Το "αραβικό ΝΑΤΟ" διχάζεται προτού ιδρυθεί
Το "αραβικό ΝΑΤΟ" διχάζεται προτού ιδρυθεί.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
Η νέα αμερικανική πολιτική στη Μ. Ανατολή και οι ανησυχίες της Τουρκίας.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
Η νέα αμερικανική πολιτική στη Μ. Ανατολή και οι ανησυχίες της Τουρκίας.
Το "αραβικό ΝΑΤΟ" διχάζεται προτού ιδρυθεί.
Πριν από μόλις δύο εβδομάδες ο Donald Trump επέλεγε το Ριάντ ως τον πρώτο σταθμό της πρώτης προεδρικής περιοδείας του στο εξωτερικό και διακήρυσσε ενώπιον των δεκάδων ηγετών της περιοχής που έλαβαν μέρος στην Αραβο-Ισλαμο-Αμερικανική Σύνοδο Κορυφής την θέλησή του να ενισχύσει (και με επικερδείς εξοπλιστικές συμφωνίες) τις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου στην αντιπαράθεσή τους με το Ιράν. Η δημιουργία ενός "αραβικού ΝΑΤΟ” αποτελούσε τη συζήτηση των ημερών.
Πριν από μόλις δύο εβδομάδες ο Donald Trump επέλεγε το Ριάντ ως τον πρώτο σταθμό της πρώτης προεδρικής περιοδείας του στο εξωτερικό και διακήρυσσε ενώπιον των δεκάδων ηγετών της περιοχής που έλαβαν μέρος στην Αραβο-Ισλαμο-Αμερικανική Σύνοδο Κορυφής την θέλησή του να ενισχύσει (και με επικερδείς εξοπλιστικές συμφωνίες) τις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου στην αντιπαράθεσή τους με το Ιράν. Η δημιουργία ενός "αραβικού ΝΑΤΟ” αποτελούσε τη συζήτηση των ημερών.
Και όμως: στο διάστημα που μεσολάβησε οι αραβικές μοναρχίες βρέθηκαν στη δίνη μιας νέας σύγκρουσης ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ. Μιας σύγκρουσης που, ενώ καταβάλλεται προσπάθεια να αποδοθεί στην παρεμβολή των fake news, έχει αιτίες απολύτως πραγματικές.
Δύο μέρες μετά την επιστροφή του από τη Σύνοδο του Ριάντ, ο Εμίρης του Κατάρ Tamim bin Hamad al-Thani εκφώνησε, σε ζωντανή μετάδοση από την τηλεόραση του εμιράτου, ομιλία σε στρατιωτική τελετή στην οποία εξήρε τον "σταθεροποιητικό” ρόλο του Ιράν και τις εξαιρετικές σχέσεις του με τη χώρα του.
Παράλληλα, συνέστησε επιφύλαξη έναντι του Trump, εφόσον αυτός βάλλεται πολιτικά στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ενώ υπεραμύνθηκε των σχέσεων του εμιράτου με την Μουσουλμανική Αδελφότητα. "Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να μας κατηγορεί για τρομοκρατία” είπε "μόνο και μόνο επειδή έχει χαρακτηρίσει την Μουσουλμανική Αδελφότητα ως τρομοκρατική οργάνωση ή δεν ανέχεται το είδος της αντίστασης που υιοθετούν η Χαμάς και η Χεζμπολλάχ”.
Το ζήτημα των σχέσεων του Κατάρ με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα είχε βρεθεί στο επίκεντρο και παλαιότερης σύγκρουσης του εμιράτου με τις λοιπές αραβικές μοναρχίες το 2014, λίγο μετά την άνοδο στην εξουσία του τωρινού εμίρη έπειτα από αιφνιδιαστική παραίτηση του πατέρα του. Η δυναστεία των Σαούντ υποψιάζεται την Μουσουλμανική Αδελφότητα ότι απεργάζεται την ανατροπή της – και πάντως δυσφορεί με τις φιλοδοξίες που με κάθε τρόπο εκδηλώνει το Κατάρ, ο μικρός γείτονας που ξέφυγε από την αφάνεια κυρίως χάρη στα έσοδα από την εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου που έχει σιωπηρά μοιραστεί με το Ιράν.
