Από τον Σείκιλο και τα ηπειρώτικα μοιρολόγια, στα μπλουζ και το Voyager.

  Το 2012, το Voyager 1 άφησε το ηλιακό μας σύστημα και εισήλθε στο  διαστρικό διάστημα. Μετά από σαράντα  χιλιάδες χρόνια, ο ανιχνευτής θα προσεγγίσει ένα αστέρι μέσα σ’ ένα άλλο ηλιακό σύστημα. Δεν θα περιέχει στοιχεία της βιοποικιλότητας και των πολιτισμών της Γης, αλλά μάλλον την ανάμνηση του τι ήταν κάποτε, ένα αιώνιο σημάδι αθάνατης μνήμης. Ίσως οι εξωγήινοι θα ανακτήσουν τον ανιχνευτή και  παίξουν το χρυσό δίσκο. Ίσως ακούσουν, το ‘Dark Was the Night, Cold Was the Ground’ και κάνουν εικασίες σχετικά με τη λειτουργία αυτού του κομματιού μουσικής, και ακόμα τι ΄ήθελε να εκφράσει ο δημιουργός του. Γιατί είναι γνωστό ότι το κομμάτι αυτό, είναι ένα από τα 27 δείγματα της μουσικής που περιλαμβάνονται στο Χρυσό δίσκο του Βόγιατζερ, που εκτοξεύτηκε στο διάστημα το 1977 να εκπροσωπήσει την ποικιλομορφία της ζωής στη Γη. Το 1977 ο Αμερικανός αστρονόμος Καρλ Σαγκάν (1934-1996), και μια ομάδα ερευνητών, επιφορτίστηκαν με τη συλλογή μιας αντιπροσώπευσης  της Γης και της ανθρώπινης εμπειρίας για  να τα στείλουν με τον Βόγιατζερ σε άλλες μορφές ζωής στο σύμπαν. Εδώ, στο ‘Χρυσό δίσκο του Βόγιατζερ, ’περιλαμβάνονταν ήχοι από βατράχους, τριζόνια, ηφαίστεια,  ο ανθρώπινος κτύπος της καρδιάς, το γέλιο, χαιρετισμούς σε 55 γλώσσες, και 27 κομμάτια μουσικής!


Ο Blind Willie Johnson, o Αλέξης Ζούμπας και το τραγούδι της λαϊκής ποίησης

‘Τα τραγούδια είναι μόνο λόγια. Τα τραγουδούν εκείνοι που είναι πικραμένοι.  Τα τραγουδούν για να απαλλαγούν απ’ τις πίκρες τους, αλλά η πίκρα δεν φεύγει’,  λέει ένα παραδοσιακό μοιρολόι  από τα χωριά της  Ηπείρου.  Περίπου δύο χιλιάδες χρόνια πριν, μια γυναίκα έχασε τη ζωή της στη Μικρά Ασία, κοντά στην αρχαία πόλη του Αϊδινίου, που τώρα βρίσκεται στην  Τουρκία. Το όνομά της ήταν Ευτέρπη. Ο σύζυγος ή ο γιος της, Σείκιλος, έγραψε σε ένα πέτρινο μνημείο, τις ακόλουθες λέξεις, χαραγμένες στα ελληνικά: ‘Είμαι ταφόπλακα, μια εικόνα. Ο Σείκιλος με τοποθέτησε εδώ ως αιώνιο σημάδι αθάνατης μνήμης’. Αυτή η επιτύμβια στήλη (200 π.Χ. περίπου),  η οποία αναφέρεται ως ο Επιτάφιος του Σείκιλου, είναι αναμφισβήτητα μοναδική. Είναι η πρώτη γνωστή ολοκληρωμένη μουσική σύνθεση στον κόσμο με συμβολισμούς:

Όσο ζεις λάμπε,
καθόλου μη λυπάσαι.
Γιατί λίγο διαρκεί η ζωή,
και ο χρόνος απαιτεί την πληρωμή του.

Είναι ένα έμμετρο μοιρολόι της ελληνικής λαϊκής ποίησης που τραγουδιέται για να θυμόμαστε τους νεκρούς και τους χαμένους. Και η παρόρμηση να επικοινωνούν μέσω της μουσικής ίσως να είναι πιο καθολική και ενστικτώδης από την ίδια γλώσσα. Το παίξιμο του αυλού από τους μουσικούς, ήταν για τους πενθούντες μια μελωδία ανακούφισης από τη θλίψη. Όσο προσαρμόζουμε τους  εαυτούς μας στην πραγματικότητα της απώλειας, μπροστά μας βρίσκεται  η αβεβαιότητα για το μέλλον. Είναι η βαθιά ανθρώπινη πράξη πένθους και θρήνου. Επιθυμούμε, θυμόμαστε, και στη συνέχεια, εκφράζουμε τη λύπη μας. Μέσω αυτής της μακράς διαδικασίας, επέρχεται η επούλωση του ψυχικού τραύματος. Ακριβώς το ίδιο πράγμα συμβαίνει στα νέγρικα μπλουζ.

Στις 3 Δεκεμβρίου του 1927, ένας τριαντάχρονος τυφλός κιθαρίστας και τραγουδιστής που ονομαζόταν   Willie Johnson , οδηγήθηκε σε ένα στενό και  αυτοσχέδιο στούντιο ηχογράφησης στο Ντάλας του Τέξας. Η μόνη γνωστή φωτογραφία του, πιθανώς τραβήχτηκε εκείνη την ημέρα, που τον δείχνει άβολα φορώντας ένα κοστούμι, που πιθανόν δανείστηκε.  

Ο Blind Willie Johnson (περίπου 1897-1945) ήταν Αμερικανός γκόσπελ τραγουδιστής και κιθαρίστας, του οποίου η μουσική  διακρίνεται για το συνδυασμό των σπιρίτσουαλς με το είδος των μπλουζ. Έχασε την όρασή του στην ηλικία των επτά ετών, σύμφωνα με τα λεγόμενα της χήρας του, όταν κατά τη διάρκεια μίας διαμάχης της θετής μητέρας του με τον πατέρα του, η πρώτη εξαπέλυσε αλισίβα (νερό βρασμένο με στάχτη από ξυλοκάρβουνα) στο πρόσωπο του Τζόνσον. Υπήρξε αυτοδίδακτος στην κιθάρα και τραγουδούσε στις συγκεντρώσεις της Ένωσης των Βαπτιστών, σε εκκλησίες της περιοχής του Τέξας ή στο δρόμο. Οι πρώτες ηχογραφήσεις του χρονολογούνται την περίοδο 1927-1930 και σε αρκετές από αυτές συμμετείχε η σύζυγός του, Αντζελίν, στα φωνητικά. Διακρίνονται για την υψηλή ποιότητα εγγραφής τους αλλά και για την επιρροή που άσκησαν στους μουσικούς του αμερικανικού νότου και ειδικότερα του Τέξας. Ο Τζόνσον διέθετε μία ασυνήθιστα βαθιά φωνή μεγάλης τραχύτητας και μία ξεχωριστή τεχνική στην κιθάρα, με έμφαση στο ρυθμικό στοιχείο και ιδιαίτερη έκφραση στην τεχνική του σλάιντ, όπως χαρακτηριστικά αποτυπώθηκε στο περίφημο σπιρίτσουαλ ‘Μαύρη ήταν η νύχτα, κρύο ήταν το έδαφος’ (Dark was the night, cold was the ground, 1927). 

Πολλά από τα τραγούδια του είναι βασισμένα σε παραδοσιακούς θρησκευτικούς ύμνους και διακρίνονται στο σύνολό τους για το θρησκευτικό συναίσθημα που κατακλύζει την ερμηνεία και τους στίχους του. Μετά το οικονομικό κραχ του Οκτωβρίου του 1929, ο Τζόνσον δεν ηχογράφησε ξανά, ωστόσο συνέχισε να παίζει ως πλανόδιος μουσικός. Σε κατάσταση οικονομικής ανέχειας, συνέχισε να ζει στα ερείπια του σπιτιού του, μετά την κατάρευσή του από πυρκαγιά το 1945, μέχρι το θάνατό του από πνευμονία τον ίδιο χρόνο.  

Εκείνη την ημέρα του Δεκεμβρίου, ο τυφλός οδήγησε έναν άλλο τυφλό. Ο ‘Μπλάιντ’ Γουίλι Τζόνσον μπαίνει στο αυτοσχέδιο στούντιο ηχογράφησης στη North Lamar Street, βοηθούμενος από ένα μεγαλύτερο τυφλό μαύρο, τον Madkin Butler, μέντορα και μουσικό συνεργάτη του. Ο Φρανκ Γουώκερ, ο παραγωγός της Columbia Records που οργάνωσε τη συνάντηση,  δεν είχε ιδέα για το τι θα μπορούσε να παραχθεί εκεί. Οι πρώτες τέσσερις ηχογραφήσεις που έκανε ο Τζόνσον, ήταν ουσιαστικά τραγούδια μπλουζ με μια θρησκευτική χροιά. Ήταν τα, ‘I Know His Blood Can Make Me Whole’, ‘Jesus Make Up My Dying Bed’, ‘Nobody’s Fault but Mine’, και το ‘Mother’s Children Have a Hard Time’, που ακούγονταν με μια έντονα ακανόνιστη, υποχθόνια φωνή. Από μόνες τους εκείνες οι τέσσερις ηχογραφήσεις ήταν αρκετές για να αποδείξουν το μεγαλείο και την μοναδικότητα  του  Τζόνσον.

Κάποια στιγμή, ηχογράφησε το Μαύρη ήταν η νύχτα, κρύο ήταν το χώμα’ (Dark was the night, cold was the ground). Παρά το γεγονός ότι ο τίτλος βασίζεται στην πρώτη γραμμή του ύμνου ‘Γεθσημανή’, που έγραψε ο ευαγγελιστής του δέκατου όγδοου αιώνα Thomas Haweis, πολύ μικρή μελωδική ομοιότητα υπάρχει με το αγγλικό θρησκευτικό τραγούδι.  Στην πραγματικότητα, ήταν ένα κανονικό μοιρολόι. Στεναγμοί παράλληλα με τους ήχους της κιθάρας, με την αγωνία σε πρώτο πλάνο. Οι περισσότεροι γνώστες αυτής της μουσικής, θεωρούν το κομμάτι αυτό ως ένα από τα πιο αγνά παραδείγματα των μπλουζ.  Αλλά ανήκει επίσης σε ένα είδος της μουσικής που ήρθε πολύ πριν και από πολύ μακριά.

Μαύρη ήταν η νύχτα, κρύο ήταν το χώμα
Όπου κείται  ο Κύριος 
Ο ιδρώτας του σαν σταγόνες αίμα έτρεχαν προς τα κάτω
Με αγωνία προσευχόταν.

‘Πατέρα, πάρε αυτό το πικρό ποτήρι,
Αν τέτοια είναι η  ιερή σου  βούληση
Αν όχι, το περιεχόμενο θα  πιω μέχρι
την ευχαρίστηση Σου  εκπληρώσω.

Πήγαινε στον κήπο, αμαρτωλέ, κοίτα
Αυτές οι πολύτιμες σταγόνες που ρέουν
Το βαρύ φορτίο έφερε για σένα
Για σένα βρίσκεται τόσο χαμηλά.

Έτσι, μάθε απ’ αυτόν το σταυρό να υπομένεις
Του Πατέρα Σου θα υπακούς
Και όταν πειρασμοί βρίσκονται δίπλα σου, 
Ξύπνα να αγρυπνάς και να προσεύχεσαι. 

Dark was the night, and cold the ground/On which the Lord was laid/His sweat like drops of blood ran down/In agony he prayed.
"Father, remove this bitter cup/If such Thy sacred will/If not, content to drink it up/Thy pleasure I fulfill."
Go to the garden, sinner, see/Those precious drops that flow/The heavy load He bore for thee/For thee he lies so low.
Then learn of Him the cross to bear/Thy Father's will obey/And when temptations press thee near/Awake to watch and pray.


Έξι χιλιάδες μίλια μακριά από το Ντάλας, σ’ ένα απομακρυσμένο μέρος της Βαλκανικής χερσονήσου, βρίσκεται μια κυριολεκτική πνευματική πύλη μεταξύ των παραδοσιακών Ανατολής και Δύσης. Η Ήπειρος στη βορειοδυτική Ελλάδα που περιέχει μια επιμήκη οροσειρά, την Πίνδο, καθώς και ένα τεράστιο φαράγγι, το Φαράγγι του Βίκου. Μουσικά, η περιοχή της Ηπείρου περιέχει μία από τις πιο πολύπλοκες συλλογές μουσικής έκφρασης στην Ευρώπη. Οι άνθρωποι της περιοχής είναι οργανωμένοι σε κοινότητες, όπου το τραγούδι και ο χορός διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη συνοχή της ομάδας και της πολιτιστικής αυτοεκτίμησης. Ίσως ο μοναδικός στην Ευρώπη, η Ήπειρος είναι ένας τόπος όπου οι   σκοποί και οι  μελωδίες του   αναγνωρίζονται εύκολα,  αφού έχουν διατηρηθεί για εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, χρόνια, λόγω της πολύχρονης συμβίωσης μεταξύ ερμηνευτή και ακροατηρίου. Οι κάτοικοι της περιοχής,  εξακολουθούν να συμμετέχουν ενεργά σε ότι μπορεί να ήταν η αρχική λειτουργία και ο σκοπός της μουσικής, δηλαδή ένα λειτουργικό εργαλείο για την επιβίωση και την κοινόχρηστη επούλωση.

Στην Ήπειρο, όπως και σε άλλες αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, το τραγούδι της λαϊκής ποίησης δίπλα στους τάφους, όπως είναι στην περίπτωση του Σείκιλου, παραμένει μια βιώσιμη παράδοση. Αλλά εντελώς διακριτή σε αυτήν την περιοχή, είναι μια ορχηστρική εκδοχή αυτών των ταφικών μοιρολογιών, μια βουβή μουσική έκφραση που παίζεται με βιολί και κλαρίνο που χαρτογραφεί τα περιγράμματα και αντανακλά το ρυθμό αυτών των αρχαίων στίχων της θλίψης. Από μόνες τους, αυτές οι νότες θα ήταν απλώς ήχοι, ή δονήσεις στον αέρα, αλλά από τη  στιγμή που οργανώνονται και ακούγονται υπό ορισμένες προϋποθέσεις και μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, το πρότυπο μπορεί να γίνει κατανοητό ως θεραπευτική παρέμβαση  για τον ακροατή.  

Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο, πριν από την συνεδρία της Κολούμπια με τον Blind Willie Johnson, τον Σεπτέμβριο του 1926, ένας κοντός, χοντρός, και άψογα ντυμένος μουσικός έμπαινε στα στούντιο ηχογραφήσεων της Victor Records στη διεύθυνση 28 West 44th Street, στη Νέα Υόρκη. Κάτω από το αριστερό του χέρι βρισκόταν μια ανθεκτική δερμάτινη θήκη που περιείχε  ένα ουκρανικό βιολί. Ο Αλέξης Ζούμπας  είχε μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1910. Η μυθολογία, το σώμα των παραμυθιών που χτίστηκαν γύρω από τον Ζούμπα, όπως κι εκείνα γύρω από τους μπλουζίστες του Δέλτα, τον Charley Patton, Son House, και τον Skip James, περιέγραφε πώς είχε φύγει από την  Ελλάδα αφού σκότωσε έναν Τούρκο με πέτρες και τον πέταξε σε μια  χαράδρα. Αλλά στην πραγματικότητα, ο Ζούμπας είχε απλώς κάνει ότι έκαναν αμέτρητοι άλλοι  άρρενες, οικογενειακά στηρίγματα,  από την Ήπειρο, πριν και μετά από αυτόν, δηλαδή μετακόμισε στην Αμερική, έτσι ώστε να κερδίσει χρήματα για να τα στείλει πίσω στην οικογένειά του στην Ελλάδα. Το όνομα Ζούμπας, όπως και τα ονόματα Χαρισιάδης, Τζάρας, Χαλκιάς, και Καψάλης, δείχνει τη μουσική αριστοκρατία στην Ήπειρο, αλλά σίγουρα δεν είναι ο πλούτος με τη σημερινή οικονομική έννοια. Ο Αλέξης ήταν από το χωριό Γραμμένο, στα δυτικά προάστια των Ιωαννίνων, τη μεγαλύτερη πόλη της περιοχής. Αφήνοντας πίσω τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά, έφυγε από το Ιόνιο νησί της Κέρκυρας για το Ellis Island. Ζωτικής σημασίας σημείο για την ιστορία, είναι το γεγονός ότι Ζούμπας δεν ήξερε αν θα επιστρέψει ποτέ στο σπίτι του!

Τη στιγμή που ήρθε στη Victor να ηχογραφήσει, τα μαύρα μαλλιά του ήταν λευκά κατά μήκος των κροτάφων.   Ωστόσο, έπρεπε να αναγνωρίσουμε ότι και τα καλύτερα κοστούμια ακόμα, τα οποία μετά βίας θα μπορούσε να αντέξει  οικονομικά, δεν θα μπορούσαν να κρύψουν  το καφέ του δέρμα, το δέρμα του αθίγγανου, και το καλύτερο χειροποίητο  βιολί δεν θα ήταν σε θέση να καλύψει την   ελληνική προφορά του όταν μιλούσε.  Ο Ζούμπας είχε επίσης ένα υδρωπικό δεξί μάτι, μια κοινή ανωμαλία στους Ρομά της Βόρειας Ελλάδας.

Αυτό τον χαρακτήριζε ως πνευματικό συγγενή με τους φτωχούς, τυφλούς, μαύρους μουσικούς του Αμερικανικού Νότου, δηλαδή τους  περιθωριοποιημένους  με μικρή πιθανότητα οικονομικής ανάκαμψης.  Μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί από τους δημοφιλείς μαύρους μουσικούς των αγροτικών περιοχών,  εμφανίστηκαν  με   προκαθορισμένα παρατσούκλια γεγονός που δείχνει την απώλεια και της δικής τους οπτικής διάστασης: Blind Joe Reynolds, Blind Blake, Blind Lemon Jefferson, Blind Willie McTell! 

Ο Αλέξης Ζούμπας οδηγήθηκε σε ένα μάλλον περιορισμένο δωμάτιο με   δρύινη διακόσμηση, κι ένα μεγάλο χαλί στο πάτωμα. Κρεμασμένο από το ταβάνι ήταν ένα αστραφτερό όργανο, που θύμιζε το πρώτο ηλεκτρικό μικρόφωνο της RCA. Μέσα σε μια ώρα σε αυτό το δωμάτιο με τον LeRoy Shield, τον θρυλικό άντρα της Victor, ο Ζούμπας είχε παίξει και ηχογραφήσει  τρία παραδοσιακά τραγούδια από την Ήπειρο. Στη συνέχεια, το κλίμα στο δωμάτιο άλλαξε, το δωμάτιο σκοτείνιασε, γιατί ο ίδιος ήθελε να καταγράψει το μοιρολόι του.

Για ακριβώς τέσσερα λεπτά και δεκαέξι δευτερόλεπτα, έπαιξε ένα αρχαίο  θρήνο της Ηπειρώτικης μουσικής. Ένας απαιτητικός ακροατής από τη βόρεια Ελλάδα που θα ακούσει αυτή την  ηχογράφηση, θα πει πως η βαθιά θλίψη  αυτού του κομματιού, είναι τελείως διαφορετική από αυτή που  ακούγεται στα πανηγύρια, όπου η μουσική ακούγεται στην καλύτερη μορφή της. Αυτό το μοιρολόι ακούγεται μελαγχολικό, πονεμένο, όπως ακριβώς  παίζεται χιλιάδες μίλια μακριά από την Ήπειρο, μια τοποθεσία   που στα 1926, ο Ζούμπας δεν ήξερε αν θα δει ξανά. Η ξενιτιά, η νοσταλγία για το σπίτι του και η αμοιβαία επιθυμία από τους ανθρώπους του εξόριστου ατόμου να έρθει στο σπίτι, εμποτίζει αυτό το κομμάτι της μουσικής, όπως κανένα άλλο. Η ηχογράφηση του ηπειρώτικου μοιρολογιού, από τον Αλέξη Ζούμπα, ήταν απαράμιλλη. Σε πολλά πράγματα, θύμιζε το ‘Dark Was the Night, Cold Was the Ground’.


Ποιο ήταν τελικά το συναισθηματικό τοπίο που δημιούργησε αυτό το συγκεκριμένο μοιρολόι, διερωτώνται οι μουσικοί κριτικοί των ΗΠΑ; Η πλησιέστερη προσέγγιση σε μια απάντηση, λένε, εμφανίζεται στο μυθιστόρημα του Μίλαν Κούντερα ‘Το Βιβλίο του Γέλιου και της Λήθης’. Μια λέξη υπάρχει μόνο στην τσεχική γλώσσα: ‘litost’. Ο  Κούντερα γράφει, ότι έψαξε μάταια σε άλλες γλώσσες για ισοδύναμη, αν και θεωρεί ότι είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μπορεί να κατανοήσει την ανθρώπινη ψυχή χωρίς αυτό. Ο ορισμός που αυτός προσφέρει είναι μια κατάσταση αγωνίας και μαρτυρίου που δημιουργήθηκε από την ξαφνική συνειδητοποίηση της  δυστυχίας κάποιου.  

Πολλοί πιστεύουν, και δικαίως τελικά, ότι ένα σημαντικό μέρος της συλλογικής μας ψυχής είναι η ικανότητά μας να εκφράσουμε τα συναισθήματα μέσω της μουσικής. Ένας συνδυασμός συναισθηματικών και ψυχολογικών καταστάσεων, όπως η λαχτάρα, η μνήμη, η λύπη, φαίνεται να   περιέχεται μέσα στο τραγούδι, ‘Dark Was the Night, Cold Was the Ground’. Υπάρχει τέλεια δυνατότητα αντιστοίχισης και αντικατοπτρισμού μεταξύ του  αριστουργήματος του Blind Willie Johnson, το 1927 και του μοιρολογιού του Αλέξη Ζούμπα, στα 1926. Αυτό θα μπορούσε να αποδείξει κάτι ακόμα πιο βαθύ για την ανθρωπότητα. Η ικανότητά μας να αρθρώσουμε  θλίψη μέσα από τη μουσική είναι βαθύτερη από τη γλώσσα και τη γεωγραφία. Εδώ το τόξο εκτείνεται από το Τέξας έως τη βόρεια Ελλάδα.

Το 2012, το Voyager 1 άφησε το ηλιακό μας σύστημα και εισήλθε στο  διαστρικό διάστημα. Μετά από σαράντα  χιλιάδες χρόνια, ο ανιχνευτής θα προσεγγίσει ένα αστέρι μέσα σ’ ένα άλλο ηλιακό σύστημα. Δεν θα περιέχει στοιχεία της βιοποικιλότητας και των πολιτισμών της Γης, αλλά μάλλον την ανάμνηση του τι ήταν κάποτε, ένα αιώνιο σημάδι αθάνατης μνήμης. Ίσως οι εξωγήινοι θα ανακτήσουν τον ανιχνευτή και  παίξουν το χρυσό δίσκο. Ίσως ακούσουν, το ‘Dark Was the Night, Cold Was the Ground’ και κάνουν εικασίες σχετικά με τη λειτουργία αυτού του κομματιού μουσικής, και ακόμα τι ΄ήθελε να εκφράσει ο δημιουργός του. Γιατί είναι γνωστό ότι το κομμάτι αυτό, είναι ένα από τα 27 δείγματα της μουσικής που περιλαμβάνονται στο Χρυσό δίσκο του Βόγιατζερ, που εκτοξεύτηκε στο διάστημα το 1977 να εκπροσωπήσει την ποικιλομορφία της ζωής στη Γη. Το 1977 ο Αμερικανός αστρονόμος Καρλ Σαγκάν (1934-1996), και μια ομάδα ερευνητών, επιφορτίστηκαν με τη συλλογή μιας αντιπροσώπευσης  της Γης και της ανθρώπινης εμπειρίας για  να τα στείλουν με τον Βόγιατζερ σε άλλες μορφές ζωής στο σύμπαν. Εδώ, στο ‘Χρυσό δίσκο του Βόγιατζερ, ’περιλαμβάνονταν ήχοι από βατράχους, τριζόνια, ηφαίστεια,  ο ανθρώπινος κτύπος της καρδιάς, το γέλιο, χαιρετισμούς σε 55 γλώσσες, και 27 κομμάτια μουσικής!

17.05.2017 

Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης

http://www.efsyn.gr/efsyn-city/apo-ton-seikilo-kai-ta-ipeirotika-moirologia-sta-mployz-kai-voyager





        ΣΧΕΤΙΚΕΣ  ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ - ΠΗΓΕΣ         













Blind Willie Johnson - Best Of Blind Willie Johnson

00:00 - Dark Was the Night
03:19 - Motherless Children
06:30 - Jesus Make Up My Dying Bed
09:41 - It's Nobody's Fault But Mine
12:50 - God Moves On the Water
15:48 - God Don't Never Change
18:44 - Jesus Is Coming Soon
21:55 - The Soul of a Man
25:09 - I'm Gonna Run to the City of Refuge
28:33 - Praise God I'm Satisfied
31:43 - Take Your Burden to the Lord
34:40 - I Know His Blood Can Make Me Whole
37:43 - If I Had My Way
40:51 - Let Your Light Shine On Me
44:00 - Sweeter As the Years Roll By
46:47 - Can't Nobody Hide from God
50:09 - The Rain Don't Fall On Me
53:29 - When the War Was On
56:30 - Lord I Just Can't Keep from Crying
59:30 - You're Gonna Need Somebody On Your Bond
01:02:34 - Keep Your Lamp Trimmed and Burning
01:05:38 - Everybody Ought to Treat a Stranger Right
01:08:44 - Take Your Stand
01:11:45 - Church I'm Fully Saved Today
01:14:52 - Trouble Will Soon Be Over




owlqaeda