Το καμπανάκι χτύπησε: σε δέκα χρόνια τίποτε δεν θα μοιάζει με το σήμερα.



Η κριτική στην κυβέρνηση ότι δεν τήρησε τις υποσχέσεις της, είναι μια πεπαλαιωμένη προσέγγιση στην εφαρμογή μιας πολιτικής που οδηγεί τη χώρα από τραγωδία σε τραγωδία.

Τα πολιτικά σχήματα που κυβερνούν, ή θα κυβερνήσουν, έχουν, πλέον, ελάχιστη σημασία, σε κοινωνίες που βλέπουν όχι το απώτερο μέλλον αλλά το άμεσο.

Η ελληνική, δυστυχώς, δεν είναι μια τέτοια κοινωνία. Αναπαράγεται, ακόμη, με ιδεολογήματα του Εμφυλίου, τη στιγμή που σε δέκα χρόνια τίποτε δεν θα μοιάζει με το σήμερα. Ο κόσμος αλλάζει και ο Τσίπρας προσπαθεί να συσπειρώσει τους οπαδούς και ψηφοφόρους του επαναλαμβάνοντας το ηθικό πλεονέκτημα της χαμένης τιμής της αριστεράς.

Η αριστερά, όπως μπόρεσε να την μάθει και να την εκμεταλλευτεί η κυβερνώσα σήμερα νομενκλατούρα, έχει τελειώσει εδώ και καιρό. Άλλη ήταν η εποχή και η κοινωνία που ανέλυσε ο Μάρξ. Εκείνο που διακυβεύεται δεν είναι η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο αλλά η υποκατάσταση του ανθρώπου από τη μηχανή.

Σε μια ενδιαφέρουσα συνάντηση που έγινε πριν τρείς ημέρες στο OKthess, παρουσιάστηκαν από τον καθηγητή Γιώργο Μητακίδη σημεία έκθεσης του ΟΟΣΑ που θα δημοσιευτεί προσεχώς, σύμφωνα με την οποία μέχρι το 2025, το 40% των θέσεων εργασίας που γνωρίζουμε σήμερα δεν θα υπάρχουν. Αντιλαμβάνεστε τι συμβαίνει; Σε μόλις οκτώ χρόνια δεν θα υπάρχουν το 40% των σημερινών θέσεων εργασίας. Και τι θα γίνουν οι άνθρωποι αυτοί;

Η τραγική απάντηση της σημερινής κυβέρνησης είναι η… «μεταρρύθμιση» της παιδείας που διαβάσαμε πριν λίγες ημέρες. Άλλη μια μεταρρύθμιση προς τα πίσω.

Δεν είναι μόνο η εγκατάλειψη του δημόσιου πανεπιστημίου που υποβαθμίζει τις σπουδές. Είναι και ο τρόπος λειτουργίας που εισάγουν οι νέες αλλαγές.

Το ότι επαναφέρονται στις διοικήσεις οι φοιτητές είναι, απλώς, δείγμα μιας παρωχημένης πολιτικής νοοτροπίας που βλέπει την κοινωνία σαν μια μεγάλη φοιτητική συνέλευση την οποία θα πρέπει να κερδίσουν. Αυτό έμαθαν, αυτό κάνουν. Εκείνο που  ενδιαφέρει τους κυβερνώντες από τα Πανεπιστήμια είναι ο έλεγχός τους. Με τους διδάσκοντες μόνο, δεν θα μπορούσαν να το πετύχουν. Έπρεπε κάτι να κάνουν και επέλεξαν τη χειρότερη λύση.

Ο αντίλογος στην απώλεια των θέσεων εργασίας είναι ότι σε κάθε σημαντική αλλαγή, οι θέσεις εργασίας που καταργήθηκαν αντικαταστάθηκαν από άλλες. Και εδώ θα συμβεί αυτό, λένε οι αισιόδοξοι.

Ενδεχομένως, σε ένα βαθμό να έχουν δίκαιο. Νέες θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν. Ο κόσμος, όμως, που σε οκτώ χρόνια θα αντιμετωπίσει το φάσμα της απώλειας της δουλειάς του ανήκει στη μεταβατική γενιά, από το παλιό στο καινούριο, και η προσαρμογή του στο νέο εργασιακό περιβάλλον, όχι μόνο δεν είναι δεδομένη αλλά, ίσως, είναι και αδύνατη.

