια ο «οντολογικός» μηδενισμός είναι η «χωματερή» των πολιτισμών και συγχρόνως η πιθανή «δίοδος» του ανθρώπου προς έναν άλλο πολιτισμό. Το βιβλίο αναφέρεται ειδικά στον μηδενισμό,ως πολιτική στρατηγική. Αναφέρεται δηλαδή στην πολιτικά προγραμματισμένη «εξάρθρωση του Εμείς». Στη συστηματική «αποδόμηση της συλλογικής ταυτότητας». Η οποία παρατηρείται σήμερα με τρόπο που συνέβαινε και σε άλλες κρίσιμες περιόδους της δυτικής ιστορίας. Ως συγκεκριμένες επιθέσεις, που στοχεύουν στην κατάρρευση του ηγεμονεύοντος πολιτισμού, καθώς επίσης και ως ανέγερση συγκεκριμένων φραγμών μπρος στην πιθανότητα ελεύθερης «διόδου». Το βιβλίο επισημαίνει ακόμα, ότι πέραν του τι συμβαίνει στην ιστορική διαχρονία, στην ίδια εποχή, εντός του ίδιου πολιτισμού, συμβαίνει να ποικίλλει ο βαθμός κοινωνικοποίησης των ατόμων, μέχρι το σημείο της «μη απορρόφησης του ατόμου» από την κοινωνία του. Τόσο σε ατομικό επίπεδο, όσο και σε συλλογικό επίπεδο, λόγω αποτυχημένης κοινωνικής οργάνωσης. (Στη σημερινή Ελλάδα ισχύουν προφανώς -στο έπακρο- και τα δύο!)
2. Το οντολογικό ιστορικό της Νεωτερικότητας
Η τρίσημη οντολογική θεώρηση διαυγάζει τη δομή του πολιτισμικού πεδίου, αλλά πρέπει να «τεθεί σε κίνηση» εντός του «χώρου των δυνατών καταστάσεων», προκειμένου να διαυγαστεί το νόημα του πολιτισμικού γίγνεσθαι, ως αυτοδημιουργίας του Εμείς και του Εγώ.
Το βιβλίο μιλά, εν εκτάσει, για το πώς προέκυψε η κυρίαρχη οντολογική επιλογή της σύγχρονης Δύσης, ως υποταγή της λατινικής στη γερμανική, με παράλληλο συστηματικό αποκλεισμό της ελληνικής οντολογικής επιλογής (: «ContraErroresGraecorum»). 
Μερικά βασικά σημεία της πορείας αυτής είναι τα ακόλουθα.
Κατ’ αρχάς, τον 4ο π.Χ. αιώνα, έχουμε την πρώτη καθαίρεση της ελληνικής οντολογίας Γ’ από το ηγεμονικό βάθρο. Το βιβλίο την αποδίδει στην επέλαση της ατομικιστικής – σχετικιστικής ιδεολογίας των σοφιστών. Ακολουθεί δεύτερη πτώση / επίθεση εναντίον της, κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας. Αποδίδεται δε στην κυριαρχία του στωικισμού. (Είναι ψέμα ότι ο στωικισμός, η κυρίαρχη ιδεολογία της αυτοκρατορικής Ρώμης, ήταν «ελληνική» φιλοσοφία.)
Έχουμε λοιπόν στον αρχαιο-ελληνικό χώρο, αλλά με οικουμενικές συνέπειες, δύο πτώσεις κυρίαρχου οντολογικού επιπέδου: από το επίπεδο Γ’, στο επίπεδο Β’ και στο επίπεδο Α’. Είναι σημαντικό να προσέξουμε, ότι την άμυνα έναντι της πρώτης, τη διεξήγαγε ο Πλάτων κι ο Αριστοτέλης, ενώ την άμυνα έναντι της δεύτερης ο Επίκουρος.
