Το Ισραήλ τελειοποιεί την «τεχνολογία θανάτου» στους Παλαιστίνιους και την πουλάει.

  

Κλείνοντας 50 χρόνια από τον πόλεμο των έξι ημερών του Ισραήλ εναντίον των γειτονικών του αραβικών κρατών και των Παλαιστινίων, προκύπτει μία ακόμη ενδιαφέρουσα πτυχή αυτής της διαρκούς κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών: Της μετατροπής τους σε πεδία δοκιμών νέων όπλων και τακτικών επιτήρησης και καταστολής, οι οποίες στη συνέχεια εξάγονται από το Ισραήλ σε άλλες χώρες.

Στις 5 Μαρτίου, ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης, ‘Αντριου Κουόμο, πέταξε στο Ισραήλ σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τους Εβραίους εν μέσω μιας έκρηξης αντισημιτισμού στην Νέα Υόρκη. Ωστόσο το ταξίδι αυτό αποτέλεσε και την έναρξη ενός νέου σχέδιου που θα έφερνε το Ισραήλ και την Νέα Υόρκη πιο κοντά. Από το περίφημο ξενοδοχείο «Βασιλιάς Δαυίδ», ο Κουόμο ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας  επιτροπής Νέας Υόρκης - Ισραήλ, μια πρωτοβουλία για την ενίσχυση των ήδη ισχυρών δεσμών μεταξύ του Ισραήλ και της πολιτείας με τον μεγαλύτερο αριθμό Εβραίων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η επιτροπή θα επικεντρωθεί κατά κύριο λόγο στη σύνδεση του μηχανισμού επιβολής του νόμου στη Νέα Υόρκη με τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας. Ο Κουόμο δεν έχασε χρόνο για να ξεκινήσει αυτή την πρωτοβουλία.

Μόλις μια ώρα μετά τη συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο, ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης ήταν έξω από το αρχηγείο της αστυνομίας της Παλαιάς Πόλης της Ιερουσαλήμ, δίπλα στον υπουργό Δημόσιας Ασφάλειας και Στρατηγικών Υποθέσεων του Ισραήλ, Gilad Erdan, με θαυμάζοντας την ικανότητα του Ισραήλ να διατηρεί την Ιερουσαλήμ ασφαλή. Ο Κουόμο είπε ότι η χρήση της τεχνολογίας από τις δυνάμεις ασφαλείας των Ισραηλινών είναι «κάτι από το οποίο μπορούμε να μάθουμε» και πρόσθεσε ότι θα ήθελε να μάθουν οι κατασταλτικοί μηχανισμοί της πολιτείας του από τους Ισραηλινούς, πώς να καταπολεμούν την τρομοκρατική απειλή των «μοναχικών λύκων» (σσ. όρος που περιγράφει την δράση μεμονωμένων τρομοκρατών χωρίς υποστήριξη ή συγκεκριμένη εντολή).

Οι αστυνομικοί της Νέας Υόρκης δεν θα είναι οι μόνοι που πρόκειται να διδαχθούν από το Ισραήλ. Από το 2001 εκατοντάδες Αμερικανοί αστυνομικοί πήγαν στο Ισραήλ, οι περισσότεροι στο πλαίσιο φιλο-ισραηλινών ομάδων, για συζητήσουν και να ανταλλάξουν τεχνογνωσία με τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας. Τόσο αυτές οι επισκέψεις, όσο και οι έπαινοι του Κουόμο στην ισραηλινή αστυνομία, αποτελούν το αποκορύφωμα της κοινής αντίληψης για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία του Ισραήλ στον τομέα της ασφάλειας.

Λόγω αυτής της φήμης, τα ισραηλινά όπλα και οι εταιρείες ασφάλειας και επιτήρησης - οι οποίες, παρεμπιπτόντως, αποτελούν ένα βασικό κομμάτι της ισραηλινής οικονομίας - έχουν καταστεί διάσημα σε πάρα πολλές χώρες. Τέτοιες εταιρείες εξάγουν δισεκατομμύρια δολάρια εξοπλισμού και εργαλείων κατασκοπείας σχεδόν σε όλες τις γωνιές του κόσμου. Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό; «Όλες οι ισραηλινές εταιρείες θα απαντήσουν αμέσως στην ερώτηση: Έχουμε πραγματική εμπειρία και έχουμε δοκιμάσει αυτά τα όπλα σε ανθρώπους», λέει ο Shir Hever, Ισραηλινός ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου «Η πολιτική οικονομία της κατοχής».

