Ένα χρόνο μετά – γιατί απέτυχε το πραξικόπημα.



Με την απόσταση του ενός χρόνου που έχει περάσει από την απόπειρα πραξικοπήματος, επιβεβαιώθηκε αυτό που γρήγορα έγινε εμφανές. Το γεγονός εκείνο αποτελεί καθοριστική καμπή στην ιστορία της Τουρκίας. Τα γεγονότα του περασμένου Ιουλίου χρησιμοποιήθηκαν από τον Ερντογάν ως πολιτικό εργαλείο για να προβεί σε μαζικές εκκαθαρίσεις όχι μόνο στο ευρύτερο κράτος, αλλά ακόμα και στον ιδιωτικό τομέα. Εκκαθαρίσεις που του επέτρεψαν να κερδίσει -έστω και οριακά- το δημοψήφισμα του Απριλίου και να μετατραπεί σε απόλυτο σχεδόν κυρίαρχο στην πολιτική σκηνή της γείτονος.

Δεν είναι ακόμα σαφές τι ακριβώς συνέβη την 16η Ιουλίου 2015. Ισχύει το επίσημο σενάριο ότι ο Ερντογάν δεν γνώριζε τίποτα; Ή μήπως πληροφορήθηκε εγκαίρως για τις κινήσεις των πραξικοπηματιών και τις άφησε να εξελιχθούν, έχοντας, όμως, πάρει τα μέτρα του και για την αποτελεσματική καταστολή, αλλά και για να έχει την πολιτικά νομιμοποιητική δικαιολογία για το πογκρόμ που σχεδίαζε. Υπάρχει, τέλος, και το σενάριο που υποστηρίζει ότι η όλη απόπειρα ήταν στημένη από το βαθύ κράτος των νεοοθωμανών, με την έννοια ότι παρέσυρε κάποιους από τους αντιπάλους του σε μία κίνηση για να τους εκθέσει και να τους εξουδετερώσει.

Η απειλή πραξικοπήματος

Ό,τι και να έχει συμβεί, είναι αληθές πως η απειλή πραξικοπήματος συνόδευε τον Ερντογάν από την πρώτη στιγμή που το κόμμα του κέρδισε τις εκλογές του 2002 και σχημάτισε κυβέρνηση. Το μετακεμαλικό καθεστώς έλεγχε τότε όχι μόνο τις ένοπλες δυνάμεις, αλλά και την αστυνομία, τις μυστικές υπηρεσίες, το δικαστικό σώμα και τους υπόλοιπους κρατικούς μηχανισμούς.

Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και ο αρχηγός του, όμως, είχαν ένα σημαντικό πολιτικό πλεονέκτημα που εκείνα τα κρίσιμα χρόνια τους βοήθησε να επιβιώσουν στην εξουσία και σταδιακά να θέσουν υπό τον έλεγχό τους κρίσιμους τομείς του κράτους. Η Ουάσιγκτον και η Ευρώπη αντιμετώπιζαν τον Ερντογάν σαν εκφραστή ενός ήπιου και κυρίως δυτικόφιλου πολιτικού Ισλάμ. Προσδοκούσαν αφενός την αποδόμηση με δημοκρατικό τρόπο του αρτηριοσκληρωτικού και αυταρχικού μετακεμαλικού καθεστώτος, αφετέρου την ανάδειξη της Τουρκίας σε πρότυπο για τις άλλες μουσουλμανικές χώρες.

Ας σημειωθεί ότι το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης υποστήριζε σαφώς την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ πριν σχηματίσει κυβέρνηση. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, μάλιστα, ο Ερντογάν χρησιμοποιούσε τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις για μέτρα εκδημοκρατισμού, σαν μέσο αποδυνάμωσης της κεμαλικής στρατογραφειοκρατίας και κατ’ αντιδιαστολή σαν μέσο ενίσχυσης της δικής του εξουσίας. Προβάλλοντας τις αναγκαίες για την προώθηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταρρυθμίσεις, κατάφερε να ξηλώσει σταδιακά το θεσμικό-νομικό πλέγμα, μέσω του οποίου οι στρατηγοί ποδηγετούσαν την πολιτική ζωή.

