Μια νέα πραγματικότητα: Κουρδική κρατική οντότητα
(Φωτ.: EPA / Ulas Yunus Tosun)
Άρθρο του Γιουσούφ Κανλί (τουρκικά: Yusuf Kanli)
στην εφ. Hürriyet.
Όπως και να θέλει η Τουρκία να το αντιληφθεί –και παρά τις μεγάλες προσπάθειες της–, τις τελευταίες δύο δεκαετίες μια κουρδική πραγματικότητα έχει δημιουργηθεί στο βόρειο Ιράκ. Υπάρχει κάποιος που θυμάται την επιχείρηση «Έτοιμο Σφυρί» ή τη «ζώνη απαγόρευσης πτήσεων» στην εν λόγω περιοχή για την προστασία των Κούρδων από την οργή του Σαντάμ Χουσεΐν, του αδίστακτου δικτάτορα του Ιράκ; Ποιος ήταν πίσω από αυτές τις προσπάθειες; Οι Αμερικανοί, οι Ισραηλινοί, η Γερμανία, η Βρετανία και ούτω καθεξής.
Τι συνέβη τελικά; Μια κουρδική ζώνη εδραιώθηκε και βοήθησε στη μετατροπή σε μια αυτόνομη περιοχή (όπως περιγράφεται αλλά ποτέ δεν τέθηκε σε εφαρμογή από τον Σαντάμ στο ιρακινό Σύνταγμα) κερδίζοντας ένα νέο και ενισχυμένο καθεστώς με το «εκδημοκρατισμένο Ιράκ».
Τώρα οδεύει προς μια ανακήρυξη της κρατικής υπόστασης.
Μια παρόμοια διαδικασία συνεχίζεται στις μέρες μας στο βόρειο τμήμα της Συρίας, κατά μήκος των τουρκικών συνόρων, εκεί όπου οι Ρώσοι και το αδίστακτο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ έχουν βοηθήσει το Συριακό Δημοκρατικό Κόμμα (PYD) και τις Μονάδες Λαϊκής Προστασίας (YPG) να χαράξουν μια αυτοελεγχόμενη ασφαλή περιοχή, ακόμη και αν το υπόλοιπο της Συρίας είναι στις φλόγες. Υπάρχουν επίσης αναφορές ότι το PYD έχει βοηθηθεί από τους τρομοκράτες του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIL).
Η συνεργασία αυτή –αποδείξεις για την οποία φέρεται να έχουν μεταφερθεί από την Τουρκία στην Ουάσινγκτον και σε άλλα μέλη του συνασπισμού κατά του ISIL–, μέχρι στιγμής δεν έχουν αναγνωριστεί. Στο άλλο άκρο της ίδιας περιοχής, το PYD, κομμένο σε δύο ζώνες ως αποτέλεσμα της πρόσφατης τουρκικής επιχείρησης «Ασπίδα του Ευφράτη», έχει υποστηριχτεί από την αμερικανική ηγεσία της δυτικής συμμαχίας. Την παραμονή της επίσκεψης του Τούρκου προέδρου στον Λευκό Οίκο, ο Αμερικανός πρόεδρος υπέγραψε εντολή για παροχή εξελιγμένου οπλισμού και έξυπνων πυρομαχικών στο YPG, το οποίο οι ΗΠΑ θεωρούν πρωταρχικό σύμμαχό τους στον αγώνα κατά του ISIL.
(Φωτ.: EPA)
Η αμερικανική ενέργεια ήταν φυσικά ένα χαστούκι στο πρόσωπο για τον Ερντογάν· τις τελευταίες ημέρες οι άνθρωποί του ήταν στις πόρτες όλων των διευθυντικών θέσεων στην Ουάσινγκτον ζητιανεύοντας ώστε να αποφευχθεί μια τέτοια ταπεινωτική εξέλιξη. Αλίμονο, οι ΗΠΑ είχαν πάρει την απόφασή τους, και δεν ήταν η Τουρκία αλλά το PYD που επιλέχθηκε ως ο «κύριος σύμμαχος» στις νέες επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή.
Τώρα με την αμερικανική υποστήριξη και γενναιόδωρες επιχορηγήσεις το PYD θα μετατρέψει το YPG από μια τρομοκρατική ομάδα σε μια ολοκληρωμένη ένοπλη δύναμη. Αν υπάρχει ένας στρατός, θα υπάρχει επίσης ένα κράτος.