Η 5η Ιουνίου 2017 αποτέλεσε την 50ή επέτειο του «πολέμου των έξι ημερών», κατά τον οποίο το Ισραήλ νίκησε τους γειτονικούς αραβικούς στρατούς και κατέλαβε την Δυτική Όχθη, την Γάζα και την Ανατολική Ιερουσαλήμ - δηλαδή τα κατεχόμενα, έκτοτε, παλαιστινιακά εδάφη - καθώς και την αιγυπτιακή χερσόνησο του Σινά και τα συριακά υψώματα του Γκολάν. Αργότερα το Ισραήλ αποσύρθηκε από την χερσόνησο του Σινά, ωστόσο παραμένει η κατοχή σε μέρος των υψωμάτων του Γκολάν και σε όλα τα παλαιστινιακά εδάφη.

Όλο αυτό το διάστημα της κατοχής, ο ισραηλινός στρατός, η συνοριοφυλακή και η αστυνομία, ανέπτυξαν όλο και πιο εξελιγμένους τρόπους να κρατούν τους Παλαιστίνιους υπό έλεγχο. Και το Ισραήλ εισπράττει από την εμπειρία του στην κατοχή και την αστυνόμευση. Οι Ισραηλινές εταιρείες όπλων και ασφάλειας ιδρύονται κατά κανόνα από βετεράνους του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών που έχουν πείρα στη επιβολή και διατήρηση καθεστώτος ελέγχου του Ισραήλ στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Μετά τη στρατιωτική τους θητεία - η οποία απαιτείται για τους περισσότερους Ισραηλινούς στην ηλικία των 18 ετών - πολλοί νέοι βετεράνοι είτε σχηματίζουν εξαρχής είτε ενώνονται με εταιρείες όπλων ή κατασκοπείας, εμπορευόμενοι την στρατιωτική τους προϋπηρεσία, προκειμένου να αποκομίσουν τεράστια κέρδη από την πώληση όπλων καταστολής.

Για τους επικριτές των ισραηλινών δυνάμεων ασφαλείας, αυτή η διαδικασία έχει οδηγήσει σε ένα γκροτέσκο αποτέλεσμα: Τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη έχουν γίνει το «εργαστήριο» του Ισραήλ, ένα πεδίο δοκιμών για νέα όπλα και τακτικές επιτήρησης και καταστολής που στη συνέχεια μεταφέρονται σε άλλες περιοχές, οι οποίες επίσης θέλουν να διατηρούν τους δικούς τους πληθυσμούς υπό έλεγχο. ‘Ετσι, το αυτοαποκαλούμενο «φως στα έθνη» κατέληξε να φέρνει σκοτεινά εργαλεία καταστολής σε πολλές χώρες.

Οι ισραηλινές εξαγωγές έγιναν ιδιαίτερα πολυπόθητες και ανάρπαστες σε όλο τον κόσμο μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, οι οποίες οδήγησαν τις κυβερνήσεις - ιδιαίτερα την προεδρία Μπους - να ξοδεύουν πολλά στη βιομηχανία της εθνικής ασφάλειας, σύμφωνα με τον Hever. «Η τεχνολογία για την οποία μπορεί ο ισραηλινός στρατός, η αστυνομία και οι μυστικές υπηρεσίες, είναι η τεχνολογία επιτήρησης, η τεχνολογία ελέγχου ταραχών, οι οποίες βρέθηκαν σε μεγάλη ζήτηση μετά την 11η Σεπτεμβρίου, δήλωσε στο «The Indypendent».

Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι η γοητεία των ισραηλινών προϊόντων ασφαλείας έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια. «Όλη αυτή η εκπληκτική τεχνολογία, και όλα αυτά τα πολύ ακριβά gadgets που αναπτύσσονται, δεν κάνουν τίποτα, διότι δεν δημιουργούν ασφάλεια» δηλώνει ο Hever. «Αυτός είναι κυρίως ο λόγος για την πτώση των πωλήσεων, επειδή οι πελάτες από διάφορες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, πάνε σε αυτές τις εκθέσεις και εξετάζουν αυτές τις εξεζητημένες κάμερες και όπλα και ρωτούν, είναι το Ισραήλ ένα ασφαλές μέρος για να ζήσουν; Δεν υπάρχει αίσθηση ασφάλειας». Παρ’ όλα αυτά, τα ισραηλινά προϊόντα ασφάλειας και τα όπλα εξακολουθούν να διατηρούν υψηλά ποσοστά πωλήσεων σε όλον τον κόσμο.

Πέρυσι, το Ισραήλ εξήγαγε όπλα αξίας 6,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων, καθιστώντας το τον έβδομο εξαγωγέα όπλων στον κόσμο, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών της Στοκχόλμης. Τα τελευταία χρόνια, στους αγοραστές ισραηλινών όπλων συμπεριελήφθησαν μεταξύ άλλων η Ινδία, η Νότια Κορέα, η Κολομβία και η Ισπανία. Το Ισραήλ έχει επίσης υποστεί έντονη κριτική για την πώληση όπλων σε κράτη όπως το Νότιο Σουδάν, του οποίου οι ένοπλες δυνάμεις φέρονται να διαπράττουν εγκλήματα πολέμου, και το Αζερμπαϊτζάν, μια χώρα που διοικείται από ηγέτες με πολυτάραχο αρχείο παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Τα ισραηλινά κατασκοπευτικά εργαλεία κατασκοπείας είναι επίσης ανάρπαστα σε παγκόσμιο επίπεδο. Με 27 εταιρείες ασφαλείας να εδρεύουν στο Ισραήλ, η χώρα έχει τον πέμπτο μεγαλύτερο εμπορευματικό τομέα ασφαλείας στον κόσμο, σύμφωνα με την Privacy International, μια ομάδα που παρακολουθεί την βιομηχανία της επιτήρησης. Ισραηλινές εταιρείες έχουν πουλήσει κατασκοπευτικά προϊόντα σε χώρες όπως η Κολομβία και η Ουγκάντα, ακόμη και σε αραβικά κράτη, όπως τα Αραβικά Εμιράτα, με τα οποία το Ισραήλ δεν έχει καν διπλωματικές σχέσεις.

«Η μονάδα κατασκοπείας του Ισραήλ είναι πλέον η μεγαλύτερη στις ένοπλες δυνάμεις του και η στρατολόγηση είναι υποχρεωτική, πράγμα που σημαίνει ότι οι ικανότητες επιτήρησης που αναπτύσσονται και χρησιμοποιούνται μπορούν να να εξαχθούν σε άλλες χώρες για κέρδος», δήλωσε ο Εdin Omanovic, ερευνητής στο Privacy International. «Δεν φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη στο Ισραήλ το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσον αφορά τις εξαγωγές αυτές, Κατι το οποίο είναι εξαιρετικά ανησυχητικό, δεδομένου ότι τα εργαλεία επιτήρησης μπορούν και έχουν χρησιμοποιηθεί σε όλο τον κόσμο για να στοχεύσουν δημοσιογράφους, ακτιβιστές και μέλη της αντιπολίτευσης και να υπονομεύσουν την ιδιωτικότητα, την ελευθερία της έκφρασης και άλλων ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να συντρίψουν αποτελεσματικά τα δημοκρατικά και προοδευτικά κινήματα».