Παρά τις αλλεπάλληλες συνωμοσίες, αφενός οι αλλεπάλληλες εκλογικές νίκες των νεοοθωμανών, αφετέρου η αμερικανική εύνοια λειτούργησαν εκείνα τα χρόνια σαν ομπρέλα προστασίας και από τις απόπειρες πραξικοπήματος και από τις δικαστικές διώξεις. Υπενθυμίζουμε ότι ο εισαγγελέας του Συνταγματικού Δικαστηρίου είχε ζητήσει να κηρυχθεί εκτός νόμου το κυβερνών κόμμα και να απαγορευθεί η πολιτική δραστηριότητα στον τότε πρωθυπουργό Ερντογάν, στον τότε Πρόεδρο Δημοκρατίας Γκιούλ και στα σημαντικότερα στελέχη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.

Χάρη στο δίκτυο του Γκιουλέν

Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση Ερντογάν δεν θα κατάφερνε να ελέγξει σταδιακά κρίσιμους μηχανισμούς, όπως η αστυνομία και οι μυστικές υπηρεσίες, εάν δεν είχε στο πλευρό της το δίκτυο του Φετουλά Γκιουλέν. Ο Γκιουλέν είναι ιμάμης, ηγέτης μίας αδελφότητας, η οποία στην Τουρκία ελέγχει τράπεζα, επιχειρήσεις, ΜΜΕ, πανεπιστήμιο και ένα μεγάλο δίκτυο σχολείων και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Επίσης ελέγχει ένα μεγάλο δίκτυο σχολείων και φροντιστηρίων σε δεκάδες χώρες.

Η εν λόγω αδελφότητα είχε με συνωμοτικό τρόπο καταφέρει να διεισδύσει στους κρατικούς μηχανισμούς. Έτσι, στην κρίσιμη περίοδο τους έθεσε υπό έλεγχο και βοήθησε αποφασιστικά την κυβέρνηση Ερντογάν να εξαρθρώσει συνωμοσίες του κεμαλικού “βαθέος κράτους” και να εδραιώσει την εξουσία της.

Ο Γκιουλέν είχε διωχθεί από το μετακεμαλικό καθεστώς στη δεκαετία του 1990 και είχε καταφύγει στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ. Αν και δεν ομολογείται είναι κοινός τόπος πως η Ουάσιγκτον χρησιμοποιούσε τον ιμάμη και το δίκτυό του για να επηρεάζει, αν όχι να διαμορφώνει τις πολιτικές ισορροπίες στην Τουρκία.

Το ξήλωμα του κεμαλικού «βαθέος κράτους»

Το 2012 ο Ερντογάν είχε καταφέρει όχι μόνο να σταθεροποιήσει την εξουσία του, αλλά και να περάσει στην αντεπίθεση, συλλαμβάνοντας και διώκοντας δικαστικά στρατηγούς και άλλα σημαντικά στελέχη του μετακεμαλικού κατεστημένου. Το ένα μετά το άλλο τα οχυρά των κεμαλιστών στο κράτος έπεσαν στα χέρια των νεοοθωμανών. Κατάφερε να προσεταιριστεί κάποιους ανώτατους αξιωματικούς και μέσω αυτών να προκαλέσει σημαντικά ρήγματα στη μονοκρατορία των κεμαλιστών στο Γενικό Επιτελείο.

Όταν ο Ερντογάν θεώρησε πως κέρδισε τον εσωτερικό πόλεμο εναντίον του κεμαλικού κατεστημένου, άρχισε να συγκεντρώνει όλες τις εξουσίες στα χέρια του και να συμπεριφέρεται σαν ένα είδος σύγχρονου σουλτάνου. Παραλλήλως, άρχισε να ξεδιπλώνει την ατζέντα του αφενός για τη σταδιακή ισλαμοποίηση της δημόσιας ζωής, αφετέρου για να μετατρέψει την Τουρκία σε ηγέτη του μεταοθωμανικού χώρου και σε σχετικά αυτόνομη από τις ΗΠΑ περιφερειακή δύναμη.