Οι γενιές που μεγαλώνουν μετά την ευρεία χρήση των υπολογιστών και του διαδικτύου είναι εύκολα προσαρμόσιμες στο νέο περιβάλλον αλλά, όλη η περιρρέουσα ατμόσφαιρα και οι δομές της ανώτατης παιδείας βρίσκονται σε μεγάλη αναντιστοιχία με την πραγματικότητα. Οπότε και αυτές μεγαλώνουν σε ένα ανεπαρκές περιβάλλον.

Το νέο εργασιακό περιβάλλον απαιτεί άλλου είδους δεξιότητες.

Το 2016 για πρώτη φορά, το κόστος ενός απλού ρομπότ κατέβηκε κάτω από το κόστος ενός εργαζομένου.

Οι εργασίες  που θα αντικαταστήσουν οι μηχανές ανήκουν σ αυτό που ονομάζουμε hard skills (σκληρές δεξιότητες). Η προσαρμογή των νέων εργαζομένων γίνεται σ αυτό που ονομάζεται soft skills (ήπιες δεξιότητες). Δηλαδή, το ράψιμο μιας εγχείρησης θα το κάνει το ρομπότ. Και το κάνει πολύ καλύτερα από τον άνθρωπο. Ο χειρουργός, που χρειάζεται να παρίσταται στην εγχείρηση, θα πρέπει να μπορεί να συνεργάζεται με το ρομπότ. Εκεί κατευθύνεται, πλέον, η ικανότητα και η εκπαίδευσή του.

Στα soft skills, περιλαμβάνεται η επικοινωνία, η ικανότητα συνεργασίας, η ικανότητα να μαθαίνεις από τους άλλους, η συναισθηματική νοημοσύνη, η ικανότητα να εμπνέεις, η ικανότητα καθοδήγησης κλπ.

Μερικά, ακόμη, παραδείγματα προσαρμογής στο νέο περιβάλλον: τα νομικά έγγραφα μιας υπόθεσης θα τα διαβάζουν τα ρομπότ τα οποία και θα προτείνουν και το χειρισμό της υπόθεσης. Ο δικηγόρος θα πρέπει να μάθει να μπορεί να συνεργάζεται με το ρομπότ. Οι μεταφράσεις, που δεν έχουν καμιά σχέση με τη μετάφραση της Google,  θα γίνονται από ρομπότ. Σήμερα, με άριστα το 6 η ικανότητα των μηχανών έχει φθάσει στο επίπεδο αξιοπιστίας 5,4. Η ικανότητα αξιοπιστίας του καλύτερου μεταφραστή βρίσκεται στο 5,5.

Οι νέες ανάγκες- και η προσαρμογή των εργαζομένων σ αυτές- προκύπτουν από την παραγωγική διαδικασία. Η παραγωγική διαδικασία θα ζητήσει εξειδικευμένες θέσεις εργασίας τις οποίες θα καλύψουν νέοι επιστήμονες ή άλλοι εργαζόμενοι. Η σχέση, λοιπόν, της παραγωγής με την εκπαίδευση και, κυρίως την ανώτατη εκπαίδευση είναι εκ των ων ουκ άνευ.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα, αυτή η διασύνδεση είναι, ακόμη, ιδεολογικά κολάσιμη, παρά τις μερικές, τολμηρές, εξαιρέσεις.

Η κυβέρνηση, με τις αλλαγές που προωθεί βρίσκεται πολύ μακριά από την αντίληψη αυτή. Αναπαράγει το μεταπολιτευτικό παρελθόν.

Αλλά και τα πανεπιστήμια, όχι, μόνο, δεν εκσυγχρονίζουν τις σπουδές τους αλλά πολλοί καθηγητές διακρίνονται από την αντίληψη: εμείς εκλεγήκαμε καθηγητές, εμείς θα αποφασίσουμε τι θα διδάξουμε. Και τις περισσότερες φορές αυτό που διδάσκουν βρίσκεται πολύ μακριά από αυτό που χρειάζεται. Έτσι, οι απόφοιτοί τους περιπλανώνται αναζητώντας στο εξωτερικό κάτι που μπορεί να τους φέρει κοντά στην παραγωγή.

Βεβαίως, το πανεπιστήμιο θα παράσχει τις βασικές γνώσεις για την μετεκπαίδευση ενός αποφοίτου. Αλλά και το είδος αυτό των βασικών γνώσεων αλλάζει πολύ συχνά.

Η κυρίαρχη, λοιπόν, αντίφαση της κοινωνίας μας είναι: ο κόσμος αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς και εμείς (κοινωνία, πολιτεία, εκπαιδευτική κοινότητα) τον παρακολουθούμε να τρέχει.

του ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΑΒΒΙΔΗ.


10/6/17