El Erian για Ελλάδα: Σωστά τα λέει το ΔΝΤ

Έτσι ΑΚΡΙΒΩΣ!




Όταν το διοικητικό συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου συνεδρίασε τη Δευτέρα για να συζητήσει το θέμα της Ελλάδας, αναθαρρήσαμε διαβάζοντας πως "τα περισσότερα εκτελεστικά μέλη", συμφώνησαν με τους εμπειρογνώμονες του Ταμείου ότι το χρέος της χώρας, ίσο με το 179% του ΑΕΠ στα τέλη του 2015, δεν είναι "βιώσιμο". Ωστόσο, "ορισμένα μέλη είχαν διαφορετική άποψη για το δημοσιονομικό μονοπάτι και τη βιωσιμότητα του χρέους". Διχογνωμία εντός του συμβουλίου υπήρξε επίσης και για το τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα με τον προϋπολογισμό της. Με το μεσοπρόθεσμο πρωτογενές πλεόνασμα να οδεύει προς το 1,5% του ΑΕΠ, "τα περισσότερα μέλη του δ.σ. συμφώνησαν ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται προς το παρόν περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή". Αλλά και πάλι, "ορισμένα μέλη τάχθηκαν υπέρ ενός πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ έως το 2018".

Παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των μελών του διοικητικού συμβουλίου συναινεί στην άποψη των εμπειρογνωμώνων ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται να σφίξει περισσότερο το "ζωνάρι" του προϋπολογισμού της αλλά έχει ανάγκη από ελάφρυνση χρέους, το ΔΝΤ παραμένει ανίκανο να δώσει τέλος σε ένα αδιέξοδο που βλάπτει τη χώρα, υπονομεύει την ακεραιότητα της Ευρωζώνης και σε ένα βαθμό θέτει σε κίνδυνο την οικονομική θέση του ίδιου του Ταμείου. Στην προσπάθεια να κατανοήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό, πέφτουμε πάνω σε μία ξεπερασμένη διακυβέρνηση που εξακολουθεί να υποβαθμίζει την καλή λειτουργία του ΔΝΤ, να πλήττει το παγκόσμιο κύρος του και αποδυναμώνει την αποτελεσματικότητά του.

Όντας αντιμέτωπη με ένα οξύ πρόβλημα χρέους, η Ελλάδα άρχισε να εφαρμόζει ένα τεράστιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής που διόρθωσε τη δημοσιονομική ανισορροπία, όπως μετράται από το πρωτογενές ισοζύγιο, μετατρέποντας ένα έλλειμμα 15% το 2009 σε μικρό πλεόνασμα πέρυσι –μια από τις μεγαλύτερες δημοσιονομικές προσαρμογές στην ιστορία των προγραμμάτων του ΔΝΤ. Ωστόσο, λόγω της δραματικής κατάρρευσης της οικονομικής παραγωγής, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ συνέχισε να "καλπάζει" στη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Η κρίση χρέους και η "εντυπωσιακή" –κατά το ίδιο το ΔΝΤ- δημοσιονομική προσαρμογή που ακολούθησε, είχε μεγάλο κόστος για τους Έλληνες πολίτες. Από 7,8% το 2008, κοντά στο μέσο όρο της ευρωζώνης του 7,4% τότε, το ποσοστό ανεργίας της Ελλάδας αυξήθηκε στο 27% το 2013, υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της Ευρωζώνης στο σύνολό της. Στη συνέχεια βελτιώθηκε αλλά μόνο οριακά, διαμορφούμενο στο περίπου 23% στα τέλη του 2016. Εν τω μεταξύ, το ποσοστό της φτώχειας ανέρχεται στο ανησυχητικό 35,7%.

Η ανεργία των νέων είναι ακόμη πιο ανησυχητική: Στο απόγειό της έφτασε σχεδόν στο 60%, ενώ και σήμερα παραμένει στο 46%. Πολλοί από τους νέους που στερούνται επικερδούς απασχόλησης για παρατεταμένες περιόδους, κινδυνεύουν, από άνεργοι, να μετατραπούν σε ανίκανους για εργασία, εγείροντας τον κίνδυνο μιας χαμένης γενιάς με συνέπειες που θα επεκταθούν και σε μελλοντικές γενιές.

Αυτό που έλειπε από την Ελλάδα και εξακολουθεί να λείπει, είναι μια υψηλή και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Ένας παράγοντας που συνέβαλε σε αυτό είναι η καθυστέρηση στην εφαρμογή φιλοαναπτυξιακών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αλλά αυτό μόνο ένα μέρος της εξήγησης.

Καθ 'όλη τη διάρκεια της περιόδου, η Ελλάδα μοχθούσε υπό το συντριπτικό βάρος του χρέους, οι συνέπειες του οποίου υπερβαίνουν κατά πολύ την εκτροπή των πόρων για την εξυπηρέτηση του χρέους. Το επακόλουθο "υπερβολικό χρέος" αποθαρρύνει την έλευση νέων κεφαλαίων, στερώντας το φρέσκο οξυγόνο που τόσο απεγνωσμένα χρειάζεται η ελληνική οικονομία. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί από μια αλλαγή στη σύνθεση των υποχρεώσεων της Ελλάδας που συρρικνώνει το εύρος των παρεμβάσεων στο χρέος –πρόκειται για τη στροφή μακριά από τους ιδιώτες πιστωτές προς το επίσημο χρέος των πιστωτών υψηλής εξασφάλισης.

Μερικοί από εμάς προειδοποίησαν από πολύ νωρίς για την υπέρμετρη επιβάρυνση του χρέους, όταν η Ελλάδα ξεκινούσε το πρόγραμμα προσαρμογής. Και έγιναν κάποια βήματα για τη μείωση της επιβάρυνσης, συμπεριλαμβανομένου ενός κουρέματος των οφειλών προς τους ιδιώτες πιστωτές και της εξασφάλισης καλύτερης διάρκειας ωρίμανσης και επιτοκίων επί του χρέους που οφείλει η χώρα προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ωστόσο, εξαιτίας της αμετακίνητης θέσης των Ευρωπαίων πιστωτών, η Ελλάδα δεν κατάφερε να επιτύχει την απαιτούμενη μείωση κρίσιμης μάζας χρέους.

Αναγνωρίζοντας τις σημαντικές αντιξοότητες στην ανάπτυξη, η ομάδα εργασίας του ΔΝΤ –δικαίως- διατυπώνει όλο και πιο ηχηρά το αίτημα για ελάφρυνση του χρέους από τους Ευρωπαίους εταίρους. Αυτό που ξεκίνησε ως ιδιωτική υπεράσπιση έχει, κατά τα τελευταία δύο χρόνια, διαχυθεί στο δημόσιο τομέα. Και τους τελευταίους μήνες, οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ έχουν δυναμώσει τη φωνή τους, μεταξύ άλλων μέσω καταχωρίσεων σε blog. Η αξιολόγησή τους είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς οι κατευθυντήριες γραμμές του ΔΝΤ απαγορεύουν στο Ταμείο να δανείζει όταν κρίνεται ότι η μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους δεν είναι εφικτή.

Η πολιτική που προτείνουν οι εμπειρογνώμονες του Ταμείου για τον προϋπολογισμό και το χρέος ενισχύεται από την έμμεση αναγνώριση από το διοικητικό συμβούλιο μιας σειράς εσφαλμένων εκτιμήσεων κατά την ανάλυση της ελληνικής περίπτωσης. Ως αποτέλεσμα, κατά τη συνάντησή τους τη Δευτέρα, "τα μέλη του Συμβουλίου τόνισαν τη σημασία να υιοθετηθούν ρεαλιστικές προβλέψεις και στόχοι, να εξασφαλιστεί επαρκής χρηματοδότηση και να ελαφρύνει το χρέος με δημοσιονομική προσαρμογή που θα επιτευχθεί με την εφαρμογή μέτρων υψηλής ποιότητας με ρυθμό που θα ευθυγραμμίζεται με την ικανότητα εφαρμογής της χώρας αλλά και με μία καλή αλληλουχία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα στηρίζονται στην ισχυρή ιδιοκτησία του προγράμματος και σε ήπιους όρους". Στην τεχνική γλώσσα του Ταμείου, αυτό μεταφράζεται επί της ουσίας σε… mea culpa.

Σε έναν οικονομικά ορθολογικό κόσμο, μια τέτοια πολύπλευρη αξιολόγηση που υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των 189 μελών του ΔΝΤ, θα έπρεπε να είναι επαρκής για να "καρποφορήσει" ένα καλύτερο αποτέλεσμα –και ιδιαίτερα όταν ο ίδιος ο Οργανισμός, μαζί με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τους θεσμούς εκεί, ήταν μεγάλος δανειστής και "άγκυρα" των προγραμμάτων προσαρμογής. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει εδώ, καθώς οι εμπειρογνώμωνες και η διοίκηση βρίσκονται σε μια "μεξικάνικη" αντιπαράθεση με τα πολιτικά τους αφεντικά από την Ευρώπη.

Όσο πιο πολύ οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αντιτίθενται στη μείωση του χρέους για την Ελλάδα, τόσο πιο δύσκολο θα είναι για τη χώρα να ανακάμψει από την καταστροφική κατάρρευση των προτύπων παραγωγής και διαβίωσης. Όσο περισσότερο διατηρείται αυτή η κατάσταση, τόσο μεγαλύτερη ώθηση θα δοθεί στα αντισυστημικά κόμματα που επιτίθενται στην αναποτελεσματικοτητα της ευρωζώνης. Όσο περισσότερο διαρκέσει αυτό, τόσο θα μεγαλώνει η ανησυχία για την ακεραιότητα αυτού του σημαντικού και ιστορικού περιφερειακού project, οι επιπτώσεις του οποίου εκτείνονται πολύ πέρα από τα οικονομικά και τη χρηματοδότηση.

Αλλά και το ΔΝΤ έχει περιέλθει σε χειρότερη θέση. Έχοντας πιεστεί πολύ από τα ευρωπαϊκά μέλη του να δώσει δάνεια που δεν θα έπρεπε να είχε δώσει (και δεν θα τα έδινε) αν εκείνη την περίοδο είχε μια διοίκηση προσηλωμένη στις κατευθυντήριες γραμμές και τις πρακτικές του οργανισμού, το Ταμείο έχει λιποψυχήσει προσπαθώντας να διορθώσει τα λάθη. Μαζί με αυτό εγείρονται νέες αμφιβολίες για τα χαρακτηριστικά εκείνα που αποτελούν το "κλειδί" της αποφασιστικότητας και αξιοπιστίας του –από την ομοιομορφία της αντιμετώπισης μέχρι την τεχνοκρατική αριστεία και την ικανότητά του να είναι ένας τίμιος και έμπιστος σύμβουλος για τις χώρες και τη διεθνή κοινότητα. Και όλα αυτά φέρνουν ακόμη περισσότερο στο φως το κόστος και τις ακούσιες συνέπειες της παρωχημένης διακυβέρνησης και των άνισων πρακτικών.

8/2/2017

http://www.capital.gr/bloomberg-view/3189672/el-erian-gia-ellada-sosta-ta-leei-to-dnt