Η Δαμασκός του Μπασάρ αλ Άσαντ δεν έχει τη δυνατότητα να καταπολεμήσει έναν υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ κουρδικό στρατό, ούτε να τον προλάβει από την εδραίωση της αυτοδιοίκησης και την κατεύθυνση προς την ανεξαρτησία στη βόρεια Συρία. Από την άλλη η Τουρκία δεν μπορεί να κηρύξει τον πόλεμο κατά των «Κούρδων της Συρίας που βρίσκονται υπό την ενοποιημένη ασπίδα των ΗΠΑ», καθώς θα ισοδυναμούσε με επίθεση εναντίον των αμερικανικών στρατευμάτων.
Μπορεί η Τουρκία, η οποία κατέχει μια στενή λωρίδα μεταξύ των ιρακινών και συριακών κουρδικών περιοχών, να αποτρέψει τη συνένωση των δύο ζωνών και τη σφυρηλάτηση ενός μεγαλύτερου κράτους του Κουρδιστάν; Οι Τούρκοι θα πρέπει καλύτερα να καθίσουν πίσω και να επανεξετάσουν τι συμβαίνει στην αυλή τους προτού φωνάξουν στους Αμερικανούς ότι η επικείμενη συνάντηση του Ερντογάν στον Λευκό Οίκο «δεν είναι μια ευκαιρία για ένα κόμμα, αλλά μάλλον μια τελεία». Τι σημαίνει αυτό; Μπορεί η Τουρκία να πει στον Τραμπ «αν θέλετε να συνεχίσετε με τους Κούρδους σας ευχόμαστε καλή τύχη αλλά κατεβαίνουμε από αυτό το βαγόνι»;
(Φωτ.: EPA / Tolga Bozoglu)
Είναι τόσο λυπηρό το γεγονός ότι η επίμονη, κοντόφθαλμη ή ξεκάθαρα εσφαλμένη εξωτερική πολιτική που ακολουθείται από την Τουρκία έχει μειώσει σε μια αμελητέα μονάδα τον δυνητικό ρόλο της Άγκυρας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Οι πολιτικές της κωλοτούμπας, οι μόνιμες φωνές εναντίον όλων, οι εντάσεις με τα περισσότερα μέλη του ΝΑΤΟ και η αντίληψη ότι η Τουρκία δεν μπορεί να ηρεμήσει από κανέναν την έχουν φέρει σε μια πολύ δύσκολη κατάσταση. Αιτιάσεις ότι οι σύμμαχοι της Τουρκίας τη ζηλεύουν, δυστυχώς, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα κακόγουστο αστείο, αν όχι μια πολύ σχιζοφρενική παραίσθηση.
Οι τουρκικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν ήταν ποτέ σε χειρότερο σημείο. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί για τις σχέσεις με τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Δανία και τις Κάτω Χώρες.
Υποθέτοντας ότι οι σχέσεις θα μπορούσαν να διορθωθούν από τη μια μέρα στην άλλη με ένα «λυπούμαστε, κάναμε λάθος», σε διεθνές επίπεδο η συγγνώμη δεν μετράει αν έχουν προηγηθεί μερικοί «πόντοι» εσωτερικής κατανάλωσης ενάντια σε ζωτικής σημασίας εταίρους.
Τώρα μπορούμε να πούμε με πλήρη πίστη ότι στη διπλανή πόρτα μια κουρδική πραγματικότητα βαδίζει προς την κρατική υπόσταση, ενώ εδώ έχουμε μείνει χωρίς φίλους και συμμάχους είτε στη γειτονιά μας είτε στο παλιό συμμαχικό μας στρατόπεδο.
Μετάφραση: Παναγιώτης Μπαλακτάρης.
Η συνάντηση Τραμπ - Ερντογάν «ολοκληρώθηκε πριν καν ξεκινήσει»
O Ερντογάν αναζητά την αποδοχή του Τραμπ. Όμως ο τελευταίος αποφάσισε να προμηθεύσει όπλα στους Κούρδους της Συρίας, κύριο εχθρό του Τούρκου Σουλτάνου. «Η επίσκεψη του Ερντογάν στην Ουάσινγκτον ολοκληρώθηκε πριν καν ξεκινήσει», σχολιάζει ένας παρατηρητής.
Την Τρίτη, ο Τούρκος προέδρος είναι προγραμματισμένο να γίνει δεκτός στο Λευκό Οίκο από τον Πρόεδρο Τραμπ. Μια εβδομάδα νωρίτερα ο Αμερικανός πρόεδρος ενέκρινε, το Γενικό Επιτελείο Στρατού των ΗΠΑ να προμηθεύσει με όπλα την πολιτοφυλακή «Μονάδες Προστασίας του Λαού» (YPG -- το ένοπλο τμήμα του αριστερού κουρδικού Κόμματος Δημοκρατικής Ενότητας PYD, το οποίο αποτελεί την συριακή προέκταση του PKK), η οποία διευθύνει στη Συρία τον αγώνα ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος.