Ο διογκούμενος αυταρχισμός του παρόξυνε όχι μόνο την αντίθεση του παραδοσιακού κεμαλικού κατεστημένου που έβλεπε να χάνει τον έλεγχο, αλλά και των δυτικότροπων μεσοαστικών στρωμάτων. Αν και αυτά δεν είχαν καμία ιδεολογική σχέση με τους νεοοθωμανούς αρχικά τους είχαν αντιμετωπίσει θετικά. Θεωρούσαν ότι θα ξήλωναν το αυταρχικό και αρτηριοσκληρωτικό μετακεμαλικό καθεστώς και θα διευκόλυναν την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, την οποία είχαν κάνει σημαία τους.

Οι δύο Τουρκίες

Η εξέγερση εναντίον του καθεστώτος Ερντογάν την άνοιξη του 2013 αντανακλούσε ακριβώς την απογοήτευση από τη στροφή του τότε πρωθυπουργού προς τον αυταρχισμό και προς τη σταδιακή ισλαμοποίηση της δημόσιας ζωής. Τότε βγήκε με δύναμη στην επιφάνεια το βαθύ ρήγμα της τουρκικής κοινωνίας.

Στην πραγματικότητα υπάρχουν δύο Τουρκίες. Από τη μία είναι η “βαθιά Τουρκία” που προέρχεται από την Ανατολία, που είναι θρησκευόμενη και που εκφράζεται ιδεολογικοπολιτικά από τον Ερντογάν. Είναι η πλειονότητα και αυτή που του δίνει τις εκλογικές νίκες του. Στον αντίποδα κινείται η κοσμική και δυτικότροπη Τουρκία, η οποία απεχθάνεται και τον Ερντογάν και το καθεστώς του, αλλά εκλογικά είναι μία πολύ μεγάλη μειονότητα στην Τουρκία.

Όταν ο νεοοθωμανός ηγέτης θεώρησε πως απέκτησε τον έλεγχο του κράτους άνοιξε τον δικό του βηματισμό. Τότε, οι κάποιες επιφυλάξεις της Ουάσιγκτον και της Ευρώπης για τον ρόλο του Ερντογάν μετατράπηκαν σε ολοένα και πιο έντονη, αλλά ανομολόγητη αντιπαλότητα. Σ’ αυτό συνέβαλε και η τότε εχθρική στάση του προς το Ισραήλ. Τα άλλοτε εγκώμια παραχώρησαν τη θέση τους σε επικρίσεις, κατά κανόνα μέσω δημοσιευμάτων.

Η αυτονόμηση από την Ουάσιγκτον

Αν και οι Αμερικανοί απέφυγαν να στραφούν ευθέως εναντίον του “σουλτάνου”, επιχείρησαν παρασκηνιακά να τον αποδυναμώσουν. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν τον Γκιουλέν. Πράγματι, η αδελφότητα, μέσω των πολλών και ισχυρών ερεισμάτων της σε κρίσιμους κρατικούς μηχανισμούς, άρχισε εμμέσως να κοντράρει επιλογές της κυβέρνησης. Αποκορύφωμα ήταν η διεξαγωγή μυστικής έρευνας σε βάρος της οικογένειας Ερντογάν για διαφθορά.

Όταν ο νεοοθωμανός ηγέτης συνειδητοποίησε ότι ήταν στο στόχαστρο εξαπέλυσε έναν πόλεμο εναντίον της αδελφότητας Γκιουλέν, μέσω εκκαθαρίσεων και δικαστικών διώξεων. Εφεξής κύριος στόχος του ήταν όχι το αποδυναμωμένο κεμαλικό “βαθύ κράτος”, αλλά ο “στρατός του ιμάμη”, το “παράλληλο κράτος”, όπως τον αποκαλεί ο Ερντογάν.

Ο κοινός εχθρός έφερε ατύπως στην ίδια όχθη το δίκτυο του Γκιουλέν με όσα από τα υπολείμματα της κεμαλικής στρατογραφειοκρατίας δεν τα είχαν εν τω μεταξύ βρει με τον Ερντογάν. Αν και στο παρελθόν ήταν ορκισμένοι εχθροί και οι δύο τους επηρεάζονταν από την Ουάσιγκτον.

Ο Ερντογάν δεν χάνει ευκαιρία να κατονομάζει σαν οργανωτή του πραξικοπήματος τον Γκιουλέν. Αυτό δεν φαίνεται να αντανακλά την πραγματικότητα. Η αδελφότητα δεν είχε ισχυρά ερείσματα στα ανώτατα κλιμάκια των ενόπλων δυνάμεων. Ίσως να είχε ερείσματα στα κατώτερα και μεσαία κλιμάκια.

Στο πραξικόπημα πήραν μέρος και στελέχη της αδελφότητας, αλλά τον πρώτο λόγο τον είχαν κεμαλιστές. Ο “σουλτάνος” στοχοποιεί τον Γκιουλέν για να καταγγείλει εμμέσως τους Αμερικανούς σαν υποκινητές του πραξικοπήματος. Τούρκοι επίσημοι το είπαν και καθαρά, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Ουάσιγκτον.

Ένα διαφορετικό πραξικόπημα

Το πραξικόπημα απέτυχε επειδή δεν ήταν σαν τα πραξικοπήματα που σφράγισαν τη μεταπολεμική ιστορία της Τουρκίας (1960, 1971 και 1980). Εκείνα τα πραξικοπήματα, όπως και το «βελούδινο» του 1997, τα έκανε συντεταγμένα η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων ως σύνολο. Και βεβαίως δεν είχαν συναντήσει την παραμικρή αντίδραση. Στη συνείδηση των Τούρκων, άλλωστε, οι ένοπλες δυνάμεις ήταν ο εγγυητής του κράτους, γεγονός που εμμέσως πλην σαφώς νομιμοποιούσε την τάση τους να ποδηγετούν την πολιτική ζωή.

Πάντα μιλώντας με βάση την επίσημη εκδοχή για τα γεγονότα, σε αντίθεση με τα προηγούμενα, το πραξικόπημα του 2016 το σχεδίασε και το εκτέλεσε μία ομάδα ανώτατων και ανώτερων αξιωματικών. Ομάδα, μάλιστα, που έλεγχε περιορισμένες δυνάμεις. Τις πρώτες ώρες, λόγω του αιφνιδιασμού, φάνηκε πως είχε πιθανότητες να επικρατήσει.

Στην πραγματικότητα, όμως, παραβιάσθηκαν οι βασικές αρχές. Το πραξικόπημα δεν εκδηλώθηκε αργά τη νύχτα, αλλά σε ώρα που ο κόσμος κυκλοφορούσε. Οι πραξικοπηματίες δεν είχαν φροντίσει να συλλάβουν αμέσως τον Ερντογάν, τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του. Δεν έκλεισαν τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς και το Διαδίκτυο, δεν έλεγξαν τις τηλεπικοινωνίες. Κυρίως δεν είχαν εξασφαλίσει τη σύμπραξη των διοικητών των μεγάλων μονάδων.

Τον περιμένουν στη γωνία

Όπως φάνηκε και από όσα είπε ο ίδιος ο Ερντογάν, η κυβέρνηση είχε πληροφορηθεί από το μεσημέρι της Παρασκευής ότι γίνονταν κινήσεις στις ένοπλες δυνάμεις και προσπάθησε να συλλάβει υπόπτους. Αυτό υποχρέωσε όσους είχαν αναμιχθεί στη συνωμοσία να επισπεύσουν την εκδήλωση του πραξικοπήματος με τα γνωστά χαοτικά αποτελέσματα.

Το πραξικόπημα εξελίχθηκε μπροστά στα μάτια των Τούρκων και όλης της ανθρωπότητας. Ο Ερντογάν είχε την ευκαιρία να απευθυνθεί στους νομιμόφρονες αξιωματικούς και να κινητοποιήσει τους οπαδούς του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι πραξικοπηματίες να βρεθούν αντιμέτωποι όχι μόνο με τον κορμό των σωμάτων ασφαλείας και τις μυστικές υπηρεσίες, που ελέγχονταν από την κυβέρνηση, αλλά και με τμήματα των ενόπλων δυνάμεων που αντιτάχθηκαν.

Όταν, μάλιστα, οι οπαδοί της νόμιμης κυβέρνησης άρχισαν να κατεβαίνουν μαζικά στους δρόμους και να μην διαλύονται με τη χρήση όπλων από τις δυνάμεις των πραξικοπηματιών η ζυγαριά άρχισε να γέρνει προς την πλευρά του Ερντογάν. Όπως φάνηκε, οι στρατιώτες δεν είχε εντολές, ούτε ήταν έτοιμοι να πυροβολήσουν μαζικά τους διαδηλωτές.

Όσοι διοικητές τηρούσαν στάση αναμονής, περιμένοντας να δουν πως θα εξελιχθούν τα πράγματα, άρχισαν να μπαίνουν στο παιχνίδι για να βρεθούν στην πλευρά του νικητή. Από εκεί και πέρα η αποτυχία του πραξικοπήματος ήταν προδιαγεγραμμένη.

Ο Ερντογάν εκμεταλλεύθηκε τη μοναδική ευκαιρία για να εκκαθαρίσει τους κρατικούς μηχανισμούς από κάθε μη φιλικό στοιχείο και για να εδραιώσει το καθεστώς του. Εάν δεν είχε προηγηθεί η απόπειρα πραξικοπήματος, δεν θα είχε καταφέρει να μετατρέψει το πολίτευμα σε προεδρικό και τον εαυτό του σε σύγχρονο σουλτάνο. Είναι σαφές, ωστόσο, πως οι Αμερικανοί δεν ξεχνούν. Τον περιμένουν στη γωνία για να του βάλουν τρικλοποδιά όπου και όποτε μπορέσουν.
  
Σταύρος Λυγερός 


 14 Ιουλίου 2017



                 ΣΧΕΤΙΚΑ                 

1.
ΤΟΥΡΚΙΑ 1 χρόνο μετά το πραξικόπημα:
 Τα επίσημα στοιχεία διώξεων στρατιωτικών

Σύμφωνα με στοιχεία του τουρκικού υπουργείου Άμυνας, τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας οι διώξεις στρατιωτικού προσωπικού σε αριθμούς έχει ως εξής, ένα χρόνο μετά από το αποτυχημένο πραξικόπημα:

Μέχρι σήμερα έχουν αποταχθεί από τους κόλπους των τουρκικών ΕΔ σνολικά 7.655 άτομα (εκτός μαθητών στρατιωτικών σχολών) και σε 786 άτομα διακόπηκε σταδιακά η εργασιακή τους σχέση.Από τα 7.655 άτομα, τα 150 ήταν ανώτατοι αξιωματικοί.

Συγκεκριμένα:

Στρατός Ξηράς

Αποτάχθηκαν 4.801 άτομα.
(87 Ανώτατοι Αξιωματικοί, 2.538 Αξιωματικοί, 1.016 Υπαξιωματικοί, 1.087 ΕΠΟΠ και 73 υπάλληλοι).
Σταδιακή διακοπή της εργασιακής σχέσης σε 140 άτομα.

Πολεμικό Ναυτικό

Αποτάχθηκαν 1.102 άτομα.
(31 Ανώτατοι Αξιωματικοί, 646 Αξιωματικοί, 368 Υπαξιωματικοί, 30 ΕΠΟΠ και 27 υπάλληλοι).
Σταδιακή διακοπή της εργασιακής σχέσης σε 231 άτομα (121 Αξιωματικοί).

Πολεμική Αεροπορία

Αποτάχθηκαν 1.752 άτομα.
(32 Ανώτατοι Αξιωματικοί, 1.103 Αξιωματικοί, 536 Αξιωματικοί, 55 ΕΠΟΠ και 26 υπάλληλοι).
Σταδιακή διακοπή της εργασιακής σχέσης σε 415 άτομα. 



14/7/2017


2.
Εκκαθαρίσεις διαρκείας στη διχασμένη Τουρκία.

Το γράφημα του κρατικού πρακτορείου Anadolu με τις εκκαθαρίσεις του στρατιωτικού και πολιτικού προσωπικού στις 12 Ιουλίου 2017 έχει καταστεί ήδη ανεπίκαιρο καθώς οι αποτάξεις του προσωπικού συνεχίζονται.

Ένας χρόνος συμπληρώνεται από το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία, το οποίο οδήγησε σε ευρύτατες παρεμβάσεις στο εσωτερικό των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων (TSK) και προκάλεσε ένα άνευ προηγούμενου κύμα διώξεων και συλλήψεων στο πλαίσιο του «Καθεστώτος Έκτακτης Ανάγκης» που παραμένει έως και σήμερα σε ισχύ. Η τουρκική κοινωνία εξήλθε από το πραξικόπημα βαθύτατα διχασμένη, αφού από την ακριβώς επόμενη μέρα ξεκίνησε ένα κύνηγι μαγισσών για τη σύλληψη και τιμωρία των «δραστών» αλλά και εναντίον οποιουδήποτε συνιστά απειλή για το ισλαμικό καθεστώς του προέδρου Recep Tayyip Erdoğan.

Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο υπουργός Δικαιοσύνης της Τουρκίας, Bekir Bozdağ, στις 7 Ιουλίου, για το πραξικόπημα διώκονται ποινικά τουλάχιστον 169.013 άτομα, εκ των οποίων οι 50.504 παραμένουν κρατούμενοι στις φυλακές. Στους τελευταίους περιλαμβάνονται 169 ανώτατοι αξιωματικοί και και 7.089 ανώτεροι και κατώτεροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, της Χωροφυλακής και της Ακτοφυλακής. Παράλληλα, έχουν εκδοθεί εντάλματα σύλληψης και καταζητούνται 8.087 ύποπτοι στην Τουρκία και το εξωτερικό, εκ των οποίων οι 152 είναι στελέχη των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων ενώ συνολικά 48.439 απαλλάχθηκαν των κατηγοριών, στους οποίους περιλαμβάνονται 3.046 στρατιωτικοί.

Οι μαζικές εκκαθαρίσεις στρατιωτικού προσωπικού και ιδιαίτερα η απόταξη του 46% των ανωτάτων αξιωματικών (βαθμού Ταξιάρχου έως Αντιστρατήγου) όλων των Κλάδων αποψίλωσε τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις από έμπειρα στελέχη που είχαν αναλάβει σημαντικά επιτελικά και επιχειρησιακά καθήκοντα. Συγκεκριμένα, το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016 οδήγησε στην απομάκρυνση 7.655 στελεχών από όλα τα κλιμάκια διοίκησης και 16.409 σπουδαστών και δοκίμων των στρατιωτικών σχολείων και σχολών όλων των Κλάδων ως ακολούθως:

Αριθμός Αποταχθέντων

Ανώτατοι Αξιωματικοί 150
Ανώτεροι και Κατώτεροι Αξιωματικοί 4.287
Μόνιμοι Υπαξιωματικοί 1.920
Επαγγελματίες/Συμβασιούχοι Οπλίτες 1.172
Πολιτικοί Υπάλληλοι 126
Μαθητές Στρατιωτικών Λυκείων 4.090
Σπουδαστές Σχολών Υπαξιωματικών 6.140
Δόκιμοι Σχολών Αξιωματικών 6.179

Αναφορικά με την κατανομή του εκδιωχθέντος προσωπικού από τους τρεις Κλάδους, η κατάσταση έχει ως εξής:

Τουρκικός Στρατός (ΤΚΚ): 
Αποτάχθηκαν 4.801 στελέχη (87 Ανώτατοι Αξιωματικοί, 2.538 Αξιωματικοί, 1.016 Υπαξιωματικοί, 1.087 ΕΠΟΠ/ΣΥΟΠ και 73 πολιτικοί υπάλληλοι) ενώ τέθηκαν σε διαθεσιμότητα άλλα 140 στελέχη.

Τουρκικό Ναυτικό (TDK): 
Αποτάχθηκαν 1.102 στελέχη (31 Ανώτατοι Αξιωματικοί, 646 Αξιωματικοί, 368 Υπαξιωματικοί, 30 ΕΠΟΠ/ΣΥΟΠ και 27 πολιτικοί υπάλληλοι) ενώ τέθηκαν σε διαθεσιμότητα άλλα 231 στελέχη, εκ των οποίων 121 Αξιωματικοί.

Τουρκική Αεροπορία (THK): 
Αποτάχθηκαν 1.752 στελέχη (32 Ανώτατοι Αξιωματικοί, 1.103 Αξιωματικοί, 536 Αξιωματικοί, 55 ΕΠΟΠ/ΣΥΟΠ και 26 πολιτικοί υπάλληλοι) ενώ τέθηκαν σε διαθεσιμότητα άλλα 415 στελέχη.

Τα παραπάνω στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στις 12 Ιουλίου 2017 έχουν καταστεί ήδη …ανεπίκαιρα καθώς δύο ημέρες αργότερα, στις 14 Ιουλίου 2017, δημοσιεύθηκε το Προεδρικό Διάταγμα 670, βάση του οποίου:


  • αποτάχθηκαν 682 στελέχη των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων και συγκεκριμένα 9 από το Υπουργείο Άμυνας, 1 από το Γενικό Επιτελείο, 181 από τον Τουρκικό Στρατό, 180 από το Τουρκικό Ναυτικό και 185 από την Τουρκική Αεροπορία (8 Ιπτάμενοι). Συνεπώς, ο συνολικός αριθμός αποταχθέντων μονίμων στελεχών ανέρχεται σε 8.337.


  • αποβλήθηκαν από τις τάξεις των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, χάνοντας τη σύνταξή τους, 342 απόστρατοι (108 από τον Τουρκικό Στρατό, 112 από το Τουρκικό Ναυτικό, 122 από την Τουρκική Αεροπορία).

Aποτέλεσμα των μαζικών εκκαθαρίσεων είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, η αναβίωση του θεσμού του προσωρινού διοικητή Ταξιαρχίας (Tuğbay) αντί Ταξιάρχων (Tuğgeneral) στον Τουρκικό Στρατό όπως στη δεκαετία του ’30 όπου Σχηματισμοί επιπέδου Ταξιαρχίας διοικούνταν από Συνταγματάρχες ή ακόμα και Λοχαγούς.

Ο Αντισμήναρχος Mustafa Ertürk, Δντης Επιχειρήσεων της 3ης Κύριας Αεροπορικής Βάσης στο Ικόνιο, επικεφαλής της τουρκικής αποστολής στην Red Flag 2016-2, πριν και μετά το πραξικόπημα.


Περισσότερα στοιχεία για τις συνέπειες του τουρκικού πραξικοπήματος στη σχετική ενότητα στο Ισοζύγιο Στρατιωτικής Ισχύος.

http://e-amyna.com/%CE%B5%CE%BA%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CE%B1%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%81%CE%BA%CE%B5%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CF%87%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%AD%CE%BD/

15/7/2017