Τον 3ο με 4ο αιώνα μ.Χ. τη σκυτάλη της υπεράσπισης του επιπέδου Γ’, την παρέλαβαν (από τους επικούρειους!) οι Έλληνες Πατέρες της Ορθοδοξίας. Μέσω της Ορθοδοξίας, ο Ελληνισμός θα ανακτήσει, ως ηγεμονικό για τον εαυτό του, το επίπεδο Γ’, λέει η κ. Μαγγιώρου. Οι ελληνικές σημασίες, αφού άντεξαν, μπήκαν στο απυρόβλητο, έναντι της κακόβουλης αμφισβήτησης, με την εδραίωση της νέας ηγεμονίας τους, ως χριστιανικά ορθές σημασίες. Εδώ η συγγραφέας πηγαίνει πέρα από τον Καστοριάδη, για τον οποίο το Βυζάντιο ήταν κόκκινο πανί. Κρατώντας σταθερά τον οντολογικό μίτο φτάνει ουσιαστικά στην ίδια θέση, που είχε φτάσει –από άλλη διαδρομή- ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος τον 19ο αιώνα, διαπιστώνοντας την «αρχαία συμμαχία» Ελληνισμού και Χριστιανισμού εναντίον του «ασύνθετου ελληνισμού».
Όταν, τέλος, μαζί με τις Σταυροφορίες (του γερμανο-παπικού «πραγματισμού-τυχοδιωκτισμού»), θα εισαχθεί στο Βυζάντιο ο θωμιστικός σχολαστικισμός, απειλώντας τον ελληνικό πολιτισμό με γερμανο-λατινική αυτή τη φορά οντολογική αποδόμηση, είδαμε τη θέση της αινιγματικής επικούρειας «φιλοσοφικής ενέργειας», να την καταλαμβάνει η «άκτιστη ενέργεια» του Τριαδικού Θεού, αναλαμβάνοντας την υπεράσπιση του επιπέδου – τρόπου ύπαρξης Γ’. Ο Ακινάτης θα ηττηθεί από τον Γρηγόριο Παλαμά.
Αξίζει να υπογραμμιστεί, ως συμπερασματικό συμφραζόμενο –προκλητικό για τους ένθεν κακείθεν-, ότι κατά τη μετάβαση από τον προχριστιανικό στον χριστιανικό ελληνικό πολιτισμό, έχουμε οντολογική αποκατάσταση της ηγεμονίας των κεντρικών σημασιών του ελληνικού πολιτισμού. Αυτό δηλαδή που συνεισφέρει στους Έλληνες ο χριστιανισμός στο επίπεδο των κεντρικών σημασιών, δεν είναι, σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, μια «νέα οντολογία», αλλά  το γεγονός, ότι οι Έλληνες Πατέρες προσέλαβαν τον χριστιανισμό σύμφωνα με τις ελληνικές οντολογικές τους προσλαμβάνουσες, ενσαρκώνοντάς τον ως Ορθοδοξία. Όπως ακριβώς θα έκανε ο Αυγουστίνος στον λατινικό χώρο, προσλαμβάνοντας τον χριστιανισμό σύμφωνα με τη λατινική κολεκτιβιστική οντολογία, για να τον κάνει Ουνιβερσαλισμό – Καθολικισμό. Νομιμοποιώντας συνάμα, τη μεταμόρφωση του Επισκόπου Ρώμης σε πολιτικο-θρησκευτικό «Μεγάλο Ποντίφηκα». Ομοίως και οι αντίστοιχοι Γερμανοί, θα προσλάβουν τον χριστιανισμό σύμφωνα με τη δική τους ατομικιστική οντολογία, ως αρειανισμό αρχικά και προτεσταντισμό μετά. Στη συνέχεια δε, χάρη στην ακραία «πραγματιστική μετάλλαξη» του βρετανικού Εμείς, λόγω των «τυχοδιωκτών» Νορμανδών κατακτητών του, θα τον κάνουν καπιταλισμό. Που είναι, όπως θα μας πει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν,«παράσιτο» στο σώμα του δυτικού χριστιανισμού. «Καθαρή λατρεία» του Μαμωνά.