Αυτή η απόφαση ήταν προκάλεσε σοκ στην Άγκυρα, όπου η YPG αντιμετωπίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση από τον Ερντογάν, που θεωρεί απαράδεκτο, «ένας σύμμαχος και στρατηγικός συνεργάτης της Τουρκίας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και σε επίπεδο διμερών σχέσεων, να παρέχει όπλα σε μια τρομοκρατική οργάνωση». Η Ουάσινγκτον έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι «η YPG αποτελεί την πλέον αποτελεσματική πολιτικό-στρατιωτική δύναμη στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους».
Πράγματι, η YPG, ως κύρια δύναμη της κουρδο-αραβικής συμμαχίας «Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας» (FDS), έχει ήδη κατορθώσει να απελευθερώσει αρκετά χωριά που βρίσκονταν υπό την κατοχή του Ισλαμικού Κράτους στη βόρεια Συρία. Η YPG, της οποίας πολλοί στόχοι βομβαρδίστηκαν από την τουρκική πολεμική αεροπορία, δεν έχει ανοίξει ποτέ πυρ κατά των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής στη βόρεια Συρία. Μόνο η Τουρκία χαρακτηρίζει την οργάνωση, τρομοκρατική. Η Μόσχα έχει επίσης πολύ καλές πολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις με την YPG.
Από την πλευρά του, ο ηγέτης της YPG και συμπρόεδρος του PYD, Σαλίχ Μουσλίμ, υποστηρίζει πως είναι φυσιολογικό, οι ΗΠΑ να προσφέρουν στρατιωτική βοήθεια στους Κούρδους. Όπως δήλωσε, «η Άγκυρα προστατεύει το Ισλαμικό Κράτος όταν βομβαρδίζει τις θέσεις της FDS, η οποία πολεμά ενάντια σε αυτό».
Κάπως έτσι, η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στην Ουάσιγκτον έχει πλέον μετατραπεί σε πρόβλημα. Προσωπικότητες των ΗΠΑ που πρόσκεινται στον Πρόεδρο Τραμπ, προτείνουν ακόμη και τη ματαίωσή της: «Η Άγκυρα δεν είναι πια χρήσιμη στη μάχη ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος. Ακόμη κι αν ο Τούρκος πρόεδρος ακυρώσει την επίσκεψή του δε χάθηκε ο κόσμος», δήλωσε ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Μ. Χάας.
Η Ουάσιγκτον έχει ξεκάθαρα επιλέξει άλλο συνεργάτη στη Συρία για την απελευθέρωση της πόλης Ράκκα, πρωτεύουσας του Ισλαμικού Κράτους.
Ο Τούρκος πρόεδρος ευχόταν την επιτυχία της επίσκεψης αυτής στην Ουάσιγκτον για δύο λόγους: Πρώτον, θέλει να νομιμοποιήσει τη νίκη του στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, παρότι οι μισοί Τούρκοι ψηφοφόροι και όλοι οι διεθνείς παρατηρητές λένε ότι το αποτέλεσμα νοθεύτηκε. Σύμφωνα με τον «Σουλτάνο», ο Τραμπ θα μπορούσε να τον υποστηρίξει.
Δεύτερον, ο Ερντογάν επιθυμεί διακαώς να καταφέρει ν’ απελευθερώσει δύο συμπολίτες του από τις φυλακές της Νέας Υόρκης: τον κ. Ζαράμπ, επιχειρηματία ιρανικής προέλευσης και τον κ. Ατίλα, αναπληρωτή διευθύνοντα σύμβουλο της τουρκικής δημόσιας τράπεζας. Και οι δύο κατηγορούνται από την αμερικανική δικαιοσύνη ότι παραβίαζαν το εμπάργκο κατά του Ιράν την περίοδο που πρόεδρος της χώρας ήταν ο Μ. Αχμεντινετζάντ.