Οι δηλώσεις του Εμίρη Tamim προκάλεσαν θύελλα στο Ριαντ και άλλες πρωτεύουσες του Περσικού Κόλπου. Σύντομα το Κατάρ βρέθηκε να προσπαθεί να καλύψει τα ίχνη του, υποστηρίζοντας ότι το καταριανό πρακτορείο ειδήσεων έπεσε θύμα κυβερνοεπίθεσης. Ωστόσο, δεν πρόκειται για μεμονωμένες δηλώσεις: ο Εμίρης συνεχάρη τηλεφωνικά τον Hassan Rowhani για την νίκη του στις ιρανικές προεδρικές εκλογές, ενώ στις 18 Μαϊου ο καταριανός υπουργός Εξωτερικών ξεκαθάρισε σε συνέντευξη στο Arab News ότι η χώρα του δεν θα αποκηρύξει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Σαουδική Αραβία, Μπαχρέιν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανακάλεσαν τους πρεσβευτές τους από τη Ντόχα και μπλόκαραν την εκπομπή του καταριανών συμφερόντων δικτύου Al Jazeera. Τις κινήσεις αυτές μιμήθηκε και η Αίγυπτος του στρατάρχη Sisi, που ήρθε στα πράγματα μετά την ανατροπή του ισλαμιστή προέδρου Morsi και δεν ξεχνά ότι το εμιράτο φιλοξενεί και έχει πολιτογραφήσει τον πιο προβεβλημένο κληρικό της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, τον Αιγύπτιο Yussef al-Qaraqawi. Επιπλέον, 200 Σαουδάραβες ανώτεροι κληρικοί και απόγονοι του ιδρυτή του ουχαβισμού (επίσημου δόγματος της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ) με ανοιχτή επιστολή τους αμφισβητούν την θρησκευτική ορθοδοξία του εμιράτου – σε μία πρωτοφανή μεταξύ αραβικών μοναρχιών κίνηση απονομιμοποίησης.
Στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση Trump στέλνει προς το παρόν φιλικά μηνύματα προς το Εμιράτο: ο Trump συνάντησε ιδιαιτέρως τον Εμίρη στο περιθώριο της Συνόδου του Ριάντ, ο υπουργός Άμυνας James Mattis επισκέφθηκε τη Ντόχα και ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Rex Tillerson δέχθηκε τον καταριανό ομόλογό του. Δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά με μία χώρα που φιλοξενεί τη ν έδρα της αμερικανικής Κεντρικής Διοίκησης (CENTCOM) και που με το θηριώδες κρατικό επενδυτικό ταμείο της μπορεί να κάνει πολλά για να "κάνει μεγάλη ξανά την Αμερική”. Όμως, ανεπίσημοι παράγοντες, κυρίως του πολιτικού κλίματος των νεοσυντηρητικών, κατηγορούν το Κατάρ ότι "φιλοξενεί τα πιο επικίνδυνα και ριζοσπαστικά στοιχεία”, ότι "δεν αποτελεί σύμμαχο” και ότι "οφείλει να αλλάξει συμπεριφορά”.
Στην πραγματικότητα, και παρά τις ιδιοτελείς βλέψεις του Κατάρ, το εμιράτο δεν είναι ο μόνος παίκτης στην περιοχή που αρνείται τη λογική της κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης με το Ιράν, που απέκτησε και τις ευλογίες του Trump. Λ.χ. ο σουλτάνος του Ομάν δεν παρέστη στη Σύνοδο του Ριάντ και η χώρα του φιλοξενεί εμπιστευτικές συνομιλίες για τον τερματισμό της σύγκρουσης στην Υεμένη, όπως παλαιότερα φιλοξένησε τις πρώτες επαφές της Τεχεράνης με την κυβέρνηση Obama. Tο Πακιστάν (μεγαλύτερη στρατιωτική και μόνη πυρηνική δύναμη του ισλαμικού κόσμου) έχει επιδεικτικά κρατηθεί εκτός της σύγκρουσης στην Υεμένη, παρά τις εκκλήσεις της Σαουδικής Αραβίας.
Όσο για το θέμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας η Τουρκία του Tayyip Erdogan επίσης θα δυσκολευτεί εξαιρετικά να συνταχθεί με τη σαουδαραβική θέση.
Του Κώστα Ράπτη
Η επίσκεψη Τράμπ στη Μέση Ανατολή έδωσε σαφή μηνύματα της νέας αμερικανικής πολιτικής στη Μέση Ανατολή, η οποία, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στα Βαλκάνια, διαμορφώνουν το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί και η ελληνική διπλωματία.
Το ερώτημα είναι ποιες οι ευκαιρίες και ποιες οι δυνατότητες ελληνικών κινήσεων.
Στο μεσανατολικό χώρο τρείς είναι οι χώρες που διεκδικούσαν το ρόλο της περιφερειακής δύναμης: η Τουρκία, το Ιράν και η Σαουδική Αραβία.
Ο κ. Τράμπ, επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία, άρα έδειξε την προτίμησή του στο ανταγωνιστικό τρίγωνο, δήλωσε την αντίθεσή του απέναντι στο Ιράν, την άλλη κορυφή του τριγώνου και παρέκαμψε την Τουρκία, η οποία βρίσκεται σε διπλωματική απομόνωση και ο ηγέτης της αγωνίζεται να την ξαναβάλει στο παιχνίδι.
Η Τουρκία, φαίνεται πως θα περάσει δύσκολη περίοδο και αυτό το αντιλαμβάνεται πολύ καλά ο κ. Ερντογάν.
Παρά τη συμφωνία που υπέγραψε με τη Ρωσία για την αποκατάσταση των τουρκο-ρωσικών σχέσεων, αισθάνεται την απομόνωσή του από την Ευρώπη και καταβάλει προσπάθειες βελτίωσης των τουρκοευρωπαϊκών σχέσεων, με την επανάληψη του μοτίβο, από επίσημα πρόσωπα της κυβέρνησής του, ότι η Ευρώπη παραμένει σταθερή επιλογή της τουρκικής στρατηγικής. Σταθερή επιλογή της Τουρκίας υπήρξε, μονίμως, η Ευρώπη αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η Άγκυρα θα ήθελε ποτέ την πλήρη ένταξή της στις ευρωπαϊκές δομές. Η πλήρης ένταξη θα συνεπαγόταν αλλαγές που ούτε η κεμαλική, ούτε η ισλαμική Τουρκία είναι διατεθειμένες να κάνουν. Αυτή η διάσταση είναι καλά γνωστή και στις δύο πλευρές.
Είναι τόσο το βάρος της απομόνωσης που αισθάνεται ο κ. Ερντογάν που φέρεται αποφασισμένος να αλλάξει τον νυν υπουργό εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου με τον εκπρόσωπο της προεδρίας Ιμπραήμ Καλίν, μια ακαδημαϊκή προσωπικότητα με παρουσία και σχέσεις με τις ΗΠΑ. Είναι λογικό η ελάχιστα διπλωματική συμπεριφορά του κ. Τσαβούσογλου, την κρίσιμη περίοδο των εκλογών για το δημοψήφισμα στην Τουρκία να ενόχλησε, ιδιαιτέρως, τους ευρωπαίους.
Οι δυνάμεις, όμως, των ευρωπαϊκών συμπεριλαμβανομένων, έχουν μακρά ιστορία διαχείρισης χωρών όπως η Τουρκία σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας τους. Ό,τι και να κάνει η Τουρκία αυτήν την περίοδο βρίσκεται σε πολύ κρίσιμη εσωτερική και εξωτερική κατάσταση.
Στο εσωτερικό πληροφορίες φέρουν τον κ. Ερντογάν να αλλάζει συνεχώς κατάλυμα για ύπνο, να κυκλοφορεί φορώντας μονίμως το αλεξίσφαιρο γιλέκο του και να ανησυχεί συνεχώς για την βιολογική του επιβίωση.
Στο μεσανατολικό χώρο, τα περιγράφει όλα η ρήση που αποδίδεται στον ίδιο: αν δεν βρίσκεσαι στο πεδίο (σς: στρατιωτικό πεδίο), θα βρίσκεσαι στο τραπέζι για το μενού.
Έτσι, η Τουρκία βρίσκεται στο στρατιωτικό πεδίο της Συρίας και του Ιράκ, προσπαθεί να εδραιωθεί με τοπικές δυνάμεις- συμμάχους της αλλά, στο τραπέζι της μοιρασιάς δεν θα παρακαθήσει. Και δεν αποκλείεται, καθόλου, να αποτελέσει μέρος του μενού.
Η επίσκεψη Τράμπ στην περιοχή το επιβεβαίωσε. Η Ρωσία μόνη της δεν μπορεί να βάλει την Τουρκία στο τραπέζι, αν και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η Μόσχα το θέλει. Οι ρωσοτουρικές σχέσεις είναι, στρατηγικά, ανταγωνιστικές. Το ιστορικό παρελθόν τους αλλά και η πρόσφατη εξέλιξή τους (ας παραβλέψουμε την πρόσκαιρη βελτίωσή τους λόγω σκοπιμοτήτων), το επιβεβαιώνουν.
Η προτίμηση, λοιπόν, των ΗΠΑ, στο ανταγωνιστικό τρίγωνο της Μέσης Ανατολής (Τουρκία, Ιράν, Σαουδική Αραβία) στο Ριάντ, δεν προδιαγράφει ευοίωνο μέλλον για την Άγκυρα.
Έχει, όμως, και μια ακόμη, ουσιαστική επίπτωση.
Πέραν των γνωστών οικονομικών συμφωνιών που συνήφθησαν μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας, υπάρχει και μια συμφωνία για την υποστήριξη, εκ μέρους της Σαουδικής Αραβίας, ενός ιδρύματος στις ΗΠΑ το οποίο θα επιχειρήσει να αλλάξει την εικόνα του Ισλάμ στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτό προϋποθέτει κάποιον εξαγνισμό της ίδιας της Σαουδικής Αραβίας ως χώρας που υποστήριξε την τρομοκρατία.
Όμως ο ISIS υποστηρίχτηκε παντοιοτρόπως στην περιοχή από το βασίλειο και η υποστήριξη αυτή κάπου θα πρέπει να αποδοθεί.
Το σχέδιο προβλέπει η ευθύνη της υποστήριξης της τρομοκρατίας να αποδοθεί στο Κατάρ και εν μέρει στην Τουρκία, χώρες που, πράγματι είχαν τεράστια συμβολή.
Η Τουρκία αντιδρά με τον τρόπο της αλλά και το Κατάρ αντιλαμβανόμενο τις συνέπειες μιας τέτοιας χρέωσης, αναζητά τρόπο να ελιχθεί. Εκείνο που φαίνεται να επιλέγει είναι η συνεργασία του με το Ιράν.
Το Ιράν, λοιπόν, διαμορφώνει συσχετισμούς που δεν είναι αμελητέοι στην περιοχή. Και το ίδιο, άλλωστε, είναι μια αξιοσημείωτη περιφερειακή δύναμη στην οποία βασίζονταν οι ΗΠΑ μέχρι την πτώση του Σάχη και την άνοδο του Χομεϊνί το 1979.
Ένας, λοιπόν, ανταγωνισμός Κατάρ- Σαουδικής Αραβίας αναδύεται στην περιοχή ο οποίος απειλεί να ανατρέψει τις ενδοαραβικές συμμαχίες του κόλπου.
Οι γεωπολιτικές επιδιώξεις του Ιράν στην περιοχή είναι μέσω του Ιράκ, στο οποίο η κυβέρνηση είναι φιλικά διακείμενη προς την Τεχεράνη και στο οποίο διαθέτει και αξιόλογη στρατιωτική παρουσία, και του λεγόμενου συριακού διαδρόμου να διαμορφώσει πρόσβαση μέχρι τη Μεσόγειο που να καταλήγει στο Λίβανο όπου βρίσκεται η ισχυρή σιιτική δύναμη της Χεζμπολάχ, φίλα, επίσης, προσκείμενη προς το Ιράν.
Ο έλεγχος, αυτής της πρόσβασης θα έχει πολλαπλά οφέλη για το Ιράν, μεταξύ των οποίων και η δυνατότητα κατασκευής αγωγού για τα ενεργειακά του αποθέματα.
Για να εμποδίσουν αυτήν την ιρανική επιδίωξη, οι ΗΠΑ, μαζί με άλλες ενδιαφερόμενες αραβικές σουνιτικές δυνάμεις της περιοχής, έχουν ανοίξει μέτωπο στην ανατολική Συρία με στόχο να εμποδιστεί η ιρανική πρόσβαση.
Η Ρωσία δεν ενδιαφέρεται για τις ανατολικές συριακές περιοχές, παρά μόνο για την επιβίωση του καθεστώτος Άσσαντ και τις περιοχές στις οποίες η Μόσχα διαθέτει βάσεις (ναυτική στην Ταρσό και αεροπορική στη Λατάκεια), οι οποίες βρίσκονται στα μεσογειακά παράλια.
Εκείνο που αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες είναι να απελευθερωθεί, στο Ιράκ, από το Ισλαμικό Κράτος η Μοσούλη, και να προωθηθεί η πολιορκία της Ράκας, οιονεί πρωτεύουσας των Ισλαμιστών στη Συρία.
Ο πόλεμος στη Συρία και το Ιράκ δεν έχει, ακόμη, τελειώσει, αλλά άρχισαν να διαφαίνονται τα δυνητικά αποτελέσματά του.
Το Ισλαμικό Κράτος θα ηττηθεί, στο Βόρειο Ιράκ θα ανεξαρτητοποιηθούν οι Κούρδοι, στη Συρία θα συγκροτηθεί και θα λειτουργήσει ο κουρδικός διάδρομος ο οποίος θα βγεί μέχρι τη θάλασσα, μάλλον, από το συριακό έδαφος και όχι με την αποκοπή του Χατάϊ (Τουρκία) και θα αρχίσει να επαναδιαμορφώνεται μια νέα σχέση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, σχέση στην οποία θα εμπλακούν και οι σουνητικές δυνάμεις της περιοχής, όπως η Σαουδική Αραβία.
Στο βάθος αυτής της εξέλιξης υπάρχει πρόβλεψη και για το παλαιστινιακό αλλά και για το μέλλον της Τουρκίας. Για την τελευταία, όπως περιγράφηκε παραπάνω, τα μηνύματα είναι ανησυχητικά. Το πιο ανησυχητικό, όμως, που διακρίνεται είναι το μέλλον του ίδιου του κ. Ερντογάν.
Σε επόμενο κείμενό μας θα περιγράψουμε το βαλκανικό και κεντρασιατικό πλαίσιο, πριν αναζητήσουμε μια νέα πολιτική για την ανάπτυξη των ελληνικών σχέσεων στην ευρύτερη περιοχή.
Π.Σαββίδης
http://www.anixneuseis.gr/?p=168814
3/6/2017
Το ερώτημα είναι ποιες οι ευκαιρίες και ποιες οι δυνατότητες ελληνικών κινήσεων.
Στο μεσανατολικό χώρο τρείς είναι οι χώρες που διεκδικούσαν το ρόλο της περιφερειακής δύναμης: η Τουρκία, το Ιράν και η Σαουδική Αραβία.
Ο κ. Τράμπ, επισκέφθηκε τη Σαουδική Αραβία, άρα έδειξε την προτίμησή του στο ανταγωνιστικό τρίγωνο, δήλωσε την αντίθεσή του απέναντι στο Ιράν, την άλλη κορυφή του τριγώνου και παρέκαμψε την Τουρκία, η οποία βρίσκεται σε διπλωματική απομόνωση και ο ηγέτης της αγωνίζεται να την ξαναβάλει στο παιχνίδι.
Η Τουρκία, φαίνεται πως θα περάσει δύσκολη περίοδο και αυτό το αντιλαμβάνεται πολύ καλά ο κ. Ερντογάν.
Παρά τη συμφωνία που υπέγραψε με τη Ρωσία για την αποκατάσταση των τουρκο-ρωσικών σχέσεων, αισθάνεται την απομόνωσή του από την Ευρώπη και καταβάλει προσπάθειες βελτίωσης των τουρκοευρωπαϊκών σχέσεων, με την επανάληψη του μοτίβο, από επίσημα πρόσωπα της κυβέρνησής του, ότι η Ευρώπη παραμένει σταθερή επιλογή της τουρκικής στρατηγικής. Σταθερή επιλογή της Τουρκίας υπήρξε, μονίμως, η Ευρώπη αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η Άγκυρα θα ήθελε ποτέ την πλήρη ένταξή της στις ευρωπαϊκές δομές. Η πλήρης ένταξη θα συνεπαγόταν αλλαγές που ούτε η κεμαλική, ούτε η ισλαμική Τουρκία είναι διατεθειμένες να κάνουν. Αυτή η διάσταση είναι καλά γνωστή και στις δύο πλευρές.
Είναι τόσο το βάρος της απομόνωσης που αισθάνεται ο κ. Ερντογάν που φέρεται αποφασισμένος να αλλάξει τον νυν υπουργό εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου με τον εκπρόσωπο της προεδρίας Ιμπραήμ Καλίν, μια ακαδημαϊκή προσωπικότητα με παρουσία και σχέσεις με τις ΗΠΑ. Είναι λογικό η ελάχιστα διπλωματική συμπεριφορά του κ. Τσαβούσογλου, την κρίσιμη περίοδο των εκλογών για το δημοψήφισμα στην Τουρκία να ενόχλησε, ιδιαιτέρως, τους ευρωπαίους.
Οι δυνάμεις, όμως, των ευρωπαϊκών συμπεριλαμβανομένων, έχουν μακρά ιστορία διαχείρισης χωρών όπως η Τουρκία σε κρίσιμες στιγμές της ιστορίας τους. Ό,τι και να κάνει η Τουρκία αυτήν την περίοδο βρίσκεται σε πολύ κρίσιμη εσωτερική και εξωτερική κατάσταση.
Στο εσωτερικό πληροφορίες φέρουν τον κ. Ερντογάν να αλλάζει συνεχώς κατάλυμα για ύπνο, να κυκλοφορεί φορώντας μονίμως το αλεξίσφαιρο γιλέκο του και να ανησυχεί συνεχώς για την βιολογική του επιβίωση.
Στο μεσανατολικό χώρο, τα περιγράφει όλα η ρήση που αποδίδεται στον ίδιο: αν δεν βρίσκεσαι στο πεδίο (σς: στρατιωτικό πεδίο), θα βρίσκεσαι στο τραπέζι για το μενού.
Έτσι, η Τουρκία βρίσκεται στο στρατιωτικό πεδίο της Συρίας και του Ιράκ, προσπαθεί να εδραιωθεί με τοπικές δυνάμεις- συμμάχους της αλλά, στο τραπέζι της μοιρασιάς δεν θα παρακαθήσει. Και δεν αποκλείεται, καθόλου, να αποτελέσει μέρος του μενού.
Η επίσκεψη Τράμπ στην περιοχή το επιβεβαίωσε. Η Ρωσία μόνη της δεν μπορεί να βάλει την Τουρκία στο τραπέζι, αν και δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι η Μόσχα το θέλει. Οι ρωσοτουρικές σχέσεις είναι, στρατηγικά, ανταγωνιστικές. Το ιστορικό παρελθόν τους αλλά και η πρόσφατη εξέλιξή τους (ας παραβλέψουμε την πρόσκαιρη βελτίωσή τους λόγω σκοπιμοτήτων), το επιβεβαιώνουν.
Η προτίμηση, λοιπόν, των ΗΠΑ, στο ανταγωνιστικό τρίγωνο της Μέσης Ανατολής (Τουρκία, Ιράν, Σαουδική Αραβία) στο Ριάντ, δεν προδιαγράφει ευοίωνο μέλλον για την Άγκυρα.
Έχει, όμως, και μια ακόμη, ουσιαστική επίπτωση.
Πέραν των γνωστών οικονομικών συμφωνιών που συνήφθησαν μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας, υπάρχει και μια συμφωνία για την υποστήριξη, εκ μέρους της Σαουδικής Αραβίας, ενός ιδρύματος στις ΗΠΑ το οποίο θα επιχειρήσει να αλλάξει την εικόνα του Ισλάμ στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτό προϋποθέτει κάποιον εξαγνισμό της ίδιας της Σαουδικής Αραβίας ως χώρας που υποστήριξε την τρομοκρατία.
Όμως ο ISIS υποστηρίχτηκε παντοιοτρόπως στην περιοχή από το βασίλειο και η υποστήριξη αυτή κάπου θα πρέπει να αποδοθεί.
Το σχέδιο προβλέπει η ευθύνη της υποστήριξης της τρομοκρατίας να αποδοθεί στο Κατάρ και εν μέρει στην Τουρκία, χώρες που, πράγματι είχαν τεράστια συμβολή.
Η Τουρκία αντιδρά με τον τρόπο της αλλά και το Κατάρ αντιλαμβανόμενο τις συνέπειες μιας τέτοιας χρέωσης, αναζητά τρόπο να ελιχθεί. Εκείνο που φαίνεται να επιλέγει είναι η συνεργασία του με το Ιράν.