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στις συγκρούσεις των οντολογικών «τεκτονικών πλακών».
Κάτω από τη ρωμαϊκή κατάκτηση ο ελληνικός πολιτισμός απειλήθηκε με οντολογική υποστροφή στο επίπεδο Α’. (Τα περί «ελληνικού εκπολιτισμού των ρωμαίων» είναι από τα μεγαλύτερα ψέματα της ιστορίας.) Με το γερμανικό κύμα του 5ου αιώνα,, αποσπάστηκε από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το δυτικό της τμήμα με δύο συνέπειες: α) Δημιουργήθηκε στην Εσπερία ο ρωμανικός πολιτισμός, βασισμένος στον πολιτιστικό «εκρωμαϊσμό» των κατακτητών και στη δημιουργία του φεουδαρχικού συστήματος (: γερμανική ιδιωτική δεσποτεία, έναντι της λατινικής κρατικής δεσποτείας). Η λατινική οντολογία ψευτο-υπέταξε τη γερμανική. β) Εξασθένισε η λατινική πίεση πάνω στην ελληνική Ανατολή και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία τέθηκε εκεί υπό ελληνική οντολογική ηγεμονία.
Ακολουθεί το  αραβο-ισλαμικό κύμα του 7ου  αιώνα, οντολογικού επιπέδου Α’. Κατακλύζοντας την ελληνιστική περίμετρο ανέπτυξε μια μόνιμη ισχυρότατη πίεση από την Ανατολή και τον Νότο, παράλληλη της γερμανικής από τη Δύση.
Μετά το δεύτερο μεγάλο γερμανικό (νορμανδικό) κύμα του 8ου-10ουαιώνα, η ατομοκεντρική οντολογία καθίσταται οριστικά κυρίαρχη στην Εσπερία. Ο γοτθικός πολιτισμός αντικαθιστά τον ρωμανικό. Καθολικά, σε βάθος πλέον, γερμανοκρατούμενη η Εσπερία, αντιμετωπίζει ως οντολογικό εχθρό τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Την ονομάζει «Βυζάντιο», παρουσιάζοντάς την πρώτα ως «γραικική» – μη ρωμαϊκή και στη συνέχεια ως «σχισματική» – «αιρετική».
Τον 11ο αιώνα, εισβάλουν οι Τούρκοι. Το λεηλατικό τουρκομανικό τζιχάντ από την Ανατολή και το λεηλατικό επίσης σταυροφορικό γερμανικό τζιχάντ από τη Δύση, θα θέσουν τον ελληνικό πολιτισμό μεταξύ σφύρας και άκμωνος, καθορίζοντας την έξοδό του από τη μεγάλη ιστορική κλίμακα. (Ας σημειωθεί όμως, ότι εκμεταλλεύτηκαν την κρατική κατάρρευση, που ακολούθησε τον θάνατο του Βασιλείου Β’, όταν η εξουσία πέρασε στα χέρια εκπροσώπων του νεοσυβαριτισμού – μηδενισμού, ή της λεγόμενης «ελληνικής αναγέννησης», που είχε καταστεί κυρίαρχη στην Κων/πολη. Με το πρόσχημα της «απουσίας εξωτερικού εχθρού», οι άνθρωποι αυτοί προχώρησαν στη διάλυση του στρατού των Θεμάτων, προκειμένου να αφαιρέσουν από τους αντιπάλους τους, περιφερειακούς στρατηγούς, την ισχύ που τους παρείχε ο έλεγχος του στρατού.)
Η ενσάρκωση της ελληνικής οντολογίας θα περιοριστεί έκτοτε στο εσωτερικό των ελληνικών συσσωματώσεων της Τουρκοκρατίας. Αλλά ό,τι θα διασωθεί στα ελληνικά Κοινά θα καταστραφεί μαζί τους, εκ μέρους του γερμανόδμητου αθηναϊκού κράτους – βασάλου, που ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του το 1833, στα ερείπια της Επανάστασης του 1821.