Τα ισραηλινά εργαλεία επιτήρησης έχουν χρησιμοποιηθεί επίσης από τις ΗΠΑ. Η Cellebrite είναι μια ισραηλινή εταιρεία ιδιαίτερα δημοφιλής μεταξύ των αρχών καταστολής των ΗΠΑ. Η τεχνολογία της «χακαρίσματος» τηλεφώνων έχει τη δυνατότητα να παρακάμψει τα κλειδιά των κωδικών πρόσβασης στα iPhone και έχει αγοραστεί από το FBI, την Μυστική Υπηρεσία και την Υπηρεσία Τελωνείων και Συνόρων. Στα σύνορα ΗΠΑ και Μεξικού, η αμερικανική θυγατρική της ισραηλινών συμφερόντων «Elbit Systems» που εδρεύει στις ΗΠΑ έχει προμηθεύσει πύργους ελέγχου. Η Magal Security Systems, μια ισραηλινή εταιρεία που  εγκατέστησε εργαλεία επιτήρησης στο τείχος του Ισραήλ, θέλει να προμηθεύσει τον Τραμπ με τεχνολογία οπτικών ινών για να ενισχύσει το τείχος που χτίζουν οι ΗΠΑ στα σύνορα με το Μεξικό.

Η πολιτεία της Νέας Υόρκης έχει τους στενότερους δεσμούς από όλες τις ΗΠΑ με το Ισραήλ. Ένα παράδειγμα γι΄ αυτό βρίσκεται στο νησί Ρούσβελτ, ένα κομμάτι γης ανάμεσα στο Μανχάταν και το Κουίνς. Εκεί κατασκευάζεται ένα νέο πανεπιστήμιο, με τον κόσμο που το βλέπει να μην έχει ιδέα για την διαμάχη πίσω από αυτό το κτίριο και τους δεσμούς του με την πολεμική βιομηχανία του Ισραήλ. Τον Δεκέμβριο του 2011, ο τότε δήμαρχος, Μπλούμπεργκ, ανακοίνωσε, ότι το Πανεπιστήμιο Cornell και ο συνεργάτης του, το  Technion - Ινστιτούτο Τεχνολογίας του Ισραήλ, θα οικοδομούσαν μια τεχνολογική πανεπιστημιούπολη στο νησί.

Διαφημίστηκε ως μέσο δημιουργίας θέσεων εργασίας και την ανάδειξη της πόλης σε τεχνολογικό κέντρο. Ενισχυμένο με περισσότερα από 785 εκατομμύρια δολάρια από ιδιωτικά και πολιτειακά κεφάλαια, το τεχνολογικό ινστιτούτο του Cornell Tech υπόσχεται να είναι ένας κόμβος για τους φοιτητές των επιστημών, της τεχνολογίας και της έρευνας. Οι πανεπιστημιακές τάξεις στεγάζονται επί του παρόντος στην έδρα της Google στη Νέα Υόρκη. Αλλά η επιλογή του Technion ως εταίρου του παραπάνω σχέδιου, ήταν αμφιλεγόμενη εξαρχής. Το Technion βρίσκεται στο επίκεντρο του ακαδημαϊκού-στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος του Ισραήλ. Το πανεπιστήμιο, που βρίσκεται στην Χάιφα, τροφοδοτεί με μυαλά τις εταιρείες όπλων και ασφάλειας όπως οι Elbit και Rafael Advanced Defense Systems, οι οποίες αποτελούν βασικούς παράγοντες της πολεμικής βιομηχανίας του Ισραήλ. Η Elbit είναι ο κύριος προμηθευτής συστημάτων επιτήρησης και κατασκευαστής drone, ενώ η Rafael είναι γνωστός παραγωγός πυραύλων. Η Technion έχει αναπτύξει τεχνολογία για τον Ισραηλινό στρατό. Σε συνεργασία με τις Ισραηλινές Δυνάμεις Άμυνας (IDF), δημιούργησε ένα μη επανδρωμένο μπουλντόζα - ρομπότ για να ισοπεδώνει παλαιστινιακά σπίτια στα κατεχόμενα εδάφη, ενώ βρίσκεται στην αιχμή της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών drone. Επίσης, το πανεπιστήμιο «τρέχει» προγράμματα κατάρτισης για την προώθηση των προϊόντων της στρατιωτικής βιομηχανίας του Ισραήλ σε όλο τον κόσμο.

Προς το παρόν, δεν είναι σαφές εάν η συνεργασία της Technion με το Κορνέλ σημαίνει ότι η νέα πανεπιστημιούπολη στο νησί Ρούσβελτ θα αποτελέσει επίσης κόμβο για τη δημιουργία στρατιωτικής τεχνολογίας. Αλλά το γεγονός της παρουσίας του Technion στη Νέα Υόρκη έχει εξοργίσει το φιλειρηνικό κίνημα και τους ακτιβιστές. «Το Πανεπιστήμιο Cornell συνεργάζεται με το ισραηλινό Τεχνολογικό Ινστιτούτο, ένα ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που αναπτύσσει τεχνολογίες οι οποίες χρησιμοποιούνται ενεργά στην συνεχιζόμενη εθνοκάθαρσης της Παλαιστίνης», δήλωσε ο Terri Ginsberg, δημιουργός του «Απεικονίζοντας τον Παλαιστινιακό Αγώνα» και πρώην μέλος της ομάδας «Νεοϋορκέζοι ενάντια στην εταιρική σχέση Cornell-Technion», η οποία δεν είναι πλέον ενεργή. «Το Πανεπιστήμιο Cornell εμπλέκεται όχι μόνο στην εθνοκάθαρση - ήδη μια ανήθικη πράξη - αλλά και στην αποδοτικότητά της, επίσης ανήθικη, για την προώθηση της κοινωνικής καταπίεσης σε διεθνή κλίμακα». Ενώ η εταιρική σχέση Cornell - Technion ενισχύεται, η Νέα Υόρκη και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί της εξακολουθούν να δημιουργούν δεσμούς με τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας μέσω αντιπροσωπειών στο Ισραήλ.

Οι αστυνομικές αντιπροσωπείες της Νέας Υόρκης στο Ισραήλ έχουν χρηματοδοτηθεί από εβραϊκές οργανώσεις όπως η ένωση κατά της δυσφήμησης (ADL) και το Εβραϊκό Ινστιτούτο Εθνικής Ασφάλειας. Οι αστυνομικοί της Νέας Υόρκης συναντώνται με ισραηλινούς στρατιωτικούς, αστυνομικούς και στελέχη των υπηρεσιών πληροφοριών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, με Ισραηλινούς αξιωματούχους υψηλού επιπέδου και περιοδεύουν στο Ισραήλ και στους οικισμούς της Δυτικής Όχθης. Οι υποστηρικτές αυτών των ταξιδιών λένε ότι η αστυνομία των ΗΠΑ μαθαίνει πώς το Ισραήλ προστατεύει τους πολίτες του από επιθέσεις.

Το αστυνομικό τμήμα της Νέας Υόρκης έχει σφυρηλατήσει μια ιδιαίτερα στενή σχέση με το Ισραήλ. Τον Σεπτέμβριο του 2012, το NYPD τοποθετούσε έναν αστυνομικό του σε αστυνομικό τμήμα στο κεντρικό Ισραήλ. Σύμφωνα με την Maariv, την ισραηλινή εφημερίδα που αποκάλυψε την ιστορία, το NYPD προέβη σε αυτήν την κίνηση επειδή η ισραηλινή αστυνομία είναι μια από τις μεγαλύτερες αστυνομικές δυνάμεις με τις οποίες πρέπει να διατηρεί στενές σχέσεις και καθημερινές επαφές.

Η πιο εντυπωσιακή και αμφιλεγόμενη πτυχή του τρόπου με τον οποίο το NYPD μαθαίνει από το Ισραήλ έχει να κάνει με το πρόγραμμα επιτήρησης που ακολούθησε μετά την 9/11, στοχεύοντας στους μουσουλμάνους. Από το 2003 έως το 2014, το NYPD θέσπισε ένα πρόγραμμα, στο πλαίσιο του οποίου έστειλε μέλη του τμήματος πληροφοριών να χαρτογραφήσουν τις μουσουλμανικές κοινότητες σε όλη τη βορειοανατολική περιοχή, να διεισδύσουν σε τζαμιά και να καταγράψουν συνομιλίες μεταξύ μουσουλμάνων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν είναι ύποπτοι για οποιοδήποτε έγκλημα. Σύμφωνα με το Associated Press που αποκάλυψε την ιστορία, το NYPD είχε σαν μοντέλο του σχεδίου του, τις επιχειρήσεις επιτήρησης του Ισραήλ στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Ο Thomas Galati, ο πρώην επικεφαλής του τμήματος πληροφοριών του NYPD, ταξίδεψε στο Ισραήλ μέσω της ADL το 2010, αν και δεν είναι σαφές τι ακριβώς συζήτησε ή έμαθε από τους Ισραηλινούς ομολόγους του.

Η Επιτροπή Νέας Υόρκης - Ισραήλ του Κουόμο υπόσχεται να συνεχίσει την παράδοση των αστυνομικών της Νέας Υόρκης που διδάσκονται από τις ισραηλινές υπηρεσίες ασφαλείας. Αλλά η τοπική και υπερτοπική αντίσταση σε αυτά τα προγράμματα υπόσχεται επίσης να αναπτυχθεί. Τον Απρίλιο, η Εβραϊκή Φωνή για την Ειρήνη (JVP), μια φιλοπαλαιστινιακή οργάνωση με τοπικά παραρτήματα σε όλη τη χώρα, ανακοίνωσε την έναρξη της εκστρατείας Deadly Exchange, κατά των αστυνομικών συμπράξεων των ΗΠΑ με το Ισραήλ. Η JVP σχεδιάζει να εκπαιδεύσει και να οργανώσει ακτιβιστές σε διάφορες πόλεις για να επιστήσει την προσοχή της κοινωνίας σε αυτές τις συμπράξεις μέσω διαμαρτυριών και άλλων δράσεων.

Το παράρτημα της Νέας Υόρκης σχεδιάζει να επικεντρωθεί στην σχέση του NYPD με το Ισραήλ, καθώς και στο πρόγραμμα του Κουόμο για την ενίσχυση των σχέσεων των κατασταλτικών μηχανισμών της Νέας Υόρκης με εκείνους του Ισραήλ. Ο Sagiv Galai, ένας εκ των ηγετών της JVP στη Νέα Υόρκη, είπε, ότι το γραφείο του κυβερνήτη της Νέας Υόρκης δήλωσε πως ο σκοπός της συνεργασίας μεταξύ της Νέας Υόρκης και του Ισραήλ θα είναι «να μοιράζονται τις βέλτιστες πρακτικές και να επωφελούνται από την εμπειρία του άλλου». «Οι βέλτιστες πρακτικές σε αυτό το πλαίσιο έχουν αναπτυχθεί κάτω από μια στρατιωτική κατοχή με παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δολοφονίες και διοικητικές κρατήσεις» δήλωσε στο The Indypendent.

Ο Galai είπε ότι η εκστρατεία δεν υποστηρίζει ότι το Ισραήλ εισήγαγε τον ρατσισμό και τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην αμερικανική αστυνομία. Αντίθετα, η εκστρατεία Deadly Exchange απευθύνεται σε μη κερδοσκοπικές οργανώσεις, όπως η ADL και η JINSA, για την άμβλυνση της εικόνας των ισραηλινών πρακτικών καταπολέμησης της τρομοκρατίας και την προσπάθεια να την καταστήσει ως πρότυπο για τις αμερικανικές αντιτρομοκρατικές εκστρατείες.

Πρόσθεσε ότι η εκστρατεία είναι ένας τρόπος να κινητοποιηθούν οι εβραϊκές ομάδες εναντίον των φιλο-ισραηλινών οργανώσεων που προωθούν το πρότυπο του Ισραήλ για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και της ασφάλειας. «Είναι μια ευκαιρία για προοδευτικές εβραϊκές οργανώσεις σε κάθε μία από αυτές τις πόλεις να βρεθούν αντιμέτωπες με τις πολιτικές της εθνικής ασφάλειας που διατηρούν οι οργανισμοί όπως η JINSA», δήλωσε ο Galai στο The Indy. «Θα βρεθούμε στους δρόμους, θα διαμαρτυρηθούμε και θα αντισταθούμε, θα οικοδομήσουμε αλληλεγγύη, η οποία ελπίζουμε ότι θα καταστήσει την εκστρατεία πιο ανθεκτική στην μάχη κατά της ρατσιστικής αστυνόμευσης στην εποχή του Τραμπ, όπου η ισλαμοφοβία, ο ρατσισμός και το “νόμοι και τάξη” έχουν επανεισαχθεί ως κυρίαρχες καθημερινές πρακτικές».

Με πληροφορίες από το indypendent.org


8/6/2017