Το Ιράν, λοιπόν, διαμορφώνει συσχετισμούς που δεν είναι αμελητέοι στην περιοχή. Και το ίδιο, άλλωστε, είναι μια αξιοσημείωτη περιφερειακή δύναμη στην οποία βασίζονταν οι ΗΠΑ μέχρι την πτώση του Σάχη και την άνοδο του Χομεϊνί το 1979.
Ένας, λοιπόν, ανταγωνισμός Κατάρ- Σαουδικής Αραβίας αναδύεται στην περιοχή ο οποίος απειλεί να ανατρέψει τις ενδοαραβικές συμμαχίες του κόλπου.
Οι γεωπολιτικές επιδιώξεις του Ιράν στην περιοχή είναι μέσω του Ιράκ, στο οποίο η κυβέρνηση είναι φιλικά διακείμενη προς την Τεχεράνη και στο οποίο διαθέτει και αξιόλογη στρατιωτική παρουσία, και του λεγόμενου συριακού διαδρόμου να διαμορφώσει πρόσβαση μέχρι τη Μεσόγειο που να καταλήγει στο Λίβανο όπου βρίσκεται η ισχυρή σιιτική δύναμη της Χεζμπολάχ, φίλα, επίσης, προσκείμενη προς το Ιράν.
Ο έλεγχος, αυτής της πρόσβασης θα έχει πολλαπλά οφέλη για το Ιράν, μεταξύ των οποίων και η δυνατότητα κατασκευής αγωγού για τα ενεργειακά του αποθέματα.
Για να εμποδίσουν αυτήν την ιρανική επιδίωξη, οι ΗΠΑ, μαζί με άλλες ενδιαφερόμενες αραβικές σουνιτικές δυνάμεις της περιοχής, έχουν ανοίξει μέτωπο στην ανατολική Συρία με στόχο να εμποδιστεί η ιρανική πρόσβαση.
Η Ρωσία δεν ενδιαφέρεται για τις ανατολικές συριακές περιοχές, παρά μόνο για την επιβίωση του καθεστώτος Άσσαντ και τις περιοχές στις οποίες η Μόσχα διαθέτει βάσεις (ναυτική στην Ταρσό και αεροπορική στη Λατάκεια), οι οποίες βρίσκονται στα μεσογειακά παράλια.
Εκείνο που αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες είναι να απελευθερωθεί, στο Ιράκ, από το Ισλαμικό Κράτος η Μοσούλη, και να προωθηθεί η πολιορκία της Ράκας, οιονεί πρωτεύουσας των Ισλαμιστών στη Συρία.
Ο πόλεμος στη Συρία και το Ιράκ δεν έχει, ακόμη, τελειώσει, αλλά άρχισαν να διαφαίνονται τα δυνητικά αποτελέσματά του.
Το Ισλαμικό Κράτος θα ηττηθεί, στο Βόρειο Ιράκ θα ανεξαρτητοποιηθούν οι Κούρδοι, στη Συρία θα συγκροτηθεί και θα λειτουργήσει ο κουρδικός διάδρομος ο οποίος θα βγεί μέχρι τη θάλασσα, μάλλον, από το συριακό έδαφος και όχι με την αποκοπή του Χατάϊ (Τουρκία) και θα αρχίσει να επαναδιαμορφώνεται μια νέα σχέση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, σχέση στην οποία θα εμπλακούν και οι σουνητικές δυνάμεις της περιοχής, όπως η Σαουδική Αραβία.
Στο βάθος αυτής της εξέλιξης υπάρχει πρόβλεψη και για το παλαιστινιακό αλλά και για το μέλλον της Τουρκίας. Για την τελευταία, όπως περιγράφηκε παραπάνω, τα μηνύματα είναι ανησυχητικά. Το πιο ανησυχητικό, όμως, που διακρίνεται είναι το μέλλον του ίδιου του κ. Ερντογάν.
Σε επόμενο κείμενό μας θα περιγράψουμε το βαλκανικό και κεντρασιατικό πλαίσιο, πριν αναζητήσουμε μια νέα πολιτική για την ανάπτυξη των ελληνικών σχέσεων στην ευρύτερη περιοχή.
Π.Σαββίδης
http://www.anixneuseis.gr/?p=168814
3/6/2017