Η μεγάλη νίκη των Εργατικών, οι επιπτώσεις στη Μέση Ανατολή (και την Κύπρο) και η ανάγκη ενός νεου Τσίμερβαλντ για την ευρωπαϊκή αριστερά ...
Mόνο που δεν με έβρισε ένας φίλος τις προάλλες όταν του είπα ότι δεν αποκλείω ακόμα και νίκη του Κόρμπιν στις εκλογές, αλλά σίγουρα αποκλείω περίπατο των Συντηρητικών.
Αλλά δεν ήταν μόνος του. Για ακόμα μια φορά, η μεγάλη πλειοψηφία των παρατηρητών παγκοσμίως, αλλά και των πολιτικών, έπεσαν τελείως έξω στις προβλέψεις τους. Η “πολιτική ορθότητα”, αφού κατάφερε να ελέγξει όλη τη δημόσια ζωή έπεσε θύμα της επιτυχίας της, φτάνοντας να εξαπατάει τον εαυτό της και εκλαμβάνοντας ως αλήθεια αυτό που η ίδια υπαγορεύει.
Πρόκειται για συστηματικό, όχι τυχαίο λάθος, γι’ αυτό και επαναλαμβάνεται διαρκώς, όπως έγινε στα δημοψηφίσματα της Ολλανδίας και της Βρετανίας, στις εκλογές στις ΗΠΑ, τη Γαλλία, το ισπανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και τώρα στη Βρετανία.
Σημειώνεται πάντα τέτοιο λάθος σε περιόδους βαθειάς κρίσης και μετάβασης σε νέα ιστορική εποχή. Οι άνθρωποι τείνουν να αναλύουν το μέλλον με όρους του βιωμένου παρελθόντος και παρόντος.
Διάβασα στην “Εστία” ότι η στροφή της βρετανικής και αμερικανικής αριστεράς σε εβδομηντάρηδες είναι η απόδειξη της παρακμής της. Προφανώς ο αρθρογράφος εκλαμβάνει την κρίση του συστήματος ως κρίση της αριστεράς, τη στιγμή που, σε μια σειρά κεντρικών δυτικών χωρών, είναι η αριστερά που “νεκρανασταίνεται”, όπως και η άκρα δεξιά, ακριβώς γιατί κάτι δεν πάει καθόλου καλά και οι άνθρωποι, ιδίως οι νέοι, αναζητούν επειγόντως πολιτική διέξοδο. (Ειρήσθω εν παρόδω, οι πρόφατες γαλλικές και βρετανικές εκλογές απέδειξαν ότι η εμφάνιση μιας πραγματικής, αυθεντικής αριστεράς περιορίζει δραστικά τη δύναμη της άκρας δεξιάς. Στην μεγάλη πλειοψηφία τους, οι Ευρωπαίοι πολίτες ενδιαφέρονται κυρίως για τη διατήρηση των κοινωνικών τους κατακτήσεων και της ουσιαστικής δημοκρατίας).
Ο αρθρογράφος δεν καταλαβαίνει τα κυκλικά στοιχεία στην Ιστορία, αυτής των Ιδεών περιλαμβανομένης. Πιστεύει ότι το σύστημα που ο ίδιος έμαθε, στο οποίο έζησε, πιστεύει και υπηρετεί είναι αδιατάρακτο, θα παραμείνει εσαεί στη θέση του, αμφισβητούμενο όλο και λιγότερο, στο πλαίσιο του κατά Φουκουγιάμα “Τέλους της Ιστορίας”.
Ο Κόρμπιν, ο Σάντερς και ο Μελανσόν είναι τόσο ελκτικοί ιδίως στις πολύ μικρές ηλικίες γιατί αυτές οι ηλικίες, που είναι το μέλλον, καταδικασμένες από τώρα στην επισφάλεια μέσα σε έναν κόσμο άσχημο, απαράδεκτο, επικίνδυνο, προϊστορικό και βάρβαρο, αναζητούν πολύ έντονα λύση “εκτός συστήματος” και “εκτός διαφθοράς και υποκρισίας”, είτε στη ριζοσπαστική αριστερά, είτε στη ριζοσπαστική δεξιά.