3. Ολοκλήρωση και Παλινωδία  
Η γερμανική οντολογία κατέστη κυρίαρχη στη Δύση, εξαφανίζοντας την ελληνική και καθυποτάσσοντας τη λατινική. Ο λόγος, που δεν μπόρεσε να εξαφανίσει και τη λατινική, είναι η δική της ένδεια κοινωνικών σημασιών.
Η μόνη ιδέα συλλογικής οντότητας, που μπόρεσε να προσεγγίσει το ηπειρωτικό γερμανικό πνεύμα, έχοντας ως επαχθή εμπειρία τον ουνιβερσαλισμό της Ρώμης, σημειώνει η κ. Μαγγιώρου, είναι ο ιδεαλιστικός ουνιβερσαλισμός της «ανθρωπότητας» γενικά, του «ανθρωπίνου είδους», ως αφηρημένης «οντότητας». Εμβληματική επεξεργασία του είναι ο καντιανός ιδεαλισμός. Επειδή όμως ο γερμανικός ιδεαλισμός είναι ανίκανος να συστήσει συλλογικότητα αξιόλογης κλίμακας, το κενό συμπληρωνόταν με την προσφυγή στον γερμανικό επίσης τυχοδιωκτικό πραγματισμό. Ώσπου η μετάλλαξη, που προκάλεσαν οι «υβριδικές» γερμανο-λατινικές σημασίες, που μετέφεραν στη Βρετανία οι Νορμανδοί τυχοδιώκτες κατακτητές της, το πρόβλημα λύθηκε εκεί με την πυροδότηση της καπιταλιστικής Νεωτερικότητας. Το αγγλοσαξωνικό «πνεύμα» ήρθε σε ρήξη με τον ηπειρωτικό ιδεαλισμό και τους «ρομαντισμούς» του. Χωρίς όμως να «προδώσει» το γερμανικό οντολογικό αρχέτυπο.
Το θέμα ήταν, λοιπόν, πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το λατινικό οργανωτικό πρότυπο, χωρίς τη λατινική οντολογική ουσία του.
Το πρόβλημα αυτό το έλυσε ο Χομπς με τον απρόσωπο κρατικό του Λεβιάθαν. Και συμπληρωματικά ο Λοκ με τη φιλελεύθερη εξιδανίκευσή του. Ο Χομπς είχε την ευφυία, λέει η κ. Μαγγιώρου, να λανσάρει το κρατικό τέρας του σαν τέρας ορθολογικότητας. Σαν απρόσωπο – αμερόληπτο διαχειριστή της εκχωρημένης σ’ αυτό ελευθερίας των ατομικών λύκων (αφού homohominilupus), που βέβαια δεν παύουν να είναι «λύκοι», άτομα «μάλλον ελεύθερα». Με τον τρόπο αυτό η γερμανική αλλεργία έναντι του λατινικού «δημοσίου», υπερκεράστηκε και το ατομοκεντρικό Εμείς πήρε τη μορφή της ισορροπίας τριών αυτόνομων σφαιρών: μιας «δημόσιας» (της χομπσιανής) και δύο ιδιωτικών, της οικιακής και της οικονομικής. Η δεύτερη θα καθαγιαστεί, ως το περιβόητο «ιερό άδυτο» της ιδιωτικής ελευθερίας. Ενώ η τρίτη, η «Ελεύθερη Αγορά», θα προικιστεί από τον Άνταμ Σμιθ, με τη στωικής εμπνεύσεως Πρόνοια της «αοράτου χειρός». Η οποία έρχεται και διορθώνει διακριτικά τις όποιες ανισορροπίες είναι δυνατόν να παραγάγει ο ελεύθερος ανταγωνισμός. Με το «φιλελεύθερο» αυτό τρισφαιρικό κοινωνιούργημα, το αγγλοσαξωνικό γερμανικό φαντασιακό πέτυχε να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Να έχει, και την οντολογική πίτα ακέρια και τον καπιταλιστικό σκύλο ελεύθερο και χορτάτο.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι στη μεγάλη κρίση της Μοντέρνας φάσης του «τρισφαιρικού» Εμείς, η σοσιαλιστική και η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία, εκφράζοντας την ηπειρωτική γερμανική αντίσταση στο αγγλοσαξωνικό αυτό εφεύρημα, θα αποτελέσουν καθαρή υποστροφή σε δύο ανταγωνιστικούς μεν, αλλά καθαρώς λατινικού τύπου ουνιβερσαλισμούς. Ενυπόστατους, του μεν σοσιαλισμού στο θεϊκό πρόσωπο του Μεγάλου Πατερούλη της προσωρινά αναβεβλημένης παγκόσμιας επανάστασης. Του δε εθνικοσοσιαλισμού, στο επίσης θεϊκό πρόσωπο του τευτονικού πολέμαρχου Φύρερ, ενός παγκόσμιουεπίσης και χιλιόχρονου συνάμα, γερμανικού Ραϊχ.