Ο κ. Ζαράμπ ειδικά, είχε ήδη συλληφθεί από τις τουρκικές αρχές αλλά αφέθηκε ελεύθερος χάρη στον Ερντογάν. Μαζί με τους γιους τεσσάρων υπουργών της κυβέρνησης του «Σουλτάνου» κατηγορήθηκε για διαφθορά ως εμπλεκόμενος στο πολιτικοοικονομικό σκάνδαλο που ξέσπασε στην Τουρκία τον Δεκέμβριο του 2013 και το οποίο αφορούσε δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι τουρκο-αμερικανικές σχέσεις λοιπόν, διανύουν τη χειρότερη κρίση τους μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άγκυρα και Ουάσινγκτον τα πήγαιναν καλά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 κι οι Αμερικανοί είχαν πραγματικά πιστέψει ότι η Τουρκία του Ερντογάν «θα μπορούσε να είναι ένα καλό παράδειγμα προς μίμηση για όλες τις αραβικές και μουσουλμανικές χώρες διότι η Άγκυρα κατάφερε να συμβιβάσει το Ισλάμ με τη δημοκρατία κι επειδή η χώρα είχε καλές οικονομικές επιδόσεις». Και οι δύο αυτές διαπιστώσεις δεν ισχύουν πια.
Επιπλέον, σύμφωνα με τουρκικές αλλά και αμερικανικές δημοσκοπήσεις, ο αντιαμερικανισμός αποτελεί τελευταία το αγαπημένο σπορ της πλειοψηφίας των Τούρκων πολιτών. Από τους ισλαμιστές ως τους «αριστερούς» εθνικιστές κι από τα μέλη της κυβέρνησης ως τους φιλοκυβερνητικούς αρθρογράφους, οι Τούρκοι είναι εξοργισμένοι βλέποντας την Ουάσινγκτον να υποστηρίζει τους Κούρδους.
Η τυφλή εχθρότητα που εκφράζει η Άγκυρα ενάντια στους Κούρδους, οδηγεί το νέο Σουλτάνο της Τουρκίας σε ολοένα και μεγαλύτερη απομόνωση, τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και διεθνώς.
Ραγκίπ Ντουράν
http://tvxs.gr/news/kosmos/i-synantisi-tramp-erntogan-oloklirothike-prin-kan-ksekinisei
15 Μάιος. 2017
O Ερντογάν αναζητά την αποδοχή του Τραμπ. Όμως ο τελευταίος αποφάσισε να προμηθεύσει όπλα στους Κούρδους της Συρίας, κύριο εχθρό του Τούρκου Σουλτάνου. «Η επίσκεψη του Ερντογάν στην Ουάσινγκτον ολοκληρώθηκε πριν καν ξεκινήσει», σχολιάζει ένας παρατηρητής.
Την Τρίτη, ο Τούρκος προέδρος είναι προγραμματισμένο να γίνει δεκτός στο Λευκό Οίκο από τον Πρόεδρο Τραμπ. Μια εβδομάδα νωρίτερα ο Αμερικανός πρόεδρος ενέκρινε, το Γενικό Επιτελείο Στρατού των ΗΠΑ να προμηθεύσει με όπλα την πολιτοφυλακή «Μονάδες Προστασίας του Λαού» (YPG -- το ένοπλο τμήμα του αριστερού κουρδικού Κόμματος Δημοκρατικής Ενότητας PYD, το οποίο αποτελεί την συριακή προέκταση του PKK), η οποία διευθύνει στη Συρία τον αγώνα ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος.
Αυτή η απόφαση ήταν προκάλεσε σοκ στην Άγκυρα, όπου η YPG αντιμετωπίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση από τον Ερντογάν, που θεωρεί απαράδεκτο, «ένας σύμμαχος και στρατηγικός συνεργάτης της Τουρκίας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και σε επίπεδο διμερών σχέσεων, να παρέχει όπλα σε μια τρομοκρατική οργάνωση». Η Ουάσινγκτον έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι «η YPG αποτελεί την πλέον αποτελεσματική πολιτικό-στρατιωτική δύναμη στη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους».
Πράγματι, η YPG, ως κύρια δύναμη της κουρδο-αραβικής συμμαχίας «Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας» (FDS), έχει ήδη κατορθώσει να απελευθερώσει αρκετά χωριά που βρίσκονταν υπό την κατοχή του Ισλαμικού Κράτους στη βόρεια Συρία. Η YPG, της οποίας πολλοί στόχοι βομβαρδίστηκαν από την τουρκική πολεμική αεροπορία, δεν έχει ανοίξει ποτέ πυρ κατά των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής στη βόρεια Συρία. Μόνο η Τουρκία χαρακτηρίζει την οργάνωση, τρομοκρατική. Η Μόσχα έχει επίσης πολύ καλές πολιτικές και στρατιωτικές σχέσεις με την YPG.
Από την πλευρά του, ο ηγέτης της YPG και συμπρόεδρος του PYD, Σαλίχ Μουσλίμ, υποστηρίζει πως είναι φυσιολογικό, οι ΗΠΑ να προσφέρουν στρατιωτική βοήθεια στους Κούρδους. Όπως δήλωσε, «η Άγκυρα προστατεύει το Ισλαμικό Κράτος όταν βομβαρδίζει τις θέσεις της FDS, η οποία πολεμά ενάντια σε αυτό».
Κάπως έτσι, η επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στην Ουάσιγκτον έχει πλέον μετατραπεί σε πρόβλημα. Προσωπικότητες των ΗΠΑ που πρόσκεινται στον Πρόεδρο Τραμπ, προτείνουν ακόμη και τη ματαίωσή της: «Η Άγκυρα δεν είναι πια χρήσιμη στη μάχη ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος. Ακόμη κι αν ο Τούρκος πρόεδρος ακυρώσει την επίσκεψή του δε χάθηκε ο κόσμος», δήλωσε ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα, Μ. Χάας.
Η Ουάσιγκτον έχει ξεκάθαρα επιλέξει άλλο συνεργάτη στη Συρία για την απελευθέρωση της πόλης Ράκκα, πρωτεύουσας του Ισλαμικού Κράτους.
Ο Τούρκος πρόεδρος ευχόταν την επιτυχία της επίσκεψης αυτής στην Ουάσιγκτον για δύο λόγους: Πρώτον, θέλει να νομιμοποιήσει τη νίκη του στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, παρότι οι μισοί Τούρκοι ψηφοφόροι και όλοι οι διεθνείς παρατηρητές λένε ότι το αποτέλεσμα νοθεύτηκε. Σύμφωνα με τον «Σουλτάνο», ο Τραμπ θα μπορούσε να τον υποστηρίξει.
Δεύτερον, ο Ερντογάν επιθυμεί διακαώς να καταφέρει ν’ απελευθερώσει δύο συμπολίτες του από τις φυλακές της Νέας Υόρκης: τον κ. Ζαράμπ, επιχειρηματία ιρανικής προέλευσης και τον κ. Ατίλα, αναπληρωτή διευθύνοντα σύμβουλο της τουρκικής δημόσιας τράπεζας. Και οι δύο κατηγορούνται από την αμερικανική δικαιοσύνη ότι παραβίαζαν το εμπάργκο κατά του Ιράν την περίοδο που πρόεδρος της χώρας ήταν ο Μ. Αχμεντινετζάντ.
Ο κ. Ζαράμπ ειδικά, είχε ήδη συλληφθεί από τις τουρκικές αρχές αλλά αφέθηκε ελεύθερος χάρη στον Ερντογάν. Μαζί με τους γιους τεσσάρων υπουργών της κυβέρνησης του «Σουλτάνου» κατηγορήθηκε για διαφθορά ως εμπλεκόμενος στο πολιτικοοικονομικό σκάνδαλο που ξέσπασε στην Τουρκία τον Δεκέμβριο του 2013 και το οποίο αφορούσε δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι τουρκο-αμερικανικές σχέσεις λοιπόν, διανύουν τη χειρότερη κρίση τους μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άγκυρα και Ουάσινγκτον τα πήγαιναν καλά μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000 κι οι Αμερικανοί είχαν πραγματικά πιστέψει ότι η Τουρκία του Ερντογάν «θα μπορούσε να είναι ένα καλό παράδειγμα προς μίμηση για όλες τις αραβικές και μουσουλμανικές χώρες διότι η Άγκυρα κατάφερε να συμβιβάσει το Ισλάμ με τη δημοκρατία κι επειδή η χώρα είχε καλές οικονομικές επιδόσεις». Και οι δύο αυτές διαπιστώσεις δεν ισχύουν πια.
Επιπλέον, σύμφωνα με τουρκικές αλλά και αμερικανικές δημοσκοπήσεις, ο αντιαμερικανισμός αποτελεί τελευταία το αγαπημένο σπορ της πλειοψηφίας των Τούρκων πολιτών. Από τους ισλαμιστές ως τους «αριστερούς» εθνικιστές κι από τα μέλη της κυβέρνησης ως τους φιλοκυβερνητικούς αρθρογράφους, οι Τούρκοι είναι εξοργισμένοι βλέποντας την Ουάσινγκτον να υποστηρίζει τους Κούρδους.
Η τυφλή εχθρότητα που εκφράζει η Άγκυρα ενάντια στους Κούρδους, οδηγεί το νέο Σουλτάνο της Τουρκίας σε ολοένα και μεγαλύτερη απομόνωση, τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και διεθνώς.
Ραγκίπ Ντουράν
http://tvxs.gr/news/kosmos/i-synantisi-tramp-erntogan-oloklirothike-prin-kan-ksekinisei
15 Μάιος. 2017