Βρίσκουν “εβδομηντάρηδες” να τους εκπροσωπήσουν, γιατί δεν βρίσκουν συχνά στις ενδιάμεσες ηλικίες άλλους, αφού έχουν σχεδόν όλοι συμβιβασθεί ή αποτραβηχτεί, κατά τη διάρκεια σχεδόν μισού αιώνα αδιατάρακτης ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού και διεθνούς κυριαρχίας του χρηματιστικού κεφαλαίου (“παγκοσμιοποίηση”). Μερικοί δεν συμβιβάστηκαν, επέμειναν και τώρα συναντούν ξανά το ιστορικό κύμα που εκφράζει το “κοινωνικό πρόβλημα”, που ξαναγίνεται τώρα επίκαιρο, όσο και πριν από δύο αιώνες, κατά τρόπο ειρωνικό τη στιγμή που πολλοί διακηρύσσουν την “υπέρβαση” της αριστεράς και της δεξιάς, μια πολιτική διάκριση που έλκει την καταγωγή από αυτό ακριβώς.
Η ορμητική είσοδος της νεολαίας και ιδίως της σπουδάζουσας στην πολιτική, έπαιξε πολύ βασικό ρόλο στην άνοδο του Σάντερς, του Μελανσόν και του Κόρμπιν.
Η νεολαία αναζητά λύση στα τεράστια κοινωνικά της προβλήματα, αλλά και νοιώθει ότι ο πλανήτης αρμενίζει πολύ στραβά. Όλα αυτά συμπυκνώνονται στην απεγνωσμένη αναζήτηση τίμιων και ειλικρινών πολιτικών. Κι όταν δεν τους βρίσκει στις μικρότερες ηλικίες, τους αναζητά στις μεγαλύτερες.
Μια πρόσφατη μελέτη στις ΗΠΑ έδειξε ότι μεταξύ των πιτσιρικάδων 16-20 ετών, το 45% θα ψήφιζε σοσιαλιστή και το 21% κομμουνιστή, σε μια χώρα δηλαδή που δεν υπάρχουν καλά καλά σοσιαλιστές και κομμουνιστές.
Ήττα του Κόμματος του Πολέμου
Όπως αποδεικνύει η κρίση με το Κατάρ, η διαρκής επανεμφάνιση σχεδίων πολέμου κατά του Άσαντ, του Ιράν και της Κορέας, τα σχέδια δηλαδή που επεξεργάστηκαν και δημοσιοποίησαν προ είκοσι ετών οι Αμερικανοί νεοσυντηρητικοί και οι φίλοι τους, στα πλαίσια αυτού που ονομάστηκε “Στρατηγική του Χάους”, παραμένουν πάντα ενεργά και απειλούν πάντα με νέα κλιμάκωση στη Μέση και την Άπω Ανατολή ,ενδεχομένως και με πυρηνική ανάφλεξη σε κάποιο σημείο.
Οι διαφορετικά ανεξήγητες πρόωρες εκλογές που προκήρυξε η Μέι αποσκοπούσαν ενδεχομένως να ξεκαθαρίσουν και την βρετανική πολιτική σκηνή από τον ενοχλητικό κύριο Κόρμπιν, την ύπαρξη του οποίου στην κορυφή ενός από τα δύο βασικά βρετανικά κόμματα, ουδέποτε ανέχθηκε το κατεστημένο της χώρας και οι διεθνείς σύμμαχοί του.
Πως θα μπορούσε η Μέι και ο ιδιαίτερα πολεμοχαρής Υπουργός της Άμυνας Φάλλον να πάνε σε νέους μεγάλους πολέμους στη Μέση Ανατολή, με επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον πρώην ηγέτη του βρετανικού αντιπολεμικού κινήματος και κατεξοχήν άνθρωπο αρχών, είτε κάποιος συμφωνεί, είτε διαφωνεί μαζί του;
Εδώ υπεισέρχεται και το ζήτημα της “ισλαμικής τρομοκρατίας”, καθώς οι επιθέσεις της στη Γαλλία και τη Βρετανία μοιάζουν σχεδόν με… εκλογικές παρεμβάσεις, δύσκολα ερμηνεύσιμες από τη σκοπιά φανατικών ισλαμιστών και της δικής τους ιδεολογίας.