Αλλά ας γυρίσουμε και πάλι πίσω. Με το «παρανοϊκό» σχήμα των «τριών σφαιρών», η γερμανική οντολογία έδωσε, στην εποχή του «Διαφωτισμού» και των αστικών επαναστάσεων, συγκεκριμένη λογική δομή στα βεστφαλιανά εθνοκράτη. Που κανείς δεν τα επιδίωξε, αφού δεν αντιπροσώπευαν παρά τα ράκη του παπικού Ουνιβερσαλισμού. Όλοι όμως αναγκάστηκαν εκ των πραγμάτων να τα αποδεχτούν, προκειμένου να αποφύγουν την ολοκληρωτική αλληλοεξόντωση. Θυμίζω ότι η Συνθήκη της Βεστφαλίας (1648) τερματίζει συναινετικά τον φοβερό Τριακονταετή Πόλεμο, ο οποίος ήταν συνέχεια ενός άλλου Εκατονταετή… Οι νεοπαγείς εθνοκρατικοί μικρο-ουνιβερσαλισμοί, δεν θα είναι μόνο εστίες ληστρικής αποικιακής επέκτασης και καταστροφής πανάρχαιων πολιτισμών, εξασφαλίζοντας συνάμα, διά του σύμφυτου στον οντολογικό χαρακτήρα τους ιμπεριαλισμού, την απαραίτητη ενδο-εθνική συναίνεση. Λειτούργησαν, επιπλέον, σαν θερμοκοιτίδες του κατοπινού Τεχνοσυστήματος, ως αντικειμενοποιημένης καπιταλιστικής ισχύος, με φορέα ακριβώς, την εντός της τρίτης σφαίρας «φιλελεύθερη» νεοφεουδαλική εταιρική δεσποτεία. Τα εταιρικά όμως θηρία, που θα κυοφορήσει η θαλπωρή του βεστφαλιανού εθνοκρατικού κελύφους, αργά ή γρήγορα, θα αφυκτιούσαν εντός του. Δεν θα αργούσε η στιγμή, που μια υπερκρατική ολιγαρχία θα αναδυόταν από τους κόλπους του, και θα προέκυπτε η ανάγκη, ενός νέου Ουνιβερσαλισμού. Καλωσορίσαμε έτσι την υπερατλαντική ιδεολογία της πολιτικής παγκοσμιοποίησης, που αίτημά της έχει σαφώς την «παγκόσμια διακυβέρνηση». Μόνο που της λείπει η αναγκαία υποστατική έδραση σε μια Ιερή Καθέδρα.
Ο υπερατλαντικός Ουνιβερσαλισμός, προωθεί αποφασιστικά την καταστροφή του νεωτερικού εθνοκρατικού συστήματος (των «τριών σφαιρών»). Συγκλίνει μάλιστα με τον ευρωγερμανικό «νεομεσαιωνισμό», ο οποίος ασμένως αποδέχεται το «ξεπέρασμα» του βεστφαλιανού μοντέλου. Αυτός φαντασιώνεται, σαν «αληθινή δημοκρατία», την κατάργηση των συνόρων και την καταστροφή του χομπσιανού «δημοσίου», για να μπουν στη θέση του τα υπερεθνικά δίκτυα και να είναι όλα εντελώς ιδιωτικά, αφού έτσι κι αλλιώς, υπάρχουν μόνο άτομα. Άτομα, επικουρούμενα από  μορφές ψευδο-συλλογικές μόνο, δηλαδή «ακίνδυνες», για την οντολογική ατομικότητα των ατόμων. Τέτοιες μορφές είναι οι Εταιρίες, οι ελεγχόμενοι από τον ιδιωτικό «τομέα» Διεθνείς Οργανισμοί οι ΜΚΟ κ.τ.τ.ό. Και γιατί όχι, τύπου Κομισιόν νομοκανονιστικές γραφειοκρατίες. Απαλλαγμένες, δηλαδή, από τα «βαρίδια» της εκ των κάτω «αντιλειτουργικής» νομιμοποίησης. Χομπσιανό «φύλο συκής», ως «αμερόληπτου διαιτητή» στον ανταγωνισμό ανάμεσα στους εταιρικούς λομπίστες της υπερεθνικής «κοινωνίας πολιτών», δηλαδή της νεομεσαιωνικής societascivilis.
Το «νόστιμο», όπως θα έλεγε κι ο Κονδύλης, και το δείχνει καλά το βιβλίο της κ. Μαγγιώρου, είναι ότι όλα τα ιδεολογικά ρεύματα του πολιτικού χάρτη της Δύσης, από τα πιο ακραία δεξιά, μέχρι τα πιο ακραία αριστερά, συντάσσονται με την υπερκείμενη διάταξη των δύο στρατηγικά συγκλινόντων πτερύγων της «πολιτικής παγκοσμιοποίησης». Όσο πιο κόκκινος μάλιστα και όσο πιο πράσινος είναι ο σχετικός αριστερισμός, τόσο πιο αγαπητός είναι στον υπερατλαντικό ηγεμόνα. Είναι βασιλικότεροι του βασιλέα σε αντεθνικό ουνιβερσαλισμό. Περιλαμβάνονται φυσικά και τα ουνιβερσαλιστικά απολιθώματα της ορθόδοξης αριστεράς και της ναζιστικής ακροδεξιάς. Έχουμε πάνω σε όλα αυτά, ένα από τα πιο απολαυστικά -για κάθε πικραμένο-, αλλά και διδακτικά κεφάλαια του βιβλίου. Που αν μη τι άλλο, δείχνουν την ισχυρή ευρετική δύναμη της οντολογικής μεθόδου πολιτικής ανάλυσης. Δεν μας παίρνει ο χώρος για παράθεση αποσπασμάτων. Το πανόραμα του χαρακτήρα των πολιτικών ρευμάτων, στοιχειοθετείται μεθοδικά στο βιβλίο και μας δείχνει πόσο έχει κυριαρχήσει η τάση της υποστροφής στις μεσαιωνικές ιδεολογικές απαρχές του νεωτερικού πολιτισμού: νεο-ουνιβερσαλισμός, νεο-μεσαιωνισμός, νεο-στωικισμός, νεο-μακιαβελισμός, κλπ.
Τελικά, από τον οντολογικό ατομοκεντρισμό του βεστφαλιανού Εμείς, η Νεωτερικότητα αφού βυθίστηκε στον ατομοδιαλυτικό μεταμοντέρνο μηδενισμό, κατολισθαίνει πλέον ακάθεκτη σε ένα καθεστώς παγκόσμιας τεχνοσυστημικής Δουλοπαροικίας. Μπροστά του το καθεστώς, που περιγράφει ο Όργουελ στο «1984», μοιάζει παιδική χαρά. Ο Θεός να βάλει το χέρι του.
1/12/16
 Θεόδωρος Ι. Ζιάκας 
ΠΗΓΗ: