Η σοκαριστική αναποτελεσματικότητα της διοικητικής νομοθεσίας.
Είναι αναμφισβήτητο πως το Ελληνικό Δημόσιο αντιμετωπίζει τα τελευταία έτη σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα. Μπορεί ο Κοστέλο να μας λέει πως δεν υφίσταται κανένα ζήτημα πλέον, μπορεί ο Καζαριάν να μας λέει πως το ύψος του χρέους ανέρχεται στο 91% του ΑΕΠ και όχι στο 180% λόγω λάθος υπολογισμού, ωστόσο λίγο μάλλον θα απασχολήσουν αυτά τους ευρωπαίους εταίρους μας και το νομοθετικό έργο των κυβερνήσεων. Πληθώρα δημοσιονομικών νόμων με σκοπό την εξισορρόπηση της δημοσιονομικής πλάστιγγας έχουν εισαχθεί τα τελευταία μνημονιακά χρόνια, είτε αυξάνοντας τις υποχρεώσεις των φορολογουμένων, είτε διευκολύνοντας την επιβολή προστίμων, είτε παρακάμπτοντας αυτονόητα δικαιώματα του, είτε τεχνηέντως «δημιουργώντας» έσοδα, προκειμένου να ισορροπήσουν γρήγορα και εύκολα τον δημοσιονομικό λογαριασμό.
Ενδεικτικά ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Χρωστάτε στην εφορία φόρο εισοδήματος και ΕΝΦΙΑ. Για να σας κατασχέσει το οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο, το Δημόσιο δεν χρειάζεται να προμηθευτεί εκτελεστό τίτλο, δεν χρειάζεται δηλαδή να καταφύγει στα Δικαστήρια όπως θα χρειαζόταν ένας ιδιώτης, αλλά αρκεί και μόνο η καταλογιστική πράξη, χωρίς καν να χρειάζεται βεβαίωση του ποσού στην αρμόδια οικονομική υπηρεσία. Αρκεί δηλαδή το Δημόσιο να εκδώσει το «χαρτάκι» του ποσού που του χρωστάτε και μπορεί άμεσα να ξεκινήσει την κατάσχεση. Μπορεί να κατασχέσει το ακίνητο σας, το οποίο μπορεί να βγάλει στην συνέχεια στον πλειστηριασμό, ή άλλα εισοδήματα που έχετε, υπό τους περιορισμούς ακατάσχετου που ισχύουν (μισθώματα απεριορίστως, διατροφής τέκνου-συζύγου ακατάσχετα, μισθούς μέχρι ένα ποσό κ.ο.κ.).
Σε κάθε περίπτωση υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής στην Διοικητική Δικαιοσύνη, υπό την έννοια της άσκησης προσφυγής.
Αλλά και πάλι, η Διοικητική Δικαιοσύνη δεν εγγυάται την πλήρη προστασία των πολιτών, οποιοσδήποτε λόγος και να συντρέχει, και όποιο επιχείρημα και να έχετε. Αυτό όχι λόγω των Δικαστών, αλλά λόγω των ίδιων των δικονομικών διατάξεων. Η προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια δεν προκαλεί αυτοδικαίως τη μη βεβαίωση των ποσών, ή την αναστολή της βεβαίωσης των ποσών. Με λίγα λόγια, ακόμα και εάν προσφύγετε κατά του προστίμου/φόρου/οτιδήποτε, συνεχίζετε να τα χρωστάτε τύποις, οι τόκοι τους τρέχουν, δεν μπορείτε να λάβετε φορολογική ενημερότητα, και γενικώς υφίστανται όλες τις πρακτικές συνέπειες οφειλόμενων φόρων.
Χρειάζεται να δοκιμάσετε την αναστολή της βεβαίωσης, η οποία σπανίως χορηγείται. Σε περίπτωση κατάσχεσης εις χείρας τρίτου, λόγου χάρη όταν σας κατασχέσουν μισθώματα τα οποία λαμβάνετε από τρίτους ή τραπεζικούς λογαριασμούς, ακόμα και εάν πετύχετε την αναστολή της κατάσχεσης, δεν θα εισπράττετε τίποτα! Με μια απαράδεκτη Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ( πρακτικά του δικηγόρου του Δημοσίου) , την υπ'αριθ. 1175/2015, ανεξάρτητα από την αιτιολογία για την οποία χορηγήθηκε η αναστολή, ο τρίτος ( μισθωτής, τράπεζα κτλ ) δεν επιτρέπεται να καταβάλει σε εκείνον που του έχει επιβληθεί η κατάσχεση, ο οποίος βαφτίζεται ως μεσεγγυούχος, διατηρώντας την νομική δέσμευση που έχει ο φορολογούμενος έως ότου εκδοθεί οριστική απόφαση από το Διοικητικό Δικαστήριο.
Η προσφυγή κατά πάσα πιθανότητα θα προσδιορισθεί μέσα στα επόμενα 3 με 5 έτη αργότερα, λόγω του μεγάλου φόρτου εργασίας των Δικαστηρίων, οπότε κατ'ουσίαν, ακόμα και εάν ο φορολογούμενος υποβληθεί σε μεγάλα έξοδα προκειμένου να πετύχει την αναστολή, και πάλι εν τοις πράγμασι δεν έχει καμία διαφοροποίηση εάν δεν είχε κάνει καμία κίνηση.
Αυτή την εποχή που τα δικονομικά δικαιώματα του φορολογουμένου είναι εξαιρετικά δύσχρηστα ή ανύπαρκτα και το Δημόσιο απολαμβάνει μια νομική και πραγματική υπεροπλία, με την πλήρη άρση του τραπεζικού απορρήτου, με την πλήρη γνώση των οικονομικών στοιχείων του καθενός, με τη συνοπτική και δίχως προδικασία επιβολή κυρώσεων και φόρων, είναι απολύτως αναγκαία η διαμόρφωση ενός διοικητικού πλαισίου που να παρέχει ορθά και αποτελεσματικά δικονομικά μέσα στους πολίτες, τουλάχιστον εξ αφορμής της συνταγματικής αναθεώρησης. Ειδικά η εν τοις πράγμασι ακύρωση της προσωρινής δικαστικής προστασίας αποτελεί κάτι το αποτρόπαιο. Αποτελεί, επιεικώς, αξιολογική αντινομία, καθώς από τη μία ο κώδικας διοικητικής δικονομίας προβλέπει τη δυνατότητα αναστολής, υπό την έννοια της μη εκτέλεσης και μη επιβολής των πραγματικών κυρώσεων των διοικητικών πράξεων, ενώ στον αντίποδα δια της ανωτέρω εγκυκλίου, πρακτικά καταργούνται αυτά τα αποτελέσματα.
Η αναθεώρηση πολλών δικονομικών δικαιωμάτων θα ξεκινήσει να χτίζει ένα κλίμα εμπιστοσύνης προς το κράτος, τουλάχιστον ως προς τον τρόπο είσπραξης των δημοσίων εσόδων. Και ο ίδιος ο ο εν ενεργεία σύμβουλος του Συμβουλίου της Επικρατείας και επίκουρος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Μιχάλης Πικραμένος πρόσφατα έχει τονίσει πως είναι αναγκαία η συνολική αναδιάρθρωση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, και ειδικά η καθιέρωση ενός νέου μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας του δικαστικού συστήματος.
Μέχρι τότε παλεύουμε με αυτά που έχουμε.
Σπύρος Σκιαδόπουλος
Δικηγόρος Κέρκυρας, μεταπτυχιακός φοιτητής Εμπορικού & Οικονομικού Δικαίου, Νομικής Α.Π.Θ., δημιουργός του νομικού site analuseto.gr
2/6/2017