Το γεγονός επισημαίνουν πλέον αρκετοί αναλυτές, που τονίζουν ότι ο ISIS φαίνεται να ενισχύεται από τη Σαουδική Αραβία, χώρα προς την οποία ο Κόρμπιν ζήτησε να διακοπούν οι πωλήσεις όπλων και να γίνουν “δύσκολες συζητήσεις”. Στο παρελθόν σύμφωνα με δημοσιεύματα της εφημερίδας Γκάρντιαν, Σαουδάραβες ιθύνοντες είχαν απειλήσει τον Τόνι Μπλερ με τρομοκρατικές επιθέσεις στη Βρετανία! (1)
Έχει πάντως ενδιαφέρον ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις, όπως απεδείχθη στις βρετανικές εκλογές, συγκινούν ασφαλώς πάντα την κοινή γνώμη, όλο και μεγαλύτερα τμήματα της οποίας αρχίζουν όμως να τη συνδέουν με την ίδια τη δυτική πολιτική στον αραβομουσουλμανικό κόσμο και να μην αντιδρούν όπως συνήθως αναμένεται.
Είτε έτσι, είτε αλλιώς, η προσπάθεια εκτόπισης του Κόρμπιν από την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος όχι μόνο απέτυχε, αλλά έγινε και μπούμερανγκ, δυσχεραίνοντας πάρα πολύ οποιαδήποτε σχέδια βρετανικής συμμετοχής σε νέο μεγάλο πόλεμο στη Μέση Ανατολή, όπως αυτό που φάνηκε να ευνοεί, με την τελευταία περιοδεία του στην περιοχή, ο Αμερικανός Πρόεδρος Τραμπ.
Δυστυχώς όμως η ήττα της Μέι δεν ήταν αρκετά εκτεταμένη ώστε να οδηγήσει σε αποτυχία τον σχεδιασμό για τη μετατροπή της Κύπρου σε προτεκτοράτο.
Λίγο μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησής της, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, δρώντας ως όργανο των ΗΠΑ, της Βρετανίας και των συμμάχων τους, και όχι ως Γραμματέας ενός Οργανισμού επιφορτισμένου με την τήρηση της διεθνούς νομιμότητας, συνεκάλεσε διάσκεψη για το κυπριακό στη Γενεύη. Αποτέλεσμα πραξικοπήματος στο εσωτερικό της Κύπρου και στην ΕΕ, η παράνομη αυτή Διάσκεψη, αντίθετη προς βασικές πρόνοιες του Κυπριακού Συντάγματος και των Συνθηκών της ΕΕ, αποσκοπεί στην υφαρπαγή του κυπριακού κράτους από τον πληθυσμό του και στη μετατροπή του σε αποικία. Εγκυμονεί επίσης τον κίνδυνο μετατροπής της Κύπρου σε Συρία, με ότι αυτό συνεπάγεται (2)
Τα μεγάλα προβλήματα της Αριστεράς
Η θεαματική επανάκαμψη μιας αυθεντικής Αριστεράς σε σημαντικές χώρες του δυτικού κόσμου, δεν σημαίνει βέβαια ότι ο δρόμος μπροστά της είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, ούτε ότι η ίδια είναι ήδη έτοιμη να αντιμετωπίσει τα τεράστια προβλήματα μπροστά της.
Ο Ζαν Λικ Μελανσόν έμοιαζε απογοητευμένος το βράδυ του πρώτου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών. Πίστευε ότι μπορούσε να περάσει στον δεύτερο γύρο και ότι όλες οι δυνατότητες θα ήταν ανοιχτές.
Ακόμα όμως κι αν κατάφερνε να εκλεγεί Πρόεδρος της Γαλλίας, πρέπει να διατηρεί κανείς σοβαρές επιφυλάξεις για το τι θα μπορούσε να κάνει στην πραγματικότητα. Υπάρχουν δύο τρόποι να δει κανείς αυτή την “αποτυχία” του. Από τη μια είναι όντως μια ¨αποτυχία”. Από την άλλη, είναι σαν η Ιστορία να κάνει, σε αυτόν και στην “Ανυπότακτη Γαλλία” ένα μεγάλο δώρο. Τους δίνει χρόνο για να ετοιμαστούν. Από το πως θα τον αξιοποιήσουν εξαρτάται το μέλλον αυτού του ρεύματος, αλλά και πολύ περισσότερα.
Μια υπενθύμιση από την Ελλάδα
Το ίδιο δώρο έκανε η ιστορία το 2012 στον Αλέξη Τσίπρα φέρνοντάς τον στο κατώφλι της εξουσίας. Αυτός όμως καβάλησε καλάμι. Αντί να χρησιμοποιήσει τον χρόνο που του δόθηκε για να οργανωθεί και να ετοιμαστεί, προτίμησε να υποτάξει την ανάγκη εκπόνησης μιας στρατηγικής αντιμετώπισης του ελληνικού προβλήματος στην επιδίωξη να κερδίσει τις εκλογές. Εξέλαβε τις επιθυμίες του ως πραγματικότητες, ελπίζοντας ότι θα έβρισκε ανώδυνο τρόπο να συμβιβαστεί με τις δυνάμεις που επιτίθενται και καταστρέφουν την Ελλάδα.
Αντί ο ΣΥΡΙΖΑ να ανοίξει και να αλλάξει ποιοτικά, προσαρμοζόμενος στο πολύ δύσκολο πρόβλημα που αντιμετώπιζε, προσπάθησε να προσαρμόσει το πρόβλημα στις δικές του διαθέσεις, δυνατότητες και μικροσυμφέροντα.
Δυνάμεις του Βαθέος Χρήματος και του άξονα ΗΠΑ-Βρετανία-Ισραήλ μπόρεσαν τελικά να χειραγωγήσουν επιδέξια την ηγετική του ομάδα, χρησιμοποιώντας τις ιδιότητές της για να τον οδηγήσουν τελικά από μόνο του στην συνθηκολόγηση και στη συντριβή.
Φυσικά, υπάρχουν πολλές διαφορές ανάμεσα στην κατάσταση στη Γαλλία, την Βρετανία και τις ΗΠΑ, όπως και πολύ σημαντικές διαφορές στις προσωπικότητες. Εντούτοις, υπάρχει και βασική δομική ομοιότητα ανάμεσα στο τι συμβαίνει στη Νότιο Ευρώπη και σε αυτές τις χώρες, γι’ αυτό και θα επανέλθουμε με πρώτη ευκαιρία στο πολύ κακά και ανακριβώς γνωστό και στην Ελλάδα και διεθνώς ελληνικό παράδειγμα.
Το πρόβλημα του υποκειμένου και του προγράμματος
Οι επιτυχίες του Σάντερς, του Μελανσόν, του Κόρμπιν επιβεβαίωσαν ότι σημαντικό μέρος των λαών συνειδητοποιεί την ανάγκη για μια ριζική στροφή προς πολιτικές πιο κοινωνικές, δημοκρατικές, οικολογικές, την ανάγκη να ανακοπεί η διαρκής πορεία προς νέους πολέμους στη Μέση Ανατολή, στην Ευρώπη (Ουκρανία), στην Άπω Ανατολή (Κορέα), στην Αφρική.
Από την άλλη, η αναδυόμενη αμερικανική, βρετανική, γαλλική αριστερά δύσκολα μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι έχει ήδη τα πολιτικά και προγραμματικά υποκείμενα που μπορούν να διεξάγουν τον πόλεμο εναντίον μιας “Αυτοκρατορίας του Χρήματος” ισχυρότερης από ποτέ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, οποιαδήποτε κυβέρνηση επιχειρήσει να εφαρμόσει τέτοιες πολιτικές θα βρεθεί αμέσως αντιμέτωπη με την πίεση των “αγορών”, σε ένα οικονομικό περιβάλλον παγκοσμιοποιημένο, όπου το χρηματιστικό κεφάλαιο έχει τεράστιες δυνατότητες να πιέσει οποιοδήποτε κράτος, αλλά και τεχνολογικά μέσα πρωτοφανούς παρακολούθησης και χειραγώγησης τόσο μικρών ηγετικών ομάδων, όσο και μεγάλων κοινωνικών συνόλων. Η προσφυγή σε έναν επικαιροποιημένο Κέινς, συνιστά μια πρώτη αλλά μάλλον πολύ ανεπαρκή απάντηση. Η δημιουργία κομμάτων και κινημάτων ικανών να απαντήσουν στις δύσκολες ανάγκες του “πολέμου” που θα χρειαστεί να διεξάγουν, για να εφαρμόσουν τις πολιτικές τους, απομένει να γίνει, δεν έχει γίνει, απλώς επειδή ορισμένοι πολιτικοί πήγαν καλά σε εκλογικές αναμετρήσεις.
Ο Σάντερς, ο Μελανσόν, ο Κόρμπιν θα ήθελαν ασφαλώς κι αυτοί να ασκήσουν μια σοσιαλδημοκρατική πολιτική. Είναι αμφίβολο όμως ότι υπάρχουν αυτά τα περιθώρια στον σημερινό καπιταλισμό.
Η προσφυγή στην αριστερή ρητορεία του 1930 είναι εντελώς παρωχημένη. Όχι όμως και τα μαθήματα από την εμπειρία της αριστεράς και των κοινωνικών κινημάτων του Εικοστού Αιώνα πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ακριβώς επειδή ο κόσμος που θεμελιώθηκε το 1945 βρίσκεται τώρα σε κρίση και απέρχεται.
Η επείγουσα, πιεστική, ελάχιστα κατανοητή ανάγκη ενός νέου “Τσίμερβαλντ”
Από την άλλη, στην Ευρώπη βρισκόμαστε άλλωστε αντικειμενικά, όλο και περισσότερο, εντός ενιαίου κράτους, ενώ εξακολουθούμε υποκειμενικά να νοιώθουμε, να νομίζουμε και να δρούμε εντός μιας εθνικής πραγματικότητας που είναι όλο και πιο εικονική.
Είναι σήμερα στην Ευρώπη, αλλά και διεθνώς, απαραίτητο για όποιον θέλει να κάνει πολιτική απέναντι και όχι εντός του “συστήματος”, όχι απλώς μια “Διεθνής”, αλλά ένα σταδιακά σχηματιζόμενο νέο διεθνές πολιτικό εργαλείο, που το ένα πόδι του θα είναι βαθιά ριζωμένο στις εθνικές πραγματικότητες, το άλλο στη διεθνή. Χρειάζεται δηλαδή μια “διάσκεψη του Τσίμερβαλντ ΙΙ” (2), που να συγκεντρώσει τις δυνάμεις που συνδυάζουν σοβαρότητα και ριζοσπαστικότητα, λαϊκότητα και εθνικό ρίζωμα.
Τέτοιο ρόλο δεν μπορεί να παίξει ούτε βέβαια η Σοσιαλιστική Διεθνής και το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, ούτε όμως και η αυτοαποκαλούμενη ριζοσπαστική Ευρωπαϊκή Αριστερά.
Χρειάζεται κάτι καινούριο.
Μετά άλλωστε τις μεγάλες τραγωδίες και αποτυχίες της Αριστεράς κατά τον 20ό αιώνα, παραμένει ανοιχτό ζήτημα ένα εναλλακτικό όραμα για τον κόσμο τον 21ο αιώνα.
Προς το παρόν ούτε η δυτική αριστερά, ούτε η Ρωσία, η Κίνα ή οι BRIICS διαθέτουν τέτοιο όραμα, στρατηγικά απαραίτητο για μια νικηφόρα αντιπαράθεση με το Χάος και την Καταστροφή που οργανώνει το παγκόσμιο Χρήμα, δρώντας όπως ο καρκίνος στο σώμα του ανθρώπινου Γένους.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Για το θέμα της ισλαμικής τρομοκρατίας και της ευρωπαϊκής πολιτικής δες ενδεικτικά:
3 Η Διάσκεψη του Τσίμερβαλντ συνήλθε το 1915 στην ομώνυμη πόλη της Ελβετίας συγκεντρώνοντας τους λίγους Σοσιαλιστές που δεν είχαν συμβιβασθεί με τη φιλοπόλεμη πολιτική των κυβερνήσεών τους κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπήρξε ο θεμέλιος λίθος στην πορεία που οδήγησε στη Ρωσική Επανάσταση του 1917.
του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου